Αρχική Αναπτυξιακό ΠολυνομοσχέδιοΜΕΡΟΣ Α΄ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ – Άρθρο 1 Τροποποίηση ν. 4608/2019 (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και προσέλκυση Στρατηγικών Επενδύσεων και άλλες διατάξεις)Σχόλιο του χρήστη Κρεμαλής Κωνσταντίνος | 17 Σεπτεμβρίου 2019, 13:52
Η αναφορά στις αδειοδοτήσεις ειδικά των μονάδων της μεταποίησης της παραγράφου 4 παρέχει την ευκαιρία για τον ακόλουθο σχολιασμό: • Μεταξύ των γενικών δικαιολογητικών για την έκδοση «Άδειας Εγκατάστασης» περιλαμβάνεται η Μελέτη Εγκατάστασης σύμφωνα με το ΒΔ 15/21.10.1922 (!) με περιεχόμενο σύμφωνα με το ΒΔ 241/1961 (!). Δεδομένου όμως ότι το ανεπίκαιρο αυτό περιεχόμενο υπερκαλύπτεται από τα περιεχόμενα των μελετών που υποβάλλονται για την περιβαλλοντική αδειόδοτηση σύμφωνα με τον ν 4014/2011 και την απόφαση (ΦΕΚ 1450/14.06.2013) για την εφαρμογή της ολοκληρωμένης αντιμετώπισης της ρύπανσης σύμφωνα με την Οδηγία 1/2008, προκύπτει το ερώτημα προς τι η διατήρηση των ρυθμίσεων της νομοθεσίας του 1922 (!). Πιστεύουμε ότι θα δοθεί απάντηση στη Βουλή, ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις δραστηριοτήτων που υπάγονται στην κατηγορία SEVEZO και για τις οποίες ως ειδικό δικαιολογητικό για την έκδοση άδειας εγκατάστασης απαιτείται η υποβολή μελέτης επικινδυνότητας. • Τα λοιπά απαιτούμενα γενικά δικαιολογητικά για την έκδοση «Άδειας Εγκατάστασης» είναι η απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) ή η απαίτηση εφαρμογής Πρότυπων Δεσμεύσεων (ΠΠΔ) και η βεβαίωση χρήσης γης από την αρμόδια Πολεοδομική Αρχή. Μεταξύ δε των λοιπών κύριων ειδικών δικαιολογητικών είναι τα Τοπογραφικά και Αρχιτεκτονικά σχεδιαγράμματα και οι γνωμοδοτήσεις Υπηρεσιών ή φορέων καθώς η μελέτη SEVEZΟ όταν απαιτείται . Σύμφωνα όμως με το 4014/2011 οι χωροταξικές και πολεοδομικές προϋποθέσεις καθώς οι γνώμες άλλων φορέων ή Υπηρεσιών είναι προαπαιτούμενα για την ΑΕΠΟ ή τις ΠΠΔ όπως άλλωστε τούτο προκύπτει και από το Άρθρο 15 του παρόντος Ν/Σ. Πέραν της αλληλοκάλυψης αρμοδιοτήτων απαιτείται διευκρίνιση ως προς το τι συνίσταται η εξαίρεσης της «Άδειας Εγκατάστασης» που αναφέρεται στην παρ. 4.0. Και τούτο διότι: • Αν αφορά συνολικά τη διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την έκδοση της, τότε δικαιολογείται δεδομένου ότι οι προθεσμίες της παρ. 3 το Άρθρου 5 του 4608/2019 τίθενται με την επιφύλαξη εφαρμογής ενωσιακών διατάξεων, η δε περιβαλλοντική αδειοδότηση ανήκει στο ενωσιακό δίκαιο. • Αν όμως δεν εξαιρείται η περιβαλλοντική αδειοδότηση που είναι προαπαιτούμενο για την έκδοση Άδειας Εγκατάστασης, τότε θεωρούμε ότι δημιουργείται πρόβλημα. Με την ευκαιρία θεωρούμε σκόπιμο να σημειώσουμε τα ακόλουθα για την επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων και την απλοποίηση των διαδικασιών σοβαρών επενδυτικών σχεδίων στη μεταποίηση, είτε υπάγονται σε ενισχύσεις ή κίνητρα είτε όχι. • Οι αδειοδοτήσεις πρέπει να παραλληλίζονται με το πρόγραμμα υλοποίησης των επενδύσεων και τις σχετικές μελέτες που εκπονούνται με την ευθύνη των επενδυτών. • Η αξιολόγηση μελετών επιπέδου σκοπιμότητας επιτρέπει από τους αρμόδιους φορείς την έγκριση ή όχι των επενδύσεων ανάλογα με περιβαλλοντικά κριτήρια στα οποία ενσωματόνται οι χωροταξικές και πολεοδομικές ρυθμίσεις ή άλλες ειδικές ρυθμίσεις. Είναι πρόδηλο και τούτο ισχύει, ότι τα κριτήρια