Αρχική Στρατηγικές επενδύσεις και βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω της επιτάχυνσης διαδικασιών στις ιδιωτικές και στρατηγικές επενδύσειςΆρθρο 36 Διαδικασίες Υποβολής και Αξιολόγησης Επενδυτικών Σχεδίων – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 13 του ν. 4399/2016Σχόλιο του χρήστη Πειραζερίδου Τζούλι | 7 Σεπτεμβρίου 2021, 13:55
Δυστυχώς, αντί να εκσυγχρονίζεται η δημόσια διοίκηση, με αυτή τη ρύθμιση επιστρέφουμε σε παλαιακά και αναχρονιστικά μοντέλα δημόσιας διοίκησης, όπου όλες οι αρμοδιότητες συγκεντρώνονται και εκχωρούνται στην ήδη υπερφορτωμένη και υδροκέφαλη κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης(ΓΔΙΕ), εγκυμονώντας τους γνωστούς κινδύνους για τη δημόσια διοίκηση. Με την ανωτέρω ρύθμιση απαξιώνονται τελείως οι ανθρώπινοι πόροι της Δ/νσης Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Εσωτερικών (Τ. Μακεδονίας και Θράκης), το οποίο επί μία ολόκληρη δεκαετία και χωρίς καμία αρχική εκπαίδευση έφερε εις πέρας επάξια, αμερόληπτα και με επιτυχία, το διοικητικό βάρος της αναπτυξιακής της αρμοδιότητας. Η «ισόρροπη και δίχως αποκλεισμούς» ανάπτυξη που αποτελεί πυλώνα του υπο διαβούλευση νομοσχεδίου και η επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών δεν θα επέλθει με το συγκεντρωτισμό αρμοδιοτήτων , αλλά με την ισόρροπη κατανομή αρμοδιοτήτων, με την καλύτερη στελέχωση υπηρεσιών και με σημαντικά εργαλεία ανάπτυξης των ανθρωπίνων πόρων, όπως είναι η εκπαίδευση των στελεχών και πρωτίστως η ανάπτυξη ενός πιο αξιόπιστου Πληροφοριακού Συστήματος, καθώς το υπάρχον καθυστερεί σημαντικά. Ταυτόχρονα κύριο μέλημα του υπουργείου θα έπρεπε να είναι όχι μόνο η ταχύτητα της των διοικητικών διαδικασιών, αλλά και η ποιότητα των παραγόμενων υπηρεσιών, καθώς παρατηρούμε ότι μεγάλο μέρος της αρμοδιότητας εκχωρείται σε ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες, οι οποίες μέχρι στιγμής δεν έχουν αναπτύξει εμπειρία και γνώση επί του αναπτυξιακού νομοθετικού πλαισίου, δεδομένου ότι οι ελεγκτικές εταιρείες ασχολούνται με πολλαπλά αντικείμενα. Παράλληλα εγείρονται ερωτήματα σχετικά με τις αμοιβές των ελεγκτικών εταιρειών για τις υπηρεσίες τους στην αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων και το αν αυτές θα είναι ίδιες ή αυξημένες με τις αμοιβές των επιτροπών αξιολόγησης, έτσι ώστε να μην προκύπτει αύξηση και επιβάρυνση του δημοσιονομικού κόστους. Το ανωτέρω είναι μια παράμετρος που δεν μπορεί να αγνοηθεί στη σχέση κόστους- οφέλους και στη σύγκριση δημοσίου και ιδιωτικού τομέα σε ότι αφορά την απόδοση τους στις διοικητικές διαδικασίες του αναπτυξιακού νόμου. Και το σημαντικότερο όλων, μεταξύ των ελεγκτικών εταιρειών και των φορέων των επενδυτικών σχεδίων υφίσταται ήδη μια πελατειακή σχέση για την έκδοση των οικονομικών αποτελεσμάτων. Πώς θα διασφαλιστεί η διαφάνεια των διαδικασιών υπό το πρίσμα της υπάρχουσας πελατειακής σχέσης ? Πώς είναι δυνατόν να θεωρήσουμε ότι η διαχείριση του δημόσιου χρήματος και των κρατικών ενισχύσεων θα εξυπηρετηθεί πιο δίκαια και αμερόληπτα στα χέρια των ιδιωτών και ότι αυτό δεν θα γίνει σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος?