Αρχική Αναπτυξιακό ΠολυνομοσχέδιοΜΕΡΟΣ Δ’ ΕΘΝΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ – Άρθρο 9Σχόλιο του χρήστη ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ | 17 Σεπτεμβρίου 2019, 15:33
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Απόψεις του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί του Αναπτυξιακού Πολυνομοσχεδίου Όπως και κατά την διαβούλευση επί του Ν. 4608/2019, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (Σ.Ε.Α.) εκφράζει τις έντονες επιφυλάξεις του επί των σημείων του Ν/Σ που θέτουν ασφυκτικές προθεσμίες στην διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, χωρίς να παρέχονται στις Υπηρεσίες τα αντίστοιχα μέσα προκειμένου οι τελευταίες να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν. Αποτελεί πάγια άποψη του Συλλόγου ότι ο ενδελεχής έλεγχος από τις Υπηρεσίες του Υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού , και ειδικά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, προφυλάσσει τις επενδύσεις και τα μεγάλα έργα από λανθασμένους σχεδιασμούς, χρονοδιαγράμματα και προϋπολογισμούς και δεν είναι δυνατόν να εντάσσεται σε ενιαίες προθεσμίες. Συγκεκριμένα, οι επιφυλάξεις του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί του σχεδίου νόμου εντοπίζονται Στο Μέρος Δ’ Άρθρο 9«Εθνικό Μητρώο Υποδομών»: Ομοίως η καταγραφή των υποδομών και κτηρίων η συντήρηση και ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη ενώ εκκρεμεί από την πλευρά των Υπηρεσιών του ΥΠ.ΠΟ.Α. και ο έλεγχος για τα ακίνητα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που έχουν στο παρελθόν παραχωρηθεί στην ΕΤΑΔ Α.Ε. και τα οποία οφείλουν να εξαιρεθούν της παραχώρησης αυτής και να καταγραφούν ως δημόσια. Για τον Σ.Ε.Α., όπως κατ’ επανάληψη έχει υποστηρίξει με ανακοινώσεις του, οι αρχαιότητες και κάθε πολιτιστικό αγαθό δεν αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη. Αντίθετα, ο εντοπισμός, η ανάδειξη και τελικά η ενσωμάτωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στα σύγχρονα έργα τούς προσδίδει προστιθέμενη αξία, όπως άλλωστε έχει συμβεί επανειλημμένως σε μεγάλα έργα, δημόσια και ιδιωτικά, στο παρελθόν. Προϋπόθεση για την ανάδειξη αλλά και την αξιοποίηση αυτής της αξίας είναι η διατήρηση ενός σαφούς και ασφαλούς πλαισίου προστασίας του πολιτιστικού αγαθού αλλά και η εφαρμογή του με τα κατάλληλα μέσα από τους εντεταλμένους δημόσιους λειτουργούς. Το προκείμενο Ν/Σ ανατρέπει τη λογική και τη συνεπή σειρά των προτεραιοτήτων. Το πλαίσιο εξασθενίζει και ο δημόσιος λειτουργός θα αντιμετωπίζει πλέον την απειλή των πειθαρχικών κυρώσεων για κάθε καθυστέρηση, ακόμα και αν είναι ανυπαίτια. Δεν ερωτάται, όμως, διαθέτει τα μέσα να ανταποκριθεί στις ασφυκτικές προθεσμίες για την διεκπεραίωση των αιτημάτων; Είναι σε θέση να προβεί εντός της προθεσμίας που θέτει το Ν/Σ στην ανάθεση μιας εργασίας σε εξωτερικό συνεργάτη; Έχει την δυνατότητα να προσλάβει το απαραίτητο προσωπικό, προκειμένου να τεκμηριώσει επαρκώς και εγκαίρως την εισήγησή του; Δύναται να υλοποιήσει όλο το σύνθετο αρχαιολογικό έργο ακόμα και ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας που δεν διαθέτει υπαλλήλους; Τα ερωτήματα αυτά και άλλα τόσα δεν απαντώνται στο Ν/Σ, με το οποίο επιδιώκεται η παράκαμψη των Υπηρεσιών και τελικά του ίδιου του Αρχαιολογικού Νόμου.