Αρχική Πτωχευτικός ΚώδικαςΑΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟ – Άρθρο 100 Αίτηση ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης (ν. 3588/2007)Σχόλιο του χρήστη Συμεών Χατζηαριστεράς | 25 Μαρτίου 2011, 20:19
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η νομοθετική επιβολή του θεσμού του εμπειρογνώμονα, ενόσω η νομολογιακή πρακτική έως σήμερα έχει απορρίψει την εφαρμογή του, αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα του υπό διαβούλευση ν/σ. Ιδιαιτέρως δε ο περιορισμός των προσώπων που δύνανται να ορίζονται ως εμπειρογνώμονες και ο αναβαθμισμένος ρόλος που καλούνται να διαδραματίσουν ουσιαστικά περιπλέκει τη διαδικασία, αυξάνει το κόστος αυτής και υποβαθμίζει το ρόλο του μεσολαβητή ως αρωγού του δικαστηρίου. Σύμφωνα με το ν/σ, ως εμπειρογνώμονες προκρίνονται πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έως σήμερα πολλάκις έχουν υπονομεύσει τη διαδικασία συνδιαλλαγής, και ελεγκτικές εταιρείες, ενόσω παραλείπονται όσοι ορίστηκαν μεσολαβητές κατά τα προηγούμενα έτη και οι οποίοι περιλαμβάνονται στη λίστα πραγματογνωμόνων του εκάστοτε Πρωτοδικείου. Ο ρόλος δε του εμπειρογνώμονα σε τούτο το στάδιο, ήτοι προ της κατάθεσης της αίτησης, δεν δύναται να αφορά κάτι περισσότερο από τη διαπίστωση της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη, δυνατότητα που υπάρχει και σήμερα μετά την υποβολή της αίτησης και εφόσον το κρίνει αναγκαίο ο Πρόεδρος του δικαστηρίου. Αποτελεί παράδοξο να αποφαίνεται σε τόσο πρώιμο στάδιο ένας εμπειρογνώμων εάν η διαδικασία εξυγίανσης δύναται αορίστως να παραβλάψει τη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών, καθώς και να υποδεικνύει σε δικαστές την ανάγκη λήψης προληπτικών μέτρων. Οποιαδήποτε δε επ' αμοιβή κρίση επί της δυνατότητας εξυγίανσης της επιχείρησης προ της έναρξης των διαπραγματεύσεων είναι εκ των πραγμάτων θεωρητική, αόριστη και πιθανώς ανεφάρμοστη, ενώ υπεισέρχεται και στο πεδίο δράσης του μεσολαβητή. Πιθανώς δε να έχει μεταβληθεί τόσο η κατάσταση μέχρι την έκδοση αποφάσεως περί υπαγωγής, ώστε όσα αναφέρει να αποτελούν απλώς συγκριτικό μέτρο για το έργο του μεσολαβητή. Εν ολίγοις, κρίνω πως η επί ποινή απαραδέκτου κατάθεση της έκθεσης του εμπειρογνώμονα θα περιπλέψει τη διαδικασία αυξάνοντας δυσανάλογα το κόστος, δίχως επί της ουσίας να προσφέρει πολλά περισσότερα σε σχέση με την προτιμητέα κατ' εμέ επιλογή υποχρέωσης του αιτούντος να καταθέτει μαζί με την αίτηση τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία (ισολογισμούς, αναλυτικά ισοζύγια κτλ), κατάλογο των πιστωτών με ποσοστά συμμετοχής τους στο συνολικό του χρέος, υπεύθυνη δήλωση του εκπρόσωπου και του λογιστή της επιχείρησης για την ακρίβεια αυτών και για τη μη παράλειψη κάποιου πιστωτή, κατάλογο περιουσιακών στοιχείων κτλ. Θα μπορούσε δε τούτο το μέτρο να εφαρμοστεί κατ' αναλογία της διαδικασίας περί υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων όπου με την κατάθεση της αίτησης δημιουργείται φάκελος στην αρμόδια γραμματεία για την τήρηση των απαιτούμενων δικαιολογητικών. Σε περίπτωση δε σημαντικής μεταβολής των ως άνω στοιχείων κατά το διάστημα που μεσολαβεί από την κατάθεση της αίτησης μέχρι την έναρξη της διαδικασίας να επαφίεται στο μεσολαβητή να προβεί σε αναθεώρηση αυτών ως προς το συνολικό ποσό της απαίτησης και τα διαμορφούμενα ποσοστά συμμετοχής στο χρέος. Παραπέμπω δε στα σχόλια μου επί του άρθρου 106στ αναφορικά με την αδικαιολόγητη κατά την προσωπική μου γνώμη εμπλοκή του εμπειρογνώμονα και κατά το στάδιο έπειτα από υπογραφή της συμφωνίας εξυγίανσης και προ της επικύρωσης αυτής. Συμεών Χατζηαριστεράς LL.B. (Hons), Cert., LL.M., Δικηγόρος chatziaristeras@de-jure.gr symeon.chatziaristeras@ext.ec.europa.eu