Άρθρο 3 Ορισμοί

Για τους σκοπούς του Μέρους Α’, οι κατωτέρω όροι έχουν την ακόλουθη έννοια:
1. «Δραστηριότητα επιρροής»: Κάθε είδους άμεση επικοινωνία εκπροσώπου συμφερόντων με θεσμικούς φορείς, η οποία αποσκοπεί να επηρεάσει τη διαδικασία λήψης απόφασης, και ιδίως το περιεχόμενο νόμου, προεδρικού διατάγματος, υπουργικής απόφασης, εγκυκλίου ή διοικητικής πράξης, και η οποία διεξάγεται με αμοιβή, στο πλαίσιο εκπροσώπησης των συμφερόντων του πελάτη των προσώπων της παρ. 3, ανεξάρτητα από το αν η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη, ή έπεται, και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της επικοινωνίας. Στον ανωτέρω ορισμό δεν εμπίπτει η επικοινωνία που λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο:
(α) πρόσκλησης από θεσμικούς φορείς της παρ. 2 για παροχή ενημέρωσης κατά τη διαδικασία λήψης απόφασης,
(β) συζητήσεων για τη σύναψη δημόσιας σύμβασης,
(γ) νομικής ή άλλου είδους επαγγελματικής εκπροσώπησης που αποσκοπεί στη διαφύλαξη δικαιωμάτων, όπως τα δικαιώματα πληροφόρησης, ακρόασης και προσφυγής σε κάθε διαδικασία,
(δ) συλλογικών διαπραγματεύσεων με μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων, όπως προβλέπονται από την εργατική νομοθεσία, εφόσον δρουν υπό την ιδιότητα αυτή,
(ε) συζήτησης με μέλη διπλωματικής αποστολής ή προξενικής αρχής, ή με εκπροσώπους κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή τρίτων χωρών, ή με εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή άλλων ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών, εφόσον δρουν υπό την επίσημη ιδιότητά τους.
2. «Θεσμικοί φορείς»: Είναι οι φορείς που ασκούν νομοθετική ή εκτελεστική λειτουργία, τα μέλη ή οι υπάλληλοι αυτών, είτε δρουν ατομικά ή συλλογικά.
3. «Εκπρόσωπος συμφερόντων»: Είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα επιρροής με αμοιβή, μέσω της επικοινωνίας του με τους θεσμικούς φορείς της παρ. 2, για λογαριασμό και προς όφελος του πελάτη του. Από τον ορισμό εξαιρούνται πρόσωπα που συνδέονται με τον πελάτη με σχέση εργασίας έμμισθης εντολής.
4. «Πελάτης»: Είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει αναθέσει στον εκπρόσωπο συμφερόντων να εκπροσωπήσει με αμοιβή τα συμφέροντά του ενώπιον των θεσμικών φορέων.
5. «Επικοινωνία»: Είναι οποιαδήποτε προφορική, γραπτή ή ηλεκτρονική επαφή του εκπροσώπου συμφερόντων κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας με τους θεσμικούς φορείς της παρ. 2, που έχει ως στόχο την άσκηση επιρροής στο πλαίσιο που ορίζεται στην παρ. 1.
6. «Μητρώο Διαφάνειας»: Είναι η ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία οι εκπρόσωποι συμφερόντων καταχωρούν τα στοιχεία τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις του Μέρους Α’.
7. «Εποπτεύουσα Αρχή»: Είναι η Εθνική Αρχή Διαφάνειας.

  • 19 Ιουλίου 2021, 23:27 | Γεώργιος Μπεκατώρος

    1. Ως προς τον ορισμό της «άσκησης επιρροής»
    Ο όρος που επιλέχθηκε δεν ανταποκρίνεται πλήρως στους ορισμούς αντίστοιχων νομοθεσιών άλλων κρατών όπως του Καναδά και της Ιρλανδίας αλλά ούτε και στον ορισμό που υιοθετούν το Συμβούλιο της Ευρώπης, ο ΟΟΣΑ, η ΕΕ διότι δημιουργεί ασάφειες και δεν είναι αρκετά περιεκτικός και συμπεριληπτικός.

