Αρχική Διαμόρφωση Φιλικού Επιχειρηματικού ΠεριβάλλοντοςΆρθρο 21: Βελτίωση του θεσμικού πλαισίουΣχόλιο του χρήστη ΣΕΚΕΕ-ΕΝΕΒΗ-Hbio, ΕΒΙΔΙΤΕ, ΕΕΝΕ | 9 Νοεμβρίου 2012, 13:25
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Κοινή τοποθέτηση των 5 ενώσεων καινοτομικών και εξωστρεφών επιχειρήσεων: ΣΕΚΕΕ (εφαρμογών σε κινητές συσκευές), ΕΝΕΒΗ (Μικροηλεκτρονικής), HBio (Βιο-Ιατρικής Τεχνολογίας) ΕΒΙΔΙΤΕ (Αεροδιαστημικής) και ΕΕΝΕ (Νεοφυών επιχειρήσεων -Startups). Σήμερα, η Ελληνική Οικονομία, εξαιτίας του νέου διαμορφωμένου παγκόσμιου περιβάλλοντος βρίσκεται σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο σταυροδρόμι. Η ενίσχυση των καινοτομικών και εξωστρεφών επενδύσεων θα κρίνει όσο ποτέ άλλοτε την αναπτυξιακή πορεία της χώρας στην κρίσιμη αυτή περίοδο, αποτελώντας ένα κύριο εργαλείο εξόδου από τη δυσμενή οικονομική συγκυρία. Ταυτόχρονα, η χώρα μας παρουσιάζει μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης σε συγκεκριμένους τομείς, με επιχειρήσεις που ήδη διακρίνονται παγκοσμίως στους κλάδους εφαρμογών και υπηρεσιών διαδικτύου και κινητής τηλεφωνίας, βιο-ιατρικής τεχνολογίας, μικρο-ηλεκτρονικής, αλλά και σε τομείς όπου η Ελλάδα διακρίνεται για ιστορικούς και γεωμορφολογικούς λόγους, όπως: ειδικών μορφών τουρισμού, αξιοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, μεσογειακής διατροφής, βιολογικών προϊόντων κ.α. Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των κλάδων είναι η ανάγκη για επενδύσεις σε τεχνογνωσία, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνουν οι μελέτες διεθνών οργανισμών, οι επιδόσεις των ιδιαίτερα ανταγωνιστικών εξαγωγικών χωρών, καθώς και οι διεθνώς παρατηρούμενη στροφή τόσο νέων όσο και παραδοσιακών κλάδων της οικονομίας προηγμένων βιομηχανικών χωρών σε τομείς υπηρεσιών ή προϊόντων ή δραστηριοτήτων εντάσεων γνώσης. Το κύριο ζητούμενο της ελληνικής κοινωνίας είναι πλέον ο συντονισμός των δράσεων, πρωτοβουλιών και εμπλεκόμενων φορέων με γνώμονα τη στροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας σε κοινωνία παραγωγής εντάσεως γνώσης, με στόχο την ανασυγκρότηση και τη μετέπειτα ανάδειξή της στο παγκόσμιο ανταγωνιστικό οικονομικό γίγνεσθαι. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την προοπτική, μπορεί να προσφέρει η βελτίωση του Επενδυτικού Νόμου, ο οποίος πέρα της ενίσχυσης παραδοσιακών επενδύσεων (κτιριακές εγκαταστάσεις, μηχανολογικός εξοπλισμός κ.ά.), θα πρέπει να δώσει έμφαση στην ενίσχυση των επενδύσεων έντασης γνώσης και λοιπών άυλων ενεργειών, με στόχο τη μεταστροφή των επιχειρήσεων από επιχειρήσεις εντάσεως πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα, σε επιχειρήσεις ικανές να παρέχουν νέα ανταγωνιστικά προϊόντα ή υπηρεσίες. Σημαντική προϋπόθεση για την επίτευξη των παραπάνω, είναι η σύνδεση του βελτιωμένου Επενδυτικού νόμου με τα ταμεία χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με επιπρόσθετους κανονισμούς χρηματοδότησης, όπως π.χ. του κανονισμού Έρευνας και Τεχνολογίας ή του κανονισμού περιβάλλοντος, έτσι ώστε να μπορούν να ενισχύονται σημαντικές άυλες δαπάνες οι οποίες ήταν μη επιλέξιμες για χρηματοδότηση έως σήμερα. Προτάσεις: Οι προτάσεις μας για τη βελτίωση του Επενδυτικού Νόμου εστιάζονται στις ακόλουθες κατηγορίες: 1. Διεύρυνση των επιλέξιμων προς επιχορήγηση δαπανών. Σε όλες τις παραπάνω προτάσεις, η ενίσχυση των επιλέξιμων δαπανών εκτός των συμβατικών (κτίρια, εξοπλισμός) και αυτών που ήδη ισχύουν θα πρέπει να συμπεριληφθούν και οι ακόλουθες: - Διεύρυνση των δαπανών που σχετίζονται με τον