- Φορέας συμμετέχει στο σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής, εφόσον έχει προβεί σε ολοκληρωμένη εφαρμογή της διαδικασίας στοχοθεσίας και αξιολόγησης, σύμφωνα με το μέρος Β΄ του ν. 4940/2022 (Α΄ 112) και δεν εφαρμόζει για το ίδιο έτος αναφοράς τα ειδικά συστήματα κινήτρων και ανταμοιβής του άρθρου 4 του ν. 4892/2022 (Α΄ 28), του άρθρου 59 του ν. 5043/2023 (Α΄ 91), του άρθρου 21 του ν. 5076/2023 (Α΄ 207) και των άρθρων 24, 25, 26 και 27 του ν. 4940/2022.
- Υπάλληλος δικαιούχου φορέα της παρ. 1 δικαιούται ανταμοιβής, εφόσον:
α) έχει συμμετάσχει στη διαδικασία στοχοθεσίας και αξιολόγησης σύμφωνα με το Μέρος Β΄ του ν. 4940/2022,
β) έχει υπηρετήσει σε οργανική μονάδα, η οποία συνέβαλε στην πλήρη επίτευξη του επιλεγέντος προς ανταμοιβή στόχου για διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών κατά το έτος αναφοράς και
γ) κατά τον χρόνο καταβολής ή απονομής της ανταμοιβής, δεν τελεί σε αργία ή σε αναστολή άσκησης καθηκόντων, δεν έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως για αδίκημα της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26) και δεν του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή, μέχρι τη διαγραφή της κατά το άρθρο 145 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.. Η καταβολή ανταμοιβής αναστέλλεται από την άσκηση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης μέχρι την τελεσιδικία της υπόθεσης. Σε περίπτωση τελεσίδικης αθώωσης ή απαλλαγής, η ανταμοιβή καταβάλλεται στον υπάλληλο αναδρομικά.
Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 33, παρ. 2, σημεία α’ και β’ ώστε το σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής να εφαρμόζεται σε όλες τις κατηγορίες προσωπικού των φορέων, συμπεριλαμβανομένου του ειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού, το οποίο, λόγω της ιδιαίτερης φύσης των καθηκόντων του, δεν υπάγεται σε οργανικές μονάδες, ιδίως σε ορισμένες Ανεξάρτητες Αρχές, αλλά απευθείας στις Διοικήσεις των φορέων αυτών, καθώς και όλων των υπαλλήλων στους οποίους εφαρμόζονται τα ειδικότερα συστήματα αξιολόγησης της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν.4940/2022.
Ειδικότερα, προτείνεται η ακόλουθη τροποποίηση του άρθρου 3, παρ. 2, σημεία α’ και β’:
«2. Υπάλληλος δικαιούχου φορέα της παρ. 1 δικαιούται ανταμοιβής, εφόσον:
α) έχει συμμετάσχει στη διαδικασία στοχοθεσίας και αξιολόγησης σύμφωνα με το Μέρος Β΄ του ν. 4940/2022 ή έχει συμμετάσχει στη διαδικασία των ειδικότερων συστημάτων αξιολόγησης της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν.4940/2022, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν.3094/2003.
β) έχει υπηρετήσει σε οργανική μονάδα, η οποία συνέβαλε στην πλήρη επίτευξη του επιλεγέντος προς ανταμοιβή στόχου ή υπάγεται απευθείας στη Διοίκηση του φορέα και συνέβαλε στην εκπλήρωση επιλεγέντος προς ανταμοιβή στόχου, για διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών κατά το έτος αναφοράς.»
Επιπλέον, προτείνεται η κατάργηση του σημείου γ’ καθώς εισάγει καταχρηστικά ως πρόσθετη ποινή, και μάλιστα εκ των υστέρων (κατά τον χρόνο καταβολής), τη μη καταβολή της ανταμοιβής σε υπαλλήλους παρόλο που κρίνεται ότι συνέβαλαν στην πλήρη επίτευξη επιλεγέντος προς ανταμοιβή στόχου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα καταχρηστικότητας που εισάγεται είναι ο αποκλεισμός από την ανταμοιβή των δημοσίων υπαλλήλων στους οποίους επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της επίπληξης εντός της τελευταίας τριετίας από την αναγνώρισή τους ως δικαιούχους της ανταμοιβής.
Επιπλέον, το σημείο γ) είναι ευάλωτο στην κατάχρηση της επιβολής της επίπληξης εκ μέρους προϊσταμένων προκειμένου να «συνετίσουν» υπαλλήλους με τον αποκλεισμό, διά της οδού αυτής, από την ανταμοιβή.
Η γενική και καθολική αναφορά στην εν λόγω διάταξη που απαριθμεί τις προϋποθέσεις απονομής της ανταμοιβής στους δικαιούχους υπαλλήλους, ΟΛΩΝ ανεξαιρέτως των πειθαρχικών ποινών ως λόγου αποστέρησης της ανταμοιβής, είναι άδικη και ενδέχεται να οδηγήσει σε αποκλεισμό μιας μεγάλης κατηγορίας δημοσίων υπαλλήλων που κάποια στιγμή «διαφώνησαν» με τους προϊσταμένους τους. Γι’ αυτό προτείνεται η κατάργηση του σημείου γ’ από το νομοσχέδιο.
Θεωρώ υπερβολική τη σωρευτική συνδρομή της μη ύπαρξης τελεσίδικης καταδίκης για οιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα στο πρόσωπο του υπαλλήλου, διότι υπάρχει σφοδρή πιθανότητα να αποκλειστεί ένας μεγάλος αριθμός δικαιούχων του μπόνους αποδοτικότητας, εάν τυχόν οι προϊστάμενοι τους έχουν επιβάλλει την πειθαρχική ποινή της επίπληξης εντός της τελευταίας τριετίας. Είναι πρόδηλα άδικο ένας εργατικός και φιλότιμος υπάλληλος να στερηθεί το μπόνους επειδή μια φορά διαφώνησε με τον προϊστάμενο του και αυτός «τον επέπληξε για να τον συμμορφωσει». Κατά συνέπεια θα πρέπει να γίνει περιοριστική απαρίθμηση των πειθαρχικών ποινών που επιφέρουν την στέρηση του δικαιώματος στο μπόνους.