Αρχική Νέος Αναπτυξιακός ΝόμοςΔιαδικασίες / μηχανισμοί αξιολόγησης των προτάσεων & έλεγχος υλοποίησηςΣχόλιο του χρήστη Γκιουλετζή Κωνσταντία, Αξιολογήτρια των επενδυτικών σχεδίων του Αναπτυξιακού Νόμου στην ΔΙ.Σ.Α. της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας | 25 Μαΐου 2010, 11:33
Η ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ» Στο άρθρο 186 του σχεδίου νόμου για το πρόγραμμα «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ» που αφορά τις αρμοδιότητες της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, αναφέρονται, μεταξύ των παρ. 21 έως 31, αναλυτικά οι αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στη νέα βαθμίδα αυτοδιοίκησης από την κρατική διοίκηση και αφορούν στην υλοποίηση των διαδικασιών του αναπτυξιακού νόμου 3299/04 όπως αυτός θα τροποποιηθεί και θα ισχύει στο εξής. Οι αρμοδιότητες αυτές από την αρχή της ισχύος του Αναπτυξιακού Νόμου ( αρκετές δεκαετίες πρίν ) μέχρι σήμερα, ασκούνται από την κρατική διοίκηση με αρμόδιο φορέα το ΥΠΟΙΑΝ και τις αποκεντρωμένες υπηρεσίες στις 13 Περιφέρειες της χώρας ( Διευθύνσεις Σχεδιασμού και Ανάπτυξης – Τμήμα Γ’ Κινήτρων). Κατά την γνώμη μου η μεταφορά αυτής της αρμοδιότητας στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση είναι εσφαλμένη κατεύθυνση πολιτικής σκέψης και πράξης και παρακάτω εξηγούνται οι λόγοι: Οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα κάθε χώρας αποτελούν ένα από τους βασικότερους πυλώνες της αναπτυξιακής της διαδικασίας. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα για τους λόγους που όλοι γνωρίζουμε τεράστια προβλήματα στην αναπτυξιακή της πορεία. ( Παγκόσμια και εσωτερική οικονομική κρίση, μακροχρόνια κακοδιοίκηση, ανασφάλεια δικαίου κ.α.) Επιπλέον σε ότι αφορά τους φορείς άσκησης δημόσιας πολιτικής έρχονται να προστεθούν και τα συμπεράσματα των ετήσιων εκθέσεων του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στα οποία επί σειρά ετών αναφέρονται επί λέξη τα παρακάτω: «Από τη μέχρι τώρα εμπειρία μας προκύπτει το συμπέρασμα ότι κυρίως οι ΟΤΑ α΄ βαθμού αλλά και οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις σε μικρότερο βαθμό, εμπλέκονται σε πολλές περιπτώσεις κακοδιοίκησης η οποία όπως είναι γνωστό οδηγεί αρκετές φορές και στη διαφθορά ή ευνοεί την ανάπτυξή της. Η άσκηση της εξουσίας εκ μέρους αρκετών αιρετών αρχόντων στα όρια της νομιμότητας ή και πέραν αυτής, η απότομη και χωρίς προηγούμενη οργάνωση της απαιτούμενης υποδομής μεταβίβαση σ’ αυτούς αρμοδιοτήτων από την κεντρική διοίκηση, οι ανεπαρκείς έλεγχοι της κεντρικής διοίκησης, οι ανεπαρκείς μελέτες για την εκτέλεση έργων, που πολλές φορές γίνονται σκοπίμως για να δικαιολογηθούν πρόσθετες εργασίες, ακόμη η έγκριση αποφάσεων των ΟΤΑ εκ μέρους της εποπτευούσης αρχής μόνο δια της παρόδου της προθεσμίας προς αναπομπή και κυρίως η έλλειψη δυνατότητας ελέγχου εκ μέρους της Διοίκησης των δημοτικών επιχειρήσεων είναι μερικοί από τους παράγοντες που ευνοούν την κακοδιοίκηση στο χώρο της Τοπικής Aυτοδιοίκησης. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις μας για τα έτη 2003 έως 2007 αλλά και από την παρούσα.» «Σταθερά την πρώτη θέση των φορέων προς τους οποίους απευθύνονται οι αναφορές – καταγγελίες που δέχθηκε ο ΓΕΔΔ κρατούν οι ΟΤΑ Α΄ βαθμού (Δήμοι και Κοινότητες) με 175 αναφορές και Β΄ βαθμού (Νομαρχίες) με 183 αναφορές. Το φαινόμενο ασφαλώς δεν είναι νέο και οφείλεται κυρίως στην ιδιότυπη έννοια του τοπικού συμφέροντος για τους ΟΤΑ Α΄, το οποίο σε συνδυασμό με το αιρετό του αξιώματος του δημάρχου, το απομακρυσμένο της κεντρικής διοίκησης και την ανεπάρκεια του ελέγχου από την περιφέρεια έχει ως συνέπεια την εκδήλωση πολλών φαινομένων παραβίασης