Αρχική Ρυθμίσεις θεμάτων νόμου 3299/2004 (ΦΕΚ Α’ 261) και 3908/2011 (ΦΕΚ Α’ 8) και άλλες διατάξειςΆρθρο 06Σχόλιο του χρήστη ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ | 24 Φεβρουαρίου 2016, 11:29
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, Έπειτα και από την ανάρτηση προς διαβούλευση των ρυθμίσεων με θέμα: «Ρυθμίσεις θεμάτων νόμου 3299/2004 (ΦΕΚ Α’ 261) και 3908/2011 (ΦΕΚ Α’ 8) και άλλες διατάξεις» η οποία λήγει στις 26 Φεβρουαρίου 2016 , η παρούσα παρέμβαση καθίσταται επιτακτική λόγω της ανάγκης για εξεύρεση λύσεων και θεσμοθέτησης των αναγκαίων ρυθμίσεων για την αποφυγή του οικονομικού στραγγαλισμού , μαρασμού και εν τέλει κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν ενταχθεί σε αναπτυξιακό νόμο (ν. 3299/2004 και ν. 3908/2011) και αγωνίζονται να υλοποιήσουν το επενδυτικό τους έργο. Το θεσμικό πλαίσιο ιδιαίτερα του 3299/2004 αλλά και του 3908/2011 με το οποίο εγκρίθηκαν επενδυτικά σχέδια των επιχειρήσεων και υπήχθησαν σε καθεστώς επιχορηγήσεων δεν συνάδει σε καμία περίπτωση με το σημερινό οικονομικό περιβάλλον το οποίο έχει, τα τελευταία χρόνια, σημαντικά μεταβληθεί, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να καλούνται να υλοποιήσουν σήμερα επενδυτικά σχέδια τα οποία εγκρίθηκαν υπό θεσμικό πλαίσιο που ανταποκρινόταν και αντικατόπτριζε οικονομικές συνθήκες και όρους αγοράς ιδιαιτέρως ευμενέστερους και καθόλα αναντίστοιχους με τους σημερινούς. Εν τω μεταξύ γιγαντώθηκε η οικονομική κρίση, επιβλήθηκαν capital controls, επισφραγίστηκε η αδυναμία των Τραπεζών να χορηγήσουν δάνεια και να χρηματοδοτήσουν επενδυτικά σχέδια. Επιχειρήσεις που απαιτείτο να προμηθευτούν εξοπλισμό από το εξωτερικό (πολλές εξ αυτών είχαν καταθέσει στο Υπουργείο προσφορές για προμήθεια εξοπλισμού από το εξωτερικό) δεν μπόρεσαν να το πράξουν αφού οι αλλοδαπές εταιρείες, λόγω του κλίματος ανασφάλειας και αφερεγγυότητας που έχει δημιουργηθεί κατά των ελληνικών επιχειρήσεων, δεν επιθυμούν πλέον να συνεργαστούν με ελληνικές επιχειρήσεις και όσες το επιχειρούν απαιτούν την πληρωμή ολόκληρου σχεδόν του τιμήματος προκαταβολικά πριν καν ξεκινήσουν να παράγουν τον εξοπλισμό και δεν δέχονται καμιά πίστωση, προϋπόθεση την οποία οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να τηρήσουν. Περαιτέρω, επιχειρήσεις που υπέβαλαν επενδυτικό σχέδιο τα έτη 2006, 2007, 2008 προκειμένου να ενταχθούν στον Αναπτυξιακό Νόμο 3299/2004 καθυστέρησαν υπερβολικά και αδικαιολόγητα να αξιολογηθούν και να εγκριθούν (έως και 3 έτη). Οι επιχειρήσεις βρέθηκαν, χωρίς να ευθύνονται, στη δύσκολη θέση να υλοποιήσουν επενδυτικό έργο στη δίνη της οικονομικής κρίσης, ενώ και κατόπιν της έγκρισης οι κρατικές υπηρεσίες ολιγωρούν και άνευ λόγου και αιτίας καθυστερούν δραματικά να εκδώσουν τις απαραίτητες άδειες για τις υλοποιήσεις των έργων όπως άδειες οικοδομής, εγκατάστασης, κυκλοφοριακής σύνδεσης, περιβαλλοντικών, χαρακτηρισμό δασαρχείου κλπ. Οι καθυστερήσεις αυτές καθιστούν τις επιχειρήσεις σε ακόμη πιο δυσχερή θέση αφού πολλές από αυτές έχουν καταθέσει εγγυητικές επιστολές λήψης προκαταβολής και πληρώνουν υπέρογκες προμήθειες με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά. Όπως, επίσης, πολλές