Αρχική Περί σημάτων προϊόντων και υπηρεσιώνΆρθρο 9 ΔιαδικασίαΣχόλιο του χρήστη iakovos venieris | 20 Μαΐου 2011, 10:52
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Ο κ. Χρυσάνθης ορθώς παρατηρεί την προβληματική στο συγκεκριμένο σημείο. Η αλήθεια είναι ότι η νομολογία του ΣτΕ είναι εις βάρος μας (ενδεικτικώς ΟλΣτΕ 161/2010 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 228/2009 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1203/2009 ΝΟΜΟΣ). Αυτό συμβαίνει καθώς παγίως κρίνεται ότι μια διοικητική πράξη (όπως η καταχώριση του σήματος ή η άρνηση καταχώρησης) κρίνεται με βάση το πραγματικό και το νομικό καθεστώς που ίσχυε την περίοδο έκδοσης της διοικητικής πράξης (συζήτηση ΔΕΣ) (βλ. ΣτΕ 1203/2009 ΝΟΜΟΣ «κατά γενική αρχή του δικαίου, η νομιμότητα της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως κρίνεται με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου εκδόσεως ή εκδηλώσεώς της και πραγματικά περιστατικά μεταγενέστερα του χρόνου εκδηλώσεως της παραλείψεως δεν λαμβάνονται υπόψη»). Ωστόσο, η εφαρμογή της άποψης αυτής στο δίκαιο των σημάτων παραβλέπει ότι η διακριτική δύναμη και ο κίνδυνος σύγχυσης δεν ελέγχονται «στατικά». Έχουν συγκεκριμένη δυναμική και μεταβάλλονται. Η μεταβολή τους πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τον κρίνοντα σε κάθε συζήτηση και δεν πρέπει το διοικητικό δικαστήριο να περιορίζεται από τα πραγματικά περιστατικά της συζήτησης ενώπιον της ΔΕΣ.