Το πρώτο, δεύτερο, τρίτο και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 106 του ν. 4495/2017 (Α’ 167) τροποποιούνται ως προς την προβλεπόμενη προθεσμία και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1.α) Στην περίπτωση αυθαίρετων κατασκευών ή χρήσεων για τις οποίες εκδίδεται άδεια νομιμοποίησης, εφόσον καταβληθεί το παράβολο της περ. ι` του άρθρου 99 και εκδοθεί η σχετική οικοδομική άδεια νομιμοποίησης εντός τεσσάρων (4) ετών ή έγκριση εργασιών κατεδάφισης, εντός έξι (6) μηνών από την καταβολή του, δεν οφείλεται άλλο πρόστιμο. Αν παρέλθει άπρακτο το χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών για λόγους που οφείλονται σε υπαιτιότητα του αιτούντος, εφαρμόζονται σωρευτικά οι διατάξεις για την κατεδάφιση και επιβολή προστίμου αυθαιρέτων. Δεν συνυπολογίζεται στο χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών, ο χρόνος καθυστέρησης έκδοσης της οικοδομικής άδειας για λόγους που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του αιτούντος.
Άδεια νομιμοποίησης εκδίδεται και για κατασκευές των οποίων η οικοδομική άδεια ακυρώθηκε για τυπικό λόγο, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, με την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζονται οι πολεοδομικές διατάξεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο κατασκευής τους και εξακολουθούν να ισχύουν και κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
αα) Εφόσον δεν υφίσταται στατική εξάρτηση των δύο τμημάτων ιδίου ακινήτου ή ιδιοκτησίας δύναται να υποβάλλεται:
i) ταυτόχρονα δήλωση υπαγωγής προς έκδοση άδειας νομιμοποίησης τμήματος αυτού και διατήρησης του υπολοίπου τμήματος, σύμφωνα με το άρθρο 97. Στην περίπτωση αυτήν, καταβάλλεται παράβολο για το σύνολο της επιφάνειας του αυθαιρέτου και ενιαίο ειδικό πρόστιμο μόνο για την επιφάνεια αυτού που δεν νομιμοποιείται, ή
ii) δήλωση υπαγωγής προς έκδοση άδειας νομιμοποίησης τμήματος αυτού, κατόπιν κατεδάφισης του υπολοίπου με έγκριση εργασιών κατεδάφισης, ή
iii) δήλωση υπαγωγής τμήματος αυτού στις διατάξεις αναστολής επιβολής κυρώσεων του άρθρου 97, με την καταβολή του παραβόλου που αντιστοιχεί στην επιφάνειά του και του είκοσι τοις εκατό (20%) του ενιαίου ειδικού προστίμου οπότε διατηρείται για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στον παρόντα, κατόπιν κατεδάφισης του υπολοίπου με έγκριση εργασιών κατεδάφισης.
ββ) Εφόσον υφίσταται στατική εξάρτηση των δύο τμημάτων ιδίου ακινήτου ή ιδιοκτησίας που αποκλείει τη δυνατότητα έκδοσης άδειας νομιμοποίησης, δύναται να υποβάλλεται:
i) δήλωση υπαγωγής του συνόλου αυτού στις διατάξεις αναστολής επιβολής κυρώσεων του άρθρου 97, με την καταβολή του παραβόλου που αντιστοιχεί στην επιφάνειά του και του ενιαίου ειδικού προστίμου, ή
ii) δήλωση υπαγωγής προς έκδοση άδειας νομιμοποίησης τμήματος αυτού, κατόπιν κατεδάφισης του υπολοίπου με έγκριση εργασιών κατεδάφισης, ή
iii) δήλωση υπαγωγής τμήματος αυτού στις διατάξεις αναστολής επιβολής κυρώσεων του άρθρου 97, με την καταβολή του παραβόλου που αντιστοιχεί στην επιφάνειά του και του είκοσι τοις εκατό (20%) του ενιαίου ειδικού προστίμου οπότε διατηρείται για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στον παρόντα κατόπιν κατεδάφισης του υπολοίπου με έγκριση εργασιών κατεδάφισης.
Στις περ. ii και iii της υποπερ. ββ της παρούσας, για τη δυνατότητα στατικής επάρκειας του τμήματος και αυτοτέλειας του εν λόγω τμήματος, υποβάλλεται συμπληρωματικά τεχνική έκθεση αρμόδιου μηχανικού.
Αν παρέλθει άπρακτο το χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών και εφόσον δεν είναι δυνατή η έκδοση άδειας νομιμοποίησης αποκλειστικά για λόγους μεταβολής του πολεοδομικού καθεστώτος, επιτρέπεται η τροποποίηση των στοιχείων της δήλωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, προκειμένου να υπαχθεί η κατασκευή στο άρθρο 97.».