επιχειρήσεις έχουν προβεί στην σύναψη δανείων έναντι επιχορήγησης και πληρώνουν υπέρογκα ποσά τόκων. Επισημαίνεται δε ότι έως και σήμερα δεν υπάρχει ειδικό νομοθετικό πλαίσιο για τις αδειοδοτήσεις επιχειρήσεων των οποίων επενδυτικά σχέδια έχουν υπαχθεί στις διατάξεις αναπτυξιακών νόμων. Οι Συγκροτήσεις Κεντρικού Οργάνου ελέγχου για την πιστοποίηση των έργων έχουν καθυστερήσει υπερβολικά, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επιστροφή των εγγυητικών επιστολών και να αναγκάζονται οι επιχειρήσεις να καταβάλλουν τεράστια ποσά στις Τράπεζες χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Η Συγκρότηση των Γνωμοδοτικών Επιτροπών καθυστερεί με αποτέλεσμα να καθυστερούν αποφάσεις που αφορούν στα επενδυτικά σχέδια με όλη την οικονομική επιβάρυνση που συνεπάγεται αυτό για τις επιχειρήσεις. Υπό την συνδρομή των παραπάνω δυσμενών συνθηκών κρίνεται απαραίτητη η θεσμοθέτηση ρυθμίσεων που θα αποσκοπούν στην ενίσχυση των επιχειρήσεων για να υλοποιήσουν τα επενδυτικά τους έργα και στην αποφυγή του κλεισίματος τους δεδομένου ότι η διατήρηση του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη δημιουργία υπέρογκων οφειλών για τις επιχειρήσεις ή/και το οριστικό τους κλείσιμο. Αξίζει δε να αναφερθεί ότι όσον αφορά στις επιχειρήσεις που είχαν υποβάλλει επενδυτικά σχέδια και εντάχθηκαν σε αναπτυξιακό πρόγραμμα κατά τα έτη 2008-2009-2010, πριν δηλ. γίνει αισθητή στην Ελλάδα η οικονομική κρίση, αυτή αποτελεί απρόοπτη μεταβολή συνθηκών, αποτελεί έκτακτο και απρόβλεπτο κατά το χρόνο της υπαγωγής γεγονός που δεν ήταν δυνατό να διαγνωστεί εκ των προτέρων. Σύμφωνα με Νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ 998/2014, ΑΠ 1592/2014). Οι προτεινόμενες αναγκαίες ρυθμίσεις πρέπει: 1.Να παρέχουν τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί σε αναπτυξιακό νόμο και έλαβαν προκαταβολή επιχορήγησης με κατάθεση των χρημάτων σε δεσμευμένο από την Τράπεζα λογαριασμό, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 1 σημ. β του άρθρου 18 του Ν 4146/2013 και της παρ. 2 σημ. ε της υπ. αριθμ πρωτ. 18571/26/4/2013 εγκύκλιο του Υπουργείου σας, να μπορούν να επιστρέψουν οικειοθελώς και άτοκα το συνολικό ποσό της προκαταβολής επιχορήγησης (το οποίο δεν κατέστη δυνατό για όλους τους παραπάνω λόγους ή για λόγους ανωτέρας βίας να χρησιμοποιήσουν) και ταυτόχρονα να επιστρέφονται από τις Τράπεζες οι αντίστοιχες εγγυητικές επιστολές. Επίσης, πρέπει να ρυθμιστεί και η σχετική διαδικασία δεδομένου ότι οι αναπτυξιακοί νόμοι δεν προβλέπουν καν διαδικασία για την οποιαδήποτε επιστροφή των προκαταβολών και των αντιστοίχων εγγυητικών επιστολών. Ο Ν. 3299/2004 (άρθρο 10, Συνέπειες μη τήρησης – κυρώσεις ) προβλέπει ότι η επιστροφή των ενισχύσεων, σε περίπτωση που η επιστροφή αποτελεί κύρωση για τον δικαιούχο του έργου, γίνεται εντόκως κατά την προβλεπόμενη στο νόμο διαδικασία. Ο ανωτέρω νόμος δεν προβλέπει, ωστόσο, τι γίνεται σε περίπτωση που ο δικαιούχος δεν μπόρεσε ή δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το ποσό της επιχορήγησης για αντικειμενικούς λόγους και η επιστροφή της επιχορήγησης δεν επιβάλλεται ως κύρωση αλλά γίνεται οικειοθελώς. Πρόκειται για κενό