Αρχική Αναπτυξιακό ΠολυνομοσχέδιοΜΕΡΟΣ Α΄ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ – Άρθρο 1 Τροποποίηση ν. 4608/2019 (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και προσέλκυση Στρατηγικών Επενδύσεων και άλλες διατάξεις)Σχόλιο του χρήστη μαρω ευαγγελιδου | 17 Σεπτεμβρίου 2019, 19:53
Μάρω Ευαγγελίδου πολεοδόμος χωροτάκτης πρώην στέλεχος του ΥΠΕΚΑ και του ΟΡΣΑ Γενικό σχόλιο για την σχέση βιομηχανικής / επιχειρηματικής ανάπτυξης και χωρικού σχεδιασμού Ο ρυθμιστικός χωρικός σχεδιασμός δεν ήταν πάντα σύμμαχος της επιχειρηματικής ανάπτυξης, ούτε υπό το πρίσμα της αειφορίας, ούτε σε μια κατεύθυνση συνεργασίας ευνοϊκής για τις επιχειρήσεις. Υπ’ αυτή την γενική θέση/διαπίστωση θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι ένα ΣΝ που αποσκοπεί στην διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας θα ήταν ευπρόσδεκτο να παρέμβει και στο χωρικό ρυθμιστικό πλαίσιο, ή/ και σ΄αυτό της περιβαλλοντικής πολιτικής. Δύο δρόμοι θα μπορούσαν να αναζητηθούν: Ο πρώτος θα ήταν Η ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΤΡΙΒΗΣ που έχουν προκύψει από την ανελαστικότητα του ρυθμιστικού χωρικού σχεδιασμού , που προέρχεται από μια υποτίμηση των ιδιαίτερων απαιτήσεων /δυσκολιών μιας επένδυσης βιομηχανίας ή άλλης επιχείρησης. Πρόκειται προφανώς για πρόβλημα του χωρικού σχεδιασμού που ανάγεται –κατά τη γνώμη μου- στον «κατοικειοστρεφή» χαρακτήρα του κατά τα πρώτα χρόνια ενεργοποίησης του, (που έγινε εμφανής κυρίως στο θεσμικό πλαίσιο πολεοδόμησης, το οποίο μεταφέρθηκε άκριτα και στις άτυπες βιομηχανικές συγκεντρώσεις) αλλά και στην άκριτη επιβολή «φιλοπεριβαλλοντικών» ή μορφολογικών περιορισμών, χωρίς συνεκτίμηση της επίπτωσης στο κόστος κατασκευής και την λειτουργικότητα της επιχείρησης (όπως πχ κεραμοσκεπούς στέγης ή διάσπαση όγκων σε εγκαταστάσεις αγροτικών εκμεταλλεύσεων). Η καταγραφή και αναίρεση τέτοιων ανελαστικοτήτων θα ήταν ευπρόσδεκτη (αρκεί να ελέγχεται με συνολική θεώρηση) , αλλά η βελτίωση του πλαισίου πολεοδόμησης είναι πιο σύνθετο θέμα και συνδέεται με τον δεύτερο δρόμο. Ο δεύτερος δρόμος είναι η ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΜΙΑΣ ΠΛΗΡΕΣΤΕΡΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ μεταξύ χωρικού σχεδιασμού και επιχειρηματικότητας, κάτι που άρχισε με την θέσπιση του Ειδικού Χωρικού Πλαισίου της Βιομηχανίας το 2009 (ΦΕΚ 151΄ΑΑΠΘ), το οποίο έθεσε τις βάσεις, αφενός εισάγοντας κατάλληλες μορφές ανάπτυξης περιοχών επαγγελματικής εγκατάστασης (όπως ο Ενδιάμεσος Βαθμός Οργάνωσης) αφετέρου διαφορετικής αντιμετώπισης της οργανωμένης από την μεμονωμένη χωροθέτηση, σε μια κατεύθυνση αποφυγής της διασποράς και πριμοδότησης των οργανωμένων υποδοχέων. Το νέο αυτό πνεύμα συμπληρώθηκε σταδιακά με την τομεακή νομοθεσία