ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Παρακαλούνται οι σχολιαστές των προτεινόμενων διατάξεων να αναφέρουν το άρθρο του νόμου στο οποίο αφορούν οι επισημάνσεις τους προκειμένου να είναι ευχερέστερη η επεξεργασία τους και να επιταχύνεται η διαδικασία έγκρισής της ανάρτησής τους.
Μπορείτε να μεταφορτώσετε ολόκληρο το σχέδιο νόμου εδώ.
Πλοήγηση στη Διαβούλευση
- ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Εκπροσωπώ μία πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδα, που εκδίδεται από το 1929. Και οι τοπικές εφημερίδες, και οι ανάδοχοι, και οι πανελλήνιες εφημερίδες έχουν το δίκιο τους.
Προτιθέμην να ξεκινήσω αναφέροντας την αναγκαιότητα δημοσίευσης των προκηρύξεων στις ημερήσιες πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες οι οποίες παραδοσιακά δημοσίευαν τις διακηρύξεις.
Ομως ήρθε η επιβεβαίωση από τον Υφυπουργό κ. Πέτσα, ότι οι εφημερίδες της Περιφέρειας παίρνουν ΑΚΟΜΑ μία παράταση.
Αν η έντυπη δημοσίευση διακήρυξης είναι αναγκαία να δημοσιευτεί στον τοπικό τύπο γιατί δεν είναι για τον πανελλήνιας κυκλοφορίας τύπο;
Οι ανάδοχοι, εν τέλει, βρίσκονται μόνο στην Περιφέρεια; Ανάδοχος που θέλει να μετάσχει σε διαγωνισμό πρέπει να γνωρίζει σε ποιά τοπική εφημερίδα και πότε δημοσιεύτηκε κάποια προκήρυξη;
Φαίνεται ότιη άνιση μεταχείριση εφημερίδων Αθήνας και Περιφέρειας αδικεί και τους αναδόχους που εδράζουν και εκτός νομού που προκηρύσσεται κάποιος διαγωνισμός.
Στις εφημερίδες της Αθήνας αυτό το δικαιώμα έχει σταματήσει με τον νόμο 4412/2016 την 31/12/2017. Οι επαρχιακές εφημερίδες, αν και πρόσφατα πήραν το δικαίωμα δημοσίευσης, μόλις το 2008, έχουν δεχθεί ευεργετικές διατάξεις και με τον νόμο 4412/2016 και με την πρόσφατη διαβεβαίωση του έγκριτου Υπουργού κ. Πέτσα για παράταση της ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑΣ δημοσίευσης στον Περιφερειακό τύπο τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 2021.
Κύριοι,
Scripta manent. Και μένει η γραπτή δημοσιευμένη προκήρυξη.
Ι. Στο ερώτημα θέλουμε περισσότερη δημοσιότητα μιας διακήρυξης θεωρώ ότι είναι μία πρώτη βάση για τη δημοσίευση των προκηρύξεων στον τύπο κυρίως τον ημερήσιο . Με την ταυτόχρονη δημοσίευση μιας διακήρυξης σε ηλεκτρονικό και έντυπο μέσο εξασφαλίζεται η ελεύθερη, άμεση και πλήρης πρόσβαση στο διαγωνισμό.
ΙΙ. Η ανάρτηση της προκήρυξης στο ΕΣΗΔΗΣ αντικατέστησε την υποχρέωση δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης ΟΧΙ στις εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας.
ΙΙΙ. Για τουςι θιασώτες της ηλεκτρονικής δημοσίευσης. Μία διακήρυξη αναρτάται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ε.Ε. ΠΡΙΝ το ΕΣΗΔΗΣ!
Η συγκεκριμένη Υπηρεσία διασφαλίζει ότι το κείμενο της προκήρυξης δημοσιεύεται και μάλιστα ΠΛΗΡΕΣ στη ΓΛΩΣΣΑ που επιλέγει ο φορέας που διεξάγει το διαγωνισμό άρα και στα Ελληνικά. Η δε περίληψη αυτής αναρτάται και στις λοιπές γλώσσες της Ε.Ε.
ΙV. Η μέγιστη δημοσιότητα επιτυγχάνεται με την ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ εμφάνιση της διακήρυξης σε εφημερίδες και ΚΗΜΔΗΣ και εντέλει έτσι εξασφαλίζεται η διαφάνεια. Η προαιρετική ή επιλεκτική δημοσίευση μόνο στον επαρχιακό τύπο οδηγεί σε «επιλεκτική» διαφάνεια. Η έννοια της ευρείας δημοσιότητας δεν αφορά μόνον την ενημέρωση των δυνάμει ενδιαφερομένων, αλλά τη δυνατότητα στην ενημέρωση του κάθε πολίτη αυτής της χώρας, που θέλει και θα μπορεί να δει πού ξοδεύονται τα χρήματα του. Οι εφημερίδες καθώς είμαστε και στο διαδίκτυο επιτρέπουν στον κάθε πολίτη να ενημερωθεί.
V. H Ευρωπαϊκή Ενωση έχει συχνά αναφερθεί στην αναγκαιότητα ευρείας δημοσιότητας, πέραν του αυτονόητου, δηλαδή της ευκολίας στην ενημέρωση για τις προκηρύξεις, καθώς εξασφαλίζεται διαφάνεια κατ’επέκταση αποφεύγεται η διαφθορά.
VI. Η δημοσίευση σε πανελλήνιες εφημερίδες κοστίζει εξαιρετικά οικονομικά διότι τηρούνται απαρέγκλιτα ΟΛΕΣ οι προϋποθέσεις δημοσίευσης όπως καθορίζει το ΦΕΚ.
Kύριοι,
Οι ημέρησιες εφημερίδες δεν είναι επαίτες. ΠΡΕΠΕΙ όμως να είναι οικονομικά ανεξάρτητες. Και η δημοσίευση των προκηρύξεων συνέβαλε σ΄ αυτή την κατεύθυνση.
Αλλωστε η επιλογή των εφημερίδων για τις δημοσιεύσεις γινόταν από τις Αναθέτουσες Αρχές και έτσι δεν υπήρχει πολιτική εξάρτηση τους.
Α. ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
1. Μη συνεκτική αντιμετώπιση των προβλημάτων με επιμέρους θετικές και αρνητικές διατάξεις και αβέβαιο αποτέλεσμα.
2. Οι ρυθμίσεις δεν αντιμετωπίζουν τους στόχους όπως αυτοί καταγράφονται στην ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΡΥΘΜΙΣΗΣ.
3. Δεν έχουν ληφθεί υπόψη επιτυχημένες διεθνείς ή προηγούμενες ελληνικές πρακτικές.
4. Οι διατάξεις του σ/ν αφορούν περισσότερο στην εκτέλεση (85 άρθρα) παρά στην ανάθεση (56 άρθρα) των συμβάσεων.
5. Δεν προάγονται πολιτικές ενίσχυσης του κλάδου.
Β. ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Σ/Ν – Άρθρο 1
Ορισμοί – Τροποποίηση άρθρου 2 ν. 4412/2016
7α) ως «δημόσιες συμβάσεις μελετών και τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών νοούνται όλες οι συμβάσεις με αντικείμενο την εκπόνηση μελετών και την παροχή τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι οποίες συνδέονται ευρύτερα με την εκτέλεση έργου, κατά την έννοια της περ. 7 του παρόντος άρθρου ή παραγωγική διαδικασία ή τον χωρικό σχεδιασμό, σύμφωνα με το Παράρτημα Ι του Προσαρτήματος Γ, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής.
(Αναγκαίες προσθήκες, η μεν αυτή που σχετίζεται με τις παραγωγικές διαδικασίες υπήρχε σε όλους τους προηγούμενους νόμους και αυτή που αναφέρεται στο Παράρτημα, αποσκοπεί στη σύνδεση των κατηγοριών μελέτης – τεχνικών υπηρεσιών με τους ευρωπαϊκούς κωδικούς CPV).
4α) ως «επιβλέπων» νοείται τεχνικός υπάλληλος της διευθύνουσας υπηρεσίας ή ιδιωτικός οικονομικός φορέας ή ένωση οικονομικών φορέων, ο οποίος απαιτείται να διαθέτει τις εξιδεικευμένες γνώσεις που είναι αναγκαίες για την παρακολούθηση και επίβλεψη του έργου,
(Αναφορά σε οικονομικούς φορείς και όχι σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα).
4β) διαγράφεται
(Δεν απαιτείται τέτοια πρόβλεψη, ούτε ένα νέο μητρώο. Υπάρχουν τα Μητρώα Τεχνικών Επιχειρήσεων. Η επίβλεψη των έργων πρέπει να ανατίθεται με όμοια διαδικασία και με σύμβαση του νόμου αυτού, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού έργου. Η πρόβλεψη αυτή αντίκειται και στην κυβερνητική πολιτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθόσον προωθεί την ατομική επιχειρηματικότητα. Η δε πρόβλεψη για κλήρωση είναι παντελώς εσφαλμένη, διότι η μικρή εκτιμώμενη αξία δεν συνεπάγεται apriori απλό έργο, χωρίς απαιτήσεις, που μπορεί να το επιβλέψει οποιοσδήποτε).
17) «Ως διοίκηση και διαχείριση έργου ορίζονται ο σχεδιασμός, η οργάνωση, η παρακολούθηση, ο έλεγχος, η αναφορά́ όλων των θεμάτων ενός έργου καθώς και η διαχείριση κινδύνων, επικοινωνιών και εμπλοκής ενδιαφερομένων μερών για την επίτευξη των στόχων του έργου, στα πλαίσια του τριπλού περιορισμού κόστους, χρόνου και ποιότητας, πραγματοποιούμενα σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα διοίκησης έργων όπως το ΕΛΟΤ ISO 21500.»
(Δεν υπάρχει αναφορά στον νόμο σχετική με τη διαχειριστική επάρκεια των οργανισμών που εμπλέκονται στην παραγωγή των έργων καθώς και για την εφαρμογή πρότυπης διοίκησης έργων. Η εφαρμογή πρότυπης διοίκησης έργων έχει αποδειχθεί παγκοσμίως ότι συντελεί σημαντικά στη βελτίωση του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου των έργων έτσι ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της εκτέλεσης και να μειωθεί η σπάταλη των πάσης φύσεως απαιτούμενων πόρων για την υλοποίηση του έργου).
Ν.4412 – Άρθρο 26, παρ. 1
Επιλογή των διαδικασιών
(άρθρο 26 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να προσφεύγουν:
α) στην ανοικτή διαδικασία του άρθρου 27 ή
β) στη διαδικασία με προεπιλογή του άρθρου 28, ιδίως όταν πρόκειται να ανατεθούν συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών προεκτιμώμενης αμοιβής άνω των ορίων των παρ. β) και γ) του άρθρου 5 και υποχρεωτικώς όταν πρόκειται για συμβάσεις του άρθρου 51: Συμβάσεις μελετών για τον προσδιορισμό τεχνικής λύσης ή
γ) στις συμπράξεις καινοτομίας του άρθρου 31.
(Η κατάταξη των μελετητικών γραφείων σε τάξεις με βάση την εμπειρία και τον αριθμό των μελετητών κάθε γραφείου ανά κατηγορία μελέτης, λειτουργούσε ως μία άτυπη διαδικασία προεπιλογής για τη συμμετοχή στους διαγωνισμούς ανάλογα με το ύψος της προεκτιμώμενης αμοιβής κάθε κατηγορίας. Η απαξίωση του συστήματος τις τελευταίες δύο δεκαετίες με την αθρόα χορήγηση ατομικών μελετητικών πτυχίων, χωρίς την εισαγωγή πρόσθετων κριτηρίων για τους οικονομικούς φορείς, και τελικώς η κατάργηση της υποχρέωσης κατάταξης σε συγκεκριμένες τάξεις με τον Ν.4472/10-5-17 (άρθρο 119 , παρ. 5.α), έχει οδηγήσει στο φαινόμενο συμμετοχής υπερβολικά μεγάλου αριθμού υποψηφίων ανά διαγωνισμό, πολλοί εκ των οποίων διαθέτουν μόνο τα ελάχιστα απαιτούμενα τυπικά προσόντα, με πρόδηλες επιπτώσεις στην καθυστέρηση των διαδικασιών και στον κίνδυνο ανάθεσης της μελέτης σε γραφείο το οποίο δεν διαθέτει τα ουσιαστικά προσόντα για την εκπόνησή της.
Η διαδικασία η οποία εφαρμόζεται στην ανάθεση μελετών και υπηρεσιών συμβούλων διεθνώς, όπως π.χ. στις συμβάσεις εξωτερικής βοήθειας της Ε.Ε. (βλ. Practical Guide on Contract Procedures for European Union External Action – PRAG), είναι η μέθοδος επιλογής δύο σταδίων, δηλαδή η κατάθεση σε πρώτη φάση των δικαιολογητικών συμμετοχής από όλους τους ενδιαφερόμενους και η επιλογή εκείνων που κρίνονται ικανοί να υποβάλλουν προσφορά με αντικειμενικά ποιοτικά κριτήρια εκ των προτέρων γνωστά μέχρι ενός μέγιστου αριθμού (συνήθως πέντε έως οκτώ). Στη δεύτερη φάση καλούνται να υποβάλουν τεχνική και οικονομική προσφορά οι φορείς που έχουν προεπιλεγεί. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται για την αναθέτουσα αρχή ότι ο ανάδοχος της μελέτης διαθέτει τα απαραίτητα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός και μειώνεται ο όγκος και συνακόλουθα ο απαιτούμενος χρόνος αξιολόγησης των προσφορών από τις επιτροπές διαγωνισμού.
Στη χώρα μας η διαδικασία αυτή έχει αποδοθεί εσφαλμένα ως «κλειστή» (στην αγγλική ορίζεται ως «restricted procedure»). Στην πραγματικότητα πρόκειται για ανοικτή διαδικασία επιλογής δύο σταδίων υπό όρους, καθόσον όλοι οι οικονομικοί φορείς μπορούν να υποβάλουν αίτηση με τα ζητούμενα δικαιολογητικά για την επιλογή τους.
Η ευρωπαϊκή οδηγία και ο Ν.4412/16 (άρθρο 75, παρ.1) προβλέπουν ρητώς: «Όλες οι απαιτήσεις σχετίζονται και είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης». Συνεπώς αν τεθούν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής ορθά και σε αντιστοίχιση με τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της κάθε μελέτης, θα υπάρξει αξιοκρατική προ-αξιολόγηση των ενδιαφερόμενων γραφείων σύμφωνα με την οργάνωση, την εξειδίκευση και την εμπειρία τους και, εν τέλει, τις πραγματικές τους δυνατότητες για την άρτια, ποιοτική και έγκαιρη εκτέλεση της σύμβασης που είναι το ζητούμενο.
Οι επιφυλάξεις που εκφράζονται κατά καιρούς από τις εκάστοτε ηγεσίες στο διαχρονικό αυτό αίτημα, δεν ευσταθούν. Συγκεκριμένα, η κατάθεση τεχνικών και οικονομικών προσφορών από πέντε έως οκτώ γραφεία, μετά από προεπιλογή, δεν θα μειώσει τον ανταγωνισμό, αλλά θα τον εξορθολογήσει, θα ελαττώσει τον χρόνο ανάθεσης και θα βελτιώσει την ποιότητα των μελετών, δεδομένου ότι, κατά τεκμήριο, όλοι οι προεπιλεγέντες υποψήφιοι θα διαθέτουν τα πραγματικά και ουσιαστικά εχέγγυα για την επιτυχή εκτέλεσης της σύμβασης.
Επίσης, η εφαρμογή της διαδικασίας αυτής δεν θα οδηγήσει στον περιορισμό των δυνατοτήτων συμμετοχής των μικρομεσαίων μελετητικών – συμβουλευτικών οικονομικών φορέων, αλλά αντιθέτως θα συμβάλει σε μονιμότερες συνεργασίες ή/και συνενώσεις που είναι το ζητούμενο, τόσο για τη βελτίωση της δυνατότητάς τους να ανταποκριθούν με επάρκεια στις σύγχρονες απαιτήσεις εντός της χώρας, όσο και στην προσπάθεια εξωστρέφειας, καθόσον το σύστημα αυτό συνιστά τη διεθνώς εφαρμοζόμενη πρακτική στις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών υπηρεσιών (βλ. EuropeAid, World Bank, KfW, AfDB, ADB, κ.ά.). Τέλος, το σύστημα αυτό, σε συνδυασμό με τις λοιπές προτάσεις αναχαίτισης των ανεξέλεγκτων εκπτώσεων, διασφάλισης αποτελεσματικής επίβλεψης κ.λπ., θα βοηθήσει στη δημιουργία νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Ν.4412 – Άρθρο 39, παρ.10
Συμφωνίες-πλαίσιο
(άρθρο 33 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
10. Ειδικά, για δημόσιες συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες – πλαίσιο, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, όταν πρόκειται να παραχθεί σύνολο όμοιων μελετών ή ως άνω υπηρεσιών, για τις οποίες δεν είναι γνωστά εκ των προτέρων στοιχεία, όπως ιδίως ο ακριβής προσδιορισμός των επί μέρους συμβάσεων, οι χρόνοι έναρξης και λήξης εκπόνησης των επί μέρους μελετών ή παροχής τεχνικών υπηρεσιών, όπως και οι ακριβείς χώροι στους οποίους θα εκτελεσθούν οι συμβάσεις, μπορούν όμως να καθορισθούν οι τιμές και ενδεχομένως οι ποσότητες αυτών.
Αποτελεί γενική διαπίστωση η αδυναμία των αναθετουσών αρχών να ανταπεξέλθουν σε ικανοποιητικό βαθμό στις υποχρεώσεις τους όσον αφορά στην προετοιμασία προκήρυξης μελετών και έργων, στην επίβλεψη των συμβάσεων, στη συντήρηση και λειτουργία των έργων, στην άμεση ανταπόκριση εκτάκτων αναγκών κ.λπ. Στόχος της προτεινόμενης ρύθμισης είναι η υποβοήθηση των Υπηρεσιών στην εφαρμογή των Συμφωνιών – Πλαίσιο με την άρση των εμποδίων του Ν.4412/16 (παρ. 10 του άρθρου 39), τα οποία βασίζονται σε εθνικές διατάξεις του νόμου, ενώ δεν προβλέπονται στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες, ούτε και στις λοιπές κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων ούτε και στο Βιβλίο ΙΙ του νόμου.
(Επισημαίνεται ότι το εργαλείο των συμφωνιών-πλαίσιο (framework contracts) χρησιμοποιείται ευρέως τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από τα λοιπά κράτη της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, στην παρ. 10 του άρθρου 39 προβλέπεται ότι ειδικά για τις δημόσιες συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν Συμφωνίες-Πλαίσιο, μόνο μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, ιδίως για την εκτέλεση εργασιών υποστηρικτικών μελετών και η μέγιστη αξία αυτών κατ’ έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει σε ποσοστό το είκοσι τοις εκατό (20%) των εγκεκριμένων ετήσιων πιστώσεων της αναθέτουσας αρχής με εκτίμηση τετραετίας, εκτός από αυτές που συνάπτονται για την προετοιμασία Φακέλων Δημόσιας Σύμβασης.
Με την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση καταργούνται:
1) η προϋπόθεση σύμφωνης γνώμης του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου,
2) η πρόβλεψη εφαρμογής «ιδίως» για την εκτέλεση εργασιών υποστηρικτικών μελετών και
3) ο περιορισμός της αξίας αυτών στο είκοσι τοις εκατό (20%) των εγκεκριμένων ετήσιων πιστώσεων για τις συμβάσεις – πλαίσιο που συνάπτονται, εκτός από την προετοιμασία του Φακέλου Δημόσιας Σύμβασης που ήδη προβλέπεται, και για την επίβλεψη μελετών και έργων, τη συντήρηση και λειτουργία υποδομών καθώς και την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών).
Σ/Ν Άρθρο 10
Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών – Τροποποίηση άρθρου 44 ν. 4412/2016
Να καταργηθεί το άρθρο.
(Το άρθρο 52 θεσπίζει, μη προβλεπόμενους στην Οδηγία, περιορισμούς στην ανάθεση συμβάσεων τεχνικών υπηρεσιών).
Σ/Ν – Άρθρο 12 – παρ. 3
Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς – Αντικατάσταση άρθρου 46 ν. 4412/2016
3. Οι διαβουλεύσεις είναι υποχρεωτικές όταν πρόκειται για σύμβαση εκτέλεσης έργων προϋπολογισμού άνω των 1.500.000€ μη συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ και εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών άνω του ορίου της παρ. β) του άρθρου 5. Οι παρατηρήσεις που λαμβάνονται, καταγράφονται, συνεκτιμώνται και απαντώνται με ευθύνη της αναθέτουσας αρχής, αποτελούν δε μέρος του Φακέλου Δημόσιας Σύμβασης.
(Η διαδικασία δημοσιοποίησης των τευχών δημοπράτησης των διαγωνισμών και δημόσιας διαβούλευσης επ’ αυτών πριν την έγκρισή τους, λειτουργεί υπέρ της διασφάλισης των θεμελιωδών αρχών της αποφυγής διακρίσεων, της αμοιβαίας αναγνώρισης, της αναλογικότητας, της διαφάνειας, και εν τέλει, της επιτυχίας των διαγωνισμών.
Με τη δημοσιοποίηση και την προκαταρκτική διαβούλευση των τευχών δημοπράτησης, θα προκύψει ελαχιστοποίηση των φαινομένων ύπαρξης εσφαλμένων, καταχρηστικών ή/και παράνομων όρων στα τεύχη δημοπράτησης και συνακόλουθα διαφύλαξη των αρχών της ίσης μεταχείρισης και του υγιούς ανταγωνισμού, με την καταγραφή των παρατηρήσεων των ενδιαφερομένων και την ενσωμάτωση όσων εξ’ αυτών κρίνει εύλογες η αναθέτουσα αρχή.
Η αναθέτουσα αρχή θα καταγράφει υποχρεωτικά το σύνολο των παρατηρήσεων και θα απαντά ξεχωριστά σε κάθε μία, με αιτιολόγηση των λόγων μερικής ή ολικής αποδοχής ή απόρριψης. Το σύνολο των παρατηρήσεων και απαντήσεων θα επισυνάπτεται στη Διακήρυξη ως ειδικό τεύχος του Φακέλου του Έργου.
Το όφελος από την εφαρμογή της πρότασης στον συνολικό χρόνο της διαδικασίας ανάθεσης και εκτέλεσης, είναι πολλαπλάσιο από το απαιτούμενο διάστημα για τη διαβούλευση, λαμβάνοντας υπόψη και την αναμενόμενη μείωση του αριθμού των μετέπειτα προσφυγών).
Σ/Ν – Άρθρο 15
Επάρκεια προϋπολογισμού, ωριμότητα, μελέτες – Αντικατάσταση άρθρου 49 ν. 4412/2016
2δ) Προϋπόθεση για την εκκίνηση της διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου ή μελέτης είναι η ολοκλήρωση της κατά περίπτωση απαιτούμενης διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και ειδικότερα με τα προβλεπόμενα στον ν. 4024/2011 (Α΄ 226) και στις εκτελεστικές του πράξεις.
(Πρόδηλο σφάλμα).
2ζ) Στις περιπτώσεις συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών επιστημονικών υπηρεσιών προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία δημοπράτησης, απαιτείται δέσμευση του ογδόντα τοις εκατό (80%) της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης και του κόστους επίβλεψης της σύμβασης του άρθρου 183, το δε υπόλοιπο που τυχόν απαιτείται, δεσμεύεται με την κατακύρωση της σύμβασης ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις μεταφέρεται δέσμευση πίστωσης του προϋπολογισμού δημοπράτησης του αντίστοιχου έργου, εφόσον αυτό δημοπρατηθεί εντός ενός (1) έτους από την έκδοση βεβαίωσης περαίωσης της μελέτης. Στη δέσμευση πίστωσης περιλαμβάνεται η ιδιαίτερη αμοιβή της επιτροπής διαγωνισμού του άρθρου 221Α. Στη δέσμευση πίστωσης έργου, σε έργα που έχουν υπαχθεί στο άρθρο του 7Α ν. 2882/2001, εκτός από τη δέσμευση του προϋπολογισμού κατασκευής του έργου περιλαμβάνονται επιπλέον το κόστος των βασικών μελετητών ως τεχνικών συμβούλων – μελετητών της παρ. 7 του άρθρου 136, το κόστος επίβλεψης – διοίκησης του έργου του άρθρου 136, καθώς και μεταφερόμενες οικονομικές εκκρεμότητες από τη σύμβαση εκπόνησης της αντίστοιχης μελέτης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών προσδιορίζεται το κόστος επίβλεψης – διοίκησης διοίκησης του έργου των μελετών και των έργων ανά κατηγορία και προϋπολογισμό έργου.
(Το ποσοστό 40% αντίκειται αφενός στη στόχευση περιορισμού των ανεξέλεγκτων εκπτώσεων, αφετέρου στον εξορθολογισμό του υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων που επιτυγχάνεται με τη θέσπιση του Εθνικού Συστήματος Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Έργων & Μελετών. Επίσης, προστίθεται – όπως και για τα έργα- το κόστος επίβλεψης του άρθρου 183).
Σ/Ν – Άρθρο 17
Δημόσιες συμβάσεις έργων με αξιολόγηση μελέτης- Τροποποίηση άρθρου 50 ν. 4412/2016
1. Στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ορίσει στα έγγραφα της σύμβασης ότι η υπό ανάθεση σύμβαση έχει ως αντικείμενο συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση (κατασκευή) έργου, εφόσον συντρέχουν, μέχρι το πέρας της διαδικασίας σύναψης της δημόσιας σύμβασης έργου και πριν από την υποβολή των τεχνικών προσφορών, και στον βαθμό που δεν διαφοροποιείται ουσιωδώς το προς ανάθεση φυσικό αντικείμενο και οι εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, έπειτα δε από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου της αναθέτουσας αρχής ή του τεχνικού συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, αν στην αναθέτουσα αρχή δεν υφίσταται τεχνικό συμβούλιο, σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(Δεν είναι δυνατόν να υποβληθεί μελέτη χωρίς εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, για τους οποίους πρέπει να ελεγχθεί η τήρησή τους.
Επισημαίνεται ότι μόνον με τον τρόπο αυτόν μπορεί να έχει ισχύ η παρ. 5 του παρόντος άρθρου περί μη ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση των συμμετεχόντων.)
4. Η αξιολόγηση της μελέτης κατά τη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης του παρόντος άρθρου αφορά μόνο στον έλεγχο της πληρότητας και της συμφωνίας της μελέτης με τα οριζόμενα στα έγγραφα της σύμβασης και ιδίως με τον κανονισμό μελετών έργου και τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, διαπιστώνοντας τη συμμόρφωση ή μη της μελέτης με αυτά (πίνακας συμμόρφωσης) χωρίς βαθμολόγηση.
Όλες οι μελέτες, τόσο κατά το στάδιο του διαγωνισμού όσο και στο στάδιο της εκτέλεσης του έργου, εκπονούνται και υπογράφονται νομίμως από μελετητικές επιχειρήσεις που πληρούν τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί εκπόνησης μελετών δημόσιων έργων. Στην διακήρυξη του διαγωνισμού ορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των μελετητικών οικονομικών φορέων βάσει των προβλεπόμενων προς εκπόνηση μελετών του έργου και των χορηγουμένων εγκεκριμένων μελετών, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, πιστοποιητικά και δεσμευτικές δηλώσεις συνεργασίας που πρέπει να υποβληθούν με τον φάκελο συμμετοχής. Η αντικατάσταση της δηλωθείσας στον φάκελο συμμετοχής μελετητικής επιχείρησης πραγματοποιείται μόνο με ρητή έγκριση της Αναθέτουσας Αρχής ή του Αναθέτοντος Φορέα, κατόπιν αξιολόγησης των λόγων αντικατάστασης, σε συνδυασμό με τις έγγραφες απόψεις του αναδόχου του έργου και του μελετητικού οικονομικού φορέα. Στο Τεύχος του Προϋπολογισμού Μελέτης και στην Οικονομική Προσφορά περιλαμβάνεται ανεξάρτητο κονδύλι με την προεκτίμηση και την προσφερόμενη αμοιβή της μελέτης του έργου.
Με Απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι που αφορούν τον καθορισμό της αμοιβής των μελετών και τον τρόπο καταβολής αυτής στον μελετητή.
(Είναι απαραίτητο στο συγκεκριμένο σύστημα δημοπράτησης να κατοχυρωθεί ότι οι μελέτες θα εκπονούνται από μελετητές που διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα καθώς και η αμοιβή τους προκειμένου οι προσφορές να υποβάλλονται με βάση αξιόπιστες και υψηλού επιπέδου μελέτες.)
7. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορούν να εξειδικεύονται οι απαιτούμενες μελέτες και στάδια αυτών που απαιτούνται ανά κατηγορία έργου για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, καθώς και να εξαιρούνται κατηγορίες έργων από την εφαρμογή του παρόντος.
(Συμπλήρωση της εξουσιοδοτικής Απόφασης, ώστε να καθορίζονται ανά κατηγορία έργου τι είδους μελέτες και σε τι στάδια προαπαιτούνται για τη διενέργεια διαγωνισμού με το σύστημα μελέτη-κατασκευή.)
ΝΕΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8
8. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν και για τις συμβάσεις του Βιβλίου ΙΙ του παρόντος.
(Απαραίτητη ρύθμιση, καθόσον το σύστημα μελέτη-κατασκευή έχει ευρεία εφαρμογή σε συμβάσεις Αναθέτοντων Φορέων του Βιβλίου ΙΙ (βλ. π.χ. έργα επεξεργασίας νερού και λυμάτων).
Ν.4412 – Άρθρο 51, παρ. 1
Συμβάσεις μελετών για τον προσδιορισμό τεχνικής λύσης
1. Στην περίπτωση διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης μελέτης, όταν η τεχνική λύση δεν έχει προσδιοριστεί από την αναθέτουσα αρχή και η μελέτη επιδέχεται διαφορετικές τεχνικές λύσεις, είναι δυνατό, η αναθέτουσα αρχή, έπειτα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου αυτής, να προβαίνει σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης για την εκπόνηση μελέτης για τα πρώιμα στάδια που απαιτούνται για την έκδοση της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.), με προεπιλογή πέντε υποψηφίων κατά μέγιστο αριθμό, μετρήσιμα κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης και κατ’ αποκοπή τίμημα για την αμοιβή όλων των πρώιμων σταδίων κατά τα οριζόμενα στην υποπερίπτωση γγ’ της περίπτωσης κε’ της παρ. 2 του άρθρου 53, χωρίς υποχρέωση υποβολής οικονομικής προσφοράς από τον οικονομικό φορέα.
(Η ισχύουσα πρόβλεψη ανάθεσης με ανοικτή διαδικασία έχει καταστήσει ανεφάρμοστη την ορθολογική αυτή επιλογή, η εφαρμογή της οποίας ενδείκνυται για την ταχεία ωρίμανση νέων έργων.)
Ν.4412 – Άρθρο 52
Σκοπιμότητα σύναψης δημόσιας σύμβασης παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών
Να καταργηθεί το άρθρο.
(Η κατάργηση των εμποδίων στη σύναψη συμβάσεων παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών όταν το κρίνει αναγκαίο η αναθέτουσα αρχή θα συμβάλει στην επιτάχυνση των διαδικασιών ωρίμανσης – εκτέλεσης έργων και προγραμμάτων.)
Σ/Ν – Άρθρο 17
Περιεχόμενο εγγράφων της σύμβασης – Τροποποίηση άρθρου 53 ν. 4412/2016
γ) Για ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες (όπως ιδίως γεωτεχνικές έρευνες και τοπογραφικές μελέτες), για τις οποίες δεν είναι δυνατός εκ των προτέρων ο ακριβής προσδιορισμός μονάδων φυσικού αντικειμένου, τίθεται συνολική προεκτιμώμενη αμοιβή ανά κατηγορία με βάση τις εκτιμώμενες ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου επί της οποίας προσφέρεται η έκπτωση των υποψηφίων οικονομικών φορέων, η δε τελικώς καταβαλλόμενη στο μελετητή αμοιβή κατόπιν επιμέτρησης των ποσοτήτων των αντίστοιχων μελετητικών εργασιών δεν μπορεί να υπερβαίνει αθροιστικά για όλες τις κατηγορίες, το ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής.
(Απαραίτητες τροποποιήσεις για την απρόσκοπτη πληρωμή των υποστηρικτικών εργασιών, η ακριβής αμοιβή των οποίων προκύπτει μετά την εκτέλεσή τους και πιστοποιείται μετά την έγκριση σχετικής επιμέτρησης.)
Σ/Ν Άρθρο 21
Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων– Τροποποίηση άρθρου 70 ν. 4412/2016
4. Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται σε έργα με εκτιμώμενη αξία σύμβασης μεγαλύτερη του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, να αναρτά στην ιστοσελίδα της δύο (2) τουλάχιστον μήνες πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού, τη μελέτη κατασκευής του έργου και τα τεύχη δημοπράτησης του διαγωνισμού, με ταυτόχρονη αποστολή προκαταρκτικής ενημέρωσης στο ΚΗΜΔΗΣ.
(Θετικό μέτρο, αλλά πρέπει να διασφαλιστεί η δημοσιότητα της ανάρτησης αυτής, καθόσον οι οικονομικοί φορείς δεν είναι δυνατόν να παρακολουθούν τις αναρτήσεις στις ιστοσελίδες κάθε Αναθέτουσας Αρχής. Μαζί με τη μελέτη δέον να αναρτώνται και τα σχέδια των προς έγκριση ή εγκεκριμένων τευχών δημοπράτησης.)
Σ/Ν – Άρθρο 22
Εγγυήσεις – Αντικατάσταση άρθρου 72 ν. 4412/2016
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΝΕΑΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ:
Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί για τις συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών να καθορίζεται όριο ποσοστού έκπτωσης, πάνω από το οποίο ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσκομίζει, επιπλέον της εγγύησης καλής εκτέλεσης των προηγούμενων παραγράφων, πρόσθετη εγγύηση, κλιμακωτά αυξανόμενη βάσει του ποσοστού έκπτωσης.
(Για την αναχαίτιση του φαινομένου των ανεξέλεγκτων εκπτώσεων, είναι σκόπιμη η προσθήκη εξουσιοδοτικής δυνατότητας θέσπισης πρόσθετης εγγύησης καλής εκτέλεσης για τις συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, όταν το ποσοστό έκπτωσης ξεπερνά ένα εύλογο όριο (π.χ. 20%).
Να σβήσει η παράγραφος: «Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να μην απαιτούν εγγύηση καλής εκτέλεσης για συμβάσεις εκτιμώμενης αξίας ίσης ή κατώτερης από το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.»
(Να καταργηθεί η πρόβλεψη αυτή για λόγους εξασφάλισης ελάχιστης ποιότητας και ισονομίας.)
6. Οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να απαιτούν από τον ανάδοχο εγγύηση καλής εκτέλεσης συμφωνίας – πλαίσιο, το ύψος της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό 0,5% επί της εκτιμώμενης αξίας της συμφωνίας-πλαίσιο ή του τμήματος της συμφωνίας πλαίσιο που του έχει ανατεθεί. Η εγγύηση του προηγούμενου εδαφίου επιστρέφεται στο σύνολό της μετά τη λήξη της ισχύος της συμφωνίας – πλαίσιο ή παρατάσεών της. Προκειμένου να ανατεθεί σύμβαση δυνάμει ισχύουσας συμφωνίας-πλαίσιο, η αναθέτουσα αρχή που αναθέτει τη σύμβαση οφείλει να απαιτήσει από τον ανάδοχο να καταθέσει εγγύηση καλής εκτέλεσης της σύμβασης αυτής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3.
(Η εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης να υπολογίζεται επί της εκτιμώμενης αξίας κατ’ αντιστοιχία με τις υπόλοιπες περιπτώσεις.)
7. Οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να απαιτούν από τον ανάδοχο «εγγύηση προκαταβολής» στην περίπτωση που πρόκειται να χορηγηθεί προβλέπεται να χορηγηθεί σε αυτόν προκαταβολή, για ποσό ίσο με αυτό της προκαταβολής.
(Η προκαταβολή έναντι εγγυητικής δεν είναι έντοκη.)
Ν.4412 – Άρθρο 75, προσθήκη νέας παραγράφου
Κριτήρια επιλογής
(άρθρο 58 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΝΕΑΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ:
6. Στις δημόσιες συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδονται εγκύκλιοι του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών σχετικά με το είδος και την στάθμιση των επιμέρους κριτηρίων ποιοτικής επιλογής ανά κατηγορία μελέτης και υπηρεσίας και ανά εκτιμώμενη αξία σύμβασης. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποκλίνει από τα οριζόμενα στις ανωτέρω εγκυκλίους, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου.
(Στόχος είναι η αντικειμενικοποίηση των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής και η κοινή εφαρμογή τους από τις αναθέτουσες αρχές, με γνώμονα τον υγιή ανταγωνισμό και τη διασφάλιση συμμετοχής οικονομικών φορέων που θα έχουν τα καταρχήν εχέγγυα για την άρτια, ποιοτική και έγκαιρη εκτέλεση των συμβάσεων.)
Σ/Ν – Άρθρο 26
Κριτήρια επιλογής σε διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης μελέτης ή παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών- Αντικατάσταση άρθρου 77 ν. 4412/2016
«Άρθρο 77
Κριτήρια επιλογής σε διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης μελέτης ή τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών.
η) για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία ανάθεσης μελετών και παροχής τεχνικών υπηρεσιών προεκτιμώμενης αξίας άνω των ορίων του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, οι οικονομικοί φορείς υποχρεούνται να διαθέτουν σε ισχύ ασφαλιστική κάλυψη έναντι επαγγελματικού κινδύνου, το ελάχιστο όριο της οποίας καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες εξασφάλισης και απόδειξής της καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών που εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
(Δεν είναι ορθή η εξαίρεση αυτή, καθόσον αντίκειται στις αρχές του ισότιμου και υγιούς ανταγωνισμού. Εισάγεται ενιαία εφαρμογή υποχρεωτικής ασφαλιστικής κάλυψης των οικονομικών φορέων έναντι επαγγελματικών κινδύνων σε ύψος απαιτήσεων το οποίο θα συσχετίζεται με το είδος και την αξία των συμβάσεων, αλλά και με την προσφερόμενη έκπτωση του υποψηφίου.)
Να καταργηθεί η παράγραφος «2. Στις περιπτώσεις του άρθρου 50, οι υποβαλλόμενες μελέτες πρέπει να έχουν εκπονηθεί από μελετητές οι οποίοι διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα, κατά τις διατάξεις του παρόντος, τις λοιπές κείμενες διατάξεις σχετικά με τους όρους άσκησης του επαγγέλματος του μελετητή, καθώς και με τους όρους των εγγράφων της σύμβασης.»
(Ο ρόλος και οι διαδικασίες συμμετοχής του μελετητή στο σύστημα μελέτη – κατασκευή ορίζονται στο σχετικό άρθρο 50 του νόμου, όπως προτείνεται να τροποποιηθεί και συμπληρωθεί (βλ. άνωθεν). Σε κάθε περίπτωση, η παράγραφος αυτή δεν αφορά το παρόν άρθρο.)
3. Για τη συμπερίληψη, στα έγγραφα της σύμβασης, απαιτήσεων οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, καθώς και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, πέραν των προβλεπόμενων για την εγγραφή και κατάταξη σε τάξη των οικείων μητρώων του π.δ. 71/2019, αντίστοιχου προϋπολογισμού και κατηγορίας μελέτης, οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν, προηγουμένως, να ζητούν γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών. Το τεχνικό συμβούλιο εντός της ταχθείσας από την αναθέτουσα αρχή προθεσμίας, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερών, ελέγχει εάν οι απαιτήσεις που ζητά η αναθέτουσα αρχή να συμπεριληφθούν, από την αναθέτουσα αρχή, στα έγγραφα της σύμβασης δικαιολογούνται από τη φύση της σύμβασης, σχετίζονται και είναι ανάλογες προς το αντικείμενό της.
Σ/Ν – Άρθρο 31
Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων – Αντικατάσταση άρθρου 86 ν. 4412/2016
γ) η οργάνωση του οικονομικού φορέα, βάσει των στοιχείων των περ. δ’ και ε’ της παρ. 2 του άρθρου 94 και συγκεκριμένα η σαφήνεια στον καθορισμό των καθηκόντων της ομάδας, η επάρκεια της προτεινόμενης ομάδας μελέτης σε σχέση με τη δομή του οργανογράμματος, η εμπειρία του συντονιστή και των βασικών στελεχών της ομάδας ανά κατηγορία μελέτης και ο βαθμός συνοχής της προτεινόμενης ομάδας μελέτης,
(Εισάγεται ως κριτήριο αξιολόγησης η εμπειρία, πέραν του συντονιστή, και των βασικών στελεχών της ομάδας μελέτης όπως θα ζητείται στα τεύχη του διαγωνισμού.)
6. Στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης εκπόνησης μελετών (πλήρους μελέτης ή επιμέρους σταδίων αυτής) και τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν την τιμή ή το κόστος ως μοναδικό κριτήριο ανάθεσης μόνο στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία κάτω των ορίων του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, εφόσον συντρέχει μία από τις παρακάτω περιπτώσεις και κατόπιν γνώμης του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου της αναθέτουσας αρχής:
(Περιορισμός ανάθεσης μελετών με μοναδικό κριτήριο το κόστος.
Απόσπασμα από τον Οδηγό «SELECTION OF CONSULTANTS» της FIDIC, Third Edition, 2019, παρ. 2.1: «FIDIC acknowledges that many Client organisations see competition based on price as being fundamental to maintaining integrity and probity. While this may be true in respect of product
supply against a specification, it is rarely an effective approach when procuring professional services. Professional services are provided from knowledge and experience bases built up over many years, many highly qualified people and thousands of projects. The intrinsic value of these intellectual assets is not reflected in the fees professionals charge their clients, but in the qualifications and quality of the services offered and delivered by the Consultant.
The fee paid to a Consultant including design services is invariably a small fraction of about 1-2% of the Life Cycle Cost of a project and yet the Consultant’s service is key to project success. Ultimate project quality is greatly leveraged on the quality of the Consultancy service at every stage of its development and delivery.
For these reasons, FIDIC recommends that the preferred selection method for Consultancy Services be the Quality Based Selection (QBS) method (see Section 4.1 and Ref. F5). QBS is beneficial for all project types; complex and straight forward, big and small, national and international. If not applied to all, FIDIC recommends the QBS method as the only method for those projects where there is significant complexity, or where there is a multiplier effect i.e. where the consequences of failure are significant, or where the competing candidates will all be National Consultancy Firms.»)
Ειδικότερα κατά την ανάθεση σύμβασης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών το κριτήριο της τιμής έχει βαρύτητα είκοσι τοις εκατό (20%) και τα λοιπά κριτήρια ανάθεσης έχουν συνολική βαρύτητα ογδόντα τοις εκατό (80%). Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών ορίζονται επί μέρους κριτήρια πλην της τιμής, που δύνανται να χρησιμοποιούνται για την ανάθεση και η επιμέρους βαρύτητά τους, ενώ μπορεί με αιτιολογημένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, η οποία εκδίδεται κατόπιν γνώμης του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου, να ορίζεται μικρότερο ποσοστό βαρύτητας του 20% για το κριτήριο της τιμής.
(Απόσπασμα από τον Οδηγό «SELECTION OF CONSULTANTS» της FIDIC, Third Edition, 2019, παρ. 4.2: «The relative weight to be given to qualification and cost should be determined for each case depending on the nature of the assignment. FIDIC recommends that, when cost is an element in the selection process, it should normally be kept between 0 and 10 percent; with 20 percent being the maximum weight in simple and straightforward cases.»)
Κάθε κριτήριο αξιολόγησης βαθμολογείται αυτόνομα με βάση τα στοιχεία της προσφοράς. Στη διακήρυξη καθορίζονται υποχρεωτικά και με σαφήνεια ο τρόπος αξιολόγησης και βαθμολόγησης κάθε κριτηρίου και τα κρίσιμα στοιχεία – παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση των προσφορών σε κάθε κριτήριο.
(Απαίτηση μεγαλύτερης σαφήνειας στον προσδιορισμό των κριτηρίων αξιολόγης από τις αναθέτουσες αρχές.)
Σ/Ν – Άρθρο 33
Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές – Τροποποίηση άρθρου 88 ν. 4412/2016
Να διαγραφεί η παράγραφος «6. Στις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών, παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, σε κάθε περίπτωση, τεκμαίρονται προσφορές που υποβάλλονται σε διαγωνισμό και εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο του συνόλου των εκπτώσεων των προσφορών που υποβλήθηκαν. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να κρίνει ότι ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές τεκμαίρονται και προσφορές με μικρότερη ή καθόλου απόκλιση από το ως άνω όριο.»
(Η πρόβλεψη αυτή, ειδικά για την παροχή υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων οι μελέτες και οι τεχνικές υπηρεσίες, δεν θα έχει θετικό αποτέλεσμα διότι η τεκμηρίωση των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών είναι ευχερής εξ’ αιτίας της κατάργησης ορίων κατώτατου μισθού για μηχανικούς και λοιπούς επιστήμονες. Αντίθετα, θα επιφέρει υπερβολικές καθυστερήσεις και δικαστικές διαμάχες μέχρι την ανάθεση.)
Σ/Ν – Άρθρο 40
Χρόνος ισχύος προσφορών – Τροποποίηση άρθρου 97 ν. 4412/2016
3…
Σε περίπτωση που λήξει ο χρόνος ισχύος των προσφορών και δεν ζητηθεί παράταση της προσφοράς, η αναθέτουσα αρχή δύναται, πριν την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών, με αιτιολογημένη απόφασή της, εφόσον η εκτέλεση της σύμβασης εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, να ζητήσει εκ των υστέρων από τους οικονομικούς φορείς που συμμετέχουν στη διαδικασία να παρατείνουν την προσφορά τους.
(Σκόπιμη προσθήκη για προφανείς λόγους.)
Άρθρο 56
Ανάθεση εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για δημόσιες συμβάσεις– Τροποποίηση άρθρου 128 ν. 4412/2016
4. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις πιστώσεις του έργου. Στην εισήγηση προς το Τεχνικό Συμβούλιο και στην πρόσκληση προς διαπραγμάτευση αναφέρονται αναλυτικά τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής των προσκληθέντων, τα οποία πρέπει να σχετίζονται με το ειδικό αντικείμενο της προς ανάθεση σύμβασης. Η ανάθεση καθηκόντων συμβούλου γίνεται με σύμβαση στην οποία ορίζονται οι παρεχόμενες από τον σύμβουλο υπηρεσίες, οι όροι και προϋποθέσεις παροχής τους, η διάρκεια της σύμβασης και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της.
(Η ανάθεση πάσης φύσεως τεχνικών υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες κ.λπ.) ή/και μελετών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις κανονικές διαδικασίες ανάθεσης που προβλέπει ο Ν. 4412/2016, καθόσον με τη συχνότατη, πλέον, χρήση της εξαιρετικής διαδικασίας αυτής, παρακάμπτεται η κανονική διαδικασία, αφού ουσιαστικά πρόκειται για απευθείας αναθέσεις (και μάλιστα μελετών σε πολλές περιπτώσεις), οι οποίες αποτελούν μία από τις αιτίες πλημμελούς εφαρμογής ή έλλειψης δικαίου σύμφωνα με την Έκθεση Παρακολούθησης Δημοσίων Συμβάσεων στην Ελλάδα (ΕΑΑΔΗΣΥ, Ιούνιος 2018).
Το Υπουργείο Υποδομών & Μεταφορών, αλλά και οι άλλες αναθέτουσες αρχές μεγάλων έργων, μπορούν να χρησιμοποιούν το εργαλείο των συμβάσεων-πλαίσιο, ώστε να καλύπτουν αμέσως, και με την απαιτούμενη διαφάνεια και ποιότητα, τις όποιες ανάγκες τους για μελετητικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Σε κάθε περίπτωση, η προσθήκη αυτή είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση των βασικών αρχών της διαφάνειας και του υγιούς ανταγωνισμού στις διαδικασίες ανάθεσης με χρήση του άρθρου αυτού.)
Σ/Ν – Άρθρο 57
Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση και επίβλεψη- Αντικατάσταση άρθρου 136 ν. 4412/2016
Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου ως εξής:
3. Η επίβλεψη δύναται να ασκηθεί, μέσω διακριτής σύμβασης του παρόντος νόμου, από οικονομικούς φορείς εγγεγραμμένους στο Μητρώο Επιχειρήσεων Συμβούλων Διοίκησης – Διαχείρισης Έργων της περίπτωσης Γ της παραγράφου 11.α του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (ΦΕΚ 74 Α).
Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών ορίζονται ειδικότερα στοιχεία σχετικά με τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, τα κριτήρια προεπιλογής και ανάθεσης, λεπτομέρειες σχετικά με τις απαιτήσεις επίβλεψης ανάλογα με τη φύση και τη σπουδαιότητα του έργου, τα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η σύμβαση επίβλεψης, τις απαιτήσεις ασφάλισης ευθύνης εργοδότη, αστικής και επαγγελματικής ευθύνης έναντι του κυρίου του έργου και τρίτων, καθώς και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο για την εφαρμογή της.
Τα στελέχη της ομάδας επίβλεψης του ιδιωτικού φορέα υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου.
(Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης μέσω της ορθολογικής αξιοποίησης του ιδιωτικού τομέα συνιστά σημαντική και ουσιαστική μεταρρύθμιση, η οποία όμως θέλει ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο εφαρμογής της, ώστε να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Σύμφωνα και με τη διεθνή πρακτική, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του ΕΣΒΥΚ βασίζονται στα εξής:
1. Η επίβλεψη από ιδιωτικό οικονομικό φορέα πρέπει να είναι στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, χωρίς περιορισμούς (βλ. πρόταση για κατάργηση άρθρου 52).
2. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης είναι θεματοφύλακας των συμφερόντων του κυρίου του έργου, ήτοι του δημοσίου συμφέροντος, και δεν μπορεί να επιλέγεται από τον ανάδοχο του έργου και, μάλιστα, με διαδικασία απευθείας ανάθεσης.
3. Η σύμβαση επίβλεψης συνιστά δημόσια σύμβαση και συνάπτεται μεταξύ του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης και της αναθέτουσας αρχής και όχι με τον ανάδοχο του έργου.
4. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Επιχειρήσεων Συμβούλων Διοίκησης – Διαχείρισης Έργων της περίπτωσης Γ της παραγράφου 11.α του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (βλ. και Π.Δ. 71/2019.
5. Η ανάθεση της σύμβασης επίβλεψης πρέπει να γίνεται με τη διαδικασία της προεπιλογής, με κριτήρια επιλογής και απαιτήσεις που να διασφαλίζουν την καταλληλότητα του φορέα για την άρτια και ποιοτική επίβλεψη του εκάστοτε έργου.
Σημειώνεται ότι στην προτεινόμενη εξουσιοδοτική Υ.Α. δεν περιλαμβάνεται η αμοιβή για την επίβλεψη, καθόσον αυτή καθορίζεται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών του άρθρου 49, όπως διαμορφώνεται με το παρόν σ/ν.)
9. Μετά από την έναρξη κατασκευής του έργου, οι βασικοί μελετητές έργων που έχουν υπαχθεί στο άρθρο 7Α του ν. 2282/2001 (Α’ 17) δύνανται να μετέχουν ως τεχνικοί σύμβουλοι – μελετητές στην εκτέλεση αυτού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 144 και στην παρ. 6 του άρθρου 188 και υποχρεούνται να συνεργάζονται με τον ιδιωτικό φορέα επίβλεψης, εφόσον δεν μετέχουν στον φορέα επίβλεψης.
Απαραίτητη συμπλήρωση.
Σ/Ν – Άρθρο 58
Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση & Επίβλεψη έργων κάτω των ορίων – Μητρώο επιβλεπόντων ελεγκτών μηχανικών – Εξουσιοδοτική διάταξη – Προσθήκη άρθρου 136Α στον ν. 4412/2016
Να καταργηθεί το άρθρο.
(Ο επιχειρούμενος διαχωρισμός είναι αντιαναπτυξιακός και εκτός κάθε ορθολογικής πρακτικής (δεν συμβάλει στην ένωση φυσικών προσώπων σε νομικές μορφές και στην μεγέθυνση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων), θα οδηγήσει σε στρεβλώσεις και σε έργα δύο ταχυτήτων.
Οι απαιτήσεις για την επίβλεψη έργων τίθενται σε κάθε περίπτωση από την αναθέτουσα αρχή.
Εκτός των αναφερομένων στο προηγούμενο άρθρο επισημαίνονται και τα εξής:
Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος για τη δημιουργία ενός νέου μητρώου προς εξυπηρέτηση των Ο.Τ.Α., ιδίως μετά τη θέσπιση της δυνατότητας απευθείας ανάθεσης έως 30.000 ευρώ.
Η διαδικασία της κλήρωσης είναι παντελώς εσφαλμένη, καθόσον υπολαμβάνει ότι όλα τα έργα μικρού προϋπολογισμού είναι απλά έργα, χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές απαιτήσεις, και μπορεί να τα επιβλέψει ο οποιοδήποτε.
Τέλος, η προτεινόμενη ρύθμιση δεν συνάδει με την κυβερνητική πολιτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.)
Σ/Ν – Άρθρο 59
Γενικές υποχρεώσεις του αναδόχου
Προτείνεται η διαγραφή των παραγράφων 2, 3 και 18.
(Οι διατάξεις αυτές παρουσιάζονται προβληματικές, ως προς την εφαρμοσιμότητά τους, καθόσον σε 2 και 3 μήνες δεν είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί ουσιαστικός και ενδελεχής έλεγχος μιας μελέτης, της οποίας η εκπόνηση διήρκησε υπερπολλαπλάσιο χρόνο (ιδίως για μεγάλα ή/και πολυσύνθετα έργα).
Η ορθότατη στόχευση στην ελαχιστοποίηση των συχνών φαινομένων τροποποιήσεων των μελετών κατά την εκτέλεση των έργων, μπορεί να επιτευχθεί, με βάση και τις διεθνείς πρακτικές, μέσω άλλων τρόπων:
1. Εφαρμογή μέτρων διασφάλισης της ποιότητας των μελετών (αξιοκρατικά κριτήρια προεπιλογής και ανάθεσης, αποτελεσματική επίβλεψη και έλεγχος με τη βοήθεια του ιδιωτικού τομέα, υψηλές απαιτήσεις ασφαλίσεων κ.λπ.).
2. Εφαρμογή υποχρεωτικής διαβούλευσης επί της μελέτης και των τευχών δημοπράτησης πριν τη διενέργεια του διαγωνισμού.
3. Ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης για την αποτελεσματική επίβλεψη των έργων με τη βοήθεια του ιδιωτικού τομέα.
4. Σύνταξη σύγχρονων τεχνικών προδιαγραφών μελετών και έργων, κ.ά.)
Σ/Ν – Άρθρο 88
Διαιτητική επίλυση διαφορών – Τροποποίηση άρθρου 176 ν. 4412/2016
1. Στα έγγραφα της σύμβασης, για έργα εκτιμώμενης αξίας ανώτερης των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ και για μελέτες και τεχνικές και λοιπές συναφείς επιστημονικές υπηρεσίες εκτιμώμενης αξίας του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, μπορεί να εγκριθεί και να περιληφθεί ρήτρα περί διαιτητικής επίλυσης κάθε διαφοράς που προκύπτει σχετικά με την εφαρμογή, την ερμηνεία ή το κύρος της σύμβασης. Προκειμένου για έργα κατώτερου προϋπολογισμού, απαιτείται για τη συμπερίληψη αντίστοιχης ρήτρας η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου.
(Διόρθωση για την προσαρμογή στους ορισμούς του νόμου. Πρόβλεψη για την εφαρμογή της διαιτησίας και στις μελέτες κατ’ αντιστοιχία με τα οριζόμενα για τα έργα.
Δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος για τον περιορισμό αυτόν (Δεν υπάρχει αιτιολογία που να μπορεί να εισηγηθεί αρνητικά το Τεχνικό Συμβούλιο στην επιλογή της αναθέτουσας αρχής).
6. Με συμφωνία των συμβαλλομένων, η επίλυση διαφορών από σύμβαση που έχει υπογραφεί χωρίς να συμπεριληφθεί σε αυτήν ρήτρα διαιτησίας κατά την παρ. 1, μπορεί να υπάγεται στις διατάξεις περί διαιτησίας.»
(Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εισαχθούν άμεσα και άλλες σύγχρονες και λιγότερο δαπανηρές εξωδικαστικές μέθοδοι επίλυσης διαφορών, όπως φιλικός διακανονισμός, διαμεσολάβηση, επιτροπή επίλυσης τεχνικών διαφορών, κ.ά. μέθοδοι που χρησιμοποιούνται, πλέον, σε πολλές άλλες χώρες. Το ΕΣΒΥΚ διατίθεται να συμβάλει προς αυτήν την κατεύθυνση.)
Σ/Ν – Άρθρο 89
Διοίκηση σύμβασης μελέτης – παροχής τεχνικών υπηρεσιών, έλεγχος, επίβλεψη και παρακολούθηση – Αντικατάσταση άρθρου 183 ν. 4412/2016
Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου ως εξής:
3. Η επίβλεψη δύναται να ασκηθεί, μέσω διακριτής σύμβασης του παρόντος νόμου, από οικονομικούς φορείς εγγεγραμμένους στο Μητρώο Μελετητικών Επιχειρήσεων Δημοσίων Έργων της παραγράφου 11.α του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (ΦΕΚ 74 Α). Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών ορίζονται ειδικότερα στοιχεία σχετικά με τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, τα κριτήρια προεπιλογής και ανάθεσης, λεπτομέρειες σχετικά με τις απαιτήσεις επίβλεψης ανάλογα με τη φύση και τη σπουδαιότητα της μελέτης, τα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η σύμβαση επίβλεψης, τις απαιτήσεις ασφάλισης ευθύνης εργοδότη, αστικής και επαγγελματικής ευθύνης έναντι του κυρίου του έργου και τρίτων, καθώς και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο για την εφαρμογή της.
Τα στελέχη της ομάδας επίβλεψης του ιδιωτικού φορέα υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου.
(Η άσκηση ιδιωτικής επίβλεψης πρέπει να είναι στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής αν το κρίνει απαραίτητο, χωρίς περιορισμούς.
Η πιστοποίηση των φορέων επίβλεψης θα πραγματοποιηθεί μέσω της εγγραφής τους στο ΜΗΕΣΔΔΕ του ΜΗΤΕ.
Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης μέσω της ορθολογικής αξιοποίησης του ιδιωτικού τομέα συνιστά σημαντική και ουσιαστική μεταρρύθμιση, η οποία όμως θέλει ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο εφαρμογής της, ώστε να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Σύμφωνα και με τη διεθνή πρακτική πρέπει:
1. Η επίβλεψη από ιδιωτικό οικονομικό φορέα πρέπει να είναι στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, χωρίς περιορισμούς (βλ. πρόταση για κατάργηση άρθρου 52).
2. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης είναι θεματοφύλακας των συμφερόντων του κυρίου του έργου, ήτοι του δημοσίου συμφέροντος, και δεν μπορεί να επιλέγεται από τον ανάδοχο της σύμβασης και, μάλιστα, με διαδικασία απευθείας ανάθεσης.
3. Η σύμβαση επίβλεψης συνιστά δημόσια σύμβαση και συνάπτεται μεταξύ του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης και της αναθέτουσας αρχής και όχι με τον ανάδοχο της σύμβασης.
4. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελετητικών Επιχειρήσεων Δημοσίων Έργων της παραγράφου 11.α του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (βλ. και Π.Δ. 71/2019).
5. Η ανάθεση της σύμβασης επίβλεψης πρέπει να γίνεται με τη διαδικασία της προεπιλογής, με κριτήρια επιλογής και απαιτήσεις που να διασφαλίζουν την καταλληλότητα του φορέα για την άρτια και ποιοτική επίβλεψη της εκάστοτε σύμβασης.
Σημειώνεται ότι στην προτεινόμενη εξουσιοδοτική Υ.Α. δεν περιλαμβάνεται η αμοιβή για την επίβλεψη, καθόσον αυτή καθορίζεται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών του άρθρου 49, όπως διαμορφώνεται στο παρόν σ/ν.)
Σ/Ν – Άρθρο 90
Μητρώο Επιβλεπόντων Ελεγκτών Μηχανικών – Προσθήκη άρθρου 183Α στον ν. 4412/2016
Στον ν. 4412/2016 (Α’ 147) προστίθεται άρθρο 183 Α ως εξής:
Να καταργηθεί .
(Εκτός των αναφερομένων στο προηγούμενο άρθρο επισημαίνονται και τα εξής:
Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος για τη δημιουργία ενός νέου μητρώου προς εξυπηρέτηση των Ο.Τ.Α., ιδίως μετά τη θέσπιση της δυνατότητας απευθείας ανάθεσης έως 30.000 ευρώ.
Η διαδικασία της κλήρωσης είναι παντελώς εσφαλμένη, καθόσον υπολαμβάνει ότι όλες οι μελέτες μικρού προϋπολογισμού είναι απλές, χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές απαιτήσεις, και μπορεί να τις επιβλέψει ο οποιοδήποτε.
Τέλος, η προτεινόμενη ρύθμιση δεν συνάδει με την κυβερνητική πολιτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.)
Σ/Ν – Άρθρο 91
Προθεσμίες – Χρονοδιάγραμμα- Αντικατάσταση άρθρου 184 ν. 4412/2016
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΝΕΑΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ
Για την ταχύτερη, σε σχέση με τη συμβατική προθεσμία, εκπόνηση πλήρους ή επιμέρους μελέτης, τίθεται σχετική πρόβλεψη στη διακήρυξη δημοπράτησης κάθε διαδικασίας ανάθεσης, ότι καταβάλλεται στον ανάδοχο πρόσθετη καταβολή (πριμ), εφόσον ο χρόνος παράδοσης της μελέτης είναι μικρότερος κατά 10% του προβλεπόμενου στη σύμβαση. Στην περίπτωση αυτή για την πληρωμή της πρόσθετης καταβολής απαιτείται η προηγούμενη έκδοση απόφασης του αρμόδιου αποφαινομένου οργάνου, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου της αναθέτουσας αρχής και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει, του τεχνικού συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών.
Η πρόσθετη καταβολή υπολογίζεται ως ποσοστό της αρχικής συμβατικής αξίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα συμβατικά τεύχη και το συνολικό ύψος της, δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της αξίας της συμβατικής αμοιβής, μη συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Η πρόσθετη καταβολή καταβάλλεται με την εμπρόθεσμη ολοκλήρωση του συμβατικού αντικειμένου συμπεριλαμβανομένων των παρατάσεων.
Οι αποφάσεις για παρατάσεις προθεσμιών ρυθμίζουν κάθε θέμα που σχετίζεται με την πρόσθετη αυτή καταβολή και ιδιαίτερα, αν μετατίθεται, μερικά ή ολικά, ο κρίσιμος, για την πρόσθετη καταβολή, χρόνος, με σαφή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, προκειμένου να δικαιούται ο ανάδοχος πρόσθετη αμοιβή κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή, υπό τον όρο ο ανάδοχος να είναι ανυπαίτιος για τις χορηγηθείσες παρατάσεις.
(Η πρόβλεψη για χορήγηση πρόσθετης καταβολής (πριμ) όταν μειώνεται ο χρόνος παράδοσης σε αντιστοιχία με την αντίστοιχη πρόβλεψη για τα έργα (Άρθρο 68: Ρήτρα πρόσθετης καταβολής (πριμ) – Αντικατάσταση άρθρου 149 ν. 4412/2016), θα δώσει ισχυρό κίνητρο στους μελετητές για επιτάχυνση της εκπόνησης των μελετών και την υποβοήθηση της αναθέτουσας αρχής στην προώθηση των διαδικασιών ελέγχου και αδειοδοτήσεων.)
Να καταργηθεί η παράγραφος «Σε περίπτωση που σημειώνεται καθυστέρηση στην εκτέλεση της σύμβασης για χρονικό διάστημα πέραν των δύο (2) ετών, από τη λήξη της συνολικής προθεσμίας, η σύμβαση διαλύεται και επέρχονται οι συνέπειες της παρ. 2 του άρθρου 192. Κατ’ εξαίρεση με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της προϊσταμένης αρχής, ύστερα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, μπορεί να παρατείνεται η προθεσμία μιας σύμβασης καθ’ υπέρβαση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, όταν η καθυστέρηση εκτέλεσης δεν οφείλεται στον εργοδότη ή στον ανάδοχο.»
(Η πρόβλεψη για χορήγηση πρόσθετης καταβολής (πριμ) όταν μειώνεται ο χρόνος παράδοσης σε αντιστοιχία με την αντίστοιχη πρόβλεψη για τα έργα (Άρθρο 68: Ρήτρα πρόσθετης καταβολής (πριμ) – Αντικατάσταση άρθρου 149 ν. 4412/2016), θα δώσει ισχυρό κίνητρο στους μελετητές για επιτάχυνση της εκπόνησης των μελετών και την υποβοήθηση της αναθέτουσας αρχής στην προώθηση των διαδικασιών ελέγχου και αδειοδοτήσεων.)
Ν4412 – Άρθρο 186
Τροποποίηση σύμβασης κατά τη διάρκειά της
Δεν απαιτείται η υπογραφή συμπληρωματικής / τροποποιητικής σύμβασης στις περιπτώσεις των παραγράφων 3 και 4 καθώς και στην περίπτωση αύξησης της συμβατικής αμοιβής για ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες της περ. γ. της παρ. 8 του άρθρου 53 και εντός του ποσοστού της περίπτωσης αυτής.
(Η πληρωμή ενδεχόμενης αύξησης της συμβατικής αμοιβής των υποστηρικτικών μελετών μετά από εγκεκριμένη επιμέτρηση, να καλύπτει την ανάγκη υπογραφής συμπληρωματικής / τροποποιητικής σύμβασης εφόσον δεν υπερβαίνει συνολικά το 30% της συμβατικής αμοιβής.)
Σ/Ν – Άρθρο 93
Καταβολή της αμοιβής του αναδόχου – Τροποποίηση άρθρου 187 ν. 4412/2016
α) Εφόσον προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης, με την υπογραφή της σύμβασης, καθώς και την εντολή έναρξης κάθε επόμενου σταδίου χορηγείται στον ανάδοχο έντοκη προκαταβολή που ανέρχεται σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της συμβατικής αμοιβής του σταδίου, έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής, που εκ δίδεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 72. Η προκαταβολή είναι έντοκη, με επιτόκιο ίσο με το μικρότερο επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του δημοσίου δωδεκάμηνης ή, αν δεν εκδίδονται τέτοια, εξάμηνης διάρκειας, προσαυξημένο κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το επιτόκιο.
(Να διατηρηθούν οι προβλέψεις του Ν.4412 όπως ισχύει, οι οποίες εφαρμόζονται στις συμβάσεις μελετών από το 1974, καθόσον ουδεμία σκοπιμότητα και νόημα έχει η τροποποίησή τους και δείχνει μία άνευ αιτιολόγησης τιμωρητική διάθεση.
Η μείωση του ποσοστού της προκαταβολής από 15% σε 10% δεν βοηθά την ομαλή χρηματοδοτικής ροή στους μελετητές λαμβάνοντας υπόψη και τις μεγάλες καθυστερήσεις πληρωμών που παρατηρούνται τα τελευταία 10 χρόνια λόγω της οικονομικής κατάστασης της Χώρας.)
ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή κάθε ενδιάμεσου σταδίου ανά κατηγορία μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του σταδίου.
στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της αμοιβής του τελικού σταδίου ή είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του τελικού σταδίου με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον πέντε τοις εκατό (5%).
(Είναι μη σύννομο και καταχρηστικό να μην αποπληρώνεται ένα εγκεκριμένο και παραληφθέν ενδιάμεσο στάδιο μελέτης το οποίο, ως παραληφθέν, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αναθέτουσα αρχή για τις ανάγκες της.
Επισημαίνεται, τέλος, ότι τα ποσοστά στο σ/ν δεν αθροίζουν 100%:Για τις μελέτες ενδιαμέσων σταδίων: 70%+10%+10% = 90%.
Για τις μελέτες του τελικού σταδίου: 70%+10%+20%+5% = 105%.)
3. Οι ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες της περ. γ’ της παρ. 8 του άρθρου 53 επιμετρούνται κατά την εκτέλεση της σύμβασης και πληρώνονται ιδιαίτερα. Η πληρωμή των εργασιών αυτών γίνεται απολογιστικά με βάση τη προσφερθείσα έκπτωση της κατηγορίας μελέτης και την εκτελεσθείσα ποσότητα μονάδων φυσικού αντικειμένου, κατόπιν υποβολής σχετικής επιμέτρησης από τον ανάδοχο, η οποία θεωρείται από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας και πάντα μέχρι το τριάντα τοις εκατό (30%) της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής για όλες τις κατηγορίες. Για την έγκριση της τυχόν πρόσθετης δαπάνης έναντι της συμβατικής αμοιβής κάθε τέτοιας κατηγορίας εργασιών, συντάσσεται και εγκρίνεται ΣΠ βάσει των οριζομένων στην παράγραφο 1 εδάφιο τελευταίο του άρθρου 186. Για μόνη την τυχόν διαφοροποίηση των επιμετρούμενων ποσοτήτων μονάδων φυσικού αντικειμένου κάθε τέτοιας κατηγορίας εργασιών χωρίς ταυτόχρονα και αύξηση της δαπάνης του συνόλου αυτών δεν συντάσσεται ΣΠ.
(Η προσθήκη της λέξης «απολογιστικά» δηλώνει ότι η αμοιβή για τις εργασίες αυτές προκύπτει αφού εκτελεσθούν σύμφωνα με το εγκεκριμένο πρόγραμμα και την εντολή της Δ/νουσας Υπηρεσίας και πιστοποιείται με την έγκριση της επιμέτρησης.)
Σ/Ν – Άρθρο 98
Αποζημίωση αναδόχου σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης – Αντικατάσταση άρθρου 194 ν. 4412/2016
1. Αν η σύμβαση εκπόνησης μελέτης ή παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών διαλυθεί από τον εργοδότη και προβλέπεται από τη σύμβαση καταβολή αποζημίωσης, ο ανάδοχος δικαιούται αποζημίωσης, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το δέκα τοις εκατό (10%) επί της συμβατικής αμοιβής των σταδίων που υπολείπονται για την ολοκλήρωσή της. Για την αμοιβή των ήδη εκπονηθέντων τμημάτων του σταδίου της μελέτης που διακόπτεται συντάσσεται Πρωτόκολλο Κανονισμού Νέων Τιμών Μονάδας Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.).
(Η μείωση του ποσοστού αποζημίωσης σε περίπτωση διάλυσης σύμβασης μελέτης ή παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών από τον Εργοδότη χωρίς υπαιτιότητα του Αναδόχου, από 10% σε μόλις 3% της συμβατικής αμοιβής των υπολειπομένων σταδίων, είναι απαράδεκτη και δείχνει τη διάθεση του νομοθέτη για έργα χωρίς μελέτες.)
Ν4412 – Άρθρο 221Α
Όργανα διενέργειας διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων– Τροποποίηση άρθρου 221 ν. 4412/2016
1. Οι Επιτροπές που έχουν αναλάβει τη διεξαγωγή των διαγωνιστικών διαδικασιών ολοκληρώνουν το έργο τους εντός των κάτωθι προθεσμιών: α) Όταν κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά βάσει μόνο της τιμής η αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής και των τεχνικών προσφορών ολοκληρώνεται εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από την αποσφράγιση. β) Όταν κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά βάσει μόνο της τιμής και δεν προβλέπεται η υποβολή τεχνικής προσφοράς η αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής ολοκληρώνεται αυθημερόν με την αποσφράγιση. Αν η ολοκλήρωση του ελέγχου δεν είναι δυνατή την ίδια μέρα, λόγω του μεγάλου αριθμού των προσφορών, ελέγχονται τουλάχιστον οι δέκα (10) πρώτες κατά σειρά υποβολής ή κατά σειρά μειοδοσίας . Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία συνεχίζεται τις επόμενες εργάσιμες ημέρες. γ) Όταν κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά βάσει βέλτιστης σχέσης ποιότητας – τιμής, η αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής και των τεχνικών προσφορών ολοκληρώνεται εντός τριάντα (30) εργασίμων ημερών από την αποσφράγιση. δ) Η αξιολόγηση των οικονομικών προσφορών ολοκληρώνεται εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών. ε) Η αξιολόγηση των δικαιολογητικών κατακύρωσης ολοκληρώνεται σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες. στ) Η αξιολόγηση των ενστάσεων από την αρμόδια Επιτροπή ολοκληρώνεται εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση σε αυτήν της ένστασης και την πλήρη πρόσβαση στα αρχεία του διαγωνισμού. Ειδικά στις περιπτώσεις ενστάσεων κατά διακήρυξης, η αξιολόγηση των ενστάσεων ολοκληρώνεται πριν την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Ειδικά στους διαγωνισμούς με διαδικασία προεπιλογής, η αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής και η ποιοτική επιλογή ολοκληρώνεται εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την αποσφράγιση. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι παραπάνω προθεσμίες ως έχουν εκτός από αυτήν της περίπτωσης γ), η οποία μειώνεται στο μισό.
2. Η Αναθέτουσα Αρχή αποφαίνεται επί των Πρακτικών εντός προθεσμίας δέκα (10) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση των σχετικών Πρακτικών.
3. Οι ως άνω προθεσμίες παρατείνονται αναλόγως σε περίπτωση που ζητηθούν διευκρινίσεις ή συμπληρώσεις ή απαιτείται επιβεβαίωση στοιχείων κατά τις κείμενες διατάξεις. Σε συμβάσεις προϋπολογισμού άνω των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ ή σύνθετες συμβάσεις που ο όγκος των δικαιολογητικών ή των τεχνικών προσφορών είναι μεγάλος, οι ως άνω προθεσμίες δύνανται να παρατείνονται έως και το τριπλάσιο των παραπάνω προθεσμιών.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΝΕΑΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ
4. Στα μέλη των επιτροπών διαγωνισμού καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή ανά συνεδρίαση, το ύψος και ο τρόπος καταβολής της οποίας θα καθορισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών που θα εκδοθεί εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης. Για την κάλυψη της δαπάνης αυτής καθιερώνεται ισόποση παρακράτηση επιμεριζόμενη ισομερώς στους τρεις (3) πρώτους λογαριασμούς της σύμβασης. Η καθυστέρηση εκτέλεσης των γνωμοδοτικών καθηκόντων με συνέπεια την παραβίαση των προθεσμιών της παρ. 1 και των ενδεχομένων παρατάσεων της παρ. 3, συνιστά, πέραν τυχόν άλλων ευθυνών, λόγο περικοπής εν μέρει ή εν όλω της αμοιβής αυτής.
(Για την επιτάχυνση των διαδικασιών προτείνεται:
1) πρόβλεψη ειδικής προθεσμίας έκδοσης του πρακτικού προεπιλογής στους διαγωνισμούς με σχετικές διαδικασίες, 2) μείωση των παρατάσεων των προθεσμιών των διαγωνιστικών διαδικασιών του νόμου στο μισό, 3) ιδιαίτερη αμοιβή των μελών των επιτροπών διαγωνισμών εφόσον τηρούν τις προθεσμίες έκδοσης των πρακτικών με αύξηση του ποσοστού δέσμευσης προϋπολογισμού πριν την έναρξη της διαδικασίας δημοπράτησης.)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΙΙ ΤΟΥ Ν. 4412/2016
ΑΡΘΡΑ Σ/Ν 109 έως 133
Ισχύουν, κατ’ αντιστοιχία, όλες οι ανωτέρω προτεινόμενες τροποποιήσεις/προσθήκες που αφορούν τις διατάξεις του Βιβλίου Ι
ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή κάθε ενδιάμεσου σταδίου ανά κατηγορία μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του σταδίου.
στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της αμοιβής του τελικού σταδίου ή είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του τελικού σταδίου με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον πέντε τοις εκατό (5%).
3. Οι ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες της περ. γ’ της παρ. 8 του άρθρου 53 επιμετρούνται κατά την εκτέλεση της σύμβασης και πληρώνονται ιδιαίτερα. Η πληρωμή των εργασιών αυτών γίνεται απολογιστικά με βάση τη προσφερθείσα έκπτωση της κατηγορίας μελέτης και την εκτελεσθείσα ποσότητα μονάδων φυσικού αντικειμένου, κατόπιν υποβολής σχετικής επιμέτρησης από τον ανάδοχο, η οποία θεωρείται από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας και πάντα μέχρι το τριάντα τοις εκατό (30%) της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής για όλες τις κατηγορίες. Για την έγκριση της τυχόν πρόσθετης δαπάνης έναντι της συμβατικής αμοιβής κάθε τέτοιας κατηγορίας εργασιών, συντάσσεται και εγκρίνεται ΣΠ βάσει των οριζομένων στην παράγραφο 1 εδάφιο τελευταίο του άρθρου 186. Για μόνη την τυχόν διαφοροποίηση των επιμετρούμενων ποσοτήτων μονάδων φυσικού αντικειμένου κάθε τέτοιας κατηγορίας εργασιών χωρίς ταυτόχρονα και αύξηση της δαπάνης του συνόλου αυτών δεν συντάσσεται ΣΠ.
(Η συγκεκριμένη πρόβλεψη αντίκειται στα χρηστά συναλλαγματικά ήθη και είναι παράνομη και καταχρηστική.
Είναι παράνομη ως αντίθετη με την έννοια της σύμβασης έργου (σύμβαση έργου είναι και η εκπόνηση μελέτης, το έργο νομικά δεν ταυτίζεται με την εργολαβία, αλλά είναι κάθε παροχή στην οποία ο εργοδότης αποσκοπεί στο αποτέλεσμά της και όχι στην εργασία αυτή καθαυτή. Αντιδιαστέλλεται δηλαδή με τη σύμβαση εργασίας) να συνδέεται η λύση της με την πάροδο μιας χρονικής περιόδου.
Η σύμβαση έργου είναι σύμβαση αποτελέσματος στην οποία το στοιχείο του χρόνου δεν δύναται να αντιμετωπίζεται όπως στη σύμβαση εργασίας. Η σύμβαση έργου λύεται όταν παραδοθεί το «έργο» ή όταν συντρέξει λόγος πρόωρης λύσης, όπως έκπτωση ή διάλυση. Εξ ου και οι επόμενες διατάξεις προβλέπουν δικαίωμα διάλυσης λόγω καθυστέρησης κοκ, που μπορεί κάλλιστα να ασκηθεί. Λύση λόγω παρόδου χρόνου είναι πρόβλεψη μη νόμιμη.
Αλλά και η σκοπιμότητα της ρύθμισης είναι ακατάληπτη. Στην περίπτωση των καθυστερήσεων υπάρχουν δικαιώματα και για τον εργοδότη και για τον ανάδοχο, που προβλέπονται στο ισχύον καθεστώς (διακοπή εργασιών, λύση, αποζημίωση κλπ). Η αυτοματοποιημένη λύση, ανεξάρτητα από τη βούληση των μερών, τι εξυπηρετεί; Ούτε καν το συμφέρον του έργου! Γιατί μπορεί να μείνει ημιτελές από την αιτία αυτή ένα έργο, μια μελέτη, παρά το ότι θα απομένει ένα μικρό μέρος του προς εκτέλεση χωρίς να μπορεί κανείς να επιλέξει την ολοκλήρωση της σύμβασης. Και τούτο, διότι, σημειωτέον ο μόνος λόγος που προβλέπεται «παράταση» πέραν της διετίας είναι η καθυστέρηση να μην οφείλεται ούτε στον ανάδοχο ούτε στον εργοδότη!!!! Δηλαδή να οφείλεται σε ποιον; Μόνο σε περίπτωση ανωτέρας βίας μπορεί να αποφασιστεί παράταση, επομένως….
Η βλάβη των συμφερόντων των αναδόχων είναι προφανώς δυσανάλογη της όποιας ωφέλειας: κάθε μελετητής που αναλαμβάνει μια σύμβαση αφενός προσδοκά την ολοκλήρωσή της για να καλύψει κατ’ αρχάς τις δαπάνες εκτέλεσής της και να επιβιώσει περαιτέρω, αφετέρου, δεσμευόμενος σε αυτή, πιθανότατα εγκαταλείπει άλλες. Το να κάνει μία αναθέτουσα αρχή 10 μήνες να ελέγξει μια προμελέτη που έχει εκπονηθεί σε ένα μήνα και το Υπουργείο 2 χρόνια να την εγκρίνει, και ξαφνικά ο ανάδοχος να είναι εκείνος που βρίσκεται εκτός σύμβασης, εκτός προγραμματισμού και χωρίς προσδοκία λήψης της αμοιβής του έστω στο μέλλον, είναι επιβάρυνση που πλήττει τον ίδιο τον πυρήνα της επαγγελματικής ελευθερίας των μελετητών και κανέναν άλλο.)
Άρθρο 50 που αντικαθιστά το.118 Ν.4412/2016
Απευθείας ανάθεση
Το διάστημα μεταξύ €20.000 και €60.000 ευρώ, που ανήκε στη διαδικασία του συνοπτικού διαγωνισμού, «διαιρείται» σε δύο άνισα διαστήματα, το από €20.000 έως €30.000, στο οποίο η διαδικασία απλουστεύεται με τις διατάξεις τής απευθείας ανάθεσης, και το €30.000 έως €60.000, στο οποίο η διαδικασία περιπλέκεται, με υπαγωγή της στις διατάξεις των ανοικτών διαδικασιών, του ΕΣΗΔΗΣ της γραφειοκρατίας και της διοικητικής επιβάρυνσης χωρίς να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας.
Συνολικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν αντέχουν μαζί με τα όσα προαναφέρθηκαν να συντηρούν λογισμικά για ηλεκτρονικά τιμολόγια, ηλεκτρονικό ημερολόγιο ,ηλεκτρονική δήλωση προσωπικού στο ΕΡΓΑΝΗ, γραμματειακή υποστήριξη ,λογιστή κ.α. και θα εξαφανιστούν.
Προτείνεται η μη κατάργηση του συνοπτικού διαγωνισμού
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΜΗΤΕΔΥ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Πάγιο αίτημα της Ομοσπονδίας μας ήταν ότι η αναθεώρηση του Ν.4412/2016 πρέπει να γίνει στη φιλοσοφία δημιουργίας ισχυρού και αποτελεσματικού Δημοσίου φορέα, ικανού να ανταπεξέλθει σε δύσκολες συνθήκες, έτσι όπως αναδείχθηκε αναγκαίο και σωτήριο στην περιπέτεια της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε.
Οι Δημόσιοι Φορείς οφείλουν να διαθέτουν τους κατάλληλους ελεγκτικούς μηχανισμούς ούτως ώστε να επιβλέπουν την έντεχνη εκτέλεση των δημόσιων έργων. Εκτιμούμε ότι δεν αποτελεί ενδεδειγμένη λύση η επίβλεψη των έργων από ιδιώτες μηχανικούς καθώς δεν εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και επιβάλλεται να αναθεωρηθούν άμεσα διατάξεις που παραχωρούν αρμοδιότητες του Δημοσίου σε Ανώνυμες Εταιρείες (Α.Ε.), την τήρηση μητρώων σε ιδιωτικούς φορείς, τις Αναπτυξιακές εταιρίες του πρόσφατου Ν. 4674/2020 που προορίζονται να υποκαταστήσουν τις Τεχνικές Υπηρεσίες των ΟΤΑ, την σύσταση σώματος ειδικών επιμετρητών (Ν. 4512 άρθρο 218).
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιδιώκεται η αναμόρφωση του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου για τις Δημόσιες Συμβάσεις του νόμου 4412/2016, με σκοπό μεταξύ άλλων, την απλοποίηση/διασαφήνιση των διατάξεων του νόμου, την επιτάχυνση και την αύξηση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων χωρίς εκπτώσεις στο πεδίο της διαφάνειας, στην αντιμετώπιση παθογενειών του συστήματος δημοσίων συμβάσεων όπως το ζήτημα των υπερβολικά χαμηλών προσφορών κλπ.
Άποψή μας είναι ότι οι στόχοι αυτοί τελικώς δεν θα επιτευχθούν, διότι βασικός άξονας του νομοσχεδίου είναι η μεταφορά του ελεγκτικού έργου, που πάγια και ορθά ασκούσε το δημόσιο σε ιδιώτες, στους οποίους τώρα παραχωρεί:
1. τον καθορισμό των προδιαγραφών των υλικών και των τιμολογίων εργασιών
2. τη μελέτη των έργων
3. την κατασκευή των έργων
4. την επίβλεψη των έργων
Επίσης δεκάδες βασικά θέματα και ρυθμίσεις παραπέμπονται σε Υπουργικές Αποφάσεις και Προεδρικά Διατάγματα, με αποτέλεσμα να παραμένουν άγνωστα και αδιευκρίνιστα.
Παραθέτουμε τις παρατηρήσεις μας σε βασικά θέματα και άρθρα:
Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών (Άρθρο 10)
Είναι πλέον απολύτως αναγκαίος ο καθορισμός προδιαγραφών, διαδικασιών και προϋποθέσεων, καθώς και της αντιστοίχως αναγκαίας ελάχιστης στελέχωσης των Τεχνικών Υπηρεσιών προκειμένου να θεωρείται ότι διαθέτουν την απαιτούμενη για τις ανάγκες τους τεχνική επάρκεια.
Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (Άρθρο 33)
Προβλέπεται ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, να θεωρούνται όσες εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο του συνόλου των εκπτώσεων.
Εκτιμούμε ότι αυτή η διάταξη δεν θα λειτουργήσει αποτρεπτικά και δεν θα επιλυθεί το ακανθώδες αυτό πρόβλημα των υπέρογκων εκπτώσεων, διότι άλλοι είναι οι παράγοντες δημιουργίας του, οι οποίοι αντιθέτως, με τις διατάξεις του νομοσχεδίου πιθανόν να ενισχύονται.
Είναι δε απαραίτητη η έκδοση Υπ. Απόφασης με την οποία θα ορίζονται η μέθοδος και τα κριτήρια, δυνάμει των οποίων κάποιες προσφορές θα κρίνονται ως ασυνήθιστα χαμηλές, διότι είναι γεγονός ότι σήμερα οι Επιτροπές διαγωνισμών συνήθως αποφεύγουν, φοβούμενες ακόμα και δικαστικές περιπέτειες, να ζητήσουν εξηγήσεις για ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές από τους προσφέροντες εργολήπτες, ενώ η ίδια τακτική ακολουθείται και από τις Αναθέτουσες Αρχές.
Επίβλεψη έργου (Άρθρα 57 & 58)
Προβλέπεται ότι η επίβλεψη δύναται να ασκηθεί, από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα, ενώ και εδώ απαιτείται Π.Δ. για τον καθορισμό των προσόντων, της αμοιβής και γενικά της διαδικασίας.
Όμως, οι επιβλέποντες αποτελούν τους άμεσους βοηθούς του προϊστάμενου της διευθύνουσας υπηρεσίας. Αναρωτιόμαστε τί θα συμβεί πλέον με τον ιδιωτικό φορέα, αν θα αποτελεί βοηθό του επιβλέποντα προϊστάμενου της διευθύνουσας υπηρεσίας και πώς θα επιτευχθεί η επιτάχυνση των διαδικασιών και η αποφυγή νέων καθυστερήσεων εκτέλεσης των έργων, εφόσον προβλέπεται ότι:
• Η διευθύνουσα υπηρεσία δύναται να εναντιώνεται στα πορίσματα και έγγραφα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης
• Ο ανάδοχος να αμφισβητεί ενέργειες της επίβλεψης και να υποβάλλει αναφορά προς τη διευθύνουσα υπηρεσία και να έχει την δυνατότητα υποβολής ένστασης.
Η προσδοκία υψηλού επιπέδου επίβλεψης, προσκρούει στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν δικλίδες ασφαλείας περί αποτροπής αφανούς συνεργασίας και εξυπηρέτησης κοινών συμφερόντων μεταξύ κατασκευαστή και επιβλέποντα ή ακόμη και μελλοντικής συνεργασίας τους στη βάση της πιθανής «εξυπηρέτησης» και «κατανόησης» που επέδειξε η επίβλεψη.
Άλλωστε πρόκειται για ξεκάθαρη εισχώρηση των ιδιωτικών συμφερόντων στα δημόσια έργα καθώς αμφότεροι, ο πιστοποιημένος ιδιωτικός φορέας όσο και ο ανάδοχος, είναι οικονομικοί φορείς που προσδοκούν κέρδη και δραστηριοποιούνται στο ίδιο οικονομικό αντικείμενο. Είναι μάλιστα δυνατόν να εναλλάσσονται περιοδικά στο ρόλο του ελέγχοντα και του ελεγχόμενου, έστω και με μη εμφανής δραστηριότητες. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις είναι αδύνατον να ενισχυθούν οι συνθήκες διαφάνειας.
Εκτιμούμε ότι υψηλού επιπέδου επίβλεψη και διαφάνεια μπορεί να επιτευχθεί μόνο με επιβλέποντες μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους με σταθερή θέση εργασίας και σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί το νομοσχέδιο, ενισχύοντας και βελτιώνοντας τις απαραίτητες διαδικασίες πρόσληψης νέων υπαλλήλων και ενίσχυσης των υπηρεσιών.
Επιμετρήσεις (Άρθρο 70)
Το σύστημα παρακολούθησης των έργων, μέσω των επιμετρήσεων μετατρέπεται σε δηλωτικό, από ελεγκτικό όπως ισχύει σήμερα.
Τα επιμετρητικά στοιχεία προβλέπεται να υποβάλλονται από τον ανάδοχο στους επιβλέποντες, συνοδευόμενα με δήλωση περί της αληθείας τους. Ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας, σε κάθε περίπτωση, θα υποχρεούται να προβεί σε δειγματοληπτικό ενδεικτικό έλεγχο επαλήθευσης επιμετρήσεως, σε ποσοστό (10%) των επιμετρήσεων που υποβλήθηκαν. Αντίστοιχα και η διαδικασία δήλωσης γνωστοποίησης αφανών εργασιών, που συνοδεύει υποχρεωτικά την επιμέτρηση αυτών, θα περιλαμβάνει δήλωση περί της αλήθειας των στοιχείων, καθώς και έκθεση του επιβλέποντα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η τριμελής επιτροπή παραλαβής αφανών εργασιών, στο πρωτόκολλο (ΠΠΑΕ) της οποίας περιλαμβάνονται ή τεκμαίρονται εκτός των αφανών και οι περισσότερες εμφανείς εργασίες, θα αντικατασταθεί από την έκθεση του επιβλέποντα και την δήλωση αληθείας του αναδόχου. Επίσης ο υποχρεωτικός έλεγχος επαλήθευσης επιμετρήσεων σε ποσοστό 10%, θα επαρκεί ώστε να πιστοποιείται πλέον η νομιμότητα και η διαφάνεια των επιμετρήσεων και της όλης διαδικασίας.
Εκτιμούμε ότι η διαδικασία των επιμετρήσεων θα πρέπει να παραμείνει ως έχει και αν κριθεί απαραίτητο να ενισχυθούν οι διαδικασίες διαφάνειας και όχι να υποβαθμισθούν σε επίπεδο έκθεσης του επιβλέποντα και δήλωσης αληθείας του αναδόχου. Η τριμελής επιτροπή παραλαβής αφανών εργασιών, θα πρέπει να αποτελείται από μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους με σταθερή σχέση εργασίας.
Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών
(Άρθρο 84)
Προβλέπεται ότι ιδρύεται Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών (ΕΣΤΙΜ-ΤΕΜ) και για την υποστήριξή του ειδικός φορέας με την επωνυμία «Εταιρία Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων & Μελετών». Η εταιρία αυτή θα είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και στη διοίκησή της θα εκπροσωπούνται ισότιμα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που εμπλέκονται στην παραγωγή των τεχνικών έργων. Η δε λειτουργία της θα μπορεί να ανατίθεται σε κατάλληλο φορέα του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.
Δηλαδή το σύνολο των ιδιωτών που μελετούν, κατασκευάζουν, επιβλέπουν και ελέγχουν τα δημόσια έργα, θα καθορίζουν:
τον προγραμματισμό, το σχεδιασμό, την κατασκευή και λειτουργία των τεχνικών έργων, καθώς και το Σύστημα Αναλύσεων Τιμών, Προσδιορισμού Κόστους και το Σύστημα Ενιαίων Τεχνικών Προδιαγραφών, η δε λειτουργεία της πιθανότατα θα ανατεθεί στο ΤΕΕ.
Εκτιμούμε ότι ο προγραμματισμός, ο σχεδιασμός οι προδιαγραφές των υλικών και τα τιμολόγια, είναι αποκλειστικό προνόμιο και ευθύνη της πολιτείας και δεν επιτρέπεται να εκχωρηθεί σε ιδιώτες.
Όργανα διενέργειας διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων ( Άρθρο 108)
Τα γνωμοδοτικά όργανα-επιτροπές θα πρέπει να στελεχώνονται υποχρεωτικά από μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους, με σταθερή σχέση εργασίας που θα πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξής τους στο Μη.Μ.Ε.Δ. και στο Μη.Π.Υ.Δη.Συ. του άρθρου 344.
Μητρώα. (άρθρα 58, 90, 84)
Διαφαίνεται ότι η τήρηση των μητρώων ελεγκτών μηχανικών καθώς και η ανάπτυξη, λειτουργία, διαρκής ενημέρωση και υποστήριξη των ΕΣΤΙΜ-ΤΕΜ και ΗΣΠΚΣΠΤΕ που χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ και το εκάστοτε ισχύον ΕΣΠΑ προορίζεται να ανατεθούν στο ΤΕΕ, το οποίο συνεχίζει να αναλαμβάνει λειτουργικές δομές του δημοσίου, καθώς και τα αντίστοιχα έσοδα.
Είμαστε αντίθετοι στην παραχώρηση δομών του Δημοσίου σε ιδιώτες και την συνεχιζόμενη αποδιοργάνωσή και απαξίωσή του.
Αμοιβές Επιτροπών (άρθρο 86)
Προβλέπεται για κάποια μέλη της επιτροπής παραλαβής ιδιαίτερη αμοιβή, καθώς και η είσοδος δύο εκπροσώπων του ΤΕΕ, πλην των τριών δημοσίων υπαλλήλων.
Πρόσφατα, δε σε άλλο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, προβλέφθηκε αμοιβή για το σύνολο των μελών των επιτροπών του ν.4412/2016 που υπηρετούν σε συγκεκριμένο φορέα.
Εκτιμούμε ότι πρέπει να υπάρχει δίκαιη και ενιαία αντιμετώπιση στο θέμα των επιτροπών.
Διάφορες παρατηρήσεις
Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα του προϊσταμένου της διευθύνουσας υπηρεσίας η πιθανή καθυστέρηση λόγω φόρτου εργασίας των επιβλεπόντων, η υποβολή προς την προϊσταμένη αρχή, της τριμηνιαίας συνοπτικής ανακεφαλαιωτικής έκθεσης για την πορεία έργου (άρθρο 57 παρ. 10).
Η προθεσμία των 3 ημερών από την κοινοποίηση πρόσκλησης προς τον επιβλέποντα για έλεγχο αφανών εργασιών, χωρίς να έχει προηγηθεί ενημέρωση για τον προγραμματισμό των εργασιών, μπορεί συχνά να οδηγήσει σε υπερημερία, διότι σε πολλές περιπτώσεις, νησιωτικές ή άλλες απομακρυσμένες περιοχές δεν είναι πάντα εφικτή η άμεση μετακίνηση (άρθρο 70 παρ. 7).
Η έγκριση των μελετών και η θεώρηση της όλης διαδικασίας δημοπράτησης των έργων θα πρέπει απαραίτητα να γίνεται από δημόσιους υπαλλήλους, διαφορετικά ενδέχεται να τεθούν θέματα νομιμότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι υπάρχοντες δημόσιοι υπάλληλοι θα επωμίζονται το σύνολο των ευθυνών της όλης διαδικασίας και κατ΄ επέκταση και των νομικών ευθυνών που ενδεχομένως προκύψουν.
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου συνεχίζεται η απαξίωση του δημόσιου τομέα και μάλιστα στο πλέον νευραλγικό του αντικείμενο, τον έλεγχο του ιδιωτικού τομέα και τη διασφάλιση της διαφάνειας. Θεσμοθετείται η μεταφορά του ελεγκτικού έργου του δημοσίου που αποτελεί θεμελιώδη και βασική υποχρέωσή του στα δημόσια έργα, πλέον σε ιδιώτες, στους οποίους παραχωρεί :
• Τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό,
• τον καθορισμό των προδιαγραφών των υλικών και των τιμολογίων εργασιών
• την μελέτη, την κατασκευή και την επίβλεψη των έργων
Είναι εμφανές ότι κάτι σημαντικό ανατρέπεται πλέον στα δημόσια έργα και εκτιμούμε ότι σίγουρα δεν είναι προς το συμφέρον και την ωφέλεια των πολιτών.
Ζητάμε την αναβάθμιση και στελέχωση των δημόσιων τεχνικών υπηρεσιών, προκειμένου να ανταποκριθούν στο έργο τους και την απαίτηση του κάθε πολίτη για διαφάνεια και αντικειμενική και δίκαιη διαδικασία ελέγχου προς όλους τους ιδιωτικούς φορείς, προκειμένου να υπάρχει η απολύτως αναγκαία συνεργασία ιδιωτών και δημοσίου, βασισμένη σε δίκαιες και διαφανείς διαδικασίες προς την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου.
Άρθρο 28 (Τροποποίηση του άρθρου 79 Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης)
§1. Πρέπει να προστεθεί παράγραφος ως εξής:
Μετά την παρέλευση των προθεσμιών της §10 του άρθρου 73 (5ετία και 3ετία) οι οικονομικοί φορείς δεν είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν στο ΕΕΕΣ το σχετικό γεγονός.
§6. Να διορθωθεί το “..εφόσον συντρέχει η περίπτωση BB της παρ. 2 του άρθρου 73” με
“..εφόσον συντρέχει η περίπτωση 2Α της παρ. 2 του άρθρου 73”.
Στο άρθρο 140, γίνεται αναφορά σε «τα οικεία τραπεζικά ιδρύματα». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Στο άρθρο 93, γίνεται αναφορά σε «αναγνωρισμένες τράπεζες». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Στο άρθρο 302 παρ. 11, ως εμφαίνεται στο σχέδιο νόμου, ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι «……Μπορούν, επίσης, να εκδίδονται από το Τ.Μ.Ε.Δ.Ε. ή να παρέχονται με γραμμάτιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων με παρακατάθεση σε αυτό του αντίστοιχου χρηματικού ποσού……»
Δεδομένου ότι το Τ.Μ.Ε.Δ.Ε. διαθέτει δικό του ιδιαίτερο πρότυπο έγγραφο εγγυητικής επιστολής και δεν ακολουθεί ποτέ το υπόδειγμα της εκάστοτε Διακήρυξης προτείνεται όπως συμπεριληφθεί η φράση «σύμφωνα με το υπόδειγμα που έχει διαμορφώσει (εννοείται το Τ.Μ.Ε.ΔΕ.)»
Στο άρθρο 71, γίνεται αναφορά σε «τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα και παραλείπει εντελώς τη δυνατότητα δήλωσης IBANs που αντιστοιχούν σε λογαριασμούς πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. Ιδρύματα Πληρωμών και Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος). Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Στο άρθρο 69, γίνεται αναφορά σε «τραπεζικό λογαριασμό». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα και παραλείπει εντελώς τη δυνατότητα δήλωσης IBANs που αντιστοιχούν σε λογαριασμούς πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. Ιδρύματα Πληρωμών και Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος). Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Στην παρ.θ σημείο 7. του άρθρου 17, γίνεται αναφορά σε «τραπεζικό λογαριασμό». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα και παραλείπει εντελώς τη δυνατότητα δήλωσης IBANs που αντιστοιχούν σε λογαριασμούς πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. Ιδρύματα Πληρωμών και Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος). Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Άρθρο 55 που αντικατέστησε το 127 Ν.4412/2016
Έννομη προστασία κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των ορίων του άρθρου 118 και των δημοσίων συμβάσεων του άρθρου 119
Χάνεται το δικαίωμα άσκησης άλλης ειδικής ή ενδικοφανούς διοικητικής προσφυγής για τις δημόσιες συμβάσεις από €30.000 έως €60.000, η οποία θα υποβάλλεται στο Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής, το οποίο θα αποφαίνεται αμετακλήτως..
Πρόκειται για δυσανάλογο οικονομικό και διοικητικό βάρος για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις
Προτείνεται η μη κατάργηση αυτού του δικαιώματος ενώπιον της αναθέτουσας αρχής για συμβάσεις αξίας έως €60.000
Γενικά:
1.Για κάθε ανάθεση δημόσιας σύμβασης μελέτης να λαμβάνεται υπόψη και ο φόρτος (υπό εκπόνηση μελέτες του Οικονομικού Φορέα ή ανεκτέλεστες μελέτες), έτσι θα βοηθούν οι νεώτεροι μελετητές ή Γραφεία μελετών αλλά ταυτόχρονα θα υποβοηθηθεί και η έγκαιρη υποβολή της μελέτης.
2.Για κάθε ανάθεση δημόσιας σύμβασης μελέτης μέχρι ενός συγκεκριμένου ποσού (π.χ. 50.000€) να λαμβάνεται υπόψη ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ η εντοπιότητα του Οικονομικού Φορέα
(αρθ. 50, αρθ. 118-Ν4412):
΄Το ποσοστό 10% του προϋπολογισμού θεωρείται πολύ μικρό με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να παρουσιάζονται προβλήματα ως προς την εκπόνηση μελετών και την αντίστοιχη ωρίμανση έργων. Προτείνεται η αύξηση του ποσοστού στο 25% ή κάποιο όριο βάσει των πιστώσεων που να παρέχει μεγαλύτερη ευχέρεια στους Φορείς (Δήμους, Περιφέρειες, κλπ).
(αρθ. 50, αρθ. 118-Ν4412):
Η μη ανάθεση / μη ανάληψη άλλης σύμβασης από το ίδιο Οικονομικό Φορέα ύστερα από μία ανάθεση μελέτης ΌΠΟΙΟΥ ποσού, δεν ευνοεί ιδιαίτερα τους μικρής τάξης μελετητές αλλά και δεν αντιμετωπίζει δίκαια και ισοβαρώς όλους του μελετητές. ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ ο αποκλεισμός ΜΟΝΟ για έξι (6) μήνες.
• Άρθρο 5 – τροποποίηση άρθρου 36: παρ. 1: η υποχρεωτική χρήση του ΕΣΗΔΗΣ επεκτείνεται προς τα κάτω έως τις 30.000€ (από 60.000€). Αυξάνεται η διαφάνεια αλλά παράλληλα αυξάνεται και η γραφειοκρατία και γίνεται πιο αργή η διαδικασία για σύναψη συμβάσεων μικρού προϋπολογισμού, ειδικότερα όταν η χρήση του ΕΣΗΔΗΣ δεν είναι εύκολη και απαιτεί στελέχη με εμπειρία. Προτείνω το άνω όριο να παραμείνει στα 60.000€ (όπως ισχύει τώρα).
• Άρθρο 10 – τροποποίηση άρθρου 44: παρ.1: είναι αόριστα τα κριτήρια της τεχνικής επάρκειας αναθέτουσας αρχής, ειδικά όταν το νομοσχέδιο δίνει το δικαίωμα μόνες τους να αποφασίσουν ότι δεν έχουν τεχνική επάρκεια. Στην καταργούμενη διατύπωση ο Ν4412 προέβλεπε ΚΥΑ για την ελάχιστη στελέχωση η οποία ποτέ δεν εκδόθηκε, αλλά θα μπορούσε να θέσει κριτήρια και προϋποθέσεις και να μην υπάρχει αοριστία. Οι Διαχειριστικές Αρχές ήδη διαθέτουν τέτοια κριτήρια για τον έλεγχο υπηρεσιών, επομένως είναι εφικτός αυτός ο προσδιορισμός.
• Άρθρο 12- τροποποίηση άρθρου 46: παρ.3: Η δυνατότητα στον Υπουργό ΥποΜε να επιβάλλει υποχρεωτική προκαταρκτική διαβούλευση με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες σε όλα τα μεγάλα έργα και μελέτες είναι μία καινοφανής και γραφειοκρατική διαδικασία με προφανείς δυσκολίες. Ποιοι είναι αυτοί οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες η αρχές; Και αν έστω αυτή η διαδικασία είναι εφικτή από τα Υπουργεία σαν Κ.Α.Α. τι θα γίνει με τους ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού, ποιός είναι αρμόδιος εκεί για την διαβούλευση; Ο περιφερειάρχης, η Οικονομική Επιτροπή, η ο δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιο στους Δήμους; Πόση καθυστέρηση επιβάλλει η υποχρεωτική αυτή ρύθμιση; Ας μείνει αυτή η δυνατότητα προαιρετική και όχι υποχρεωτική ώστε αν υπάρχει πραγματική ανάγκη να εφαρμόζεται. Επιπρόσθετα θα έπρεπε να χαρακτηριστούν αυτές οι κατηγορίες έργων και μελετών που εμπίπτουν σε αυτή την ρύθμιση.
• Άρθρο 15-τροποποίηση άρ. 49: παρ.2δ) να διαγραφεί το: «ή μελέτης» γιατί δεν χρειάζεται για την εκκίνηση διαδικασίας σύναψης σύμβασης μελέτης σαν προϋπόθεση να ολοκληρωθεί η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
• Άρθρο 19-τροποποίηση άρ. 58: είναι χρήσιμο να είναι δυνατή η υπεργολαβία ακόμα και στην εξέλιξη του έργου (μετά από την υπογραφή της σύμβασης).
• Άρθρο 20- τροποποίηση άρθρου 66: παρ. 2: Υπάρχουν διαδικασίες προσκλήσεων που δεν είναι υποχρεωτικό να πάρουν ΑΔΑΜ, αλλά αυτή η παράγραφος υποχρεώνει όλες να πάρουν ΑΔΑΜ, μήπως διέφυγε της προσοχής αυτών που συνέταξαν το παρόν νομοσχέδιο;
• Άρθρο 23- τροποποίηση άρθρου 73: Λόγοι αποκλεισμού παρ. 1: αντί για την νομικίστικη παράθεση άρθρων του ποινικού κώδικα για τους λόγους αποκλεισμού θα μπορούσε να παραμείνει η ταυτόχρονη περιγραφή τους (όπως ισχύει σήμερα), η οποία είναι και πιο κατανοητή
• Άρθρο 28- τροποποίηση άρθρου 79: παρ.1: η χρήση του ΕΕΕΣ επεκτείνεται σε όλες τις συμβάσεις; Και κάτω των ορίων; Μήπως πρέπει να προστεθεί το «άνω των όριων» και να περιοριστεί σε αυτές μόνο η χρήση του ΕΕΕΣ;
• Άρθρο 39- τροποποίηση άρθρου 96: εφόσον καταργήθηκαν οι παρ. 3,4,5 και 6 θα πρέπει να διευκρινιστεί τί γίνεται με τις εκπρόθεσμες προσφορές (σαν διαδικασία)προφανώς δεν γίνονται δεκτές αλλά πρέπει αυτό να δηλώνεται ξεκάθαρα στο Νόμο.
• Άρθρο 44- τροποποίηση άρθρου 103: στην παρ.2 υπάρχει αναφορά για παροχή διευκρινήσεων με την έννοια της παρ.2 του προηγούμενου άρθρου 102 η οποία όμως παράγραφος δεν υφίσταται.
• Άρθρο 57- τροποποίηση άρθρου 136: με την παρ.3 δίνεται η δυνατότητα σε πιστοποιημένους ιδιωτικούς φορείς να ασκούν επίβλεψη δημοσίων έργων. Αυτό σαν πρακτική είναι καινοφανής και προκύπτει αναγκαστικά ως λύση βραχυπρόθεσμη διότι από το 2009 δεν έχουν γίνει προσλήψεις μηχανικών με αποτέλεσμα πάρα πολλές δημόσιες υπηρεσίες να είναι υποστελεχωμένες και να μην μπορούν να ασκήσουν επίβλεψη. Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί χρήσιμο και αναγκαίο εργαλείο, θα έπρεπε όμως να μην υπάρχει αοριστία στην εφαρμογή του. Πρέπει να εκδοθεί το πολυαναμενόμενο ΠΔ (από τον έως τώρα ισχύοντα Ν4412) περί καθορισμού της τεχνικής επάρκειας των φορέων κατασκευής έργων, ώστε να προσδιοριστούν σαφείς κανόνες για την χρήση των δυνατοτήτων της παρ.3 και να μην υπάρχει αυτή η αοριστία την οποία καλείται να ερμηνεύσει και να εφαρμόσει ο Προϊστάμενος της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ήδη οι Διαχειριστικές Αρχές εφαρμόζουν κριτήρια τεχνικής επάρκειας για την συγχρηματοδότηση έργων ΕΣΠΑ. Σε δεύτερη φάση πρέπει να αναδιοργανωθούν οι Τεχνικές Υπηρεσίες ώστε να μπορούν να καλυφθούν τα κενά στην στελέχωση τους από άλλες που δεν έχουν μεγάλο αντικείμενο.
• Άρθρο 58- νέο αρ. 136Α: ομοίως με το προηγούμενο
• Άρθρο 65- τροποποίηση άρθρου 146: παρ. 2 και 3: η έγκριση του ηλεκτρονικού ημερολογίου από τον προϊστάμενο αποτελεί επιπρόσθετη και μάλλον περιττή γραφειοκρατική διαδικασία. Η ψηφιακή τήρησή του αρκεί και είναι προσβάσιμη σε όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς οποτεδήποτε. Επιπρόσθετα υπάρχει έντονος προβληματισμός για την επάρκεια του ηλεκτρονικού εξοπλισμού των τεχνικών υπηρεσιών για να ανταπεξέλθει σε τέτοιες ψηφιακές διαδικασίες (π.χ. εξοπλισμοί για αντίγραφα ασφαλείας-backup). Θα πρέπει να προβλέπονται εναλλακτικοί τρόποι τήρησης του ημερολογίου όταν η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν έχει τον κατάλληλο τεχνικό εξοπλισμό.
• Άρθρο 66- τροποποίηση άρθρου 147: στην παρ.5 αναφέρεται ότι μόνο η παράταση των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται από την προϊστάμενη αρχή. Τί συμβαίνει με την συνολική, μήπως ξεχάστηκε; Θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί το λεκτικό της παλιάς (καταργούμενης) 10ης παραγράφου του άρθρου 147.
• Άρθρο 69- τροποποίηση άρθρου 150: στην παρ.2 δεν βγαίνει νόημα τι θα γίνει με τον λογαριασμό, προτείνεται να προστεθεί η καταργούμενη φρασεολογία της προηγούμενης μορφής του άρθρου 150 ότι για τον σκοπό αυτό υποβάλλεται ειδικός λογαριασμός.
• Άρθρο 70- τροποποίηση άρθρου 151: Με την παρ.3 φαίνεται να περιορίζεται ο υποχρεωτικός έλεγχος της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στο 10% ενώ σήμερα αυτό ισχύει στο 100%. Στην παρ. 7 η ηλεκτρονική ενημέρωση του προϊσταμένου για τις αφανείς εργασίες είναι περιττή γραφειοκρατία αφού στο τέλος θα τις δεί και θα τις εγκρίνει αυτός.
• Άρθρο 71- τροποποίηση άρθρου 152: παρ.8: επειδή γίνεται μία προσπάθεια από το νομοσχέδιο είναι ευκαιρία να ξεχωρίσει ο τεχνικός έλεγχος του λογαριασμού από τον λογιστικό και να ξεκαθαριστεί και το τι αποτελεί πλήρη λογαριασμό. Προτείνουμε οι Διευθύνουσες Υπηρεσίες να πρέπει να ελέγχουν μόνο το τμήμα που αφορά τα τεχνικά-οικονομικά του λογαριασμού εντός 1 μηνός και μετά ο Υπόλογος/ οικονομική υπηρεσία θα πρέπει να έχει και αυτή αντίστοιχο χρόνο να παραλάβει και να ελέγξει το λογιστικό τμήμα (αρτιότητα τιμολογίου, φορολογική/ασφαλιστική ενημερότητα, κρατήσεις. που δεν είναι τεχνικό αντικείμενο και το γνωρίζουν καλύτερα) και μετά να πληρώσει τον λογαριασμό. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει στο παρόν άρθρο να οριστεί ξεκάθαρα τι συνιστά έναν λογαριασμό τεχνικά πλήρη και τι συνιστά λογιστικά πλήρη. Πιθανώς ο 1ος μήνας είναι λίγος χρόνος όταν η Διευθύνουσα Υπηρεσία που ελέγχει και η Υπηρεσία που ελέγχει είναι διαφορετικές. Επιπρόσθετα θα προτείναμε ο 1ος λογαριασμός να περιλαμβάνει ως συνυποβαλλόμενα μόνο την συναφθείσα σύμβαση και την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αποδεικνύει το νόμιμο όλων των ενεργειών, διότι η σημερινή πρακτική να αποστέλλουν οι Διευ. Υπ. ογκώδεις φακέλους με όλη την προεγκριτική αλληλογραφία στις υπηρεσίες που πληρώνουν δεν είναι ορθολογική.
• Άρθρο 86- τροποποίηση άρθρου 172: Εφόσον πλέον υπάρχει μόνο μία παραλαβή, ίσως είναι πολύ πρόωρο να καθορίζεται η επιτροπή 12 και πλέον μήνες πριν την διενέργεια της, σύμφωνα με τις παρ.2 και 3. Είναι μεγάλο το χρονικό διάστημα και μπορεί να υπάρξουν διάφορες έκτακτες καταστάσεις, συνταξιοδοτήσεις υπαλλήλων, τροποποιήσεις υπηρεσιών.
• Άρθρο 87- τροποποίηση άρθρου 174: στην παρ.11 μνημονεύεται μάλλον λανθασμένα η προθεσμία της παρ.2 ενώ πρέπει να εννοεί την παρ.3 (60 ημέρες)
• Άρθρο 89- τροποποίηση άρθρου 183: στην παρ.3 δεν υπάρχει καθορισμός της τεχνικής επάρκειας ώστε η αναθέτουσα αρχή να αναθέσει σε ιδιωτικό φορέα την επίβλεψη μελέτης. Όπως προείπαμε σαν παρατήρηση στα άρθρα 57 και 58 θα πρέπει να εκδοθεί ΠΔ που να καθορίζει ακριβώς την τεχνική επάρκεια υπηρεσιών ώστε χωρίς αοριστία να γίνει δυνατή η χρήση των δυνατοτήτων της παρ.3.
• Άρθρο 91- τροποποίηση άρθρου 184: στην παρ.2 υποβάλλει ο ανάδοχος χρονοδιάγραμμα αλλά δεν μνημονεύεται προθεσμία έγκρισης του από την Διευθ. Υπηρεσία (πριν ήταν 15 ημέρες)
Άρθρο 72 (τροποποίηση του άρθρου 153)
Υπάρχουσα Διατύπωση παρ.23
«…..Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να ορίζονται συντελεστές αναθεώρησης αν διαπιστωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Υποδομών μεγάλη απόκλιση από τις τιμές του Γ` τριμήνου του 2012.»
Προτεινόμενη Διατύπωση παρ.23
«Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να ορίζονται συντελεστές αναθεώρησης αν διαπιστωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Υποδομών μεγάλη απόκλιση από τις τιμές του τριμήνου δημοπράτησης του Έργου.»
1. Άρθρο 253 – Αρχές που διέπουν τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων
Θεωρούμε ότι στο υπόψη άρθρο θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη ότι οι Αναθέτουσες Αρχές θα παρέχουν αυτεπαγγέλτως προστασία των προσωπικών δεδομένων φυσικών προσώπων που συμμετέχουν στη διαδικασία σύναψης των συμβάσεων και πολύ περισσότερο των ευαίσθητων δεδομένων αυτών. Συνεπώς, δεδομένα όπως ποινικά μητρώα, ή άλλα ευαίσθητα δεδομένα δεν θα πρέπει να κοινοποιούνται στους συμμετέχοντες φορείς, χωρίς τη ρητή συναίνεση του υποκειμένου.
Γενικά:
1.Για κάθε ανάθεση δημόσιας σύμβασης μελέτης να λαμβάνεται υπόψη και ο φόρτος (υπό εκπόνηση μελέτες του Οικονομικού Φορέα ή ανεκτέλεστες μελέτες), έτσι θα βοηθούν οι νεώτεροι μελετητές ή Γραφεία μελετών αλλά ταυτόχρονα θα υποβοηθηθεί και η έγκαιρη υποβολή της μελέτης.
2.Για κάθε ανάθεση δημόσιας σύμβασης μελέτης μέχρι ενός συγκεκριμένου ποσού (π.χ. 50.000€) να λαμβάνεται υπόψη ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ η η εντοπιότητα του Οικονομικού Φορέα
(αρθ. 50, αρθ. 118-Ν4412):
΄Το ποσοστό 10% του προϋπολογισμού θεωρείται πολύ μικρό με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να παρουσιάζονται προβλήματα ως προς την εκπόνηση μελετών και την αντίστοιχη ωρίμανση έργων. Προτείνεται η αύξηση του ποσοστού στο 25% ή κάποιο όριο βάσει των πιστώσεων που να παρέχει μεγαλύτερη ευχέρεια στους Φορείς (Δήμους, Περιφέρειες, κλπ).
(αρθ. 50, αρθ. 118-Ν4412):
Η μη ανάθεση / μη ανάληψη άλλης σύμβασης από το ίδιο Οικονομικό Φορέα ύστερα από μία ανάθεση μελέτης ΌΠΟΙΟΥ ποσού, δεν ευνοεί ιδιαίτερα τους μικρής τάξης μελετητές αλλά και δεν αντιμετωπίζει δίκαια και ισοβαρώς όλους του μελετητές. ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ ο αποκλεισμός ΜΟΝΟ για έξι (6) μήνες.
Άρθρo.70.Αντικατάσταση 151 Ν.4412/2016
Επιμετρήσεις
Σύμφωνα με το άρθρο τα επιμετρητικά στοιχεία υποβάλλονται από τον ανάδοχο στη διευθύνουσα υπηρεσία με δήλωση περί της αλήθειας τους και ο
προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας δύναται οποτεδήποτε να διατάξει τη συνολική ή δειγματοληπτική ενδεικτική επαλήθευση, οιασδήποτε υποβληθείσας επιμέτρησης.
Πρόκειται για ένα μέτρο αποποίησης ευθύνης των αναθετουσών αρχών και ένταξης του δηλωτικού δικαίου στα δημόσια έργα. Η δήλωση αλήθειας για να εφαρμοστεί προϋποθέτει καλές μελέτες, τεχνικές προδιαγραφές, αναλυτικά τιμολόγια . Με αυτή τη δήλωση εισάγεται η ποινικοποίηση των δημοσίων έργων μέχρι και σε βαθμό κακουργήματος ανάλογα με το χρηματικό ποσό της διαφοράς που θα προκύψει.
Με αρκετά αθώο τρόπο, δίδεται ο διαχωρισμός σε ανακριβείς και εκ προθέσεως αναληθείς επιμετρήσεις ενώ θα έπρεπε να υπάρχει και μία τάξη μεγέθους, οριζόμενη σε ποσοστό επί των επιμετρήσεων π.χ.10% .
Επίσης η δήλωση αλήθειας να ισχύει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα π.χ. μέχρι την οριστική παραλαβή και όχι μέχρι πότε ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας θα δύναται οποτεδήποτε να διατάξει τη συνολική ή δειγματοληπτική ενδεικτική επαλήθευση, οιασδήποτε υποβληθείσας επιμέτρησης, δηλαδή μέχρι το χρόνο παραγραφής των εν δυνάμει αδικημάτων.
Συνολικά,
χωρίς μελέτες, τεχνικές προδιαγραφές, ΕΤΕΠ, αναλυτικά τιμολόγια, κ.α. ζητείται εκτός της επιστροφής του ποσού εντόκως και η παραδειγματική τιμωρία του με κατάπτωση εγγυητικής, έκπτωση και η δίωξή του για ποινικό αδίκημα. Με λίγα λόγια εδώ διαφαίνεται η αδυναμία του δημοσίου να μελετήσει, να επιβλέψει και να παραδώσει στους πολίτες καλής ποιότητας έργα αποποιούμενο την ευθύνη του για τις παθογένειες. Μέσα σε όλο το άκρως γραφειοκρατικό σύστημα, που εξισώνει μικρά και μεγάλα έργα, χρειάζονται πολλά παραπάνω από μία δήλωση για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, χωρίς να καρατομείται ο ανάδοχος.
Άρθρο 84 – Κατάργηση του άρθρου 170 (προσωρινή παραλαβή)
Δεν γίνεται κατανοητός ο λόγος της κατάργησης της Προσωρινής Παραλαβής.
Η Προσωρινή Παραλαβή (ή όπως αλλιώς ονομασθεί) είναι μια αναγκαία διαδικασία κατά την οποία μετά την έκδοση της βεβαίωσης περαίωσης του έργου και την Υποβολής και Έγκριση της Τελικής Επιμέτρησης το έργο επιθεωρείται και διαπιστώνονται τυχόν ελλείψεις ή και ατέλειες και ορίζεται χρόνος στον ανάδοχο να τις αποκαταστήσει (μπορεί να είναι σε όλη την περίοδο συντήρησης). Είναι προφανές ότι ο χρόνος αυτός πρέπει να είναι Προ της Οριστικής Παραλαβής του έργου, και μάλιστα να είναι και επαρκής για τις διαπιστούμενες απαραίτητες συμπληρώσεις ή και αποκαταστάσεις. Επίσης με την υπογραφή του σχετικού πρωτοκόλλου επιστρέφεται και τμήμα των εγγυητικών.
Πρέπει επομένως να προσδιοριστεί με ποιον τρόπο, σε ποιο χρόνο και με ποια διαδικασία θα:
i. Γίνει η επιθεώρηση και καταγραφή των ελλείψεων του έργου
ii. Γίνει η απομείωση των εγγυητικών
ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Παρ΄ ότι με το προτεινόμενο σχέδιο καταργείται η Προσωρινή Παραλαβή, στις προτεινόμενες τροποποιήσεις παραμένουν πολλαπλές αναφορές στο πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής, ως κατωτέρω:
1. Στο άρθρο 11 του νέου νόμου, (που τροποποιεί το άρθρο 45 του 4412/2016) στην §Γ15 παραμένει επίσης το Πρωτόκολλο Προσωρινής Παραλαβής, σαν υποχρέωση να περιέχεται στον «Φάκελο Δημόσιας Σύμβασης Έργου».
2. Στο άρθρου 22 §14.β, (που τροποποιεί το άρθρο 72 του Ν. 4412/2016 εγγυήσεις) παραμένει η έννοια του Πρωτοκόλλου Προσωρινής Παραλαβής, η υπογραφή του πρωτοκόλλου της οποίας τίθεται ως χρονικό όριο πέραν του οποίου μειώνονται κατά 20% οι εγγυήσεις καλής εκτέλεσης.
3. Στο άρθρο 73 §9, (που τροποποιεί το άρθρο 154 του Ν.4412/2016) λέγοντας: «…τα φύλλα του ημερολογίου αυτού συνοδεύουν τους απολογισμούς των έργων και τίθεται υπ’όψη της Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής».
4. Στο άρθρο 107 §3, (που τροποποιεί το άρθρο 219 του Ν.4412/2016) ως κατωτέρω:
«Αν η Επιτροπή Προσωρινής Παραλαβής κρίνει ότι οι παρεχόμενες υπηρεσίες ή τα παραδοτέα δεν ανταποκρίνονται πλήρως στους όρους της σύμβασης, συντάσσεται Πρωτόκολλο Προσωρινής Παραλαβής που αναφέρει τις παρεκκλίσεις….».
5. Στο άρθρο 118, §14β., (που αντικαθιστά το άρθρο 302 του Ν.4412/2016 εγγυήσεις), ως εξής: «(β) Η Εγγύηση Καλής Εκτέλεσης, όπως συμπληρώθηκε κατόπιν της υπογραφής συμπληρωματικών συμβάσεων, μειώνεται αμέσως μετά την Έγκριση του Πρωτοκόλλου Προσωρινής Παραλαβής, στο ποσοστό είκοσι τις εκατό (20%)…».
ΠΡΟΤΑΣΗ
Να παραμείνει και στον τροποποιημένο νόμο το Πρωτόκολλο Προσωρινής Παραλαβής.
Τα παρακάτω σχόλια υποβάλλονται εκ μέρους της εταιρείας «Αναστάσιος Μαυρογένης Α.Ε.».
Τα κατωτέρω σχόλια διατυπώνονται υπό την ειδική οπτική των προμηθειών υγείας και των ζητημάτων που απασχολούν τόσο τον κλάδο ιδίως των εταιρειών ιατροτεχνολογικών προϊόντων, όσο και τους αρμόδιους δημόσιους φορείς. Οι δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ιατροτεχνολογικών προϊόντων παρουσιάζουν το ιδιαίτερο σε σχέση με άλλες προμήθειες χαρακτηριστικό ότι το αντικείμενό τους συνδέεται στενά με την προστασία της δημόσιας υγείας που έχει αναχθεί σε συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, κατ’ άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος («Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών…»). Κατά την ενάσκηση της αρμοδιότητας κάθε κρατικού οργάνου και αρχής επιβάλλεται συνεπώς να πρυτανεύουν υψηλά κριτήρια ποιότητας και πρόνοιας. Αυτό ειδικότερα σημαίνει ότι οι αναθέτουσες αρχές στο χώρο της υγείας, πρέπει να ωθούνται και όχι εν τοις πράγμασι να αποτρέπονται να επιδιώκουν την αγορά υψηλού επιπέδου προϊόντων. Ωστόσο, καταγράφεται μια αντίστροφη τάση, χάριν ήσσονος σημασίας αγαθών. Για τη διόρθωση αυτής της τάσης απαιτείται η λήψη υπόψη από τις αρμόδιες αρχές και δικαστήρια του παράγοντα της μείζονος προστασίας της δημόσιας υγείας στο πλαίσιο του υπάρχοντος νομοθετικού καθεστώτος για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και την ελεύθερη κυκλοφορία των ιατροτεχνολογικών προϊόντων.
Οι παρατηρήσεις γίνονται με αναφορά στους αριθμούς των άρθρων του προτεινόμενου σχεδίου νόμου και όχι στους αριθμούς των άρθρων του Ν. 4412/2016 που αυτά τροποποιούν.
Άρθρο 1: Ορισμοί
Ορίζεται ως απαράδεκτη προσφορά μεταξύ άλλων αυτή που υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της Διακήρυξης. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό περιορίζεται υπέρμετρα και οριζόντια η δυνατότητα των αναθετουσών αρχών να θέτουν ενδεικτικό προϋπολογισμό, ειδικά αν το προϊόν είναι καινούργιο.
Άρθρο 2: Διαδικασία διαπραγμάτευσης
Συμφωνούμε με την επίσπευση της διαδικασίας ανάθεσης με διαπραγματεύσεις σε περίπτωση επείγοντος, οπότε μπορεί η γνωμοδότηση σχετικά με την προσφυγή στη διαδικασία αυτή να προέλθει από την αρμόδια υπηρεσία της αναθέτουσας αρχής.
Άρθρο 12 – Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς
Με το άρθρο 12 τροποποιείται το άρθρο 46 για τις προκαταρκτικές διαβουλέυσεις της αγοράς. Συμφωνούμε κατ΄ αρχήν για τη σημασία τέτοιων προπαρασκευαστικών διαδικασιών. Με την προτεινόμενη διάταξη, ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να καταστήσει υποχρεωτική την πραγματοποίηση υποχρεωτικής διαβούλευσης της αγοράς για συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία άνω του 1.000.000 ευρώ. Στο σημείο αυτό προτείνουμε, να προσδιοριστεί ότι προκειμένου για τις προμήθειες ιατροτεχνολογικών, υγειονομικών ή φαρμακευτικών προϊόντων αρμόδιος για την έκδοση της σχετικής απόφασης είναι ο Υπουργός Υγείας.
