Αρχική Αναπτυξιακό ΠολυνομοσχέδιοΆρθρο 88 – Μεταβατικές διατάξειςΣχόλιο του χρήστη Κώστας Τσιαπάρας | 15 Σεπτεμβρίου 2019, 18:29
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Διατάξεις πρατηρίων καυσίμων 1. Επιτρέπεται η ίδρυση ιδιωτικών πρατηρίων του άρθρου 22 των Π.Δ. 1224/81 και Β.Δ. 465/70 (όπως ισχύουν) σε περιοχές εντός οικισμού, εντός σχεδίου (εκτός αμιγούς κατοικίας) και εκτός σχεδίου, έστω και αν η χρήση πρατηρίου υγρών καυσίμων απαγορεύεται στη θέση αυτή, εφόσον αυτά αποτελούν συνοδές χρήσεις δηλ. συνυπάρχουν με την εξυπηρετούμενη κύρια εγκατάσταση, αν αυτή υφίσταται νομίμως είτε με νόμιμη άδεια οικοδομής είτε έχει τακτοποιηθεί σύμφωνα με τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις. Για τα εκτός σχεδίου ιδρυόμενα ιδιωτικά πρατήρια της παρούσης παραγράφου, η ήδη υπάρχουσα «είσοδος έξοδος» ή η εν γένει κυκλοφοριακή σύνδεση της κύριας εγκατάστασης (εργοστάσιο, εκπαιδευτήριο κ.ά.) θα επέχει και θέση κυκλοφοριακής σύνδεσης του ιδιωτικού πρατηρίου με την οδό. 2. Στις περιπτώσεις που κατά μήκος μιας εθνικής ή επαρχιακής οδού (χωρίς παράδρομο) ή επί του τυχόν βοηθητικού παράδρομου (S.R. – Service road) αυτών ή δημοτικής οδού, μεταξύ δύο περιοχών εντός σχεδίου πόλεως ή μιας περιοχής εντός σχεδίου και άλλης εντός οικισμού ή μεταξύ δύο οικισμών, παρεμβάλλεται περιοχή εκτός σχεδίου για μήκος έως και τέσσερα (4) χιλιόμετρα, στο υπόψη εκτός σχεδίου τμήμα της οδού για την σύνδεση των «εγκαταστάσεων» του άρθρου 24 του Β.Δ. 465/70, όπως ισχύει, αρκεί η έγκριση «εισόδου – εξόδου, κατά την έννοια του άρθρου 21 του Π.Δ. 118/06 (ΦΕΚ Α΄ 119). Ειδικά για την ίδρυση πρατηρίων καυσίμων σ΄ αυτές τις περιπτώσεις μπορούν να εφαρμόζονται (για τη κυκλοφοριακή σύνδεση και μόνο), τα υποδείγματα προσπελάσεων (αποτμήσεων) του Π.Δ. 1224/81, όπως ισχύει, με τις ισχύουσες περί ορατότητας δεσμεύσεις. 3. Στα οικόπεδα και γήπεδα, που έχουν πρόσωπο επί του βασικού οδικού δικτύου της Αττικής, όπως αυτό έχει καθοριστεί με την με αρίθμ. 62556/5073/1990 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων «Ορισμός Βασικού Δικτύου Ν. Αττικής» (ΦΕΚ Δ΄ 701) και απεικονίζεται στους χάρτες που την συνοδεύουν, επιτρέπεται πολεοδομικά σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως των τυχόν απαγορεύσεων από χρήσεις γης, η ίδρυση πρατηρίων καυσίμων και ενέργειας με τον απαράβατο όρο ότι θα περιλαμβάνουν απαραιτήτως κατ΄ ελάχιστο μία (1) θέση ηλεκτροφόρτισης αυτοκινήτων τα ιδρυόμενα επί οικοπέδων και δύο (2) θέσεις ηλεκτροφόρτισης αυτοκινήτων τα ιδρυόμενα επί γηπέδων. Από της ισχύος του παρόντος νόμου κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα το θέμα των χρήσεων γης για την ίδρυση πρατηρίων καυσίμων και ενέργειας στο βασικό οδικό δίκτυο της Περιφέρειας Αττικής, καταργείται. 4. Στις περιπτώσεις που ιδρύεται πρατήριο υγρών καυσίμων δημοσίας χρήσεως ή μικτό πρατήριο αερίων εν γένει καυσίμων, με τις τυχόν συμπληρωματικές του εγκαταστάσεις (πλυντήριο, λιπαντήριο, κέντρο καθαρισμού οχημάτων κ.ά.), εντός της ευρύτερης έκτασης γηπέδου ή οικοπέδου, την οποία καταλαμβάνει συγκρότημα υπεραγοράς ή μεγάλων καταστημάτων ή εμπορικών κέντρων, με ή χωρίς κινηματογραφικές αίθουσες και λοιπούς χώρους ή εν γένει εγκαταστάσεις εστίασης και αναψυχής, τότε η μεν κυκλοφοριακή διάταξη που έχει εγκριθεί από την αρμόδια για την συντήρηση της οδού υπηρεσία, ισχύει ως έχει και χωρίς άλλη διαδικασία και για την ίδρυση και λειτουργία του πρατηρίου. Στις περιπτώσεις αυτές επιτρέπεται η ίδρυση του πρατηρίου επί ιδιωτικής οδού, που έχει κατασκευαστεί (ή κατασκευάζεται) για την εσωτερική κυκλοφορία με άτυπη ρυμοτόμηση του συγκροτήματος, σύμφωνα με τα εντός σχεδίου υποδείγματα του Π.Δ. 118/06. Στην περίπτωση αυτή το πρατήριο θεωρείται συνοδό έργο της κύριας εγκατάστασης και εφαρμόζονται οι ευνοϊκότεροι όροι δόμησης (ποσοστό κάλυψης, συντελεστής δόμησης κ.ά.) που ισχύουν για το κύριο συγκρότημα. 5. Εκείνες οι κυκλοφοριακές συνδέσεις πρατηρίων καυσίμων ή εγκαταστάσεων, που έχουν χορηγηθεί μετά την ισχύ του Β. Δ. 465/70 (ΦΕΚ Α΄ 150) και πριν την ισχύ του Π.Δ. 118/06 (Α΄119), έχουν δε υλοποιηθεί και παραληφθεί από τις αρμόδιες για τις οδούς υπηρεσίες, σε κάθε περίπτωση θεωρούνται ως κατά κανόνα και όχι κατά παρέκκλιση, κατά την έννοια της παρ. 4 του άρθρου 34 του Β. Δ. 465/70, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 21 του Π.Δ. 118/06 (ΦΕΚ Α΄ 119). 6. Για πρατήρια καυσίμων και ενέργειας, ιδρυόμενα σε εκτός σχεδίου πόλεως περιοχές, οι οποίες όμως τελούν υπό ένταξη στο σχέδιο πόλεως και έχει προς τούτο κινηθεί η σχετική διαδικασία που προβλέπεται από τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, τούτου βεβαιωμένου από την αρμόδια αρχή, εφαρμόζονται, αναφορικά με την σύνδεσή τους με την οδό/τις οδούς, οι διατάξεις και τα υποδείγματα απότμησης πεζοδρομίου του Π.Δ. 1224/81 (ΦΕΚ Α΄ 303) όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 118/06 ( ΦΕΚ Α΄ 119). 7. Ως ειδικές περιπτώσεις ίδρυσης και λειτουργίας νοούνται εκείνα τα πρατήρια καυσίμων και ενέργειας, τα οποία αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των αναγκών των πάσης μορφής οχημάτων - αλλά και των πάσης φύσεως λειτουργικών αναγκών σε υγρά και αέρια καύσιμα - σε ειδικής μορφής εγκαταστάσεις και γενικώς όπου δεν μπορούν να τύχουν καθολικής εφαρμογής οι γενικές περί πρατηρίων διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας (Π.Δ. 1224/81- Β.Δ. 465/70 – Π.Δ. 595/84 όπως ισχύουν). Τέτοια ειδικά πρατήρια καυσίμων είναι μεταξύ άλλων και τα εξής : α) αυτά που τροφοδοτούν με πετρέλαιο κίνησης τους τροχήλατους γερανούς φορτοεκφόρτωσης στους λιμένες της χώρας β) αυτά που εξυπηρετούν με πετρέλαιο κίνησης τα χιονοδρομικά κέντρα είτε για τροφοδοσία των ειδικών μηχανημάτων τους (εκχιονισμού των οδών, διάστρωσης του χιονιού κ.ά.) είτε για την κάλυψη λειτουργικών τους αναγκών, όπως για την λειτουργία ηλεκτροπαραγωγών ζευγών, για την κίνηση των αναβατήρων των χιονοδρόμων κ.ά. γ) αυτά που εξυπηρετούν και τροφοδοτούν με πετρέλαιο τις ντηζελάμαξες του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας. δ) αυτά των Εμπορευματικών Κέντρων του ν.3333/2005 (ΦΕΚ Α΄ 91) όπως ισχύει ε) αυτά των προμηθευτικών συνεταιρισμών των Ενόπλων Δυνάμεων, στα οποία ανεφοδιάζονται όχι τα στρατιωτικά οχήματα αλλά τα οχήματα των πολιτών εργαζομένων, του ένστολου προσωπικού αλλά και λοιποί ιδιώτες στ) αυτά που ιδρύονται μέσα στους αερολιμένες της χώρας και είτε ανεφοδιάζουν με καύσιμα τα οχήματα του αεροδρομίου (δηλ. των εταιρειών HANDLING που έχουν την ευθύνη μεταφοράς των επιβατών από το κεντρικό κτήριο στα αεροσκάφη και αντιστρόφως, που μεταφέρουν τα πληρώματα από και προς τα αεροσκάφη κ.λπ.) είτε λειτουργούν ως πρατήρια δημοσίας χρήσεως ζ) αυτά λοιπών ειδικών εγκαταστάσεων, που δεν επιδέχονται σαφή τυποποίηση και δεν είναι εφικτή ή ένταξή τους στις διατάξεις των σχετικών με τα συνήθη πρατήρια καυσίμων νομοθετημάτων (Π.Δ. 1224/81 - Β.Δ. 465/70 – Π.