    2. Άρθρο 3 εδ α’. «Εκπρόσωπος συμφερόντων»: Είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα επιρροής με αμοιβή, μέσω της επικοινωνίας του με τους θεσμικούς φορείς της παρ. 2, για λογαριασμό και προς όφελος του πελάτη του. Το άρθρο αυτό αναγνωρίζει μόνο ως δραστηριότητα επιρροής μόνον όσες λαμβάνουν χώρα με αμοιβή ρυθμίζοντας ουσιαστικά αποκλειστικά τις εταιρίες που έχουν ως αντικείμενο τους την άσκηση επιρροής καθώς και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
    Δεν συμπεριλαμβάνει τους υπαλλήλους/στελέχη επιχειρήσεων και εταιριών (τους in house lobbyists, government relations, public affairs, external affairs, external relations, corporate affairs managers, executives, directors etc) οι οποίοι/ες ασκούν «δραστηριότητες επιρροής» ad hoc για λογαριασμό των εργοδοτών/ριών τους χωρίς να λαμβάνουν ειδική αμοιβή για τις συγκεκριμένες ενέργειές τους, σύμφωνα με τη περιγραφή των καθηκόντων του ρόλου τους. Τουναντίον μάλιστα τους εξαιρεί από τη ρύθμιση.
    Βάση αυτού του χωρίου εξαιρούνται επίσης από τη ρύθμιση όσοι/ες εργάζονται και έχουν σχέση έμμισθης εργασίας η εκπροσωπούν ΜΚΟ, Μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, Κοινωφελή Ιδρύματα, Δεξαμενές Σκέψης, Επαγγελματικά, κλαδικά επιμελητήρια και ενώσεις καθώς και με συνδικαλιστικούς φορείς.

    Αυτό ειναι αδιανοήτο βάση των καλών πρακτικών ρύθμισης της «άσκησης επιρροής» καθώς οι αντίστοιχοι νόμοι που έχουν ψηφιστεί στη Γαλλία, την Ιρλανδία καθώς και τον Καναδά τους συμπεριλαμβάνουν με σαφήνεια.
    Λόγου χάρη ο Ιρλανδικός νόμος γράφει κατά λέξη:

    «In general, the people who are required to register are:

    Professional lobbyists who are paid to lobby on behalf of others
    Individuals and commercial organisations with more than 10 full time employees who are lobbying on their own behalf
    Representative bodies with at least 1 full-time employee and the lobbying is carried out by a paid employee or office holder
    Advocacy groups, non-governmental organisations and charities which have at least 1 full-time employee and which promote particular interests or causes, and the lobbying is carried out by a paid employee or office holder
    Other individuals may be obliged to register if they are engaged in lobbying in relation to the development or zoning of land. See ‘Development and zoning of land’ below.

    You must register if:

    You are carrying on lobbying activities
    The person you are lobbying is a designated public official
    You are making a relevant communication
    The communication is about a relevant matter and is not an excepted communication»

    Από αυτό το χωρίο κανείς αντιλαμβάνεται πως ο Ιρλανδικός νόμος είναι περισσότερο περιεκτικός και συμπερηληπτικός μια που δεν εξαιρεί από τη ρύθμιση τους υπαλλήλους των εταιριών.

    Ταυτόχρονα από αυτό το χωριό φαίνεται πως ο Ιρλανδικός αντίστοιχος νόμος δεν εξαιρεί από τη ρύθμιση ούτε όσους η όσες εργάζονται ως υπάλληλοι σε επαγγελματικές ενώσεις, επιμελητήρια, επαγγελματικές ενώσεις η συνδικαλιστικούς φορείς. Από το παραπάνω χωρίο είναι εξίσου εμφανές ότι ο αντίστοιχος Ιρλανδικός νόμος δεν εξαιρεί από τη ρύθμιση όσους εργάζονται σε ΜΚΟ (μη κυβερνητικές οργανώσεις, η μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς) ούτε όσους εργάζονται σε κοινωφελή ιδρύματα η σε δεξαμενές σκέψης αλλά εφόσον ο ρόλος τους είναι η άσκηση επιρροής (ad hoc) για λογαριασμό του εργοδότη τους.