εξωστρεφή προσανατολισμό των επιχειρήσεων, όπως: συμμετοχή σε εκθέσεις σε χώρες του εξωτερικού, δημιουργία ή ενίσχυση δικτύων διανομής στις διεθνείς αγορές, δικτύωση μέσω δημιουργίας ειδικών συναντήσεων ή εταιρικών γεγονότων, ειδικών καταχωρήσεων, δημιουργία διαφημιστικών προγραμμάτων στα δικτυακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ειδικότερα σε χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα προαναφερθέντα δύνανται να επιτευχθούν, μέσω ειδικής εξαίρεσης για την Ελλάδα, κατά τη παρούσα χρονική στιγμή επαναπροσδιορισμού του ΕΣΠΑ, ώστε να επωφεληθεί πλήθος Ελληνικών επιχειρήσεων που αγωνίζονται να αυξήσουν την εξωστρέφειά τους. - Δυνατότητα ενίσχυσης προπαρασκευαστικών ενεργειών (μελέτες ερευνών αγοράς, κατοχυρώσεις δικαιωμάτων, δημιουργία εμπορικών συμφωνιών διάθεσης και υποστήριξης, προσαρμογή στις ιδιαίτερες συνθήκες των τοπικών αγορών, λοιπές μελέτες που είναι αναγκαίες για την υλοποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων των εταιρειών, κ.ά.), για την προώθηση των συγκεκριμένων προϊόντων/υπηρεσιών, σε αγορές του εξωτερικού, καθώς και των δαπανών εκπόνησης επενδυτικών σχεδίων και αμοιβές συμβουλευτικών υπηρεσιών για το σχεδιασμό δράσεων. - Δυνατότητα ενίσχυσης δαπανών για μετάδοση γνωστικής εμπειρίας και την παροχή τεχνογνωσίας και επίβλεψης, από ειδικούς (του ίδιου ή όμορων κλάδων), με στόχο τη βελτίωση του ενδο-επιχειρησιακού περιβάλλοντος και την βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων. Οι συγκεκριμένες δαπάνες που συνήθως χαρακτηρίζονται άυλες θα μπορούσαν να αποτελούν και το σύνολο των επενδυτικών σχεδίων, ειδικότερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, γεγονός που δεν αντιτίθεται στον απαλλακτικό κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Τροποποίηση του ειδικού καθεστώτος συνέργειας και δικτύωσης του επενδυτικού νόμου. Κρίνεται επιτακτική και αναγκαία για τα μέλη των συνδέσμων μας, η τροποποίηση της υφιστάμενης δράσης και δικτύωσης, όπως παρουσιάζεται στο επισυναπτόμενο σχέδιο απόφασης της παρούσας, με στόχο τη δημιουργία πιο ευέλικτων και αποτελεσματικότερων σχηματισμών πραγματικής δικτύωσης και συνέργειας, κυρίως σε άυλες επενδυτικές δαπάνες και ενέργειες διάχυσης, για την βέλτιστη ενίσχυση και επέκταση του οικοσυστήματος των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας στην χώρα μας. 3. Λοιπές προτεινόμενες τροποποιήσεις 1. Η υποβολή προτάσεων για την υπαγωγή επενδύσεων, στις διατάξεις ενίσχυσης του νόμου να είναι εφικτή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και όχι μόνο δύο φορές το έτος, όπως ισχύει σήμερα. 2. Άμεσα, θα πρέπει να υπογραφούν και οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις που θα αποσαφηνίζουν και θα ενεργοποιούν την υποβολή αιτημάτων από τους επενδυτές, ώστε να επισπευσθεί η ενεργοποίηση του νέου Επενδυτικού πλαισίου, ειδάλλως ο νόμος καθίσταται ανενεργός για σημαντικό χρονικό διάστημα με δυσμενείς επιπτώσεις για τους υποψήφιους επενδυτές και την χώρα. 3. Σε σχέση με το κριτήριο κάλυψης της ιδίας συμμετοχής, οι σύνδεσμοί μας προτείνουν να τροποποιηθεί και να ισχύει εναλλακτικά η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης άυλων πάγιων (οι οποίες αποτελούν τη συντριπτική μερίδα των επενδυτικών σχεδίων των εταιρειών μελών μας), από παρελθόντα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία των εταιρειών που αποδεικνύουν την ύπαρξη θετικής ρευστότητας. Ο λόγος της συγκεκριμένης πρότασης έγκειται στο γεγονός ότι οι ενδεχόμενες αυξήσεις κεφαλαίου για την υλοποίηση δαπανών που ούτως ή άλλως συνήθως εξοφλούνται προγενέστερα από τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, μειώνουν τους δείκτες απόδοσης ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων, δημιουργώντας θέματα με τους κεφαλαιούχους μετόχους των εταιρειών. 