Δ. 595/84, όπως ισχύουν). Με Αποφάσεις του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την ίδρυση και λειτουργία των ως άνω ειδικών πρατηρίων, όπως και άλλων κατηγοριών αυτών, που ενδέχεται να προκύψουν στο μέλλον. Για τα ειδικά πρατήρια της παρούσας διάταξης δεν εξετάζεται η χρήση γης, κατά περίπτωση δε, όπως και αν προβλέπεται στην οικεία Υπουργική Απόφαση, δεν θα εκδίδεται οικοδομική άδεια. Αιτιολογική έκθεση 1. Με την διάταξη αυτή επιλύεται ένα χρονίζον πρόβλημα. Ειδικότερα κατά την ίδρυση ιδιωτικών πρατηρίων, τα οποία – με βάση την κείμενη νομοθεσία - αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση οχημάτων που ανήκουν (με οιονδήποτε τρόπο) σε μία επιχείρηση ή σε ένα Δήμο ή μια εγκατάσταση (εργοστάσιο, ξενοδοχειακή μονάδα, αμαξοστάσιο, εγκατάσταση παραγωγής σκυροδέματος, μεγάλο σχολικό συγκρότημα, πρεσβεία κ.ά.) παρουσιάζεται συχνά το φαινόμενο να επιτρέπεται η κύρια χρήση όπως π.χ. ξενοδοχείο, εκπαιδευτήριο, πρεσβεία κ.ά. όχι όμως και αυτή του «πρατηρίου καυσίμων». Είναι προφανές ότι ο νομοθέτης δεν επιθυμούσε στην περιοχή την ίδρυση πρατηρίων δημοσίας χρήσεως, όμως - ασφαλώς όχι εκ προθέσεως - δεν έλαβε μέριμνα ώστε να υπάρχει μια πρόβλεψη για ιδιωτικά πρατήρια που λειτουργούν ως συμπληρωματικές εγκαταστάσεις, δηλ. που είναι πολύ μικρής κλίμακας (συνήθως μια δεξαμενή και μια αντλία πετρελαίου) και συνοδεύουν ως παράρτημα - παρελκόμενο – βοηθητική χρήση την κύρια εγκατάσταση. Όμως αυτή η συμπληρωματική χρήση κρίνεται απαραίτητη για αρκετές εγκαταστάσεις, διότι εξυπηρετεί ουσιαστικές ανάγκες των, εξοικονομεί δαπάνες (διότι στο ιδιωτικό πρατήριο είναι ελεγχόμενος ο ανεφοδιασμός από πλευράς ποσοτήτων), περιορίζει άσκοπες μετακινήσεις των οχημάτων (για ανεφοδιασμό σε εκτός της εγκατάστασης πρατήρια) με την συνακόλουθη κυκλοφοριακή φόρτιση και μόλυνση με τα εκπεμπόμενα καυσαέρια και γενικά συνεισφέρει στην αυτάρκη λειτουργία της κύριας επιχείρησης /εγκατάστασης /δραστηριότητας. Επί πλέον εκτιμάται ότι η εισαγόμενη νομοθετική ρύθμιση θα βάλει τέλος στην ασύδοτη κατασκευή τέτοιων πρατηρίων και θα δώσει το έναυσμα για την νομιμοποίηση μεγάλου αριθμού παράνομων ιδιωτικών πρατηρίων, με παράλληλη λήψη των προβλεπόμενων από τις ισχύουσες διατάξεις μέτρων ασφαλείας. Αναφορικά με την κυκλοφ. σύνδεση αυτών των ιδιωτικών πρατηρίων σε σχέση με την οδό, προφανώς τα αυτοκίνητα που ανεφοδιάζονται ανήκουν (με τον ένα ή άλλο τρόπο) στην επιχείρηση και ούτως ή άλλως εισέρχονται και εξέρχονται από τον χώρο της. Απλώς κάποια στιγμή, ευρισκόμενα στον αύλειο χώρο, θα ανεφοδιάζονται με καύσιμα. Δηλ. τα αυτοκίνητα αυτά δεν εισέρχονται στον ιδιωτικό χώρο της επιχείρησης για να ανεφοδιασθούν, όπως γίνεται σε ένα τυπικό πρατήριο δημοσίας χρήσεως, αλλά σταθμεύουν, φορτώνουν, εκφορτώνουν, εισέρχονται και εξέρχονται για να εκπληρώνουν την επιχειρηματική λειτουργία για την οποία προορίζονται (μεταφορά πρώτων υλών, εμπορευμάτων, προσωπικού, μαθητών κ.λ.π.), παρεμπιπτόντως δε ανεφοδιάζονται με καύσιμα. Άρα ούτως ή άλλως χρησιμοποιούν ως σύνδεση (προσπέλαση) με την οδό αυτή που ήδη διαθέτει η επιχείρηση. Για τους λόγους αυτούς εισάγεται η παρούσα διάταξη, με την οποία επιλύεται το πρόβλημα αυτό. 2. Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στο να δώσει λύση σε ένα πρόβλημα το οποίο προφανώς διέλαθε της προσοχής του νομοθέτη. Σε μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα όπως της Αττικής, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας κ.ά. παρουσιάζεται το φαινόμενο μια εθνική ή επαρχιακή ή δημοτική οδός να διέρχεται μεταξύ δύο διαδοχικών περιοχών εντός σχεδίου, να παρεμβάλλεται όμως μεταξύ αυτών ένα μικρό τμήμα εκτός σχεδίου, όπως π.χ. κατά μήκος του άξονα ΠΑΘΕ από την εντός σχεδίου περιοχή του Δήμου Κηφισιάς (Νέα Κηφισιά) έως την εντός οικισμού περιοχή του Αγίου Στεφάνου. Στο διάστημα όμως αυτό ο service road της εθνικής οδού είναι πλήρως κατασκευασμένος, με πλήρη ηλεκτροφωτισμό και σήμανση, τυχόν δε προσπάθεια για κατασκευή κυκλοφ. σύνδεσης, με ζώνες επιβράδυνσης και επιτάχυνσης, θα οδηγούσε σε πλήρη καταστροφή του, με αποξήλωση πεζοδρομίων, φωτοστηλών, πινακίδων κ.