Αρχική Διαμόρφωση Φιλικού Επιχειρηματικού ΠεριβάλλοντοςΆρθρο 15: Παροχή φορολογικών κινήτρων για Στρατηγικές ΕπενδύσειςΣχόλιο του χρήστη ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (ΠΑ.Σ.Ε.Π.ΠΕ.) | 9 Νοεμβρίου 2012, 14:56
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Tα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε αντιμέτωποι με προσπάθειες της εκάστοτε Πολιτικής Ηγεσίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων να διαμορφώσει ένα ευνοϊκό επενδυτικό πλαίσιο και να τονώσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον. Προσπάθειες τελικά αναποτελεσματικές λόγω αδυναμίας του κρατικού μηχανισμού, αλλά και του τραπεζικού συστήματος να ανταποκριθούν στην τόνωση της ανάπτυξης. Έτσι, σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, από την ψήφιση του νέου Αναπτυξιακού Νόμου Ν. 3908/2011, υπάρχει η ανάγκη αναθεώρησης ή και πλήρους τροποποίησής του, γεγονός που δεν συμβάλει στην προσέλκυση επενδύσεων. Καταρχήν, βασική προϋπόθεση για την διαμόρφωση φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι η δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού συστήματος και ενός εξίσου σταθερού επενδυτικού πλαισίου. Ο κατακερματισμός των φορέων, υπηρεσιών και γραφείων που διαχειρίζονται τα επενδυτικά προγράμματα και ειδικά αυτά που μπορούν να χαρακτηριστούν ως στρατηγικού χαρακτήρα, είναι ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε τη δημιουργία ολοένα και περισσότερων φορέων, υπηρεσιών, εταιρειών και σχημάτων για τη διαχείριση προγραμμάτων ΕΣΠΑ, Αναπτυξιακού Νόμου κλπ (βλέπε Γεν. Γραμματεία ΕΣΠΑ, Γεν. Γραμματεία Ιδιωτικών Επενδύσεων και Γεν. Γραμματεία Βιομηχανίας Υπουργείου Ανάπτυξης, Υπουργείο Γεωργίας, ΓΓΕΤ, ΚΑΠΕ, ΔΙΣΑ Περιφερειών, Μητρώα Ανεξάρτητων Αξιολογητών και Ελεγκτών, ΕΦΕΠΑΕ, Invest in Greece, Διαχειριστικές, ΜΟΔ, Αναπτυξιακές Εταιρείες, Ψηφιακές Ενισχύσεις, παλαιότερα ΕΟΜΜΕΧ κλπ). Αν λάβουμε υπόψη μας και τις υπόλοιπες υπηρεσίες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην έναρξη, εξέλιξη και ολοκλήρωση μιας επένδυσης, (ΥΠΕΚΑ, Περιφέρειες, Δήμους, Πολεοδομίες, Αρχαιολογικές Υπηρεσίες, Δασαρχεία, Πυροσβεστική υπηρεσία, ΕΟΤ, Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, Επιμελητήρια, Τραπεζικά Ιδρύματα κλπ) θα συνθέσουμε το πολυδαίδαλο σύστημα του ελληνικού κράτους (δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) που το μόνο που καταφέρνει με τη λειτουργία του είναι η ανάσχεση των επενδύσεων και η διαμόρφωση ενός εχθρικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος για όλες τις επενδύσεις, είτε αυτές είναι στρατηγικού χαρακτήρα, είτε μη στρατηγικού. Επιθυμούμε να εκφράσουμε τη διαφωνία μας στη διάκριση στρατηγικών και μη επενδύσεων χωρίς τη θέσπιση κατάλληλων κριτηρίων που να την αιτιολογούν. Προϋπόθεση για την αναστροφή του κλίματος είναι η δημιουργία μιας Κεντρικής Υπηρεσίας Ιδιωτικών Επενδύσεων στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για την ολοκληρωμένη διαχείριση όλων των επενδυτικών σχεδίων. Η Υπηρεσία οφείλει να έχει κεντρική και περιφερειακή οργάνωση διαθέτοντας γραφείο σε κάθε Περιφέρεια της χώρας και ειδικά κοντά ή εντός των θεσμοθετημένων ΒΕΠΕ για την αξιολόγηση, διαχείριση, έλεγχο όλων επενδυτικών σχεδίων. Για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός και η αναγκαία περιφερειακή της οργάνωση, η Υπηρεσία οφείλει να είναι στελεχωμένη με ικανό αριθμό υπαλλήλων των οποίων το γνωστικό αντικείμενο, όπως αυτό περιγράφεται από τα πτυχία τους και τα επαγγελματικά τους προσόντα να καλύπτει όσο το δυνατόν ευρύτερα τις ανάγκες του εγχειρήματος. Απορίας άξιο είναι η παράλειψη σημαντικότατων ειδικοτήτων για τη λειτουργία της προτεινόμενης εκ του Ν/Σ Υπηρεσίας με επαρκή επαγγελματική κατάρτιση και εμπειρία (Χημικούς Μηχανικούς, Μεταλλειολόγους Μηχανικούς, Ναυπηγούς Μηχανικούς, Γεωπόνους, Γεωλόγους κ.