• 1. Σε γενικές γραμμές οι αλλαγές που επέρχονται με την τροποποίηση αυτή είναι συνεπείς προς την τροποποίηση του άρθρου 2 παρ. 2 περ. ιζ και κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ορθή επίσης είναι και η προσαρμογή του ανοίγματος της ψαλίδας στις νομολογιακές παραδοχές (ΣτΕ 2573/2009 κ.α.), με τις οποίες είχε γίνει δεκτό ότι η κατ’ ανώτατο όριο βαθμολογία των 110 βαθμών που χορηγείτο με το εν λόγω άρθρο του πδ 118/2007 για την υπερκάλυψη των τεχνικών απαιτήσεων δεν είχε το κατάλληλο εύρος και αντίκειτο προς το άρθρο 53 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ. 2. Τα σημεία που προβληματίζουν είναι ότι με την τροποποίηση αυτή αφενός μεν, σε περίπτωση που υπερκαλύπτονται οι απαράβατες τεχνικές απαιτήσεις, η ψαλίδα ανοίγει, μάλλον υπερβολικά, στους 130 βαθμούς (κατά το πδ 394/1996 το άνοιγμα έφθανε τους 120 βαθμούς), αφετέρου δε στην περίπτωση των μη απαράβατων όρων η διακύμανση δεν είναι αναλογική, αφού εκτείνεται από 75 έως 115 βαθμούς. (Υπενθυμίζεται ότι κατά το πδ 394/1996 στην τελευταία αυτή περίπτωση η βαθμολογία-συντελεστές βαρύτητας- ήταν πιο αναλογική 80 έως 120). 3. Πέραν όμως αυτών των προβληματισμών, σε δύο σημεία η διάταξη αυτή φαίνεται να αστοχεί και χρήζει οπωσδήποτε αλλαγής. Το πρώτο από αυτά, αφορά τον τρόπο κατανομής των συντελεστών βαρύτητας. Ενώ στην πρώτη και στην δεύτερη ομάδα βαθμολογούνται αυτοτελώς οι τεχνικές προδιαγραφές και αντίστοιχα η τεχνική υποστήριξη, στην τρίτη ομάδα συμπλέκονται, χωρίς διάκριση και επομένως χωρίς επιμερισμό των συντελεστών βαρύτητας, προδιαγραφές υλικών και υποστήριξη (συντήρηση κλπ) με γνώμονα το μη απαράβατο αυτών. Για λόγους λοιπόν ισότιμης κατανομής πρέπει η τρίτη ομάδα των μη απαράβατων όρων να αποτελείται από δύο υποομάδες (υποομάδα Α΄ προδιαγραφών υλικών και υποομάδα Β, προδιαγραφών υποστήριξης) ούτως ώστε και στην περίπτωση αυτή το θεσμικό πλαίσιο να διασφαλίζει την αναλογικότητα κατανομής των συντελεστών βαρύτητας και επί των μη απαράβατων όρων. Το δεύτερο, και σπουδαιότερο σημείο, είναι ότι τα οριοθετούμενα ποσοστά βαθμολογίας - συντελεστών βαρύτητας στις τρείς ομάδες οδηγούν, και εν πάση περιπτώσει μπορούν να οδηγήσουν ευχερώς, σε υποβάθμιση των (απαράβατων) τεχνικών προδιαγραφών (ομάδα Α), αφού η ψαλίδα, σύμφωνα με την τροποποιούμενη διάταξη, μπορεί να κυμανθεί από 40% έως 80%. Με αυτόν τρόπο σε συνδυασμό και με όσα επισημάνθηκαν σχετικά με την ομάδα Γ, όπου η δυνατότητα συμμετοχής των μη απαράβατων όρων με ποσοστό έως και 30%, παρέχεται στην αναθέτουσα αρχή ανεπιτρέπτως η δυνατότητα, με την ενσωμάτωση στις προδιαγραφές, ακόμη και ενός μόνο μη απαράβατου όρου, τον οποίο διαθέτει ένας μόνο προμηθευτής, να δημιουργηθούν διαφορές βαθμολογίας σε βάρος των λοιπών προμηθευτών της τάξεως έως και 30%. Κατά συνέπεια πρέπει να μειωθεί η δυνατότητα συμμετοχής στην τελική βαθμολογία των μη απαράβατων όρων σε ποσοστό κατ’ ανώτατο όριο 10% (αντί δηλ. του σχεδιαζόμενου 10% ως 30%), επιμεριζόμενο σε δύο υποομάδες, έτσι ώστε το ελάχιστο ποσοστό των συντελεστών βαρύτητας των απαράβατων τεχνικών προδιαγραφών των υλικών (που αποτελεί και το σπουδαιότερο μέρος της προμήθειας) να εκκινεί από ποσοστό 60% και άνω. Με αυτόν τρόπο περιορίζονται και οι κατά τα πιο πάνω επιπτώσεις τυχόν αυθαίρετων «φωτογραφικών», μη ουσιωδών, όρων.