του Υπ Βιομηχανίας για τις ΒΕΠΕ και τα Επιχειρηματικά Πάρκα (Ν3982/2011). Το νέο πλαίσιο βοήθησε την χωροθέτηση και ανάπτυξη Επιχειρηματικών Περιοχών, με την θέσπιση οριζόντιων δυνατοτήτων ως προς τον χαρακτήρα και τις διαδικασίες ανάπτυξης αυτών των πάρκων, αλλά δεν εμπιστεύτηκε ούτε καλλιέργησε την δυνατότητα ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΧΩΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ (πρώην Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια). Σε δύο τομείς εντοπίζεται η αναγκαιότητα εμβάθυνσης αυτής της συνεργασίας, ώστε να μην περιοριστεί η νομοθετική παρέμβαση στον πρώτο δρόμο: (α) στη ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΑ ΤΧΣ ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΡΚΩΝ, στο βαθμό που οι μελέτες στις οποίες στηρίζονται αξιολογούν συνολικά την οικονομική ζωή και τις αναπτυξιακές δυνατότητες μιας περιοχής και μπορούν να εκτιμήσουν (πχ) σε ποιο βαθμό η ανάπτυξη μιας νέας ζώνης μπορεί είτε να αποσυμφορήσει (θετική επίπτωση) είτε να πλήξει (αρνητική επίπτωση) τον παρακείμενο οικισμό. Η παρατήρηση αυτή συνδέεται με το πλαίσιο χρήσεων γης των επιχειρηματικών περιοχών που περιλαμβάνουν πλέον και τριτογενείς χρήσεις πλην των δευτερογενών, σε ελεγχόμενα μεν ποσοστά αλλά με οριζόντιο τρόπο ρυθμιζόμενα και χωρίς κριτήρια για το επιτρεπόμενο ποσοστό, κάτι που εξ άλλου θα ήταν αδύνατον να γίνει οριζοντίως λόγω του πλήθους των ιδιαιτεροτήτων . Για παράδειγμα ο έλεγχος του ποσοστού ανάπτυξης τριτογενών χρήσεων σε επιχειρηματικές περιοχές μπορεί να λειτουργεί εις όφελος της βιομηχανίας επειδή περιορίζει την αύξηση των τιμών γης, και αντίστοιχα η εισαγωγή νέων δυνατοτήτων σε υποδοχείς μεταποιητικών δραστηριοτήτων παλαιότερων καθεστώτων μπορεί να λειτουργήσει προωθητικά. Είναι όμως αναγκαίο αυτή η αξιολόγηση να γίνει βάσει συγκεκριμένων στοιχείων, και όχι να αφεθεί αποκλειστικά σους μηχανισμούς της αγοράς και δη της κτηματαγοράς. Αντίστοιχη όμως οριζόντια θεώρηση που οδηγεί σε ανελαστικότητα έχει και το πολεοδομικό πλαίσιο (zoning) χρήσεων γης που αναμορφώθηκε πρόσφατα με (την σωστή μεν) κατάργηση των οριζόντιων ρυθμίσεων του ν 4269/13, αλλά χωρίς δυστυχώς να εμπιστεύεται τον τοπικό χωρικό σχεδιασμό, προβλέποντας δυνατότητες εισαγωγής ειδικών χρήσεων στις διάφορες κατηγορίες ζωνών. Πχ να επιτρέπονται Ξενοδοχεία στην «Γενική Κατοικία», ώστε να τονωθεί η τουριστική επένδυση σε περιοχές κατοικίας τουριστικών οικισμών, χωρίς να χρειάζεται να προστρέξει κανείς στην ζώνη «Τουρισμός Αναψυχή» που επιβαρύνει πολύ την κατοικία, ή να επιτρέπονται ΚΥΕ (καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος) σε επιχειρηματικές περιοχές, ώστε να μ ην οχλούν με θόρυβο τις περιοχές κατοικίας. Αν λοιπόν η ρύθμιση των χρήσεων γης έχει