Προτείνουμε να καταστεί άμεσα και εκ του νόμου υποχρεωτική η διαβούλευση ως προς τις απαιτήσεις της αναθέτουσας και ιδίως τις τεχνικές προδιαγραφές για διαγωνισμούς προμηθειών που διεξάγει Κεντρική Αρχή Αγορών.
Δεν συμφωνούμε με την κατάργηση του ανώτατου ορίου της χρονικής διάρκειας της διαβούλευσης, διότι επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές απλώς να καθυστερούν την έναρξη της διαδικασίας ανάθεσης.
Άρθρο 17 – Έγγραφα της σύμβασης
Ως προς την τροποποίηση του άρθρου 48 του Ν. 4412/2016, δεν συμφωνούμε με την κατάργηση της υποχρεωτικότητας των προτύπων τευχών που εκδίδει η ΕΑΑΔΗΣΥ, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις προμήθειες, ασχέτως από την υποβάθμιση της Αρχής σε μια βασική συντονιστική της αρμοδιότητας. Η πείρα από το διάστημα προ της θέσης σε ισχύ των υποχρεωτικών προτύπων ήταν ότι πολλα νοσοκομεία μη έχοντας κατάλληλη διοικητική και νομική στελέχωση και προϊόντος του χρόνου εξέδιδαν διακηρύξεις και λοιπά έγγραφα που είχαν συχνά σοβαρά νομικά ελαττώματα. Εξάλλου, με την χρήση των προτύπων τευχών μπορούσε να συντονιστεί η ερμηνεία των σχετικών όρων τόσο από τις αναθέτουσες αρχές και του οικονομικούς φορείς, όσο και από την ΑΕΠΠ.
Ένα περαιτέρω ζήτημα που εγείρεται και δεν διευκρινίζεται με την προτεινόμενη παρ. 9, είναι πως εφαρμόζεται τυχόν ρήτρα αναπροσαρμογής του τιμήματος σε συμβάσεις προμηθειών, όταν παραλλήλως ισχύει σύστημα διατίμησης όπως στην περίπτωση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων όπου ισχύει το Παρατηρητήριο Τιμών.
Στο σημείο αυτό και ενόψει του ότι δεν προτείνεται τροποποίηση του άρθρου 86 του ν. 4412/2016, εισάγουμε την εξής πρόταση. Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ειδική διάταξη για την προμήθεια ιατροτεχνολογικών προϊόντων με βάση την οποία θα είναι κατ’ αρχήν υποχρεωτική η προσφυγή στο κριτήριο της σχέσης ποιότητας – τιμής κατά το άρθρο 86 Ν. 4412/2016 (βλ. συναφώς ανακοίνωση της Επιτροπής Προμηθειών Υγεία της 28/11/2016).
Άρθρο 18 – Τεχνικές προδιαγραφές
Πρέπει να αντιμετωπιστούν ζητήματα θέσης τεχνικών προδιαγραφών στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων για ιατροτεχνολογικά προϊόντα. Παρίσταται αναγκαία η διάκριση της διαδικασίας διασφάλισης από τον ΕΟΦ σύμφωνα με το άρθρου 8 της Κ.Υ.Α. ΔΥ8δ/Γ.Π.οικ. 130648/2009 και το άρθρο 19 του Ν. 2889/2001 που θα εξακολουθήσει να γίνεται από τον ΕΟΦ, από τη διαδικασία έγκρισης τεχνικών προδιαγραφών των δημοσίων συμβάσεων προμήθειας ιατροτεχνολογικών προϊόντων, που ρυθμίζονται από το άρθρο 54 του Ν. 4412/2016. Είναι αναγκαίο να εξουσιοδοτηθεί η ΕΚΑΠΥ και όχι ο ΕΟΦ, που δεν διαθέτει σχετική διαδικασία, να θεσπίζει προδιαγραφές που βαίνουν πέραν των ελάχιστων απαιτούμενων για τη σήμανση CE.
Προτείνουμε να εισαχθεί διάταξη ειδικώς για τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων προμήθειας ιατροτεχνολογικών προϊόντων, ώστε οι τεχνικές προδιαγραφές να μπορούν να διατυπώνονται σύμφωνα με το άρθρο 54 του Ν. 4412/2016 με αναφορά σε επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, ανεξάρτητα από την απαίτηση το προϊόν να φέρει σήμανση CE. Στην περίπτωση αυτή, προσφορά μπορεί να αποκλειστεί, εφόσον δεν είναι σύμφωνη με τεχνική προδιαγραφή που διατυπώνεται με αναφορά σε επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις. Προτείνουμε ακόμα να εξουσιοδοτηθεί ρητά η Ενιαία Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας, κατά τη σύνταξη εθνικών τεχνικών προδιαγραφών, να μπορεί να θέτει, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση για λόγους αναγόμενους στη δημόσια υγεία και την παροχή υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου, χαρακτηριστικά πέραν των απαιτούμενων για τη σήμανση του προϊόντος με το σήμα CE. Μέχρι τη θέση σε ισχύ εθνικών τεχνικών προδιαγραφών ανά είδος, οι αναθέτουσες αρχές κατά την προμήθεια ιατροτεχνολογικών προϊόντων εφαρμόζουν το άρθρο 54 του Ν. 4412/2016 και την προηγούμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου.
Κατά τα λοιπά, συμφωνούμε με την ανάγκη εκπόνησης ενιαίων τεχνικών προδιαγραφών, ωστόσο η προτεινόμενη διάταξη δίδει σοβαρή ευελιξία στις αναθέτουσες αρχές να αποκλίνουν από τις προδιαγραφές αυτές. Ορθό είναι όπου οι Εθνικές Κεντρικές Αρχές Αγορών έχουν εκπονήσει και εγκρίνει τεχνικές προδιαγραφές, έστω και δεν κάνουν οι ίδιες τη διαδικασία ανάθεσης, οι αναθέτουσες αρχές να εφαρμόζουν υποχρεωτικά τις προδιαγραφές αυτές. Με την προτεινόμενη διάταξη ανήκει στην ευχέρεια του Υπουργού, να καταστήσει τις ενιαίες προδιαγραφές υποχρεωτικές, ωστόσο δεν προβλέπεται καν εισήγηση της ΕΚΑΑ προς το σκοπό αυτό. Με ποιόν τρόπο ο υπουργός θα γνωρίσει για την ανάγκη υποχρεωτικότητας των προδιαγραφών; Ενώ και σε αυτήν την περίπτωση, μπορούν οι αναθέτουσες αρχές να αποκλίνουν, απλώς αιτιολογώντας την απόκλιση.
Άρθρο 23 – Λόγοι αποκλεισμού και έλεγχος τους
Προτείνουμε σε σχέση με τη νέα διατύπωση του άρθρου 73 να περιληφθούν στα πρόσωπα στα οποία ελέγχεται η συνδρομή ή μη λόγων αποκλεισμού, προκειμένου περί Α.Ε., και εκείνα τα πρόσωπα που δεν είναι μέλη του Δ.Σ., αλλά με απόφαση αυτού του οργάνου έχει ανατεθεί το σύνολο της διοίκησης και εκπροσώπησης της εταιρείας, προς καταστρατήγηση σειράς διατάξεων.
Άρθρο 29 – Υπογραφή ΕΕΕΣ
Στο άρθρο 79Α που τροποποιείται, πρέπει να προστεθεί αναφορά στις διακρίσεις του άρθρου 73 για τα πρόσωπα στα οποία ελέγχεται η συνδρομή λόγων αποκλεισμού. Επαναλαμβάνεται η γενική αναφορά της παρ. 1 του άρθρου 73 χωρίς την εξειδίκευσή της ανά τύπο νομικού προσώπου.
Άρθρο 30 – Αποδεικτικά μέσα και εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας
Η κατάργηση του λόγου αποκλεισμού που συνίσταται στη μη διάπραξη παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας υψηλής και πολύ υψηλής σοβαρότητας μπορεί να επιφέρει και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού καθώς επιχειρήσεις οι οποίες κερδοσκοπούν μέσω τέτοιων παραβιάσεων δεν θα έχουν σχετική συνέπεια.
Άρθρο 37 – Περιεχόμενο φακέλου τεχνικής προσφοράς
Καταργείται η δυνατότητα που είχε εισαχθεί στο άρθρο 94 για την αναθέτουσα αρχή να ζητεί υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της μονάδας που κατασκευάζει μερικά ή ολικά το προσφερόμενο προϊόν, όταν ο προμηθευτής δεν ήταν ο ίδιος κατασκευαστής.
Η διάταξη που εισήχθη με το ν. 4605/2019 αντλεί την καταγωγή της από τη διάταξη του άρθρου 18 του Π.Δ. 118/2007, ήτοι από τον προϊσχύσαντα Κανονισμό Προμηθειών του Δημοσίου, άρθρο που είχε τίτλο «Καταγωγή των προσφερομένων υλικών και δήλωση της επιχείρησης κατασκευής του τελικού προϊόντος». Η προέλευση αυτή έχει την εξής επιπλέον σημασία: Δεν μπορεί να υποστηριχθεί σοβαρά ότι η απαίτηση αυτή έρχεται σε αντίθεση με το ευρωπαϊκό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και τις γενικές αρχές του, ήτοι της ελεύθερης πρόσβασης, της απαγόρευσης νόθευσης του ανταγωνισμού και της διαφάνειας, καθώς η διάταξη εφαρμόστηκε στην Ελλάδα επί μια δεκαετία σχεδόν χωρίς να εγερθεί ζήτημα συμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο, του οποίου οι ανωτέρω αρχές είναι διαχρονικές και ίσχυαν και υπό το καθεστώς των προηγούμενων Οδηγιών.
Με τη διάταξη του Ν. 4605/2019 παρέχεται η δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να απαιτούν να δηλώνεται ο κατασκευαστής του προϊόντος για λόγους διαφάνειας και προστασίας του δημοσίου συμφέροντος. Με τον τρόπο αυτό, ιδίως σε συµβάσεις προμηθειών προϊόντων ιατρικής τεχνολογίας, εξασφαλίζεται ότι οι προσφέροντες έχουν πράγματι τη δυνατότητα προμήθειας των ειδών και δεν θα δημιουργούνται ζητήματα καθυστέρησης στην εκτέλεση των συµβάσεων ή ακόµη και έκπτωσης των αναδόχων. Η απαίτηση αυτή συνδέεται και εξυπηρετεί τόσο γενικά όσο και σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το δημόσιο συμφέρον. Σε αντίθεση με άλλες προμήθειες του Δημοσίου, οι προμήθειες ιατροτεχνολογικών και φαρμακευτικών προϊόντων συνδέονται άρρηκτα με το μείζων αγαθό της δημόσιας υγείας αλλά και με τη θεμελιώδη υποχρέωση του Κράτους να μεριμνά για την υγεία των πολιτών του.
Επισημαίνεται ότι πιθανή αστοχία αυτών συνεπάγεται σοβαρές επιπλοκές, όπως πιθανή επιμήκυνση του χειρουργικού χρόνου, διεγχειρητικές/μετεγχειρητικές επιπλοκές, ακόμα και απώλεια ανθρώπινης ζωής. Δεδομένου ότι αφενός μεν κατά καιρούς όλοι οι κατασκευαστικοί οίκοι αποσύρουν ή ανακαλούν ελαττωματικά προϊόντα και αφετέρου οι διαδικασίες απόσυρσης/ανάκλησης δεν διενεργούνται από τους προμηθευτές των προϊόντων παρά μόνο από τους κατασκευαστικούς οίκους ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους, καθίσταται απαραίτητη και κατ’ ουσία υποχρεωτική η γνωστοποίηση αυτής της πληροφορίας τόσο στο Νοσοκομείο όσο και τον τελικό χρήστη. Αυτό συνεπάγεται ότι, εφόσον δεν υπάρχει στη διάθεση του Νοσοκομείου η σχετική υπεύθυνη δήλωση, δεν διασφαλίζεται η ορθή/έγκαιρη προμήθεια των προϊόντων στο Νοσοκομείο, όπως επίσης ότι δεν διασφαλίζεται η τήρηση όλων των διαδικασιών ιχνηλασιμότητας σε πιθανή ανάκληση/απόσυρση προϊόντος ή μετά από συμπλήρωση της «Κάρτας αναφοράς Περιστατικών Χρηστών Ιατροτεχνολογικών Προϊόντων (λευκή κάρτα)» από τον χρήστη.
Σύμφωνα με το αρ. 10 παρ. 12 του Κανονισμού ΕΕ 2017/745 για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/EΚ, του κανονισμού (EΚ) αριθ. 178/2002 και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1223/2009 και για την κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 90/385/ΕΟΚ και 93/42/ΕΟΚ, υπεύθυνοι για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη συμμόρφωση, την απόσυρση ή την ανάκληση μη συμμορφούμενου προϊόντος είναι οι κατασκευαστές, οι οποίοι οφείλουν να ενημερώσουν τόσο τους διανομείς, εισαγωγείς και εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο όσο και τις αρμόδιες αρχές του κράτους στο οποίο έχει διατεθεί το προϊόν. Σε κάθε περίπτωση μη συμμορφούμενου προϊόντος οι εισαγωγείς συνεργάζονται με τον κατασκευαστή, τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του και τις αρμόδιες αρχές και κατά περίπτωση τον κοινοποιημένο οργανισμό προκειμένου να διασφαλιστεί η διαδικασία συμμόρφωσης, απόσυρσης ή ανάκλησης, σύμφωνα με το αρ. 13 παρ. 7 του ίδιου Κανονισμού. Σύμφωνα δε με το αρ. 14 παρ. 4 και οι διανομείς οφείλουν να συνεργάζονται με τον κατασκευαστή, τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του και τον εισαγωγέα, καθώς και με τις αρμόδιες αρχές προκειμένου περί τη διασφάλιση της ανωτέρω διαδικασίας, καθώς και να ενημερώνουν αυτούς πάραυτα σε περίπτωση που διαπιστώσουν μη συμμορφούμενο προϊόν. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί, αντίθετα, είναι αρμόδιοι για την τήρηση των διαδικασιών έκδοσης, ανάκλησης ή αναστολής πιστοποιητικών και όχι προϊόντων (αρ. 46 παρ. 7 και όρος 4.8 Παραρτήματος VII του ανωτέρω Κανονισμού). Ως προς τη διακίνηση υλικών μέσω δικτύου παράλληλης αγοράς, σημειώνουμε ότι πράγματι κυκλοφορούν ιατροτεχνολογικά προϊόντα από διάφορες εταιρείες χωρίς εξουσιοδότηση διάθεσης και διανομής. Δεδομένου ότι αφενός μεν κατά καιρούς όλοι οι κατασκευαστικοί οίκοι αποσύρουν ή ανακαλούν ελαττωματικά προϊόντα και αφετέρου οι διαδικασίες απόσυρσης/ανάκλησης δεν διενεργούνται από τους προμηθευτές των προϊόντων παρά μόνο από τους κατασκευαστικούς οίκους ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, καθίσταται άκρως απαραίτητη η γνωστοποίηση αυτής της πληροφορίας τόσο στο Νοσοκομείο όσο και τον τελικό χρήστη. Συνεπώς, πρέπει η κατασκευάστρια εταιρεία να γνωρίζει επακριβώς (βάσει σειριακών αριθμών ή αριθμό LOT) ποια προϊόντα έχει προμηθευτεί ο εκάστοτε αντιπρόσωπος/διανομέας ώστε να προβεί στις απαραίτητες διαδικασίες ενημέρωσης και ανάκλησης. Με την παραπάνω υπεύθυνη δήλωση, βεβαιώνεται το νοσοκομείο όσο και ο τελικός χρήσης για την εμπορική σχέση της προμηθεύτριας εταιρείας με την κατασκευάστρια εταιρεία και έτσι διασφαλίζεται η ενημέρωση για απόσυρση/ανάκληση από την κατασκευάστρια εταιρεία στον εξουσιοδοτημένο προμηθευτή και από τον εξουσιοδοτημένο προμηθευτή στο νοσοκομείο και τον τελικό χρήστη. Σε διαφορετική περίπτωση εύλογα γίνεται αντιληπτό ότι τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια του ασθενούς και η δημόσια υγεία (βλ. Οδηγία 93/42/ΕΟΚ, ΔΥ8δ/Γ.Π.οικ.130648/30-8-2009, Κανονισμό ΕΕ/2017/745).
Επισημαίνουμε ότι ήδη πριν από τη θέση σε ισχύ του Ν. 4605/2019 και υπό το καθεστώς του Ν. 4412/2016, η δυνατότητα εισαγωγής τέτοιας ρήτρας είχε γίνει δεκτή με την υπ’ αρ. 359/2018 απόφαση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών. Με την απόφαση κρίθηκε νόμιμη τέτοιου είδους απαίτηση με το σκεπτικό ότι αυτή «σκοπεί στη θέσπιση ενός πρόσθετου μέτρου εξασφάλισης της ορθής και έγκαιρης εκτέλεσης της προμήθειας εκ μέρους του τελικού αναδόχου και στον κατά το δυνατόν περιορισμό πιθανών δυσχερειών που θα προκύψουν από τη λύση της συνεργασίας του προμηθευτή με την κατασκευάστρια του προς προμήθεια υλικού εταιρεία».
Ενόψει αυτών δεν έχουν καμία βάση τα αναφερόμενα περί τεχνητής μείωσης του ανταγωνισμού εξαιτίας της απαίτησης αυτής. Αντιθέτως, διακυβεύεται σοβαρά, χωρίς να συντρέχει σχετικός νομικός λόγος, η ποιότητα των νοσοκομειακών προμηθειών. Αντιθέτως πρέπει να οριστεί ότι η υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 94 παρ. 5β εδ. δ΄ του Ν. 4412/2016 είναι υποχρεωτική και συντάσσεται και υπογράφεται από το νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης στην οποία ανήκει ή η οποία εκμεταλλεύεται ολικά ή μερικά τη μονάδα κατασκευής του τελικού προϊόντος, και αυτή η υπεύθυνη δήλωση υποβάλλεται στη συνέχεια από τον προσφέροντα.
Άρθρο 42 – Αντιστροφή σταδίων αξιολόγησης
Δεν συμφωνούμε με την δυνατότητα αντιστροφής των σταδίων αξιολόγησης, σύμφωνα με το τροποποιημένο άρθρο 101, ήτοι την δυνατότητα πρόταξης της αξιολόγησης των οικονομικών προσφορών και τον έλεγχο των λόγων αποκλεισμού και του παραδεκτού της προσφοράς μόνον για το μειοδότη. Με τον τρόπο αυτό αλλοιώνεται η αντικειμενική αξιολόγηση των λοιπών φακέλων των διαγωνιζόμενων, καθώς οι αναθέτουσες αρχές θα έχουν κάθε κίνητρο να παραβλέπουν πλημμέλειες στους φακέλους αυτούς χάριν της οικονομικότερης προσφοράς. Πρόκειται για το σύστημα του Ν. 4281/2014 που ουδέποτε ίσχυσε.
Άρθρο 43 – Συμπλήρωση δικαιολογητικών
Το πεδίο της δυνατότητας της αναθέτουσας αρχής να ζητεί διευκρινίσεις και ιδίως συμπληρώσεις διευρύνεται σημαντικά, κατά τρόπο που προοιωνίζεται προβλήματα εφαρμογής, ιδίως προκειμένου για τη συμπλήρωση ελλιπών από την άποψη των προσκομιζόμενων εγγράφων προσφορών.
Άρθρο 46 – Κατακύρωση σύμβασης και μείωση ποσοτήτων
Δεν συμφωνούμε με την τροποποίηση του άρθρου 105 που καταργεί το εκ του νόμου και άνευ αναφοράς στα έγγραφα της σύμβασης δικαίωμα της αναθέτουσας αρχής να προχωρεί στην προσαύξηση ή επαύξηση των συμβατικών ποσοτήτων. Χωρίς το δικαίωμα αυτό η αναθέτουσα αρχή χάνει ένα σημαντικό εργαλείο προσαρμογής των συμβατικών ποσοτήτων στις ανάγκες του χρόνου της κατακύρωσης.
Δεν είναι σαφές ποιός είναι ο λόγος για τον οποίο θεωρείται ότι η σύμβαση έχει συναφθεί με την κοινοποίηση στον προσωρινό ανάδοχο της σχετικής απόφασης. Η σχετική ρύθμιση γεννά κάποια ερμηνευτικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα αν με την κοινοποίηση της απόφασης ανάδειξης προσωρινού αναδόχου, οι διαφορές μεταξύ προσωρινού αναδόχου και αναθέτουσας αρχής αποτελούν διαφορές από την εκτέλεση της σύμβασης, ήτοι συνηθέστατα διοικητικές διαφορές ουσίας.
Άρθρο 55 – Έννομη προστασία για τις συμβάσεις κάτω των 30.000 και κάτω των 60.000 ευρώ
Να διευκρινιστεί αν το παράβολο 5% της εκτιμώμενης αξίας που καταβάλλεται για την άσκηση αίτησης ακύρωσης, πρέπει να καταβληθεί εκ νέου προκειμένου περί της άσκησης αίτησης αναστολής, ή αν αντιθέτως πρόκειται για ενιαίο παράβολο. Επίσης, πρέπει να υπάρχει ένα ελάχιστο ποσό παραβόλου, ενδεχομένως όχι κάτω από το γενικό πάγιο παράβολο των 150 ευρώ για την αίτηση ακύρωσης και των 100 ευρώ, για την αίτηση αναστολής.
Άρθρο 138 – Δικαστική προστασία
Με το άρθρο τροποποιείται η διάταξη του άρθρου 372 ν. 4412 και επιταχύνεται η δικαστική προστασία, με την επίσπευση της αίτησης ακύρωσης. Σύμφωνα με την παρ. 6 του προτεινόμενου άρθρου 372 η άσκηση της αίτησης ακύρωσης κωλύει την σύναψη της σύμβασης. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ποιό είναι το νόημα των παρ. 9 και 11 της ίδιας διάταξης, δεδομένου ότι εκ της νέας διατάξεως αποκλείεται η σύναψη της σύμβασης μέχρις εκδόσεως απόφασης για την αίτηση ακύρωσης;
Άρθρο 19 (τροποποίηση άρθρου 58 ν.4412/2016): Υπεργολαβία και
Άρθρο 81 (τροποποίηση άρθρου 165 ν.4412/2016): Υπεργολαβία κατά την εκτέλεση
Ο έλεγχος όλων των υπεργολάβων είναι εσφαλμένος καθώς αφενός η ποιότητα και η καταλληλότητα εγγυάται από τη συμμόρφωση του αναδόχου με τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής και αφετέρου μειώνεται η δυνατότητα συμμετοχής (αλλά και μετέπειτα εξέλιξης και αυτόνομης πορείας) στα έργα ως υπεργολάβων οικονομικών φορέων που το επιθυμούν.
Συνακόλουθα μειώνεται αναιτιολόγητα η οικονομική ελευθερία των επιχειρήσεων που επιθυμούν να δραστηριοποιούνται ως υπεργολάβοι. Επιπλέον υπάρχει ερωτηματικό σχετικά με τη συμμόρφωση της διάταξης αυτής με τη ευρωπαϊκή νομοθεσία, προβληματισμός που έχει ήδη κατατεθεί στη δημόσια διαβούλευση.
Κατά την εκτέλεση της σύμβασης, προτείνεται η υποχρεωτική δήλωση όλων των υπεργολάβων, ειδικά όσων εκτελούν εργασίες πάνω από ένα ποσό. Για μεγαλύτερα έργα (πχ άνω των 10.000.000,00€) μπορεί να προβλεφθεί έλεγχος περί της εξόφλησής τους ή εξόφληση απευθείας από τον ΚτΕ.
Τέλος η πλήρης αφαίρεση της εμπειρίας από τον ανάδοχο και εν μέρει από τα στελέχη του δεν λαμβάνει υπόψιν της ότι αυτή σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη διαχείριση και τον συντονισμό των εργασιών, τα οποία σε κάθε περίπτωση διατηρούνται. Θα πρέπει λοιπόν είτε η εμπειρία να προσμετράται και στους δύο (ανάδοχο-υπεργολάβο), είτε ο ανάδοχος να λαμβάνει και αυτός κατ’ ελάχιστον 50% της εμπειρίας.
Άρθρο 65
Ημερολόγιο του έργου
Προτείνεται να εφαρμοστεί σε έργα προϋπολογισμού άνω του 1.000.000 € διότι είναι δυσβάστακτο και δυσανάλογο το κόστος για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις
Άρθρο 57
Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση και επίβλεψη
Παρ.3
Για την ορθή εφαρμογή της επίβλεψης από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα θα πρέπει να είναι ξεκάθαρες οι αρμοδιότητες της ιδιωτικής επίβλεψης, της διευθύνουσας υπηρεσίας και της προϊσταμένης αρχής ειδάλλως προκαλείται σύγχυση.
Σε αναμονή των κριτηρίων επιλογής θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν αρκούν απλώς τα κατάλληλα προσόντα του επιστημονικού προσωπικού για τους πιστοποιημένους ιδιωτικούς φορείς .Απαραίτητη προϋπόθεση θα πρέπει να είναι η στελέχωση των ιδιωτικών φορέων με έναν ελάχιστο αριθμό εγγεγραμμένων στο ΜΕΚ στελεχών.
Επίσης θα πρέπει να προσδιοριστεί και ο χρόνος που θα επιλέγεται καθώς και η διαδικασία επιλογής από τις αναθέτουσες αρχές. Η δημιουργία μητρώου των επιβλεπόντων ελεγκτών ιδιωτικών φορέων προτείνεται να διαβαθμιστεί ανάλογα με τους προϋπολογισμούς και τις κατηγορίες των έργων και κλήρωση για την επιλογή τους, μετά την ανακήρυξη του αναδόχου.
Παρ.5α
Προτείνονται να υπάρχουν στάδια υποχρεωτικού ελέγχου.
Συμπερασματικά είναι πρόωρη για να εφαρμοστεί η διαδικασία της ιδιωτικής επίβλεψης χωρίς τις παραπάνω προϋποθέσεις διαφορετικά θα συμβεί όπως στη Ρουμανία, όπου ανάλογα με την κλήρωση του ιδιωτικού επιβλέποντα υπήρχαν συγκεκριμένοι ανάδοχοι…
1. «Άρθρο 1 – Ορισμοί – Τροποποίηση άρθρου 2 ν. 4412/2016 »
Αναφορικά με τον ορισμό του «έργου», προτείνεται, προς τον σκοπό της εναρμόνισης της έννοιας της σύμβασης έργου με την έννοια του έργου, να απαλειφθεί η λέξη «πολιτικού» από τον ορισμό του έργου, και να γίνει αναφορά σε εργασίες μηχανικού γενικά, διαμορφούμενης της διάταξης ως ακολούθως :
«4) ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού, το οποίο επαρκεί καθαυτό για την επιτέλεση οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας» .
Τούτο διότι, οι δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II του Προσαρτήματος Α’ και στο Παράρτημα Ι του Προσαρτήματος Β’, -στις οποίες γίνεται παραπομπή από τον ορισμό της σύμβασης έργου-, αναφέρονται κατ΄ αντικείμενο, σε εύρος εργασιών σημαντικά μεγαλύτερο των οικοδομικών εργασιών και των εργασιών πολιτικού μηχανικού περιλαμβάνοντας Η/Μ, υδραυλικές και λοιπές εργασίες.
2. «Άρθρο 23 Λόγοι αποκλεισμού – Αντικατάσταση άρθρου 73 ν. 4412/2016»
Ως προς την παρ. 1: Με την προτεινόμενη ρύθμιση δια τις οποίας τα αδικήματα που περιγράφονται υπό παρ. 1 έως 6 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ αντικαθίστανται δια της παραπομπής σε άρθρα διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας, προφανώς αποσαφηνίζεται ο σχετικός λόγος αποκλεισμού καθ ο μέρος αφορά την συμμετοχή στους διαγωνισμούς ημεδαπών οικονομικών φορέων.
Ωστόσο, η σύνδεση ενός Κοινοτικά επιβεβλημένου λόγου αποκλεισμού, αποκλειστικά με διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας (έστω και ανάλογες με τις Κοινοτικές) καθιστά δυσχερέστερη την απόδειξη από τους αλλοδαπούς οικονμικούς φορείς, της μη συνδρομής της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των άνω αδικημάτων, με τον ακριβή τρόπο που περιγράφονται στην ελληνική νομοθεσία δημιουργώντα και αναπόφευκτα ερμηνευτικά ζητήματα κατά τον έλεγχο των δικαιολογητικών των αλλοδαπών οικονομικών φορέων.
Προτείνεται επομένως, για λόγους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης ημεδαπών και αλλοδαπών οικονομικών φορέων, η διατήρηση της υφιστάμενης διατύπωσης της ρύθμισης του άρθρου 73 παρ. 1.
Ως προς την παρ. 8: Η προτεινόμενη κατάργηση του τεκμηρίου σιωπηρής απόρριψης των επανορθωτικών μέτρων εισάγει ανασφάλεια δικαίου σε περίπτωση άπρακτης παρόδου της τασσόμενης προθεσμίας.
3. «Άρθρο 24 Αποκλεισμός οικονομικού φορέα από δημόσιες συμβάσεις – Αντικατάσταση άρθρου 74 ν.
4412/2016 «:
Λαμβανόμενης υπόψη της θέσπισης υποχρέωσης για τις αναθέτουσες αρχές, να προβαίνουν σε οριζόντιο αποκλεισμό οικονομικών φορέων από τη συμμετοχή σε εν εξελίξει και μελλοντικές διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην υπόψη ρύθμιση, φαίνεται επιβεβλημένη η θέσπιση μεταβατικής διάταξης που να εξαρτά την έναρξη εφαρμογής της σχετικής υποχρέωσης από την έκδοση του Π.Δ. της παρ.2 που θα καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις της διαδικασίας, και της Κ.Υ.Α. που θα θεσπίσει τα μητρώα, καθώς άλλως Αναθέτοντες Φορείς και Αναθέτουσες Αρχές καλούνται να ενεργήσουν σε κενό νόμου.
4. «Άρθρο 27 Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων – Τροποποίηση άρθρου 78 ν. 4412/2016″
Λαμβανομένης υπόψη της υποχρεωτικής τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας και της εξ αυτών απορρέουσας απαγόρευσης μεταβολής των υποβληθεισών προσφορών διαρκούσης της διαγωνιστικής διαδικασίας, ιδία έτσι όπως αυτές ερμηνεύονται από την πάγια δικαστηριακή πρακτική καθώς και, για λόγους ασφάλειας των διαγωνιστικών διαδικασιών, φαίνεται εύλογο να υπάρξει νομοθετικά μέριμνα ώστε προφανώς απαράδεκτες προσφορές να μην μπορούν, να «θεραπευτούν» εκ των υστέρων δια της διάταξης αυτής. (περίπτωση επίκλησης με τον φάκελο της προσφοράς ικανότητας τρίτου, που προφανώς δεν κατέχει την απαιτούμενη εμπειρία ή δεν κατέχει καμία εμπειρία).
Τούτο ενδεχομένως δια της σύνδεσης του άρθρου αυτού με την περίπτωση της νέας προτεινόμενης ρύθμισης παρ. 4 ζ του άρθρου 73 και 103 παρ. 3 περί δήλωσης στοιχείων εκ προθέσεως απατηλών, οπότε και η διάταξη θα μπορούσε να τεθεί ως ακολούθως :
Η αντικατάσταση του φορέα, στις ικανότητες του οποίου στηρίζεται ο οικονομικός φορέας που δεν πληροί σχετικό κριτήριο επιλογής ή για τον οποίο συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού των άρθρων 73 και 74, γίνεται, υπό την επιφύλαξη του (νέου) άρθρου 103 παρ. 3, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης από την αναθέτουσα αρχή προς τον οικονομικό φορέα, εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της πρόσκλησης στον οικονομικό φορέα, για κάθε τρίτο στις ικανότητες του οποίου στηρίζεται, στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης. Ο φορέας με τον οποίο αντικαθίσταται ο φορέας του προηγούμενου εδαφίου δεν επιτρέπεται να αντικατασταθεί εκ νέου.
5. «Άρθρο 28 : Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης – Αντικατάσταση άρθρου 79 ν. 4412/2016»
Η αναφερόμενη στην παρ. 8 του άνω άρθρου υποπερ. ββ της παρ. 2 του άρθρου 73 έχει τεθεί από παραδρομή καθώς στην οικεία διάταξη του άρθρου 73 υπό παρ. 2 δεν υπάρχει υποπερίπτωση ββ.
6. «Άρθρο 119
Χρήση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής που προβλέπονται στο Βιβλίο Ι– Τροποποίηση άρθρου 305 ν. 4412/2016 (άρθρο 80 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)»
Προτείνεται, στο πνεύμα της υφιστάμενης και μη διαφοροποιούμενης με τις προτεινόμενες μεταβολές ρύθμιση της παρ, 7 του άρθρου 222, η από το νέο άρθρο 76 παρ. 3 και 77 παρ. 3 υποχρέωση λήψης γνωμοδότησης για τη συμπερίληψη στα έγγραφα της σύμβασης απαιτήσεων οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, καθώς και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, πέραν των προβλεπόμενων στο π.δ. 71/2019 (Α’ 112), να περιοριστεί στους Αναθέτοντες Φορείς που είναι και Αναθέτουσες Αρχές εξαιρώντας του φορείς της παρ. 7 του άρθρου 222, διαμορφούμενης της παρ. 2 της διάταξης ως ακολούθως:
2. Τα κριτήρια και οι κανόνες που αναφέρονται στην παρ. 1 μπορούν να περιλαμβάνουν τα κριτήρια επιλογής που παρατίθενται στα άρθρα 75 έως 77 με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτό, ιδιαίτερα όσον αφορά στα όρια για τις απαιτήσεις που αφορούν τους ετήσιους κύκλους εργασιών. Όταν ένας αναθέτων φορέας είναι αναθέτουσα αρχή, για τη συμπερίληψη στα έγγραφα της σύμβασης απαιτήσεων οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, καθώς και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, πέραν των προβλεπόμενων στο π.δ. 71/2019 (Α’ 112), εφαρμόζεται υποχρεωτικά η παρ. 3 του άρθρου 76, και η παρ. 3 του άρθρου 77.
7. Άρθρο 121 Συμπλήρωση – αποσαφήνιση πληροφοριών και δικαιολογητικών- Αντικατάσταση άρθρου 310 ν.
4412/2016″
Η ρύθμιση αυτή, σε συνδυασμό και με την διάταξη του άρθρου 73 παρ. 4ζ, προφανώς, ορθώς επιδιώκει να θεραπεύσει ακραίους αποκλεισμούς οικονομικών φορέων που επιβάλλονται ακόμα και για ελάσσονες παρατυπίες και πλημμέλειες των προσφορών ή προφανή πλάνη των διαγωνιζόμενων αναφορικά με τον ορθό τρόπο συμπλήρωσης του ΕΕΕΣ
Με την διάταξη, μεταφέρεται αυτούσιο το άρθρο 76 παρ. 4 της οδηγίας 2014/25, χωρίς ωστόσο πρόβλεψη επί των προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα γίνεται η πρόσκληση σε συμπλήρωση, καίτοι παρέχεται ευχέρεια από την κοινοτική νομοθεσία να οριστούν τα ζητήματα αυτά. Επιπλέον η πρόσκληση σε συμπλήρωση τίθεται ως υποχρέωση και όχι ως ευχέρεια («…οι αναθέτοντες φορείς …. ζητούν….») ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί ότι η άποψη ότι κάθε ελλείπον στοιχείο της προσφοράς μπορεί και πρέπει να συμπληρωθεί.
Ωστόσο, σύμφωνα με την νομολογία τόσο του ΔΕΕ όσο και την εθνική δεν είναι επιτρεπτό δια συμπληρώσεως να καταστεί αποδεκτή μία προσφορά η οποία δεν πληρούσε κατ αρχήν τις προϋποθέσεις συμμετοχής στον διαγωνισμό.
Η θέσπιση επομένως εθνικά, ενός πιο ξεκάθαρου ορίου αντί, μόνης της γενικής επίκλησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας που επιτρέπει μεγάλο εύρος δράσης, θα ενίσχυε την ασφάλεια δικαίου και θα διευκόλυνε την εφαρμογή της διάταξης από τους Αναθέτοντες Φορείς, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθότητα της διαδικασίας και να τυποποιηθεί το εύρος των σχετικών αποφάσεων τους, με αναγωγή σε πιο συγκεκριμένα κριτήρια τα οποία θα εφαρμόζονται με πιο προβλέψιμο τρόπο από τα δικαστήρια.
Προτείνεται η διατήρηση της υφιστάμενης παρ. 3 του άρθρου σύμφωνα με την οποία:
«3. Η διευκρίνιση ή η συμπλήρωση της παραγράφου 1 δεν πρέπει να εισάγει διακρίσεις, άνιση μεταχείριση των οικονομικών φορέων ή να έχει ως συνέπεια ευνοϊκή μεταχείριση συγκεκριμένου οικονομικού φορέα στη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης».
Ή
Η συμπλήρωση εδαφίου στο τέλος του άρθρου ως ακολούθως :
«Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς, τηρώντας τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, ζητούν από τους οικονομικούς φορείς, όταν οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση που πρέπει να υποβάλλονται είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στο ΕΕΕΣ, ή όταν λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, να υποβάλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση, εντός προθεσμίας όχι μικρότερης των δέκα (10) ημερών και όχι μεγαλύτερης των είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτούς της σχετικής πρόσκλησης υπό την προϋπόθεση ότι από την συμπλήρωση δεν επέρχεται ουσιώδης μεταβολή της προσφοράς»
8. «Άρθρο 313 Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (άρθρο 84 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)
Προτείνεται ο μέσος όρος των εκπτώσεων της παρ. 7 να υπολογίζεται επί του συνόλου των παραδεκτών προσφορών που υποβλήθηκαν, προκειμένου να μην υπάρχει ευχέρεια χειραγώγησης της διαμόρφωσης του μέσου όρου των εκπτώσεων.
Περαιτέρω προτείνεται να τεθεί στην ευχέρεια των Αναθετόντων Φορέων και η δυνατότητα θέσπισης κατά περίπτωση σωρευτικά ή εναλλακτικά προς τον μέσο όρο των προσφορών, ανώτατου ορίου έκπτωσης, η υπέρβαση του οποίου θα καθιστά υποχρεωτική την αιτιολόγηση των προσφορών.
9. Άρθρο 132 Συμβατικό πλαίσιο – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Αντικατάσταση άρθρου 334 ν. 4412/2016
Σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 222, που δεν τροποποιείται με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου, τα άρθρα 134 έως 220 δεν εφαρμόζονται από τις εταιρείες του Κεφαλαίου Β΄ του ν. 3429/2005. Η διάταξη, δε, αυτή είναι ειδικότερη του άρθρου 334. Ωστόσο και για την αποφυγή αμφιβολιών/συγχύσεων ως προς το εφαρμοζόμενο θεσμικό πλαίσιο τόσο από αναθέτοντες φορείς όσο και από διαγωνιζόμενους οικονομικούς φορείς προτείνεται να προστεθεί στο τέλος της προτεινόμενης με το παρόν υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου υποπερίπτωσης γ) του άρθρου 334 το εξής εδάφιο: «Από την πρόβλεψη περί συμπληρωματικής εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου ΙΙ του Μέρους Β’ του Βιβλίου Ι (άρθρα 134 έως 220) κατά την εκτέλεση των συμβάσεων εξαιρούνται οι εταιρείες του Κεφαλαίου Β’ του ν. 3429/2005 (Α’ 314)».
10. «Άρθρο 180 Έναρξη ισχύος»
Εν όψει της προχωρημένης ωριμότητας πολλών χρηματοδοτούμενων έργων και της ανάγκης άμεσης δημοπράτησης τους αλλά και προς τον σκοπό της εύρυθμης ενσωμάτωσης και εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων, της προετοιμασίας κατάλληλων τευχών διαγωνισμών και της εναρμόνισης των διαδικασιών κρίνεται επιβεβλημένη η πρόβλεψη μεταβατικού σταδίου και έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων τουλάχιστον τρεις μήνες μετά την δημοσίευση του νόμου ειδικά εφόσον πράγματι προβλέπεται να λάβει χώρα αυτή τον Δεκέμβριο τρέχοντος έτους.
Παράθεση γενικών παρατηρήσεων
1.να δημιουργηθεί μητρώο πιστοποιημένων προμηθευτών, μελετητών και εργοληπτών, μέσω του οποίου θα προκύπτουν οι συμμετέχοντες στους διαγωνισμούς (βλ. Γερμανία). Δεν θα χρειάζεται η υποβολή όλων των δικαιολογητικών συμμετοχής, καθώς θα είναι ήδη πιστοποιημένοι για τη φερεγγυότητα κ.λπ. Με τη λειτουργία του συγκεκριμένου συστήματος
α. θα εξοικονομηθεί χρόνος στο σύνολο του διαγωνισμού
β. θα αποφευχθούν τα λάθη κατά την αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής, από τη στιγμή που θα είναι πιστοποιημένοι οι συμμετέχοντες
γ. θα αντιμετωπιστεί η γραφειοκρατία και θα μειωθούν οι εργατοώρες
2.Να καταργηθεί η δυνατότητα προσφυγής στα διοικητικά δικαστήρια, μετά την έκδοση της απόφασης από την ΑΕΠΠ, σε οποιοδήποτε στάδιο. Η συγκεκριμένη διαδικασία προσφυγής στα δικαστήρια είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα. Το κυριότερο όμως είναι ότι οι αποφάσεις τους, ενίοτε προκαλούν σύγχυση και συγκρούονται με τις αντίστοιχες της ΑΕΠΠ.
3. να δημιουργηθούν πρότυπες διακηρύξεις για κάθε μορφή διαγωνισμού. Ήδη με την χρήση των πρότυπων διακηρύξεων στις προμήθειες κι υπηρεσίες έχουν λυθεί πολλά προβλήματα σχετικά με τους όρους αυτών. Αντίστοιχα πρότυπα πρέπει να υπάρξουν για τα έργα, τις μελέτες, για τους διαγωνισμούς με συμφωνία πλαίσιο, για τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σύμφωνα με άρθρα 32 κ 32α.
4. να δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας για τις δημοπρασίες (μειοδοτικές κ πλειοδοτικές). Το ΠΔ 270/1981 είναι πλέον παρωχημένο. Να δημιουργηθούν πρότυπες διακηρύξεις και για τις δημοπρασίες. Επίσης να δημιουργηθούν πρότυπα συμβάσεων για προμήθειες, υπηρεσίες, έργα κ μελέτες.
5. να λειτουργεί ένα ενιαίο πληροφοριακό σύστημα για όλα τα είδη των διαγωνισμών. Σήμερα (χθες καλύτερα), απαιτείται η αναβάθμιση του πληροφοριακού συστήματος που χρησιμοποιείται για τις προμήθειες, υπηρεσίες και το οποίο υπολείπεται τεχνικά, σε σχέση με το αντίστοιχο των έργων κ μελετών.
ΑΡΘΡΟ 66 του Σχεδίου Νόμου (αντικαθίσταται το άρθρο 147 του ν.4412)
Με την νέα διατύπωση του άρθρου αυτού «ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ», αφαιρείται η δυνατότητα των δύο συμβαλλομένων μερών (αναθέτουσας αρχής / αναθέτοντος φορέως και αναδόχου) να παραταθεί η συνολική προθεσμία της συμβάσεως, με αίτηση του αναδόχου και απόφαση του αρμοδίου φορέως (ήτοι με κοινή βούληση), πέραν της οριζομένης αρχικής προθεσμίας.
Ενώ προβλέπεται η παράταση των τμηματικών προθεσμιών, ύστερα από αίτηση του αναδόχου (ή και χωρίς αυτήν), και μάλιστα μετά την λήξη της συνολικής συμβατικής προθεσμίας και εφόσον δεν έχει λήξει η οριακή προθεσμία, δεν προβλέπεται τέτοια δυνατότητα παράτασης για την συνολική προθεσμία (αποκλειστικώς ύστερα από αίτηση του αναδόχου, η οποία να έχει υποβληθεί και εξετασθεί προ της λήξεως της συνολικής προθεσμίας). Η ως άνω προβλεπόμενη μέχρι τώρα δυνατότητα καταργείται, με άμεσο κίνδυνο την διάλυση πολύ μεγάλου αριθμού σημαντικών συμβάσεων έργων, των οποίων το φυσικό αντικείμενο υπολείπεται μικρού ποσοστού εργασιών, το οποίο όμως είναι καίριο για την ολοκλήρωση και την λειτουργικότητα του όλου έργου. Αποτέλεσμα τούτου θα είναι, αφενός μεν η πληρωμή εκατομμυρίων για έργα τα οποία θα παραμείνουν ημιτελή και θα υπάρχει ο κίνδυνος ανάκτησης από τα Ευρωπαϊκά ταμεία της καταβληθείσης (συγ)χρηματοδότησης και αφετέρου η επαναδημοπράτηση όλων των υπολειπόμενων εργασιών των ημιτελών συμβάσεων με νέους διαγωνισμούς. Η νέα αυτή επαναδημοπράτηση, στις περισσότερες των περιπτώσεων, θα είναι χρονοβόρος, διότι ο προσδιορισμός του υπολειπόμενου φυσικού αντικειμένου, με την σύνταξη νέων τευχών δημοπράτησης (ιδιαίτερα στην περίπτωση ημιτελών μεγάλων τεχνικών έργων), θα απαιτήσει την εκπόνηση νέων μελετών και, πιθανόν, νέων αδειοδοτήσεων.
Όλα τα ανωτέρω δεν ισχύουν, εάν θεωρηθεί ότι η διατύπωση της νεοεισαγόμενης, με το άρθρου 75 του ΣΝ, διάταξης της περιπτώσεως (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 156 του 4412, καλύπτει και την τροποποίηση του συμβατικού όρου της συνολικής προθεσμίας, γεγονός το οποίο είναι απολύτως ασαφές. Εάν ισχύει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να προστεθεί ως παράδειγμα στην νεοεισαγόμενη διάταξη, και μετά την φράση «η σύμβαση μπορεί να τροποποιείται και ως προς άλλους όρους της», σε παρένθεση το εξής: «(όπως π.χ. παράταση της συνολικής προθεσμίας του έργου, ύστερα από αίτηση του αναδόχου και έγκριση της αρμόδιας προϊσταμένης αρχής)».
ΑΡΘΡΟ 70 του Σχεδίου Νόμου (αντικαθίσταται το άρθρο 151 του ν.4412)
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 70 του ΣΝ (παρ.5 του άρθρου 151 του ν.4412), προβλέπεται ότι αν υποβληθούν ανακριβείς ή εκ προθέσεως αναληθείς επιμετρήσεις και εφόσον τούτες είχαν ως συνέπεια την πληρωμή λογαριασμού, συντάσσεται σε βάρος του αναδόχου αρνητικός λογαριασμός για την επιστροφή του τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού, προσαυξημένου κατά ποσοστό 3% ως ειδικής ποινικής ρήτρας.
Πρώτη παρατήρηση αφορά στο γεγονός ότι η επιβαλλόμενη ποινική ρήτρα προβλέπεται να είναι ίδια, και στην περίπτωση ανακριβών επιμετρήσεων (οφειλόμενες σε τυπικά λογιστικά σφάλματα ή αναφορά λανθασμένου άρθρου του τιμολογίου, που μπορούν να αποδοθούν εύκολα σε αβλεψία), αλλά και στην περίπτωση των εκ προθέσεως ανακριβών επιμετρήσεων (οφειλόμενες, όπως τούτο διατυπώνεται, σε δόλο του αναδόχου). Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι το προβλεπόμενο ποσοστό της ποινικής ρήτρας θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο στις περιπτώσεις των εκ προθέσεως ανακριβών επιμετρήσεων και να μην εξομοιώνεται με αυτό των απλών (εξ αμελείας) ανακριβών επιμετρήσεων.
Δεύτερη παρατήρηση αφορά στο γεγονός ότι, ενώ ορθώς προβλέπεται, ως βασική αρχή, η επιβολή ειδικής ποινικής ρήτρας λόγω υποβολής ανακριβών επιμετρήσεων που οδήγησαν στην πληρωμή λογαριασμού, δεν καλύπτεται η ζημία την οποία έχει υποστεί το δημόσιο ή ο φορέας από την μη νόμιμη πληρωμή και την εκταμίευση του αντίστοιχου ποσού, με την ταυτόχρονη πρόβλεψη επιστροφής του καταβληθέντος ποσού με νόμιμο τόκο, που δύναται να προσδιορισθεί, κατ’ αναλογία, στο ύψος του τόκου υπερημερίας του άρθρου 152 παρ.10 του 4412.
ΑΡΘΡΟ 75 του Σχεδίου Νόμου (τροποποιούνται οι παρ. 1,2,3 & 7 του άρθρου 156 του ν.4412)
Στην παράγραφο 7 του άρθρου 75 του ΣΝ (παρ. 7 του άρθρου 156 του 4412), προβλέπεται ότι στην περίπτωση που ο ανάδοχος υπογράψει τον Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Εργασιών (ΑΠΕ) και το Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), τα οποία υποχρεωτικώς συντάσσονται από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, με επιφύλαξη, δικαιούται να υποβάλλει ένσταση. Επίσης, ότι στην περίπτωση υποβολής ένστασης, η Προϊσταμένη Αρχή οφείλει να αναμείνει την απόφαση επί της ενστάσεως, πριν από την έγκριση του ΑΠΕ.
Αντιθέτως, στο άρθρο 87 του ΣΝ, που αντικαθιστά το άρθρο 174 του ν.4412, και στην παράγραφο 1 αυτού, ορίζεται ότι ένσταση χωρεί κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της διευθύνουσας υπηρεσίας (περ. α), καθώς και κατά των πράξεων της προϊσταμένης αρχής (περ. β), που προσβάλλουν για πρώτη φορά δικαίωμα του αναδόχου και αν υποβληθούν ανακριβείς ή εκ προθέσεως αναληθείς επιμετρήσεις και εφόσον τούτες είχαν ως συνέπεια την πληρωμή λογαριασμού, συντάσσεται σε βάρος του αναδόχου.
Όμως, είναι γνωστό ότι οι ΑΠΕ και τα ΠΚΤΜΝΕ, που συντάσσονται από την διευθύνουσα υπηρεσία, δεν συνιστούν εκτελεστές πράξεις αυτής, εάν δεν εγκριθούν από την αρμόδια προϊσταμένη αρχή. Ακόμη και στην περίπτωση της αυτοδίκαιης έγκρισης αυτών, αυτή επέρχεται, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 15/2015 απόφαση της ΟλομΑΠ (σκέψη ΙΙ), μόνον μετά την παρέλευση τριμήνου (εύλογος χρόνος) από την υποβολή τους προς έγκριση στην Προϊσταμένη Αρχή.
Κατά συνέπεια, η πρόβλεψη υποβολής ενστάσεως εκ μέρους του αναδόχου κατά των (ΣΧΕΔΙΩΝ) ΑΠΕ και ΠΚΤΜΝΕ, σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στην παράγραφο (1α) του άρθρου 87 του ΣΝ, που αντικαθιστά το άρθρο 174 του ν.4412, δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα. Αντιθέτως, η προβλεπόμενη ένσταση δημιουργεί ζήτημα παραδεκτού (νόμιμης βάσης) υποβολής της και την εμπλοκή των αρμοδιοτήτων διευθύνουσας υπηρεσίας και προϊσταμένης αρχής, που θα οδηγήσουν, μετά βεβαιότητος, στην καθυστέρηση εξέλιξης των έργων, αφού η προϊσταμένη αρχή θα πρέπει να αναμένει πριν την έγκριση του ΑΠΕ την απόφαση επί μιάς ενστάσεως, η οποία δεν έχει νόμιμη βάση και η οποία θα απορριφθεί ως τέτοια.
Εν κατακλείδι, φρονώ ότι η μόνη πρόβλεψη, που δύναται να συμπεριληφθεί στην προκειμένη περίπτωση, είναι να μπορεί ο ανάδοχος να υποβάλλει τις αντιρρήσεις του κατά των ως άνω ΣΧΕΔΙΩΝ (ΑΠΕ και ΠΚΤΜΝΕ), οι οποίες (αντιρρήσεις) θα συνεξετάζονται από την προϊσταμένη αρχή κατά την έγκριση του ΑΠΕ και κατά της αποφάσεως αυτής της προϊσταμένης αρχής να προβλέπεται η δυνατότητα ασκήσεως ενστάσεως, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 87 του ΣΝ (άρθρο 174 του 4412).
Άρθρο 140 του ΣΝ (Μεταβατικές διατάξεις Μέρους Α΄)
Στην παράγραφο 5 προβλέπεται ότι στην περίπτωση παρελεύσεως 3 ετών και άνω από την παράδοση προς χρήση ενός έργου, επέρχεται αυτοδίκαιη παραλαβή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.
Όμως, δεν έχει συμπεριληφθεί μνεία όσων έργων έχουν παραδοθεί μεν προς χρήση, αλλά, κατά την διαδικασία προσωρινής ή/και οριστικής παραλαβής των, έχουν διαπιστωθεί ουσιώδη ελαττώματα, τα οποία έχουν οδηγήσει στην αναβολή έγκρισης των οικείων πρωτοκόλλων παραλαβής, η οποία εκ του νόμου δεν αντικαθίσταται από την διοικητική παραλαβή προς χρήση. Η μόνη διασφάλιση, δε, του κυρίου του έργου για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων, στην περίπτωση άρνησης του αναδόχου προς αποκατάσταση ή/και δικαστικής διένεξης τούτου μετά του κυρίου του έργου για τον λόγο αυτόν, που βρίσκεται σε εξέλιξη, παρέχεται μόνον μέσω των εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης. Η πρόβλεψη για αυτοδίκαιη επιστροφή των εγγυήσεων αυτών ή/και παύση της ισχύος αυτών, θα αποτελέσει ένα τεράστιο ζήτημα για το δημόσιο και τους φορείς του, διότι θα έχει εκλείψει η μόνη ασφαλιστική δικλείδα για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων, που θα κριθούν από τα δικαστήρια ότι οφείλονται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου.
Προτείνεται η κατάργηση του άρθρου 2 του ν.4553/2018 και κατά συνέπεια της παραγράφου 4Α του άρθρου 72 του ν.3433/2006, διότι το εν λόγω άρθρο έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο συμφέρον του δημοσίου, ΔΙΟΤΙ:
1. Δεν υπάρχει η «δεξαμενή εμπειρογνωμόνων» (pool of experts) για την αντικατάσταση του προσωπικού κάθε τρία (3) χρόνια, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η εύρυθμη λειτουργία της ΓΔΑΕΕ.
2. Δεν έχει εισέτι καθοριστεί η αναλυτική «περιγραφή εργασίας (job description) που κατ ελάχιστον πρέπει να καλύπτει το προσωπικό μίας ιδιαίτερα ευαίσθητης Υπηρεσίας όπως είναι η ΓΔΑΕΕ.
3. Ο χρόνος των τριών (3)ετών παραμονής στην ΓΔΑΕΕ δεν έχει προκύψει από κάποια συγκεκριμένη Μελέτη και δεν είναι επαρκής για την απόδοση του προσωπικού, δεδομένου του εύρους γνώσεων και εμπειρίας που είναι απαραίτητη.
4. Δεν υπάρχει ανάλογη διαδικασία στελέχωσης σε αντίστοιχες Υπηρεσίες κρατών μελών της ΕΕ ή άλλων συμμάχων χωρών που αποδεδειγμένα λειτουργούν από ικανοποιητικά.
5. Δεν διασφαλίζεται η «γνωστική συνέχεια – θεσμική μνήμη» των θεμάτων που κατά κανόνα η υλοποίησή τους ξεπερνά τα τρία (3) έτη, δεδομένου ότι η γνώση και εμπειρία δεν μεταβιβάζεται με μόνο την χρέωση των φακέλων κάθε υπόθεσης στον επόμενο νεοτοποθετηθέντα επιτελή.
Π.Ο. Ε.Μ.Δ.Υ.Δ.Α.Σ.
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ
ΕΝΩΣΕΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ
Μαυρομματαίων 17, 104 34 ΑΘΗΝΑ
τηλ: 210-88.16.583 fax: 210-82.59.410 e-mail: emdydas@tee.gr URL: http://www.emdydas.gr
Αρ. Πρωτ.: 8357 Αθήνα, 07/12/2020
Προς: 1. Υπουργό Ανάπτυξης και
Επενδύσεων κ. Γεωργιάδη Αδ.
2. Υπουργό Υποδομών
κ. Καραμανλή Κων.
Κοιν: 1. Πρόεδρο και ΔΕ ΤΕΕ
2. Α’ βάθμιες ΕΜΔΥΔΑΣ
Θέμα: Παρατηρήσεις σχετικά με το «ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» του Υπ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που αφορά τροποποιήσεις στο Ν.4412/16
http://www.opengov.gr/ypoian/?p=11848)
Αξιότιμοι κ. Υπουργοί
Το παρόν υπό διαβούλευση σ/ν περιλαμβάνει σημαντικές τροποποιήσεις και αλλαγές του ν. 4412/16 που αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Δύσκολο εγχείρημα, το οποίο δεν μας πείθει όλους εμάς τους Διπλωματούχους Μηχανικούς του Δημοσίου για την αποτελεσματικότητά του, καθώς και για το εάν το τροποποιούμενο πλαίσιο διαδικασιών των δημοσίων συμβάσεων κινείται προς την κατεύθυνση της διασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος.
Η Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ, ως εκπρόσωπος των Διπλωματούχων Μηχανικών του Δημοσίου έχει διατυπώσει επανειλημμένως τις θέσεις της για επιμέρους ζητήματα που έχουν προκύψει σε θέματα Δημόσιων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών. Άλλωστε όπως γνωρίζετε, το τρέχον διάστημα, η Ομοσπονδία μας, μαζί με άλλες έξι πανελλήνιες Ομοσπονδίες ΠΟΕ -ΟΤΑ, ΟΣΕΑΔΕ, ΠΟΣΕΥ ΠΕΧΩΔΕ, ΠΟΜΗΤΕΔΥ, ΠΟΓΕΔΥΠΕ, που εκφράζουν παραπάνω από 100.000 δημόσιους υπαλλήλους, έχουμε προκηρύξει Απεργία – Αποχή των μελών μας από τη Συμμετοχή τους στις διαδικασίες του Μητρώου Μελών Δημοπρασιών (Μη.ΜΕ.Δ) για Διαγωνισμούς που έχουν ημερομηνία δημοπράτησης από 23 Νοεμβρίου έως 11 Δεκεμβρίου καταρχήν και ανάλογα με τις εξελίξεις θα υπάρξει χρονική επέκταση, εκφράζοντας την πλήρη αντίθεσή της στη γενικευμένη προσπάθεια ιδιωτικοποίησης κρίσιμων Δημόσιων Λειτουργιών και στην εκχώρηση αρμοδιοτήτων της Τεχνικής Υπηρεσία σε ιδιώτες.
Παλεύουμε για το σταμάτημα αυτών των πολιτικών και από κοινού με τις άλλες Ομοσπονδίες, διεκδικούμε Προσλήψεις όλων των κλάδων και ειδικοτήτων του εμπλεκόμενου προσωπικού με μόνιμες και σταθερές σχέσεις εργασίες σε όλες τις Υπηρεσίες του Δημοσίου, Ενίσχυση των Δημόσιων Τεχνικών και όλων των Ελεγκτικών Υπηρεσιών και όχι την ιδιωτικοποίηση τους και την εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες, Θεσμική και οικονομική αναβάθμιση του συνόλου του προσωπικού και την Κατάργηση των σχετικών νόμων που επιτρέπουν τις ιδιωτικοποιήσεις Δημόσιων Υπηρεσιών.
Στο πλαίσιο αυτό και παρόλο που η Ομοσπονδία μας δεν προσκλήθηκε να συμμετέχει στην ομάδα εργασίας για τις τροποποιήσεις του ν. 4412/16, πιστεύουμε ότι θα πρέπει θεσμικά να συμμετέχουμε στην διαδικασία διαβούλευσης, να κληθούμε να παραστούμε στην συζήτηση και να καταθέσουμε τις απόψεις μας, που είναι βασισμένες στην τεράστια εμπειρία και τεχνογνωσία που έχουμε συσσωρεύσει επάνω στα ζητήματα ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων ως καθ’ ύλην αρμόδιοι.
Μια γενική παρατήρηση επί του σ/ν, είναι η παντελής έλλειψη αναφοράς για στελέχωση των υπηρεσιών με μόνιμες και σταθερές σχέσεις εργασίες, το οποίο έχουμε επισημάνει επανειλημμένα σε έγγραφά μας προς τα Υπουργεία σας. Τουναντίον επιχειρείται στο παρόν νομοσχέδιο, η εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες και εξωτερικούς συμβούλους, με τη δημιουργία προτεινόμενου μητρώου ιδιωτών επιβλεπόντων, που θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε φαινόμενα, όπου «Ελεγκτές» και «Ελεγχόμενοι» θα αλληλοδιαπλέκονται, καθώς οι ρόλοι αυτοί θα εναλλάσσονται ανά έργο.
Με τις προβλέψεις του Ν/Σ: ιδιώτες θα καθορίζουν τις τεχνικές προδιαγραφές για τα έργα, ιδιώτες θα καθορίζουν τις τιμές των υλικών και των εργασιών, δηλαδή το κόστος των έργων, τις μελέτες θα τις εκπονούν οι ιδιώτες μελετητές και θα τις επιβλέπουν οι πιστοποιημένοι ιδιωτικοί φορείς. Τα έργα θα τα κατασκευάζουν οι ιδιώτες εργολάβοι και θα τα επιμετρούν και επιβλέπουν ιδιώτες. Μόνο το κόστος θα πληρώνει το Δημόσιο με πλημμελή έλεγχο και τεράστιες επισφάλειες.
Άλλωστε, η πρόσφατη εμπειρία της ανάθεσης της έκδοσης και του Ελέγχου Δόμησης σε ιδιώτες μηχανικούς, εκτιμούμε ότι έχει οδηγήσει σε πληθώρα έκδοσης λανθασμένων αδειών, που θα δημιουργήσουν πολλαπλά προβλήματα στο μέλλον, τα οποία τελικά θα κληθούν να διαχειριστούν οι Δημόσιες Υπηρεσίες.
Επίσης, για την εφαρμογή του παρόντος προτεινόμενου σ/ν απαιτείται η έκδοση πληθώρας υπουργικών αποφάσεων και η δημιουργία νέων μητρώων, τα οποία θα έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική καθυστέρηση στην δημοπράτηση και εκτέλεση των νέων έργων.
Επιπρόσθετα, σημειώνουμε ότι πέραν της ανωτέρω ριζικής μας αντίθεσης στην πολιτική που εκχωρεί αρμοδιότητες σε ιδιώτες, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά παραθέτουμε τα παρακάτω, όπως προέκυψαν κατόπιν διαβούλευσης με τις Α’ Βάθμιες Ενώσεις μας και τα μέλη μας Διπλωματούχους Μηχανικούς.
Κατ’ άρθρον Παρατηρήσεις:
αρθ. 1, παρ.1 παρόντος σ/ν Ορισμοί-Τροποποίηση των παρ.1,2 και 3 του άρθρου 2 του ν.4412/2016): αρθ. 2, παρ. 1.7: Προτείνεται η διατύπωση «ως έργο νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού (και όχι αποκλειστικά πολιτικού μηχανικού που αναφέρεται στο παρόν σ/ν), το οποίο επαρκεί καθαυτό για την επιτέλεση οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας.
Επίσης, απαιτείται περαιτέρω διεξοδική διευκρίνιση και αποσαφήνιση του τι είναι έργο, προμήθεια, μελέτη και τι παροχή υπηρεσίας, ώστε να μην προκύπτουν σφάλματα και καθυστερήσεις στην εφαρμογή των διακριτών διατάξεων.
αρθ. 1, παρ.2 παρόντος σ/ν Ορισμοί-Τροποποίηση των παρ.1,2 και 3 του άρθρου 2 του ν.4412/2016), αρθ. 2 παρ. 2.4: Θα πρέπει να παραμείνει ως αρμοδιότητα της διευθύνουσας υπηρεσίας και η παρακολούθηση της κατασκευής του έργου, ώστε να διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, που υπηρετούν οι υπάλληλοί της σύμφωνα με το Σύνταγμα.