είναι περισσότερο χαλαρά όταν οι επενδύσεις προορίζονται να λειτουργήσουν σε οργανωμένους υποδοχείς. Στην περίπτωση εγκρίσεων τίθενται όροι και περιορισμοί που δεσμεύουν τους επενδυτές και πρέπει να ισχύσουν κατά την κατασκευή των έργων και κατά τη λειτουργία των μονάδων. • Ο έλεγχος τήρησης των όρων και των περιορισμών που περιλαμβάνονται στις ανωτέρω εγκρίσεις, που είναι και το κυρίως ζητούμενο για την αειφόρο ανάπτυξη, πρέπει να γίνεται σταδιακά και προληπτικά κατά τη διάρκεια κατασκευής των έργων καθώς και κατά τη λειτουργία των μονάδων. Προς τούτο και ειδικά στα στάδια κατασκευής οι επενδυτές πρέπει να υποβάλλουν οριστικές μελέτες. Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι η ισχύουσα νομοθεσία για την αδειοδότηση κατασκευής έργων, που αποτελεί ευθύνη της Πολεοδομίας εντοπίζεται στα κτιριακά έργα και δεν αντιμετωπίζει διακριτά και αποτελεσματικά ως όφειλε την κατασκευή των έργων και των εγκαταστάσεων, που περιλαμβάνονται στις βιομηχανικές και βιοτεχνικές εγκαταστάσεις και πρέπει να υλοποιούνται με βάση προδιαγραφές και κανονισμούς ανάλογα με την κατηγορία τους ή το αντικείμενο τους. Και στο θέμα αυτό θα μπορούσαν να υπάρξουν σχετικές κατευθύνσεις στο Ν/Σ, ώστε να αντιμετωπίζονται συνολικά οι δομικές κατασκευές και ο εξοπλισμός των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Η διάκριση των όρων η τήρηση των οποίων πρέπει να ελέγχεται είτε σε στάδια υλοποίησης των διαφόρων κατασκευών, είτε στο στάδιο αδειοδότησης της λειτουργίας των μονάδων, είναι πράγματι ένα θέμα που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου αφενός μεν να περιορίζεται η γραφειοκρατία, αφετέρου όμως να εξασφαλίζεται προληπτικά και αποτελεσματικά η προστασία του περιβάλλοντος και η ασφάλεια των κατασκευών και των εργαζομένων. Η εξαίρεση της «Άδειας Λειτουργίας» στην παρ. 4 είναι οπωσδήποτε ορθή ρύθμιση. Αναγνωρίζεται ότι τα δικαιολογητικά και οι ρυθμίσεις του Υπ. Ανάπτυξης που αφορούν την έκδοση «Αδειών Λειτουργίας» για τις διάφορες κατηγορίες βιομηχανικών δραστηριοτήτων, κινούνται διαδικαστικά στην ορθή κατεύθυνση. Για την πλέον όμως ουσιαστική εφαρμογή των ελέγχων θα προτείναμε: • Τη συμμετοχή περιβαλλοντικού ελεγκτή, ώστε να πιστοποιείται η κατασκευή των περιβαλλοντικών έργων, σύμφωνα με τους όρους που έχουν τεθεί. • Τον έλεγχο των ληφθέντων μέτρων προστασίας της ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων με βάση τους όρους που προκύπτουν από τις νομοθετικές ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των κινδύνων όπως π.χ είναι οι σκόνες, οι αέριοι ρύποι και οι θόρυβοι. • Την προσαρμογή των μελετών πυροπροστασίας και την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων όταν τούτο προκύπτει ως απαραίτητο από τις μελέτες επικινδυνότητας, όπως τούτο ισχύει σ’ ορισμένες μόνον δραστηριότητες. Συμπερασματικά θεωρούμε ότι πρέπει να εξετασθεί η εξαίρεση της «Άδειας Εγκατάστασης» από την παρ. 4 του Άρθρου 1 του Ν/Σ και η εξαίρεση να αφορά την σταδιακή αδειοδότηση των κατασκευών και της λειτουργίας των μονάδων με βάση τους όρους που τίθενται στις εγκρίσεις ίδρυσης των διαφόρων μονάδων ή των επενδύσεων. Δεδομένου ότι οι εγκρίσεις αυτές βασίζονται σε μελέτες επιπέδου σκοπιμότητας των επενδυτών, θεωρούμε ότι απλοποιούνται οι διαδικασίες υλοποίησης των επενδύσεων και περιορίζεται η γραφειοκρατία. Κ. Κρεμαλής