1. Οι αρμόδιες Αρχές υποδοχής και φιλοξενίας δύνανται να περιορίζουν ή σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις να ανακαλούν την παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής των προηγούμενων άρθρων, όταν:
α. ο αιτών εγκαταλείπει τον τόπο διαμονής που του έχει καθοριστεί, χωρίς να ενημερώσει ή χωρίς άδεια, όπου αυτό απαιτείται,
β. έχει εκδοθεί πράξη διακοπής της εξέτασης του αιτήματος για διεθνή προστασία από τις αρμόδιες Αρχές παραλαβής και εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 47 παρ. 2 και 3 του Ν. 4375/2016,
γ. ο αιτών υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας στη χώρα σύμφωνα με το στοιχείο κ΄ του άρθρου 34 του Ν. 4375/2016,
δ. ο αιτών παρότι υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, δεν προσέρχεται, χωρίς δικαιολογημένη αιτία, για την πλήρη καταγραφή του, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 1α του Ν. 4375/2016.
ε. ο αιτών έχει αποκρύψει τους οικονομικούς του πόρους, και επωφελείται κατά τρόπο αθέμιτο από τις υλικές συνθήκες υποδοχής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 13 του παρόντος.
Στην περίπτωση της υποπαραγράφου α, όταν ο αιτών εντοπίζεται ή προσέρχεται αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή υποδοχής και φιλοξενίας, εκδίδεται επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής υποδοχής και φιλοξενίας, σχετικά με την ανανέωση της παροχής μερικών ή του συνόλου των συνθηκών υποδοχής, λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους της εγκατάλειψης του τόπου διαμονής.
2. Οι αρμόδιες Αρχές υποδοχής και φιλοξενίας δύνανται να περιορίζουν τις υλικές συνθήκες και υπηρεσίες υποδοχής, όταν με τη συνδρομή των αρμόδιων Αρχών παραλαβής και εξέτασης αιτημάτων διεθνούς προστασίας, διαπιστώνουν ότι ο αιτών, χωρίς δικαιολογημένη αιτία, δεν έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε εύλογο χρονικό διάστημα, μετά την άφιξή του στη χώρα.
3. Οι αρμόδιες Αρχές υποδοχής και φιλοξενίας, καθορίζουν τις κυρώσεις που ισχύουν για τις σοβαρές παραβάσεις των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία των κέντρων υποδοχής και δομών φιλοξενίας, καθώς και την επίδειξη βίαιης συμπεριφοράς, σύμφωνα με τους γενικούς κανονισμούς λειτουργίας, που εκδίδονται κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5, του άρθρου 14 του παρόντος.
4. Οι αποφάσεις των προηγούμενων παραγράφων για τον περιορισμό, τη διακοπή παροχής ή την άρνηση παροχής των υλικών συνθηκών και υπηρεσιών υποδοχής λαμβάνονται σε ατομική, αντικειμενική και αμερόληπτη βάση και αιτιολογούνται ειδικώς. Οι αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στην ειδική κατάσταση του συγκεκριμένου προσώπου, ιδίως όσον αφορά τα πρόσωπα που χρήζουν ειδικών συνθηκών υποδοχής, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, μέχρι δε την έκδοση τους δεν περιορίζεται και δεν διακόπτεται η παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής. Οι υλικές αυτές συνθήκες υποδοχής περιορίζονται ή διακόπτονται κατά το μέτρο που τούτο προβλέπεται ρητά στην οικεία απόφαση. Σε κάθε περίπτωση εξασφαλίζεται η πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του παρόντος.