Να συμπληρωθεί το υφιστάμενο νομοθετικό κενό που αφορά κατασκευές, των οποίων η άδεια ακυρώθηκε με τελεσίδικη δικαστική απόφαση για ουσιαστικό λόγο. Η διάταξη, που αναφέρεται στη συνέχεια, θα προβλέπει την προσαρμογή της κατασκευής στη δικαστική απόφαση (π.χ. προσαρμογή στην απαίτηση αύξησης ανεπαρκούς απόστασης από ένα πλάγιο όριο). Στις περιπτώσεις που είναι τεχνικό-οικονομικά εφικτή η εφαρμογή της διάταξης αυτής στην κατασκευή, δίνεται λύση στο πρόβλημα, χωρίς να απαιτείται η πλήρης κατεδάφιση του αυθαίρετου κτιρίου και η κατασκευή νέου εκ θεμελίων που θα δημιουργήσει, χωρίς όφελος, σημαντική οικονομική και περιβαλλοντική επιβάρυνση. Η διάταξη είναι συνταγματικά αποδεκτή, ως σεβόμενη τη διάκριση των λειτουργιών, επειδή στο τροποποιημένο πλέον κτίριο θα εφαρμόζεται η τελεσίδικη δικαστική απόφαση.
Άδεια νομιμοποίησης εκδίδεται και για κατασκευές των οποίων η οικοδομική άδεια ακυρώθηκε για ουσιαστικό λόγο, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, με την προϋπόθεση ότι, η αυθαίρετη κατασκευή με τη νέα άδεια που θα εκδοθεί θα προσαρμοσθεί στην ακυρωτική δικαστική απόφαση, θεραπεύοντας τους λόγους ακύρωσης. Η προσαρμογή της κατασκευής μπορεί να πραγματοποιηθεί με έκδοση άδειας κατεδάφισης τμήματός της και άδειας επανακατασκευής τμήματός της, εφόσον η επανακατασκευή απαιτείται λειτουργικά ή/και για λόγους στατικής επάρκειας, υπό την προϋπόθεση εφαρμογής της δικαστικής απόφασης συνολικά στο τροποποιούμενο κτίριο. Στη άδεια του τμήματος που θα ανακατασκευασθεί θα εφαρμόζονται οι ισχύουσες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος πολεοδομικές διατάξεις. Εφόσον υφίσταται στατική εξάρτηση των δύο τμημάτων του κτιρίου (παραμένοντος και ανακατασκευαζόμενου) απαιτείται συνολικός αντισεισμικός έλεγχος του τροποποιούμενου κτιρίου.
Επαναλαμβάνω σχόλιο που κατέθεσα και στο άρθρο 45 γιατί η προτεινόμενη διόρθωση νομοθετικού κενού είναι πιθανότερο να γίνει μέσω της εδώ τροποποίησης του άρθρου 106 του ν.4459/17 :
Να συμπληρωθεί το υφιστάμενο νομοθετικό κενό ώστε αυθαίρετες κατασκευές, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις υπαγωγής τους στις ρυθμίσεις του άρθρου 106 του ν.4495/2017, να δηλώνονται ως εμπίπτουσες στην (ορθή) κατηγορία 4 του άρθρου 96 του ίδιου νόμου η οποία με βεβαιότητα θα προκύψει με την υπαγωγή τους στον νόμο αλλά και μετά την εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων του άρθρου 106. Δηλαδή να μην αποκλείονται της υπαγωγής εξαιτίας της ανυπαρξίας άδειας κατά τη χρονική στιγμή της πληρωμής του παραβόλου (τυπικός λόγος) αλλά να κρίνονται τη στιγμή που τυχόν θα έχουν αποκτήσει τη σχετική άδεια (νομιμοποίησης ή κατεδάφισης) που θα ορίζει σαφώς το νόμιμο ποσοστό υπέρβασης του πολεοδομικού μεγέθους (ουσιαστικός λόγος).
Πληρέστερα, στη ρύθμιση αυτή μπορούν (με όμοιο τρόπο) να ενταχθούν και ακίνητα προ του 55 ή ακίνητα σε στάσιμους οικισμούς που είναι νομίμως υφιστάμενα, δηλαδή στερούνται αδείας και κατά τον νόμο δεν επηρεάζουν το κρίσιμο ποσοστό για τη διάκριση μεταξύ των κατηγοριών 4 ή 5.
Η σχετική τροποποίηση στο ηλεκτρονικό σύστημα του ΤΕΕ είναι απλή (προσθήκη επιλογών «προς έκδοση αδείας» ή «νομίμως υφιστάμενο» στο μενού περί ύπαρξης αδείας) και αν η σχετική άδεια δεν εκδοθεί (με υπαιτιότητα του αιτούντος) εντός του χρονικού διαστήματος των 4 ετών η υπαγωγή να ακυρώνεται και το παράβολο να μην αναζητάται. Στο νόμο υπάρχει ήδη η ίδια διαδικασία στα αυθαίρετα που εντάσσονται στις διατάξεις των άρθρων 116-117.