δικαίου, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί με άκρα εύνοια και θετική διάθεση προς τον καλόπιστο δικαιούχο της επένδυσης, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτέρως δυσχερών οικονομικών συνθηκών . Προς επίρρωση των ανωτέρω παρατίθεται η ψήφιση του άρθρο 5 παρ. 10 του ν. 4328/2015 που προβλέπει την άτοκη επιστροφή στο Δημόσιο υπερβάλλοντος ποσού της επιχορήγησης που δεν χρησιμοποιήθηκε από τον δικαιούχο της επένδυσης, ενώ μέχρι την έκδοση του νόμου αυτού προβλεπόταν έντοκη επιστροφή των χρημάτων. Ο σκοπός της διάταξης αυτής έγκειται στην αναγνώριση ότι δεν επιβάλλεται στη συγκεκριμένη περίπτωση κύρωση στους δικαιούχους των επενδύσεων και για το λόγο αυτό οφείλει το Κράτος να τους μεταχειρίζεται ευνοϊκότερα. Κατ΄ αναλογία η άτοκη επιστροφή θα πρέπει να εφαρμοστεί και στην αρρύθμιστη από το νόμο περίπτωση κατά την οποία οι δικαιούχοι των επενδύσεων επιστρέφουν οικειοθελώς την προκαταβολή της επιχορήγησης η οποία δεν κατέστη δυνατό να χρησιμοποιηθεί, η οποία (επιστροφή) δεν είναι το αποτέλεσμα κύρωσης για παράβαση υποχρεώσεων του επενδυτή αλλά το αποτέλεσμα, η ζημία που υφίστανται οι δικαιούχοι από την επέλευση των προαναφερομένων απρόβλεπτων γεγονότων και οικονομικών συνθηκών. Στην περίπτωση που δεν αναγνωριστεί το δικαίωμα να επιστραφούν άτοκα τα ποσά της προκαταβολής επιχορήγησης που είναι κατατεθειμένα σε δεσμευμένους από τις Τράπεζες Λογαριασμούς και να επιστραφούν στις Τράπεζες οι εγγυητικές αυτές επιστολές κάμπτεται και προσβάλλεται η γενική αρχή της ισότητας, συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, που επιβάλλει στη Διοίκηση την όμοια μεταχείριση των πολιτών που τελούν υπό όμοιες συνθήκες αφού και στις δύο περιπτώσεις η επιστροφή δεν έχει τη μορφή κύρωσης. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι η κατάθεση της προκαταβολής της επιδότησης σε δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό αφαίρεσε κάθε δυνατότητα χρησιμοποίησης της για άλλον πλην του επενδυτικού σχεδίου σκοπό και άρα οι επιχειρήσεις δεν χρησιμοποίησαν σε καμιά περίπτωση τα ποσά αυτά για σκοπούς άλλους πέραν του επενδυτικού. Επισημαίνεται δε ότι αυτοί οι δεσμευμένοι τραπεζικοί λογαριασμοί είναι ουσιαστικά άτοκοι χωρίς να προσφέρουν στους επενδυτές κανένα έσοδο αφού οι προμήθειες διατήρησης των αντιστοίχων εγγυητικών επιστολών είναι υπερβολικά υπέρογκες με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να μην μπορούν καν να ανταπεξέλθουν στο κόστος των εγγυητικών και να οδηγούνται σε οικονομικό στραγγαλισμό εις βάρος των ιδίων και των επενδυτικών τους σχεδίων. Επιπλέον, κάποια τραπεζικά ιδρύματα που είχαν χορηγήσει εγκρίσεις δανείου και εγγυητικές επιστολές λήψης προκαταβολής επιχορήγησης έχουν κλείσει με αποτέλεσμα να υπάρχει τρομερή οικονομική βλάβη, επιβάρυνση των επιχειρήσεων και σημαντική καθυστέρηση από τα τραπεζικά ιδρύματα που υπεισήλθαν στις υποχρεώσεις αυτών που έκλεισαν. Ενόψει δε των συνεχών αναγκών για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών διαπιστώθηκε το φαινόμενο να επιχειρούν οι τράπεζες, χωρίς την έγκριση των επιχειρήσεων, να μετατρέψουν τα ποσά των επιχορηγήσεων που είναι κατατεθειμένα σε δεσμευμένους λογαριασμούς