αρθ. 1, παρ. 3 παρόντος σ/ν Ορισμοί-Τροποποίηση των παρ.1,2 και 3 του άρθρου 2 του ν.4412/2016), (σελ. 20)
6)
β) «τεχνικές υπηρεσίες» και «λοιπές συναφείς επιστημονικές υπηρεσίες» είναι οι υπηρεσίες που συνίστανται στην παροχή γνώσεων και ικανοτήτων με τη διάθεση κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων επί ορισμένου χρόνου, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε σε συνάρτηση με ορισμένο γεγονός της παραγωγικής διαδικασίας. Οι τεχνικές υπηρεσίες μπορούν να έχουν ως αντικείμενο, ιδίως: … γ) την υποστήριξη της αναθέτουσας αρχής στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή τεχνικής ή άλλης συναφούς επιστημονικής υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης και στη διοίκηση ή επίβλεψη ή έλεγχο έργου,
Το θολό τοπίο στα αποφαινόμενα όργανα παραμένει. Ιδίως στους ΟΤΑ μετά την εφαρμογή του Καλλικράτη και την κατάργηση της υπηρεσιακής προϊσταμένης αρχής υπάρχει σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ της Διευθύνουσας (Τμήμα), του Διευθυντή της ΤΥ, του Τεχνικού Συμβουλίου, της Οικονομικής Επιτροπής ακόμα και την Επιτροπή Διαγωνισμού. Προϊσταμένη αρχή είναι κατά περίπτωση είτε ο Διευθυντής της ΤΥ είτε η Οικονομική Επιτροπή.
Για παράδειγμα στο άρθρο 33 (88) ορίζεται: 3. Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα.
Χρειάζεται αποσαφήνιση για το ποιο όργανο κάνει τι.
παρ. 2.4α: Εισάγεται η έννοια του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης και ιδιώτη επιβλέποντα ελεγκτή μηχανικού δημοσίων έργων, χωρίς περαιτέρω αιτιολογία ή ανάγκη τεκμηρίωσης της σύστασης αυτού.
Σημειώνεται δε, ότι τις τελευταίες δεκαετίες πλήθος μεγάλων έργων όπως δρόμοι, μεγάλα τεχνικά, φράγματα, κτιριακές υποδομές (σχολεία, νοσοκομεία, δημόσια κτίρια) αλλά ακόμη και Ολυμπιακά έργα ολοκληρώθηκαν άρτια με την επίβλεψη των διπλωματούχων μηχανικών του δημοσίου, οι οποίοι υπηρετώντας το δημόσιο συμφέρον, πιστοποιούν την καλή εκτέλεσή των έργων και την ασφαλή παράδοση αυτών για χρήση, αναλαμβάνοντας και τις ανάλογες ευθύνες με την υπογραφή τους σε όλα τα στάδια εκτέλεσης του έργου.
Αντιθέτως, στην περίπτωση που η επίβλεψη των έργων γίνει από ιδιώτες, θα προστεθεί μια επιπλέον σημαντική δαπάνη αμοιβής των ιδιωτών αυτών στο συνολικό κόστος και προϋπολογισμό του έργου, που θα επιβαρύνει τον έλληνα πολίτη. Και είναι προφανές ότι αυτοί που θα διεκδικήσουν, λόγω εμπειρίας, να κάνουν την επίβλεψη των δημοσίων έργων θα είναι άμεσα ή έμμεσα εξαρτώμενοι από τις κατασκευαστικές εταιρίες στις οποίες απασχολούνταν όλα τα προηγούμενα χρόνια, με επιζήμιες συνέπειες για το δημόσιο συμφέρον.
αρθ. 5 παρόντος σ/ν Υποχρέωση χρήσης – Λειτουργία ΕΣΗΔΗΣ, αρθ. 36 του ν.4412: Με το παρόν άρθρο καταργείται η διαδικασία του συνοπτικού (πρόχειρου) διαγωνισμού για την εκτέλεση μικρών έργων με σύντομες διαδικασίες, που αποτελούσε ένα χρήσιμο εργαλείο για τις αναθέτουσες αρχές.
Αντί αυτής της κατάργησης, προτείνουμε η διαδικασία που θα χρησιμοποιούν οι αναθέτουσες αρχές για μία δημόσια σύμβαση με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη των 60.000,00 χωρίς Φ.Π.Α. και έως τα όρια της απευθείας ανάθεσης (30.000,00) να είναι αυτή του συνοπτικού διαγωνισμού με σφραγισμένους φακέλους προσφοράς. Τα ανωτέρω θα έχουν ως στόχο τη μείωση του διοικητικού βάρους για τις αναθέτουσες αρχές και τους οικονομικούς φορείς, καθώς και την αύξηση της συμμετοχής των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων στις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι η χρήση του ΕΣΗΔΗΣ αποτελεί πολύπλοκη διαδικασία, λόγω έλλειψης γνώσης ή εμπειρίας σε ηλεκτρονικές διαδικασίες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
αρθ. 10 παρόντος σ/ν Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών– Τροποποίηση του άρθρου 44 του ν.4412/2016: Αναφέρεται σε αναθέτουσες αρχές που δεν έχουν τεχνική επάρκεια, χωρίς να αποσαφηνίζεται ποια αναθέτουσα αρχή θεωρείται τεχνικά επαρκής (ποιοτικά και ποσοτικά) ή ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πληροί σε στελεχιακό δυναμικό, εξοπλισμό υπηρεσίας, κλπ.
Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί μία ελάχιστη στελέχωση για την τεχνική υπηρεσία κάθε αναθέτουσας αρχής, κατόπιν διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (κατ’ αναλογία του άρθρου 97Α του Ν. 3852/2010 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 73 του Ν. 4745/2020, με το οποίο θεσπίστηκε η ελάχιστη απαιτούμενη στελέχωση για τις Υπηρεσίες Δόμησης), αλλά και έπειτα από έρευνα και μελέτη μιας Ειδικής Επιτροπής, με την απαραίτητη συμμετοχή της ΠΟ ΕΜΔΥΔΑΣ (μαζί με την πολύτιμη συνδρομή των εμπλεκόμενων συναδέλφων), ώστε να υπάρχει μια ενιαία αντιμετώπιση του ζητήματος. Στόχος σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι η στελέχωση των αντίστοιχων υπηρεσιών με το αναγκαίο προσωπικό και ειδικά τους διπλωματούχους μηχανικούς όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων, σύμφωνα με τα επαγγελματικά τους δικαιώματα, ώστε οι Υπηρεσίες να μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους.
αρθ. 13 παρόντος σ/ν Κανόνες για τη διενέργεια προκαταρκτικών διαβουλεύσεων της αγοράς -Τροποποίηση του άρθρου 47 του ν.4412/2016 : Θα πρέπει στο άρθρο να αναφέρεται και ο ανώτερος χρόνος, όπως στο ισχύον άρθρο (60 ή 45) ημέρες.
αρθ. 15 παρόντος σ/ν Επάρκεια προϋπολογισμού, ωριμότητα, μελέτες – Τροποποίηση του άρθρου 49 του ν.4412/2016: Η αναφορά ότι «πλην, των έργων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 7Α του ν. 2882/2001 (Α` 17), σε κάθε άλλη περίπτωση η απόφαση κατακύρωσης της περίπτωση γ΄ της παραγράφου παρ. 3 του άρθρου 105 του παρόντος δεν κοινοποιείται στον προσωρινό ανάδοχο, αν δεν εξασφαλίζονται επαρκή μέτωπα εργασίας για την εκκίνηση της εκτέλεσης του έργου. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο μη κοινοποίηση στον ανάδοχο της απόφασης κατακύρωσης δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι (6) μήνες», αποτελεί έναν εύσχημο τρόπο αλλοίωσης της εγκυρότητας των διαγωνισμών, καθυστερώντας την απόδοση μετώπου, ώστε να υπάρχει δυνατότητα υπαναχώρησης του μειοδότη από την υποβληθείσα προσφορά, με αποτέλεσμα να καταλήξει η εργολαβία σε επόμενο υποψήφιο με μικρότερη προσφορά. (έχει γίνει σε διάφορες περιπτώσεις στο παρελθόν). Για το λόγο αυτό θα μπορούσε να οριστεί ότι ως επαρκές μέτωπο θεωρούνται εργασίες έως 25% του προϋπολογισμού του έργου (ή το 30% του διαθέσιμου συνεχόμενου μετώπου εργασιών).
Επίσης, θα πρέπει να αναφέρονται συγκεκριμένα οι υποχρεώσεις του κυρίου ή φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου, που απαιτείται να κάνει τη μεταφορά του δικτύου του, ώστε να δεσμεύεται αναλυτικότερα με την τήρηση σχετικού χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των εργασιών μετά την προπληρωμή του από την αναθέτουσα αρχή. Επί παραδείγματι έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια φαινόμενα σημαντικής καθυστέρησης από παρόχους (π.χ. ΔΕΔΔΗΕ, κλπ), οι οποίοι αν και προπληρώθηκαν τις απαιτούμενες δαπάνες μετακινήσεις των δικτύων τους, καθυστέρησαν σημαντικά την υλοποίηση του έργου μετακίνησης των δικτύων τους, με αποτέλεσμα την αξίωση θετικών ζημιών και πληρωμής σταλιών από τον ανάδοχο του δημοσίου έργου.
Έτσι προτείνεται να προστεθεί στο παρόν άρθρο και το εξής: Ο φορέας εκμετάλλευσης ή ο κύριος του δικτύου υποχρεούται να υποβάλει χρονοδιάγραμμα προμήθειας των απαιτούμενων υλικών και εκτέλεσης των εργασιών που απαιτούνται για την μετατόπιση του δικτύου, που να συμβαδίζει με τα χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των εργασιών του έργου, ώστε να μην προκαλούνται καθυστερήσεις. Σε περίπτωση που με υπαιτιότητα του φορέα εκμετάλλευσης ή του κυρίου του δικτύου προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις στην μεταφορά των δικτύων, που έχουν ως αποτέλεσμα τις αξιώσεις θετικών ζημιών και πληρωμής σταλιών από τον ανάδοχο της κατασκευής του δημοσίου έργου, το εν λόγω κόστος των θετικών ζημιών και σταλιών θα μεταφέρεται στον κύριο του δικτύου, ο οποίος και θα το αποδίδει στη συνέχεια αμελητί στον κύριο του έργου.
αρθ. 16 παρόντος σ/ν Δημόσιες συμβάσεις έργων με αξιολόγηση μελέτη– Τροποποίηση του άρθρου 50 του ν.4412/2016: Προκύπτουν εύλογα ερωτήματα σχετικά με τη διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου και ως προς τη σαφήνεια των κριτηρίων ανταλλαγμάτων, καθώς δίνεται η δυνατότητα αντί χρηματικής καταβολής η παραχώρηση εργολαβικού ανταλλάγματος, χωρίς όμως να αναλάβει ο ανάδοχος το λειτουργικό κινδύνου, που απορρέει από την εκμετάλλευση των εν λόγω έργων.
αρθ. 17 παρόντος σ/ν Περιεχόμενο εγγράφων της σύμβασης – Τροποποίηση του άρθρου 53 του ν.4412/2016: Η περ. της παρ. 7β θα πρέπει να συμπληρωθεί κατάλληλα ώστε να μην μειώνεται ο ανταγωνισμός λόγω των «φωτογραφικών» συνήθως όρων που τίθενται στις διακηρύξεις. Προτείνεται η διατύπωση «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, που εκδίδεται μετά από αίτημα της αναθέτουσας αρχής και ύστερα από γνώμη του Τμήματος Κατασκευών του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, που αφορούν την τεχνική και οικονομική ικανότητα όταν τούτο τεκμηριώνεται και αιτιολογείται εμπεριστατωμένα από το είδος ή την πολυπλοκότητα του προς ανάθεση έργου.»
Σε απλά έργα πχ συντήρηση οδών είναι αδιανόητο να μπαίνουν όροι (πέραν της τάξης του πτυχίου) που αποκλείουν οικονομικούς φορείς.
αρθ. 22 παρόντος σ/ν Εγγυήσεις, άρθρο 72 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο ορθώς λήφθηκαν υπόψη οι εν λόγω παρατηρήσεις του υπ’ αρ. 8175/20-5-2020 εγγράφου της Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ, ώστε να προσκομίζονται στην αναθέτουσα αρχή οι πρωτότυπες εγγυήσεις συμμετοχής, πλην αυτών που εκδίδονται ηλεκτρονικά, πριν την ορισθείσα ημερομηνία και ώρα αποσφράγισης των προσφορών. Επίσης, θα πρέπει και ο πίνακας συμμετεχόντων υποψηφίων του διαγωνισμού να ανακοινώνεται κατά την διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών από την Επιτροπή και όχι νωρίτερα, για την εξασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού.
Επίσης, προτείνεται για τον περιορισμό των υπέρογκων εκπτώσεων, να ορίζεται υποχρεωτικά ένα όριο ποσοστού έκπτωσης, πάνω από το οποίο ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσκομίζει, επιπλέον της εγγύησης που ορίζει σήμερα ο νόμος, πρόσθετη εγγύηση καλής εκτέλεσης και εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση της έκπτωσης (βλ. και άρθρο 35 παρ. 2,3,4 του ν. 3669/2008).
2.Η εγγύηση συμμετοχής καταπίπτει, αν ο προσφέρων:
………..
στ) υπέβαλε προσφορά που κρίθηκε από την αναθέτουσα αρχή ως ασυνήθιστα χαμηλή με τη διαδικασία της παρ. 1 του άρθρου 88,
Καταρχάς είναι θετική η συγκεκριμένη προσθήκη στην κατεύθυνση της αποτροπής συνεννοήσεων μεταξύ οικονομικών φορέων.
Όμως χρειάζεται διευκρινήσεις γιατί στο άρθρο 33 (88) διατυπώνεται διαφορετικά:
Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας δεν ανταποκριθεί στην σχετική πρόσκληση της αναθέτουσας αρχής εντός της άνω προθεσμίας και δεν υποβάλλει εξηγήσεις, η προσφορά του κηρύσσεται απαράδεκτη και καταπίπτει υπέρ της αναθέτουσας αρχής η εγγυητική επιστολή συμμετοχής. Ποιο από τα δύο θα ισχύει;
αρθ. 25 παρόντος σ/ν Κριτήρια επιλογής σε διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου – Τροποποίηση του άρθρου 76 του ν.4412/2016: Κακώς αποσύρθηκε η διάταξη για τις ενώσεις οικονομικών φορέων που βοηθούσε κυρίως μικρότερους εργολάβους (παρ. 3 β του ισχύοντος νομικού πλαισίου για αναβάθμιση του ανώτατου ορίου της τάξης τους έως το 25% της διαφοράς του ορίου της τάξης τους και του ορίου της επόμενης τάξης), καθώς έτσι μειώνεται ο ανταγωνισμός.
αρθ. 33 παρόντος σ/ν Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές – Τροποποίηση του άρθρου 88 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο ορθώς λήφθηκαν υπόψη ορισμένες από τις παρατηρήσεις του υπ’ αρ. 8175/20-5-2020 εγγράφου της Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ (όπως επί παραδείγματι να ορίζεται υποχρεωτικά ένα όριο ποσοστού έκπτωσης, πάνω από το οποίο ο ανάδοχος να υποβάλλει αιτιολόγηση της έκπτωσης, αλλά όχι κάτω από αυτό το όριο), πλην όμως θα΄πρεπε επιπρόσθετα όπως ήδη προαναφέρθηκε να περιλαμβάνονται τα εξής: Σε περίπτωση υποβολής μεγάλης έκπτωσης, πέραν της απαιτούμενης εγγύησης καλής εκτέλεσης που ορίζει σήμερα ο νόμος (5% επί της σύμβασης), να προσκομίζει επιπλέον πρόσθετη εγγύηση καλής εκτέλεσης (βλ. και παρ. 2,3,4 του αρθ. 35 του ν.3669/08). Επίσης θα πρέπει να εξειδικευθούν οι όροι χαρακτηρισμού μιας οικονομικής προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής ανά κατηγορία έργου και μελέτης βάσει σχετικής οδηγίας και εγκυκλίου του Υπ. Υποδομών.
Για την κατάπτωση της εγγυητικής υπάρχουν αναφορές σε προηγούμενο άρθρο.
6. Στις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών, παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, σε κάθε περίπτωση, τεκμαίρονται προσφορές που υποβάλλονται σε διαγωνισμό και εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο του συνόλου των εκπτώσεων των προσφορών που υποβλήθηκαν. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να κρίνει ότι ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές τεκμαίρονται και προσφορές με μικρότερη ή καθόλου απόκλιση από το ως άνω όριο.
Με το «δύναται να κρίνει» χάνεται η αντικειμενικότητα του «απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο».
7. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων για δημόσιες συμβάσεις προμήθειας αγαθών και παροχής γενικών υπηρεσιών, του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών για δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών και του Υπουργού Υγείας για δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ιατροτεχνολογικών αγαθών και παροχής συναφών υπηρεσιών, μπορεί να ορίζονται η μέθοδος και τα κριτήρια, δυνάμει των οποίων μία προσφορά κρίνεται ως ασυνήθιστα χαμηλή, καθώς και ο τρόπος σύνδεσης των κριτηρίων αξιολόγησης των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών με συναφείς μηχανισμούς καταγραφής τιμών, όπως τα παρατηρητήρια τιμών. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ορίζονται τα κριτήρια βάσει των οποίων η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποκλίνει από τα αναφερόμενα σε αυτές.»
Τα ίδια περίπου έλεγε και ο 4412 αλλά εγκύκλιος δεν εκδόθηκε ποτέ. Μόνο ένα σχέδιο εγκυκλίου κυκλοφορούσε (μηδενικής θεσμικής υπόστασης ως σχέδιο) το οποίο βοηθούσε τους συναδέλφους στον «αυτοσχεδιασμό». Χρειάζονται αναλυτικές οδηγίες.
αρθ. 40 παρόντος σ/ν Χρόνος ισχύος προσφορών – Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο θα πρέπει να προστεθεί η σημείωση ότι για τους οικονομικούς φορείς που επιλέξουν να μην παρατείνουν την προσφορά τους, θα πρέπει να αποκλείεται η οποιαδήποτε σχέση μεταξύ αυτών και τελικού μειοδότη (π.χ. διαδικασία υπεργολαβίας, κλπ, όσον αφορά την εκτέλεση του έργου), για λόγους εξασφάλισης υγιούς ανταγωνισμού.
Επειδή όντως το συγκεκριμένο άρθρο μπορεί να οδηγήσει σε συνεννοήσεις πρέπει να δίνεται είτε η δυνατότητα ακύρωσης του διαγωνισμού (αν υπάρχουν υπόνοιες συνεννοήσεων) είτε η αυτοδίκαιη παράταση των προσφορών μέχρι τη λήξη των ένδικων μέσων.
Άρθρο 99 του ν.4412/2016, Αποσφράγιση και αξιολόγηση προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής στις δημόσιες συμβάσεις, μελετών, τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών: Θα πρέπει να προβλεφθεί σχετική τροποποίηση του εν λόγω άρθρου, για την περίπτωση που για λόγους ανωτέρας βίας δεν διενεργηθεί η αποσφράγιση κατά την ορισθείσα ημέρα ή αν μέχρι τη μέρα αυτή δεν έχει υποβληθεί καμία προσφορά (όπως για παράδειγμα ισχύει η τυχόν μετάθεση της αποσφράγισης και της καταληκτικής ημερομηνίας σε οποιαδήποτε άλλη ημέρα, με απόφαση της αναθέτουσας αρχής στις δημόσιες συμβάσεις έργων, κατά αντιστοιχία με το άρθρο 98).
Άρθρο 41
Αποσφράγιση και αξιολόγηση προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και παροχής γενικών υπηρεσιών– Τροποποίηση άρθρου 100 ν. 4412/2016
Οι παρ. 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 100 του ν. 4412/2016 (Α’ 147) τροποποιούνται και το άρθρο διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 100
Αποσφράγιση και αξιολόγηση προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και παροχής γενικών υπηρεσιών
………………….
2. Στην περίπτωση που ως κριτήριο ανάθεσης της σύμβασης έχει επιλεγεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μόνο βάσει τιμής, τα επιμέρους στάδια, στην ανοικτή διαδικασία ή στο δεύτερο στάδιο της κλειστής διαδικασίας, έχουν ως εξής:
α) Η αποσφράγιση των δικαιολογητικών συμμετοχής, της τεχνικής προσφοράς, εφόσον προβλέπεται η υποβολή της στα έγγραφα της σύμβασης και της οικονομικής προσφοράς γίνεται την ημερομηνία και ώρα που προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης ή τη σχετική πρόσκληση. Στο στάδιο αυτό τα στοιχεία των προσφορών που αποσφραγίζονται είναι προσβάσιμα μόνο από τα μέλη του αρμόδιου γνωμοδοτικού οργάνου και την αναθέτουσα αρχή. Το αρμόδιο όργανο προβαίνει αρχικά στον έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής και εν συνεχεία στην αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών των προσφερόντων. Η διαδικασία αξιολόγησης ολοκληρώνεται με την καταχώριση σε πρακτικό των προσφερόντων, των αποτελεσμάτων του ελέγχου και αξιολόγησης των δικαιολογητικών συμμετοχής και των τεχνικών προσφορών. (ΠΡΑΚΤΙΚΟ 1)
β) Στη συνέχεια αξιολογούνται οι οικονομικές προσφορές των προσφερόντων, των οποίων τα δικαιολογητικά συμμετοχής και η τεχνική προσφορά κρίθηκαν αποδεκτά σύμφωνα με τα ανωτέρω και οι οικονομικές προσφορές καταχωρίζονται σε πρακτικό κατά σειρά μειοδοσίας. (ΠΡΑΚΤΙΚΟ 2)
γ) Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της περ. β, η αναθέτουσα αρχή προσκαλεί εγγράφως τον πρώτο σε κατάταξη μειοδότη, στον οποίο πρόκειται να γίνει η κατακύρωση («προσωρινό ανάδοχο»), να υποβάλει τα δικαιολογητικά κατακύρωσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 103.
Η διαδικασία ελέγχου των δικαιολογητικών κατακύρωσης ολοκληρώνεται με τη σύνταξη πρακτικού από το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο. (ΠΡΑΚΤΙΚΟ 3)
Τα αποτελέσματα του ελέγχου των δικαιολογητικών συμμετοχής, της αξιολόγησης των τεχνικών και οικονομικών προσφορών και των δικαιολογητικών κατακύρωσης, κατά τα ανωτέρω, επικυρώνονται με την απόφαση κατακύρωσης του άρθρου 105.
Κατά της ανωτέρω απόφασης χωρεί προδικαστική προσφυγή ενώπιον της ΑΕΠΠ σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Βιβλίο IV. Κατά της ανωτέρω απόφασης δεν επιτρέπεται η άσκηση άλλης διοικητικής προσφυγής.
Προδικαστική θα γίνεται μετά το ΠΡΑΚΤΙΚΟ 3. (;). Αν ισχύσει αυτό θα ξεκινάει ο διαγωνισμός από την αρχή με κίνδυνο να εμπλακεί σε φαύλο κύκλο αν ασκηθεί νέα προδικαστική.
4. Στην περίπτωση που ως κριτήριο ανάθεσης της σύμβασης έχει επιλεγεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η οποία δεν προσδιορίζεται μόνο βάσει τιμής, τα επιμέρους στάδια στην ανοικτή διαδικασία ή στο δεύτερο στάδιο της κλειστής διαδικασίας, έχουν ως εξής:
Σε αυτή την περίπτωση ορίζονται οι προδικαστικές κατά στάδιο που είναι ορθότερη διαδικασία.
αρθ. 43 παρόντος σ/ν Χρόνος ισχύος προσφορών – Τροποποίηση του άρθρου 102 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο προτείνεται η αλλαγή της διατύπωσης «συγκεκριμένα έγγραφα» με «έγγραφα όπως προσδιορίζονται στη διακήρυξη»
αρθ. 49 παρόντος σ/ν Δημόσιες συμβάσεις ήσσονος αξίας– Αντικατάσταση άρθρου 117 ν. 4412/2016: Με τη συγκεκριμένη τροποποίηση που αναφέρει ότι «Για τις δημόσιες συμβάσεις ήσσονος αξίας, είναι δυνατόν να μην ακολουθείται διαδικασία ανάθεσης σύμβασης και οι πληρωμές να εκτελούνται ως εξόφληση έναντι νόμιμου φορολογικού παραστατικού, χωρίς να απαιτείται έκδοση πράξης ανάθεσης ή οι διαδικασίες εκτέλεσης του παρόντος από την αναθέτουσα αρχή.», είναι προφανής ο κίνδυνος κατασπατάλησης του δημόσιου χρήματος μέσα από αδιαφανείς διαδικασίες (δίχως αξιολόγηση της τήρησης των σχετικών προϋποθέσεων).
αρθ. 50 παρόντος σ/ν Απευθείας ανάθεση – Τροποποίηση του άρθρου 118 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο θα πρέπει να προσδιορίζεται η απαίτηση δημοσίευσης σχετικής πρόσκλησης προ της ανάθεσης και να προβλέπεται η εισήγηση τεχνικής επιτροπής σχετικά με την πλήρωση των προϋποθέσεων του αναδόχου, ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα του αναδόχου να εκτελέσει την δημόσια σύμβαση.
Επαναφορά της απευθείας ανάθεσης, με αποτέλεσμα την απώλεια δημόσιων πόρων μέσω της κατάργησης των εκπτώσεων απ’ τους συνοπτικούς διαγωνισμούς, με ταυτόχρονη δημιουργία πελατειακών σχέσεων.
αρθ. 53 παρόντος σ/ν Έναρξη διαδικασίας σύναψης σύμβασης – Τροποποίηση του άρθρου 120 του ν.4412/2016: Στο συγκεκριμένο άρθρο, για τις συμβάσεις του αρθ. 118 (παρ. 3α, 3β) προκύπτει περιορισμός δημοσιότητας κατά τη σύναψη αυτών και δυνατότητα προεπιλογής αναδόχων, μέσω της πρόσκλησης σε συγκεκριμένους φορείς, γεγονός που αντίκειται στη διαφάνεια και στο δημόσιο συμφέρον εν γένει.
Αρθ. 121 και 361 του ν 4412/16: Στο Άρθρο 121 σε συνδυασμό με το Άρθρο 361, προκύπτει ότι στην ανοικτή διαδικασία σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά προκήρυξης, η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της προκήρυξης κάτω των ορίων ταυτίζεται με την προθεσμία παραλαβής προσφορών. Εκτιμούμε ότι δεν πρέπει οι δύο παραπάνω χρόνοι να ταυτίζονται κατά αναλογία με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 127 παρ.1.
Άρθρο 55 Έννομη προστασία κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των ορίων του άρθρου 118 και των δημοσίων συμβάσεων του άρθρου 119– Αντικατάσταση άρθρου 127 ν. 4412/2016
1. Για δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των ορίων του άρθρου 118, όποιος έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να ζητήσει την ακύρωση πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής και την αναστολή εκτέλεσης , ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου της έδρας της αναθέτουσας αρχής, κατά τα 104 οριζόμενα στο π.δ. 18/1989 (Α’ 8), το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως χωρίς να επιτρέπεται η προηγούμενη άσκηση άλλης ειδικής ή ενδικοφανούς διοικητικής προσφυγής.
Καταργείται η δυνατότητα ένστασης ενώπιον της αναθέτουσας αρχής και επιβάλλεται προσφυγή στο Διοικητικό Εφετείο, διαδικασία προφανώς πολύ πιο χρονοβόρα και με μεγαλύτερο κόστος, αναντίστοιχα δύσκολη συγκριτικά με την εκτιμώμενη αξία των συμβάσεων(για έργα <60.000 €).
αρθ. 56 παρόντος σ/ν Ανάθεση εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για δημόσιες συμβάσεις – Τροποποίηση του άρθρου 128 του ν.4412/2016: Θα πρέπει να καταργηθεί η πρόβλεψη περί προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση της παρ.1 και 2 του αρθ. 128 (για δημόσιες συμβάσεις, συμβάσεις παραχώρησης ή συμβάσεις έργων που υλοποιούνται ως ΣΔΙΤ άνω των 30.000.000,00 ευρώ), καθώς υπονομεύει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, το δημόσιο συμφέρον και δημιουργεί συνθήκες επανεμφάνισης της διαφθοράς.
αρθ. 57 παρόντος σ/ν Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση & Επίβλεψη, τροποποίηση του αρθ. 136 του ν.4412/16: Θα πρέπει να καταργηθεί η διάταξη ότι δύναται η επίβλεψη των έργων να γίνεται από ιδιώτες. Αντίθετα απαιτείται η ενίσχυση της επίβλεψης δημοσίων έργων από τεχνικούς δημόσιους υπάλληλους, με ανάλογες προσλήψεις, συνεχή επιμόρφωση και εξασφάλιση της παρουσίας αυτών επιτόπου των έργων, ώστε να επιτευχθεί και η τεχνική επάρκεια των υπηρεσιών. Οι επιβλέψεις πρέπει να γίνονται από μηχανικούς του δημοσίου και όχι από ιδιώτες ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή διαφάνεια και η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Επιπρόσθετα, μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις που τεκμηριωμένα δεν υπάρχει επαρκές τεχνικό προσωπικό στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, δύναται να προβλέπεται διαδικασία επίβλεψης από άλλο φορέα, κατόπιν έγκρισης της αναθέτουσας αρχής, που θα υπόκειται σε κάθε περίπτωση στον έλεγχο της Δ/νουσας υπηρεσίας, η οποία υποχρεωτικά θα ορίζει επόπτη μηχανικό σε κάθε τέτοιο έργο, ο οποίος θα εποπτεύει και θα παρακολουθεί την πορεία του έργου και την επίβλεψη αυτού σύμφωνα με τη σύμβαση (θα έχει τη δυνατότητα τελικού ελέγχου των επιμετρήσεων και των λογαριασμών, μετά και τον έλεγχο του ιδιωτικού φορέα, τα οποία μετά την έγκριση του Προϊσταμένου της Δ.Υ. θα αποτελούν πράξεις της Υπηρεσίας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, κλπ).
Επίσης σημειώνονται επιπλέον τα εξής:
Η αναφορά στο άρθρο της παρούσας τροποποίησης, ότι “στην περίπτωση ανάθεσης της επίβλεψης σε ιδιωτικό φορέα (ή ελεγκτή μηχανικό), τότε η Δ.Υ. δεν ορίζει επιβλέποντα μηχανικό”, καθώς επίσης και ότι “τα πορίσματα ή τα έγγραφα που συντάσσονται από τον ιδιωτικό φορέα δεν γεννούν διαφορές μεταξύ του επιβλέποντος και του αναδόχου”, στερούνται νομικής και πραγματικής βάσης, καθώς αφενός δεν διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, αφετέρου δεν είναι δυνατόν στη συνέχεια όπως αναφέρεται παρακάτω να πραγματοποιούνται επιτόπιοι έλεγχοι του έργου από την Δ.Υ., με σκοπό να διαπιστώνει την εξέλιξη του έργου, τη νόμιμη άσκηση της επίβλεψης και τη συμμόρφωση του αναδόχου με την σύμβαση εκτέλεσης του έργου.
Επίσης, για τους ίδιους λόγους δεν είναι δυνατή η υλοποίηση της διαδικασίας εναντίωσης της Δ.Υ. στα πορίσματα και έγγραφα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης, καθώς δεν έχει οριστεί δημόσιος υπάλληλος της Δ.Υ. που να παρακολουθεί εμπεριστατωμένα το έργο και έχοντας όλες τις ευθύνες που απορρέουν από τις σχετικές με την εκτέλεση δημοσίων έργων διατάξεις. Αντίθετα δε, επιφορτίζεται τεχνηέντως ο προϊστάμενος της Δ.Υ. με αρμοδιότητες και διαδικασίες που πιθανόν να μην μπορεί να ανταποκριθεί και εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
Εν τέλει, μας προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ότι "Στην περίπτωση αιτιολογημένης εναντίωσης της διευθύνουσας υπηρεσίας, η προϊσταμένη αρχή του έργου αποφασίζει για τις εν λόγω διαφορές (μεταξύ αναδόχου, ιδιώτη επιβλέποντα και Δ.Υ.), και η απόφαση δεσμεύει την διευθύνουσα υπηρεσία, τον φορέα επίβλεψης και τον ανάδοχο". Αυτό σημαίνει ότι εφόσον καλούνται οι τεχνικοί υπάλληλοι της Δ.Υ. και της Προϊσταμένης αρχής να εξετάσουν τις διαφορές του αναδόχου, και μάλιστα με απόφαση δεσμευτική για τον ιδιώτη επιβλέποντα και τον ανάδοχο, αναγνωρίζεται σαφώς ότι οι δημόσιοι τεχνικοί υπάλληλοι της Δ.Υ. και της αναθέτουσας αρχής διαθέτουν σημαντική εμπειρία αλλά και τεχνική κατάρτιση επί των έργων. Έτσι λοιπόν προκύπτει το εύλογο ερώτημα, για ποιο λόγο δεν θεωρούνται κατάλληλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι να κάνουν οι ίδιοι την επίβλεψη των έργων, όταν μάλιστα αυτό δεν θα έχει οικονομική επιβάρυνση στον Π/Υ του έργου και κατ' επέκταση στον φορολογούμενο πολίτη.
Κατά ανάλογο τρόπο, και όπως ήδη έχουμε αναφέρει, θα πρέπει να σταματήσει η μεταφορά αρμοδιοτήτων του δημοσίου σε ανώνυμες εταιρείες (Α.Ε.), οι οποίες λειτουργούν έξω από το δημόσιο έλεγχο, με ειδικό προνομιακό νομοθετικό πλαίσιο και έχουν, όπως έχει επανειλημμένως αποδειχθεί βάσει τεκμηριωμένων δημοσιευμένων στοιχείων, κόστος πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό των τεχνικών υπηρεσιών. Συνεπώς και σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να τεθεί το χρονικό πλαίσιο κατάργησής τους και απορρόφησής τους από τις δημόσιες τεχνικές υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, οι οποίες στελεχώνονται από αξιόλογο και έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό.
Περαιτέρω υποβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, μη αξιοποίηση συσσωρευμένης εμπειρίας των στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης, εμπλοκή της διευθύνουσας υπηρεσίας στις διαφωνίες που θα ανακύπτουν. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης να μπορεί να εισηγείται στην αναθέτουσα αρχή σε περίπτωση διαφορών.
Να διαγραφεί η ανωτέρω προσθήκη στην παρ. 10 για το πειθαρχικό παράπτωμα.
Άρθρο 58
Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση & Επίβλεψη έργων κάτω των ορίων – Μητρώο επιβλεπόντων ελεγκτών μηχανικών – Εξουσιοδοτική διάταξη – Προσθήκη άρθρου 136Α στον ν. 4412/2016
Στον ν. 4412/2016 (Α’ 147) προστίθεται άρθρο 136Α ως εξής:
«Άρθρο 136Α
Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση & Επίβλεψη έργων κάτω των ορίων – Μητρώο επιβλεπόντων ελεγκτών μηχανικών – Εξουσιοδοτική διάταξη
1. Η επίβλεψη έργων με προεκτιμώμενη αμοιβή έως το όριο της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 5, δύναται, πέραν των ορισμών των παρ. 1 και 2 του άρθρου 136, να διενεργείται από διαπιστευμένους ιδιώτες, επιβλέποντες ελεγκτές μηχανικούς, ανά κατηγορία έργου.
2. Ο ορισμός του ελεγκτή μηχανικού γίνεται μετά από κλήρωση μεταξύ των εγγεγραμμένων στο Μητρώο που πληρούν τα κριτήρια της απόφασης της παρ. 3. Ελεγκτής Μηχανικός που κληρώθηκε για την επίβλεψη έργου δεν επιτρέπεται να συμμετέχει σε επόμενη κλήρωση, μέχρι την παραλαβή του αντικειμένου του έργου κατ’ άρθρο 172.
3. Σε περίπτωση ορισμού ελεγκτή μηχανικού εφαρμόζονται αναλογικά οι παρ. 5 έως 9 του άρθρου 136.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υποδομών και Μεταφορών, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, ρυθμίζονται οι διαδικασίες ελέγχου, διαπίστευσης και τήρησης του μητρώου ελεγκτών μηχανικών καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.,.
Ένα ακόμη Μητρώο δημιουργείται και το ΤΕΕ θα γνωμοδοτήσει για τις διαδικασίες πιστοποίησης ιδιωτών, επιβλεπόντων ελεγκτών μηχανικών.
αρθ. 59 παρόντος σ/ν Γενικές υποχρεώσεις του αναδόχου – Τροποποίηση του άρθρου 138 του ν.4412/2016: Παρ.1 Αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο με τρόπο ασαφή ότι, «ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να κατασκευάσει το έργο κατά τους όρους της σύμβασης και τις έγγραφες εντολές των αρμόδιων κατά περίπτωση οργάνων του φορέα κατασκευής του έργου, εφόσον αυτές φέρουν τα κατά τον νόμο απαραίτητα εξωτερικά στοιχεία νομιμότητας», τα οποία όμως δεν αναφέρονται πουθενά στη συνέχεια ποια είναι.
Παρ. 2 Η ισχύουσα σημερινή διάταξη του άρθρου 138 του ν.4412/16 είναι "2. Ο ανάδοχος έχει την υποχρέωση να τηρεί με ακρίβεια τη διάταξη και τις διαστάσεις των διαφόρων μερών του έργου, όπως προκύπτουν από τα εγκεκριμένα σχέδια ή άλλα στοιχεία της μελέτης, τα οποία δεν επιδέχονται τροποποιήσεων ή αλλαγών, εκτός αν άλλως ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος.."
Στο παρόν σ/ν εντύπωση μας προκαλεί η προτεινόμενη αλλαγή που αναφέρει ότι: "ο ανάδοχος προτείνει την τροποποίηση της μελέτης του έργου, η προϊσταμένη αρχή εξετάζει την πρόταση του αναδόχου, κατόπιν γνωμοδότησης του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου και εφόσον κριθεί ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι επουσιώδεις, σύμφωνα με το άρθρο 155, δεν μεταβάλουν την φύση του έργου και δεν επάγονται ουσιώδη αύξηση του συμβατικού ανταλλάγματος εγκρίνεται η συνέχιση εκτέλεσης του έργου. Σε αντίθετη περίπτωση, η σύμβαση διαλύεται και ο ανάδοχος αποζημιώνεται μόνο για τις αποδεδειγμένες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό."
Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι, κατά την προσφορά του αναδόχου θεωρείται ότι αυτός δεν έχει μελετήσει τα στοιχεία της και δεν δεσμεύεται από αυτά, με αποτέλεσμα να δημιουργείται και πρόβλημα με την ισχύ των τευχών της σύμβασης. Έτσι δημιουργείται στρέβλωση του ανταγωνισμού, με συνέπεια όλοι οι ανάδοχοι να διεκδικήσουν το επιπλέον 15% της Σύμβασης (άρθρο 155) που θα εγκρίνεται σχετικά εύκολα. Η άποψή μας είναι να απαλειφτεί η συγκεκριμένη διάταξη και η τροποποίηση της μελέτης να προβλέπεται μόνον στο άρθ.144 , όπως άλλωστε ισχύει και σήμερα.
Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να απαλειφτεί και η επόμενη διάταξη που αναφέρει ότι "Αν, μετά τη διάλυση της σύμβασης, η προϊσταμένη αρχή αποφασίσει την εκτέλεση του έργου σύμφωνα με την υφιστάμενη μελέτη, προσκαλεί τον επόμενο κατά σειρά μειοδότη του διαγωνισμού, στον οποίο αναδείχθηκε ο ανάδοχος της παρ. 2 και του προτείνει να αναλάβει αυτός το έργο της ολοκλήρωσης της διαλυθείσης εργολαβίας, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και βάσει της προσφοράς που υπέβαλε στον διαγωνισμό.", καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα επικρατεί συνεννόηση μεταξύ των υποψηφίων, μέχρι να καταλήξει η εκτέλεση του έργου στο χαμηλότερο ή ικανοποιητικό ποσοστό έκπτωσης, μετά από προτεινόμενες άστοχες και απορριπτέες προτάσεις περί τροποποιήσεων του έργου από τους αρχικούς αναδόχους.
1. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να κατασκευάσει το έργο κατά τους όρους της σύμβασης και τις έγγραφες εντολές των αρμόδιων κατά περίπτωση οργάνων του φορέα κατασκευής του έργου, εφόσον αυτές φέρουν τα κατά τον νόμο απαραίτητα εξωτερικά στοιχεία νομιμότητας, ευθυνόμενος έναντι του κυρίου του έργου για την επιμέλεια που επιδεικνύει και στις δικές του υποθέσεις.
2. Ο ανάδοχος έχει την υποχρέωση να ελέγξει τη μελέτη εκτέλεσης του έργου πριν την εγκατάστασή του στο εργοτάξιο και να ενημερώσει εγγράφως τη διευθύνουσα υπηρεσία. Η διευθύνουσα υπηρεσία προσκαλεί τον ανάδοχο να υποβάλλει εγγράφως, εντός προθεσμίας που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των είκοσι (20) ημερών και μεγαλύτερη των εξήντα (60) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης, παρατηρήσεις ως προς την εφαρμοσιμότητα της μελέτης.
Οι δύο παραπάνω παράγραφοι έρχονται σε σύγκρουση. Ανεξαρτήτως αυτού ο μεγάλος κίνδυνος είναι καταρχάς να εμπλακούν οι ΤΥ σε φαύλο κύκλο με παραιτήσεις αναδόχων και νέες αναθέσεις. Επίσης είναι φανερό ότι με την έναρξη του έργου θα ζητείται διάθεση απροβλέπτων νέες τιμές κλπ.
Η παρ. 2 θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην υλοποίηση των έργων και απώλεια δημόσιων πόρων με την καταβολή αποζημιώσεων. Να διατηρηθεί το παρόν καθεστώς όπου ο ανάδοχος ελέγχει τη μελέτη και προτείνει τροποποιήσεις χωρίς να έχει δικαίωμα να ζητήσει διάλυση σύμβασης. Σε περίπτωση διάλυσης και καταβολής αποζημίωσης μήπως υπάρχει κίνδυνος επιβολής καταλογισμών σ’ αυτούς που συνέταξαν και θεώρησαν τη μελέτη; Σε περίπτωση που διατηρηθεί πρέπει να διευκρινισθεί τι αποτελεί ουσιώδη αύξηση του εργολαβικού ανταλλάγματος.
αρθ. 60 παρόντος σ/ν Πειθαρχικές ευθύνες διοικητικών οργάνων – Τροποποίηση του άρθρου 141 του ν.4412/2016: Ενώ αναφέρεται ότι «Αποτελούν πειθαρχικό παράπτωμα οι εντολές για μη εγκεκριμένες υπερσυμβατικές εργασίες», αντίθετα στο άρθρο των επιμετρήσεων (αρθ. 70 παρόντος, τροπ. αρθ. 151 ν. 4412/16) αναφέρεται ότι «οι εξωσυμβατικές ποσότητες κατόπιν εντολών της Υπηρεσίας θα πρέπει να αποτυπώνονται διακριτά.»
Άρθρο 66 Προθεσμίες – Αντικατάσταση άρθρου 147 ν. 4412/2016
Καταργούνται οι ενδεικτικές τμηματικές προθεσμίες.Η διατήρηση μόνο αποκλειστικών τμηματικών προθεσμιών συνεπάγεται την επιβολή ποινικών ρητρών για την μη τήρησή τους οι οποίες δεν ανακαλούνται, ακόμα και εφόσον περαιωθεί εντός της συνολικής προθεσμίας το έργο. Αυτό θα δημιουργήσει πολλές τριβές μεταξύ αναδόχου και Επιβλέπουσας Υπηρεσίας. Να διατηρηθούν ενδεικτικές τμηματικές προθεσμίες τουλάχιστον για τα έργα κάτω των ορίων ΕΕ.
αρθ. 70 παρόντος σ/ν Επιμετρήσεις– Τροποποίηση του άρθρου 151 του ν.4412/2016: Με το παρόν άρθρο καταργείται η διαδικασία της από κοινού (αναδόχου και επίβλεψης) λήψης επιμετρητικών στοιχείων (ενώ υποβάλλονται στην επίβλεψη μόνο με δήλωση αληθείας (!) του αναδόχου), που έχει ως αποτέλεσμα τον μη έγκαιρο και ορθό έλεγχο των επιμετρητικών και ποσοτικών στοιχείων και ο κίνδυνος πλημμελούς ελέγχου σε όφελος του αναδόχου και εις βάρος του έργου και του δημόσιου συμφέροντος είναι προφανής.
Επίσης, μας προξενεί τεράστια εντύπωση η διάταξη περί υποχρεωτικού δειγματοληπτικού ελέγχου μόνο του 10% (!) των επιμετρήσεων, καθώς δεν διασφαλίζεται η ορθή ποιοτικά και ποσοτικά και σύμφωνα με την ισχύουσα σύμβαση προβλεπόμενη κατασκευή του έργου και δεν εξυπηρετείται η διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.
παρ. 4. Εισάγονται για πρώτη φορά οι έννοιες της ανακριβούς ή εκ προθέσεως αναληθούς υποβολής επιμέτρησης από τον ανάδοχο, δίχως να ορίζεται με σαφήνεια η διαφοροποίηση αυτών, καθώς και ποιος από την επίβλεψη θα αποφασίσει, σε ποια από τις 2 περιπτώσεις εντάσσεται η υποβολή της αναληθούς επιμέτρησης από τον ανάδοχο. Επίσης ασαφής είναι και η διαδικασία που αναφέρεται για το πως διορθώνεται η ανακριβής επιμέτρηση (με πρωτοβουλία του αναδόχου ή της Δ.Υ. και αν χωράει ένσταση επ' αυτού).
παρ. 5. Καταργείται ο υποχρεωτικός έλεγχος και η έγκριση των επιμετρήσεων πριν την πληρωμή του λογαριασμού, το οποίο αντιβαίνει στις διατάξεις περί εξασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος και η Δ.Υ. λειτουργεί εκ των υστέρων, με σύνταξη αρνητικών λογαριασμών, για τους οποίους αν γίνει ένσταση από πλευράς του αναδόχου, αυτό συνεπάγεται μεγάλες καθυστερήσεις στην τελική απόδοση του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού προς το Δημόσιο.
παρ. 6. Αντικαθίσταται το ΠΠΑΕ με την απλή δήλωση γνωστοποίησης Αφανών Εργασιών που συνοδεύεται με δήλωση αληθείας των στοιχείων του αναδόχου και έκθεση επιβεβαίωσης του επιβλέποντα στον Προϊστάμενο της Δ.Υ., δίχως να ορίζεται η διενέργεια του υποχρεωτικού ποσοτικού έλεγχου των αφανών εργασιών. Επίσης, είναι προφανές ότι με τις απλές δηλώσεις γνωστοποίησης (αναδόχου) και επιβεβαίωσης (επιβλέποντα) δεν διασφαλίζεται ο πλήρης ποιοτικός και ποσοτικός έλεγχος του συνόλου του έργου και ούτε θα είναι εφικτό να ελεγχθεί αυτό εκ των υστέρων, καθώς πρόκειται για αφανείς εργασίες που θα επικαλυφθούν αργότερα από άλλες.
Στην πραγματικότητα έχουμε κατάργησητου ελέγχου των επιμετρήσεων με πιθανή απώλεια δημόσιων πόρων. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στον μέγιστο χρόνο για τον έλεγχο. Αφού θα ελέγχεται υποχρεωτικά μόνο το 10% τι ακριβώς χρειάζεται η ιδιωτική επίβλεψη; Έχουμε επίσης κατάργηση των επιτροπών ΠΠΑΕ. Αφανείς εργασίες που θα ελέγχονται μόνο απ’ τον επιβλέποντα με αποτέλεσμα έλλειψη διαφάνειας. Σε περίπτωση ιδιωτικής επίβλεψης με ποια διαδικασία θα εκδίδεται εγκριτική πράξη των επιμετρήσεων των αφανών εργασιών απ’ τη Διευθύνουσα Υπηρεσία;
αρθ. 71 παρόντος σ/ν Λογαριασμοί – Τροποποίηση του άρθρου 152 του ν.4412/2016: παρ. 9 Στην περίπτωση άσκησης επίβλεψης του έργου από ιδιώτη ελεγκτή μηχανικό, ο Προϊστάμενος της Δ.Υ. ελέγχει και εγκρίνει τον λογαριασμό του έργου, για το οποίο δεν έχει οριστεί από πλευράς της Δ.Υ. υπάλληλός της για την παρακολούθησή του, με αποτέλεσμα να επιφορτίζεται ο Προϊστάμενος με αρμοδιότητες και διαδικασίες που πιθανόν να μην μπορεί να ανταποκριθεί, καθώς δεν θα έχει πραγματική εικόνα για την ακριβή εκτέλεση και υλοποίηση του έργου.
αρθ. 77 παρόντος σ/ν Ακαταλληλότητα υλικών – Ελαττώματα – Παράλειψη συντήρησης – Τροποποίηση του άρθρου 159 του ν.4412/2016: παρ. 4: Θα πρέπει να προστεθεί και η αναφορά για την εκτέλεση ειδικής διαταγής για εργασίες αποκατάστασης ελαττωμάτων που χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνα από τον Προϊστάμενο της Δ.Υ., όπως ισχύει άλλωστε και στο σημερινό άρθρο του ν.4412.
αρθ. 78 παρόντος σ/ν Έκπτωση αναδόχου– Τροποποίηση του άρθρου 160 του ν.4412/2016: Με βάση τα προηγούμενα άρθρα θα πρέπει να προστεθεί και η περίπτωση ζ): Σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παρ. 4 του αρθ. 151 του ν.4412 (αρθ.70 του παρόντος σ/ν) ή ο ανάδοχος καθ’ υποτροπή προβαίνει στην υποβολή αναληθών επιμετρήσεων, ο ανάδοχος κηρύσσεται υποχρεωτικά έκπτωτος.
Αρθ. 161 του ν. 4412/16: Προτείνεται να υπάρχει σχετική πρόβλεψη για διακοπή έργου λόγω ανωτέρας βίας, καθώς η πρόσφατη πανδημία ανέδειξε την ανάγκη αυτή.
Αρθ. 81 του παρόντος σ/ ν. Υπεργολαβία κατά την εκτέλεση, Τροποποίηση του αρθ. 165 4412/16: Να προστεθεί ως προϋπόθεση γ): ο υπεργολάβος να μην έχει αρνηθεί την παράταση της προσφοράς του κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού, εφόσον συμμετείχε και υπέβαλε προσφορά.
αρθ. 82 παρόντος σ/ν Βεβαίωση περάτωσης εργασιών– Τροποποίηση του άρθρου 168 του ν.4412/2016: παρ. 1. Στο συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται ότι, «όταν λήξει η προθεσμία περάτωσης του έργου, ο επιβλέπων αναγράφει πλην άλλων και τις παρατηρήσεις του για εργασίες που έχουν εκτελεσθεί με υπέρβαση των εγκεκριμένων ποσοτήτων ή κατά τροποποίηση των εγκεκριμένων σχεδίων». Αυτό όμως αντίκειται στην ορθή επίβλεψη και παρακολούθηση του έργου, καθώς όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω (αρθ. 141 ν.4412, 60 παρόντος σ/ν) αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα η χορήγηση εντολών για εκτέλεση εργασιών, οι οποίες δεν προβλέπονται από την αρχική ή εγκεκριμένη συμπληρωματική σύμβαση, ούτε άλλως είναι επιτρεπτή η εκτέλεσή τους κατά τις κείμενες διατάξεις.
αρθ. 84 Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών (ΕΣΤΙΜ-ΤΕΜ) – Αντικατάσταση άρθρου 170 ν. 4412/2016:
Δεν είναι δυνατόν, όπως αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο, ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, “μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα”, να αναλαμβάνει την διαρκή ενημέρωση και υποστήριξη του Ενιαίου Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Δημοσίων Έργων. Το συγκεκριμένο αντικείμενο θα πρέπει να είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας των δημόσιων Υπηρεσιών του Υπουργείου Υποδομών, ώστε να διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον. Σε αντίθετη περίπτωση, εργολάβοι και ιδιώτες μελετητές θα καθορίζουν τις τιμές υλικών και εργασιών καθώς και τις προδιαγραφές των έργων, με κίνδυνο την υπερκοστολόγηση έργων και την έγκριση πιθανών ελλιπών τεχνικών προδιαγραφών κατασκευής. (είναι πρόσφατο άλλωστε το παράδειγμα της έκθεσης του ελεγκτικού συνεδρίου της Ε.Ε., όπου στην Ελλάδα με ΣΔΙΤ για τα έργα των αυτοκινητοδρόμων το κόστος είναι αυξημένο κατά 65%).
αρθ. 86 παρόντος σ/ν Παραλαβή – Τροποποίηση του άρθρου 172 του ν.4412/2016: Παρ. 2 Εφόσον καταργείται με το προτεινόμενο άρθρο η διενέργεια της προσωρινής παραλαβής, ορίζεται μια επιτροπή παραλαβής που επί της ουσίας θα είναι ενεργή μετά από 15 μήνες (αφού αφορά μόνο το μοναδικό στάδιο της οριστικής πλέον παραλαβής). Επίσης, προς διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου, θα πρέπει να προστεθεί η υποχρέωση του αναδόχου για υποβολή σχετικής όχλησης για τη διενέργεια της παραλαβής, πριν αυτή να θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί αυτοδίκαια, αν δεν διενεργηθεί στις παραπάνω ορισμένες προθεσμίες (όπως άλλωστε ισχύει και σήμερα στο ν.4412).
Παρ. 4. Με το παρόν άρθρο αυξάνονται, δίχως τεκμηρίωση και αιτιολογία τα μέλη της επιτροπής παραλαβής του έργου σε πέντε (από τρία που ήταν σύμφωνα με το ισχύοντα νόμο), ορίζεται πρόεδρος από άλλη αναθέτουσα αρχή και επιπλέον δύο ακόμη μέλη ως εκπρόσωποι του ΤΕΕ, τα οποία δικαιούνται ιδιαίτερη αμοιβή, με αποτέλεσμα την αύξηση της δαπάνης του έργου, ενώ με το ισχύον πλαίσιο η παραλαβή γινόταν με υπαλλήλους της αναθέτουσας αρχής (δίχως επιπλέον κόστος).
Καταργείται η προσωρινή παραλαβή των έργων. Η παραλαβή θα γίνεται υποχρεωτικά εντός 3 μηνών χωρίς να απαιτείται προηγούμενη όχληση απ’ τον ανάδοχο. Η επιβολή των πειθαρχικών ποινών θα δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα ιδιαίτερα στους μικρούς, υποστελεχωμένους Δήμους όπου μέσω προγραμματικών συμβάσεων οι μηχανικοί συμμετέχουν και σε παραλαβές έργων άλλων Δήμων. Η προθεσμία των 3 μηνών είναι πολύ μικρή και δε θα είναι δυνατό να τηρείται.
αρθ. 89 παρόντος σ/ν Διοίκηση σύμβασης μελέτης – παροχής τεχνικών υπηρεσιών, έλεγχος, επίβλεψη και παρακολούθηση, τροποποίηση του αρθ. 183 του ν.4412/16: Και σε αυτό το άρθρο θα πρέπει να καταργηθεί η διάταξη ότι δύναται η επίβλεψη των μελετών και παροχής τεχνικών υπηρεσιών να γίνεται από ιδιώτες. Οι επιβλέψεις, όπως αναφέρθηκε πρέπει να γίνονται από μηχανικούς του δημοσίου ,ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή διαφάνεια και η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Άλλωστε μακροπρόθεσμα και πάλι οι ευθύνες θα βαρύνουν τους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι θα έχουν παραλάβει αυτές τις μελέτες, που η επίβλεψή τους έγινε από ιδιώτες.
αρθ. 108 παρόντος σ/ν Όργανα διενέργειας διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων – Τροποποίηση του αρθ. 221 του ν.4412/16: Πρότασή μας είναι ότι Θα πρέπει να ορίζονται τα μέλη επιτροπής των διαγωνισμών κατόπιν κλήρωσης μέσω του μητρώου (Μη.ΜΕ.Δ), μόνο από την αναθέτουσα αρχή για μέχρι ενός ύψους Προϋπολογισμού Έργου (πλέον αυτού του ποσού θα γίνεται κλήρωση υπαλλήλων σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας και ο πρόεδρος της επιτροπής θα είναι από την αναθέτουσα αρχή). Επίσης, απαιτείται να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση της υπηρεσίας να στέλνει σε προγράμματα επιμόρφωσης τους υπαλλήλους που θα συμμετέχουν στις διαδικασίες των διαγωνισμών, να αποσαφηνιστεί η έννοια της απαιτούμενης εμπειρίας προκειμένου να συμμετέχουν οι υπάλληλοι στις επιτροπές αυτές διεξαγωγής των δημοπρασιών, καθώς και να επανακαθοριστεί ο χρόνος αποκλεισμού από τις κληρώσεις υπαλλήλων που έχουν ήδη κληρωθεί.
Γενικά καταργείται η κλήρωση για την ανάδειξη των μελών Επιτροπής Διαγωνισμού μέσω ΜΗΜΕΔ. Διατηρείται ως εξαιρετική διαδικασία για τις περιπτώσεις που η αναθέτουσα αρχή δεν έχει τον απαιτούμενο αριθμό στελεχών εγγεγραμμένων στο ΜΗΜΕΔ για να συγκροτήσει επιτροπή και μόνο στην περίπτωση που ως κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μόνο βάσει τιμής. Στην περίπτωση β) δε διευκρινίζεται με σαφήνεια τι θα γίνεται στις περιπτώσεις που η αναθέτουσα αρχή δεν έχει τον απαιτούμενο αριθμό στελεχών εγγεγραμμένων στο ΜΗΜΕΔ για να συγκροτήσει επιτροπή διαγωνισμού.
Καταργείται η απαγόρευση να ορίζονται ως μέλη της επιτροπής διαγωνισμού υπάλληλοι της αναθέτουσας αρχής στις περιπτώσεις του άρθρου 50 (μελετοκατασκευή) ή όταν το κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει βέλτιστης σχέσης ποιότητας-τιμής. Να μην καταργηθεί η απαγόρευση για λόγους διαφάνειας και διασφάλισης της αξιοπιστίας των διαγωνισμών.
Εν κατακλείδι, μας δημιουργείται η εντύπωση ότι, και αυτό το νομοσχέδιο εντάσσεται στην ανάγκη των κυβερνήσεων να προασπίσουν τα συμφέροντα των μεγαλοεργολάβων και επιχειρηματιών, που βλέπουν τους μηχανικούς του δημοσίου ως «εμπόδια» διότι ελέγχουν ως, εκ του ρόλου τους, οφείλουν! Αυτό αποδεικνύεται από τη διαχρονική βούληση των κυβερνόντων, να μην προχωρούν στην επαρκή στελέχωση των Δημόσιων Τεχνικών Υπηρεσιών, για να διευκολύνουν τους «επενδυτές» και τους αιρετούς, να παραχωρούν ότι έχει απομείνει από αρμοδιότητα στις τεχνικές υπηρεσίες σε ιδιώτες, στις Αναπτυξιακές των δήμων και στην ΕΤΑΑ σε βάρος της προστασίας και διασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος, των κοινωνικών – λαϊκών δικαιωμάτων και του Περιβάλλοντος.
Άρθρο 69, Τροποποίηση άρθρου 150, Ν.4412/2016
Παρατήρηση Α:
Νέο άρθρο 150, παρ. 1. Στην τελευταία πρόταση αναφέρει : …. Το επιτόκιο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών.
Επειδή δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα ανάλογη ΚΥΑ όπως αναφέρεται και στο Ν4412/άρθρο 150, παρ. 1 να διευκρινιστεί αν το εφαρμοστέο επιτόκιο είναι το χαμηλότερο των τρεχουσών εντόκων επιτοκίων 52 εβδομάδων (έντοκα που έχουν εκδίδονται από το Μάρτιο 2018) και όχι το επιτόκιο 4,85% που ορίστηκε με τα έντοκα γραμμάτια δωδεκάμηνης διάρκειας την 14-4-2010.
Παρατήρηση Β:
Επίκειται νέα έκδοση εντόκων γραμματίων 52 εβδομάδων στις 9-12-2020. Αν το επιτόκιο είναι αρνητικό πως θα γίνεται ο υπολογισμός των τόκων;
Άρθρο 75, Τροποποίηση άρθρου 156, Ν.4412/2016
Παρατήρηση Α:
Νέο άρθρο 156, παρ. 3γ σχετικά με την «επί έλασσον δαπάνη», μπορεί να διευκρινιστεί στο νόμο το παρακάτω:
Έστω μια ομάδα εργασιών ενός έργου, αυξάνεται (αύξηση συμβατικών ποσοτήτων χωρίς νέες τιμές) στον προτεινόμενο ΑΠΕ πάνω από 20% σε σχέση με τον αρχικό προϋπολογισμό της.
Ερώτημα: Ολόκληρη η αύξηση μπορεί να γίνει από χρήση επί έλαττον άλλων ομάδων ή μόνο το ποσό που αντιστοιχεί μέχρι το ποσοστό 20% και το ποσό πάνω από το 20% να γίνει χρήση ποσού από τα απρόβλεπτα;
Παράδειγμα:
Ομάδα Α : 100.000 –> 85.000 (-15%) Αποδεκτό
Ομάδα Β : 100.000 –> 85.000 (-15%) Αποδεκτό
Ομάδα Γ : 100.000 –> 100.000 ( 0%)
Ομάδα Δ : 100.000 –> 130.000 (+30%) Είναι αποδεκτό;
———————-
400.000 400.000
Αθροιστικά επί έλαττον: 15.000+15.000=30000 < 40.000 (10% του 400.0000)
Ερώτημα: Είναι αποδεκτό το ποσοστό +30% της ομάδας Δ από χρήση επί έλαττον των ομάδων (Α + Β) ή υπάρχει περιορισμός στο +20%;
Παραθέτω και τη σχετική νομοθεσία:
Ν.4412/2016, (ΦΕΚ 147Α/8-8-2016), άρθρο 156, παρ. 3 & Πρότυπα τεύχη διακηρύξεων (ΑΔΑ: 60ΦΞΟΞΤΒ-ΒΕ4)
Ν3669/2008, Άρθρο 57, παρ. 4 & Πρότυπα διακηρύξεων ΦΕΚ_664Β/21-4-2015
Εγκύκλιος ΥΠΕΧΩΔΕ 20/26-07-2006, Αρ. Πρωτ. : Δ17γ/03/114/ΦΝ443
Εγκύκλιος ΥΠΕΧΩΔΕ 36/19-10-2005, Αρ. Πρωτ. : Δ17α/08/158/ΦΝ437
Εγκύκλιος της Ειδικής Υπηρεσίας Αρχή Πληρωμής με αρ. Πρωτ. 20204 Α.Πλ.2547 της 1-6-2005
Επειδή η διαχείριση της «επί έλασσον δαπάνης» είναι σύνθετη και ο έλεγχος δεν είναι ενιαίος σε όλη την επικράτεια μπορεί να δοθεί υπόδειγμα αλγορίθμου όπως είχε δοθεί αρχικά και με την Εγκύκλιο της Ειδικής Υπηρεσίας Αρχή Πληρωμής με αρ. Πρωτ. 20204 Α.Πλ.2547 της 1-6-2005;
Παρατήρηση Β:
Σχετικά με τις συμπληρωματικές εργασίες έως 50% υπόκεινται σε έλεγχο «επί έλασσον δαπάνης»;
1. Άρθρο 100
Για την αποφυγή κατάθεσης ελλιπών / κενών προσφορών από οικονομικούς φορείς που έχουν ως μοναδικό σκοπό την πρόσβαση στις εμπορικές εμπιστευτικές πληροφορίες τρίτων οικονομικών φορέων, οι οποίοι συμμετέχουν κανονικά στην διαγωνιστική διαδικασία, προτείνουμε η παράγραφος 2.α) του Άρθρου 100 να τροποποιηθεί έτσι ώστε στο στάδιο αποσφράγισης του κυρίως φακέλου προσφοράς να πραγματοποιείται αρχικά η αποσφράγιση και αξιολόγηση του φακέλου των Δικαιολογητικών Συμμετοχής και ο αποκλεισμός των οικονομικών φορέων με ελλιπείς ή κενούς φακέλους και στη συνέχεια να γίνεται η αποσφράγιση του φακέλου Τεχνικής Προσφοράς, στα στοιχεία της οποίας, όμως, θα δύνανται να έχουν πρόσβαση μόνον οι οικονομικοί φορείς των οποίων οι προσφορές κρίθηκαν παραδεκτές κατά τον έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής.