ά. σε ένα μήκος της τάξεως των 230 μ. (για εθνική β΄ δικτύου), επίσης σε κατεδάφιση τοιχίων περίφραξης όμορων ιδιοκτησιών, δικαστικές περιπέτειες κ.ά. Άλλο ενδεικτικό παράδειγμα είναι η Λ. Μαραθώνος (προέκταση της Μεσογείων) στις περιοχές Γέρακα Παλλήνης, όπου επί της Λ. Μαραθώνος (που είναι χαρακτηρισμένη ως εθνική οδός β΄ δικτύου) έχουμε περιοχή του Γέρακα εντός σχεδίου, αμέσως μετά περιοχή εκτός σχεδίου (με πολλές όμως εγκαταστάσεις εμπορίας και συντήρησης αυτοκινήτων, διάφορες άλλες εκθέσεις κ.ά.) και αμέσως μετά την εντός σχεδίου περιοχή της Παλλήνης. Είναι προφανές ότι και οι νεοϊδρυόμενες εγκαταστάσεις ή πρατήρια καυσίμων αδυνατούν κατά κανόνα να τύχουν κυκλοφοριακής σύνδεσης, με αποτέλεσμα να ματαιώνονται επενδύσεις αλλά και οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις στο εκτός σχεδίου τμήμα λειτουργούν υπό ένα ιδιότυπο καθεστώς «ομηρίας», αφού σε μια εθνική β΄ δικτύου αδυνατούν να διαμορφώσουν νόμιμη κυκλοφοριακή σύνδεση, γιατί θα απαιτείτο ελάχιστο μήκος προσώπου 50 μ. και ζώνες 90 μ. εκατέρωθεν για «επιβράδυνση και επιτάχυνση», επίσης αποστάσεις από συμβολές οδών κ.ά. που – πρακτικά – δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής και που ασφαλώς δεν ήταν στις προθέσεις του νομοθέτη. Γι αυτό άλλωστε εισήχθη και με το Π.Δ. 118/06 η εναλλακτική λύση της δημιουργίας «εισόδου – εξόδου» που απαιτεί δημιουργία εισόδου εξόδου της τάξεως των 10 έως 20 μ. και ορατότητα μόλις 70 μ. πριν την «είσοδο – έξοδο», δηλ. απαιτήσεις ρεαλιστικές, χωρίς να μειώνονται τα στάνταρντ ασφάλειας. Ειδικά για τα τυχόν πρατήρια καυσίμων δημοσίας χρήσεως θα εφαρμόζονται τα αντίστοιχα υποδείγματα της εντός σχεδίου νομοθεσίας (Π.Δ. 1224/81, όπως ισχύει, με απότμηση του πεζοδρομίου για δημιουργία εισόδου και εξόδου), χωρίς αυτό να επηρεάζει τη δόμηση (κάλυψη, δόμηση, λοιποί όροι) που θα ακολουθεί τις οικείες διατάξεις. Με την εισαγόμενη λοιπόν ρύθμιση επιλύεται αυτό το θέμα. 3. Η παρούσα ρύθμιση αποσκοπεί στην απάλειψη στρεβλώσεων στην αγορά, οι οποίες οφείλονται σε άστοχες πολεοδομικές ρυθμίσεις. Παρουσιάζεται το φαινόμενο κατά την θέσπιση χρήσεων γης κατά μήκος των αξόνων του βασικού οδικού δικτύου της Αττικής, όπως αυτό έχει οριστεί με την με αρίθμ. 62556/5073/1990 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων «Ορισμός Βασικού Δικτύου Ν. Αττικής» (ΦΕΚ Δ΄ 701 /1990 ), να απαγορεύονται τα πρατήρια καυσίμων και ενέργειας, στα οικόπεδα ή γήπεδα που έχουν πρόσωπο σε αυτό το πλέγμα των οδικών αξόνων. Η απαγόρευση αυτή δεν στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, αλλά πολλές φορές υποκινείται από ανταγωνιστικά συμφέροντα ή προσωπικές παρεμβάσεις ιδιοκτητών που έχουν προσβάσεις στα αντίστοιχα κέντρα αποφάσεων, από φοβίες σχετικά με την επικινδυνότητα των πρατηρίων κ.τ.λ. Αυτή όμως η αντιμετώπιση αντίκειται στην αναγκαιότητα της χωροθέτησης των α) πρατηρίων καυσίμων και ενέργειας και β) των σταθμών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως (με ή χωρίς αντλίες - διανομείς καυσίμων εν γένει) στο βασικό οδικό δίκτυο και στην υποχρέωση της Πολιτείας να εξασφαλίσει τον αριθμό εκείνο των σημείων ηλεκτρικής επαναφόρτισης, που προβλέπονται από το «Εθνικό Πλαίσιο Πολιτικής για την ανάπτυξη της αγοράς Υποδομών Εναλλακτικών Καυσίμων στον τομέα των Μεταφορών και την υλοποίηση των σχετικών υποδομών», όπως προβλέπεται από τη σχετική ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 3824/2017). Είναι προφανές ότι τα πρατήρια καυσίμων και ενέργειας (δηλ. υγρών καυσίμων, υγραερίου, φυσικού αερίου, υδρογόνου, ηλεκτροκίνητων οχημάτων), τα οποία συνήθως περιλαμβάνουν και εγκαταστάσεις πλύσεως, καθαρισμού