1. Οι εκπρόσωποι συμφερόντων κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων επιρροής που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Μέρους Α’ ενεργούν με ακεραιότητα, διαφάνεια και υπευθυνότητα και σύμφωνα με τον νόμο. Ειδικότερα υποχρεούνται:
(α) κατά την επικοινωνία τους με τους θεσμικούς φορείς, να γνωστοποιούν την ιδιότητά τους ως εκπρόσωποι συμφερόντων, καθώς και την ταυτότητα του πελάτη τους τα συμφέροντα του οποίου εκπροσωπούν, και να ενημερώνουν για τον σκοπό των δραστηριοτήτων επιρροής,
(β) να αποφεύγουν οποιαδήποτε επικοινωνία που δύναται να προκαλέσει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων,
(γ) να απέχουν από την άσκηση οποιασδήποτε μορφής αθέμιτης επιρροής ή πίεσης,
(δ) να μην αποσπούν πληροφορίες με αθέμιτο ή παράνομο τρόπο, να μη διαστρεβλώνουν και να μη χειραγωγούν διαθέσιμες πληροφορίες,
(ε) να μην χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που λαμβάνουν από θεσμικούς φορείς για εμπορικούς ή διαφημιστικούς σκοπούς,
(στ) να μην προσφέρουν στους θεσμικούς φορείς οποιασδήποτε φύσης αθέμιτο ωφέλημα, συμπεριλαμβανομένων των δώρων, φιλοξενίας, χορηγίας, ή άλλων διευκολύνσεων,
(ζ) να υποβάλλουν αληθή και έγκυρα στοιχεία στο Μητρώο Διαφάνειας του Τρίτου Κεφαλαίου του Μέρους Α’ και στην ετήσια δήλωση του άρθρου 10 και να τα επικαιροποιούν,
(η) να διατηρούν πληροφορίες σχετικές με τις δραστηριότητες άσκησης επιρροής για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών και να τις υποβάλουν στη διάθεση της Εποπτεύουσας Αρχής, εφόσον ζητηθούν.
2. Οι εκπρόσωποι συμφερόντων δικαιούνται:
(α) να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με το αντικείμενο στο οποίο δραστηριοποιούνται, εφόσον αυτές δεν είναι εμπιστευτικές,
(β) να συμμετέχουν ως ομιλητές σε ακροάσεις επιτροπών,
(γ) να υποβάλουν προτάσεις σε σχέδια νόμων και πράξεων,
(δ) να αιτούνται τη διοργάνωση συναντήσεων με θεσμικούς φορείς και να συμμετέχουν σε αυτές.
3. Οι πληροφορίες που αποκτούν οι εκπρόσωποι συμφερόντων κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων επιρροής από τους πελάτες τους είναι εμπιστευτικές με εξαίρεση τις πληροφορίες που τηρούνται στο Μητρώο Διαφάνειας