    Επίσης στο παρόν άρθρο δεν υπάρχει ειδική μνεία για τις νομικές εταιρίες που ίσως δραστηριοποιηθούν στην άσκηση επιρροής. Είναι γεγονός ότι στην ΕΕ δραστηριοποιούνται στον τομέα της άσκησης επιρροής δραστηριοποιούνται αρκετές νομικές εταιρίες οι οποίες αποφεύγουν την εγγραφή τους στο Ευρωπαϊκό μητρώο προβάλλοντας ως αιτιολογία την εχεμύθεια μεταξύ δικηγόρου-πελάτη.
    Όμως αν κανείς διαβάσει προσεκτικά τους αντίστοιχους νόμους του Καναδά, της Ιρλανδίας καθώς και της Γαλλίας θα δει ότι σε αυτά τα κράτη ο νομοθέτης υποχρεώνει και αυτές τις εταιρίες να εγγραφούν στο μητρώο διότι δεν αποδέχεται την ύπαρξη εχεμύθειας μεταξύ πελάτη και δικηγόρου για τις υπηρεσίες της άσκησης επιρροής που οι εταιρίες αυτές παρέχουν.

    Μη συμπερίληψη στον εν λόγω νόμο της υποχρέωσης των νομικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην άσκηση επιρροής να εγγραφούν στο μητρώο όχι απλώς αντίκεινται στις βέλτιστες πρακτικές αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί ζητήματα αθέμιτου ανταγωνισμού από τις εταιρίες αυτές.

  • 19 Ιουλίου 2021, 18:38 | ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΛΛΑΣ

    Άρθρο 3 παρ. 1 εδ. α΄: Δεν συμφωνούμε με τον αποκλεισμό του in-house lobbying, όπως και των νομικών προσώπων εκπροσώπησης συμφερόντων που συχνά ασκούν ενέργειες επιρροής εκ του καταστατικού σκοπού τους, χωρίς αμοιβή από το πεδίο εφαρμογή του ΣχΝ. Ιδίως το in-house lobbying μνημονεύεται ρητά στις 10 Αρχές για την Διαφάνεια και την Ακεραιότητα στο Lobbying του ΟΟΣΑ, οπότε θα πρέπει οπωσδήποτε να ενταχτεί στο πεδίο εφαρμογής του νόμου. Άλλωστε, και στην Σύσταση CM Rec(2017)2 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα Κράτη-Μέλη του επί της νομικής ρύθμισης των δραστηριοτήτων lobbying στο πλαίσιο λήψης δημοσίων αποφάσεων (παρ. 2), το in-house lobbying αναφέρεται ρητά ως ρυθμιστέα δραστηριότητα. Επομένως η μη πρόβλεψη του στο ΣχΝ έρχεται σε αντίθεση με τα Διεθνή πρότυπα του ΟΟΣΑ και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το ίδιο ισχύει και για της οντότητες ή τα νομικά πρόσωπα που εκπροσωπούν κλαδικά ή ομοιοεπαγγελματικά συμφέροντα.
    Άρθρο 3 παρ. 1 περ. β΄: Εκτιμάται ότι δεν δικαιολογείται η θέση της σύναψης δημοσίων συμβάσεων εκτός του πεδίου εφαρμογής του ΣχΝ, με την έκθεση συνεπειών να μην παρέχει επαρκή (κατά την γνώμη μας τεκμηρίωση για αυτή την κανονιστική επιλογή. Χαρακτηριστικό στην αιτιολογική έκθεση επί της σύστασης CM Rec(2017)2 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα Κράτη-Μέλη του επί της νομικής ρύθμισης των δραστηριοτήτων lobbying στο πλαίσιο λήψης δημοσίων αποφάσεων αναφέρονται τα εξής:

    ‘Public decision making which is typically the object of lobbying includes but is not limited to:
    – the development of any legislative proposal;
    – the introduction, amendment, passage or defeat of any bill or regulation;
    – the development or amendment of any policy programme;
    – the award or withdrawal of a contract, grant, licence, contribution, or other benefit (for example financial, or in kind such as a nomination for a public body appointment)’.

