Αρχική «ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ»Άρθρο 01 – Σκοπός – ορισμοίΣχόλιο του χρήστη ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΞΕΝΟΔΟΧΩΝ | 3 Μαρτίου 2017, 11:48
Υπουργείο Ανάπτυξης Νίκης 5-7, 10180, Αθήνα email: public@mnec.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Παρατηρήσεις της Π.Ο.Ξ. επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης με τον τίτλο «ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» Έχουμε κατ΄επανάληψη επισημάνει τον κίνδυνο αφελληνισμού των ελληνικών ξενοδοχείων, ο οποίος είναι σήμερα πιο άμεσος από ποτέ και τις ανυπολόγιστες συνέπειες που μια τέτοια εξέλιξη θα έχει στην απασχόληση, στην ελληνική οικονομία και στην κοινωνία μας γενικότερα. Η πρόβλεψη ενός μηχανισμού ρύθμισης του συνόλου των οφειλών των επιχειρήσεων ως ένα από τα μέσα περιορισμού της έκτασης του ανωτέρω τεράστιου προβλήματος αποτελεί ένα πάγιο αίτημα και του ξενοδοχειακού κλάδου. Αναγκαία προϋπόθεση για να είναι επιτυχημένο το συγκεκριμένο εγχείρημα αποτελεί η νομοθετική ρύθμιση που θα υιοθετηθεί να λαμβάνει υπόψη της το ιδιαίτερα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον στο οποίο οι επιχειρήσεις καλούνται να λειτουργήσουν κατά τα τελευταία 6 και πλέον έτη. Διανύουμε μια περίοδο παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και ολοένα αυξανόμενης υπερφορολόγησης. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οι αντοχές και των πιο εύρωστων επιχειρήσεων έχουν εξασθενήσει, πόσο μάλλον οι οικονομικές δυνατότητες των μικρομεσαίων. Το γεγονός, λοιπόν, πως μια επιχείρηση τα χρόνια της ύφεσης αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα δεν την καθιστά μη βιώσιμη. Το ζητούμενο θα πρέπει να είναι να παρέχεται η δυνατότητα στη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων να υποβάλλουν αίτηση για ένταξη στην προωθούμενη ρύθμιση και στη συνέχεια να ρυθμίσουν τις οφειλές τους και να συνεχίσουν ή επανεκκινήσουν τη λειτουργία τους. Ενόψει των ανωτέρω επισημαίνουμε τα εξής: Α. Κατά την άποψή μας θα πρέπει να απαλειφθούν οι κατωτέρω περιορισμοί, οι οποίο στερούν από μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων και χωρίς ουσιαστική αιτιολογία, τη δυνατότητα ένταξης στην προωθούμενη ρύθμιση: • Τα κριτήρια επιλεξιμότητας που τίθενται με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου . Ο συγκεκριμένος περιορισμός, αν παραμείνει, θα αποκλείσει μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες ήταν βιώσιμες πριν από την περίοδο της κρίσης και είναι εξαιρετικά πιθανόν πως αν μπορέσουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους θα εμφανίσουν εκ νέου θετικά οικονομικά αποτελέσματα στο μέλλον. • Ο αποκλεισμός των επιχειρήσεων που έχουν διακόψει τη λειτουργία τους ή βρίσκονται σε στάδιο λύσης ή εκκαθάρισης ή πτώχευσης (περίπτωση γ της παραγράφου 3 του άρθρου 2) . Η δυνατότητα ένταξης στην προωθούμενη ρύθμιση ενδέχεται να αποτελέσει λόγο αναβίωσης των ανωτέρω επιχειρήσεων, οι οποίες θα έχουν μια διέξοδο, ρυθμίζοντας τις οφειλές τους, να μπορέσουν να ξεκινήσουν εκ νέου τη λειτουργία τους. • Ο αποκλεισμός των περιπτώσεων εκείνων που οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν το 85% των συνολικών οφειλών της επιχείρησης (παράγραφος 5 του άρθρου 2) . Με το συγκεκριμένο περιορισμό αποκλείεται από τη δυνατότητα ένταξης στην προωθούμενη ρύθμιση μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που οφείλουν σημαντικά ποσά ιδίως σε τράπεζες ή στο δημόσιο. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε τον λόγο για τον οποίο οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις θα πρέπει να παραμείνουν απροστάτευτες. Αντιθέτως μάλιστα στις ανωτέρω περιπτώσεις, με δεδομένο πως στην ουσία πρόκειται για διαπραγμάτευση με έναν πιστωτή, η ακολουθούμενη διαδικασία θα είναι συντομότερη και ευκολότερη. • Η καταδίκη του επιχειρηματία-νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας για συγκεκριμένα ποινικά αδικήματα ως λόγος αποκλεισμού από τη δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση. (περίπτωση δ της παραγράφου 3 του άρθρου 2) . Πιστεύουμε πως η ποινική μεταχείριση του επιχειρηματία ή του νομίμου εκπροσώπου μιας εταιρείας δεν πρέπει να αποτελεί λόγo αποκλεισμού της επιχείρησης από τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών της. Πέραν του γεγονότος πως στην περίπτωση των νομικών προσώπων ο νόμιμος εκπρόσωπος τους δεν είναι απαραίτητα και ο ιδιοκτήτης τους (ο κύριος των μετοχών – εταιρικών μεριδίων κ.λ.π.) η συνέχιση της λειτουργίας μιας επιχείρησης είναι προς το συμφέρον όλων, τόσο της ίδιας της επιχείρησης, όσο και των πιστωτών και των εργαζομένων της. Β. Το ζητούμενο είναι η συγκεκριμένη ρύθμιση να εφαρμοστεί στην πράξη και οι επιχειρήσεις που θα υποβάλλουν τη σχετική αίτηση να μπορέσουν να ρυθμίσουν τελικώς τις οφειλές τους και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Σχετικά θα θέλαμε να σταθούμε στα εξής βασικά σημεία: • Η διαδικασία ένταξης στη ρύθμιση θα πρέπει να είναι σύντομη και απλή και χωρίς υπερβολικές οικονομικές επιβαρύνσεις, προκειμένου να είναι προσιτή και στις πιο μικρές επιχειρήσεις. • Με δεδομένο πως πρόκειται για μια εθελοντική διαδικασία το ζητούμενο είναι να πειστούν οι πιστωτές να συμμετέχουν καλόπιστα στον εν λόγω μηχανισμό. Σε αντίθετη περίπτωση η πρόβλεψη τη σχετικής διαδικασίας θα είναι άνευ πρακτικού αποτελέσματος. • Το Δημόσιο πρέπει να είναι σε θέση να παίξει ουσιαστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις που θα διεξάγονται ενόψει του κοινού στόχου που είναι η διάσωση των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας και να μην περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή. • Η επιχείρηση η οποία θα ενταχθεί στη συγκεκριμένη ρύθμιση πρέπει να μπορεί και πρακτικά να λειτουργήσει. Αυτό προϋποθέτει πως από τη στιγμή που έχει ρυθμίσει τις οφειλές της και τηρεί τη σχετική ρύθμιση, θα μπορεί να λάβει φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, δε θα εμφανίζει δυσμενή στοιχεία στον Τειρεσία κ.λ.π.. Σε αντίθετη περίπτωση η ένταξη στην όποια ρύθμιση θα είναι εκ των πραγμάτων άνευ αντικειμένου.