Η προαναφερόμενη διαδικασία να εφαρμόζεται και στην έντυπη κατάθεση φακέλων προσφορών, αλλά και στην διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής προσφορών (ΕΣΗΔΗΣ).
Κατάργηση της παραγράφου 4Α του άρθρου 72 του ν.3433/2006 (Α’20)όπως αυτό διαμορφώθηκε με το άρθρο 2 του ν.4553/2018 (Α’119), διότι προξενεί προβλήματα στην κατάρτιση και υλοποίηση συμβάσεων ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ και κατ’ επέκταση στο συμφέρον του Δημοσίου, διότι αναγκάζονται τα έμπειρα στελέχη να απομακρυνθούν αμέσως μόλις αρχίζουν να γίνονται παραγωγικοί μετά από μια initial phase 2 ετών η οποία απαιτείται για την εν τοις πράγμασι εκπαίδευσή τους.
Ο προβληματισμός εστιάζεται στο πλήθος γνώσεων και δεξιοτήτων που απαιτείται να έχει κάθε εργαζόμενος στη ΓΔΑΕΕ και που έχουν σχέση με την Εθνική νομοθεσία και τις διαδικασίες, αλλά επίσης με τις δεσμεύσεις από την ΕΕ, καθώς επίσης από την εφαρμογή της Διεθνούς Νομοθεσίας.
Οι ανωτέρω προβληματισμοί δεν είναι κενοί περιεχομένου. Αρκεί να αναλογιστεί κάθε σοβαρός και προβληματισμένος φορολογούμενος τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ή ευρώ που η χώρα μας είναι δυνατόν να χάσει από λάθη ή παραλήψεις, λόγω της έλλειψης γνώσεων του προσωπικού της ΓΔΑΕΕ.
Στην προτεινόμενη κατάργηση συνηγορούν και τα κατωτέρω:
1. Δεν υπάρχει η «δεξαμενή εμπειρογνωμόνων» (pool of experts) για την αντικατάσταση του προσωπικού κάθε τρία (3) χρόνια, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας.
2. Δεν έχει καθοριστεί η αναλυτική «περιγραφή εργασίας (job description) που κατ ελάχιστον πρέπει να καλύπτει το προσωπικό μίας ιδιαίτερα ευαίσθητης Υπηρεσίας όπως είναι η ΓΔΑΕΕ.
3. Ο χρόνος των τριών (3)ετών παραμονής στην ΓΔΑΕΕ δεν έχει προκύψει από κάποια συγκεκριμένη Μελέτη και δεν είναι επαρκής για την απόδοση του προσωπικού, δεδομένου του εύρους γνώσεων και εμπειρίας που είναι απαραίτητη.
4. Σε καμιά από τις αντίστοιχες Υπηρεσίες κρατών μελών της ΕΕ ή άλλων συμμάχων χωρών που αποδεδειγμένα λειτουργούν με ικανοποιητικό τρόπο, δεν ισχύει ανάλογη διάταξη, το αντίθετο μάλιστα, φυλάγουν ως κόρη οφθαλμού της «θεσμική μνήμη» που διαθέτει το έμπειρο προσωπικό τους. Έτσι διασφαλίζουν την «γνωστική συνέχεια» των θεμάτων που κατά κανόνα η υλοποίησή τους ξεπερνά τα τρία (3) έτη, δεδομένου ότι η γνώση και εμπειρία δεν μεταβιβάζεται με μόνο την χρέωση στον νεοτοποθετηθέντα επιτελή των φακέλων κάθε προμήθειας.
Για την αποφυγή κατάθεσης ελλιπών / κενών προσφορών από οικονομικούς φορείς που έχουν ως μοναδικό σκοπό την πρόσβαση στις εμπορικές εμπιστευτικές πληροφορίες τρίτων οικονομικών φορέων, οι οποίοι συμμετέχουν κανονικά στην διαγωνιστική διαδικασία, προτείνουμε η παράγραφος 2.α) του Άρθρου 100 να τροποποιηθεί έτσι ώστε στο στάδιο αποσφράγισης του κυρίως φακέλου προσφοράς να πραγματοποιείται αρχικά η αποσφράγιση και αξιολόγηση του φακέλου των Δικαιολογητικών Συμμετοχής και ο αποκλεισμός των οικονομικών φορέων με ελλιπείς ή κενούς φακέλους και στη συνέχεια να γίνεται η αποσφράγιση του φακέλου Τεχνικής Προσφοράς, στα στοιχεία της οποίας, όμως, θα δύνανται να έχουν πρόσβαση μόνον οι οικονομικοί φορείς των οποίων οι προσφορές κρίθηκαν παραδεκτές κατά τον έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής.
Η προαναφερόμενη διαδικασία να εφαρμόζεται και στην έντυπη κατάθεση φακέλων προσφορών, αλλά και στην διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής προσφορών (ΕΣΗΔΗΣ).
Άρθρο 25 (τροποποίηση άρθρου 76 ν.4412/2016):
Στην αναρτημένη ανάλυση συνεπειών αναφέρεται ότι «η παρ. 4, θεσπίζει εξαίρεση από τις ως άνω διατάξεις και δίνει την δυνατότητα σε επιχειρήσεις και οικονομικούς φορείς που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 75 να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς ανεξαρτήτως της εγγραφής τους στα μητρώα του π.δ. 71/2019.»
Από τη λεκτική διατύπωση όμως στο σώμα του σ/ν δεν είναι σαφές αν για την περίπτωση αυτή απαιτείται εγγραφή στο ΜΗΕΕΔΕ ανεξαρτήτως τάξης ή αν μπορεί να υπάρξει συμμετοχή στη διαδικασία και χωρίς καθόλου εγγραφή στο ΜΗΕΕΔΕ (όπως αναφέρεται στην αναρτημένη ανάλυση συνεπειών)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΜΗΤΕΔΥ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Πάγιο αίτημα της Ομοσπονδίας μας ήταν ότι η αναθεώρηση του Ν.4412/2016 πρέπει να γίνει στη φιλοσοφία δημιουργίας ισχυρού και αποτελεσματικού Δημοσίου φορέα, ικανού να ανταπεξέλθει σε δύσκολες συνθήκες, έτσι όπως αναδείχθηκε αναγκαίο και σωτήριο στην περιπέτεια της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε.
Οι Δημόσιοι Φορείς οφείλουν να διαθέτουν τους κατάλληλους ελεγκτικούς μηχανισμούς ούτως ώστε να επιβλέπουν την έντεχνη εκτέλεση των δημόσιων έργων. Εκτιμούμε ότι δεν αποτελεί ενδεδειγμένη λύση η επίβλεψη των έργων από ιδιώτες μηχανικούς καθώς δεν εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και επιβάλλεται να αναθεωρηθούν άμεσα διατάξεις που παραχωρούν αρμοδιότητες του Δημοσίου σε Ανώνυμες Εταιρείες (Α.Ε.), την τήρηση μητρώων σε ιδιωτικούς φορείς, τις Αναπτυξιακές εταιρίες του πρόσφατου Ν. 4674/2020 που προορίζονται να υποκαταστήσουν τις Τεχνικές Υπηρεσίες των ΟΤΑ, την σύσταση σώματος ειδικών επιμετρητών (Ν. 4512 άρθρο 218).
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιδιώκεται η αναμόρφωση του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου για τις Δημόσιες Συμβάσεις του νόμου 4412/2016, με σκοπό μεταξύ άλλων, την απλοποίηση/διασαφήνιση των διατάξεων του νόμου, την επιτάχυνση και την αύξηση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων χωρίς εκπτώσεις στο πεδίο της διαφάνειας, στην αντιμετώπιση παθογενειών του συστήματος δημοσίων συμβάσεων όπως το ζήτημα των υπερβολικά χαμηλών προσφορών κλπ.
Άποψή μας είναι ότι οι στόχοι αυτοί τελικώς δεν θα επιτευχθούν, διότι βασικός άξονας του νομοσχεδίου είναι η μεταφορά του ελεγκτικού έργου, που πάγια και ορθά ασκούσε το δημόσιο σε ιδιώτες, στους οποίους τώρα παραχωρεί:
1. τον καθορισμό των προδιαγραφών των υλικών και των τιμολογίων εργασιών
2. τη μελέτη των έργων
3. την κατασκευή των έργων
4. την επίβλεψη των έργων
Επίσης δεκάδες βασικά θέματα και ρυθμίσεις παραπέμπονται σε Υπουργικές Αποφάσεις και Προεδρικά Διατάγματα, με αποτέλεσμα να παραμένουν άγνωστα και αδιευκρίνιστα.
Παραθέτουμε τις παρατηρήσεις μας σε βασικά θέματα και άρθρα:
Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών (Άρθρο 10)
Είναι πλέον απολύτως αναγκαίος ο καθορισμός προδιαγραφών, διαδικασιών και προϋποθέσεων, καθώς και της αντιστοίχως αναγκαίας ελάχιστης στελέχωσης των Τεχνικών Υπηρεσιών προκειμένου να θεωρείται ότι διαθέτουν την απαιτούμενη για τις ανάγκες τους τεχνική επάρκεια.
Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (Άρθρο 33)
Προβλέπεται ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, να θεωρούνται όσες εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο του συνόλου των εκπτώσεων.
Εκτιμούμε ότι αυτή η διάταξη δεν θα λειτουργήσει αποτρεπτικά και δεν θα επιλυθεί το ακανθώδες αυτό πρόβλημα των υπέρογκων εκπτώσεων, διότι άλλοι είναι οι παράγοντες δημιουργίας του, οι οποίοι αντιθέτως, με τις διατάξεις του νομοσχεδίου πιθανόν να ενισχύονται.
Είναι δε απαραίτητη η έκδοση Υπ. Απόφασης με την οποία θα ορίζονται η μέθοδος και τα κριτήρια, δυνάμει των οποίων κάποιες προσφορές θα κρίνονται ως ασυνήθιστα χαμηλές, διότι είναι γεγονός ότι σήμερα οι Επιτροπές διαγωνισμών συνήθως αποφεύγουν, φοβούμενες ακόμα και δικαστικές περιπέτειες, να ζητήσουν εξηγήσεις για ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές από τους προσφέροντες εργολήπτες, ενώ η ίδια τακτική ακολουθείται και από τις Αναθέτουσες Αρχές.
Επίβλεψη έργου (Άρθρα 57 & 58)
Προβλέπεται ότι η επίβλεψη δύναται να ασκηθεί, από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα, ενώ και εδώ απαιτείται Π.Δ. για τον καθορισμό των προσόντων, της αμοιβής και γενικά της διαδικασίας.
Όμως, οι επιβλέποντες αποτελούν τους άμεσους βοηθούς του προϊστάμενου της διευθύνουσας υπηρεσίας. Αναρωτιόμαστε τί θα συμβεί πλέον με τον ιδιωτικό φορέα, αν θα αποτελεί βοηθό του επιβλέποντα προϊστάμενου της διευθύνουσας υπηρεσίας και πώς θα επιτευχθεί η επιτάχυνση των διαδικασιών και η αποφυγή νέων καθυστερήσεων εκτέλεσης των έργων, εφόσον προβλέπεται ότι:
• Η διευθύνουσα υπηρεσία δύναται να εναντιώνεται στα πορίσματα και έγγραφα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης
• Ο ανάδοχος να αμφισβητεί ενέργειες της επίβλεψης και να υποβάλλει αναφορά προς τη διευθύνουσα υπηρεσία και να έχει την δυνατότητα υποβολής ένστασης.
Η προσδοκία υψηλού επιπέδου επίβλεψης, προσκρούει στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν δικλίδες ασφαλείας περί αποτροπής αφανούς συνεργασίας και εξυπηρέτησης κοινών συμφερόντων μεταξύ κατασκευαστή και επιβλέποντα ή ακόμη και μελλοντικής συνεργασίας τους στη βάση της πιθανής «εξυπηρέτησης» και «κατανόησης» που επέδειξε η επίβλεψη.
Άλλωστε πρόκειται για ξεκάθαρη εισχώρηση των ιδιωτικών συμφερόντων στα δημόσια έργα καθώς αμφότεροι, ο πιστοποιημένος ιδιωτικός φορέας όσο και ο ανάδοχος, είναι οικονομικοί φορείς που προσδοκούν κέρδη και δραστηριοποιούνται στο ίδιο οικονομικό αντικείμενο. Είναι μάλιστα δυνατόν να εναλλάσσονται περιοδικά στο ρόλο του ελέγχοντα και του ελεγχόμενου, έστω και με μη εμφανής δραστηριότητες. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις είναι αδύνατον να ενισχυθούν οι συνθήκες διαφάνειας.
Εκτιμούμε ότι υψηλού επιπέδου επίβλεψη και διαφάνεια μπορεί να επιτευχθεί μόνο με επιβλέποντες μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους με σταθερή θέση εργασίας και σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί το νομοσχέδιο, ενισχύοντας και βελτιώνοντας τις απαραίτητες διαδικασίες πρόσληψης νέων υπαλλήλων και ενίσχυσης των υπηρεσιών.
Επιμετρήσεις (Άρθρο 70)
Το σύστημα παρακολούθησης των έργων, μέσω των επιμετρήσεων μετατρέπεται σε δηλωτικό, από ελεγκτικό όπως ισχύει σήμερα.
Τα επιμετρητικά στοιχεία προβλέπεται να υποβάλλονται από τον ανάδοχο στους επιβλέποντες, συνοδευόμενα με δήλωση περί της αληθείας τους. Ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας, σε κάθε περίπτωση, θα υποχρεούται να προβεί σε δειγματοληπτικό ενδεικτικό έλεγχο επαλήθευσης επιμετρήσεως, σε ποσοστό (10%) των επιμετρήσεων που υποβλήθηκαν. Αντίστοιχα και η διαδικασία δήλωσης γνωστοποίησης αφανών εργασιών, που συνοδεύει υποχρεωτικά την επιμέτρηση αυτών, θα περιλαμβάνει δήλωση περί της αλήθειας των στοιχείων, καθώς και έκθεση του επιβλέποντα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η τριμελής επιτροπή παραλαβής αφανών εργασιών, στο πρωτόκολλο (ΠΠΑΕ) της οποίας περιλαμβάνονται ή τεκμαίρονται εκτός των αφανών και οι περισσότερες εμφανείς εργασίες, θα αντικατασταθεί από την έκθεση του επιβλέποντα και την δήλωση αληθείας του αναδόχου. Επίσης ο υποχρεωτικός έλεγχος επαλήθευσης επιμετρήσεων σε ποσοστό 10%, θα επαρκεί ώστε να πιστοποιείται πλέον η νομιμότητα και η διαφάνεια των επιμετρήσεων και της όλης διαδικασίας.
Εκτιμούμε ότι η διαδικασία των επιμετρήσεων θα πρέπει να παραμείνει ως έχει και αν κριθεί απαραίτητο να ενισχυθούν οι διαδικασίες διαφάνειας και όχι να υποβαθμισθούν σε επίπεδο έκθεσης του επιβλέποντα και δήλωσης αληθείας του αναδόχου. Η τριμελής επιτροπή παραλαβής αφανών εργασιών, θα πρέπει να αποτελείται από μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους με σταθερή σχέση εργασίας.
Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών
(Άρθρο 84)
Προβλέπεται ότι ιδρύεται Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών (ΕΣΤΙΜ-ΤΕΜ) και για την υποστήριξή του ειδικός φορέας με την επωνυμία «Εταιρία Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων & Μελετών». Η εταιρία αυτή θα είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και στη διοίκησή της θα εκπροσωπούνται ισότιμα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που εμπλέκονται στην παραγωγή των τεχνικών έργων. Η δε λειτουργία της θα μπορεί να ανατίθεται σε κατάλληλο φορέα του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.
Δηλαδή το σύνολο των ιδιωτών που μελετούν, κατασκευάζουν, επιβλέπουν και ελέγχουν τα δημόσια έργα, θα καθορίζουν:
τον προγραμματισμό, το σχεδιασμό, την κατασκευή και λειτουργία των τεχνικών έργων, καθώς και το Σύστημα Αναλύσεων Τιμών, Προσδιορισμού Κόστους και το Σύστημα Ενιαίων Τεχνικών Προδιαγραφών, η δε λειτουργία της πιθανότατα θα ανατεθεί στο ΤΕΕ.
Εκτιμούμε ότι ο προγραμματισμός, ο σχεδιασμός οι προδιαγραφές των υλικών και τα τιμολόγια, είναι αποκλειστικό προνόμιο και ευθύνη της πολιτείας και δεν επιτρέπεται να εκχωρηθεί σε ιδιώτες.
Όργανα διενέργειας διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων ( Άρθρο 108)
Τα γνωμοδοτικά όργανα-επιτροπές θα πρέπει να στελεχώνονται υποχρεωτικά από μηχανικούς δημοσίους υπαλλήλους, με σταθερή σχέση εργασίας που θα πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξής τους στο Μη.Μ.Ε.Δ. και στο Μη.Π.Υ.Δη.Συ. του άρθρου 344.
Μητρώα. (άρθρα 58, 90, 84)
Διαφαίνεται ότι η τήρηση των μητρώων ελεγκτών μηχανικών καθώς και η ανάπτυξη, λειτουργία, διαρκής ενημέρωση και υποστήριξη των ΕΣΤΙΜ-ΤΕΜ και ΗΣΠΚΣΠΤΕ που χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ και το εκάστοτε ισχύον ΕΣΠΑ προορίζεται να ανατεθούν στο ΤΕΕ, το οποίο συνεχίζει να αναλαμβάνει λειτουργικές δομές του δημοσίου, καθώς και τα αντίστοιχα έσοδα.
Είμαστε αντίθετοι στην παραχώρηση δομών του Δημοσίου σε ιδιώτες και την συνεχιζόμενη αποδιοργάνωσή και απαξίωσή του.
Αμοιβές Επιτροπών (άρθρο 86)
Προβλέπεται για κάποια μέλη της επιτροπής παραλαβής ιδιαίτερη αμοιβή, καθώς και η είσοδος δύο εκπροσώπων του ΤΕΕ, πλην των τριών δημοσίων υπαλλήλων.
Πρόσφατα, δε σε άλλο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, προβλέφθηκε αμοιβή για το σύνολο των μελών των επιτροπών του ν.4412/2016 που υπηρετούν σε συγκεκριμένο φορέα.
Εκτιμούμε ότι πρέπει να υπάρχει δίκαιη και ενιαία αντιμετώπιση στο θέμα των επιτροπών.
Διάφορες παρατηρήσεις
Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα του προϊσταμένου της διευθύνουσας υπηρεσίας η πιθανή καθυστέρηση λόγω φόρτου εργασίας των επιβλεπόντων, η υποβολή προς την προϊσταμένη αρχή, της τριμηνιαίας συνοπτικής ανακεφαλαιωτικής έκθεσης για την πορεία έργου (άρθρο 57 παρ. 10).
Η προθεσμία των 3 ημερών από την κοινοποίηση πρόσκλησης προς τον επιβλέποντα για έλεγχο αφανών εργασιών, χωρίς να έχει προηγηθεί ενημέρωση για τον προγραμματισμό των εργασιών, μπορεί συχνά να οδηγήσει σε υπερημερία, διότι σε πολλές περιπτώσεις, νησιωτικές ή άλλες απομακρυσμένες περιοχές δεν είναι πάντα εφικτή η άμεση μετακίνηση (άρθρο 70 παρ. 7).
Η έγκριση των μελετών και η θεώρηση της όλης διαδικασίας δημοπράτησης των έργων θα πρέπει απαραίτητα να γίνεται από δημόσιους υπαλλήλους, διαφορετικά ενδέχεται να τεθούν θέματα νομιμότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι υπάρχοντες δημόσιοι υπάλληλοι θα επωμίζονται το σύνολο των ευθυνών της όλης διαδικασίας και κατ΄ επέκταση και των νομικών ευθυνών που ενδεχομένως προκύψουν.
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου συνεχίζεται η απαξίωση του δημόσιου τομέα και μάλιστα στο πλέον νευραλγικό του αντικείμενο, τον έλεγχο του ιδιωτικού τομέα και τη διασφάλιση της διαφάνειας. Θεσμοθετείται η μεταφορά του ελεγκτικού έργου του δημοσίου που αποτελεί θεμελιώδη και βασική υποχρέωσή του στα δημόσια έργα, πλέον σε ιδιώτες, στους οποίους παραχωρεί:
• Τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό,
• τον καθορισμό των προδιαγραφών των υλικών και των τιμολογίων εργασιών
• την μελέτη, την κατασκευή και την επίβλεψη των έργων
Είναι εμφανές ότι κάτι σημαντικό ανατρέπεται πλέον στα δημόσια έργα και εκτιμούμε ότι σίγουρα δεν είναι προς το συμφέρον και την ωφέλεια των πολιτών.
Ζητάμε την αναβάθμιση και στελέχωση των δημόσιων τεχνικών υπηρεσιών, προκειμένου να ανταποκριθούν στο έργο τους και την απαίτηση του κάθε πολίτη για διαφάνεια και αντικειμενική και δίκαιη διαδικασία ελέγχου προς όλους τους ιδιωτικούς φορείς, προκειμένου να υπάρχει η απολύτως αναγκαία συνεργασία ιδιωτών και δημοσίου, βασισμένη σε δίκαιες και διαφανείς διαδικασίες προς την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου.
Άρθρο 33
Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές
Είναι ευάλωτος και ως εκ τούτου αναξιόπιστος ο τρόπος υπολογισμού των ΑΧΠ.
Σε καμία περίπτωση να μην εφαρμοστεί πριν την έκδοση υπουργικής απόφασης για την αιτιολόγηση. Επίσης προϋποθέτει άρτιες μελέτες, την ύπαρξη αναλυτικών τιμολογίων, τεχνικών προδιαγραφών κ.α..
Άρθρο 22
Εγγυήσεις
Η παράγραφος 2 αναφέρεται στους λόγους κατάπτωσης των εγγυητικών επιστολών συμμετοχής και είναι ιδιαίτερα τιμωρητική στα εξής σημεία:
– Το να καταπίπτει η εγγύηση συμμετοχής αν ο προσφέρων υπέβαλε μη κατάλληλη προσφορά είναι απαράδεκτο και δυσβάστακτο. Τι σημαίνει μη κατάλληλη προσφορά – ποια είναι τα κριτήρια; Τα εκ παραδρομής λάθη στην εγγυητική επιστολή συμμετοχής ή στην ΕΕΕΣ κλπ είναι λόγοι κατάπτωσης ;
-Με τον τρόπο υπολογισμού των ΑΧΠ που δημοσιεύθηκε στο παρόντα ΣΝ, ο οποίος είναι ευάλωτος κι αναξιόπιστος, δημιουργούνται μεγάλες πιθανότητες να κληθεί ο οικονομικός φορέας για αιτιολόγηση, χωρίς αντικειμενικά κριτήρια, αναλυτικά τιμολόγια,ΕΤΕΠ κλπ θα είναι έρμαιο στα χέρια των αναθετουσών αρχών, θα χάνει το έργο και θα του καταπίπτει και η εγγυητική
Προτείνεται να κηρύσσεται άκυρος ο οικονομικός φορέας και στις δύο περιπτώσεις . Να μην ισχύσει η αυτόματη είσπραξη του ποσού της εγγύησης .
Επίσης θα πρέπει να γίνει σαφές ότι οι εγγυητικές επιστολές καλής εκτέλεσης σύμφωνα και με τη κοινοτική οδηγία υπολογίζονται ως ποσοστό επί του συμβατικού αντικειμένου. Ο προσδιορισμός σε ποσοστό επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης που αναφέρεται δημιουργεί σύγχυση.
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ – ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΣΧΟΛΗΣ ΙΚΑΡΩΝ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ. – Σ.Α.Σ.Ι. ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ
ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ
ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ
ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΑ
1. Είναι γνωστό ότι ο νόμος 3978/2011, εισήγαγε όλες τις προβλέψεις της οδηγίας 81/2009/13-7-2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
2. Με τις εν λόγω προβλέψεις διαμορφώθηκε ένα πλαίσιο διαφάνειας, ανταγωνισμού και τυποποίησης στις διαγωνιστικές διαδικασίες, που εφαρμόστηκε από όλα τα κράτη – μέλη(κ-μ) της Ε.Ε.
3. Πέραν των προβλέψεων της οδηγίας 81/2009/ΕΚ, ενσωματώθηκαν στον νόμο 3978/11 και θέματα που δεν καθορίζονταν πλήρως και διεξοδικώς στην προϋπάρχουσα νομοθεσία (ν. 3433/2006 και ν. 3883/2010), όπως και πρόσθετες ειδικότερες προβλέψεις που είχαν να κάνουν με τον αυστηρότερο έλεγχο σε θέματα διαφάνειας και τον εκμηδενισμό (τουλάχιστον ως πρόθεση του Κράτους) των φαινομένων διαφθοράς που είναι γνωστά από το πρόσφατο παρελθόν.
4. Όπως όμως είναι φυσικό τα αποτελέσματα του κάθε σχεδιασμού, ακόμα και στο επίπεδο των εκπονούμενων νομοσχεδίων ή ψηφισμένων νόμων, δεν μπορούν να αναγνωρισθούν και να αναδειχθούν είτε ως κατάλληλα για το σκοπό της σχεδίασής των είτε ως μη επιθυμητά για το δημόσιο συμφέρον, αν πρώτα δεν τύχουν ευρείας και μακράς εφαρμογής.
5. Πέραν δε της ορθότητας και πληρότητας των νόμων σε εθνικό επίπεδο, καθώς και των εντοπιζόμενων αδυναμιών τους στο να εξυπηρετηθεί ορθά ο σκοπός για τον οποίο γεννήθηκαν, υπάρχουν και εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν την αναγκαιότητα αλλαγής ή τροποποίησής τους, όπως οι μεταβολές των παραγόντων της διεθνούς οικονομίας, το μέγεθος, η διασπορά και τα συνεργατικά σχήματα των παραγωγικών μονάδων κλπ. Συνεπώς, οι νέες συνθήκες της αγοράς κι οι εντοπισθείσες αδυναμίες των προβλέψεων της υπάρχουσας νομοθεσίας στον τομέα των αμυντικών προμηθειών, ανέδειξαν την ανάγκη τροποποίησης – κατάργησης κάποιων άρθρων που περιλαμβάνονται στο υπό διαβούλευση Σ.Ν.
6. Έτσι λοιπόν το ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ σε συνεργασία με τον Σ.Α.Σ.Ι., ως συλλογικές οντότητες με έμπειρα μέλη στον τομέα των στρατιωτικών-στρατηγικών θεμάτων, στα οποία (θέματα) βεβαίως, εντάσσονται και οι προμήθειες του τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, επιθυμούμε να υποβάλλουμε μέσα από τη διαδικασία της διαβούλευσης τις προτάσεις μας, συνεισφέροντας έτσι προς την κατεύθυνση, να λάβει το εξεταζόμενο Σχέδιο Νόμου (Σ.Ν.) ολοκληρωμένη, αποτελεσματική και εφαρμόσιμη στην πράξη μορφή.
7. Όπως λοιπόν είναι αντιληπτό από τα αναφερθέντα μέχρι τώρα, στη συνέχεια θα παρατεθούν σχόλια και προτάσεις που αφορούν μόνο στο Β΄ Μέρος του Σ.Ν. (δηλαδή επί προμηθειών άμυνας και ασφάλειας).
8. Για τη διευκόλυνση παρακολούθησης των παρατηρήσεων από τον κάθε αναγνώστη, εκτός των γενικών παρατηρήσεων που παρατίθενται ευθύς μετά, θα ακολουθηθεί η σειρά των άρθρων του Σ.Ν.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
9. Δεν επηρεάζεται (πολύ ορθά βεβαίως), καμία πρόβλεψη από εκείνες που περιλαμβάνει η οδηγία 81/2009/ΕΚ αναφορικά με το εφαρμοστέο δίκαιο από όλα τα κ-μ, ως προς την τυποποίηση και τον ανταγωνισμό στις δημόσιες συμβάσεις, εντός και εκτός Ε.Ε.
10. Συνεχίζεται στον τομέα των αμυντικών προμηθειών η διάσπαρτη πολυνομία. Δεν ευοδώθηκε η προσπάθεια που είχε ξεκινήσει προ 5ετίας+ περίπου, για ενοποίηση όλων των σχετικών, με τις αμυντικές προμήθειες υλικού και υπηρεσιών, νόμων (κυρίως των: 3433/06, 3883/10. 3978/11), πράγμα που θα διευκόλυνε κυρίως το στρατιωτικό προσωπικό της ΓΔΑΕΕ, το οποίο ειρήσθω εν παρόδω, δεν είναι μόνιμα τοποθετημένο στην υπηρεσία αυτή και εναλλάσσεται ανά τριετία. Με το εξεταζόμενο νομοσχέδιο – που περιλαμβάνει κατά 85% θέματα δημοσίων συμβάσεων και μόνο 15% θέματα συμβάσεων άμυνας και ασφάλειας – ρυθμίζονται τροποποιούνται ή καταργούνται μια σειρά άρθρων και των τριών προαναφερθέντων νόμων. Συνεπώς οι ακολουθητέες διαδικασίες και νομικές προβλέψεις θα στηρίζονται πλέον σε τέσσερεις (4) αλληλοσυμπληρούμενους μεν, αλλά εν τέλει διαφορετικούς νόμους. Πέραν δε των κύριων νόμων που προαναφέρθηκαν, υπάρχουν και άλλοι με λιγότερες ρυθμίσεις επί των αμυντικών προμηθειών, όπως 4407/16, 4553/18 κλπ κλπ.
11. Μετά την πολύ ορθή πρωτοβουλία για κατάργηση των άρθρων 9 και 11 του ν. 3978/11, που αναφέρεται στον επόμενο κύριο υπότιτλο, σαν ένα από τα πολλά θετικά σημεία του Σ.Ν., κρίνεται αναγκαίο επίσης, να αναδιατυπωθούν ορισμένες ή και όλες οι διατάξεις του άρθρου 82 του ν. 3978/11, που περιλαμβάνουν παρεμφερείς ή ανεφάρμοστες προβλέψεις στον τομέα των αμυντικών προμηθειών.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με την παράγραφο 3, του άρθρου 82 του ν. 3978/11, για να υλοποιηθεί ένας διαγωνισμός προμήθειας ενός πολεμικού πλοίου ως ολοκληρωμένου Ο.Σ. έτοιμου για πολεμικές επιχειρήσεις, θα πρέπει ο κάθε ανάδοχος να υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση, δηλώνοντας τις χιλιάδες άλλες επιχειρήσεις – βιομηχανίες – βιοτεχνίες – εργαστήρια κλπ (δηλ. τόπο εγκατάστασης, έργο που εκτελούν, κατασκευαστικό ποσοστό επί του συνόλου κλπ), που συμμετέχουν στην ολοκλήρωση του προγράμματος προμήθειας.
Αν δεν προβούν οι υποψήφιοι ανάδοχοι στην ως άνω περιγραφείσα υποχρέωση, η προσφορά τους απορρίπτεται ως απαράδεκτη, σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στην παράγραφο 4 του ιδίου ως άνω άρθρου.
ΘΕΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΩΝ
12. Απλοποιούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής των οικονομικών φορέων στις διαγωνιστικές διαδικασίες προμήθειας αμυντικού υλικού με αποτέλεσμα την διεύρυνση του ανταγωνισμού προς όφελος των Ε.Δ. και της Χώρας, ως προς την ποιότητα και την αξία των προσφερομένων προϊόντων.
13. Ως προς την διεύρυνση της διαφάνειας στις αμυντικές προμήθειες, προσδιορίζεται ως ελάχιστη αξία ενός προγράμματος για να τύχει αρχικής έγκρισης από το ΚΥΣΕΑ και στη συνέχεια να υλοποιηθεί με απόφαση του αρμόδιου φορέα, τα 30 εκ. € αντί των 50εκ. € που ίσχυαν μέχρι τώρα.
14. Προσδιορίζεται επίσης ως ελάχιστη αξία των προγραμμάτων αμυντικού υλικού, σαν κριτήριο για να εισαχθεί στη αρμόδια επιτροπή της ΒτΕ για γνωμοδότηση, τα 10 εκ. €, έτσι ώστε να μην εξετάζονται προγράμματα ακόμα και κάτω των ορίων δικαιοδοσίας του ΥΕΘΑ (ως άρθρο 24 του ν.3978/11), μειώνοντας έτσι τις γραφειοκρατικές διαδικασίες.
15. Διευρύνεται η καθηκοντολογία της ΓΔΑΕΕ, παίρνοντας αρμοδιότητες που ήταν ήσσονος σημασίας για το έργο και τις ευθύνες του ΥΕΘΑ.
16. Απλουστεύεται η διαδικασία επαφών των υπηρεσιακών οργάνων με τους οικονομικούς φορείς ή τους νόμιμους εκπροσώπους τους ή τους εμπορικούς αντιπροσώπους χωρίς να αιτούνται άδεια ή έγκριση προς τούτο από τον ανώτερο ιεραρχικά προϊστάμενο, με μόνη υποχρέωση να αναρτώνται αυθημερόν οι επαφές στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΘΑ ή του Γ.Ε. ή της Γ.Δ. Παράλληλα τίθεται απαγόρευση επαφών με ενδιάμεσους, μεσάζοντες και πράκτορες εντεταλμένους από τους οικονομικούς φορείς, διάταξη που μεταφέρθηκε στο άρθρο 155 του Σ.Ν., από το καταργούμενο άρθρο 9 του 3978/11.
17. Τίθεται για πρώτη φορά νομική διάταξη ενεργοποίησης προγραμμάτων με τις προβλέψεις του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες εξαιρείται η εφαρμογή των προβλέψεων της οδηγίας 81/2009/ΕΚ. Οι προβλέψεις του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, αφορούν αφενός αποφυγή διαρροής πληροφοριών και αφετέρου λήψη κατάλληλων μέτρων από το Κράτος, σχετικά με ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας που σχετίζονται με την παραγωγή, προμήθεια και εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού. Αυτό το θέμα έχει ήδη περιληφθεί στους σχεδιασμούς ανάπτυξης και προστασίας των δυνατοτήτων της Εθνικής Αμυντικής Βιομηχανικής Στρατηγικής (ΕΑΒΣ), εγκεκριμένης από το ΚΥΣΕΑ.
18. Εισάγεται δια του Σ.Ν., για πρώτη φορά στα χρονικά των δημόσιων-διεθνών διαγωνιστικών διαδικασιών, η χρήση του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εγγράφου Προμήθειας (ΕΕΕΠ) ή αλλιώς European Single Procurement Document (ESPD) που θεσπίστηκε από την Ε.Ε. από τον Οκτώβριο του 2018 και το οποίο αποτελεί υπεύθυνη δήλωση του φορέα που συμμετέχει σε ένα διαγωνισμό, σχετικά με την οικονομική κατάσταση, τις ικανότητες και την καταλληλότητα επιχειρήσεων για διαδικασίες σύναψης σύμβασης. Πριν την υιοθέτηση του ΕΕΕΠ, για να συμμετέχει κάποιος ενδιαφερόμενος σε διαγωνιστική διαδικασία, έπρεπε να προσκομίσει ένα μεγάλο αριθμό εγγράφων, συμβολαίων, βεβαιώσεων κλπ. Με τη συμπλήρωση του ΕΕΕΠ, ο ενδιαφερόμενος δηλώνει υπευθύνως ότι διαθέτει όλα τα αναγκαία δικαιολογητικά και παραστατικά και αν τελικώς κερδίσει τον διαγωνισμό, τότε οφείλει να προσκομίσει μόνο εκείνα που θα του ζητηθούν από την Υπηρεσία.
19. Καταργούνται τα άρθρα 9 και 11 του ν. 3978/11 που αφορούν τον «σκληρό» έλεγχο που επιβαλλόταν υποχρεωτικώς από την Υπηρεσία στους οικονομικούς φορείς, σε θέματα συμβάσεων που υπογράφει ο ανάδοχος με δικούς του υπεργολάβους, ως και επέκταση του ελέγχου επί των περιεχομένων των ηλεκτρονικών υπολογιστών, των e-mails, των λογιστικών – εμπορικών βιβλίων, και κάθε αρχειοθετημένου με οποιοδήποτε τρόπο εγγράφου – εντύπου. Η κατάσταση αυτή απέτρεπε μεγάλο αριθμό οικονομικών φορέων και κυρίως των πλέον αξιόπιστων, να συμμετάσχουν στη πρόσκληση της Υπηρεσίας για εκδήλωση ενδιαφέροντος και οδηγούσε σε πολλές περιπτώσεις στο να κριθεί ο διαγωνισμός άγονος.
20. Καταργείται η «υπερβολική» πρόβλεψη του ν. 3978/11 να κοινοποιούν οι οικονομικοί φορείς στο ΥΕΘΑ, τον κατάλογο όλων των μετόχων και των οργάνων διοίκησης και ελέγχου της εταιρείας τους, για συμβάσεις άνω των 5 εκ. €.
21. Ως προς τις προβλεπόμενες κυρώσεις, περιλαμβάνεται στις ρυθμίσεις δυνατότητα καθορισμού ανώτατου ορίου χρηματικού ποσού-ποσοστού, ενώ σε περιπτώσεις αδυναμίας καταβολής του επιβαλλόμενου προστίμου, μπορεί να αντικατασταθεί εν όλω ή εν μέρει από ίσης αξίας υλικά εφόσον τα χρειάζεται η Υπηρεσία.
22. Παρέχεται η δυνατότητα στον Έχοντα την Οικονομική Εξουσία (ΕΟΕ) να μην κηρύξει έκπτωτο τον ανάδοχο, όταν το συμφέρον της υπηρεσίας επιβάλει την συνέχιση της σύμβασης.
23. Με βάση την κατάργηση του άρθρου 75 του ν.3883/10 και την μείωση του χρηματικού ορίου, ως κριτήριο για να εισαχθεί ένα πρόγραμμα στο ΚΥΣΕΑ για έγκριση (από τα 50 εκ. στα 30 εκ. €), θα πρέπει να εξεταστούν ενδελεχώς τα άρθρα των νόμων 3883/10, 3978/11, αλλά και τα του υπό διαβούλευση Σ.Ν. που αναφέρονται στις αναφερθείσες αλλαγές, γιατί είναι αρκετές περιπτώσεις.
ΣΗΜΕΙΑ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ ΜΗ ΑΝΑΓΚΑΙΑ
24. Αναφορικά με τις συμβάσεις πλαίσιο έχουμε ήδη δύο νομικές προβλέψεις υπό τον ίδιο τίτλο («συμφωνίες / συμβάσεις πλαίσιο») στους νόμους (3433/06, άρθρο 46, 3978/11, άρθρο 43) με παρεμφερείς ή συσχετιζόμενες διατάξεις και τώρα δημιουργούμε και τρίτη νομική πρόβλεψη με το άρθρο 149 του Σ.Ν. με το οποίο τίθεται νέο άρθρο 4Α στο ν. 3978/11.
25. Σε αρκετές περιπτώσεις που γίνονται εκ βάθρων αλλαγές στη νομοθεσία ενός τομέα λειτουργίας του Κράτους ή στις περιπτώσεις τροποποίησης μεμονωμένων άρθρων εκ της υφιστάμενης νομοθεσίας, παρατηρείται η τάση του νομοθέτη να αλλάζει τους χρησιμοποιούμενους όρους χωρίς ουσιαστικό λόγο. Έτσι το Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Προμηθειών Αμυντικού Υλικού (ΜΠΠΑΥ) που πριν μια 10ετία και πλέον ονομάζονταν ΕΜΠΑΕ, τώρα και πάλι μετονομάζεται σε Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ). Κάτι ανάλογο ισχύει και για το Κυλιόμενο Πρόγραμμα (από ΤΚΠΠΠΠΑΥ σε ΚΠΣΣΕ). Η άποψή μας είναι ότι δεν πρέπει να αλλάζουν χωρίς λόγο οι όροι διότι δημιουργούν τεράστιο γραφειοκρατικό όγκο [πρέπει δηλαδή να αλλάξει ο Εθνικός Αμυντικός Σχεδιασμός (ΕΑΣ)του ΓΕΕΘΑ].
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟΥ Σ.Ν.
26. ΑΡΘΡΟ 142(Τροποποίηση του άρθρου 72 του ν. 3883/10)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§1 δεύτερη σειρά και τελευταία πρόταση και § 6): Οι παρατηρήσεις ανά αναφερόμενη περίπτωση, έχουν ως εξής:
α. Για τις δύο πρώτες παρατηρήσεις, διευκολύνει η παράθεση ολόκληρης της παραγράφου 1 του κειμένου το Σ.Ν. ως ακολουθεί:
«Με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ) που λαμβάνεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας διαμορφώνεται η δομή, σε προσωπικό και μέσα, των Ενόπλων Δυνάμεων (Δομή Δυνάμεων). Η πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας διαμορφώνεται σε συνέχεια σχετικής απόφασης του Συμβουλίου Άμυνας (ΣΑΜ), μετά από εισήγηση του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) στο οποίο εισάγεται για διατύπωση γνώμης συνολική πρόταση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ για όλους τους Κλάδους, η οποία λαμβάνει υπόψη της τις μελέτες – εισηγήσεις κάθε Κλάδου που εγκρίνονται με απόφαση του οικείου Ανωτάτου Συμβουλίου. Στην πρόταση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ συντίθενται οι ανάγκες των Κλάδων και καθορίζεται η σειρά προτεραιότητας των αναγκαίων μέσων»
Για τις δύο παρατηρήσεις της παραγράφου 1, θα εκτεθούν με τη σειρά που παρουσιάζονται στο κείμενο, ξεχωριστές απόψεις, ως ακολούθως:
(1) Δεύτερη σειρά: «..διαμορφώνεται η δομή, σε προσωπικό και μέσα,..»:
Η Δομή Δυνάμεων (ΔΔ) εκτός του προσωπικού και των μέσων, πρέπει να περιλαμβάνει και τις κύριες επιχειρησιακές υποδομές (ναύσταθμοι, κύρια αεροδρόμια, πολεμικά στρατηγεία, κλπ) που ως εκ τις φύσεώς τους είναι αναγκαίες για τη εκτέλεση των επιχειρησιακών αποστολών τους.
(2) Τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1(«Στην πρόταση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ….»):
Στη ΔΔ δεν καταγράφονται οι επιχειρησιακές απαιτήσεις προμηθειών, αλλά ο κύριος επιχειρησιακός όγκος (προσωπικού, δυνάμεων, επιχειρησιακών υποδομών) που έχουμε, προσδιορίζοντας παράλληλα και τις κύριες επιχειρησιακές δυνατότητες που πρέπει να αποκτήσουμε, για να αντιμετωπίσουμε τη σημερινή και την διαμορφούμενη στο άμεσο μέλλον απειλή. Συνεπώς με τη ΔΔ, δεν γίνεται προτεραιοποίηση επιχειρησιακών απαιτήσεων (δηλαδή αμυντικών προμηθειών), αλλά καθορισμός της συνολικής ισχύος, με βάση την οποία θα δοθούν κατευθύνσεις στους Κλάδους των Ε.Δ. για να συντάξουν αρχικά τον Μακροπρόθεσμο Σχεδιασμό τους (ο κυλιόμενος 4ετής προγραμματισμός έπεται), για τον οποίον θα προτείνουν Κλαδικές προτεραιότητες, τις οποίες θα συνθέσει στη συνέχεια ο ΑΓΕΕΘΑ με το Επιτελείο του, σε Διακλαδικές προτεραιότητες (με ενιαία δηλαδή ιεράρχηση) όπως αναφέρεται και στα άρθρα 143 και 144 του Σ.Ν.
β. Στην παράγραφο 6 αναγράφεται:
«Πριν τη λήψη της απόφασης της παρ. 1 ενημερώνεται πλήρως και διατυπώνει τη γνώμη της η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής»
Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να γίνει προσδιορισμός της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Ακολουθούν προτάσεις με τη σειρά που αναφέρθηκαν οι παρατηρήσεις:
α. Ως προς την παράγραφο 1:
(1) Η πρόταση της πρώτης παρατήρησης της παραγράφου 1 να γραφεί: «διαμορφώνεται η δομή, σε προσωπικό, μέσα και κύριες επιχειρησιακές υποδομές».
(2) Να αναδιαμορφωθεί το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 ως εξής: «Στην πρόταση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, συντίθενται οι προτάσεις των Κλάδων για τη ΔΔ και καθορίζονται προτεραιότητες ανάπτυξης των επιχειρησιακών τους δυνατοτήτων, βάσει των οποίων οι Κλάδοι θα σχεδιάσουν και θα προτείνουν τον Μακροπρόθεσμο Προγραμματισμό των επιχειρησιακών τους αναγκών, με βάση την απειλή»
β. Μετά τη φράση «…η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή…» της παραγράφου 6, να προστεθεί: «του άρθρου 147»
27. ΑΡΘΡΟ 143(τροποποίηση του άρθρου 73 του ν. 3883/10)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§3): στην παράγραφο 3 του άρθρου 143 αναφέρεται :
«Ο ΜΠΑΕ διακρίνεται σε δύο μέρη:
α) στο πρώτο μέρος εντάσσονται τα προγράμματα προμήθειας νέων μέσων συμπεριλαμβανομένης της αρχικής και της εν συνεχεία υποστήριξής τους.
β) στο δεύτερο μέρος εντάσσονται τα προγράμματα υποστήριξης, όπως προμήθειες, υπηρεσίες και έργα υποδομής των υφιστάμενων μέσων»
Επίσης, αναφορικά με τη διάκριση του Κυλιόμενου Προγράμματος (ΚΠΣΣΕ), στην παράγραφο 4 του επόμενου άρθρου 144, αναφέρεται:
«Ο ΚΠΣΣΕ περιλαμβάνει τρία μέρη:
α) στο πρώτο μέρος, εντάσσονται οι συμβάσεις προμήθειας και υπηρεσιών στρατιωτικού εξοπλισμού
μείζονος οικονομικής αξίας, ίσης ή ανώτερης των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ, χωρίς
Φ.Π.Α.,
β) στο δεύτερο μέρος εντάσσονται οι λοιπές συμβάσεις προμήθειας και υπηρεσιών στρατιωτικού
εξοπλισμού,
γ) στο τρίτο μέρος εντάσσονται οι συμβάσεις των έργων υποδομής που είναι αναγκαία για την
υποστήριξη του στρατιωτικού εξοπλισμού»
Χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη αντίρρηση, θεωρείται ωστόσο καλλίτερη η διάρθρωση των προγραμμάτων του ΜΠΑΕ σε τρεις κατηγορίες αντί για δύο, όπως άλλωστε προβλέπεται στο καταργούμενο άρθρο 75 του ν. 3883/10 και όπως έχει αναγραφεί η ίδια διάρθρωση για τον Κυλιόμενο Προγραμματισμό Συμβάσεων Στρατιωτικού Εξοπλισμού (ΚΠΣΣΕ) στο άρθρο 144.
Άλλωστε, το καταργούμενο άρθρο 75 του ν. 38383/10, προέβλεπε την ίδια ακριβώς διάρθρωση και για τα δύο προγράμματα (μακροπρόθεσμο – κυλιόμενο τριετές). Άλλωστε ο σκοπός κατάρτισης του ΜΠΑΕ είναι να περιλάβει όλες τις επιχειρησιακές απαιτήσεις, από τις οποίες επιλέγονται στη συνέχεια κάθε έτος, εκείνες με την μεγαλύτερη προτεραιότητα για να ενταχθούν στο Κυλιόμενο Πρόγραμμα, με την προϋπόθεση ότι μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τον εγκεκριμένο Π/Υ.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Τίθεται στην κρίση του συντάκτη να τροποποιήσει ή όχι, την §3 του άρθρου 143 κατά το πρότυπο του ΚΠΣΣΕ στο άρθρο 144.
28. ΑΡΘΡΟ 144(τροποποίηση του άρθρου 74 του ν. 3883/10)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§1, πρώτο εδάφιο): Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, αναφέρεται:
«Με βάση τον ΜΠΑΕ, καταρτίζεται από το ΓΕΕΘΑ, σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικού Σχεδιασμού και Υποστήριξης (ΓΔΟΣΥ) και σε συντονισμό με τη Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ), ο Κυλιόμενος Προγραμματισμός Συμβάσεων Στρατιωτικού Εξοπλισμού (ΚΠΣΣΕ)»
Αναντίρρητα στη διαμόρφωση του ΚΠΠΣΕ, μετά τα Επιτελεία και το ΓΕΕΘΑ, τον κύριο λόγο πρέπει να τον έχει η ΓΔΟΣΥ που χειρίζεται τα του Π/Υ και δευτερευόντως βέβαια η ΓΔΠΕΑΔΣ από άποψη αμυντικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων. Ωστόσο, και η ΓΔΑΕΕ θα πρέπει να εκφέρει άποψη για το ΚΠΠΣΕ, που αν μη τι άλλο, θα κληθεί στη συνέχεια να το υλοποιήσει και ως εκ τούτου θα πρέπει να τοποθετηθεί ως προς το αν δύναται ή όχι.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να προστεθεί μετά την παρένθεση «(ΓΔΠΕΑΔΣ)» στην Τρίτη σειρά του πρώτου εδαφίου: «και με τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ)»
29. ΑΡΘΡΟ 145(τροποποίηση του άρθρου 76 του ν. 3883/10)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§1 πρώτη σειρά, υποπαράγραφοι 1α και 1β και §4 δεύτερο εδάφιο): Οι παρατηρήσεις κατά περίπτωση, έχουν ως εξής:
α. Για τις τρεις πρώτες παρατηρήσεις, παρατίθεται ολόκληρη η παράγραφος 1,1α,1β του κειμένου το Σ.Ν. με τα προς εξέταση σημεία ως ακολούθως:
«1. Η εκκίνηση της ενεργοποίησης των προγραμμάτων που είναι ενταγμένα στον ΜΠΑΕ ή εντάσσονται στο ΚΠΣΣΕ γίνεται με εισήγηση του Ανώτατου Συμβουλίου του οικείου Κλάδου, στην οποία περιλαμβάνονται ιδίως η αιτιολόγηση της αναγκαιότητας/σκοπιμότητας, η εκτιμώμενη συνολική δαπάνη με το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα αποδέσμευσης των πιστώσεων, η προτεινόμενη διαδικασία υλοποίησης με τη σχετική αιτιολόγησή της, οι εγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές και οι ενδεχόμενες απαιτήσεις για την ασφάλεια εφοδιασμού και πληροφοριών. Η διαδικασία ενεργοποίησης ολοκληρώνεται κατά περίπτωση ως εξής:
α) Για προγράμματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία χωρίς Φ.Π.Α. είναι ίση ή ανώτερη από τα χρηματικά όρια του άρθρου 24 του ν. 3978/2011 (Α΄ 137), η εισήγηση του Ανώτατου Συμβουλίου του οικείου Κλάδου εισάγεται στο Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, το οποίο και γνωμοδοτεί σχετικά. Στη συνέχεια ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ διατυπώνει την εισήγησή του προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας ζητά τη γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ), της ΓΔΟΣΥ και της ΓΔΠΕΑΔΣ, ενώ μπορεί να θέσει το ζήτημα προς συζήτηση στο Συμβούλιο Άμυνας. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, υποχρεωτικά εφόσον το πρόγραμμα αφορά σύμβαση ή συμβάσεις αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ, και δυνητικά σε κάθε άλλη περίπτωση, εισάγει το θέμα στο ΚΥΣΕΑ, που αποφασίζει σχετικά ύστερα από γνώμη της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Για τα υπόλοιπα προγράμματα που δεν εισάγονται στο ΚΥΣΕΑ, η απόφαση ενεργοποίησης λαμβάνεται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας με εξαμηνιαία απολογιστική ενημέρωση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής.
β) Για προγράμματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία χωρίς Φ.Π.Α. είναι κατώτερη από τα χρηματικά όρια του άρθρου 24 του ν. 3978/2011, η απόφαση ενεργοποίησης λαμβάνεται από τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του οικείου κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων, με εξαμηνιαία απολογιστική ενημέρωση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας προς την αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή»
Για τα υπό σχολιασμό σημεία, ακολουθούν κατά σειρά δύο ξεχωριστές παρατηρήσεις:
(1) Αναφορικά με την εισαγωγική πρόταση της 1ης σειράς: «Η εκκίνηση της ενεργοποίησης των προγραμμάτων που είναι ενταγμένα στον ΜΠΑΕ ή εντάσσονται στο ΚΠΣΣΕ», έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
Η κανονική διαδικασία προσδιορισμού και κατάταξης των προγραμμάτων γίνεται κατ’ αρχήν με βάση τη ΔΔ και εξ’ αυτής, βάσει μελετών, εγκρίνονται και καταγράφονται όλες οι επιχειρησιακές απαιτήσεις των τριών Κλάδων που εντάσσονται στο ΜΠΑΕ. Δηλαδή ο ΜΠΑΕ είναι ένας «μεγάλος κατάλογος» επιχειρησιακών απαιτήσεων όλων των Κλάδων των Ε.Δ., 12ετούς ορίζοντα, από τον οποίο παίρνουμε κατ’ επιλογή κάποια προγράμματα, κάθε έτος, για τα οποία μας βεβαιώνει η ΓΔΟΣΥ ότι υπάρχει δυνατότητα χρηματοδότησης και τα τοποθετούμε στο ΚΠΣΣΕ. Το ΚΠΣΣΕ λοιπόν είναι «μικρός κατάλογος» με τα πιο άμεσα ή τα δυνάμενα να χρηματοδοτηθούν προγράμματα, τα οποία πρέπει να ενεργοποιήσουμε για να αρχίσει η διαγωνιστική ή άλλη διαδικασία προμήθειας.
Βέβαια, αν προκύψουν έκτακτες επιχειρησιακές καταστάσεις, βάσει των οποίων απαιτείται να ενεργοποιήσουμε ένα πρόγραμμα που δεν προβλέψαμε να το μετακινήσουμε από το ΜΠΑΕ στο ΚΠΣΣΕ ή ακόμα αν δεν υφίσταται καν μελέτη για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, όχι μόνο δεν απαγορεύεται, ακολουθώντας τις διαδικασίες, να το ενεργοποιήσουμε, αλλά υπάρχουν προς τούτο και νομικές προβλέψεις, όπως άλλωστε αναφέρεται στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου (145 του Σ.Ν.). Αυτή η επιλογή όμως είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Εκτιμάται συνεπώς ότι ο συντάκτης στη συγκεκριμένη παράγραφο (§1)του άρθρου 145 του Σ.Ν., προτίθεται να περιγράψει τη διαδικασία του κανόνα. Συνεπώς μπορούμε στην ίδια παράγραφο να περιγράψουμε με τον ορθό τρόπο και τα δύο. Τονίζεται δε ότι, μέχρι να καταρτιστεί το πρώτο ΜΠΑΕ και το πρώτο ΚΠΣΣΕ, η ενεργοποίηση των ήδη ολοκληρωμένων (έτοιμων για υλοποίηση) προγραμμάτων θα γίνεται με τη διαδικασία της § 4 του ιδίου άρθρου (145).
(2) Παρατηρούμε ότι και στα δύο κείμενα των υποπαραγράφων 1α και 1β, περιλαμβάνεται η ίδια υποχρέωση του ΥΕΘΑ να προβαίνει σε «εξαμηνιαία απολογιστική ενημέρωση» της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής.
Ωστόσο θεωρούνται περιττές και επιβαρυντικές για το συνολικό έργο του ΥΕΘΑ οι δύο προβλέψεις απολογιστικής ενημέρωσης της επιτροπής και αυξάνουν χωρίς ουσιαστικό λόγο τις υποχρεώσεις του, αν μάλιστα ληφθούν υπόψη ότι:
– Στο πλαίσιο περιστολής της γραφειοκρατίας έχει περιληφθεί στο ίδιο άρθρο, στην παράγραφο 4, ότι η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή γνωμοδοτεί μόνο για προγράμματα αξίας ίσης ή ανώτερης των 10 εκ. € ευρώ.
– Σύμφωνα με την §2 του άρθρου 147 του Σ.Ν., η Επιτροπή ενημερώνεται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, μια τουλάχιστον φορά σε κάθε τακτική σύνοδο, για την εξέλιξη των εξοπλιστικών προγραμμάτων μείζονος οικονομικής αξίας και τη συνολική εξέλιξη του ΜΠΑΕ και του ΚΠΣΣΕ.
β. Στην παράγραφο 4 του εξεταζόμενου άρθρου του Σ.Ν., στο δεύτερο εδάφιο γράφεται:
«Μέχρι την κατάρτιση του πρώτου ΜΠΑΕ και του πρώτου ΚΠΣΣΕ, με τη διαδικασία της παρ. 1 μπορεί να ενεργοποιούνται προγράμματα που κρίνονται αναγκαία βάσει του επιχειρησιακού σχεδιασμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον η εκτιμώμενη αξία του προγράμματος είναι ίση ή ανώτερη των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή διατυπώνει σύμφωνη γνώμη»
Η υπογραμμισμένη διάταξη, κρίνεται ως πολύ ορθή. Τίθεται για πρώτη φορά και θέτει την πρόβλεψη, να γνωμοδοτεί η εν λόγω επιτροπή για προγράμματα άνω των 10 εκ. €. Ωστόσο, κατά την άποψή μας, πρέπει εκτός του εξεταζόμενου κειμένου, να τεθεί μαζί με άλλες δύο παρατηρήσεις (γνωμοδότηση: επί ΔΔ και επί Διακρατικών Συμφωνιών) και στις αρμοδιότητες της εν λόγω επιτροπή της ΒτΕ, που αναφέρονται στο άρθρο 147 του Σ.Ν.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Οι προτάσεις με τη σειρά που αναφέρθηκαν οι παρατηρήσεις, έχουν ως εξής:
α(1). Να διαγραφεί το τμήμα του κειμένου του κυρίου σώματος της παραγράφου 1 «..στον ΜΠΑΕ ή εντάσσονται στο ΚΠΣΣΕ..» και να τεθεί στη θέση του η ακόλουθη επεξηγηματική πρόταση:
«..που είναι ενταγμένα στο ΚΠΣΣΕ – όπως και κατ’ εξαίρεση, εκείνα που είναι ή όχι ενταγμένα στο ΜΠΑΕ ή στο ΚΠΣΣΕ, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος – γίνεται…»
α(2). Να διαγραφούν οι φράσεις των υποπαραγράφων 1α και 1β: «..εξαμηνιαία απολογιστική ενημέρωση..» και στο εναπομένον κείμενο μετά τη λέξη «με» και στις δύο περιπτώσεις να αναγραφεί:
«…ενημέρωση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 147»
β. Να παραμείνει ως έχει το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4, ενώ παράλληλα θα γίνει συνολική εισήγηση για τη συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων, στην εξέταση του άρθρου 147 του Σ.Ν.
30. ΑΡΘΡΟ 147(τροποποίηση του άρθρου 2 του ν. 3978/11)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (για όλο το άρθρο): Στο συγκεκριμένο άρθρο, το οποίο αναφέρεται στις αρμοδιότητες της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων, καταγράφεται:
«1. Στο πλαίσιο των σχετικών ρυθμίσεων του Κανονισμού της Βουλής, η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα 72 έως 76 του ν. 3883/2010 (Α’ 167) σχετικά με την κατάρτιση και ενεργοποίηση του ΜΠΑΕ και του ΚΠΣΣΕ.
2. Η Επιτροπή ενημερώνεται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, μια τουλάχιστον φορά σε κάθε τακτική σύνοδο, για την εξέλιξη των εξοπλιστικών προγραμμάτων μείζονος οικονομικής αξίας και τη συνολική εξέλιξη του ΜΠΑΕ και του ΚΠΣΣΕ.
3. Η Επιτροπή ασκεί, επίσης, τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, στο πλαίσιο των σχετικών ρυθμίσεων του Κανονισμού της Βουλής»
Διαπιστώνεται, ότι και σε άλλα άρθρα, του Σ.Ν. αλλά και της υφιστάμενης νομοθεσίας, αναφέρονται αποσπασματικά, αρμοδιότητες και υπευθυνότητες της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων (αρθρο142, §6, άρθρο145, §4 κλπ).
Ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμο να ενταχθούν όλες αυτές οι προβλέψεις συγκεντρωτικά και κάτω από τον γενικό τίτλο περί αρμοδιοτήτων της εν λόγω επιτροπής.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να ενταχθούν όλες οι σχετικές με τις αρμοδιότητες προβλέψεις, της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων, που αναφέρονται στα άρθρα 72 έως 74 και 76 του ν. 3883/10 και αφορούν κυρίως σε:
– Γνωμοδότηση επί των συνολικών προγραμμάτων ΜΠΑΕ και ΚΠΣΣΕ
– Γνωμοδότηση για μεμονωμένα προγράμματα ή τροποιητικές συμβάσεις, εφόσον η αξία τους είναι ίση ή μεγαλύτερη των 10 εκ. €
– Γνωμοδότηση επί Δομής Δυνάμεων
– Γνωμοδότηση για Διακρατικές Συμφωνίες και γενικώς για θέματα που εισάγονται εν συνεχεία στο ΚΥΣΕΑ για έγκριση, ανεξαρτήτως κόστους.
– Ενδεχομένως να πρέπει να προστεθούν και άλλες αρμοδιότητες που έχουν διαφύγει από την προσοχή μας κατά την μελέτη του Σ.Ν.
31. ΑΡΘΡΟ 149(προσθήκη νέου άρθρου 4Α στο ν. 3978/11)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (για όλο το άρθρο και για την υποπαράγραφο 2ε): Ανά περίπτωση, οι παρατηρήσεις έχουν ως ακολούθως:
α. Ο τίτλος του άρθρου 149 του Σ.Ν. είναι:
«Συμφωνίες – πλαίσιο εν συνεχεία υποστήριξης – Προσθήκη άρθρου 4Α στον ν. 3978/2011»
Δεν υπάρχει αντίθετη άποψη για την προσθήκη του νέου άρθρου 4Α με τον ως άνω αναφερόμενο τίτλο, αλλά παρατηρείται ότι για τις συμβάσεις πλαίσιο, υφίστανται τρία διαφορετικά άρθρα με σχετιζόμενες ή παρεμφερείς διατάξεις μεταξύ τους, ως ακολούθως:
– 3433/06, άρθρο 46 (Συμβάσεις Πλαίσιο)
– 3978/11, άρθρο 43(Συμφωνίες Πλαίσιο)
– 3978/11, νέο άρθρο 4Α, βάσει του ΝΣ (Συμφωνίες πλαίσιο εν συνεχεία υποστήριξης).
Ως εκ των ανωτέρω, κρίνεται σκόπιμο να ενοποιηθούν τα αναφερόμενα άρθρα
β. Η υποπαράγραφος 2ε έχει ως ακολούθως:
«η πρόβλεψη τύπου αναπροσαρμογής τιμών στις περιπτώσεις που είναι εφικτό»
Για να μη παραμείνει αόριστος ο προσδιορισμός της αναπροσαρμογής, καλό είναι να δοθούν ενδεικτικές επιλογές.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Ανά παρατήρηση παρατίθενται οι ακόλουθες προτάσεις:
α. Να συγχωνευθούν όλες οι ισχύουσες προβλέψεις στο υπό εξέταση άρθρο 149 και να καταργηθούν τα άλλα δύο αναφερόμενα άρθρα του ν. 3433/06 και του 3978/11.
β. Το κείμενο της υποπαραγράφου 2ε να αναδιαμορφωθεί ως εξής:
«η πρόβλεψη τύπου αναπροσαρμογής τιμών στις περιπτώσεις που είναι εφικτό (όπως για παράδειγμα με ετήσιες αναπροσαρμογές ως ποσοστό επί: α) του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή β) των Δεικτών Τιμών Μετάλλων και Υπηρεσιών γ) άλλων αναγνωρισμένων επίσημων οικονομικών δεικτών της Χώρας παραγωγής των υλικών ή υπηρεσιών κλπ)»
32. ΑΡΘΡΟ 152(αντικατάσταση του άρθρου 7 του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (υποπαράγραφοι 4δ,4στ και §7): Επί των παρατηρήσεων αναφέρονται για κάθε μία τα παρακάτω:
α. Στην υποπαράγραφο 4δ αναφέρεται:
«για τις επιτροπές αξιολόγησης προσφυγών, ετήσια θητεία»
Υπάρχει σύμφωνη γνώμη για τη διάρκεια της θητείας, αλλά πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των προσφυγών.