    Επομένως, ακόμη και αν (προφανώς) υπάρχουν εξειδικευμένες διαδικασίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, η σχετικές με αυτές δραστηριότητες επιρροής θα πρέπει να διέπονται από τους ίδιους κανόνες. Θα μπορούσε, βέβαια να εξεταστεί εξαίρεση και διαφορετική διαδικασία για τις διαδικασίες που σχετίζονται με την Εθνική Άμυνα, και εκεί υπό προϋποθέσεις.
    Άρθρο 3 παρ. 2: θα πρέπει να ενταχτούν και οι Οργανισμοί Τοπικής και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, τουλάχιστον από έναν πληθυσμό και άνω ή/και για θέματα από έναν προϋπολογισμό και άνω (Βλ. σχετικά OECD (2021), Lobbying in the 21st Century: Transparency, Integrity and Access, OECD Publishing, σελ. 36-38). Επίσης θα πρέπει να κατονομαστούν ρητά τουλάχιστον οι Πρόεδροι Ανεξάρτητων Αρχών, οι σύμβουλοι και ειδικοί συνεργάτες Υπουργών, οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς Υπουργείων κλπ. ως πρόσωπα-δημόσιοι λειτουργοί οι οποίοι έχουν ρητά υποχρεώσεις από το παρόν ΣχΝ.
    Άρθρο 3 παρ. 3 εδ. β΄ Βλ. το σχόλιο για το άρ. 3 παρ. 1 εδ. α΄.

  • 15 Ιουλίου 2021, 11:23 | Teemu Lehtinen

    There must be no differentiation between commercial and non-commercial lobbying and public affairs activity. They are fundamentally the same thing: influence on policies and decisions. Whether it is paid for or not paid for is secondary. If one must register, then the second must as well.

    NGOs, citizen organisations and others who do not fall into the «paid» representation of clients by consultancies should therefore be registered. Similarly, inhouse lobbyists or companies who use inhouse lobbyists should be included in the registry.

    This is a conversation I was having 20 years ago already in Brussels at the BoD of European Centre for Public Affairs. A solution would be to follow the definitions and rules used in the EU Institutions for registration insofar as possible.

  • 1. Ως προς τον ορισμό των δραστηριοτήτων άσκησης επιρροής:

    Κρίνουμε ότι ο ορισμός που επιλέχθηκε δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις υφιστάμενες καλές πρακτικές και δημιουργεί ασάφεια καθώς και σημαντικούς αποκλεισμούς (δεν είναι δηλαδή αρκετά περιεκτικός). Ειδικότερα σχετικά με τις προβλέψεις:

    α. «…λαμβάνει χώρα με αμοιβή…»

    Αναγνωρίζοντας ως «δραστηριότητες επιρροής» μόνο όσες λαμβάνουν χώρα με αμοιβή, το νομοσχέδιο ουσιαστικά ρυθμίζει μονάχα το λεγόμενο «professional lobbying» και τα «consultancy firms», δηλαδή τους/τις επαγγελματίες lobbyists και τις αντίστοιχες εταιρίες που προσφέρουν αυτού του είδους τις υπηρεσίες επ’ αμοιβή. Παράλληλα, αποκλείει από τον ορισμό τους «in-house lobbyists», δηλαδή υπαλλήλους εταιριών η οποίοι/ες ασκούν «δραστηριότητες επιρροής» ad hoc για λογαριασμό των εργοδοτών/ριών τους χωρίς να λαμβάνουν ειδική αμοιβή για τις συγκεκριμένες ενέργειές τους. Επίσης, διατηρώντας την προτεινόμενη διατύπωση του ορισμού, αποκλείονται οι ΜΚΟ, το εθελοντικό lobbying καθώς και οι αντιπροσωπευτικοί φορείς όπως οι επαγγελματικοί/βιομηχανικοί σύνδεσμοι (όπως ο ΣΕΒ).
    Όπως είναι γνωστό το επαγγελματικό lobbying στην Ελλάδα δεν είναι τόσο ανεπτυγμένο όσο για παράδειγμα στις Βρυξέλλες ή την Ουάσιγκτον και οι «δραστηριότητες επιρροής» διεξάγονται κυρίως in-house ή από αντιπροσωπευτικούς φορείς. Διατηρώντας, λοιπόν, τον προτεινόμενο ορισμό αποκλείουμε από την ρύθμιση τον κύριο όγκο του lobbying που γίνεται στην Ελλάδα κάτι το οποίο δεν ευνοεί την προσαρμογή της ρύθμισης στην «ελληνική πραγματικότητα» και παράλληλα αποδυναμώνει τον σκοπό της.