μεγαλύτερα περιθώρια συνεργασίας του αναπτυξιακού σχεδιασμού με τον οικιστικό θα είχαμε θετικά αποτελέσματα (β) στην ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗΣ μιας ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ και άρα στην ένταξη του θέματος της πολεοδόμησης των ΕΠΠΕ (που καθιστούν πιο λειτουργική την περιοχή και πιο οργανική τη σχέση της με τον υπόλοιπο οικισμό) στον προγραμματισμό εφαρμογής του χωρικού σχεδίου, μέσω θέσπισης χρονοδιαγράμματος, φυσικά μετά από συνεργασία του φορέα της περιοχής με την αυτοδιοίκηση. Η πρόσφατη τραγωδία στο Μάτι ανέδειξε την σημασία της ρυμοτόμησης στις περιοχές συγκέντρωσης δραστηριοτήτων ή κατοικίας που έχουν αναπτυχθεί με το καθεστώς της εκτός σχεδίου δόμησης. Το ΣΝ έχει εντάξει πλήθος αποσπασματικών , μεμονωμένων ρυθμίσεων που ενδεχομένως να αναιρούν περιττές ανελαστικότητας, αλλά χωρίς την δέουσα τεκμηρίωση, αναγκαία για την κατάθεση ρυθμίσεων εμφανώς αναιτιολόγητων (όπως ο υπολογισμός της μη δομήσιμης ζώνης εκατέρωθεν σιδηροδρομικής γραμμής στο ποσοστό κοινόχρηστων χώρων, που ασφαλώς δεν συντελεί στην ρυμοτομική εξυπηρέτηση μιας περιοχής, απλά περιορίζει το οφειλόμενο ποσοστό εισφοράς γης του φορέα, παρ.14). Να ελπίσουμε ότι η επεξεργασία της αιτιολογικής έκθεσης θα βοηθήσει στην διόρθωση τέτοιων ζητημάτων που ενδεχομένως έχουν παρεισφρήσει ? .. .. Η ΠΡΟΤΑΣΗ που καταθέτει αυτή η παρέμβαση κινείται στο πνεύμα συνεργασίας αναπτυξιακής /επενδυτικής και χωρικής πολιτικής, αλλά με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και την λεγόμενη πράσινη ανάπτυξη, η οποία ή θα ενσωματώνει και θα δίνει ισχύ και κύρος στον χωρικό σχεδιασμό ή δεν θα είναι πράσινη. Συγκεκριμένα προτείνεται : (α) να μπορεί το ΤΧΣ να παρεμβαίνει στην ρύθμιση των χρήσεων γης (ενδεχομένως με συνυπογραφή από τον Υπ Ανάπτυξης) στις επιχειρηματικές περιοχές και (β) να διατηρηθούν τα προτεινόμενα ευνοϊκά μέτρα για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε οργανωμένους υποδοχείς και για την ανάπτυξη των υποδοχέων (πχ μεταβολή ορίων) αλλά να ισχύουν ΜΌΝΟ όταν αυτοί πολεοδομούνται (έστω με ενδιάμεσο βαθμό), ή όταν συνάδουν με τον χωρικό σχεδιασμό, ώστε να λειτουργήσουν ως κίνητρο για την πολεοδόμηση (που είναι αναγκαία αν όχι άμεσα, σίγουρα στην πλήρη ανάπτυξη των περιοχών) αλλά και να αιτιολογηθούν ουσιαστικά έναντι των μεμονωμένων μονάδων. (γ) να υποστηριχθεί η συνεργασία των φορέων ανάπτυξης επιχειρηματικών περιοχών με τους ΟΤΑ, εισάγοντας μια αντίληψη προγραμματικών συμβάσεων. Για παράδειγμα είναι λογικό να μπορεί ο φορέας ανάπτυξης να αναλάβει την διαχείριση των απορριμμάτων μιας ζώνης (παρ 8) αλλά είναι λογικό αυτό να γίνει με απλή δήλωση προς τον ΟΤΑ? Μάρω Ευαγγελίδου πολεοδόμος χωροτάκτης πρώην στέλεχος του ΥΠΕΚΑ και του ΟΡΣΑ