της νομιμότητας. Όσον αφορά στους ΟΤΑ Β΄, ο υψηλός αυτός αριθμός αναφορών οφείλεται κυρίως στην άσκηση αρμοδιοτήτων που αφορούν σε θέματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και στην πολεοδομική νομοθεσία». Στις παραπάνω παραγράφους βρίσκεται η ουσία της κριτικής της υπογράφουσας σε ότι αφορά την μεταβίβαση της αρμοδιότητας της υλοποίησης του αναπτυξιακού νόμου της χώρας στην περιφερειακή αυτοδιοίκηση. Η ίδια η πρόσφατη ιστορία της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα αποδεικνύει, μέσω του πλέον έγκυρου ελεγκτικού μηχανισμού της (ΓΕΔΔ), ότι στους υφιστάμενους βαθμούς αυτοδιοίκησης της χώρας ( ως δομές ) εμφανίζονται κυρίως τα πιο συχνά περιστατικά διαφθοράς και κακοδιοίκησης. Ένας εκ των λόγων είναι και η απότομη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από την κεντρική διοίκηση σε συνδυασμό με την άσκηση της εξουσίας των αιρετών στα όρια ή πέραν των ορίων της νομιμότητας. Η υλοποίηση των επενδύσεων επίσης έχει άμεση σχέση και με την εφαρμογή διατάξεων όχι μόνο του ίδιου του αναπτυξιακού νόμου αλλά και της γενικότερης νομοθεσίας της χώρας σε τομείς όπως τα πολεοδομικά θέματα, τους οικονομικούς και διαχειριστικούς ελέγχους, την αδειοδότηση των επιχειρήσεων, και τις άδειες περιβαλλοντικού χαρακτήρα. Σε όλα τα παραπάνω θέματα, πολλά εκ των οποίων αποτελούν σήμερα αρμοδιότητες της αιρετής διοίκησης, σημειώνεται το μεγαλύτερο ποσοστό κακοδιοίκησης όπως επισημαίνεται στις ίδιες εκθέσεις του ΓΕΔΔ. Αντίθετα στις Περιφερειακές δημόσιες διοικήσεις υπό τον συντονισμό της Κεντρικής πολιτικής της χώρας, τα φαινόμενα κακοδιοίκησης καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις στις εκθέσεις του ΓΕΔΔ. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μάλιστα προχώρησε πολύ γρήγορα μετά την ανάληψη της εξουσίας της χώρας, στην δημιουργία του ΥΦΟΙΑΝ (Υφυπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης) το οποίο πρέπει να καταστεί το καθ’ ύλην αρμόδιο αποκεντρωμένο κρατικό όργανο για την υπόθεση της αναπτυξιακής διαδικασίας της Βόρειας Ελλάδας αξιοποιώντας την υφιστάμενη δομή της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Επισημαίνεται ότι η συγκεκριμένη δομή σε μετρήσιμα αποτελέσματα σε ότι αφορά την αξιολόγηση και τον ρυθμό υλοποίησης των επενδύσεων, κατατάσσεται μεταξύ των πρώτων θέσεων σε όλη την Ελλάδα – αν όχι στην πρώτη. Αντ’ αυτού η αρμοδιότητα του Αναπτυξιακού Νόμου μεταβιβάζεται σε ένα άλλο νέο βαθμό διοίκησης, στον οποίο μέχρι σήμερα δεν υφίσταται ούτε δομή ούτε τεχνογνωσία σχετική με το θέμα της αρμοδιότητας. Το συμπέρασμα είναι αυτονόητο. Στην παρούσα φάση κανένα στοιχείο δεν συνηγορεί στο σχεδιασμό του υπουργείου να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα της υλοποίησης του αναπτυξιακού νόμου στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση. Όταν μάλιστα ο υφιστάμενος μηχανισμός στις Περιφέρειες αποδίδει πολλά και καλά αποτελέσματα, επιπρόσθετα στο γεγονός ότι ο σχεδιασμός και η κατεύθυνση της αναπτυξιακής πορείας μιας χώρας είναι πρώτιστα πολιτικό ζήτημα άρα κύρια αρμοδιότητα της Κεντρικής εξουσίας που έχει κάθε φορά την εντολή από τους διοικούμενους. Αυτό που δεν είναι αυτονόητο για την υπογράφουσα είναι γιατί προκύπτει αυτός ο σχεδιασμός για τον αναπτυξιακό νόμο από τους αρμοδίους του σχεδίου νόμου για το πρόγραμμα «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ»? Θα παρακαλούσα θερμά για τον αντίλογο στο παραπάνω σκεπτικό, ο οποίος θα συντελέσει στο να κατανοηθούν από ένα μεγάλο μέρος εμπλεκόμενων στελεχών και διοικούμενων πολιτών, οι λόγοι αυτής της πολιτικής απόφασης και ενδεχομένως θα φωτίσει και ζητήματα τα οποία δεν έχουν υποπέσει στην αντίληψή μας.