σε μετοχές. Υπό την αβεβαιότητα της επίδειξης και μελλοντικά της ίδιας ανάρμοστης συμπεριφοράς από μέρους των τραπεζικών ιδρυμάτων σε μελλοντική αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου ή άλλη παρόμοια περίπτωση είναι προτιμότερο για όλους (Κράτος και ιδιώτες) να επιτραπεί η άτοκη επιστροφή των χρημάτων στο Δημόσιο. Για όλους τους παραπάνω λόγους σχετικά με το Άρθρο 6 των υπό διαβούλευση ρυθμίσεων θεμάτων νόμου 3299/2004 (ΦΕΚ Α’ 261) και 3908/2011 (ΦΕΚ Α’ 8): Η Πρόταση μας η οποία είναι επιτακτική ανάγκη να εισακουστεί αφού αλλιώς θα έχει σαν αποτέλεσμα το κλείσιμο επιχειρήσεων είναι η εξής: «Άρθρο 06» 1. Το ποσό της προκαταβολής που χορηγήθηκε σύμφωνα α. με το άρθρο 8 παρ. 1, περ. α (iii) του νόμου 3299/2004, όπως ισχύει, και β. με την περίπτωση α’ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Προεδρικού Διατάγματος 35/2011 (Α΄88), όπως ισχύει, δύναται να επιστραφεί: Α) Ατόκως από την ημερομηνία χορήγησής της, κατόπιν αίτησης του φορέα του επενδυτικού σχεδίου και αποδοχής της από την Διοίκηση στις εξής περιπτώσεις: Υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας δεν υποβάλλει παράλληλα αίτηση παραίτησης από την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου. Αφορά προκαταβολή επιχορήγησης η οποία χορηγήθηκε με εγγυητική επιστολή που εκδόθηκε από την Τράπεζα με την αίρεση το ποσό της προκαταβολής να κατατεθεί απευθείας σε δεσμευμένο από την τράπεζα λογαριασμό σύμφωνα με την παράγραφο 1 σημ. β του άρθρου 18 του Ν 4146/2013 και της παρ. 2 σημ. ε της υπ. αριθμ πρωτ. 18571/26/4/2013 εγκύκλιου. Αφορά επενδυτικό σχέδιο για το οποίο ο φορέας κατά την φάση υλοποίησης του αντιμετώπισε συνθήκες ανωτέρας βίας. Αφορά επενδυτικό σχέδιο για το οποίο ο φορέας κατά την φάση υλοποίησης του αντιμετώπισε συνθήκες ανωτέρας βίας και υποβάλλει παράλληλα αίτηση παραίτησης από την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου για λόγους ανωτέρας βίας. Κατόπιν αίτησης του φορέα του επενδυτικού σχεδίου θα εκδίδεται διοικητική πράξη και θα αποφασίζεται και η αποδέσμευση της υποβληθείσας, στην αρμόδια υπηρεσία, εγγυητικής επιστολής. Από το Άρθρο 6 που έχει αναρτηθεί για διαβούλευση Θα πρέπει να αφαιρεθεί η φράση , «με την προϋπόθεση της προηγούμενης κατάθεσης και των σχετικών παραστατικών πληρωμής του επιστρεφόμενου ποσού» , διότι θα πρέπει να ληφθεί υπ όψιν ότι οι Τράπεζες δεν θα επιτρέψουν στους επενδυτές να μετακινήσουν τα ποσά από τους δεσμευμένους λογαριασμούς προκειμένου να επιστρέψουν την επιχορήγηση αν πρώτα δεν έχει βγει η απόφαση για επιστροφή της εγγυητικής επιστολής άρα δεν θα υπάρχει δυνατότητα να γίνει πρώτα η πληρωμή του επιστρεφόμενου ποσού και μετά η επιστροφή της εγγυητικής επιστολής. Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, Ευχαριστούμε εκ των προτέρων για την προσοχή και ευαισθησία που θα επιδείξετε σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα που αφορά ένα μεγάλο τμήμα του επενδυτικού δυναμικού της χώρας και ευελπιστούμε στην άμεση και ουσιαστική ανταπόκρισή σας στο απολύτως εύλογο και επιβαλλόμενο από τις τωρινές συγκυρίες αίτημά μας. Με εκτίμηση, Ο Πρόεδρος Επιμελητηρίου Αιτωλοακαρνανίας Παναγιώτης Α. Τσιχριτζής