α.). Η Γενική Δ/νση της Υπηρεσίας οφείλει να στελεχώνεται από κατάλληλα έμπειρα στελέχη της αγοράς τα οποία θα προσλαμβάνονται με 5 ετή σύμβαση έργου με δικαίωμα 3 ετούς ανανέωσης και τα οποία πρέπει να αξιολογούνται ετήσια για το έργο τους και την επίτευξη των στόχων, που θα τους τίθενται από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου. Η κατάθεση επενδυτικών σχεδίων για ένταξη στον Αναπτυξιακό Νόμο, μπορεί και οφείλει να γίνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, ενώ η ολοκλήρωση της αξιολόγησής τους οφείλει να ολοκληρώνεται εντός 2 μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της πρότασης. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει το Μητρώο Ανεξάρτητων Αξιολογητών και το Μητρώο Ανεξάρτητων Ελεγκτών τα οποία δημιουργήθηκαν προσφάτως βάσει του Ν. 3908/2011, να ενισχυθούν περαιτέρω (κατάρτιση, στελέχωση με περισσότερα άτομα, συνεχείς ανανέωση) και να λειτουργήσουν αξιοκρατικά. Αντ’ αυτού παρατηρούμε ότι επιχειρείται επαναφορά σε καθεστώς στο οποίο καρποφόρησαν φαινόμενα διαφθοράς και μονοπώλησης των επενδύσεων. Σε περίπτωση αδυναμίας ανταπόκρισης σε περισσότερες από 2 υποθέσεις να γίνεται αυτόματη διαγραφή των αξιολογητών και των ελεγκτών από το μητρώο. Οι αμοιβές τους να προέρχονται εξ ολοκλήρου από τα παράβολα που κατατίθενται από τον φορέα της επένδυσης στον λογαριασμό του Υπουργείου, τα οποία οφείλουν να εξυπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες αξιολόγησης και ελέγχων. Επίσης, τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής των οργάνων ελέγχων πρέπει να επιβαρύνουν εξ ολοκλήρου τον φορέα της επένδυσης. Η αμοιβή των οργάνων ελέγχων και των αξιολογητών να καταβάλλεται άμεσα με την κατάθεση της έκθεσης ελέγχου ή της έκθεσης αξιολόγησης και να διαμορφώνεται βάσει της μέσης τιμής της αγοράς για την εκτέλεση παρόμοιων εργασιών. Βασικά στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται ως πρωτεύοντα κριτήρια αξιολόγησης των επενδύσεων θα πρέπει να είναι: - Η υποκατάσταση των εισαγωγών. - Η εξωστρέφεια και η δυνατότητα εξαγωγών. - Η προσέλκυση συναλλάγματος - ξένων κεφαλαίων. - Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. - Η προστασία του περιβάλλοντος (αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εξοικονόμηση φυσικών πόρων και ενέργειας, χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα). - Η τεχνολογική στάθμιση των επενδυτικών σχεδίων έτσι ώστε να πριμοδοτούνται επενδύσεις που αφορούν τεχνολογικές καινοτομίες και σύγχρονες μεθόδους παραγωγής. - Η αξιοποίηση των ΒΕΠΕ και ενίσχυσή τους στα πρότυπα του εξωτερικού έτσι ώστε να διαθέτουν το σύνολο των δημόσιων υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για την εγκατάσταση και λειτουργία των επιχειρήσεων. - Οι συνέργειες με εγχώριους ερευνητικούς φορείς για αξιοποίηση και εμπορική εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας. Η υποβολή θετικής γνωμοδότησης – έγκρισης δανείου από τραπεζικό ίδρυμα δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική για την υπαγωγή μιας επένδυσης στα χρηματοδοτικά προγράμματα. Η κάλυψη της ιδίας συμμετοχής να γίνεται: Α) Με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Β) Με χρήση φορολογηθέντων αποθεματικών ή ταμειακών διαθέσιμων που προκύπτουν από αποτελέσματα τριμήνου. Γ) Με δέσμευση ρευστοποίησης παγίων χωρίς δυνατότητα μεταβολής μετά την υπαγωγή στα χρηματοδοτικά προγράμματα. Βασικό στοιχείο όλων των προγραμμάτων, ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, πρέπει να είναι η εμπροσθοβαρής χρηματοδότηση όλων των επενδυτικών προγραμμάτων. Αυτό είναι δυνατό να γίνει μόνο με την δυνατότατα εκταμίευσης του 100% του εγκεκριμένου ποσού επιχορήγησης με την κατάθεση εγγυητικής επιστολής από οποιαδήποτε ίδρυμα ή φορέα έχει τη δυνατότητα και τη φερεγγυότητα τέτοιου είδους εγγυήσεων (πέραν δηλ. των τραπεζών) για όλα τα επενδυτικά προγράμματα και όχι περιοριστικά μόνο για τον Ν. 3299/2004. Αρωγός στην προσπάθεια αυτή πρέπει να σταθεί και το ΕΤΕΑΝ το οποίο οφείλει να ενισχυθεί με περαιτέρω κεφάλαια για να είναι σε θέση να λειτουργήσει ως ένας κρατικός φορέας εγγυήσεων και πιστώσεων, μοχλός σταθερότητας και ανάπτυξης για τη χώρα. Οι εκταμιεύσεις της επιχορήγησης, εφόσον επιλεγεί η χρηματοδοτική, να είναι δυνατή με τους ως εξής τρόπους: Α) 100% καταβολή της επιχορήγησης με την απόφαση υπαγωγής της επένδυσης και την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής προσαυξημένης κατά 10%. Β) Ποσοστό ίσο με 25% χωρίς την κατάθεση εγγυητικής επιστολής, με την υποβολή μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας των στοιχείων της επένδυσης (τιμολόγια, εξοφλήσεις, συμφωνητικά κλπ) και χωρίς την ανάγκη διεξαγωγής επιτόπιου ελέγχου. Το επόμενο 25% της επιχορήγησης με την υλοποίηση και πιστοποίηση – έλεγχο του 50% του οικονομικού και φυσικού αντικειμένου και την πιστοποίηση καταβολής του 50% της ιδίας συμμετοχής. Αντίστοιχη διαδικασία να προβλέπεται για την υλοποίηση του 75% του έργου (υποβολή στοιχείων ηλεκτρονικά για εκταμίευση της επόμενης δόσης) και του 100% του έργου (πιστοποίηση ολοκλήρωσης επενδυτικού σχεδίου και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας). Σε περίπτωση που επιλεγεί η ενίσχυση με φορολογικά κίνητρα, να είναι δυνατή η ενίσχυση να δίνεται τουλάχιστον εντός 2 ετών από την πιστοποίηση ολοκλήρωσης της επένδυσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας. Επίσης προτείνουμε τα επιλέξιμα πάγια, κατά την υπαγωγή της επένδυσης, να απαλλάσσονται ΦΠΑ. Οι ενδιάμεσοι επιτόπιοι έλεγχοι από μέλη του Μητρώου Πιστοποιημένων Ελεγκτών πρέπει να γίνεται εντός μηνός από την γνωστοποίηση του ορισμού τους. Η κατάθεση της έκθεσης ελέγχου θα πρέπει να κατατίθεται εντός 15 ημερών από την κατάθεση εκ μέρους του φορέα της επένδυσης όλων των δικαιολογητικών και εγγράφων που ζητήθηκαν εγγράφως από το ΚΟΕ. Η σύσταση Οργάνων Επανελέγχων των επενδύσεων από μικτό κλιμάκιο (ΣΔΟΕ, Υπουργείου Ανάπτυξης, ΤΕΕ, Οικονομικό Επιμελητήριο, Όργανα της ΕΕ) μετά την πάροδο έως και 5 ετών από την ολοκλήρωση της επένδυσης, οφείλει άμεσα να τεθεί σε ισχύ. Σε περίπτωση υιοθέτησης περιβαλλοντικών πρακτικών που προχωρούν πέραν των υποχρεώσεων της νομοθεσίας, για την εξοικονόμηση ενέργειας και φυσικών πόρων, τη συμπαραγωγή ενέργειας ή την χρήση ανανεώσιμων πηγών (αποκλειστικά για ιδία κατανάλωση της παραγόμενης ενέργειας), για την ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση ή ανάκτηση ουσιών από απόβλητα, οι εξοπλισμοί, οι κτιριακές εγκαταστάσεις, οι μελέτες να ενισχύονται σε ποσοστό μεγαλύτερο από τις υπόλοιπες δαπάνες της επένδυσης (σε κάθε περίπτωση ο Μ.Ο. του ποσοστού της επιχορήγησης να μην υπερβαίνει τα ποσοστά που έχουν προβλεφθεί από τον Ν. 3908/2011) έτσι ώστε να δοθούν κίνητρα στην περιβαλλοντική βελτίωση των επιχειρήσεων και την εξοικονόμηση πόρων άρα και τη μείωση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Τέλος, θεωρούμε απαραίτητη την ενίσχυση επενδύσεων του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα της οικονομικής δραστηριότητας σε ποσοστό 60% των συνολικών χρηματοδοτήσεων που δίνονται ετησίως από όλα τα προγράμματα.