και λίπανσης, από την άποψη της εμπορικής εκμεταλλεύσεως ενδείκνυται να ιδρύονται στο βασικό οδικό δίκτυο, αφού εκεί διοχετεύεται το μεγαλύτερο ποσοστό των αστικών και υπεραστικών μετακινήσεων, άρα και αναλογικά εκεί θα πραγματοποιείται και ο μεγαλύτερος όγκος ανεφοδιασμού με καύσιμα. Πέραν όμως του γεγονότος ότι με τη χωροθέτηση αυτή ευνοείται ο ενδιαφερόμενος επενδυτής, εξυπηρετείται και το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον, αφού οι χρήσεις αυτές, για λόγους εμπορικής εκμετάλλευσης, θα απομακρύνονται ή έστω ποσοστιαία θα μειώνονται από τον αστικό ιστό (περιοχές γενικής κατοικίας κυρίως) και θα μεταφέρονται σε οικόπεδα και γήπεδα με πρόσωπο στο βασικό οδικό δίκτυο, όπου ούτως ή άλλως ο θόρυβος είναι εξαιρετικά αυξημένος και τα οικόπεδα ή γήπεδα που έχουν πρόσωπο σε αυτό, δηλ. στο βασικό οδικό δίκτυο, εκ των πραγμάτων δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιηθούν ως κατοικία. Επίσης και η όποιας στάθμης όχληση από τη λειτουργία των πλυντηρίων αυτοκινήτων είναι προτιμότερο για την Πολιτεία να είναι μειωμένη σε περιοχές Γενικής Κατοικίας, ενώ στα οικόπεδα του βασικού οδικού δικτύου ο θόρυβος αυτός "απορροφάται" από τον ευρύτερο θόρυβο της οδικής κυκλοφορίας. Ένας πρόσθετος λόγος είναι ότι η κίνηση των μεγάλων βυτιοφόρων ανεφοδιασμού των πρατηρίων θα περιοριστεί ως επί το πλείστο στις κύριες οδικές αρτηρίες (βασικό οδικό δίκτυο), αφού τα εντός του αστικού ιστού πρατήρια ή θα έχουν μειωμένη κατανάλωση, άρα και πιο αραιό ανεφοδιασμό ή σταδιακά θα εξαναγκαστούν, λόγω της απώλειας πελατείας, να μεταφερθούν στους βασικούς άξονες. Αυτό είναι θετικό γιατί η προσπέλαση των βυτιοφόρων είναι πλέον ευχερής στους βασικούς κυκλοφοριακούς άξονες, σε σχέση με τους με μειωμένο κυκλοφορούμενο πλάτος οδούς μέσα στον «πυκνό» αστικό ιστό, όπου και η διαφυγή τους σε περίπτωση πυρκαγιάς θα είναι δυσχερέστερη, αλλά και η επέμβαση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για κατάσβεση πλέον δυσχερής. Επίσης η δυνατότητα δημιουργίας περισσοτέρων πρατηρίων καυσίμων και ενέργειας στο βασικό οδικό δίκτυο θα επιτρέψει τη δημιουργία θέσεων επαναφόρτισης ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων, που η Πολιτεία έχει αναλάβει τη δέσμευση να δημιουργήσει σε σημαντικό βαθμό εως το 2025 (βλ. Ν.4439/16 – Κεφάλαιο Α – ΦΕΚ Α΄ 222) και μέχρι τώρα υπάρχει εμφανής υστέρηση. Εκτός των ανωτέρω η εν λόγω ρύθμιση κρίνεται επίσης ως απολύτως επιβεβλημένη, διότι άλλως η αναιτιολόγητη απαγόρευση ίδρυσης πρατηρίων έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον ν. 4262/14 (ΦΕΚ Α΄114), ο οποίος αναφέρεται στην ελεύθερη άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων. Σημειώνεται ότι οι παράγρ. 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 4262/14 προβλέπουν επί λέξει : 2. Η άσκηση των ανωτέρω οικονομικών δραστηριοτήτων είναι ελεύθερη. Περιορισμοί στην ελευθερία άσκησης συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας είναι ανεκτοί, εφόσον ισχύουν οι εξής σωρευτικά συ¬ντρέχουσες περιστάσεις: (α) δικαιολογούνται από συγκεκριμένους λόγους δη¬μοσίου συμφέροντος, (β) καθορίζονται σαφή και αντικειμενικού χαρακτήρα κριτήρια, βάσει των οποίων ανατίθενται και ασκούνται οι σχετικές αρμοδιότητες της Διοικήσεως, (γ) δικαιολογούνται επαρκώς από την ειδική φύση του αντικειμένου της ρυθμίσεως, και (δ) κινούνται εντός των ορίων που χαράσσει η συ¬νταγματική αρχή της αναλογικότητας. 