β. Στην υποπαράγραφο 4στ αναφέρεται:
«για τις δευτεροβάθμιες επιτροπές ελέγχου και παραλαβής, ετήσια θητεία»
Υπάρχει σύμφωνη γνώμη για τη διάρκεια της θητείας, αλλά πρέπει να έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος των παραλαβών.
γ. Στην παράγραφο 7 αναφέρεται:
«Σε κάθε φορέα διενέργειας διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών μπορεί να συγκροτείται μόνιμη επιτροπή διενέργειας διαγωνισμών, η θητεία των μελών της οποίας δεν μπορεί να υπερβεί το ένα έτος»
Έχουν παρουσιαστεί στο παρελθόν περιπτώσεις σύναψης συμβάσεων για περίπλοκες προμήθειες που εγείρονται νομικά θέματα, ένθεν και ένθεν, τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στους όρους της διακήρυξης, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώνεται το σχέδιο της σύμβασης εντός της θητείας της αρμόδιας επιτροπής. Συμφωνούμε λοιπόν με τη διάρκεια της θητείας, αλλά πρέπει παράλληλα να πληρούται και η δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή της ολοκλήρωσης του σχεδίου σύμβασης. Αλλαγή των μελών της επιτροπής σε ώριμο στάδιο ολοκλήρωσης του σχεδίου σύμβασης, σημαίνει νέες απρόβλεπτες καθυστερήσεις.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Ανά παρατήρηση, οι προτάσεις έχουν ως ακολούθως:
α. Να αναδιαμορφωθεί η υποπαράγραφος 4δ ως εξής:
«για τις επιτροπές αξιολόγησης προσφυγών, ετήσια θητεία ή μέχρι ολοκλήρωσης της αξιολόγησης των προσφυγών μετά από αυτή»
β. Να αναδιαμορφωθεί η υποπαράγραφος 4στ ως εξής:
«για τις δευτεροβάθμιες επιτροπές ελέγχου και παραλαβής, ετήσια θητεία ή μέχρι ολοκλήρωσης του ελέγχου μετά από αυτή».
γ. Να αναδιαμορφωθεί η παράγραφος 7 ως εξής:
«Σε κάθε φορέα διενέργειας διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών μπορεί να συγκροτείται μόνιμη επιτροπή διενέργειας διαγωνισμών, η θητεία των μελών της οποίας δεν μπορεί να υπερβεί το ένα έτος. Η αναγκαιότητα παράτασης της θητείας καθορίζεται από τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας που εκπροσωπεί την αναθέτουσα αρχή, πλήρως αιτιολογημένη»
33. ΑΡΘΡΟ 153(προσθήκη νέου άρθρου 7Α του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§1 έβδομη σειρά και §5 δεύτερη σειρά): Ανά παρατήρηση παρατίθενται τα ακόλουθα:
α. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 αναφέρεται:
«Στην ΚΓΕΠ/ΓΔΑΕΕ για προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού συμμετέχει ως μέλος και εκπρόσωπος του Γενικού Επιτελείου ή των Γενικών Επιτελείων επί διακλαδικής προμήθειας, ανάλογα με το είδος του προς προμήθεια υλικό»
Συμφωνούμε με την παρουσία εκπροσώπου των Γ.Ε., αλλά για να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα η συμμετοχή του στις διεργασίες της ΚΓΕΕΠ/ΓΔΑΕΕ, θα πρέπει να έχει και δικαίωμα ψήφου.
β. Στα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 5 αναφέρεται:
«Οι ΚΓΕΠ και οι ΠΓΕΠ συνεδριάζουν, όπως ορίζεται από τον φορέα υπαγωγής τους. Απαρτία λογίζεται ότι υπάρχει όταν οι παρόντες είναι περισσότεροι από τους απόντες, οι δε αποφάσεις λαμβάνονται με σχετική πλειοψηφία των παρόντων»
Η πρόταση καθορίζει σωστά την απαρτία ως προς τον αριθμό, αλλά θεωρείται επιβεβλημένη η παρουσία του Προέδρου
ΠΡΟΤΑΣΗ: Με την ίδια σειρά των παρατηρήσεων, εκτίθενται οι ακόλουθες προτάσεις:
α. Μετά τη φράση: «επί διακλαδικής διαδικασίας», να τεθεί η φράση: «με δικαίωμα ψήφου»
β. Μετά η φράση: «όταν οι παρόντες είναι περισσότεροι από τους απόντες», να τεθεί: «του Προέδρου συμπεριλαμβανομένου στους πρώτους»
34. ΑΡΘΡΟ 157(αντικατάσταση του άρθρου 13 του ν. 3978/11)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§ 2): Η παράγραφος 2 έχει ως ακολούθως:
«Στο πλαίσιο του ελέγχου των συμβάσεων που προβλέπονται στις περ. δ΄ και ε΄ του άρθρου 17, το Ελεγκτικό Συνέδριο οφείλει να διασφαλίσει το απόρρητο των στοιχείων του φακέλου, ο οποίος μετά από την ολοκλήρωση του ελέγχου επιστρέφεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας»
Οι αμυντικές προμήθειες αντανακλούν σε ιδιαιτέρως ευαίσθητα θέματα του τομέα της άμυνας και της ασφάλειας της Χώρας και πρέπει να ολοκληρώνονται σε λογικούς χρόνους, μέσα στους οποίους, εντάσσεται και ο διεξαγόμενος έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που στο παρελθόν έχουν παρατηρηθεί πολύ μεγάλες καθυστερήσεις για την ολοκλήρωσή του.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Μετά τη φράση «…την ολοκλήρωση του ελέγχου…» να τεθεί κόμμα (,) και κατόπιν: «..που δεν πρέπει να υπερβαίνει το δίμηνο,…»
35. ΑΡΘΡΟ 158 (προσθήκη νέου άρθρου 18Α του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (υποπαράγραφοι 3α, 3β, 3γ ως ενιαία παρατήρηση, υποπαράγραφος 3β πρόσθετη ξεχωριστή παρατήρηση και § 6): Με τη σειρά των εξεταζόμενων σημείων, παρατίθενται στη συνέχεια οι παρατηρήσεις:
Για τις δύο πρώτες παρατηρήσεις (3α,β,γ ενιαία και 3β ξεχωριστή), ακολουθεί όλη η παράγραφος 3 του άρθρου, ως έπεται:
«3. Η απόφαση για υπαγωγή μιας δημόσιας σύμβασης στρατιωτικού εξοπλισμού στην εξαιρετική διαδικασία του άρθρου 346 ΣΛΕΕ πρέπει να συνοδεύεται από ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η οποία περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο τα εξής στοιχεία:
α) το ουσιώδες συμφέρον εθνικής ασφάλειας που διακυβεύεται,
β) την άμεση σύνδεση του εν λόγω ουσιώδους συμφέροντος ασφάλειας με τη σύναψη της συγκεκριμένης σύμβασης που αφορά προμήθεια, έργο ή υπηρεσία ύψιστης σημασίας για τις στρατιωτικές ικανότητες της χώρας
γ) τον λόγο για τον οποίο κρίνεται απαραίτητη η παρέκκλιση από τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς για τις δημόσιες συμβάσεις στη συγκεκριμένη περίπτωση για την προστασία του συγκεκριμένου ουσιώδους συμφέροντος ασφάλειας»
α. Οι τρεις υποπαράγραφοι 3α, β, γ, αποτελούν τα τρία βασικά σκέλη της αιτιολόγησης για τη λήψη απόφασης ως προς την εκτέλεση της προμήθειας με επίκληση του άρθρου 346 όπου αναφέρεται κοινώς η φράση «το ουσιώδες συμφέρον ασφάλειας».
Πολύ σωστά καθορίζεται ως βασική αιτιολόγηση για την επίκληση του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ το ουσιώδες συμφέρον, αλλά δεδομένης της απειλής – που κανένα πλέον κ-μ της Ε.Ε. δεν πρόκειται να αμφισβητήσει από τώρα και στο μέλλον, λόγω των ιδιαίτερων και συνεχών προκλήσεων μέχρις απειλής πολέμου, της Τουρκίας κατά της Χώρας μας, δηλαδή ακόμα και τα κράτη που στηρίζονται σε ιδιαίτερα οικονομικά συμφέροντα ως προς τις σχέσεις τους με αυτήν, – απαιτείται να συμπεριληφθεί στην πρόταση και η έννοια της κατεπείγουσας ανάγκης.
β. Ειδικότερα ως προς την υποπαράγραφο 3β σχολιάζεται το εξής: χρησιμοποιώντας υπερθετικό βαθμό για τον προσδιορισμό της λέξης «σημασίας», δηλαδή «υψίστης σημασίας», υποθέτει κάποιος ότι πρόκειται για θέμα μείζονος και καθοριστικής αλλαγής των επιχειρησιακών ικανοτήτων των Ε.Δ. (σωστά κατά το ένα μέρος), ενώ μπορεί να είναι και πιο απλός ο λόγος μιας προμήθειας δια του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, αλλά να μας περιορίζει το συμβατικό της αντικείμενο σαν Χώρα, να αποκαλύψουμε ευαίσθητες πληροφορίες.
Έτσι στο πρόσφατο παρελθόν, υπήρξαν περιπτώσεις που δεν ήταν επιθυμητό να δημοσιευτεί ο αριθμός των υπό προμήθεια βλημάτων πυροβόλου όπλου, ενός αντιαεροπορικού συστήματος, διότι θα αποκάλυπτε κατά κάποιον τρόπο τους αναγκαίους φόρτους βλημάτων σε περίοδο επιχειρήσεων. Το θέμα λοιπόν αυτό, δεν ήταν «υψίστης σημασίας», αλλά «ιδιαίτερης».
γ. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 158 καθορίζεται:
«Με την απόφαση της παρ. 2 μπορεί να καθορίζεται εξαίρεση και από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου που διέπουν τη σύναψη και εκτέλεση δημόσιων συμβάσεων προμηθειών, υπηρεσιών και έργων στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας»
Για την επίκληση του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ και την υλοποίηση της σύμβασης με διαδικασίες εκτός της οδηγίας 81/2009/ΕΚ, προαπαιτείται απόφαση του ΚΥΣΕΑ, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου. Είναι δε δεδομένο, ότι εφόσον προωθείται μια προμήθεια με το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, ως εκ των πραγμάτων παρακάμπτονται (και πολύ σωστά) διατάξεις του εθνικού δικαίου. Ακριβώς το ίδιο ισχύει και στις διακρατικές συμφωνίες, δηλαδή δεν εφαρμόζονται όλες οι διατάξεις του εθνικού δικαίου (όχι βεβαίως και του Συνταγματικού), διότι αποτελούν Κυβερνητική απόφαση δια της οποίας διασφαλίζονται διπλωματικά, διασυμμαχικά, αμυντικά και στρατηγικά συμφέροντα της Χώρας και για το λόγο αυτό οι αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ (δεν εννοούνται οι εγκρίσεις του ΜΠΑΕ-ΚΠΣΣΕ κλπ, αλλά οι αποφάσεις για υλοποίηση μιας προμήθειας), δεν προωθούνται για έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Στην ίδια κατηγορία πρέπει να ενταχθεί και η διαδικασία επίκλησης του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, αν δεν θέλουμε στο μέλλον να «τρέχουμε ασθμαίνοντας» για να αντιμετωπίσουμε τις τουρκικές προκλήσεις.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Οι προτάσεις ανά παράγραφο έχουν ως ακολούθως:
α. Στις υποπαραγράφους 3α, β, γ, μετά την κοινή τους φράση: «ουσιώδες συμφέρον εθνικής ασφάλειας», που διατυπώνεται σε διαφορετικές κλήσεις, να προστεθεί η φράση «ή κατεπείγουσας αναγκαιότητας», στις αρμόζουσες συντακτικά κλήσεις.
β. Στην § 3β του άρθρου 158 του Σ.Ν. να προστεθεί μετά την λέξη «υψίστης» και η φράση «ή ιδιαίτερης»
γ. Ως προς τις ανωτέρω εκτεθείσες παρατηρήσεις επί της παραγράφου 6, προτείνονται τα ακόλουθα:
(1) Η παράγραφος 6 του άρθρου 158 να διαμορφωθεί ως ακολούθως:
«Με τις αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ της παραγράφου 2 όπως και εκείνες περί διακρατικών συμβάσεων και συμφωνιών, καθίσταται νόμιμη η μη εφαρμογή διατάξεων του εθνικού δικαίου, για σκοπούς διπλωματικού, διασυμμαχικού, διευρωπαϊκού, στρατηγικού συμφέροντος, καθώς και για σκοπούς άμυνας και ασφάλειας της Χώρας»
(2) Στο ισχύον άρθρο 17 του ν. 3978/11, να προστεθεί νέα παράγραφος «ια» (όχι υποπαράγραφος, διότι τέτοια υπάρχει ήδη), ως εξής:
«στις συμβάσεις που εκτελούνται κατ’ επίκληση και εφαρμογή του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ»
(3) Στο άρθρο 324, παράγραφο 4δ του ν. 4700/20, καθώς και στο άρθρο 157, παράγραφο 1, δεύτερη σειρά, του Σ.Ν., όπου υπάρχει η κοινή φράση: «με εξαίρεση τις συμβάσεις των περ. α’, β’, γ’, στ’, ζ’ και θ’ του άρθρου 17» (και οι δύο φράσεις εννοούν το άρθρο 17 του ν. 3978/11), να διαγραφεί το «και» και μετά την περίπτωση «θ’» να προστεθεί η περίπτωση «ια’» που ήδη αναφέρθηκε αμέσως πιο πάνω.
36. ΑΡΘΡΟ 160(τροποποίηση του άρθρου 80 του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (§ 4 και § 5 τέταρτη και πέμπτη σειρά): Ακολουθούν παρακάτω οι παρατηρήσεις με την αναφερόμενη σειρά:
α. Στην παράγραφο 4 αναγράφεται:
«Στα έγγραφα της σύμβασης καθορίζονται οι νόμιμες κρατήσεις υπέρ Δημοσίου, υπέρ νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας ή οργανισμών, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, καθώς και άλλα τυχόν έξοδα που βαρύνουν τον ανάδοχο»
Πρέπει να γίνει αντιληπτό, ότι οι οποιεσδήποτε οικονομικές επιβαρύνσεις συμπεριλαμβάνονται στους όρους διακήρυξης ενός διαγωνισμού (κρατήσεις υπέρ δημοσίου), ανεξάρτητα αν αυτές προβλέπονται από νόμους του κράτους ή αποτελούν ειδικούς όρους της διαγωνιστικής διαδικασίας, αυτές θα συμπεριληφθούν κατά κανόνα από τους υποψήφιους ανάδοχους στη διαμόρφωση της τελικής τιμής του προσφερόμενου προϊόντος και σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα, όχι με αναλογικό τρόπο. Από άλλης άποψης, οι κρατήσεις υπέρ δημοσίου λειτουργούν τρόπο τινά ως έκτακτη επιχορήγησης των φορέων του Δημοσίου υπέρ των οποίων διενεργούνται, χωρίς να είναι βέβαιο ότι τις χρειάζονται κατ’ απόλυτο τρόπο.
β. Αυτονόητη διαγραφή της πλεονάζουσας φράσης «τα έγγραφα της σύμβασης», που επαναλαμβάνεται μέσα στην ίδια πρόταση δύο φορές, στην 4η και 5η σειρά.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Ανά παρατήρηση οι προτάσεις έχουν ως ακολούθως:
α. Να επανεξεταστεί ο όρος επιβολής κρατήσεων σε όλες τις διαγωνιστικές διαδικασίες και όχι μόνο σε εκείνες του τομέα άμυνας και ασφάλειας.
β. Να διαγραφεί από την 5η σειρά της § 5, η φράση «τα έγγραφα της σύμβασης» και να τεθεί στη θέση της η λέξη «αυτά»
37. ΑΡΘΡΟ 161(αντικατάσταση του άρθρου 84 του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί της § 1): Στην παράγραφο 1 αναφέρεται:
«Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι προσφορές ισχύουν και δεσμεύουν τους οικονομικούς φορείς κατ’ ελάχιστον για το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης»
Ο χρόνος ισχύος προσφοράς είναι καθοριστικός παράγοντας σε αρκετές περιπτώσεις, προκειμένου να αποφευχθούν επαναλήψεις της διαγωνιστικής διαδικασίας ή τελικά να μην αποβεί άγονος ο διαγωνισμός. Η συνήθης διεθνής πρακτική επιβάλει την ανάγκη ισχύος των προσφορών για διάστημα 4 έως 6 μηνών.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Η παράγραφος 1 να αναδιαμορφωθεί ως εξής:
«Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι προσφορές ισχύουν και δεσμεύουν τους οικονομικούς φορείς κατ’ ελάχιστον για το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης. Ως γενικός κανόνας τίθεται όρος ισχύος των προσφορών έως έξι μήνες, εκτός αν σοβαροί λόγοι επιβάλλουν την διαφοροποίησή του»
38. ΑΡΘΡΟ 162(τροποποίηση του άρθρου 87 του ν. 3978)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί της § 3): Παρατίθεται όλη η παράγραφος 3 του άρθρου 162 του Σ.Ν., ως ακολούθως:
«Ειδικά για συμβάσεις του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, η απόφαση:
α) για την έγκριση ή μη των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού,
β) για την κατακύρωση ή μη της σύμβασης στο όνομα του επιλεγέντος οικονομικού φορέα και
γ) για την έγκριση ή μη της αντίστοιχης δαπάνης, λαμβάνεται για ποσό άνω των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ από το ΚΥΣΕΑ, μετά από γνώμη της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής και εισήγηση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Για συμβάσεις μικρότερης οικονομικής αξίας, η απόφαση λαμβάνεται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μετά από γνώμη της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορεί, κατά την κρίση του ή εφόσον το ζητήσει η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή, να εισάγει το θέμα στο ΚΥΣΕΑ για τη λήψη της τελικής απόφασης»
Επί της συγκεκριμένης παραγράφου που είναι νέα, θα εκτεθούν τρεις παρατηρήσεις:
(1) Γίνεται πολύ σωστά, αναφορά σε συμβάσεις του Λιμενικού Σώματος / Ελληνικής Ακτοφυλακής (ΛΣ/ΕΑ), που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, δηλαδή σε θέματα άμυνας και ασφάλειας, χωρίς ωστόσο να περιλαμβάνεται η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) και το Πυροσβεστικό Σώμα (Π.Σ.) που επίσης εκτελούν αποστολές οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα άμυνας και ασφάλειας (ειδικότερα της ασφάλειας, άλλα και της άμυνας υπό προϋποθέσεις). Τα τρία Σώματα χαρακτηρίζονται υπό ενιαίο τίτλο ως Σώματα Ασφαλείας. Συνεπώς επιχειρησιακές ανάγκες που μπορούν να καλυφθούν με αντίστοιχες προμήθειες, έχουν όλα τα Σώματα Ασφαλείας.
Προ διετίας το Π.Σ. επιθυμούσε να προβεί σε διαγωνισμό προς ενοικίαση πυροσβεστικών Ελικοπτέρων για τη θερινή περίοδο μέσω NSPA και απευθύνθηκε στη ΓΔΑΕΕ για να επιβεβαιώσει αυτήν την κατά νόμο δυνατότητα επιλογής και έτσι έγινε.
Από την άλλη, στην παράγραφο 2 του ισχύοντος άρθρου 16 του ν. 3978/11 αναφέρεται:
«Στον ειδικό τομέα της μη στρατιωτικής ασφάλειας και ιδίως για την εξυπηρέτηση αναγκών της δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, ο παρών νόμος εφαρμόζεται και σε συμβάσεις που αφορούν προμήθειες, έργα και υπηρεσίες που συνάπτονται για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτών»
Εκ των εκτεθεισών απόψεων και εκ της αναφερόμενης παραγράφου του άρθρου 16, καθίσταται σαφές, ότι στο εξεταζόμενο άρθρο 162 του Σ.Ν. πρέπει να ενταχθεί εκτός του ΛΣ/ΕΑ και η ΕΛ.ΑΣ., όπως και το Π.Σ.
(2) Κατά κανόνα – και αυτό ισχύει παγκοσμίως – τα Οπλικά Συστήματα (Ο.Σ.) ανά μονάδα προμήθειας, επιβαρύνουν περισσότερο τους Π/Υ των κρατών, σε σχέση με άλλου είδους αγορές, ανά μονάδα συγκρινόμενες με τα Ο.Σ., λόγω της υπερυψηλής τεχνολογίας που ενσωματώνεται σε αυτά, ιδίως στα πλέον σύγχρονα.
Έτσι λοιπόν με το ίδιο σκεπτικό μπορεί να υποστηριχθεί ότι τα υπό προμήθεια προϊόντα των Ε.Δ. σε παραλληλιζόμενες κατά το δυνατόν προμήθειες (Ελικόπτερα C/SAR και ελικόπτερα μεταφοράς προσωπικού, super puma και τα δύο) είναι ανισοβαρή ως προς το κόστος, με την πλάστιγγα να γέρνει προς τα στρατιωτικά Ο.Σ.
Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, να ελαττώνεται το ύψος της προμήθειας των Ε.Δ. στα 30 εκ. €, ως κριτήριο για να εισαχθεί το αντίστοιχο πρόγραμμα για έγκριση στο ΚΥΣΕΑ και στην περίπτωση του ΛΣ, όπως αναφέρεται στη νέα προστιθέμενη παράγραφο 3, να παραμένει στα 50 εκ. €. Άλλωστε, ακόμα και 200 εκ. € αν κοστίζει μια συγκεκριμένη προμήθεια του ΛΣ, αυτή θα υλοποιηθεί δια της εγκρίσεως του ΚΥΣΕΑ. Δηλαδή η ουσία της παρατήρησης δεν έχει να κάνει με το κόστος, αλλά με την παρατηρούμενη διαφορά επί του οικονομικού κριτηρίου για να εισαχθεί η προμήθεια προς έγκριση στο ΚΥΣΕΑ.
(3) Τα Σώματα Ασφαλείας, ενδέχεται υπό προϋποθέσεις, να υποστηρίζουν ή να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις άμυνας και ασφάλειας ομού μετά των Ε.Δ., σε περίπτωση κρίσης, έντασης ή σε έκρυθμες καταστάσεις κατά τις οποίες διακυβεύεται η εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Χώρας. Ως εκ τούτου, ορισμένα κοινής χρήσης και σκοπού συστήματα (επικοινωνιών, πληροφοριών κλπ), που χρησιμοποιούνται από τις Ε.Δ. και τα Σ.Α. σε ποικίλες και ανεξάρτητες επιχειρησιακές δράσεις τους, επιβάλλεται να διαλειτουργούν, για να είναι δυνατός και αποτελεσματικός ο συντονισμός και η συνεργασία κατά την διάρκεια κοινών ή αλληλεξαρτώμενων αποστολών όταν απαιτηθεί. Απαραίτητη λοιπόν προϋπόθεση για να επιτευχθεί το ζητούμενο χαρακτηριστικό της διαλειτουργικότητας των μέσων, είναι να συντονίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές των υπό προμήθεια μέσων και συστημάτων των Σ.Α. που θα απαιτηθεί να διαλειτουργήσουν με τα αντίστοιχα των Ε.Δ., μέσω των αρμοδίων φορέων του ΥΠΕΘΑ.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να τροποποιηθεί το άρθρο 162, σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατηρήσεις, εισάγοντας μέσα σε αυτό την ΕΛ.ΑΣ και την ΠΣ και να τροποποιηθεί το κατώτερο χρηματικό όριο για εισαγωγή της προμήθειας προς έγκριση στο ΚΥΣΕΑ, στα 30. εκ. € και άνω.
Επίσης να ορισθεί ως αρμόδιος για την έγκριση και την απόφαση επί των προμηθειών ασφαλείας ΕΛ.ΑΣ και ΠΣ, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, με τις ίδιες προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο για τον Υπουργό Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής.
Σε ότι αφορά την τρίτη παρατήρηση περί διαλειτουργικότητας των επιχειρησιακών μέσων, να εξεταστεί η προσθήκη νέας παραγράφου στο άρθρο 162 του Σ.Ν. με το παρακάτω κείμενο:
«Υπό προμήθεια συστήματα και υλικά που για σκοπούς άμυνας και ασφάλειας πρέπει να διαλειτουργούν με τα αντίστοιχα των ΕΔ (ενδεικτικώς: επικοινωνιών-παρατήρησης-συλλογής πληροφοριών κλπ), συντονίζονται ως προς την τεχνική περιγραφή – προδιαγραφή και τις δυνατότητές τους, με την αρμόδια Διεύθυνση του ΓΕΕΘΑ (Δ2), πριν την έναρξη του όποιου τρόπου προμήθειας επιλεγεί, όπως προβλέπεται στον ν. 3978/11″
39. ΑΡΘΡΟ 170 αντικατάσταση του άρθρου 37 του ν. 3433/06)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί § 3): Στην παράγραφο 3 αναφέρεται:
«Μετά τη λήξη του συμβατικού χρόνου παράδοσης, το υλικό δεν παραλαμβάνεται από την επιτροπή παραλαβής, μέχρι την έκδοση της απόφασης σχετικά με την αιτηθείσα παράταση. Η απόφαση παράτασης εκδίδεται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την υποβολή του σχετικού αιτήματος του αναδόχου»
Τα «εύλογο χρονικό διάστημα» είναι αόριστη έννοια. Μεγάλη δε καθυστέρηση μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα ροών παραγωγής στον προμηθευτή που ενδέχεται να καταλήξουν σε διενέξεις, για το λόγο αυτό προτείνεται να υπάρχει ένας κανόνας, έστω και με χαλαρή εφαρμογή.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Στην παράγραφο 3, μετά τη φράση «εύλογο χρονικό διάστημα», να προστεθεί εντός παρενθέσεως η φράση: «(ενδεικτικά τρίμηνο)»
40. ΑΡΘΡΟ 171(τροποποίηση άρθρου 40 του ν. 3433/06)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί των § 1,3, 7΄, 10): Οι παρατηρήσεις επί του άρθρου και ανά αναφερόμενη παράγραφο, έχουν ως εξής:
α. Επί παραγράφου 1: Παρατηρείται διαφοροποίηση στα ποσοστά των επιβαλλόμενων προστίμων (και κατά συνέπεια στο πραγματικό αριθμητικό ύψος αυτών), σε σχέση με τα ως τώρα ισχύοντα, ως ακολούθως:
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ ΤΙ ΙΣΧΥΕ ΤΙ ΘΑ ΙΣΧΥΕΙ ΔΙΑΦΟΡΑ %
ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΥΛΙΚΩΝ
Από 1 έως 20 ημέρες: από 0,1 έως 0,67 από 0,03 έως 0,6 από 0,07 έως 0,07
Από 21 έως 40 ημέρες: από 0,8 έως 1,56 από 0,64 έως 1,4 από 0,16 έως 0,16
Από 41 έως 60 ημέρες: από 1,7 έως 2,65 από 1,45 έως 2,4 από 0,25 έως 0,25
Από 61 έως 80 ημέρες: δεν υπάρχει από 2,46 έως 3,6 δεν υπάρχει σύγκριση
Από 81 έως 100 ημέρες: από 3,9 έως 4,85 από 3,66 έως 4,8 από 0,24 έως 0,05
Από το παραπάνω πλάνο, παρατηρούμε ότι η περίοδος καθυστέρησης παραδόσεων από 41 έως 60 ημέρες, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία διαφορά (μείωσης των νέων ποσοστών κατά 0,25%). Μείωση των ποσοστών σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς, σημαίνει κέρδος του αναδόχου και απώλεια χρημάτων του δημοσίου.
Ας δούμε όμως ενδεικτικά πόσο κερδίζει ο ανάδοχος με τα νέα ποσοστά. Ας πάρουμε λοιπόν ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα καθυστέρησης υλικών στην παράδοση, 60 ημερών και συμβατικής αξίας υλικών 100 εκ. €
Με την ισχύουσα πρόβλεψη του άρθρου 40 του ν. 3433/06, θα επιβληθεί πρόστιμο στον ανάδοχο 2,65 εκ. €, ενώ με τη νέα πρόβλεψη θα επιβληθεί πρόστιμο 2,4 εκ. €, ήτοι 250 χιλ. € λιγότερα.
Κατ’ αρχήν στηρίζεται η γενική θέση, ότι οι ευνοϊκότεροι όροι ενός διαγωνισμού προσελκύουν μεγαλύτερο αριθμό οικονομικών φορέων (εταιρείες) και συνεπώς αυξάνεται ο ανταγωνισμός, άρα θα επιτευχθεί αποτέλεσμα καλλίτερης ποιότητας υλικών με χαμηλότερη τιμή.
Στη σύγκριση όμως που έγινε πιο πάνω, θεωρείται ουσιαστική (??) η μείωση του προστίμου κατά 250 χιλ. €, όταν το ύψος της σύμβασης είναι 100 εκ. € ?????
Η απάντηση είναι ΟΧΙ. Συνεπώς ποιος ουσιαστικός λόγος μας οδηγεί στο να ελαττωθούν τα πρόστιμα των καθυστερήσεων και μάλιστα τόσο λίγο ??? Το αντίθετο βέβαια θα μπορούσε να ισχύσει. Η αύξηση δηλαδή των προστίμων σε περίπτωση καθυστερήσεων, θα τηρήσει σε επαγρύπνηση τον ανάδοχο, ώστε να μην καθυστερήσει καθόλου τις παραδόσεις.
β. Στην παράγραφο 3, στη δεύτερη σειρά γράφεται η πρόταση αναφορικά με την επιβολή προστίμου: «δεν λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος που παρήλθε πέραν του εύλογου». Η «εύλογη» καθυστέρηση είναι τελείως αόριστη έννοια και θα δημιουργήσει πονοκεφάλους στην Υπηρεσία ως προς την παρακολούθηση της ροής και ολοκλήρωσης των συμβάσεων.
Κρίνεται ως συμφέροτερο για την Υπηρεσία να υπάρχει μια καθορισμένη αποδεκτή περίοδος χάριτος για καθυστερήσεις παραδόσεων, όπως πχ 3 έως 5 εργάσιμες ημέρες ανά στάδιο (1ο από το εργοστάσιο παραγωγής στο depot, 2ο από το depot στη φόρτωση, 3ο από τη φόρτωση μέχρι την ολοκλήρωση του ταξιδιού, 4ο από την άφιξη στη Χώρα μέχρι την παράδοση).
γ. Μετά την παράγραφο 6 ακολουθούν άλλες δύο με τον ίδιο αριθμό (7, 7). Θα πρέπει να γίνει αναρίθμηση των παραγράφων μετά την πρώτη που κανονικώς αριθμείται ως 7η.
δ. Στην παράγραφο 10 στην 1η σειρά, γίνεται παραπομπή στη προηγούμενη παράγραφο 7. Επειδή υπάρχουν δύο παράγραφοι με τον αριθμό 7 και επειδή εκ του κειμένου διαφαίνεται ότι στην παράγραφο 10 γίνεται παραπομπή στη δεύτερη επαναλαμβανόμενη παράγραφο ως Νο 7 (δηλαδή θεωρητικά στην νέα Νο 8), απαιτείται να αναριθμηθεί η παραπομπή της παραγράφου 10.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να γίνουν διορθώσεις επί του κειμένου του άρθρου 171 του Σ.Ν., κατά την κρίση του συντάκτη και σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατηρήσεις.
41. ΑΡΘΡΟ 172 (αντικατάσταση του άρθρου 41 του ν. 3433/06)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί των § 1, 4 και της υποπαραγράφου 4β): Για λόγους ορθολογισμού και διευκόλυνσης θα γίνει τοποθέτηση επί των παραγράφων αρχίζοντας από τη δεύτερη αναφερόμενη:
α. Στο κύριο σώμα της παραγράφου 4 (χωρίς δηλ. τις υποπαραγράφους) αναφέρεται:
«Στον ανάδοχο που κηρύσσεται έκπτωτος επιβάλλονται, με απόφαση του έχοντος την οικονομική εξουσία, ο οποίος υποχρεωτικά καλεί τον ενδιαφερόμενο προς παροχή εξηγήσεων, αθροιστικά ή διαζευκτικά, οι παρακάτω κυρώσεις».
Δεν είναι δεοντολογικά σωστό να καλεί ο ΕΟΕ (ο Υπουργός δηλαδή ή ο Αρχηγός Κλάδου, αν πρόκειται για προμήθεια κάτω των χρηματικών ορίων του άρθρου 24 του ν. 3978/11) τον ανάδοχο, για να τον ενημερώσει ότι επίκειται έκπτωσή του από τη σύμβαση, ενώ παράλληλα να τον πληροφορήσει ότι θα ακολουθήσουν χρηματικά πρόστιμα, και να ακούσει βέβαια στη συνέχεια τα επιχειρήματα που ο ανάδοχος θα αντιπαραθέσει. Αυτό δεν πρέπει να συμβεί για τον απλούστατο λόγο, ότι τα όποια επιχειρήματα του αναδόχου, θα πρέπει να εξεταστούν από το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο, το οποίο γνωρίζει σε λεπτομέρειες την εξέλιξη της σύμβασης και παράλληλα είναι και κατά νόμο υπεύθυνο να εισηγηθεί στο ΕΟΕ την έκπτωση ή όχι του αναδόχου. Η κύρια ευθύνη του ΕΟΕ είναι να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο και να επιβάλλει χρηματικά πρόστιμα, μετά από εισήγηση του αρμόδιου γνωμοδοτικού οργάνου.
β. Στην βασική παράγραφο 1 αναφέρεται:
«Ο ανάδοχος κηρύσσεται έκπτωτος από την ανάθεση που έγινε στο όνομά του και από κάθε δικαίωμα που απορρέει από αυτήν, με απόφαση του έχοντος την οικονομική εξουσία»
Για να κηρυχθεί έκπτωτος ο ανάδοχος, πέραν από τις επανειλημμένες έγγραφες ενημερώσεις που πρέπει να έχουν προηγηθεί, από τον φορέα που παρακολουθεί τη σύμβαση, προκειμένου αυτός (ο ανάδοχος) να συμμορφωθεί με τους συμβατικούς όρους, σαν τελευταία ευκαιρία προς τον ανάδοχο αλλά και ως ηθική συμπεριφορά του αρμόδιου γνωμοδοτικού οργάνου που θα εισηγηθεί την έκπτωσή του ή όχι στον ΕΟΕ, επιβάλλεται επιπροσθέτως να καλέσει ο φορέας παρακολούθησης της σύμβασης τον ανάδοχο, ακόμη και παρουσία δικηγόρου, να ακούσει τα επιχειρήματά του, να τον ενημερώσει για το «τι μέλλει γενέσθαι και τελικώς να αποφανθεί υπέρ ή κατά της έκπτωσης.
Η διαδικασία αυτή περιγράφεται ήδη στην παράγραφο 6, του άρθρου 14. Του ν. 3978/11 και μάλιστα όχι με δεοντολογικά ορθό τρόπο, διότι προβλέπεται πρόσκληση του αναδόχου – που κρίνεται ως έκπτωτος ή όχι – μόνο αν το ζητήσει ο ίδιος, ενώ θα πρέπει αυτεπαγγέλτως να τον προσκαλέσει το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο
γ. Στο τελευταίο εδάφιο της υποπαραγράφου 4β αναγράφεται:
«Εάν δεν πραγματοποιηθεί νέα προμήθεια του αντικειμένου της σύμβασης, καταλογίζεται ποσόν που δεν υπερβαίνει το ….. του αντικειμένου της σύμβασης υπολογιζόμενο με βάση κάθε στοιχείο, κατά την κρίση του αρμόδιου φορέα και με βάση τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών»
Από το κείμενο φαίνεται η πρόθεση του συντάκτη να καταγράψει ένα ποσοστό δίκαιο και λογικό, αλλά τελικά δεν το κάνει.
Ακόμα και στο ισχύον μέχρι τώρα άρθρο 41 του ν. 3433/06, δεν καταγράφεται κάποιο ποσοστό, που θα ήταν όμως σωστό να υπάρχει. Υπερισχύει λοιπόν η άποψη ότι πρέπει να τεθεί ποσοστό που να σχετίζεται ευθέως ή αναλογικά με το ύψος της εγγύησης εκτέλεσης της σύμβασης ή με την εγγύηση καλής λειτουργίας του παραδοτέου υλικού.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Κατόπιν των παραπάνω:
α. Στην παράγραφο 6, του άρθρου 14, του ν. 3433/06, καταγράφεται εισαγωγικά η πρόταση:
«Στις περιπτώσεις των εδαφίων γ΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 5, η ΚΓΕΠ, μετά από αίτηση του προμηθευτή, καλεί αυτόν…..».
Κατόπιν της σχετικής προαναφερθείσας παρατήρησης, να αναδιαμορφωθεί η συγκεκριμένη πρόταση ως εξής:
«Στις περιπτώσεις των εδαφίων γ΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 5, η ΚΓΕΠ, καλεί υποχρεωτικά τον προμηθευτή…..»
β. Στην 1η παράγραφο, να προστεθεί μετά το τέλος του κειμένου η πρόταση: «ύστερα από γνωμοδότηση της αρμόδιας ΚΓΕΠ/ΠΓΕΠ, η οποία προηγουμένως καλεί υποχρεωτικά τον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στο ν. 3433/2006, άρθρο 14, παρ. 6».
γ. Από το κύριο σώμα της 4ης παραγράφου, να διαγραφεί η πρόταση: «ο οποίος υποχρεωτικά καλεί τον ενδιαφερόμενο προς παροχή εξηγήσεων».
δ. Στο τελευταίο εδάφιο της υποπαραγράφου 4β να συμπληρωθεί το ποσοστό του ανώτατου προστίμου κατά την κρίση του συντάκτη.
42. ΑΡΘΡΟ 173(αντικατάσταση του άρθρου 61 του ν. 3433/06)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί § 3,6): Ανά εξεταζόμενη παράγραφο, παρατίθενται τα ακόλουθα:
α. Στην παράγραφο 3 αναφέρεται:
«Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται ουσιώδης τροποποίηση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο, κατά την έννοια της παρ. 2, χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, ύστερα από γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, το οποίο διαπιστώνει αν η τροποποίηση είναι νόμιμη και αιτιολογείται επαρκώς»
Έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν να μην εξετάζει το ΝΣΚ επί της ουσίας την πρόθεση του ΥΠΕΘΑ προκειμένου αυτό να προβεί στην τροποποίηση που αποστέλλεται προς γνωμοδότηση, ως προς τη νομιμότητά της, στηριζόμενο (το ΝΣΚ) στο παρακάτω επεξηγούμενο σκεπτικό:
Στις περιπτώσεις προώθησης των σχεδίων τροποποίησης των συμβάσεων από το ΥΠΕΘΑ στο ΝΣΚ για γνωμοδότηση επί της νομιμότητας αυτών, αναγραφόταν ως επί το πλείστον μεταξύ των άλλων στο υποβλητικό έγγραφο του ΥΠΕΘΑ και η πρόταση: «με την εξεταζόμενη τροποποίηση δεν προκαλείται βλάβη δημοσίου συμφέροντος».
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η συνήθης απάντηση του ΝΣΚ, ήταν: «δεν εξετάζεται η νομιμότητα της υποβαλλόμενης τροποποίησης εφόσον δεν προκαλείται βλάβη δημοσίου συμφέροντος» (δεν παρατίθεται η απάντηση αυτολεξεί, αλλά κατά την περιέχουσα έννοια).
β. Στην παράγραφο 6, η οποία καθορίζει θέματα χειρισμού τροποποίησης συμβάσεων, αναφέρεται ότι:
«δημοσιεύει σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 48 του ν. 3978/2011».
Όλες όμως οι προβλέψεις της παρ. 2 του άρθρου 48 του ισχύοντος νόμου 3978/11, αφορούν σε σύναψη σύμβασης ή συμφωνίας πλαίσιο και όχι σε τροποποιήσεις αυτών. Για να αποφευχθεί λοιπόν οποιαδήποτε παρερμηνεία, απαιτείται να γραφεί στην παράγραφο μια επεξηγηματική πρόταση.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Οι προτάσεις κατά εξεταζόμενη παράγραφο, έχουν ως ακολούθως:
α. Η παράγραφος 3 να αναδιαμορφωθεί ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται ουσιώδης τροποποίηση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο, κατά την έννοια της παρ. 2, χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, ύστερα από γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, το οποίο γνωμοδοτεί υποχρεωτικά επί της ουσίας και του τεθέντος ερωτήματος και διαπιστώνει αν προκαλείται βλάβη δημοσίου συμφέροντος, όπως και αν κατά τα λοιπά η τροποποίηση είναι νόμιμη και αιτιολογείται επαρκώς»
β. Η παράγραφος 6 να αναδιαμορφωθεί ως εξής:
«δημοσιεύει σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 48 του ν. 3978/2011, κατά τις ίδιες δηλαδή προβλέψεις που αφορούν σύναψη σύμβασης ή συμφωνίας πλαισίου»
43. ΑΡΘΡΟ 175( προσθήκη νέου άρθρου 70Α στο ν. 3433/06)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί του άρθρου): Η προσθήκη του νέου άρθρου αναφέρεται στη:
«Διαιτητική Επίλυση Συμβατικών Διαφορών».
Έχει παρατηρηθεί από το παρελθόν, ότι η διαδικασία της διαιτησίας για την επίλυση των διαφορών, σπάνια έχει τελεσφορήσει υπέρ των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου από νομικής απόψεως (δηλαδή δικαίωση κατά τη διαδικασία εξέτασης της προσφυγής), ενώ αναφορικά με την οικονομική επιβάρυνση, αυτή είναι σε κάθε περίπτωση (θετικού ή αρνητικού αποφαντικού), ιδιαίτερα υψηλή. Για το λόγο αυτό θα ήταν προτιμότερη από κάθε άποψη η δικαστική προσφυγή (της αναθέτουσας αρχής ή του προμηθευτή) στα ελληνικά δικαστήρια που ως εκ των πραγμάτων, σύμφωνα και με το άρθρο 70 του ν. 3433/06, είναι αρμόδια για απόδοση δικαιοσύνης, σε θέματα διαφορών των εμπλεκομένων φορέων ως προς τις συμβάσεις.
Το ενδεχόμενο μάλιστα, της πλήρους κατάργησης της Διαιτητικής Διαδικασίας, θα προκαλούσε ιδιαίτερη ικανοποίηση, αν ως μοναδική επιλογή επίλυσης των συμβατικών διαφορών, παρέμεναν τα ελληνικά δικαστήρια. Ωστόσο δεν μπορεί να είναι γνωστές όλες οι ιδιαίτερες πτυχές και οι ξεχωριστές παράμετροι που θα καθιστούσαν τη διαιτησία ως καταλληλότερη επιλογή έναντι των δικαστηρίων.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Τίθεται στην κρίση του συντάκτη και των αρμοδίων οργάνων του ΥΠΕΘΑ για διατήρηση ή κατάργηση του άρθρου 175 του Σ.Ν.
44. ΑΡΘΡΟ 176( προσθήκη νέου άρθρου 36Α στο ν.δ. 721/70)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (επί του αντικειμένου του άρθρου που αφορά τα ΧΕΠ):
Έχει παρατηρηθεί πολλές φορές να δημοσιεύεται ένας διαγωνισμός, να έχουν συγκεντρωθεί (ή και όχι) οι αναμενόμενες προσφορές των υποψήφιων αναδόχων, αλλά να μην έχει τελεσφορήσει η διαδικασία ανάδειξης αναδόχου στο τέλος του ιδίου έτους που προκηρύχθηκε αυτός.
Τι θα συμβεί λοιπόν?? Το ΥΠ. ΟΙΚ. στο τέλος κάθε έτους ζητάει να επιστραφούν όλα τα αδιάθετα κονδύλια του εγκριθέντος για το συγκεκριμένο έτος Π/Υ, με αποτέλεσμα χωρίς την διατήρηση των κονδυλίων να κηρύσσεται άγονος ο διαγωνισμός και να μην μπορεί στον επόμενο χρόνο να επανα – προκηρυχθεί έγκαιρα, διότι η διάθεση των κονδυλίων του επόμενου Π/Υ, γίνεται καθυστερημένα, εντός του πρώτου τριμήνου του νέου έτους.
Αυτό σημαίνει νέες καθυστερήσεις που σε αρκετές περιπτώσεις οδηγούν πάλι σε ματαιώσεις της διαγωνιστικής διαδικασίας, λόγω υπέρβασης των ημερών και του επόμενου έτους. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση απαιτείται να εκδίδεται ΧΕΠ αμέσως με τη προκήρυξη της προμήθειας. Έτσι και αλλιώς, αν υιοθετηθεί αυτή η πρακτική, το ΥΠ.ΟΙΚ. ακόμα και αν τα χρήματα διατηρηθούν στο ΥΠΕΘΑ για τον επόμενο χρόνο, δεν πρόκειται να διαθέσει Π/Υ μεγαλύτερου ύψους από το καθορισθέν. Η μόνη αδυναμία αυτής της πρακτικής είναι ότι παραμένουν δεσμευμένα και αχρησιμοποίητα τα κονδύλια αυτά για ένα χρονικό διάστημα.
Είναι όμως η αδυναμία αυτή υπέρτερη της αδυναμίας απόκτησης υλικών και οπλικών συστημάτων για την άμυνα και την ασφάλεια της Χώρας ??? Σαφώς όχι. Άλλωστε μια από τις πολλές παραμέτρους που οδήγησαν στην αμυντική αποδυνάμωση ήταν και η μη έκδοση ΧΕΠ για διαγωνισμούς αμυντικών προμηθειών που είχαν μεν ξεκινήσει αλλά δεν είχαν τελεσφορήσει.
Ας υποθέσουμε ότι για μια δεδομένη 3ετή περίοδο ο ετήσιος Π/Υ είναι 500 εκ.€ και τον μήνα Οκτώβριο του έτους Χ προκηρύσσεται διαγωνισμός για προμήθεια αμυντικού υλικού αξίας 100 εκ. €, ο οποίος όμως δεν τελεσφορεί εντός του έτους, ενώ το ΥΠΕΘΑ διατηρεί το ΧΕΠ των 100 εκ. ε που εκδόθηκε για τον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Το ΥΠ. ΟΙΚ. στο έτος Χ+1 δεν θα διαθέσει 500 εκ. € όπως προβλέπεται από τον προγραμματισμό της τριετίας, αλλά 400 εκ. €, Δηλαδή το ΥΠ. ΟΙΚ. δεν χάνει τον οικονομικό βηματισμό του, το δε κέρδος του ΥΠΕΘΑ και της Χώρας θα είναι η εν χρόνω ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας και η ανάδειξη αναδόχου στο συντομότερο δυνατό χρόνο.
Στην πράξη όμως, το ποσό που απαιτείται να δεσμευτεί με ΧΕΠ, δεν είναι το κόστος της όλης προμήθειας, αλλά ένα σαφώς μικρότερο τμήμα αυτής που θα δοθεί ως προκαταβολή.
Αν βέβαια, μη γνωρίζοντας όλες τις παραμέτρους και τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις περί τα οικονομικά, δεν είναι δυνατή η πρακτική της έκδοσης ΧΕΠ για διαγωνισμούς που προκηρύχθηκαν μεν αλλά εκκρεμούν, ας επινοηθεί κάποιος άλλος τρόπος διασφάλισης της χρηματοδότησης, όπως:
– Η έγκριση διατήρησης του συγκεκριμένου ποσού (κυρίως της προκαταβολής) επί εξάμηνο και επανεξέταση του status της προμήθειας για ενδεχόμενη επέκταση – επιστροφή.
– Η έγκριση συνέχισης των διαδικασιών από την αναθέτουσα αρχή, χωρίς την ύπαρξη των κονδυλίων, μέχρι την υπογραφή σύμβασης, όποτε και αν συμβεί αυτή εντός του επομένου έτους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι το ΥΠ. ΟΙΚ. εγγυάται την άμεση διάθεση προκαταβολής της σύμβασης, αν μέχρι την υπογραφή της δεν έχει εκχωρηθεί ο προβλεπόμενος ετήσιος Π/Υ στο ΥΠΕΘΑ.
– Άλλος πρόσφορος τρόπος κατά την κρίση των οικονομολόγων του ΥΠ. ΟΙΚ.
Θεωρούμε ότι επιβάλλεται να εξευρεθεί και να υιοθετηθεί τρόπος για την απρόσκοπτη ολοκλήρωση των αμυντικών προμηθειών, μιας και δεν πρόκειται απλά για μια διοικητική, οικονομική ή λειτουργική διαδικασία του ΥΠΕΘΑ, αλλά για την άμυνα της Χώρας.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να αλλάξει ο τίτλος του άρθρου 176 και να αναφέρεται γενικά σε ΧΕΠ και όχι μόνο σε τοιαύτα για προμήθειες υλικών μέσω FMS, αλλά και για διαγωνιστικές διαδικασίες του τομέα άμυνας και ασφάλειας.
Επίσης, στη συνέχεια της αλλαγής του τίτλου του άρθρου του Σ.Ν., μπορεί να δημιουργηθεί νέα προσθήκη άρθρου που θα τεθεί στο ν.δ. 721/70, κατά το πρότυπο του ήδη δημιουργηθέντος 36Α.
Εκ του ΔΣ / ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ. Εκ του ΔΣ / Σ.Α.Σ.Ι.
Η αναφορά σε άρθρα εκτός παρένθεσης αφορά στην αρίθμηση του υπό διαβούλευση νόμου ενώ σε άρθρα εντός παρένθεσης αφορά στην αρίθμηση του ν 4412/2016.
A. Θέματα που αφορούν στον σχεδιασμό των έργων
1. Να εκλείψουν οι αναλυτικές τεχνικές προδιαγραφές υποδομών, ιδιαίτερα όταν το έργο συμπεριλαμβάνει μικρό τμήμα εξοπλισμού, που στις περισσότερες περιπτώσεις αποκλείουν δόκιμες τεχνολογικές λύσεις, λόγω μη κάλυψης κάποιας προδιαγραφής, χωρίς ουσιαστικό όφελος για τον Φορέα, προκειμένου οι προκηρύξεις διαγωνισμών να αναφέρονται σε λειτουργικές προδιαγραφές/ απαιτήσεις και όχι σε εξαντλητικές τεχνικές προδιαγραφές. Εξαίρεση από τα παραπάνω μπορεί να προβλεφθεί για τα έργα προμήθειας εξοπλισμού και αδειών χρήσης λογισμικού.
2. Άρθρο 13: Στη φάση της Δημόσιας Διαβούλευσης να δημοσιεύεται μαζί με την υπό διαβούλευση προκήρυξη και ο αναλυτικός προϋπολογισμός του έργου, ο οποίος να περιλαμβάνει και το κόστος της εγγύησης και της συντήρησης.
3. Άρθρο 13: Προκειμένου να καταστεί ουσιαστικότερη η διαδικασία της Δημόσιας Διαβούλευσης, προτείνεται η Αναθέτουσα Αρχή, μετά το πέρας της διαδικασίας Δημόσιας Διαβούλευσης και της επεξεργασίας των παρατηρήσεων, να δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα αυτής, με την ανάρτηση όλων των παρατηρήσεων και των σχετικών απαντήσεων επί αυτών (αποδεκτών ή μη) συνοδευόμενη από επαρκή τεκμηρίωση και αιτιολόγηση κάθε απάντησης. Η διαβούλευση ex officio έχει ακριβώς αυτό το σκοπό και όχι απλώς για να γίνεται ως διαδικασία.
Β. Θέματα που αφορούν στη διαγωνιστική διαδικασία
1. Άρθρο 108: Η λήψη των αποφάσεων όλων των συλλογικών οργάνων που προβλέπονται στο Ν. 4412/2016 ή σε οποιαδήποτε άλλη συναφή διάταξη της περί προμηθειών αγαθών και παροχής υπηρεσιών νομοθεσίας που αφορά στη διαγωνιστική διαδικασία που διενεργείται από φορείς του Δημοσίου ή για λογαριασμό και για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου, δύναται να λαμβάνει χώρα και με τηλεδιάσκεψη για όλα ή για κάποια από τα μέλη τους, με κάθε πρόσφορο τηλεπικοινωνιακό μέσο, καθώς και δια περιφοράς. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, οι υπογραφές των μελών του συλλογικού οργάνου μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email), με ηλεκτρονική υπογραφή ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα. Η παρούσα υλοποιείται με ευθύνη του Προέδρου του συλλογικού οργάνου.
2. Άρθρα 50 και 52 (άρθρο 117): Το όριο του Συνοπτικού Διαγωνισμού να οριστεί στις €200.000 πλέον ΦΠΑ. Τούτο θα διευκολύνει τις Αναθέτουσες Αρχές στην άμεση κάλυψη επειγουσών αναγκών, δεδομένης της ταχύτητας στην διενέργεια Πρόχειρων Διαγωνισμών.
Παράλληλα επειδή η ισχύς του κανόνα περί διενέργειας ενός πρόχειρου διαγωνισμού ανά έτος για κάθε αντικείμενο (παρότι, επί της αρχής, είναι ορθός προκειμένου να αποφεύγεται η κατάτμηση αντικειμένου) δημιουργεί αγκυλώσεις, ειδικά σε περιπτώσεις όπου χρειάζεται η διενέργεια ενός πρόχειρου διαγωνισμού για συντήρηση και ενός άλλου για επείγουσες προσθήκες/ βελτιώσεις σε υφιστάμενο σύστημα ή εφαρμογή, προτείνεται από την εφαρμογή του παραπάνω κανόνα να εξαιρούνται οι διαγωνισμοί συντήρησης συστημάτων και εφαρμογών .
3. Άρθρο 22 (άρθρο 72 παρ. 7): Οι προβλεπόμενες από τον εκάστοτε τρόπο πληρωμής προκαταβολές δημοσίων συμβάσεων δεν πρέπει να είναι έντοκες, επειδή δεν αποτελούν δάνειο του φορέα προς τον ανάδοχο, αλλά συμβατικό αντικείμενο των υποχρεώσεών του, προκειμένου να υπάρχει συμφωνία με τις ισχύουσες εμπορικές πρακτικές της αγοράς. Το σύνολο των προμηθευτών/ υπεργολάβων απαιτούν άτοκες προκαταβολές για να μπορέσουν να εκκινήσουν τη διαδικασία υλοποίησης του αντικειμένου τους. Η ύπαρξη τόκων προκαταβολής δημιουργεί περιττά έξοδα για το έργο και επιβαρύνει το οικονομικό αντικείμενο με χρηματοοικονομικό κόστος, χωρίς να παρέχεται κάποια ωφέλιμη υπηρεσία προς την αναθέτουσα αρχή.
Η δε επιβάρυνση του αναδόχου γίνεται εξαιρετικά δυσβάστακτη σε περιπτώσεις σημαντικής χρονικής καθυστέρησης της υλοποίησης του έργου, ιδιαίτερα σε καταστάσεις που δεν ευθύνεται ο ίδιος για την καθυστέρηση (π.χ. αναστολή έργου, ανωτέρα βία, αλλαγή χρηματοδοτικού πλαισίου (έργα “γέφυρες”), κ.λπ.) για τις οποίες δεν έχει ληφθεί από το αρμόδιο όργανο απόφαση αναστολής της τοκοφορίας. Η αναθέτουσα αρχή, παραμένει πλήρως διασφαλισμένη με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής προκαταβολής από τον ανάδοχο.
Σημειώνεται τέλος, ότι η άτοκη προκαταβολή με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής αποτελεί και τη διεθνή πρακτική (ενδεικτικά αναφέρονται Κύπρος και Μάλτα, ως πλησιέστερες προς την Ελλάδα χώρες).
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να προβλεφθεί νομοθετικά ότι η τοκοφορία της προκαταβολής αναστέλλεται στις παραπάνω περιπτώσεις, στις οποίες ο ανάδοχος δεν έχει ευθύνη.
4. Είναι πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο, μετά τη λήξη της εγγύησης ενός έργου, ο κύριος του Έργου να μην έχει προβλέψει ή να αδυνατεί να χρηματοδοτήσει τη συντήρησή του, με αποτέλεσμα την απαξίωση της λειτουργικότητάς του. Προτείνεται σε όλα τα έργα να περιλαμβάνεται δικαίωμα προαίρεσης για υπηρεσίες συντήρησης με χρηματοδότηση είτε από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Κυρίου του έργου ή από το ΠΔΕ. Σε περίπτωση μη ύπαρξης δικαιώματος προαίρεσης για υπηρεσίες συντήρησης θα πρέπει η Αναθέτουσα Αρχή να τεκμηριώνει την απόφασή της. Η υπογραφή σύμβασης συντήρησης θα πρέπει να γίνεται εντός ενός μήνα από τη λήξη της περιόδου εγγύησης. Στην περίπτωση καθυστέρησης πέραν του ενός μήνα δεν θα ισχύει η πρόταση συντήρησης που έχει συμπεριληφθεί στη σύμβαση υλοποίησης του έργου βάσει της προσφοράς του Αναδόχου και θα υποβάλλεται εκ νέου προσφορά.
Επομένως απαιτείται και η ρητή νομοθετική πρόβλεψη ότι ο φορέας θα έχει υποχρέωση να συντηρεί το έργο μετά το πέρας της περιόδου εγγύησης και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του.
5. Άρθρο 42 (άρθρο 101): Στους αποκλειστικά μειοδοτικούς διαγωνισμούς θα πρέπει να είναι υποχρεωτική και όχι προαιρετική η αναστροφή των σταδίων (να ανοίγει δηλαδή πρώτα η οικονομική προσφορά) και να υπάρχει προκαθορισμένο διάστημα για την έκδοση απόφασης επιλογής του προσωρινού αναδόχου (π.χ. κατ‘ ανώτατο όριο 10 ημέρες) και μικρότερη προθεσμία για τον έλεγχο των δικαιολογητικών κατακύρωσης και την έκδοση απόφασης κατακύρωσης.
6. Με βάση τον Ν. 4412/2016 οι αναθέτουσες αρχές έχουν δικαίωμα στη διακήρυξη να ζητούν ως προϋποθέσεις συμμετοχής την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του προσφέροντα βάσει ειδικότερων κριτηρίων. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να έχουν άμεση σχέση με το αντικείμενο του διαγωνισμού σε τεχνικό και οικονομικό επίπεδο, η δε εισαγωγή κριτηρίων θα πρέπει να σταθμίζεται με βάση το αντικείμενου του διαγωνισμού.
Γ. Θέματα υλοποίησης συμβάσεων
1. Να προβλεφθεί η δυνατότητα παράδοσης με ηλεκτρονικά μέσα όλων των παραδοτέων των δημοσίων συμβάσεων συνοδευόμενων από ψηφιακά υπογεγραμμένη επιστολή του αναδόχου, η οποία πιστοποιεί την προέλευση, ακρίβεια και ορθότητά τους, χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση αυτών σε φυσικό μέσο. Από την πρόβλεψη αυτή φυσικά θα εξαιρούνται παραδοτέα υλικά καθώς και υλικά δείγματα που τυχόν απαιτούνται από την εκάστοτε δημόσια σύμβαση.
2. Άρθρο 106 (άρθρα 215) Δεδομένου ότι στους υπό προκήρυξη διαγωνισμούς παρατηρούνται μεγάλες αποκλίσεις ως προς το ζητούμενο χρόνο εγγύησης, προτείνεται να υπάρξει τυποποίηση στη ζητούμενη περίοδο εγγύησης ώστε να μην υπερβαίνει τους 24 μήνες. Περαιτέρω θα πρέπει κατά τη σύνταξη του προϋπολογισμού εκάστου έργου οι Αναθέτουσες Αρχές να αποδεικνύουν, ότι έχουν συνυπολογίσει το κόστος της ζητούμενης εγγύησης στον προϋπολογισμό του έργου.
3. Η αναστολή της εφαρμογής μέρους ή του συνόλου του έργου θα πρέπει να γνωστοποιείται εγγράφως στον Ανάδοχο. Στην γνωστοποίηση θα προσδιορίζονται επακριβώς οι λόγοι της αναστολής καθώς και η χρονική διάρκεια αυτής. Η Αναθέτουσα αρχή/ Κύριος του έργου θα έχει τη δυνατότητα παράτασης της χρονικής διάρκειας της αναστολής μόνο μια φορά και όχι για διάστημα μεγαλύτερο τον τριών (3) μηνών. Από την ημερομηνία έναρξης της αναστολής ο Ανάδοχος θα απαλλάσσεται των συμβατικών του υποχρεώσεων, ήτοι:
α. της τοκοφορίας της τυχόν δοθείσης προκαταβολής και
β. του κόστους εγγύησης εξοπλισμού και έτοιμου λογισμικού (εφόσον η αναστολή εκκινεί μετά την παραλαβή τους).
Επίσης θα πρέπει να διασφαλίζεται η επιστροφή εγγυητικών καλής εκτέλεσης για το υπολειπόμενο έργο, ανάλογα με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται το έργο, καθώς και η πληρωμή του Αναδόχου για το μέρος των υπηρεσιών που παρείχε έως την ημερομηνία έναρξης της αναστολής, ανεξαρτήτως από το πλάνο πληρωμών το οποίο προβλέπεται στη σύμβαση του έργου.
Με την άρση της αναστολής η σύμβαση θα συνεχίζεται από το σημείο που είχε ανασταλεί. Το υπολειπόμενο αντικείμενο της σύμβασης εκτελείται μέσα στην υπολειπόμενη συμβατική προθεσμία και με βάση ειδικότερο χρονοδιάγραμμα, το οποίο υποβάλλεται προς έγκριση στην Αναθέτουσα αρχή μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης άρσης της αναστολής.
Σε περίπτωση που το χρονικό διάστημα αναστολής υπερβαίνει (σωρευτικά) τους έξι (6) μήνες τότε με την άρση αυτής θα προβλέπεται διαδικασία επικαιροποίησης της οικονομικής προσφοράς του Αναδόχου, καθώς και τροποποίηση της σύμβασης, ώστε να ληφθεί υπόψη η τυχόν επαύξηση κόστους, η κατάθεση εκ νέου εγγυητικών για το υπολειπόμενο οικονομικό αντικείμενο καθώς και η επικαιροποίηση του χρονοδιαγράμματος του υπολειπόμενου έργου.
Εφόσον το χρονικό διάστημα αναστολής (σωρευτικά σε περίπτωση ανανέωσης του) υπερβεί το 1/3 της συνολικής συμβατικής διάρκειας του έργου, τότε παύει η απαίτηση υλοποίησής του.
Σε αυτή την περίπτωση ο Ανάδοχος δύναται να ζητήσει τη λύση της σύμβασης μονομερώς.
4. Λόγω των εκτενών χρονοδιαγραμμάτων των έργων ή/ και των καθυστερήσεων των τμηματικών παραλαβών επιμέρους φάσεων, σε σχέση με το κόστος εγγύησης (SLA) έτοιμου λογισμικού, υποδομών και εφαρμογών που αναλαμβάνουν οι Ανάδοχοι των έργων, προτείνονται τα ακόλουθα:
• Η Φάση εγκατάστασης υλικού και έτοιμου λογισμικού να συνδέεται με τη Φάση Δοκιμαστικής ή Πιλοτικής Λειτουργίας του έργου και να μην περιλαμβάνεται στις αρχικές φάσεις αυτού (σχεδιασμός ή/ και ανάπτυξη). Η υποχρέωση εγγύησης να ξεκινά ένα μήνα μετά την παραλαβή της εν λόγω Φάσης, ενώ η εγγύηση των εφαρμογών να τίθεται σε ισχύ με την έναρξη της Παραγωγικής λειτουργίας του έργου.
• Στη Φάση εγκατάστασης εξοπλισμού και έτοιμου λογισμικού να προβλέπεται υποχρεωτικά πληρωμή, ενώ για περιπτώσεις rollout (διασπορά εγκαταστάσεων) να προβλέπονται τμηματικές παραλαβές και αντίστοιχα πληρωμές αυτών. Οι εγγυητικές εκτέλεσης και προκαταβολής να εναρμονίζονται με τα παραπάνω.
5. Σε κάθε έργο με αντικείμενο ένα Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ) θα πρέπει να υπάρχει σχετική προδιαγραφή με τεχνικό και οικονομικό αντικείμενο μεταφοράς της υποστήριξης σε άλλον ανάδοχο που τυχόν προκύψει μετά από διαγωνιστική διαδικασία. Άλλως, θα πρέπει να υπάρχει στον προϋπολογισμό του έργου πρόβλεψη για το κόστος της παραπάνω μεταφοράς τεχνογνωσίας σε περίπτωση ανάληψης της συντήρησης από άλλον οικονομικό φορέα πλην του Αναδόχου.