4. Κατά τη βαθμολογία επενδυτικών σχεδίων υφιστάμενων εταιρειών (άνω των τριών ετών λειτουργίας), να αξιολογείται και το ιστορικό των επενδυτών κατά την υλοποίηση προηγούμενων επενδύσεων στους αναπτυξιακούς νόμους. Προτείνεται η μέγιστη βαθμολογία να είναι 1 βαθμός και να κλιμακώνεται ανάλογα με τον αριθμό των επιτυχημένων ολοκληρωμένων σχεδίων, δηλαδή 0-0,5 βαθμούς για μέχρι και τρία ολοκληρωμένα έργα, ενώ 1 βαθμός για περισσότερων των τριών ολοκληρωμένων έργων. 5. Μέχρι την έναρξη του νέου Επενδυτικού Νόμου, να μην ανασταλεί η δυνατότητα υποβολής προτάσεων στον υφιστάμενο επενδυτικό νόμο. 6. Σε σχέση με το ύψος της ενίσχυσης για δαπάνες έρευνας & ανάπτυξης και εξωστρέφειας, θα πρέπει αυτό να είναι το μέγιστο δυνατό σύμφωνα με τον γενικό απαλλακτικό κανονισμό, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη γεωγραφικά κριτήρια. 7. Να δίδεται η δυνατότητα να υποβάλλονται ενστάσεις κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, στην περίπτωση που υπάρχει περικοπή των εγκεκριμένων σε σχέση με τις προτεινόμενες δαπάνες, και στα επιτυχόντα και επιλέξιμα προς χρηματοδότηση έργα, έτσι ώστε οι επενδυτές να έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα όρια των εγκεκριμένων επενδύσεων. 4. Βελτιώσεις στη λειτουργία των υπηρεσιών κατά τον έλεγχο της υλοποίησης των εγκεκριμένων επενδύσεων I. Να υπάρξει δομημένος τρόπος ηλεκτρονικής επικοινωνίας με τα γραφεία εξυπηρέτησης επενδυτών, ώστε να είναι δυνατή η αποστολή γραπτών ερωτημάτων με αντίστοιχη γραπτή – δεσμευτική απάντηση, εντός δύο εργάσιμων ημερών. Να αναρτώνται στο διαδίκτυο οι συχνές ερωτήσεις – απαντήσεις, για την ενημέρωση όλων των εμπλεκόμενων φορέων. II. Κατά την ανακοίνωση της βαθμολογίας να κοινοποιείται και ο εγκεκριμένος προϋπολογισμός, ώστε να υπάρχει δικαίωμα ένστασης και επί της περικοπής δαπανών. Παράλληλα με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων να αναρτώνται και οι εκθέσεις αξιολόγησης ώστε να είναι τεκμηριωμένες οι ενστάσεις. Επίσης, να δίνεται στους επενδυτές ο απαιτούμενος χρόνος ανταπόκρισης στις σχετικές διαδικασίες αξιολόγησης. III. Να καταργηθεί ο περιορισμός της δυνατότητας της μίας μόνο τροποποίησης κατά την υλοποίηση της εγκεκριμένης επένδυσης, διότι κατά τη περίοδο τριών ετών είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν πολλές αλλαγές στις δράσεις, στο κόστος, στη ποσότητα και στους προμηθευτές των εγκεκριμένων δαπανών, ειδικότερα στο σημερινό ασταθές οικονομικό περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις. IV. Να προγραμματιστούν κύκλοι εκπαίδευσης των ελεγκτών του Υπουργείου και συναντήσεις εργασίας με τους συλλογικούς φορείς των σχετικών κλάδων, ειδικότερα για τα επενδυτικά σχέδια στα οποία ο κύριος όγκος των δαπανών αφορά στα άυλα πάγια (μισθοδοσία ειδικευμένου προσωπικού, μεταφορά τεχνογνωσίας, απόκτηση εξειδικευμένων εργαλείων λογισμικού, κ.α.), δαπάνες οι οποίες μεταβάλλονται συνεχώς λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης. V. Οι σχετικοί οδηγοί εφαρμογής, καθώς και οι γενικοί κανόνες αποτίμησης των άυλων δαπανών, να διαμορφωθούν βάσει της διεθνούς εμπειρίας με τη συμμετοχή των επιστημονικών και κλαδικών φορέων. Οι συγκεκριμένες προτάσεις έχουν κατατεθεί ανά άρθρο.