3. Η επιβολή περιορισμών στην άσκηση της ελευθερίας των ανωτέρω οικονομικών δραστηριοτήτων κατά την άσκηση διακριτικής ευχέρειας από τη Διοίκηση είναι ανεκτή μόνο κατά το μέτρο που ο επιβαλλόμενος πε¬ριορισμός δικαιολογείται από την ειδική φύση του αντι¬κειμένου της ρυθμίσεως. ιδίως σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων, εξίσου θαλπομένων, πτυχών δημοσίου συμφέροντος, περιορισμός στην ελευθερία άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας είναι ανεκτός μόνο αν προσδιορίζεται ο προέχων σκοπός δημοσίου συμ¬φέροντος, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποβλέπει η εισαγωγή του συγκεκριμένου περιορισμού. Ως εκ τούτου με την προτεινόμενη ρύθμιση θεραπεύεται το πρόβλημα που περιεγράφηκε παραπάνω, προς αποφυγή δε παρερμηνειών επισημαίνεται ότι καταργείται κάθε διάταξη που εισάγει ή προβλέπει αντίθετη ρύθμιση, από πλευράς χρήσεων γης, αναφορικά με τη δυνατότητα ίδρυσης πρατηρίων, σε οικόπεδα ή γήπεδα που έχουν πρόσωπο σε οδούς του βασικού οδικού δικτύου της Αττικής. Η ρύθμιση περιορίζεται στην Αττική, γιατί είτε από σκοπιμότητα είτε από αφέλεια, η απαγόρευση οδήγησε σε περιπτώσεις μονοπώλησης της αγοράς. Παράδειγμα, στη Λ. Πεντέλης η οποία διήκει από το κέντρο του Χαλανδρίου (Πλατεία Δούρου) έως τις παρυφές της Πεντέλης και η οποία αποτελεί βασικό συλλεκτήριο άξονα της οδικής κυκλοφορίας, υπάρχουν ελάχιστα πρατήρια καυσίμων για τον ανεφοδιασμό των οχημάτων. Δεδομένου ότι πέραν της Λ. Πεντέλης η υπόλοιπη περιοχή χαρακτηρίζεται ως αμιγούς κατοικίας (δηλ. εκεί δεν επιτρέπεται η ίδρυση πρατηρίων καυσίμων), είναι προφανές ότι δημιουργούνται στρεβλώσεις στην αγορά καυσίμων, παρατηρείται έλλειψη ανταγωνισμού και δημιουργία άτυπων «καρτέλ» και γενικά φαινόμενα εκμετάλλευσης των καταναλωτών, που στη σημερινή εξόχως δυσμενή οικονομική συγκυρία επιτείνουν τα προβλήματα των καταναλωτών. 4. Η υπόψη ρύθμιση αποσκοπεί στην κάλυψη αναγκών που προέκυψαν από την παγκοσμιοποίηση και την σταδιακή μεταφορά και στην χώρα μας προτύπων, που έχουν εφαρμοσθεί εδώ και χρόνια στην αλλοδαπή, με την δημιουργία και στην χώρα μας μεγάλων συγκροτημάτων εμπορίου, εστίασης και αναψυχής (πολυδύναμες κινηματογραφικές αίθουσες, bowling, νεροτσουλήθρες κ.ά.). Είναι προφανές ότι ο νομοθέτης, κατά την σύνταξη των σχετικών με τα πρατήρια διαταγμάτων (ΒΔ 465/70 και ΠΔ 1224/81) δεν μπορούσε να προβλέψει αυτές τις εξελίξεις και ευλόγως διαμόρφωσε υποδείγματα σύνδεσης πρατηρίων με δημόσιες οδούς. Η εισαγόμενη λοιπόν ρύθμιση επιδιώκει να καλύψει το αυτονόητο, ότι δηλ. η έγκριση κυκλοφοριακής σύνδεσης ή η εν γένει διάταξη προσπέλασης, που η Διοίκηση έχει χορηγήσει για το συγκρότημα, την οποία χρησιμοποιούν εκατοντάδες αυτοκίνητα ημερησίως για να εισέλθουν στην εγκατάσταση, προφανώς καλύπτει και το εντός της ευρύτερης έκτασης πρατήριο καυσίμων (και τις τυχόν συμπληρωματικές εγκαταστάσεις του δηλ. πλυντήριο, βουλκανιζατέρ, κέντρο καθαρισμού αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών κ.ά.), αφού χρήστες των υπηρεσιών του πρατηρίου είναι οι ίδιοι οι χρήστες του εμπορικού κέντρου και των λοιπών τυχόν εγκαταστάσεων (αναψυχής, εστίασης κ.ά.). Αυτό άλλωστε το προβλέπει και ο ν.4070/12 για τις περιπτώσεις των υπεραγορών. Επιπλέον, επειδή σ΄ αυτές τις περιπτώσεις δημιουργείται για τις λειτουργικές ανάγκες της όλης εγκατάστασης ένα πλέγμα ιδιωτικών οδών, με επιμελημένη κατασκευή (ασφαλτόστρωση, κράσπεδα κ.ά.), λαμβάνεται πρόνοια ώστε για την προσπέλαση στον χώρο του πρατηρίου και των τυχόν συνοδευτικών εγκαταστάσεων (π.χ. εγκατάσταση πλυντηρίου, βουλκανιζατέρ κ.ά.) να δημιουργείται μια διάταξη προσπέλασης, σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιλαμβάνει το ΠΔ 118/06 (ΦΕΚ Α΄ 119) για τα εντός σχεδίου πρατήρια, χωρίς προφανώς εν προκειμένω να εξετάζεται η ορατότητα προ του πρατηρίου. Τέλος ορίζεται ότι επειδή το πρατήριο είναι αμελητέο ποσοστό της συνολικής κάλυψης και δόμησης του όλου συγκροτήματος και αποτελεί «συνοδό έργο», εφαρμόζονται και γι αυτό τα στοιχεία (κάλυψη, δόμηση, πλάγιες αποστάσεις κ.