Το άρθρο 227 του ν. 3852/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδική διοικητική προσφυγή
1. Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να προσβάλει τις αποφάσεις των συλλογικών ή μονομελών οργάνων των δήμων, των περιφερειών, των νομικών προσώπων αυτών, καθώς και των συνδέσμων τους, για λόγους νομιμότητας, ενώπιον του Επόπτη ΟΤΑ, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης ή την ανάρτηση της στο διαδίκτυο ή από την κοινοποίηση της ή αφότου έλαβε γνώση αυτής.
2. Προσφυγή επιτρέπεται και κατά παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας των οργάνων της προηγούμενης παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή η προσφυγή ασκείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την άπρακτη παρέλευση της ειδικής προθεσμίας που τυχόν τάσσει ο νόμος για την έκδοση της οικείας πράξης, διαφορετικά μετά την παρέλευση τριμήνου από την υποβολή της σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου.
3. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης θεραπείας κατά των αποφάσεων ή των παραλείψεων της προηγούμενης παραγράφου, οι προβλεπόμενες για την άσκηση της ειδικής διοικητικής προσφυγής ενώπιον του Επόπτη ΟΤΑ προθεσμίες αναστέλλονται από την υποβολή της αίτησης θεραπείας και μέχρι την έκδοση απόφασης επ’ αυτής ή την παρέλευση άπρακτης της σχετικής προθεσμίας.
4. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της ειδικής διοικητικής προσφυγής τεκμαίρεται ότι έχουν όλοι οι αιρετοί του οικείου Δήμου ή Περιφέρειας, ανεξάρτητα από το εάν έλαβαν μέρος στη συνεδρίαση κατά την οποία ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση. Έννομο συμφέρον τεκμαίρεται ότι έχουν ομοίως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου ή δεύτερου βαθμού, καθώς και νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν περιβαλλοντικούς, πολιτιστικούς και εν γένει κοινωνικούς σκοπούς.
5. Ο Επόπτης ΟΤΑ αποφαίνεται επί της προσφυγής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της. Αν παρέλθει η ανωτέρω προθεσμία χωρίς να εκδοθεί απόφαση θεωρείται ότι η προσφυγή έχει σιωπηρώς απορριφθεί.
6. Η άσκηση της ειδικής διοικητικής προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων».
Σύμφωνα με το άρθρο 24 του ΚΔΔσίας η άσκηση αίτησης θεραπείας ενώπιον του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, προϋποθέτει την μη πρόβλεψη ειδικής (όπως αυτή του άρθρου 227 ν.3852/2010) ή ενδικοφανούς διοικητικής προσφυγής.
Επίσης οι απλές διοικητικές προσφυγές (αίτηση θεραπείας ιεραρχική προσφυγή) είναι κατ΄αρχήν απρόθεσμες (σύμφωνα με νομολογία ασκούνται σε εύλογο χρόνο), ενώ η προθεσμία για έκδοση απόφασης επ’ αυτής είναι 30 ημέρες. Τέλος δεν υπόκεινται στον κανόνα της άπαξ ασκήσεως.
Από τα ανωτέρω προκύπτει καταρχήν ότι δεν νοείται η άσκηση αίτησης θεραπείας εφόσον προβλέπεται ειδική προσφυγή νομιμότητας. Επομένως πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη για την άσκηση αιτήσεως θεραπείας σε συγκεκριμένη προθεσμία και υπό προϋποθέσεις (ποιες πράξεις προσβάλλονται), άλλως δημιουργείται ανασφάλεια δικαίου στη ρύθμιση των εννόμων σχέσεων προκαλώντας ουσιαστικά δυσχέρειες στην πράξη.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των ενστάσεων του άρθρου 127 του ν.4412/2016 για συμβάσεις κάτω των 60.000€ προ ΦΠΑ. Επισημαίνεται ωστόσο ότι και σε αυτήν την περίπτωση η διοικητική επίλυση της διαφοράς μπορεί εκκρεμεί για μεγάλο χρονικό διάστημα (5+10+15+60=90 ημέρες κατ’ ελάχιστον χωρίς υπολογίζονται καθυστερήσεις και υποχρεώσεις επίδοσης εγγράφων).
Όσον αφορά στην παρ.5 ορθότερον είναι η προθεσμία να εκκινεί από την περιέλευση στον επόπτη του συνόλου των απαιτούμενων στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης.
Η διάταξη της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, έρχεται σε αντίθεση με την παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 2690/1999, όπου αναφέρει ότι αίτηση θεραπείας ασκείται μόνο σε περίπτωση που δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής του άρθρου 25 του ν. 2690/1999. Εκτός κι αν όντως έγινε εσκεμμένα να εξαιρεθεί ως νέα και ειδικότερη διάταξη, αυτή τη δυνατότητα (έμμεσα βέβαια) για τους ΟΤΑ και μόνο για τις παραλείψεις οφειλόμενης ενέργειας, καθώς όπως γράφει το σχέδιο νόμου: «κατά των αποφάσεων ή των παραλείψεων της προηγούμενης παραγράφου», ενώ ήθελε να διατυπώσει των προηγούμενων παραγράφων εννοώντας και τη σημαντική παρ. 1, όπου και πάλι έρχεται (και χειρότερα…) σε αντίθεση με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 2690/1999, όπως προαναφέρθηκε πρώτα.
Α. 115
Η φράση <> ως περιθώριο προσφυγής αφήνει απολύτως ανοικτό το θέμα. Ο καθένας θα μπορούσε να ζητήσει την λήψη νέας απόφασης καταργητικής (για το εξής) της προηγούμενης, ή και αποζημιώσεις κλπ. Αλλά όχι την εξ αρχής ανατροπή καταστάσεων που μπορεί και να έχουν ισχύσει επί μεγάλο διάστημα.