6. Με νομοθετική παρέμβαση θα πρέπει να προβλέπεται η μη αποστολή στο Ελεγκτικό Συνέδριο προς έγκριση των εκτελεστικών συμβάσεων σε Συμφωνίες – Πλαίσιο που έχουν ήδη εγκριθεί σε προγενέστερο στάδιο από το Ελεγκτικό Συνέδριο, με την προϋπόθεση ότι, κατά δεσμευτική δήλωση των Αναθετουσών Αρχών, οι εκτελεστικές συμβάσεις διατηρούν τους ίδιους ακριβώς όρους με αυτούς που ίσχυαν για την ανάθεση της Συμφωνίας – Πλαίσιο και όχι σε περιπτώσεις όπου κρίνεται απαραίτητο οι διαγωνισμοί αυτοί να βασίζονται σε ακριβέστερα διατυπωμένους όρους ή και σε άλλους όρους. Πράγματι, η ανάγκη ευελιξίας και ελκυστικότητας των Δυναμικών Συστημάτων Αγορών, που είχε αναδειχθεί με την πρόσφατη τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 4605/2019, επιτρέπει την περαιτέρω νομοθετική παρέμβαση, ώστε να μην αποστέλλονται για προσυμβατικό έλεγχο οι εκτελεστικές συμβάσεις, εφόσον η συμφωνία πλαίσιο υπερβαίνει τα εκάστοτε θεσπιζόμενα όρια, αλλά ο προληπτικός έλεγχος της έχει ήδη ολοκληρωθεί.
7. Θα πρέπει να προβλέπεται ότι μετά από την κατακύρωση του έργου στον ανάδοχο, οι φορείς δεν θα μπορούν να προσθέτουν στην σύμβαση νέους όρους σε σχέση με το σχέδιο που περιλαμβανόταν στη διακήρυξη, παρά μόνο κατόπιν αποδοχής του αναδόχου.
8. Η σειρά των συμβατικών κειμένων θα πρέπει να είναι, με φθίνουσα ισχύ, σύμβαση, προσφορά, διακήρυξη.
9. Θα πρέπει να επιτρέπεται στους αναδόχους, χωρίς την έγκριση της Αναθέτουσας Αρχής, η εκχώρηση σε πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, που λειτουργούν νόμιμα στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή στα κράτη – μέλη της ΣΔΣ, όλων των απαιτήσεων τους από την εκτέλεση Δημόσιων Συμβάσεων προμηθειών αγαθών και παροχής γενικών υπηρεσιών.
10. Να υπάρχει ρητή πρόβλεψη στις διακηρύξεις για τον περιορισμό ευθύνης του Αναδόχου ως προς τις αποθετικές ζημίες μέχρι του ύψους του ποσού της Σύμβασης λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του Αστικού Κώδικα.
11. Παρατηρείται πολύ συχνά το φαινόμενο στις περιπτώσεις ανανεούμενων συμβάσεων συντήρησης ή/ και τεχνικής υποστήριξης ο ανάδοχος να παρέχει αδιάλειπτα υπηρεσίες προς την Αναθέτουσα Αρχή για το διάστημα από τη λήξη της προηγούμενης σύμβασης και μέχρι τη σύναψη της επόμενης. Για το χρονικό διάστημα αυτό παροχής των υπηρεσιών, πρακτικά, δεν είναι δυνατή η πληρωμή του αναδόχου παρά μόνο μετά από προσφυγή του στα Διοικητικά Δικαστήρια με προφανή μεγάλη χρονική καθυστέρηση για την έκδοση της απόφασης, αλλά και με σημαντικό οικονομικό κόστος. Θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για την κάλυψη του χρονικού διαστήματος παροχής των υπηρεσιών του αναδόχου εκτός συμβατικού πλαισίου (π.χ. με αυτοδίκαιη παράταση της λήξασας σύμβασης έως την ημερομηνία σύναψης της νέας).
Δ. Παρατηρήσεις επί συγκεκριμένων άρθρων
1. Να προστεθεί στο Άρθρο 205α του ν 4412/2016: «Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής όπως και η άσκηση της προσφυγής αναστέλλουν τις συνέπειες της απόφασης». Επίσης ως πρόβλεψη για το πιστοποιητικό του άρθρου 73, να προστεθεί στο 205α του Ν 4412/2016: «Στην περίπτωση του άρθρου 73στ’ η έκπτωση μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή πλημμέλεια μετά από την τελεσίδικη απόρριψη της προσφυγής».
2. Άρθρο 102 (άρθρο 196): Θα πρέπει να προβλεφθεί η διαδικασία και οι προϋποθέσεις της πληρωμής του αναδόχου και στην περίπτωση της αυτοδίκαιης παραλαβής.
3. Άρθρο 35 (Άρθρο 92): Η καταργούμενη παρ. 7 του Άρθρου 92 επέτρεπε την συμμετοχή στην διαδικασία σε αλλοδαπούς οικονομικούς φορείς χωρίς την χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής στην περίπτωση που στη χώρα προέλευσής τους δεν είναι υποχρεωτική η χρήση προηγμένης ψηφιακής υπογραφής σε διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Θεωρούμε πως η πρόβλεψη αυτή πρέπει να παραμείνει διότι σε περίπτωση κατάργησής της καθίσταται δύσκολη η συμμετοχή οικονομικών φορέων που διαθέτουν εξειδικευμένη τεχνογνωσία και εμπειρία στο αντικείμενο του έργου.
4. Άρθρο 44 (Άρθρο 103 παρ. 4 και 5): Παραμένει η πρόβλεψη ότι η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής στην περίπτωση που δεν υποβληθούν εμπρόθεσμα ή κριθούν απορριπτέα τα δικαιολογητικά κατακύρωσης. Δεδομένου ότι το στάδιο προσκόμισης και εξέτασης των δικαιολογητικών κατακύρωσης είναι διακριτό στάδιο της διαγωνιστικής διαδικασίας θεωρούμε πως, εφόσον η προσφορά του υποψηφίου αναδόχου θα απορριφθεί, η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής είναι ιδιαίτερα επαχθές μέτρο και προτείνεται να μην ισχύει.
5. Άρθρο 37 (άρθρο 94 παρ. 5): Προτείνεται η κατάργηση της σχετικής διάταξης προκειμένου για προμήθειες και υπηρεσίες ΤΠΥ, διότι η δήλωση της χώρας παραγωγής και του τόπου εγκατάστασης της μονάδας παραγωγής δεν είναι πάντα εφικτή με ακρίβεια αφού υπάρχουν κατασκευαστές οι οποίοι διατηρούν εργοστάσια παραγωγής σε διάφορες χώρες.
6. Άρθρο 42 (άρθρο 101): Να προβλεφθεί ρητά ότι μετά το άνοιγμα των οικονομικών προφορών εξετάζεται μόνο η τεχνική προσφορά του μειοδότη.
Άρθρο 25 (τροποποίηση άρθρου 76 ν.4412/2016): Κριτήρια επιλογής
Τα κριτήρια επιλογής θα πρέπει να σχετίζονται με τον προϋπολογισμό του έργου συναρτήσει της αναμενόμενης διάρκειας του έργου. Αυτό προτείνεται καθώς οι απαιτήσεις (χρηματοοικονομικές, εμπειρίας κλπ) ενός έργου προϋπολογισμού Χ και διάρκειας 4 ετών είναι τέσσερις φορές μικρότερες από ενός έργου του ίδιου προϋπολογισμού Χ αλλά διάρκειας 1 έτους.
Λαμβάνοντας υπόψιν και τις δοθείσες εκπτώσεις στα έργα και τις μελέτες (ιδιαίτερα υψηλές με αποτέλεσμα οι κύκλοι εργασιών και οι εμπειρίες να είναι μειωμένες), αλλά και τη δυνατότητα που πρέπει να έχουν οι επιχειρήσεις για ανάπτυξη του κύκλου εργασιών τους, προτείνεται ο μέγιστος ζητούμενος ετήσιος κύκλος εργασιών να ορίζεται στο 50% του πηλίκου της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης δια των ετών της διάρκειάς της, όπως έχει προταθεί ήδη στη διαβούλευση.
Άρθρο 22 (τροποποίηση άρθρου 72 ν.4412/2016): Εγγυήσεις
Η κατάπτωση της Ε.Ε. συμμετοχής σε περίπτωση απόρριψης της προσφοράς ως ιδιαίτερα χαμηλής δεν είναι λογική, καθώς η προσφορά απορρίπτεται από την ίδια την υπηρεσία.
Η κατάπτωση της Ε.Ε. συμμετοχής δεν θα πρέπει να γίνεται στην περίπτωση απόρριψης προσφοράς λόγω διαφορετικής ερμηνείας των στοιχείων που έχουν προσκομισθεί στην υπηρεσία (πχ ύψος εμπειρίας κλπ), αλλά μόνο στην περίπτωση παροχής λανθασμένων ή πλαστών στοιχείων.
Η έκτακτη και ιδιαίτερη συγκυρία που διαμορφώθηκε με την έλευση της πανδημίας του νέου κορονοϊού (COVID-19) υπογράμμισε πολύ έντονα την ανάγκη βελτιωτικών κινήσεων για τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς ανέδειξε ακόμη περισσότερο ότι οι έκτακτες συνθήκες δεν πρέπει να συνιστούν άλλοθι για συμβιβασμούς σε θέματα χρηστής διακυβέρνησης. Παράλληλα, η αυξημένη και έκτακτη εισροή χρηματοοικονομικών πόρων που θα επενδύσουν τα 27 κράτη μέλη, ύψους σχεδόν 1,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ (μέσω του MFF 2021-2027 και του Next Generation EU) και οι οποίοι θα πρέπει να διατεθούν το ταχύτερο δυνατό μέσω των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων, αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου προστασίας τους από φαινόμενα αδιαφάνειας και κακοδιαχείρισης. Η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς (ΔΔ-Ε) ως οργάνωση της Κοινωνίας των Πολιτών με αντικείμενο την ανάπτυξη δράσεων για την καταπολέμηση της διαφθοράς και την ενίσχυση της διαφάνειας – και στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων – αξιολογεί ότι στους κατευθυντήριους άξονες μιας προσπάθειας εκσυγχρονισμού και βελτίωσης των διαδικασιών των δημοσίων συμβάσεων οφείλουν να συμπεριλαμβάνονται: η διαφάνεια και η λογοδοσία των εμπλεκομένων μερών, η ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων, καθώς και η ορθή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα και την καλή ποιότητα των παραδοτέων.
Το ΣχΝ αποτελεί ένα ογκώδες και σύνθετο νομοθέτημα που τροποποιεί το μεγαλύτερο μέρος του ισχύοντος νομικού πλαισίου περί των δημοσίων συμβάσεων και αγγίζει ένα μεγάλης σπουδαιότητας αντικείμενο, το οποίο επηρεάζει τη λειτουργία ολόκληρου του δημόσιου τομέα, την επαγγελματική δραστηριότητα πολλών εταιριών αλλά και την ποιότητα ζωής των πολιτών. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το δοθέν διάστημα των 14 ημερών δεν επαρκεί για τη σε βάθος μελέτη και κατανόηση των προτεινόμενων πολυάριθμων τροποποιήσεων, πολλώ δε μάλλον για την αξιολόγησή τους και ακόμα περισσότερο την καταγραφή συγκεκριμένων δομημένων προτάσεων. Είναι θετικό ότι ξεκίνησε μια προσπάθεια με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την απλοποίηση του σύνθετου ρυθμιστικού πλαισίου για τις δημόσιες συμβάσεις με βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, εντούτοις προβληματίζουν: α. Η αναφορά στην ανάλυση των συνεπειών της ρύθμισης ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη συναφείς πρακτικές από άλλες χώρες ή οργανισμούς χωρίς αιτιολόγηση. β. Η απουσία από το Σχέδιο Νόμου ζητημάτων, όπως η διαμόρφωση διαδικασιών και κανόνων για την επιλογή των Έργων που προωθούνται για δημοπράτηση με ενεργή συμμετοχή των ωφελουμένων τοπικών κοινωνιών και η πρόβλεψη για την υλοποίηση έργων με πραγματικά ώριμες και επικαιροποιημένες μελέτες και γ. Η απουσία αναφοράς στην απλοποίηση των διαδικασιών και στην ανάγκη συντονισμού φορέων και υπηρεσιών που ενώ δεν εμπλέκονται άμεσα στην εκτέλεση μιας δημόσιας σύμβασης, επηρεάζουν, καθυστερούν ή ακόμη και ματαιώνουν την υλοποίησή της (π.χ. μεγάλες καθυστερήσεις στις αδειοδοτήσεις και τις προπαρασκευαστικές ενέργειες πριν την έναρξη των εργασιών που μεταθέτουν την έναρξη των εργασιών πολλούς μήνες μετά την υπογραφή των συμβάσεων). Τέλος, πολλά καίρια ζητήματα του προτεινόμενου Νομοσχεδίου επαφίενται στην έκδοση Υπουργικών Αποφάσεων σε μεταγενέστερο χρόνο αφήνοντας προς στιγμήν απροσδιόριστες και αβέβαιες ως προς το περιεχόμενό τους βασικές προεκτάσεις των νέων προτάσεων.
Ειδικότερα στο κομμάτι της διαφάνειας και της λογοδοσίας η υποχρεωτική χρήση των συστημάτων ΕΣΗΔΗΣ και ΚΗΜΔΗΣ για την ανάθεση και δημοσιότητα δημοσίων συμβάσεων ανεξαρτήτως αντικειμένου και ποσού αποτελεί μονόδρομο και κατατίθεται ως βασική σύσταση της ΔΔ-Ε, με την εισαγωγή ενδεχομένως εντός αυτών ειδικών διαδικασιών για ιδιαίτερες περιπτώσεις (π.χ. για επείγουσες ανάγκες). Ενδεικτικά επισημαίνουμε άρθρα του Σχεδίου Νόμου που αντικρούουν στη γενικότερη χρήση των συστημάτων:
Άρθρο 2 Ρύθμιση ζητημάτων προσφυγής σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση– Αντικατάσταση άρθρου 32Α ν. 4412/2016
Συστήνεται η ανάθεση όλων των συμβάσεων έργου ή προμήθειας εντός του ΕΣΗΔΗΣ και εφόσον επιλέγεται να διατηρηθεί η διαδικασία της προσφυγής σε διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση είναι σημαντικό να τεθεί κατ’ ελάχιστον ένα χρηματικό όριο.
Άρθρο 5 Υποχρέωση χρήσης – Λειτουργία ΕΣΗΔΗΣ– Τροποποίηση άρθρου 36 ν. 4412/2016. Ενώ κρίνεται ως θετική η μείωση του ορίου από 60.000 σε 30.000 ευρώ, συστήνεται ωστόσο η ανάθεση όλων των συμβάσεων έργου ή προμήθειας εντός του ΕΣΗΔΗΣ, ανεξαρτήτως ποσού. Με την καθολική χρήση των ηλεκτρονικών/ψηφιακών εργαλείων θα υπάρξει όφελος για όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία χάρη στη μείωση του γραφειοκρατικού βάρους που θα επιφέρει η εξάλειψη έγχαρτων διαδικασιών ενώ παράλληλα θα εξασφαλιστεί υψηλότερη διαφάνεια των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων σε όλο το φάσμα αυτών, συμπεριλαμβανόμενων και συμβάσεων πολύ χαμηλού οικονομικού αντικειμένου.
Άρθρο 7. Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) – Τροποποίηση άρθρου 38 ν.4412/2016. Με το άρθρο 7 προβλέπεται ότι θα αναρτώνται υποχρεωτικά στο ΚΗΜΔΗΣ δεδομένα και στοιχεία συμβάσεων αξίας άνω των 2.500 ευρώ, ανεβάζοντας το όριο από 1000 ευρώ που προβλέπεται από το ν. 4412/2016 χωρίς καμία αιτιολόγηση και διευρύνοντας ουσιαστικά την γκρίζα ζώνη των δημοσίων συμβάσεων για τις οποίες δεν παρέχεται καμία πληροφόρηση. Συστήνεται η καταχώρηση στοιχείων όλων των δημοσίων συμβάσεων στο ΚΗΜΔΗΣ, ακόμα και αυτών με προϋπολογισμό κάτω των 1.000 ευρώ.
Άρθρο 33. Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές – Τροποποίηση άρθρου 88 ν. 4412/2016. Με το άρθρο 33 προτείνεται η λήψη δέσμης μέτρων για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών για την ανάληψη ενός Έργου, που οδηγεί σε υποκοστολογημένες προσφορές με συνακόλουθη αδυναμία ολοκλήρωσης του έργου και εμφάνισης σοβαρών ποιοτικών προβλημάτων ενώ διογκώνει συγχρόνως το φαινόμενο των συμπληρωματικών συμβάσεων κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης. Ωστόσο η προτεινόμενη λύση μετακυλύει εκ νέου την ευθύνη για την αποδοχή ή την απόρριψη μιας προσφοράς ως αδικαιολόγητα χαμηλής στην εκάστοτε Αναθέτουσα Αρχή χωρίς να καθορίζει σαφή κριτήρια επ’ αυτού, αφήνοντας επίσης ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν καθυστερήσεις στη διαδικασία λόγω πιθανών ενστάσεων. Κατά αυτόν τον τρόπο θα επιτρέπονται και πάλι χαμηλές προσφορές με τον κίνδυνο εγκατάλειψης του έργου ή αύξησης του οικονομικού αντικειμένου με συμπληρωματικές συμβάσεις ή μεγάλες τροποποιήσεις της αρχικής μελέτης. Σε παλαιότερο Νόμο, εφαρμοζόταν μαθηματικός τύπος που απέκλειε απευθείας τις πολύ χαμηλές προσφορές από τη συμμετοχή στη διαγωνιστική διαδικασία. Επρόκειτο για μία προτιμητέα διαδικασία καθώς οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι Ανάδοχοι δεν μπορούσαν με κανέναν τρόπο να καταφύγουν σε ένσταση-εφόσον το εν λόγω κριτήριο προβλεπόταν από τον Νόμο και δεν επαφιόταν στην κρίση της Αναθέτουσας- και κατά συνέπεια να καθυστερήσουν το Έργο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης, η με την επιλογή του μαθηματικού τύπου προσφορά που θα αναλάβει το Έργο θα κυμαίνεται κοντά στη μέση τιμή και θα προσφέρει κάποιο λογικό περιθώριο κέρδους στον Ανάδοχο, αποτρέποντάς τον με τον τρόπο αυτό να καταφύγει σε αδιαφανείς πρακτικές. Οι πολύ χαμηλές προσφορές, όπως για παράδειγμα αυτές που έχουν αξία κάτω από τη Μέση Τιμή μείον δύο φορές την Τυπική Απόκλιση, συστήνεται να απορρίπτονται.
Άρθρο 50. Απευθείας ανάθεση – Αντικατάσταση άρθρου 118 ν. 4412/2016. Με την τροποποίηση του άρθρου 118, αυξάνεται το χρηματικό όριο για απευθείας αναθέσεις από τις 20.000 ευρώ στις 30.000 ευρώ για τις συμβάσεις προμηθειών και γενικών υπηρεσιών και στις 60.000 ευρώ για τις συμβάσεις έργων και συμβάσεις των άρθρων 107-110 του ν.4412/2016 αντίστοιχα, χωρίς καμία αιτιολόγηση για τόσο μεγάλη αύξηση. Είναι γεγονός ότι οι απευθείας αναθέσεις έχουν λειτουργήσει συχνά ως πηγή διαφθοράς και αδιαφάνειας. Συστήνεται να μην επιτρέπεται απολύτως καμία ανάθεση έργου ή προμήθειας εκτός του ΕΣΗΔΗΣ, ανεξαρτήτως ποσού, ακόμα και για συμβάσεις ύψους 1.000 ευρώ.
Άρθρο 52. Συμβάσεις ενεργειών τεχνικής βοήθειας – Τροποποίηση άρθρου 119 ν. 4412/2016 και Άρθρο 56. Ανάθεση εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για δημόσιες συμβάσεις– Τροποποίηση άρθρου 128 ν. 4412/2016. Τα δύο παραπάνω άρθρα παρέχουν στις Αναθέτουσες Αρχές τη δυνατότητα ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ενεργειών τεχνικής βοήθειας στο πλαίσιο εκτέλεσης συγχρηματοδοτούμενων έργων και πρόσληψης υπηρεσιών συμβούλου για έργα μεγάλης αξίας ή έργα ΣΔΙΤ ή συμβάσεων παραχώρησης έργων αντίστοιχα, με παράκαμψη του συστήματος ΕΣΗΔΗΣ και μέσω απευθείας αναθέσεων για ποσά 60.000 ή 100.000 ευρώ στην πρώτη περίπτωση και έως και 150.000 ευρώ στη δεύτερη, και μάλιστα χωρίς προσδιορισμό κριτηρίων, τα οποία αναμένεται να ρυθμιστούν στο μέλλον με Υπουργική Απόφαση. Κατά την άποψη της ΔΔ-Ε κάθε ανάθεση έργου ή προμήθειας, ακόμα και οι ενέργειες τεχνικής βοήθειας των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων ή συμβάσεις συμβούλων για μεγάλα έργα ή ΣΔΙΤ συστήνεται να γίνονται μέσω του ΕΣΗΔΗΣ.
Άρθρο 57. Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση και επίβλεψη– Αντικατάσταση άρθρου 136 ν. 4412/2016 και Άρθρο 89. Διοίκηση σύμβασης μελέτης – παροχής τεχνικών υπηρεσιών, έλεγχος, επίβλεψη και παρακολούθηση – Αντικατάσταση άρθρου 183 ν. 4412/2016. Με τα άρθρα 57 & 89 εισάγεται η δυνατότητα της παροχής υπηρεσιών επίβλεψης δημοσίων συμβάσεων έργων και μελετών και από πιστοποιημένους οικονομικούς φορείς (νομικά ή φυσικά πρόσωπα). Στην περίπτωση αυτή η σύμβαση θα έχει έναν ανάδοχο υλοποίησης του Έργου και άλλον ανάδοχο για την επίβλεψη αυτού. Η διαδικασία της επιλογής του αναδόχου επίβλεψης, αναμένεται να οριστεί με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών. Ωστόσο, η ΔΔ-Ε επισημαίνει ως προς αυτό ότι θα ήταν σημαντικό να τεθούν- βάσει Νόμου και όχι υπουργικής απόφασης- πολύ αυστηροί όροι για την επιλογή του αναδόχου επίβλεψης, προς αποφυγή περιστατικών σύγκρουσης συμφερόντων (conflict of interest) μεταξύ των αναδόχων κατασκευής και επίβλεψης. Επίσης επί των συμβάσεων έργου δεν προβλέπεται περιορισμός για το πλήθος των συμβάσεων που μπορεί να επιβλέπει κάθε πιστοποιημένος φορέας ταυτόχρονα, αντίθετα με αντίστοιχη πρόβλεψη στο άρθρο 58 (έργα κάτω των ορίων) για τις οποίες προβλέπεται ότι ο ελεγκτής δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει στη διαδικασία για ανάληψη επίβλεψης νέου έργου μέχρι την παραλαβή αυτού που ήδη έχει αναλάβει. Τέλος, συστήνεται η διαδικασία επιλογής Αναδόχου για την επίβλεψη συστήνεται να διεξάγεται μέσω του ΕΣΗΔΗΣ και με την τήρηση πολύ αυστηρών κριτηρίων.
Επιπρόσθετα, επισημαίνεται η αντικατάσταση του άρθρου 73 του ν. 4412/2016 που αφορά στις προϋποθέσεις αποκλεισμού οικονομικού φορέα. Άρθρο 23 Λόγοι αποκλεισμού – Αντικατάσταση άρθρου 73 ν. 4412/2016. Με το άρθρο 23 τροποποιείται το άρθρο 73 του ν.4412/2016 που αφορά στις προϋποθέσεις αποκλεισμού οικονομικού φορέα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η παρ. 1 του εν λόγω άρθρου, που προβλέπει τις περιπτώσεις οικονομικών φορέων που αποκλείονται από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης για ιδιαιτέρως σημαντικά εγκλήματα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η δωροδοκία και η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Επομένως πρόκειται για άρθρο κεφαλαιώδους σημασίας για την προστασία την ακεραιότητας στην διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων και απαιτείται να συντρέχουν οι προϋποθέσεις ουσιαστικής εφαρμογής του, λαμβάνοντας βέβαια πάντα υπόψη τις ανάγκες ταχείας διεκπεραίωσης των διαδικασιών σύναψης των συμβάσεων αλλά και τα ατομικά δικαιώματα όλων των εμπλεκομένων φορέων. Βασικός όρος για την ενεργοποίηση του αποκλεισμού του οικονομικού φορέα είναι η ύπαρξη καταδικαστικής απόφασης εις βάρος του φορέα. Καταδικαστική απόφαση, όμως, με βάση το ισχύον ελληνικό δίκαιο είναι νοητή μόνο κατά φυσικών προσώπων (επιχείρημα εκ των άρ. 7 παρ. 4, 14 παρ. 6 και 47 του Σ -επίσης από το σύνολο των διατάξεων του ΚΠΔ προκύπτει ότι μόνο κατά φυσικού προσώπου μπορεί να επιβληθεί “καταδικαστική απόφαση”), με δεδομένο ότι ούτε στο ουσιαστικό ούτε στο δικονομικό ποινικό δίκαιο είναι γνωστή η έννοια της ποινικής ευθύνης νομικών προσώπων. Αντίθετα υπάρχουν διαδικασίες επιβολής διοικητικής κύρωσης εναντίον νομικών προσώπων για τα εγκλήματα που προβλέπονται στο άρθρο 73 παρ. 1, με πιο σημαντική από όλες αυτή του άρθρου 45 του ν. 4557/2018. Όμως οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται από διοικητικά όργανα (τις επιβλέπουσες αρχές του ν. 4557/2018 ή το ΣΔΟΕ, κατά περίπτωση), είναι δεκτικές προσβολής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και δεν είναι “καταδικαστικές”.
Εφόσον, όμως η ως άνω διαπίστωση είναι ορθή, τότε η παρ. 1 του άρ. 73 είναι δυνατόν να εφαρμοστεί μόνο σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας είναι φυσικό πρόσωπο ή αν καταδικαστεί φυσικό πρόσωπο από αυτά που αναφέρονται στο β΄ εδάφιο της διάταξης της παρ. 1. Δεδομένου μάλιστα ότι στο γράμμα του άρ. 57 (1) της Οδηγίας 2014/24 (εε) γίνεται αναφορά σε “τελεσίδικη απόφαση εις βάρος του [οικονομικού φορέα]”, φαίνεται ότι διανοίγονται δύο εκδοχές: είτε σε πρώτη φάση να αλλάξει η διατύπωση της παρ. 1 ώστε να συμπεριληφθεί η περίπτωση επιβολής διοικητικής κύρωσης κατά νομικών προσώπων (ιδίως δυνάμει του άρθρου 45 του ν. 4557/2018) είτε σε όσο πιο άμεσο χρόνο γίνεται, να εξεταστεί το ενδεχόμενο διαδικασίας καθιέρωσης ευθύνης νομικών προσώπων είτε αμιγώς ποινική είτε με κυρωτικά χαρακτηριστικά, επιβαλλόμενη πάντως από δικαστήρια. Η δεύτερη εκδοχή έχει ήδη προταθεί ad hoc για την Ελλάδα από την Διεθνή Διαφάνεια στην διεθνούς εμβέλειας έκθεση “Exporting corruption. Progress Report 2020: Assessing Enforcement of the OECD Anti-Bribery Convention” [Η έκθεση είναι διαθέσιμη εδώ: https://www.transparency.org/en/publications/exporting-corruption-2020 . Η ad hoc σύσταση για την Ελλάδα βρίσκεται στην σελ. 66 της έκθεσης], ενώ η μη καταγραφή εφαρμογής της διάταξης του άρ. 45 του ν. 4557/2018 [αλλά και των διατάξεων που προηγήθηκαν αυτής που περιλαμβάνονταν στους ν. 3560/2007, 3666/2008 και 3691/2008] αποτελεί ένδειξη ότι οι διατάξεις για την ευθύνη νομικών προσώπων δεν έχουν δώσει κατάλληλα αποτελέσματα στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της οικονομικής εγκληματικότητας [Για την ανεπάρκεια του συστήματος της επιβολής κυρώσεων κατά νομικών προσώπων για πράξεις διαφθοράς βλ. ακόμη την έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο “Ανάπτυξη Ικανοτήτων και Κινητοποίηση των Αρχών Επιβολής του Νόμου στην Ελλάδα”, σελ. 57 επ. (με αναφορά στην διάταξη του άρ. 51 του ν. 3691/2008,, που ως προς το θέμα της αποτελεσματικότητας δεν έχουν αλλάξει ουσιωδώς μετά την θέση σε ισχύ του ν. 4557/2018). Η έκθεση αυτή δημοσιεύτηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος Ελλάδας-OΟΣΑ: Τεχνική Υποστήριξη για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς το 2017 και είναι διαθέσιμη εδώ: https://www.oecd.org/corruption/anti-bribery/OECD-Greece-Building-Capacity-Law-Enforcement-EL.pdf%5D.
Με βάση τα παραπάνω και προκειμένου να υπάρχει αποτελεσματική εφαρμογή του άρθρου 73 του ν. 4412/2016 συστήνεται να επανεξεταστεί το ζήτημα της ευθύνης νομικών προσώπων όταν τελούνται βαριά εγκλήματα προς όφελος και για λογαριασμό τους. Άλλωστε μπορεί να προκύψει το εξής: ποινική καταδίκη νομικού προσώπου σε χώρα ευρωπαϊκής ένωσης να οδηγεί δυνητικά σε αποκλεισμό, ενώ η επιβολή προστίμου με βάση την διοικητική διαδικασία να μην οδηγεί σε τέτοια αποτελέσματα. Οπότε σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διευκρινιστεί τουλάχιστον ρητά ότι η επιβολή κύρωσης δυνάμει του άρ. 45 του ν. 4557/2018 κατά νομικού προσώπου μπορεί να επιφέρει την έννομη συνέπεια του άρ. 73 του ν. 4412/2016.
Ειδικότερα για το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του ισχύοντος άρ. 73 α) συνολικά. Με την προηγούμενη διατύπωση, οι αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων ή αρχών βάσει των αναφερομένων λόγων (λ.χ. απόφαση κατά Ισπανικής εταιρείας για ευρωαπάτη που εκδόθηκε από τις γαλλικές αρχές) μπορούσε να ληφθεί υπόψη και να οδηγήσει σε αποκλεισμό. Σήμερα μπορεί να συμβεί το ίδιο; Στην έκθεση συνεπειών που δημοσιεύτηκε διαφαίνεται μία διάθεση να διευκολυνθούν οι ελληνικές αρχές, αλλά με την προτεινόμενη διατύπωση δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη οι περιπτώσεις συμβάσεων στις οποίες δημιουργούνται ζητήματα αποκλεισμού από αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων ή αρχών, οι οποίες προφανώς, εφαρμόζουν το δικό τους δίκαιο ως προς την επιβολή (ποινικών) κυρώσεων”, και όχι την ελληνική ποινική νομοθεσία. Ορθότερο θα ήταν να αξιοποιηθούν μεν οι τρέχουσες διατυπώσεις της δευτερογενούς ενωσιακής νομοθεσίας (που είναι βέβαια κοινές για όλες τις έννομες τάξεις της ΕΕ, αλλά να κατονομάζονται οι συγκεκριμένες νομοτυπικές μορφές εγκλημάτων ως προς τις αποφάσεις των ημεδαπών δικαστικών (και λοιπών υπό προϋποθέσεις) αρχών. β) επί της περίπτωσης β΄. Το άρ. 237Β ΠΚ δεν προβλέπει αδίκημα, απλά επεκτείνει το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής των αδικημάτων των αρ 235 και 236 συνεπώς μπορεί και πρέπει να διαγραφεί. Περαιτέρω, ορισμένες περιπτώσεις ενεργητικής δωροδοκίας δεν αναφέρονται (ειδικότερα η πράξη της παρ. 1 του άρ. 237Α η ενεργητική δωροδοκία δικαστή κατά το άρ. 237 παρ. 1 ΠΚ η ενεργητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα κατά το άρ. 396 παρ. 1 ΠΚ), χωρίς αυτή η διαγραφή να προβλέπεται από την Οδηγία, επομένως προτείνεται να συμπεριληφθούν και αυτές οι συμπεριφορές. γ) επί της περίπτωσης ε΄. Στην περίπτωση ε΄ πρέπει να διαγραφεί η αναφορά στο ν. 4557/2020 στο ορθό του ν. 4557/2018. Επί της παρ. 4 περιπτώσεις ζ΄ και η΄. Σύμφωνα με την έκθεση συνεπειών, “Για τη συνδρομή του λόγου αποκλεισμού της περ. ζ) της παρ. 4 εισάγεται η έννοια των «εκ προθέσεως σοβαρών απατηλών δηλώσεων», ενώ για την περ. η) η έννοια της παροχής «με απατηλό τρόπο» παραπλανητικών δηλώσεων”. Με αυτό τον τρόπο φαίνεται να εξοβελίζεται από προϋπόθεση της εφαρμογής της διάταξης η περίπτωση καταδίκης για το αδίκημα της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης του άρ. 22 του ν. 1599/1986. Συστήνεται η διατήρηση της διάταξης για την προστασία της ακεραιότητας της σύναψης δημοσίων συμβάσεων.
Επιπρόσθετα και πέραν των επιμέρους σχολίων επί ενδεικτικά επιλεγμένων άρθρων του Νέου Σχεδίου Νόμου, η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς βάσει της εμπειρίας της και πάντα προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της διαφάνειας στο νέο προτεινόμενο πλαίσιο εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων προτείνει την εισαγωγή και υιοθέτηση καλών πρακτικών, όπως το «Σύμφωνο Ακεραιότητας» (ΣΑ) που εφαρμόζει για 1η φορά στην Ελλάδα πιλοτικά σε μεγάλο αντιπλημμυρικό έργο Α’ προτεραιότητας με Αναθέτουσα Αρχή (ΑΑ) την Περιφέρεια Αττικής. Πρόκειται για πρωτοβουλία που υλοποιείται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος “Integrity Pacts – Civil Control Mechanism for Safeguarding EU Funds” σε 11 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εν λόγω πρόγραμμα προτείνει τη συμμετοχή Ανεξάρτητου Παρατηρητή (ιδιώτη ή φορέα της Κοινωνίας των Πολιτών) κατά την ανάθεση & εκτέλεση μιας δημόσιας σύμβασης που δύναται να εντοπίσει φαινόμενα παρατυπιών ή κακοδιαχείρισης καταθέτοντας σχετικές βελτιωτικές προτάσεις έχοντας πρόσβαση σε καίρια στάδια της προβλεπόμενης διαδικασίας. Ενθαρρύνοντας την πρόσβαση στην πληροφορία τα πορίσματα της παρακολούθησης από τον Ανεξάρτητο Παρατηρητή (ΑΠ) δημοσιοποιούνται στους επίσημους ιστότοπους τόσο του ΑΠ (ΔΔ-Ε) όσο και της ΑΑ (Περιφέρεια Αττικής) μέσω της ανάρτησης των ειδικών εκθέσεων του Ανεξάρτητου Παρατηρητή. Απώτερο στόχο της εφαρμογής του ΣΑ συνιστά η ορθότερη διαχείριση και απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλίων στον τομέα της περιφερειακής πολιτικής ταυτόχρονα με τη βελτιωμένη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και την ενδυνάμωση της λογοδοσίας απέναντι στους πολίτες που συνιστούν πυλώνα υπευθυνότητας και αξιοπιστίας μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Ενδεικτική της σημασίας της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας είναι η διεθνής αναγνώρισή της μέσω της απονομής του «Βραβείου Χρηστής Διακυβέρνησης» από την Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια (European Ombudsman), Emily O’Reilly, από κοινού στη Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Regio) και στη Διεθνή Διαφάνεια (Transparency International), καθώς και της ένταξής της στο ειδικό G20 Compendium ως παγκόσμια ορθή πρακτική για την προώθηση της ακεραιότητας και της διαφάνειας στην ανάπτυξη υποδομών.
Οι ως άνω προτάσεις έχουν αποσταλεί και με σχετική επιστολή προς τον Υπουργό κ. Γεωργιάδη.
Διεθνής Διαφάνεια – Ελλάς
Άρθρο 84 (τροποποίηση άρθρου 170 ν.4412/2016):
Υπάρχει ενδεχόμενη σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ του φορέα με την επωνυμία «Εταιρία Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων & Μελετών» και της ΕΔΤΔΕ, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται βάσει του άρθρου 72.
Η κατάργηση της προσωρινής παραλαβή, με συνακόλουθη τη μη πληρωμή κρατήσεων στους αναδόχους για μεγάλο χρονικό διάστημα, επιβαρύνει σημαντικά χρηματοοικονομικά του τελευταίους. Ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τα κόστη αυτά είναι σημαντικά και δυσχεραίνουν τη θέση τους έναντι των μεγάλων επιχειρήσεων. Προτείνεται η διατήρηση της προσωρινής παραλαβής ή, εναλλακτικά, η επιστροφή τμήματος των κρατήσεων καλής εκτέλεσης (ή και των αρχικών εγγυήσεων) με την περαίωση τμημάτων του έργου.
Τέλος, η κατάργηση της προσωρινής παραλαβής έρχεται σε αντίθεση με τα αναφερόμενα στο άρθρο 22 του ίδιου νόμου.
Παρατηρήσεις στο ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
1. Με το άρθρο 84 του Σχεδίου Νόμου (εφεξής Σ.Ν.) (“Ενιαίο Σύστημα
Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών (ΕΣΤΙΜ-
ΤΕΜ) – Αντικατάσταση άρθρου 170 ν. 4412/2016”) αντικαταστάθηκε το άρθρο
170 του Ν.4412/2016 το οποίο αφορούσε διαφορετικό θέμα (“Προσωρινή
παραλαβή του έργου”). Θα πρέπει να επανέλθει το άρθρο 170 του Ν.4412/16
στο Σ.Ν., καθώς η Προσωρινή παραλαβή του έργου αναφέρεται και εμπλέκεται
με πολλά σημεία του Σ.Ν. (π.χ. άρθρα 118, 154, 11 κ.α.) και η έλλειψη αυτή θα επιφέρει δυσλειτουργίες στην εκτέλεση των συμβάσεων των έργων.
2. Με το άρθρο 86 παρ.3 του Σ.Ν. (“Παραλαβή – Αντικατάσταση άρθρου
172 ν. 4412/2016”) προβλέπεται ότι “3. Για τη διενέργεια της παραλαβής η Π.Α. ορίζει… επιτροπή παραλαβής … Η επιτροπή είναι πενταμελής και σε αυτή συμμετέχουν α) τρεις (3) τεχνικοί υπάλληλοι με ειδικότητες σχετικές με το αντικείμενο της σύμβασης που ανήκουν στον φορέα κατασκευής ή και σε άλλους φορείς, κατ’ επιλογή της προϊσταμένης αρχής, πλην του Προέδρου που προέρχεται υποχρεωτικά από άλλη αναθέτουσα αρχή και β) δύο (2) εκπρόσωποι του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους, κατόπιν αιτήματος της προϊσταμένης αρχής, εντός είκοσι (20) ημερών.
…. Οι εκπρόσωποι του ΤΕΕ και ο πρόεδρος της επιτροπής δικαιούνται για τη διενέργεια της παραλαβής ιδιαίτερη αμοιβή, η οποία καταβάλλεται από τις πιστώσεις του έργου.”
Δεν διευκρινίζεται ποια μπορεί να είναι η άλλη Α.Α.
Η υποχρεωτική συμμετοχή των 2 (!) εκπροσώπων του Τ.Ε.Ε. θα
δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στις παραλαβές των έργων.
3. Με το άρθρο 66 παρ.5 του Σ.Ν. (“Προθεσμίες – Αντικατάσταση άρθρου
147 ν. 4412/2016 ”) προβλέπεται ότι “5. Με απόφαση της προϊσταμένης αρχής
εγκρίνεται παράταση των τμηματικών προθεσμιών, ύστερα από αίτηση του αναδόχου που υποβάλλεται στη διευθύνουσα υπηρεσία ή και χωρίς αυτήν αν δεν έχει λήξει η οριακή προθεσμία του έργου. Το αίτημα υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι τη λήξη της τρέχουσας κάθε φορά προθεσμίας και η προϊσταμένη αρχή αποφαίνεται εντός τριάντα (30) ημερών, αλλιώς τεκμαίρεται η αποδοχή της αίτησης και η ρητή ή σιωπηρή παράταση ανατρέχει στη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας.”.
Θα πρέπει να προστεθεί η φράση: …της συνολικής προθεσμίας ή
των τμηματικών προθεσμιών…
4. Με το άρθρο 108 παρ.8 ζ του Σ.Ν. (“Όργανα διενέργειας διαδικασιών
σύναψης δημοσίων συμβάσεων – Τροποποίηση άρθρου 221 ν. 4412/2016”)
προβλέπεται “ ζ) Συστήνεται και τηρείται στη Γενική Γραμματεία Υποδομών, Μητρώο Μελών Επιτροπών Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Μελετών, Τεχνικών και Λοιπών Συναφών Επιστημονικών Υπηρεσιών (Μη.Μ.Ε.Δ.). Στο Μητρώο αυτό εγγράφονται τεχνικοί υπάλληλοι όλων των αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων, των Ανεξάρτητων Αρχών και της Βουλής των Ελλήνων. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών ρυθμίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την εγγραφή στο Μητρώο, η διαδικασία κατάρτισης και τήρησης του Μητρώου, τα καθηκόντων των εγγεγραμμένων, οι όροι απαλλαγής από την υποχρέωση εγγραφής, τα πειθαρχικά αδικήματά τους και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα σχετικά με τα παραπάνω”.
Προτείνεται η συμπλήρωση του παραπάνω ως εξής: “Κάθε μέλος του Μητρώο
Μελών Επιτροπών Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Μελετών, Τεχνικών και Λοιπών Συναφών Επιστημονικών Υπηρεσιών (Μη.Μ.Ε.Δ.) υποχρεούται στην έκδοση ψηφιακής υπογραφής”.
Έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο μεγάλων χρονικών καθυστερήσεων στην
ολοκλήρωση των διαδικασιών δημοπρατήσεων και αναθέσεων συμβάσεων λόγω του
γεγονότος ότι σήμερα αρκετά μέλη του Μη.Μ.Ε.Δ. δεν διαθέτουν ψηφιακή υπογραφή.
Συγκεκριμένα, τα πρακτικά διαγωνισμών, εξέτασης ενστάσεων, αξιολογήσεων,
εισηγήσεις, κλπ διακινούνται σε έντυπη μορφή από υπηρεσία σε υπηρεσία (συχνά σε αποστάσεις πολλών χιλιομέτρων) προκειμένου να υπογραφούν από όλα τα μέλη της εκάστοτε επιτροπής. Εφόσον, τεθεί η προαναφερόμενη υποχρέωση απόκτησης ψηφιακής υπογραφής για όλα τα μέλη του Μη.Μ.Ε.Δ., αυτό αυτομάτως θα σημαίνει μηδενισμό των προαναφερόμενων χρονικών καθυστερήσεων, καθώς τα παραπάνω (πρακτικά διαγωνισμών, εξέτασης ενστάσεων, αξιολογήσεων, εισηγήσεις, κλπ), αυθημερόν θα υπογράφονται ψηφιακά από όλα τα μέλη.
Διαφορετικά, μπορεί να συμπεριληφθεί στη σχετική απόφαση του Υπουργού
Υποδομών και Μεταφορών που θα εκδοθεί.
5. Με το άρθρο 57 παρ.3 του Σ.Ν. (“Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση και επίβλεψη– Αντικατάσταση άρθρου 136 ν. 4412/2016 ”) καθώς και το άρθρο 58 παρ.3 του Σ.Ν. (“Διοίκηση του έργου – Παρακολούθηση & Επίβλεψη έργων κάτω των ορίων – Μητρώο επιβλεπόντων ελεγκτών μηχανικών – Εξουσιοδοτική διάταξη – Προσθήκη άρθρου 136Α στον ν. 4412/2016 ”), η επίβλεψη των δημοσίων έργων περνάει στον ιδιωτικό τομέα, με ότι αυτό συνεπάγεται…
6. Με το άρθρο 70 παρ.7 του Σ.Ν. (“Επιμετρήσεις – Αντικατάσταση άρθρου 151 ν. 4412/2016 ”) προβλέπεται ότι “7. Όταν πρόκειται για εργασίες, η ποσοτική επαλήθευση των οποίων δεν είναι δυνατή στην τελική μορφή του έργου, όπως εργασίες που πρόκειται να επικαλυφθούν από άλλες και δεν είναι τελικά εμφανείς, ποσότητες που παραλαμβάνονται με ζύγιση ή άλλα παρόμοια, ο ανάδοχος υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση γνωστοποίησης αφανών εργασιών που συνοδεύει υποχρεωτικά την επιμέτρηση αυτών, η οποία συνιστά διακριτή επιμέτρηση και περιλαμβάνει δήλωση περί της αλήθειας των στοιχείων, υπογράφεται δε τόσο από τον ανάδοχο όσο και από τους τεχνικούς του άρθρου 139.”
Το άρθρο 139 του Σ.Ν. “Έναρξη ισχύος – Τροποποίηση άρθρου 379 ν.
4412/2016” δεν αναφέρεται σε τεχνικούς, αφορά μόνο την έναρξη ισχύος του
νόμου. Απαιτείται αφενός διόρθωση του άρθρου και αφετέρου προτείνεται η
υπογραφή της δήλωσης γνωστοποίησης αφανών εργασιών να γίνεται από
τον ανάδοχο και τον επιβλέποντα.
7. Στο άρθρο 22 του Σ.Ν. “Εγγυήσεις– Αντικατάσταση άρθρου 72 ν. 4412/2016” προτείνεται η συμπλήρωσή του, με επαναφορά της προβλεπόμενης στον προγενέστερο Νόμο 3669/08 πρόσθετης εγγύησης καλής εκτέλεσης. Η εμπειρία
έχει δείξει ότι η κατάργησή της συνέβαλε στις ανεξέλεγκτες και εξωπραγματικές εκπτώσεις που προσφέρουν σήμερα οι οικονομικοί φορείς στα δημοπρατούμενα έργα, οι οποίες αποβαίνουν εν τέλει σε βάρος του ίδιου του έργου και των υπηρεσιών που το εκτελούν.
Ο Ν.3669/08 στο άρθρο 35 παρ.2 προέβλεπε ότι: «Σε κάθε διακήρυξη έργου που
εφαρμόζεται η παράγραφος 1 του άρθρου 26 του παρόντος, ορίζεται υποχρεωτικά
ένα όριο ποσοστού έκπτωσης, πάνω από το οποίο ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσκομίζει, επιπλέον της εγγύησης της προηγούμενης παραγράφου, πρόσθετη εγγύηση καλής εκτέλεσης».
Για την Περιφερειακή Ένωση Δήμων Κρήτης (ΠΕΔ Κρήτης)
Ο Πρόεδρος, Κουράκης Γιάννης
Ο Αντιπρόεδρος, Μαρινάκης Γιώργης
Ο Γραμματέας, Μαλανδράκης Γιάννης
Είναι προς το συμφέρον του Δημοσίου λόγω αύξησης του ανταγωνισμού και εξάλειψης προστριβών με υποψήφιους διαγωνιζόμενους να διευκρινιστεί στα άρθρα 25 & 255 του Νόμου ότι επιτρέπεται η συμμετοχή στους διαγωνισμούς και σε εταιρίες από χώρες που δεν αναφέρονται ρητώς στους δικαιούμενους συμμετοχής.
Προτείνεται λοιπόν (μέσω της τροποποίησης των άρθρων 25 & 255), να διευκρινιστεί ότι επιτρέπεται στους διαγωνισμούς η συμμετοχή και σε εταιρείες από χώρες που είναι παρατηρητές της συμφωνίας ΣΔΣ και/ή στο στάδιο προσχώρησης στην ΣΔΣ (ακολουθεί προτεινόμενη προσθήκη).
Προτεινόμενη προσθήκη: “1.ε) Διευκρινίζεται ότι, από τις παραπάνω περιπτώσεις δεν αποκλείονται σε καμία περίπτωση χώρες που είναι σε διαδικασία υπογραφής σύμβασης κατά τη περίπτωση (γ), συμπεριλαμβανομένων των παρατηρητών – observers – καθώς και χώρες που έχουν υπογράψει συμφωνίες προώθησης και αμοιβαίας προστασίας επενδύσεων ή ανάλογες οικονομικές συμφωνίες / συμβάσεις με την Ελλάδα.“
Η διατύπωση αυτή έχει χρησιμοποιηθεί ήδη σε διαγωνισμούς από αναθέτουσες αρχές (ΑΔΜΗΕ, ΑΡΙΑΔΝΗ) ενώ έχει κριθεί νόμιμη και από την ΑΕΠΠ (απόφαση επταμελούς σύνθεσης 3/2018).
ΑΠΟΨΕΙΣ
ΣΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ – ΜΕΛΕΤΩΝ
(τροποποίηση του Ν. 4412/2016)
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι διαδικασίες για τη σύνταξη μελετών και την κατασκευή δημόσιων έργων οφείλουν να διέπονται από δυο βασικές αρχές: την ταχύτητα υλοποίησης και την ποιότητα, όπου στην τελευταία υπεισέρχονται και οι παράγοντες της οικονομίας καθώς επίσης της μέριμνας για την προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα και επειδή ακριβώς πρόκειται για τη διαχείριση δημόσιων πόρων θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη και ο παράγοντας της διαφάνειας.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω καλούμαστε να εντοπίσουμε σημεία της υπάρχουσας νομοθεσίας, τα οποία προκαλούν προβλήματα καθώς επίσης να διατυπώσουμε απόψεις για την καλύτερη αντιμετώπισή τους. Είναι προφανές ότι η εκπλήρωση των δύο βασικών αρχών αποτελεί μια ανταγωνιστική διεργασία, δεδομένου ότι ο στόχος σύντομης διάρκειας υλοποίησης (ταχύτητα) με βεβαιότητα δημιουργεί προβλήματα στην ποιότητα και το αντίστροφο. Ο νομοθέτης καλείται λοιπόν να ισορροπήσει το «σύστημα ταχύτητα-ποιότητα», ώστε σε κάθε περίπτωση να επιτυγχάνεται το βέλτιστο αποτέλεσμα, χωρίς, όπως αναφέραμε, να λησμονείται ο παράγοντας της διαφάνειας.
2. ΒΑΣΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ
Η υπάρχουσα νομοθεσία (Ν. 4412/2016, όπως αυτή συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα) προσπάθησε να ενοποιήσει τα αντικείμενα των δημόσιων έργων, μελετών, παροχής υπηρεσιών και προμήθεια υλικών, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, αφού όχι μόνο δεν κατόρθωσε να βελτιώσει το παλαιότερο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά στο όνομα της διαφάνειας προσέθεσε πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες με αποτέλεσμα η ανάθεση και η υλοποίηση των μελετών και των έργων να καταστούν χρονοβόρες, χωρίς να βελτιωθεί η ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος.
Ένα βασικό μειονέκτημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι ο νομοθέτης αρνείται να διακρίνει τη διαφορά μεταξύ των μελετών ή των έργων, που αποσκοπούν στην κατασκευή νέων δομών και εκείνων που αποσκοπούν στη συντήρηση υφιστάμενων υποδομών. Οπωσδήποτε τα τελευταία (μελέτες ή έργα συντήρησης υποδομών) απαιτούν πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα υλοποίησης, δεομένου ότι η σημασία του συγκεκριμένου παράγοντα είναι εξαιρετικά υψηλή για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας. Ας μην απορούμε λοιπόν για τον υψηλό δείκτη τροχαίων ατυχημάτων, όταν η συντήρηση των οδών καθυστερεί (πέρα από την περιορισμένη χρηματοδότηση). Ας μην απορούμε επίσης για τις δυσβάστακτες συνέπειες των φυσικών καταστροφών, όταν καθυστερεί η συντήρηση των υδραυλικών – λιμενικών έργων λόγω και της πρόσθετης ανάγκης τήρησης ειδικών περιβαλλοντικών όρων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι μετά τις φυσικές καταστροφές (λόγω μη επαρκούς και έγκαιρης συντήρησης των υποδομών) επεμβαίνουν οι υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας για την αποκατάσταση των ζημιών με συνοπτικές διαδικασίες ανάθεσης, υψηλό κόστος αποκατάστασης και αμφίβολη ποιότητα, αφού οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται χωρίς καμιά μελέτη και κάτω από αφόρητη πίεση χρόνου.
Με βάση τα παραπάνω θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχει μια ειδική πρόβλεψη για τις μελέτες και τα έργα συντήρησης των υποδομών. Είναι γεγονός επίσης ότι μια σειρά έργων συντήρησης απαιτεί την ύπαρξη αντίστοιχης μελέτης, για παράδειγμα αναφέρουμε τις γέφυρες. Οι διαδικασίες ανάθεσης και εκπόνησης μελέτης και στη συνέχεια ανάθεσης και κατασκευής του έργου συντήρησης σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία διαρκούν ορισμένα έτη με αποτέλεσμα στο διάστημα αυτό οι βλάβες και οι κίνδυνοι να επιτείνονται. Σε τέτοιες περιπτώσεις το σύστημα μελέτης – κατασκευής μπορεί να δώσει την απάντηση. Στο παρελθόν το σύστημα αυτό δεν έδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, όμως σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, για την αντιμετώπιση τεχνικά δύσκολων καταστάσεων στο συντομότερο δυνατόν χρονικό διάστημα.
Δυστυχώς όμως καθυστερήσεις στην υλοποίηση των έργων δεν οφείλονται αποκλειστικά στο νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στα δημόσια έργα, αλλά και σε άλλες υποχρεωτικές και εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες που αφορούν στις απαλλοτριώσεις και στην έγκριση των περιβαλλοντικών όρων. Οι καθυστερήσεις αυτές προκαλούν σειρά προβλημάτων. Για παράδειγμα παρατηρείται συχνά το φαινόμενο στο διάστημα που διαρκούν οι πρόσθετες αυτές διαδικασίες να αλλάζουν οι τοπικές συνθήκες, όπως η ανέγερση κτισμάτων στη ζώνη των έργων με αποτέλεσμα να απαιτείται αναμόρφωση της μελέτης ή πρόσθετες διαδικασίες απαλλοτρίωσης.
Έχει αποδειχθεί ότι στο θέμα της ποιότητας βασικός παράγοντας είναι το ύψος των εκπτώσεων. Υπερβολικές εκπτώσεις, έχουν σοβαρό αντίκτυπο ιδιαίτερα στην ποιότητα κατασκευής των δημόσιων έργων. Δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα το ότι η απαράβατη τήρηση της σύμβασης εκ μέρους του αναδόχου δεν συνδέεται με την έκπτωση της προσφοράς. Όλοι οι τεχνικοί των διευθυνουσών υπηρεσιών γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο ανάδοχος είναι σε θέση τυπικά να τηρεί τους όρους της σύμβασης, αλλά να βρίσκεται αντικειμενικά σε αδυναμία να ανταποκριθεί σε υψηλές απαιτήσεις ποιότητας. Παλαιότερα είχε γίνει προσπάθεια να τεθεί φραγμός στις υπερβολικά υψηλές εκπτώσεις με τη θέσπιση υψηλών πρόσθετων εγγυητικών επιστολών, αυτό όμως αποσύρθηκε. Παράλληλα ποτέ δεν εφαρμόστηκε η διάταξη του άρθρου 88, παρ. 6 του Ν. 4412/2016, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα του αρμόδιου Υπουργού να θέτει όρια για τον χαρακτηρισμό μιας οικονομικής προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής. Αντίθετα, με το άρθρο 72, παρ. 2 του Ν. 4412 /2016 μειώθηκε το ποσόν της απαιτούμενης εγγύησης για την καλή εκτέλεση, αφού αυτό καθορίζεται με βάση το ύψος της σύμβασης κι όχι όπως παλαιότερα με το ύψος του προϋπολογισμού, το οποίο ήταν και ορθότερο.
Η κεντρική εξουσία οφείλει να καταλήξει στο βασικό μοντέλο της διαχείρισης των μελετών και των έργων. Πρέπει να αποφασιστεί αν θα διατηρηθούν οι υπάρχουσες τεχνικές υπηρεσίες με τη δομή που έχουν ή αν θα οδηγηθούμε στην ανάθεση της διαχείρισης σε ιδιωτικούς φορείς ή τέλος αν θα εφαρμοστεί ένα μικτό σύστημα. Όλα τα μοντέλα χαρακτηρίζονται από πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα, τα οποία ανάλογα με τη θέση του καθενός υποβαθμίζονται ή υπερτονίζονται. Η παρούσα υγειονομική κρίση κατέδειξε ότι η εξάλειψη του δημόσιου χαρακτήρα σε βασικούς τομείς οδηγεί με βεβαιότητα σε τραγικές καταστάσεις. Η χρησιμότητα και η άμεση επέμβαση των τεχνικών του Δημόσιου Τομέα έχει αποδειχθεί ανεκτίμητη σε περιπτώσεις σεισμών και λοιπών θεομηνιών, που δυστυχώς είναι συχνά φαινόμενα στη χώρα μας.
Οι τροποποιήσεις που επέρχονται στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο παρά τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό τους, πραγματεύονται θέματα που δεν άπτονται των βασικών προβλημάτων, δηλαδή την συντόμευση του απαιτούμενου χρόνου των διαδικασιών και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Οι μεγάλες ανατροπές που επιφέρει η τροποποίηση του Ν. 4412/2016 στα δημόσια έργα εστιάζονται κυρίως σε δύο άρθρα, στο άρθρο 151 και στο άρθρο 159. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις υποτίθεται ότι αποσκοπούν στην επιτάχυνση των εργασιών. Με την απουσία ελέγχων στις ποσότητες των εργασιών και στην ποιότητα των υλικών που εισάγουν όχι μόνο δεν θα επιτύχουν τον επιδιωκόμενο στόχο, αλλά είναι προφανές θα οδηγήσουν σε αύξηση του πραγματικού κόστους των έργων και την κακή ποιότητα αυτών.
Τέλος πρέπει να επισημανθεί ότι οι τροποποιήσεις – συμπληρώσεις του Ν. 4412/2016 που προβλέπονται αλλά και αυτές που έχουν ήδη γίνει είναι εξαιρετικά πολλές. Συνεπώς βασικοί λόγοι εφαρμογής επιβάλλουν όχι την τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, αλλά την πλήρη αντικατάστασή της με έναν νέο Νόμο. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό στους συντάκτες του κειμένου ότι η συγκεκριμένη νομοθεσία δεν απευθύνεται σε Νομικούς, αλλά σε επιστήμονες άλλων κλάδων, που έχουν ανάγκη από ένα σαφές και περιεκτικό κείμενο.
3. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ
3.1 Άρθρο 2
Στο άρθρο 2 και συγκεκριμένα στην παράγραφο 7 δίνεται ο ορισμός του «έργου», ενώ στην παράγραφο 9 δίνεται ο ορισμός των «συμβάσεων υπηρεσιών».
Κατ’ αρχήν δεν γίνεται κατανοητός ο λόγος σύνδεσης της έννοιας «έργο» αποκλειστικά με το αντικείμενο των οικοδομικών εργασιών ή των εργασιών Πολιτικού Μηχανικού. Επίσης η έννοια «συμβάσεις υπηρεσιών» ορίζεται σαν παροχή υπηρεσιών, δηλαδή ορίζεται δια του ορισμού.
Επειδή συχνά στο παρελθόν υπήρχε πρόβλημα, ιδιαίτερα κατά τον προσυμβατικό έλεγχο συμβάσεων, λόγω της ασάφειας μεταξύ «έργου» και «παροχής υπηρεσιών» είναι χρήσιμο με τους ορισμούς να γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ των δύο εννοιών. Προς τον σκοπό αυτόν η διάκριση αυτών θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω του κωδικού CPV.
Χρήσιμο θα ήταν επίσης να γίνει ξεχωριστή αναφορά στις συμβάσεις συντήρησης υποδομών, οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται έργα, επειδή οι υποδομές εντάσσονται σαφώς στα έργα.
3.2 Άρθρο 32
Το άρθρο 32 περιγράφει τις περιπτώσεις, στις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.
Κατ’ αρχήν θα πρέπει να προσδιοριστεί αυστηρά με Π.Δ. ή εγκύκλιο σε ποιες περιπτώσεις αφορά και να καταγραφούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει πληρούνται σε κάθε περίπτωση
Η παράγραφος 2γ περιλαμβάνει και την περίπτωση έργων λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε απρόβλεπτα γεγονότα και με τη βασική προϋπόθεση ότι οι κατεπείγουσες ανάγκες δεν απορρέουν από ευθύνη των αρμόδιων υπηρεσιών.
Η παραπάνω διατύπωση δεν είναι σαφής, επειδή η προϋπόθεση που τίθεται επιδέχεται τελείως υποκειμενική ερμηνεία. Δεδομένου ότι με την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου εντάσσονται με σαφήνεια περιπτώσεις έργων, τα οποία δεν είναι κατ’ ανάγκη επείγουσας σημασίας (αφού αφορούν σε νέα έργα) είναι σκόπιμο κατά μείζονα λόγο να συμπεριληφθούν συγκεκριμένα και όχι ασαφώς οι περιπτώσεις έργων στοιχειώδους συντήρησης των υποδομών (οδοί, αναχώματα υδατορεμάτων κλπ.). Μια ασφαλιστική δικλείδα για την αποφυγή τυχόν καταχρήσεων στην εφαρμογή του μέτρου θα αποτελούσε η προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης του Τεχνικού Συμβουλίου, στο οποίο εκτάκτως θα συμμετέχει και ο Προϊστάμενος Πολιτικής Προστασίας της οικείας Περιφέρειας. Είναι χρήσιμο να υπάρχει πρόβλεψη σύνδεσης της περίπτωσης αυτής με το άρθρο 50 , εφόσον οι άμεσες επεμβάσεις απαιτούν και τη σύνταξη μελέτης.
Επισημαίνεται ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ο χρόνος επέμβασης για την άρση του επικείμενου κινδύνου αποτελεί το κυρίαρχο κριτήριο και προέχει έναντι της οικονομικής προσφοράς, συνεπώς θα πρέπει να συνεκτιμάται και η χρονική προσφορά με την οικονομική. Εξάλλου το κόστος των ενδεχόμενων συνεπειών είναι υψηλότερο από τη δαπάνη των εργασιών. Τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως οι επεμβάσεις της Πολιτικής Προστασίας και να εξαιρούνται από τον προσυμβατικό έλεγχο και την περιβαλλοντική αδειοδότηση.
3.3 Άρθρο 44
Το άρθρο 44 καθορίζει τους τρόπους αντιμετώπισης έργων ή μελετών, όταν οι αναθέτουσες αρχές στερούνται τεχνικής επάρκειας. Στο άρθρο έχουμε τις εξής παρατηρήσεις:
• Το νέο άρθρο διέπεται από τελείως διαφορετική «φιλοσοφία» από το υπάρχον. Συγκεκριμένα το ισχύον άρθρο θέτει κατ’ αρχήν σαν προϋπόθεση ότι η αναθέτουσα αρχή διαθέτει τεχνική υπηρεσία με συγκεκριμένη στελέχωση. Στη συνέχεια το ισχύον άρθρο καθορίζει τους τρόπους λειτουργίας σε περιπτώσεις μη επαρκούς στελέχωσης ή τεχνικής αδυναμίας. Αντίθετα, το προτεινόμενο άρθρο αγνοεί την ύπαρξη τεχνικής υπηρεσίας στην αναθέτουσα αρχή και προχωρά στους τρόπους σύναψης, εποπτείας και επίβλεψης έργου ή μελέτης. Ενδεχόμενα θα ήταν χρήσιμο να καθοριστούν με Π.Δ. οι ελάχιστες απαιτήσεις για την οργάνωση και τη στελέχωση των αναθετουσών αρχών, προκειμένου να είναι σε θέση να υλοποιούν δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών.
• Σύμφωνα με την παραπάνω διατύπωση ο τίτλος του άρθρου, όπως αυτό διαμορφώνεται, είναι ασύμβατο με το περιεχόμενο, επειδή ακριβώς δεν αναφέρεται στην τεχνική επάρκεια των αναθετουσών αρχών, αλλά στην «τεχνική ανεπάρκεια» αυτών.