ά.) που ισχύουν για την κύρια χρήση δηλ. για το εμπορικό κέντρο ή υπεραγορά κ.ά. Σημειώνεται ότι ανάλογη είναι η αντιμετώπιση και από τον Κτιριοδομικό Κανονισμό (ΦΕΚ Δ΄ 59/03.02.89 - άρθρο 3 § 2 ). 5. Η Διοίκηση με το Β.Δ. 465/70 καθιέρωσε τα εννέα υποδείγματα κυκλοφοριακών συνδέσεων πρατηρίων υγρών καυσίμων και λοιπών εγκαταστάσεων, με φέρουν αρίθμηση 1 έως 9. Με βάση αυτά εξεδόθησαν από τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες (ΔΕΚΕ, ΔΤΥΝ, ΤΥΔΚ κ.ά.) αποφάσεις για εγκρίσεις κυκλοφοριακών συνδέσεων και κατασκευάσθηκαν εκατοντάδες πρατηρίων καυσίμων όπως και πολλές άλλες «εγκαταστάσεις» όπως ξενοδοχεία, μοτέλ, τουριστικά συγκροτήματα, κάμπινγκ, συνεργεία αυτοκινήτων, εργοστάσια κ.ά., συμποσούμενες τελικώς σε χιλιάδες, που έχουν σχέση με την κυκλοφορία της οδού, αφού αμέσως ή εμμέσως επιβαρύνουν την κυκλοφορία. Με την δημοσίευση του Π.Δ. 143/89 και στη συνέχεια του Π.Δ. 118/06 καθιερώθηκαν νέα υποδείγματα κυκλοφοριακών συνδέσεων, τα τύπου Α έως και Δ, τα οποία διαφέρουν ελαφρώς σε σχέση με τα αντίστοιχα 1 έως 9, προφανώς με βελτιωμένα (σε σχέση με τα προηγούμενα) γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Όμως η Διοίκηση για εκείνες τις κυκλοφοριακές συνδέσεις που χορηγήθηκαν μετά την ισχύ του Β. Δ. 465/70 και πριν την ισχύ του Π.Δ. 143/89 ουδέποτε επέβαλε διατάξεις προσαρμογής, δηλ. θεώρησε τις εγκαταστάσεις αυτές ασφαλείς σε τέτοιο ικανοποιητικό βαθμό, ώστε να μη χρειάζεται να επιβάλει προσαρμογές και βελτιώσεις. Ακολούθως με την διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 21 του Π.Δ. 118/06 (ΦΕΚ Α΄119) εισήχθη η ακόλουθη ρύθμιση : « 4. Σε εγκαταστάσεις που λειτουργούν με εγκεκριμένη κυκλοφοριακή σύνδεση κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, δεν επιτρέπονται νέες προσθήκες». Επειδή υπήρξαν αμφιβολίες σχετικά με το ποιες κυκλοφοριακές συνδέσεις θεωρούνται κατά παρέκκλιση ή κατά κανόνα, με την προτεινόμενη ρύθμιση επιδιώκεται η αναγκαία διασαφήνιση, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε υπάρχοντα πρατήρια καυσίμων, που έχουν κόμβο σύνδεσης προγενέστερο του Π.Δ. 118/06 (με βάση τις διατάξεις του Β.Δ. 465/70) να προστεθούν και άλλες εγκαταστάσεις, όπως - ενδεικτικά - πλυντήριο, λιπαντήριο, σνακ μπαρ, καφετέρια, πρόχειρο φαγητό, μικρή αγορά τροφίμων κ.ά. με τις οποίες επιτυγχάνεται και καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού, αφού σε μία στάση εξυπηρετεί περισσότερες ανάγκες του, αλλά και βελτίωση των δεικτών βιωσιμότητας του πρατηρίου. Πέραν τούτου τυχόν διαφορετική ερμηνεία δηλ. η υπαγωγή χιλιάδων κυκλοφοριακών συνδέσεων σε ασφυκτικές συνθήκες λειτουργίας, με την απαγόρευση προσθήκης (δηλ. ουσιαστικά επενδύσεων, άρα τόνωσης της αγοράς, μείωσης της ανεργίας κ.τ.λ. ), έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με τις διατάξεις αλλά και το πνεύμα του ν. 3919/2011 « Αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας, κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελμάτων» (ΦΕΚ Α΄32 ). Τυχόν διαφορετική αντιμετώπιση μέσα στην εξαιρετικά δυσμενή οικονομική συγκυρία που βιώνει η χώρα μας, εξ αιτίας μιας εντελώς «γραφειοκρατικής διαστροφής», θα ήταν ανεπίτρεπτη. 6. Η ρύθμιση για τα πρατήρια καυσίμων τα ιδρυόμενα σε περιοχές οι οποίες τελούν υπό ένταξη στο σχέδιο πόλεως κρίθηκε επιβεβλημένη, διότι οι περιοχές αυτές δεν διαφέρουν (κυκλοφοριακά) από τις εντός σχεδίου περιοχές, αφού εκ των πραγμάτων στην περιοχή είναι διαμορφωμένα οικοδομικά τετράγωνα (Ο.Τ.) και απλώς σε εκκρεμότητα (π.