    Για να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα η ρύθμιση των δραστηριοτήτων άσκησης επιρροής θα πρέπει να συμπεριληφθεί στον συγκεκριμένο ορισμός και η άσκηση επιρροής που λαμβάνει χώρα δίχως αμοιβή.

    β. «…είναι άμεση,…»

    Είναι σημαντικό να προβλεφθεί και η έμμεση «δραστηριότητα επιρροής», διαφορετικά ο νόμος δεν θα ρυθμίζει τις δραστηριότητες που εστιάζουν στο να επηρεαστεί πρόσωπο με αποφασιστικές αρμοδιότητες άσκησης δημόσιας εξουσίας μέσω κάποιου/ας υφιστάμενου/ής του. Για παράδειγμα, όταν ένας/μία εκπρόσωπος συμφερόντων συναντηθεί με δημόσιο υπάλληλο ή με μέλος του γραφείου υπουργού και ζητήσει να μεσολαβήσουν ώστε να προωθηθεί το αίτημά του/της, τότε ο/η εκπρόσωπος συμφερόντων έμμεσα ασκεί επιρροή και άρα θα πρέπει να καταγράφεται στο μητρώο.
    Επίσης ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζει και ορίζει το έμμεσο lobbying ως «lobbying indirectly through industry associations or trade associations». Αναγνωρίζοντας μονάχα το άμεσο lobbying παραβλέπουμε περιπτώσεις «δραστηριοτήτων επιρροής» που ασκούνται από τρίτους (χωρίς αμοιβή) όπως για παράδειγμα εμπορικούς ή βιομηχανικούς συνδέσμους.

    2. «Θεσμικοί φορείς»

    Κρίνουμε ότι ο συγκεκριμένος ορισμός δεν είναι αρκετά περιεκτικός και ότι είναι αρκετά γενικόλογος. Προτείνουμε την αντικατάσταση του με τον παρακάτω ορισμό:

    «Οι «Θεσμικοί φορείς» που θέτουν μονομερώς κανόνες δικαίου και ανήκουν στη δημόσια διοίκηση καθώς και το όργανο που εντάσσεται στη διοικητική ιεραρχία ή εποπτεία εντός ενός συστήματος αρχών στις οποίες έχει ανατεθεί η εκτελεστική λειτουργία/εξουσία. Δημόσιοι/ες λειτουργοί, αιρετοί/ες ή διορισμένοι/ες, υπάλληλοι, τεχνικοί, εμπειρογνώμονες και ανώτεροι/ες αξιωματούχοι της δημόσιας διοίκησης και οι σύμβουλοι αυτών, οι οποίοι/ες διαθέτουν εξουσία στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην χάραξη δημόσιας πολιτικής, πρότασης νόμου και κανονισμού σε εθνικό, περιφερειακό ή υπερεθνικό επίπεδο. Συμπεριλαμβάνει άτομα που εργάζονται σε ιδιωτικούς φορείς που εκτελούν δημόσιο έργο και διεθνείς οργανισμούς με έδρα την
    Ελλάδα.»

    3. Ως προς τον ορισμό του εκπροσώπου συμφερόντων:

    Δείτε παρατήρηση 1 σχετικά με τον ορισμό των δραστηριοτήτων άσκησης επιρροής. Επιμένουμε στο ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι δραστηριότητες επιρροής που διεξάγονται χωρίς αμοιβή.