χ. λόγω ενστάσεων, καθυστερήσεων εκδίκασης και λοιπών γραφειοκρατικών αγκυλώσεων) είναι η τυπική τους ένταξη στο σχέδιο πόλεως, με την δημοσίευση της σχετικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με τη ρύθμιση αυτή δίνεται η δυνατότητα σε υπό ένταξη περιοχές (όπως π.χ. περιοχή του Δήμου Αχαρνών έναντι του Ολυμπιακού χωριού) να μπορούν να εξυπηρετηθούν από εγκατάσταση πρατηρίου ενταγμένη στην περιοχή και να μην αναγκάζονται οι κάτοικοι να διανύουν αποστάσεις για να ανεφοδιασθούν ή να τύχουν των συμπληρωματικών εξυπηρετήσεων (πλύσιμο, καθαρισμός, λίπανση κ.ά.). Επίσης με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται καταστροφές των κατασκευασμένων πεζοδρομίων, αφού με την εφαρμογή των διατάξεων του Π.Δ. 1224/81 όπως ισχύει δημιουργούνται απλές αποτμήσεις στο πεζοδρόμιο, ενώ σε περίπτωση δημιουργίας κόμβου κυκλοφοριακής σύνδεσης γίνεται εκτεταμένη καταστροφή των πεζοδρομίων (για τη δημιουργία των ζωνών επιβράδυνσης – επιτάχυνσης), χωρίς ουσιαστική ευμενή επίπτωση στην ασφάλεια της συγκοινωνίας, αφού πρόκειται για περιοχές που προσιδιάζουν απόλυτα με τις ήδη ενταγμένες στο σχέδιο και οι ταχύτητες των οχημάτων είναι αυτές που προβλέπει ο ΚΟΚ για τις κατοικημένες περιοχές. 7. Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στη δημιουργία του απαραίτητου νομοθετικού πλαισίου για τον καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων αδειοδότησης και λειτουργίας ειδικών πρατηρίων καυσίμων, που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση υπαρκτών αναγκών, αλλά που - σε γενικές γραμμές - δεν μπορούν να υπαχθούν στην γενική νομοθεσία των πρατηρίων υγρών καυσίμων (ΠΔ 1224/81 - ΒΔ 465/70 – Π.Δ. 595/85, όπως ισχύουν). Τέτοια πρατήρια απαιτούνται (και τώρα λειτουργούν παρατύπως, είτε εν αγνοία είτε με την ανοχή της Διοίκησης σε σωρεία εγκαταστάσεων όπως – τελείως ενδεικτικά – οι εγκαταστάσεις του ΟΛΠ αλλά και άλλων λιμένων με τους μεγάλους τροχήλατους γερανούς φορτοεκφόρτωσης εμπορευματοκιβωτίων, οι Κεντρικές εγκαταστάσεις διαλογής των ΕΛΤΑ στο Κρυονέρι, οι εγκαταστάσεις στα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας, όπου ελλείψει νομοθετικού πλαισίου η τροφοδοσία των εκχιονιστικών μηχανημάτων και των μηχανημάτων διάστρωσης του χιονιού πραγματοποιείται ακόμη με μη ασφαλείς «τριτοκοσμικές» συνθήκες, στον υπό κρατικό έλεγχο ΟΣΕ , για την κάλυψη των αναγκών των ντηζελαμαξών, σε πρατήρια που ιδρύονται με πρωτοβουλία είτε των στρατιωτικών μονάδων είτε των διαφόρων προμηθευτικών συνεταιρισμών τους και ιδρύονται μέσα σε στρατόπεδα και χρησιμεύουν για τον ανεφοδιασμό όχι των στρατιωτικών οχημάτων αλλά των οχημάτων των αξιωματικών και των οπλιτών και του πολιτικού προσωπικού που εργάζεται στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις αλλά και ιδιωτών που τις επισκέπτονται. Ανάλογη είναι και η περίπτωση πρατηρίων στα αεροδρόμια (ενδεικτικά το πρατήριο δημοσίας χρήσεως στο Ελευθέριος Βενιζέλος αλλά και τα πρατήρια εντός άλλων αεροδρομίων που τροφοδοτούν τα λεωφορεία μεταφοράς των επιβατών κ.ά.) Επειδή η συνεχής εξέλιξη είναι αναπότρεπτος νόμος της Κοινωνίας, λαμβάνεται πρόνοια ώστε ο αρμόδιος Υπουργός να μπορεί να εκδίδει Υ.Α. με τις οποίες θα καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ίδρυση και λειτουργία και νέων ειδικών πρατηρίων για εγκαταστάσεις που θα προκύψουν στο μέλλον, θα δύναται να τις τροποποιεί ώστε να προσαρμόζονται στις τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και στις ανάγκες της κοινωνίας και της αγοράς. Στόχος λοιπόν αυτής της διάταξης είναι η κάλυψη της ασφαλούς λειτουργίας αυτών των εγκαταστάσεων και η σύννομη λειτουργία των, αλλά και η ευχερής μελλοντική κάλυψη και νέων αναγκών, όποτε αυτές προκύψουν.