• Σε περίπτωση εκχώρησης της σύναψης και της επίβλεψης έργου ή μελέτης, σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται η αναθέτουσα αρχή να μη διατηρεί όχι μόνο το δικαίωμα, αλλά και το καθήκον να εποπτεύει το έργο ή τη μελέτη. Κάτι τέτοιο θα της στερούσε ακόμα και τη δυνατότητα γνώσης στην εξέλιξη και οποιασδήποτε παρέμβασης. Αποτελεί δηλαδή στην ουσία μια «εν λευκώ» εκχώρηση αρμοδιοτήτων.
• Η οργάνωση και στελέχωση της αναθέτουσας αρχής σε τεχνικό δυναμικό είναι οπωσδήποτε απαραίτητη, έστω και σε υποτυπώδη μορφή. Διαφορετικά έχει πλήρη αδυναμία ακόμα και για τη διαπίστωση των αναγκών εκπόνησης μελετών και κατασκευής έργων. Συνεπώς με δεδομένη την ανάγκη ύπαρξης τεχνικής υπηρεσίας ο καθορισμός ελάχιστα απαιτούμενου προσωπικού για τη λειτουργία της είναι απαραίτητος.
• Δημιουργείται η εύλογη απορία, πώς σε περίπτωση πλήρους εκχώρησης όλων των αρμοδιοτήτων σε άλλους φορείς η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 3 εξακολουθεί να είναι υπεύθυνη για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της.
• Ενώ οι περιπτώσεις (α) και (β) της παραγράφου 1 είναι σαφείς, η περίπτωση (γ) δεν φαίνεται να εξυπηρετεί κάποιον σκοπό με τη διατύπωση «επικουρικών δραστηριοτήτων των αγορών».
3.4 Άρθρο 49
Με το άρθρο 49 ορίζονται οι προϋποθέσεις ωριμότητας μιας σύμβασης. Στο άρθρο έχουμε τις εξής παρατηρήσεις:
• Στην παράγραφο περιγράφονται τα στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την ωριμότητα μιας σύμβασης. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και η συντέλεση των απαλλοτριώσεων. Στην παράγραφο 2β καθορίζονται πρόσθετες προϋποθέσεις ωρίμανσης των έργων και μελετών πέραν των αναφερομένων στην προηγούμενη παράγραφο. Σε αντίθεση λοιπόν προς την παράγραφο 1 ορίζεται ότι προϋπόθεση για την ανάθεση σύμβασης δεν αποτελεί η συντέλεση της απαλλοτρίωσης, αλλά απλά να έχει συζητηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου η αίτηση προσωρινού ή οριστικού καθορισμού αποζημίωσης. Ειδικά για έργα που έχουν υπαχθεί στο άρθρο 7Α του Ν. 2882/2001 αρκεί απλά η κήρυξη απαλλοτρίωσης καθώς επίσης η ύπαρξη έκθεσης εκτίμησης της επιτροπής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ίδιου Νόμου. Συνεπώς, για τα έργα δεν ισχύει η δέσμευση που ορίζεται στην παράγραφο 1 περί συντέλεσης απαλλοτρίωσης και η διατύπωση «… πέραν των άλλων…» στην αρχή της παραγράφου 2 δεν είναι ορθή.
• Ειδικότερα για το θέμα των απαλλοτριώσεων σε έργα που έχουν υπαχθεί στο άρθρο 7Α του Ν.2882/2001 πρέπει να επισημανθεί ότι η κήρυξη των απαιτούμενων απαλλοτριώσεων και η ύπαρξη έκθεσης εκτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 15 του ίδιου νόμου δεν συνεπάγονται και την παρακατάθεση της αποζημίωσης υπέρ των ιδιοκτητών των απαλλοτριούμενων τμημάτων γης και συναπαλλοτριούμενων επικειμένων επί αυτών των τμημάτων. Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 7Α του κώδικα των απαλλοτριώσεων η αποζημίωση, ως «εύλογο τίμημα», παρακατατίθεται μετά τον καθορισμό της με δικαστική απόφαση. Δεδομένου ότι από άποψη προδιαδικασίας η διαδικασία με το άρθρο 7Α δεν παρουσιάζει διαφορές με τη διαδικασία του προσωρινού ή οριστικού καθορισμού της αποζημίωσης, δεν θα έπρεπε οι προϋποθέσεις για την εκκίνηση της διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης έργου να διαφοροποιούνται ανάλογα με την υπαγωγή του έργου στο άρθρο 7Α ή όχι. Πόσο μάλλον αν λάβουμε υπόψη μας τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 17 «… Kανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση….».
• Στην παράγραφο 3, η οποία αναφέρεται σε εκπόνηση μελετών ή δημόσιων έργων από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ορίζεται ότι η επίβλεψη, η έγκριση και η παραλαβή θα διενεργηθούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Θεωρούμε ότι περισσότερο ορθό, ειδικά για τα έργα, θα ήταν να οριζόταν η υποχρέωση υπογραφής σύμβασης μεταξύ της υπηρεσίας και του φυσικού ή νομικού προσώπου που θα συνοδεύεται από κατάθεση εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 72 και δηλώσεις ανάθεσης – επίβλεψης σε Μηχανικό με τα κατάλληλα τυπικά προσόντα. Η υπηρεσία οφείλει να ασκεί εποπτεία σε όλη τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών και να προβεί σε παραλαβή αυτών μετά την αποπεράτωση.
• Ο τίτλος του άρθρου αναφέρεται σε επάρκεια προϋπολογισμού, όμως στο συγκεκριμένο άρθρο δεν γίνεται καμιά αναφορά στον προϋπολογισμό της σύμβασης.
Τέλος θεωρούμε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να συμπεριληφθεί σαν στοιχείο ωριμότητας ενός έργου και ο καθορισμός του φορέα συντήρησης αυτού καθώς επίσης οι απαιτήσεις συντήρησης με κύριους άξονες τον χρόνο εκτέλεσης των σχετικών εργασιών, το ύψος της δαπάνης αναγόμενο σε ετήσια βάση και τις διαδικασίες εξασφάλισης της αναγκαίας πίστωσης.
3.5 Άρθρο 50
Στο άρθρο 50 περιγράφονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την εφαρμογή του συστήματος μελέτης – κατασκευής ενός έργου. Πρόκειται για ένα σύστημα, το οποίο στο παρελθόν δεν έδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και σε πολλές περιπτώσεις η εφαρμογή προκάλεσε προβλήματα. Το άρθρο αυτό αναμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό, προκειμένου να περιοριστούν οι προϋποθέσεις εφαρμογής. Ο περιορισμός αυτός γίνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε δικαιολογημένα θα δημιουργηθούν αντιδράσεις κατά την εφαρμογή του συγκεκριμένου συστήματος. Για παράδειγμα αφαιρούνται βασικά στοιχεία από τον υποφάκελο Α, όπως είναι η προεκτίμηση αμοιβής της σύμβασης (Α.4), η εξασφάλιση χρηματοδότησης (Α.5), την τεκμηρίωση της επιλογής της διαδικασίας ανάθεσης (Α.6), τη δημοσιοποίηση του διαγωνισμού (Α.11), τα οποία αποτελούν βασικά στοιχεία διαφάνειας.
Μια πραγματικά χρήσιμη εφαρμογή του συστήματος μελέτης – κατασκευής εξακολουθεί να αγνοείται, αφού δεν γίνεται ρητή αναφορά σε επείγοντα και σύνθετα έργα συντήρησης των υποδομών, όπως για παράδειγμα επεμβάσεις οδικής ασφάλειας, αποκατάσταση γεφυρών ή αντιστηρίξεις πρανών. Η προϋπόθεση ύπαρξης περιβαλλοντικών όρων αποτελεί ένα σοβαρό εμπόδιο.
3.6 Άρθρο 53
Ο προϋφιστάμενος Ν. 3669/2008 στο άρθρο 17, παρ. 8 προέβλεπε για έργα που η προμέτρηση των εργασιών είναι δύσκολη ή αδύνατη, όπως για παράδειγμα τα έργα συντήρησης, είναι δυνατόν ο προϋπολογισμός των συμβατικών τευχών να μην περιλαμβάνει ποσότητες των επιμέρους εργασιών, αλλά μόνο την κατ’ εκτίμηση δαπάνη του συνόλου κάθε ομάδας εργασιών και το γενικό σύνολο. Η διατύπωση αυτή είχε αποδειχθεί πολύ χρήσιμη για την ομαλή εξέλιξη των έργων στοιχειώδους συντήρησης των εθνικών και επαρχιακών οδών, ιδιαίτερα αφότου τα έργα αυτά εκτελούνται με εργολαβίες. Προκειμένου να γίνουμε κατανοητοί υπενθυμίζουμε ότι στη στοιχειώδη συντήρηση των οδών εντάσσονται εργασίες, με τις οποίες αντιμετωπίζονται ως επί το πλείστον απρόβλεπτες και έκτακτες καταστάσεις (π.χ. επουλώσεις λάκκων, τοπικές αποκαταστάσεις οδοστρώματος, αντικατάσταση κατεστραμμένων πινακίδων σήμανσης, αντικατάσταση κατεστραμμένων στηθαίων ασφάλειας ύστερα από πρόσκρουση οχήματος, άρση καταπτώσεων, αντικατάσταση εσχαρών φρεατίων λόγω κλοπής, αντλήσεις νερών, απομάκρυνση εμποδίων από το οδόστρωμα κλπ.). Κατά τη φάση σύνταξης των συμβατικών τευχών οι τεχνικές υπηρεσίες δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουν ή έστω να εκτιμήσουν κατά προσέγγιση τις ποσότητες.
Στο άρθρο 53, παρ. 7, περίπτωση (ι) του Ν. 4412/2016, η οποία διατηρείται στην παρούσα τροποποίηση, υπάρχει παρόμοια πρόβλεψη, όμως θέτει ανώτατο όριο προϋπολογισμού τις 60.000€, ποσό που θεωρείται εξαιρετικά χαμηλό για συμβάσεις έργων στοιχειώδους συντήρησης, οι οποίες μάλιστα είναι σκόπιμο να έχουν διάρκεια τριών ή τεσσάρων ετών. Θεωρούμε χρήσιμο να μην υπάρχει περιορισμός στο ύψος του προϋπολογισμού, αλλά για την αποφυγή κατάχρησης να γίνει λεπτομερής αναφορά των περιπτώσεων εφαρμογής της συγκεκριμένης διάταξης.
3.7 Άρθρο 72
Το άρθρο 72 ορίζει τις εγγυήσεις, τις οποίες οφείλουν να παράσχουν οι συμμετέχοντες στους διαγωνισμούς ανάθεσης καθώς επίσης ο ανάδοχος σε όλες τις φάσεις υλοποίησης μιας δημόσιας σύμβασης. Ειδικά για τα έργα έχουμε τις παρακάτω παρατηρήσεις:
• Η εγγύηση καλής εκτέλεσης των εργασιών αποτελεί το πλέον βασικό, αλλά και στοιχειώδες μέσο, με το οποίο διασφαλίζεται η τήρηση των όρων της σύμβασης εκ μέρους του αναδόχου. Παράλληλα, η ποιότητα των εργασιών είναι σε μεγάλο βαθμό συνάρτηση της έκπτωσης προσφοράς του αναδόχου.
• Ο προϋφιστάμενος Ν. 3669/2008 στο άρθρο 35, παρ. 1 όριζε ότι το ύψος της εγγύησης για την καλή εκτέλεση ανέρχεται σε ποσοστό 5% επί του ποσού του προϋπολογισμού μη συμπεριλαμβανόμενων της αναθεώρησης και του Φ.Π.Α. Μάλιστα, στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου προβλέπονταν η υποχρέωση κατάθεσης πρόσθετης εγγύησης σε περίπτωση υπερβολικά υψηλής έκπτωσης.
• Με το άρθρο 72, παράγραφος 1, περίπτωση (β) το ύψος της εγγύησης για τη καλή εκτέλεση διατηρείται μεν σε ποσοστό 5%, αλλά επί του ποσού της σύμβασης εκτός Φ.Π.Α. Ταυτόχρονα αποσύρθηκε η διάταξη για πρόσθετη εγγύηση σε περίπτωση υπερβολικά υψηλών εκπτώσεων. Με τον τρόπο αυτόν το ποσό της εγγύησης μειώνεται σημαντικά και μάλιστα όσο υψηλότερη είναι η έκπτωση, τόσο χαμηλότερο είναι το ύψος της εγγύησης. Δηλαδή ενώ με την υψηλότερη έκπτωση αυξάνει ο κίνδυνος μη καλής εκτέλεσης των εργασιών, παραδόξως μειώνονται οι εξασφαλίσεις για την έντεχνη υλοποίηση του έργου. Δυστυχώς, η διάταξη αυτή διατηρείται στην προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου. Είναι απολύτως αναγκαίο να επιβάλλονται πρόσθετες εγγυήσεις σε περίπτωση έκπτωσης πάνω από συγκεκριμένο ποσοστό, καθώς επίσης και η εγγύηση να είναι ποσοστό επί του προϋπολογισμού μελέτης.
• Ο συγκεκριμένος τρόπος καθορισμού του ύψους της εγγύησης για την καλή εκτέλεση δεν έχει λογική για τον εξής λόγο: Ο προϋπολογισμός, που συντάσσουν οι υπηρεσίες της αναθέτουσας αρχής αποτυπώνει την «πραγματική αξία» του έργου για την κοινωνία, την οποία καλείται να διασφαλίσει η εγγύηση καλής εκτέλεσης.
3.8 Άρθρο 73
Με το άρθρο 73, παράγραφος 7 ορίζονται οι περιπτώσεις, στις οποίες οικονομικός φορέας μπορεί να αποδείξει την αξιοπιστία, όταν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού.
Στην παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου αναφέρεται η διαδικασία, που οφείλει να ακολουθήσει η αναθέτουσα αρχή, η οποία πρέπει να εκδώσει σχετική απόφαση μετά παρέλευση 30 ημερών από την ημερομηνία αποστολής στην αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή. Στο θέμα αυτό παρατηρούμε τα εξής:
• Παρά το γεγονός ότι η έκδοση απόφασης συναρτάται από την γνωμοδότηση της αρμόδιας επιτροπής, δεν τίθεται καμιά χρονική προθεσμία στην επιτροπή για τη διατύπωση και διαβίβαση του πορίσματος της.
• Στην προτεινόμενη τροπολογία έχει αποσυρθεί η διάταξη, η οποία αναφέρεται στην περίπτωση άκαρπης παρέλευσης της προθεσμίας έκδοσης της σχετικής απόφασης από την αναθέτουσα αρχή.
3.9 Άρθρο 88
Το άρθρο 88 αναφέρεται σε προσφορές, που κρίνονται ασυνήθιστα χαμηλές. Όμως δεν αναφέρεται ποσοτικό κριτήριο, με βάση το οποίο μια προσφορά κρίνεται ασυνήθιστα χαμηλή. Βέβαια, στην παράγραφο 6 τίθεται για έργα και μελέτες ως μέγιστο όριο απόκλισης το 10% από τον μέσο όρο του συνόλου των εκπτώσεων όλων των προσφορών. Στο θέμα αυτό έχουμε τις εξής παρατηρήσεις:
• Η υπέρβαση του μέγιστου ορίου απόκλισης δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού της προσφοράς, αλλά απλά παρέχει τη δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να καλέσει τον προσφέροντα να αιτιολογήσει την προσφορά του.
• Το κριτήριο της μέγιστης απόκλισης 10% δεν είναι δεσμευτικό για την αναθέτουσα αρχή, προκειμένου να ζητήσει αιτιολόγηση της προσφοράς, δεδομένου ότι αυτή μπορεί να απαιτήσει αιτιολόγηση και σε χαμηλότερο ποσοστό απόκλισης.
• Ειδικά στα έργα το όριο του 10% κρίνεται υπερβολικά υψηλό. Για παράδειγμα για εκπτώσεις κυμαινόμενες από 50% έως 70%, ο μέσος όρος αναμένεται να βρίσκεται κοντά στο 60%. Συνεπώς έκπτωση της τάξης 70% κρίνεται κατ’ αρχήν αποδεκτή. Είναι γνωστό όμως ότι με τις υπάρχουσες τιμές των εγκεκριμένων Τιμολογίων ήδη ποσοστό έκπτωσης 50% είναι πολύ υψηλό.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι με την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου δεν επιτυγχάνεται ουσιαστικά καμιά βελτίωση στο θέμα του περιορισμού των υπερβολικών εκπτώσεων, που παρατηρείται σωρηδόν κατά τα τελευταία έτη και έχει προφανείς συνέπειες στην ποιότητα των εργασιών.
3.10 Άρθρο 100
Στο άρθρο 100 περιγράφεται η διαδικασία αποσφράγισης και αξιολόγησης των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών των διαγωνιζόμενων. Στην παράγραφο 4 του ισχύοντος άρθρου υπήρχε μια ασαφής διατύπωση, που αναφέρει ότι τα αποτελέσματα των διαφόρων σταδίων επικυρώνονται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου της αναθέτουσας αρχής, και η οποία επιτρέπει δύο ερμηνείες, δηλαδή είτε απόφαση να απαιτείται μετά από κάθε στάδιο της διαδικασίας (αποτέλεσμα), είτε ότι μετά την ολοκλήρωση όλων των σταδίων.
Αντίθετα, με την προτεινόμενη τροποποίηση στην παράγραφο 2 αποσαφηνίζεται ότι η διαδικασία περιλαμβάνει ένα επιπλέον στάδιο, εκείνο της κατάθεσης εκ μέρους του μειοδότη και των δικαιολογητικών κατακύρωσης και τη σύνταξη σχετικού πρακτικού. Το αρμόδιο όργανο προβαίνει στην έκδοση απόφασης μετά την ολοκλήρωση της όλης διαδικασίας. Η διατύπωση αυτή κρίνεται θετική, επειδή σαφώς συντελεί στην επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης.
3.11 Άρθρο 105
Στο άρθρο 105 περιγράφεται η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού στον προσωρινό μειοδότη. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 η απόφαση κατακύρωσης της αναθέτουσας αρχής κοινοποιείται σε όλους τους διαγωνιζόμενους εκτός από τον προσωρινό ανάδοχο. Αντίθετα, στην παράγραφο 2 της προτεινόμενης τροποποίησης η απόφαση αυτή κοινοποιείται σε όλους ανεξαιρέτως του συμμετέχοντες πλην των αποκλεισθέντων.
Η συγκεκριμένη τροποποίηση απλουστεύει τη διαδικασία μη εξαιρώντας τον προσωρινό ανάδοχο από την κοινοποίηση της απόφασης. Παραμένει όμως το εύλογο ερώτημα, με ποιόν τρόπο θα ενημερωθούν οι αποκλεισθέντες για τον αποκλεισμό και τους λόγους αποκλεισμού, αν δεν τους κοινοποιηθεί η σχετική απόφαση.
Επίσης στην παράγραφο 3, περίπτωση (γ) δεν αποσαφηνίζεται ή έννοια του ελέγχου της υπεύθυνης δήλωσης που καταθέτει ο προσωρινός ανάδοχος, δηλαδή εάν το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο υποχρεούται να περιοριστεί σε έλεγχο της πληρότητας της δήλωσης ή έχει δικαίωμα/υποχρέωση να επεκταθεί σε πλήρη έλεγχο περί της αλήθειας των αναγραφόμενων στοιχείων.
3.12 Άρθρο 118
Στο άρθρο 118 καθορίζονται οι δυνατές περιπτώσεις απ’ ευθείας ανάθεσης. Η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου αφορά σε:
• Το ανώτατο όριο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης ανέρχεται από 20.000€ σε 30.000€.
• Καταργείται η διάταξη της παραγράφου 5 του ισχύοντος άρθρου, το οποίο προβλέπει τη σύνταξη καταλόγου ενδιαφερόμενων για την ανάληψη έργων ή μελετών με απ’ ευθείας ανάληψη και την ανάθεση της σύμβασης μέσω κλήρωσης. Επίσης καταργείται η υποχρέωση αναγγελίας του αποτελέσματος της κλήρωσης στο Τ.Ε.Ε. Αντίθετα, μοναδική προϋπόθεση για την επιλογή του αναδόχου αποτελεί η εκπλήρωση των απαιτούμενων κατά περίπτωση προσόντων. Αντί αυτών με την παράγραφο 4 της προτεινόμενης τροποποίησης προβλέπεται ότι ο συγκεκριμένος ανάδοχος δεν επιτρέπεται να συνάψει νέα σύμβαση με απ’ ευθείας ανάθεση εντός χρονικού διαστήματος 12 μηνών.
• Επίσης καταργείται η διάταξη της παραγράφου 5 του ισχύοντος άρθρου για υποχρέωση αναγγελίας του αποτελέσματος της κλήρωσης στο Τ.Ε.Ε. Όμως στο άρθρο 120, παράγραφος 3, περίπτωση (γ) προβλέπεται υποχρέωση ανάρτησης της πρόσκλησης για υποβολή προσφοράς και στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε.
• Καταργείται η παράγραφος 6 του ισχύοντος άρθρου, το οποίο προβλέπει κεντρικό ηλεκτρονικό σύστημα κληρώσεων.
Ενδεχόμενη ενοποίηση των άρθρων 36, 117, 118 θα καθιστούσε πιο λειτουργικές τις διαδικασίες, εφόσον μάλιστα οριστούν τρεις βαθμίδες διαγωνισμών ως εξής:
1. Απευθείας ανάθεση σε συμβάσεις έως 30.000 € με αυστηρό προσδιορισμό των εργασιών που περιλαμβάνουν.
2. Μια ενδιάμεση κατηγορία με συντομότερες διαδικασίες έως το όριο του Ευρωπαϊκού διαγωνισμού.
3. Συμβάσεις άνω του ορίου της προηγούμενης παραγράφου.
3.13 Τίτλος 1: Δημόσιες συμβάσεις έργων
Όλα σχεδόν τα άρθρα του Τίτλου 1 που αναφέρονται στις δημόσιες συμβάσεις έργων χαρακτηρίζονται από μια αντίφαση σε σχέση με το τροποποιημένο άρθρο 44. Συγκεκριμένα, όπως ήδη έχουμε αναφέρει (βλ. ενότητα 3.2), στην τροποποίηση του άρθρου 44 αγνοείται η ανάγκη στοιχειώδους έστω οργάνωσης και στελέχωσης για την τεχνική υπηρεσία της αναθέτουσας αρχής. Εντούτοις σχεδόν στο σύνολο των άρθρων του Τίτλου 1 γίνεται αναφορά σε διευθύνουσα ή επιβλέπουσα υπηρεσία καθώς επίσης σε προϊσταμένη αρχή. Προφανώς και είναι σκόπιμο σε περιπτώσεις υποστελέχωσης ή αδυναμίας των τεχνικών υπηρεσιών να αναθέτονται συγκεκριμένα καθήκοντα σε τρίτους, όπως προβλέπει το τροποποιημένο άρθρο 44, αλλά δεν πρέπει να παραβλέπεται η ανάγκη ύπαρξης τεχνικής υπηρεσίας. Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με αναμόρφωση και συμπλήρωση του άρθρου 44. Εξάλλου, όπου προβλέπεται ανάθεση καθηκόντων σε ιδιωτικούς φορείς η διευθύνουσα υπηρεσία εξακολουθεί να διατηρεί μεγάλο μέρος των αρμοδιοτήτων της.
3.13 Άρθρο 136
Το άρθρο 136 καθορίζει τον τρόπο άσκησης της επίβλεψης από τη διευθύνουσα υπηρεσία. Οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στο τροποποιημένο άρθρο είναι οι εξής:
• Καταργείται η διάταξη που αναφέρεται στη συγκρότηση επιτροπής αφανών εργασιών. Συνεπώς όλες οι εργασίες επιμετρώνται και παραλαμβάνονται κατ’ αρχήν από την ομάδα επίβλεψης. Η κατάργηση της συγκεκριμένης επιτροπής κρίνεται θετική, επειδή διευκολύνει τη διαδικασία ελέγχου των επιμετρήσεων, ενώ ταυτόχρονα εξαλείφει το πρόβλημα επικάλυψης των αρμοδιοτήτων.
• Στο τέλος της παραγράφου 1 προστίθεται εδάφιο, που αναφέρει ρητά τον σκοπό της επίβλεψης, που ορίζεται σε «… πιστή εκπλήρωση από τον ανάδοχο των όρων της σύμβασης και την κατασκευή του έργου σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης…». Όμως η διάταξη αυτή καθώς επίσης το πρώτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου έρχονται σε σαφή αντίθεση με τις τροποποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 151 και 159
• Με την παράγραφο 3 προβλέπεται η δυνατότητα επίβλεψης από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα, ο οποίος έχει τα ίδια καθήκοντα, υποχρεώσεις και ευθύνες με εκείνες των δημόσιων υπαλλήλων. Η διάταξη αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητική, αλλά περιέχει αρκετές ασάφειες, όπως:
Πρέπει να αποσαφηνιστεί με ρητή αναφορά ότι ο ιδιωτικός φορέας περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην επίβλεψη, συνεπώς η διευθύνουσα υπηρεσία διατηρεί την παρακολούθηση, τον έλεγχο και τη διοίκηση του έργου. Αυτό μπορεί να γίνει με κατάλληλη προσθήκη στην παράγραφο 5, περίπτωση (α), ώστε η άσκηση των παραπάνω αρμοδιοτήτων να μην υποβαθμίζεται με το απλό δικαίωμα «δυνατότητας».
Δεν γίνεται κατανοητό, για ποιόν λόγο προβλέπεται υπογραφή σύμβασης μεταξύ αναδόχου και ιδιωτικού φορέα επίβλεψης, δεδομένου τόσο ο ανάδοχος όσο και ο φορέας επίβλεψης δεν πρέπει να έχουν μεταξύ τους συμβατική σχέση, αλλά μόνο με την αναθέτουσα αρχή.
• Με τη διατύπωση της παραγράφου 4 αποκλείεται η ανάθεση επίβλεψης σε ιδιωτικό φορέα για μέρος του αντικειμένου της επίβλεψης.
• Στην παράγραφο 9 αλλάζει η παράγραφος 7 και οι βασικοί μελετητές του έργου δεν μετέχουν υποχρεωτικά αλλά δυνητικά ως τεχνικοί σύμβουλοι – μελετητές. Όμως δεν γίνεται κατανοητό, για ποιόν λόγο αναφέρεται ρητά ότι συνεργάζονται μόνο με τον ιδιωτικό φορέα επίβλεψης και όχι με τη διευθύνουσα υπηρεσία.
Η παράγραφος 1 που ορίζει τις αρμοδιότητες της διευθύνουσας υπηρεσίας και των επιβλεπόντων, οι οποίοι έχουν καθήκον την «… πιστή εκπλήρωση από τον ανάδοχο των όρων της σύμβασης και την κατασκευή του έργου σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης…» έρχεται σε αντίθεση με τις τροποποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 151 και 159. Δεν είναι δυνατόν η διευθύνουσα υπηρεσία και οι επιβλέποντες να εκπληρώσουν τα παραπάνω καθήκοντα, ενώ οι επιμετρήσεις και η ποιότητα των υλικών πιστοποιούνται με δήλωση του αναδόχου. Επιπρόσθετα, στο άρθρο 141 αναφέρεται ρητά ότι αποτελεί πειθαρχική παράβαση των επιβλεπόντων η κατασκευή ελαττωματικών εργασιών ή η ενσωμάτωση ελαττωματικών υλικών, ενώ με τα άρθρα 151 και 159 έχει περιοριστεί σημαντικά η δυνατότητα παρέμβασης στα συγκεκριμένα αντικείμενα.
3.15 Άρθρο 138
Στο άρθρο 138 καθορίζονται οι γενικές υποχρεώσεις του αναδόχου. Στις προτεινόμενες τροποποιήσεις έχουμε τις εξής παρατηρήσεις:
• Δεν γίνεται κατανοητή η υποχρέωση του αναδόχου να ελέγξει τη μελέτη και να ενημερώσει τη διευθύνουσα υπηρεσία. Υποτίθεται ότι ο ανάδοχος, όπως κάθε συμμετέχων στη διαδικασία ανάθεσης, έχει υποχρέωση να έχει ελέγξει τη μελέτη του έργου, προκειμένου να διαμορφώσει την οικονομική προσφορά του. Ασφαλώς και μετά την υπογραφή της σύμβασης έχει δικαίωμα (όχι όμως υποχρέωση) να ενημερώσει γραπτά τη διευθύνουσα υπηρεσία για τυχόν προβλήματα της μελέτης και γενικότερα του έργου. Η συγκεκριμένη διατύπωση παρέχει στον ανάδοχο δύο δικαιώματα:
την επίκληση ότι δεν είχε γνώση της μελέτης (συνεπώς του έργου) κατά την προσφορά του τη μελέτη,
την παροχή δυνατότητας καθυστέρησης της ανάπτυξης του εργοταξίου και την έναρξη των εργασιών.
• Στις υποχρεώσεις του αναδόχου εμπεριέχεται υποχρέωση της διευθύνουσας υπηρεσίας. Κατ’ αρχήν θα ήταν ορθότερο να αποφευχθεί η ένταξη ενός καθήκοντος της διευθύνουσας υπηρεσίας στο άρθρο για τις υποχρεώσεις του αναδόχου . Επίσης δεν αποσαφηνίζεται, εάν η πράξη αυτή είναι υποχρεωτική ή διενεργείται μόνον, εφόσον ο ανάδοχος διατυπώσει παρατηρήσεις επί της μελέτης. Η όλη διαδικασία επιτείνει τα προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω.
• Η όλη διαδικασία της παραγράφου 2 δεν εντάσσεται στις γενικές υποχρεώσεις του αναδόχου, δεδομένου ότι καταλήγει στη δυνατότητα διάλυσης της σύμβασης. Η όλη διαμόρφωση της συγκεκριμένης παραγράφου είναι προβληματική και παρέχει τη δυνατότητα αποχώρησης των αναδόχων πριν από την έναρξη των εργασιών λαμβάνοντας μάλιστα αποζημίωση.
• Σύμφωνα με την παράγραφο 5 σε περίπτωση επίβλεψης από ιδιωτικό φορέα, ο τελευταίος δεν έχει δικαίωμα να δώσει εντολή για την εκτέλεση επειγουσών εργασιών που αφορούν στην ασφάλεια του έργου, δεδομένου ότι αναφέρεται ρητά ότι αυτή δίδεται από τη διευθύνουσα υπηρεσία κι όχι από τον επιβλέποντα, που υπογράφει στο ημερολόγιο του έργου.
3.16 Άρθρο 139
Το άρθρο 139, που αναφέρεται στη διεύθυνση του έργου από την πλευρά του αναδόχου διατηρείται ως έχει. Όμως, στην παράγραφο 1 περιέχεται μια σωστή διάταξη για την ελάχιστη τεχνική στελέχωση του εργοταξίου η οποία ωστόσο δεν διατυπώνεται ορθά. Συγκεκριμένα, ορίζει ότι αυτή πρέπει να καθορίζεται στη Διακήρυξη και προβλέπει σχετική απόφαση της αναθέτουσας αρχής, η οποία όμως είναι περιττή, αφού ότι ούτως ή άλλως η Διακήρυξη εγκρίνεται με απόφαση της αναθέτουσας αρχής.
3.17 Άρθρο 142
Το άρθρο 142 αναθεωρείται πλήρως και η συμβουλευτική επιτροπή παρακολούθησης έργου καταργείται. Δημιουργείται όμως ψηφιακό αρχείο βαθμολόγησης όλων των τεχνικών εταιρειών που ασχολούνται με την κατασκευή δημόσιων έργων. Διαπιστώνονται ορισμένες ασάφειες στην εφαρμογή του συγκεκριμένου συστήματος:
• Δεν καθορίζεται η διαδικασία συλλογής των στοιχείων από την αρμόδια υπηρεσία.
• Δεν προβλέπεται η δυνατότητα πρόσβασης άλλων υπηρεσιών στο ψηφιακό αρχείο βαθμολόγησης.
• Ενώ στο άρθρο 1 ορίζεται ότι όλες οι τεχνικές εταιρείες εντάσσονται σε αυτό, στην παράγραφο 6 προβλέπεται ότι η εγγραφή στο αρχείο είναι υποχρεωτική για συμβάσεις βάσει τις βέλτιστης σχέσης ποιότητας – τιμής.
• Δεν περιγράφονται οι συνέπειες καλής ή κακής βαθμολόγησης των τεχνικών εταιρειών.
3.18 Άρθρο 143
Με την τροποποίηση του άρθρου 143 περιορίζονται οι τρόποι επικοινωνίας μεταξύ των υπηρεσιών και του αναδόχου. Καταργείται η δυνατότητα επικοινωνίας μέσω τηλεομοιοτυπίας (fax) ή μέσω οργάνου δημόσιας υπηρεσίας. Ιδιαίτερα η επικοινωνία μέσω δικαστικού επιμελητή είναι σχετικά πολύπλοκη και δαπανηρή. Δυσχεραίνει και επιβαρύνει αδικαιολόγητα τις τεχνικές υπηρεσίες. Οι περιπτώσεις ειδικής πρόσκλησης του άρθρου 160 (έκπτωση αναδόχου) είναι σοβαρές και σχετικά σπάνιες, οπότε δικαιολογείται ίσως η επικοινωνία με δικαστικό επιμελητή. Αντίθετα, οι περιπτώσεις ειδικών διαταγών του άρθρου 159 (ακαταλληλότητα υλικών και κακοτεχνίες) είναι συχνές, απαιτούν άμεση ενέργεια και επομένως επιβάλλεται μια πιο απλή και οικονομική επικοινωνία.
3.19 Άρθρο 145
Το άρθρο 145 αφορά στο χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου. Θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό για την ομαλή εξέλιξη του έργου, για τον λόγο αυτόν η παράβασή του προβλέπει ειδικές κυρώσεις. Όμως η εφαρμογή της παραγράφου 1 έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 138, παράγραφος 2. Δεν γίνεται κατανοητό με ποιόν τρόπο είναι δυνατόν ο ανάδοχος να συντάξει χρονοδιάγραμμα εντός 30 ημερών, εφόσον στο διάστημα αυτό έχει δικαίωμα να αμφισβητεί τη μελέτη και να μην γνωρίζει τη δυνατότητα εφαρμογής της. Αυτό οδηγεί σε μια σύνταξη και υποβολή χρονοδιαγράμματος σε εντελώς πρόχειρη μορφή, απλά και μόνο για τυπικούς λόγους και στη συνέχεια σε μια επίσης τυπική έγκριση αυτού.
Επίσης η παράγραφος 2 ορίζει ότι η έναρξη των εργασιών δεν επιτρέπεται να καθυστερήσει πέραν των 30 ημερών από την υπογραφή της σύμβασης και αποτελεί λόγο έκπτωσης και πειθαρχικό παράπτωμα. Όμως στην παράγραφο 2 του άρθρου 138 ορίζεται ότι ο ανάδοχος πριν από την εγκατάστασή του στο εργοτάξιο οφείλει να καταθέσει παρατηρήσεις για τη μελέτη του έργου μέσα σε χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημερών. Πώς είναι δυνατόν οι εργασίες να αρχίσουν χωρίς την εγκατάσταση στο εργοτάξιο;
3.20 Άρθρο 146
Το άρθρο 146 αφορά στο ημερολόγιο του έργου, το οποίο παύει να είναι βιβλίο καταχώρησης, αλλά έχει ηλεκτρονική μορφή. Η χρήση ηλεκτρονικού ημερολογίου απλοποιεί τη διαδικασία σύνταξης, ενώ παράλληλα διευκολύνει την εποπτεία του έργου εκ μέρους του επιβλέποντα μηχανικού και της διευθύνουσας υπηρεσίας. Υπάρχουν όμως οι εξής παρατηρήσεις:
• Δεν αναφέρεται στην παράγραφο 2 ο χρόνος αποστολής του ημερολογίου στον επιβλέποντα.
• Αρκεί η αποστολή του ημερολογίου στον επιβλέποντα Η κοινοποίηση στον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας κρίνεται περιττή, ιδιαίτερα πριν γίνουν παρεμβάσεις από τον επιβλέποντα. Βέβαια ο προϊστάμενος διατηρεί το δικαίωμα ελέγχου του ηλεκτρονικού ημερολογίου, όποτε το θεωρήσει αναγκαίο.
• Το ημερολόγιο δεν αποτελεί πράξη της διοίκησης, συνεπώς δεν χρειάζεται να εγκριθεί από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας. Η υπογραφή εκ μέρους του επιβλέποντα θεωρείται αποδοχή.
• Η διατύπωση του όρου «μικρό έργο», στο οποίο είναι δυνατή η τήρηση συνοπτικού ημερολογίου (πάντα ηλεκτρονικό) ή και η εξαίρεση τήρησης είναι ασαφής. Είναι σκόπιμο η διαφοροποίηση εκτός από το οικονομικό αντικείμενο, το οποίο πρέπει να καθοριστεί, να λαμβάνει υπόψη και το αντικείμενο ή τη φύση του έργου, δηλαδή τα έργα συντήρησης που δεν έχουν σταθερό τόπο εργασιών.
3.21 Άρθρο 148
Το άρθρο 148 καθορίζει το ύψος των ποινικών ρητρών σε περίπτωση παραβίασης των προθεσμιών. Διατυπώνονται οι εξής παρατηρήσεις:
• Στην παράγραφο 1 προβλέπεται ότι η κατάπτωση των ποινικών ρητρών για υπέρβαση της εγκεκριμένης συνολικής προθεσμίας και των αποκλειστικών τμηματικών προθεσμιών δεν ανακαλείται. Όμως με την τροποποίηση του προηγούμενου άρθρου έχει πάψει η διάκριση μεταξύ ενδεικτικών και αποκλειστικών τμηματικών προθεσμιών. Συνεπώς η διατύπωση του της παραγράφου 1 δεν συμβαδίζει με το άρθρο 147. Το ίδιο συμβαίνει και στην παράγραφο 2.
• Εφόσον διατηρηθεί η διάκριση μεταξύ ενδεικτικών και αποκλειστικών τμηματικών προθεσμιών πρέπει στην παράγραφο 1 να υπάρχει αναφορά για την επιστροφή των ποινικών ρητρών που κατέπεσαν λόγω υπέρβασης των ενδεικτικών τμηματικών προθεσμιών.
3.22 Άρθρο 151
Το άρθρο 151, που καθορίζει τον τρόπο σύνταξης, υποβολής και ελέγχου των επιμετρήσεων, τροποποιείται ριζικά. Προφανής σκοπός της τροποποίησης είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας έγκρισης των λογαριασμών, ωστόσο με την προτεινόμενη διαδικασία δεν εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι πάντα η νομοθεσία διέπεται από την αρχή της προάσπισης του δημόσιου συμφέροντος. Διατυπώνονται οι εξής παρατηρήσεις:
• Δεν αναφέρεται πουθενά η προφανής υποχρέωση της επίβλεψης για συνεχή παρακολούθηση των εργασιών. Η επισταμένη παρακολούθηση των εργασιών εκ μέρους της επίβλεψης καθιστά δυνατό τον έλεγχο των επιμετρήσεων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα διασφαλίζει και την ποιότητα των εργασιών.
• Η νομοθεσία, έτσι όπως τροποποιείται, παρέχει σε περίπτωση αδυναμίας τη δυνατότητα ανάθεσης της επίβλεψης σε ιδιωτικό φορέα, ακριβώς για να αντιμετωπιστούν μεταξύ των άλλων τυχόν καθυστερήσεις στην εκτέλεση των εργασιών και την πληρωμή των λογαριασμών. Για ποιόν λόγο να προσληφθεί ιδιωτικός φορέας για την επίβλεψη, όταν δεν έχει υποχρέωση για ενδελεχή έλεγχο όλων των επιμετρήσεων;
• Η επιμέτρηση συντάσσεται από τον ανάδοχο με δική του ευθύνη, που αποτυπώνεται με την κατάθεση υπεύθυνης δήλωσης περί της αλήθειας. Εξάλλου κατά πάγια τακτική η υπογραφή της επιμέτρησης, των φύλλων αναλυτικών υπολογισμών και των κατασκευαστικών σχεδίων υποδηλώνουν κατά πάγια τακτική την αλήθεια των περιεχομένων στοιχείων.
• Η διάκριση μεταξύ εμφανών και αφανών εργασιών θεωρείται περιττή. Ο ανάδοχος υποχρεούται να ενημερώνει τον επιβλέποντα για τις εργασίες, που θα πραγματοποιηθούν στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα (χρονικός ορίζοντας τουλάχιστον μιας εβδομάδας), ώστε η επίβλεψη να πραγματοποιήσει τους ελέγχους που κρίνει απαραίτητους. Έτσι ελέγχεται η ποσότητα και η ποιότητα των εργασιών, καθώς επίσης και η ποιότητα των υλικών.
• Η διάταξη που εισάγεται στην παράγραφο 7, σύμφωνα με την οποία ο επιβλέπων μετά τον έλεγχο των αφανών εργασιών πρέπει να συντάξει έκθεση και να την υποβάλλει αμέσως ηλεκτρονικά στον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας θα μπορουσε να παραληφθεί. Η αποδοχή της επιμέτρησης, των φύλλων αναλυτικών υπολογισμών και των κατασκευαστικών σχεδίων αποδεικνύεται με την υπογραφή του επιβλέποντα. Η ηλεκτρονική ενημέρωση του προϊστάμενου εκ μέρους του αναδόχου για την διενέργεια του ελέγχου δεν εξυπηρετεί κάποιο σκοπό και ενέχει υποψίες έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ προϊσταμένου και επίβλεψης.
• Η διάταξη που εισάγεται στην παράγραφο 3 για τη δυνατότητα του προϊσταμένου να διατάξει μερική ή ολική επαλήθευση επιμετρήσεων περιττεύει, δεδομένου ότι ο προϊστάμενος σαν κατ’ εξοχήν αρμόδιος για την παρακολούθηση του έργου (βλ. άρθρο 136, παράγραφος 2), διατηρεί πάντα αυτό το δικαίωμα. Αφ’ ετέρου δημιουργεί την λανθασμένη εντύπωση ότι δεν αποτελεί καθήκον της επίβλεψης ο ενδελεχής έλεγχος όλων των επιμετρήσεων. Εξάλλου, εφόσον όλες οι επιμετρήσεις έχουν ελεγχθεί και δεν υπάρχει πρόβλημα στην εξέλιξη του έργου, ποιος λόγος καθιστά αναγκαίο τον επανέλεγχο ποσοστού από αυτές;
• Με την ισχύουσα νομοθεσία η έγκριση των επιμετρήσεων προϋποθέτει όχι μόνο την ακρίβεια των ποσοτήτων, αλλά και την ποιότητα των εργασιών. Με την τροποποίηση του άρθρου παραβλέπεται η ποιότητα, αφού η δήλωση του αναδόχου αφορά μόνο στην ποσότητα των εργασιών. Συνεπώς στην επιμέτρηση μπορούν να συμπεριληφθούν ακόμα και εργασίες κακής ποιότητας, χωρίς να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι ο ανάδοχος ψεύδεται.
• Δεν είναι κατανοητό, για ποιόν λόγο τα υπολογιστικά σφάλματα ή η ένταξη εργασιών σε λανθασμένο άρθρο δεν συμπεριλαμβάνονται στις εκ προθέσεως ανακριβείς επιμετρήσεις.
• Από την όλη διαμόρφωση και διατύπωση του άρθρου διαφαίνεται δυνατότητα χαλάρωσης της επίβλεψης κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Η διατήρηση της ισχύουσας διατύπωσης με συντόμευση της προθεσμίας έγκρισης από 45 σε 30 ημέρες επιταχύνει τη διαδικασία έγκρισης λογαριασμών, χωρίς να θέσει υπό αμφισβήτηση την ποιότητα των εργασιών.
• Με την προτεινόμενη διαδικασία στον ανάδοχο επιστρέφονται χωρίς ουσιαστικό έλεγχο οι εγγυήσεις, για εργασίες που ο ίδιος δήλωσε ότι πραγματοποίησε.
• Η κατάθεση δήλωσης ακριβείας κατά την υποβολή της τελικής επιμέτρησης είναι περιττή, δεδομένου ότι ούτως ή άλλως αυτή αποτελεί απλή ανακεφαλαίωση όλων των επιμετρήσεων του έργου. Ο έλεγχος του επιβλέποντα περιορίζεται ουσιαστικά στον έλεγχο των αθροισμάτων για τις ποσότητες των εργασιών. Η σύνταξη σχετικής έκθεσης από τον επιβλέποντα είναι επίσης περιττή, αρκεί η υπογραφή αυτής εκ μέρους του.
• Δεν τίθεται θέμα επιβολής κυρώσεων στον ανάδοχο λόγω υποβολής αναληθούς τελικής επιμέτρησης για τον λόγο που αναφέρθηκε παραπάνω.
• Δεν αναφέρεται ρητά η υποχρέωση έκδοσης απόφασης έγκρισης της τελικής επιμέτρησης από τη διευθύνουσα υπηρεσία.
• Καταργείται η επιτροπή παραλαβής φυσικού εδάφους, συνεπώς οι ποσότητες των χωματουργικών εργασιών δεν μπορούν να ελεγχθούν σε καμιά περίπτωση. Βέβαια, είναι προφανές ότι η επίβλεψη διατηρεί το δικαίωμα να πάρει στοιχεία φυσικού εδάφους, αλλά:
ο ανάδοχος δεν υποχρεωμένος να παρίσταται και να συνδράμει στο έργο της,
κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις τα στοιχεία αυτά ενδέχεται να αμφισβητηθούν αργότερα κατά την υποβολή και έγκριση των επιμετρήσεων, δηλαδή όταν πλέον είναι πρακτικά αδύνατη η διαπίστωση της αλήθειας.
• Διατηρείται όμως για άγνωστους λόγους η επιτροπή χαρακτηρισμού εδαφών. Η επιτροπή αυτή χαρακτηρίζει το είδος του εδάφους (γαιώδη – ημιβραχώδη ή βραχώδη) και το ποσοστό κάθε είδους, αλλά ο καθορισμός της ποσότητας αυτών επαφίεται στον ανάδοχο.
Συμπερασματικά αναφέρουμε ότι το άρθρο αυτό περιορίζει σημαντικά τη διευθύνουσα υπηρεσία στη δυνατότητα ελέγχου τόσο των ποσοτήτων όσο και της ποιότητας των εργασιών. Τυχόν επιδιωκόμενη επίσπευση της διαδικασίας ελέγχου και έγκρισης των επιμετρήσεων κάλλιστα μπορεί να επιτευχθεί με άλλους τρόπους, που έχουν αναφερθεί παραπάνω.
3.23 Άρθρο 152
Το άρθρο 152 καθορίζει τη διαδικασία σύνταξης, κατάθεσης και έγκρισης των λογαριασμών. Επισημαίνονται τρία βασικά σημεία σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία:
• Για την έγκριση του λογαριασμού δεν απαιτείται η έγκριση των επιμετρήσεων, αλλά αρκεί η κατάθεσή τους εκ μέρους του αναδόχου.
• Για την έγκριση του λογαριασμού δεν απαιτείται η προσκόμιση παραστατικών πληρωμής κρατήσεων εκ μέρους του αναδόχου.
• Καταργείται η κράτηση σε ποσοστό 10% στην αξία των υλικών που περιλαμβάνονται στην πιστοποίηση, χωρίς να αποσαφηνίζεται αν το ποσοστό κράτησης 5% συμπεριλαμβάνει την αξία των υλικών ή η αξία των υλικών απαλλάσσεται των κρατήσεων.
Ένας τρόπος επίσπευσης έγκρισης των λογαριασμών, χωρίς να καταργείται ο έλεγχος των επιμετρήσεων (ποσοτικά και ποιοτικά) είναι δυνατόν να επιτευχθεί εφόσον τα άρθρα 151 και 152 αναμορφωθούν κατάλληλα, ώστε για την έγκριση κάθε λογαριασμού απαιτείται η έγκριση όλων των επιμετρήσεων, που αφορούν σε όλους τους προηγούμενους λογαριασμούς και η υποβολή επιμετρήσεων για τις πρόσθετες εργασίες (προσωρινές επιμετρήσεις).
3.24 Άρθρο 153
Το άρθρο 153 καθορίζει τον τρόπο αναθεώρησης των εργασιών. Παρατηρούνται τα εξής:
• Η παράγραφος 5 (η οποία δεν τροποποιείται) αναφέρεται στην κατ’ εξαίρεση σταθερότητα των τιμών για έργα εκτιμώμενου προϋπολογισμού ύψους 1.500.000€. Εννοεί μέχρι ή άνω του ποσού αυτού;
• Στην παράγραφο 6 καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της αναθεώρησης (αύξησης ή μείωσης). Δεν αποσαφηνίζεται όμως ένα θέμα που πολλές φορές έχει αποτελέσει πεδίο δικαστικής διαμάχης μεταξύ αναδόχων και υπηρεσιών. Οι διάφορες δικαστικές διαμάχες κατέληξαν κατά καιρούς σε αντικρουόμενες αποφάσεις. Το πρόβλημα προκαλείται από το ερώτημα αν η αναθεώρηση είναι δικαίωμα ή υποχρέωση του αναδόχου. Εφόσον είναι δικαίωμα, τότε παρέχεται στον ανάδοχο η δυνατότητα να μην τη ζητήσει, όταν κρίνει ότι το συνολικό ύψος της αναθεώρησης είναι αρνητικό.
3.25 Άρθρο 156
Στο άρθρο 156 περιγράφονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την τροποποίηση της σύμβασης. Παρατηρούνται τα εξής:
• Στην παράγραφο 1 έχει εισαχθεί περίπτωση (γ) μια τελείως ασαφής διάταξη που επιτρέπει την αλλαγή της σύμβασης και ως προς άλλους όρους πέραν της ανάθεσης συμπληρωματικών εργασιών, που προβλέπονται ήδη στην περίπτωση (β) της ίδιας παραγράφου. Δεδομένου ότι ένα άλλο βασικό σημείο της σύμβασης, που αφορά στην παράταση της προθεσμίας περαίωσης καθορίζεται σε ιδιαίτερο άρθρο, η εισαγωγή της συγκεκριμένης περίπτωσης με αυτήν την γενικόλογη διατύπωση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές «εκτροχιάσεις» της σύμβασης.
• Στην ίδια παράγραφο στην περίπτωση (ε) εισάγεται διάταξη σύμφωνα με την οποία για την τροποποίηση της σύμβασης, δηλαδή για την έγκριση Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών, απαιτείται προηγούμενη γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου. Με την ισχύουσα νομοθεσία τέτοια γνωμοδότηση απαιτείται μόνο για την υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης.
• Θα ήταν σκόπιμο στην χρήση των επί έλασσον δαπανών να μην υπάρχουν τα όρια του 20% και 10%, εφόσον πρόκειται για έργα συντήρησης, για τα οποία λόγω της φύσης των έργων αυτών είναι σχεδόν αδύνατο να προσδιοριστούν εξ αρχής με ακρίβεια οι ποσότητες, ενώ πολύ συχνά μέχρι την ολοκλήρωση των έργων προκύπτει ανάγκη αντιμετώπισης απρόοπτων καταστάσεων. Η διάταξη αυτή μπορεί να διατηρηθεί, μόνον εφόσον στο άρθρο 53 περιληφθεί διάταξη για δυνατότητα σύνταξης προϋπολογισμού χωρίς ποσότητες των επιμέρους εργασιών ανεξάρτητα από το ύψος αυτού.
3.26 Άρθρο 159
Το άρθρο 159 καθορίζει τις διαδικασίες για τον έλεγχο της καταλληλότητας των υλικών. Με την τροποποίηση επέρχονται σημαντικές αλλαγές, με τις οποίες δεν εξασφαλίζεται η ποιότητα των υλικών και συνεπώς η ποιότητα των εργασιών. Συγκεκριμένα:
• Με την παράγραφο 1 τροποποιείται η ισχύουσα διάταξη και ο έλεγχος της ποιότητας των υλικών αναλαμβάνεται από το τεχνικό προσωπικό του αναδόχου. Συνεπώς τα υλικά επιλέγονται με αποκλειστική ευθύνη του αναδόχου. Ο τεχνικός του αναδόχου υποβάλλει δήλωση με την οποία βεβαιώνει την αλήθεια του περιεχομένου της. Είναι προφανής η ατυχής διατύπωση του άρθρου, που δεν καθορίζει το περιεχόμενο της δήλωσης, αλλά μόνο ότι η (άνευ περιεχομένου δήλωση) είναι αληθής.
• Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι ο επιβλέπων δικαιούται να ελέγχει την ποιότητα των υλικών κατά την εκτέλεση των εργασιών. Αυτό όμως σημαίνει ότι οποιαδήποτε ακαταλληλότητα στα υλικά διαπιστώνεται καθυστερημένα και εφόσον τα υλικά έχουν αρχίσει ήδη να ενσωματώνονται.
• Εφόσον η επίβλεψη έχει ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα, δεν προβλέπεται δικαίωμα στη διευθύνουσα υπηρεσία να ελέγξει η ίδια την ποιότητα των υλικών.
• Εξάλλου δεν προβλέπεται το προφανές δικαίωμα στη διευθύνουσα υπηρεσία να προχωρήσει σε έλεγχο της ποιότητας των υλικών, ούτε καν με βάση τις δηλώσεις του αναδόχου, εφόσον βέβαια αυτές έχουν πληρότητα περιεχομένου όσον αφορά στα χαρακτηριστικά των υλικών, και να εγκρίνει τη χρήση τους στο έργο.
Μάλιστα όλα αυτά γίνονται σε μια εποχή, που στην Ευρωπαϊκή Ένωση τίθενται σειρά κανόνων για την εξασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων και του αποκλεισμού όσων δεν τηρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές.
Το άρθρο αυτό στερεί από τη διευθύνουσα υπηρεσία κάθε δυνατότητα προληπτικού ελέγχου της ποιότητας των υλικών, που ενσωματώνονται στο έργο. Συνεπώς έρχεται σε αντίθεση με τη βασική αρχή της προάσπισης του δημόσιου συμφέροντος, ενώ ταυτόχρονα καταπατείται το προφανές δικαίωμα του «αγοραστή» να ελέγχει την ποιότητα του προϊόντος που αγοράζει .
3.27 Άρθρο 161
Το άρθρο 161 καθορίζει τις διαδικασίες για τη διακοπή των εργασιών και τη διάλυση της σύμβασης.
Στην παράγραφο 1, περίπτωση (ε) δεν γίνεται κατανοητό γιατί ο ανάδοχος έχει δικαίωμα να ζητήσει διάλυση της σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 138, παράγραφος 2 που αναφέρεται στις υποχρεώσεις αυτού. Εξάλλου η αναφερόμενη στη συγκεκριμένη παράγραφο παραβίαση της υποχρέωσης της διευθύνουσας υπηρεσίας δεν βλάπτει τα συμφέροντα του αναδόχου σε βαθμό ανάλογο των συνεπειών. Το ίδιο ισχύει και για την επίκληση του άρθρου 148.
3.28 Άρθρο 168
Το άρθρο 168 καθορίζει τα καθήκοντα του επιβλέποντα και της διευθύνουσας υπηρεσίας κατά την περάτωση των εργασιών. Στις προτεινόμενες τροποποιήσεις παρατηρούμε τα εξής:
• Αυξάνεται το χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο η επίβλεψη υποχρεούται να επιθεωρήσει το έργο και να συντάξει την έκθεση από 10 σε 30 ημέρες. Με τον τρόπο αυτόν παρέχεται έμμεσα δυνατότητα άτυπης παράτασης των εργασιών.
• Η δυνατότητα επανελέγχου των επιμετρήσεων με καταμετρήσεις δεν έχει ουσιαστικά νόημα, αφού το έργο έχει ολοκληρωθεί, οι περισσότερες εργασίες έχουν πλέον καταστεί αφανείς και η δυνατότητα ελέγχου κατά το στάδιο εκτέλεσης των εργασιών έχει ουσιαστικά αφαιρεθεί με τις διατάξεις του άρθρου 151.
3.29 Άρθρο 170
Το ισχύον άρθρο 170 περιγράφει τη διαδικασία προσωρινής παραλαβής των έργων. Με την τροποποίηση της νομοθεσίας προβλέπεται κατάργηση της προσωρινής παραλαβής. Έτσι το άρθρο 170 της προτεινόμενης τροποποίησης εισάγει ένα τελείως διαφορετικό θέμα, τη σύσταση ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού – μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με τίτλο «Εταιρία προδιαγραφών και τιμολόγησης τεχνικών έργων και μελετών».
Μέχρι σήμερα ο τεχνικός κόσμος της χώρας δεν είχε διαπιστώσει την ανάγκη ίδρυσης ενός τέτοιου φορέα. Ήδη στο παρελθόν την σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών είχε το Υπουργείο, στη συνέχεια πέρασε στο Ινστιτούτο Οικονομίας των Κατασκευών, για να καταλήξει σήμερα στον ΕΛΟΤ, που το 2012 εξέδωσε 440 τεχνικές προδιαγραφές και το 2019 άλλες 70. Επίσης η τιμολόγηση των εργασιών και μελετών ανήκει στις υπηρεσίες του Υπουργείου.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν παρατηρείται ανάγκη δημιουργίας ενός νέου φορέα. Προφανώς η ίδρυση του συγκεκριμένου φορέα με αυτά τα αντικείμενα σίγουρα δεν αποσκοπεί στη βελτίωση της κατάστασης στους τομείς αυτούς.
3.30 Άρθρο 171
Το άρθρο 171, όπως προτείνεται στην τροποποίηση, περιγράφει τη διαδικασία παραλαβής των έργων, στην οποία ενσωματώνονται τόσο η προσωρινή όσο και η οριστική παραλαβή της ισχύουσας νομοθεσίας. Με την προτεινόμενη διαδικασία εισάγονται πολλά νέα στοιχεία, τα οποία καθιστούν τις παραλαβές πολύπλοκες, χρονοβόρες και αντιοικονομικές. Συγκεκριμένα:
• Στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι η επιτροπή παραλαβής συγκροτείται εντός 3 μηνών από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου. Επισημαίνεται ότι η παραλαβή θα ολοκληρωθεί 15 έως 18 μήνες από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου.
• Ανεξάρτητα από το οικονομικό αντικείμενο του έργου η επιτροπή είναι πενταμελής. Δύο μέλη προέρχονται ορίζονται από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, ενώ ο Πρόεδρος προέρχεται από άλλη αναθέτουσα αρχή. Η σύνθεση της επιτροπής σίγουρα δυσχεραίνει τη λειτουργία της.
• Δεν αναφέρεται ρητά, αλλά από το περιεχόμενο της παραγράφου 3 υπονοείται ότι η επιτροπή σε όλο το διάστημα από τη συγκρότηση μέχρι την σύνταξη του πρωτοκόλλου θα έχει καθήκον να προχωρήσει σε αλλεπάλληλους ελέγχους στο έργο κατά την κρίση της. Αυτό σίγουρα δεν είναι αρνητικό από θεωρητική άποψη. Αρνητικό όμως είναι το γεγονός ότι τόσο ο Πρόεδρος, όσο και τα μέλη που προέρχονται από το Τ.Ε.Ε. δικαιούνται ιδιαίτερης αμοιβής από τις πιστώσεις του έργου ανάλογα με τον αριθμό των συνεδριάσεων, που σίγουρα δεν μπορεί να ελεγχθεί, το οικονομικό αντικείμενο του έργου και τις τεχνικές δυσχέρειες αυτού. Η διαδικασία αυτή προκαλεί αδικαιολόγητη και ανεξέλεγκτη οικονομική επιβάρυνση στα έργα.
• Ενώ στην ισχύουσα νομοθεσία ορίζεται με σαφήνεια ότι τα μέλη της επιτροπής (μη αμειβόμενα) ορίζονται υποχρεωτικά ύστερα από κλήρωση, στην προτεινόμενη τροποποίηση δεν υπάρχει καμία αναφορά για τον τρόπο ορισμού της επιτροπής.
• Παρά το μεγάλο χρονικό διάστημα λειτουργίας της επιτροπής, το έργο της περιορίζεται σε κατά το δυνατόν ποσοτικό και ποιοτικό έλεγχο.
Η διαδικασία παραλαβής αποτελεί μια εκ των υστέρων διαδικασία ελέγχου. Οι δυνατότητες ποσοτικών και ποιοτικών ελέγχων είναι πολύ περιορισμένες, αφού το έργο έχει ολοκληρωθεί και σχεδόν στο σύνολο τους οι εργασίες έχουν πλέον καταστεί αφανείς. Είναι λοιπόν άσκοπο να προτείνεται μια τόσο πολύπλοκη και δαπανηρή διαδικασία σε αυτό το στάδιο.
3.31 Άρθρο 221
Στο άρθρο 221 απαριθμώνται τα όργανα διενέργειας διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων, καθώς επίσης οι αρμοδιότητες, ο αριθμός των μελών και ο τρόπος συγκρότησής τους.
Ειδικά για τις συμβάσεις έργων ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση (α) της παραγράφου 8. Με την προτεινόμενη τροποποίηση προβλέπεται ότι στην επιτροπή διαγωνισμού με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα τιμή τα μέλη ορίζονται μεν από το Μη.Μ.Ε.Δ., αλλά προέρχονται από υπηρεσίες της αναθέτουσας αρχής. Η τροποποίηση αυτή κρίνεται θετικά, επειδή συντελεί στην επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης. Στο παρελθόν είχαν παρατηρηθεί μεγάλες καθυστερήσεις στη διενέργεια των διαγωνισμών λόγω αντικειμενικών δυσκολιών μετακίνησης, αλλά και απροθυμίας μελών της επιτροπής να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς άλλων υπηρεσιών.
Για τις συμβάσεις με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα προσφορά βάση της σχέσης τιμής – κόστους τα μέλη της επιτροπής ορίζονται από το Μη.Μ.Ε.Δ. και προέρχονται από τις υπηρεσίες της αναθέτουσας αρχής. Η επιτροπή συμπληρώνεται από μέλη που ορίζονται από συγκεκριμένους φορείς.
Για τις δημόσιες συμβάσεις μελετών η μόνη τροποποίηση που επέρχεται αφορά στον ορισμό των μελών της επιτροπής από το Μη.Μ.Ε.Δ. αλλά από υπαλλήλους της αναθέτουσας αρχής.
3.32 Άρθρα 346-359, 363
Για την εξέταση διαφορών που προκύπτουν κατά τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων έχει συσταθεί η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφορών. Οι αρμοδιότητες, οργάνωση και λειτουργία της συγκεκριμένης αρχής περιγράφονται στα άρθρα 346 έως 359. Όμως η λειτουργία της αρχής αντί να συμβάλλει στην απλοποίηση και την επιτάχυνση για την επίλυση των διαφορών, προκάλεσε δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις. Συγκεκριμένα:
• Η θέσπιση διοικητικής επίλυσης ενώπιον της ΑΕΠΠ προηγείται υποχρεωτικά της δικαστικής προστασίας.
• Μετά την έκδοση απόφασης εκ μέρους της ΑΕΠΠ ο ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει αίτημα για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης και αίτηση ακύρωσης αυτής.
• Η διαδικασία άσκησης και εξέτασης προσφυγής ενώπιο της ΑΕΠΠ απαιτεί κατ’ ελάχιστον 3 – 4 μήνες.
• Αν και στον Νόμο ορίζεται ότι η απόφαση της ΑΕΠΠ είναι δεσμευτική για την αναθέτουσα αρχή, στην πράξη είναι παντελώς άχρηστη, αφού σε περίπτωση κατάθεσης αιτήματος αναστολής κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του δικαστηρίου, υποχρεωτικά η αναθέτουσα αρχή αναμένει τον προσδιορισμό, την εκδίκαση και την έκδοση της σχετικής απόφασης, η οποία μπορεί να αναστείλει την απόφαση της ΑΕΠΠ. Η διαδικασία αυτή συνήθως υπερβαίνει τους 6 μήνες (πλέον των παραπάνω 3-4 της ΑΕΠΠ). Η κατάσταση περιπλέκεται, επειδή τα δικαστήρια οφείλουν να αποφανθούν όχι μόνο για την απόφαση της αναθέτουσας αρχής αλλά και γι’ αυτήν της ΑΕΠΠ.
• Όμως ούτε η έκδοση απόφασης επί της αίτησης αναστολής από το δικαστήριο επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να προχωρήσει, εφόσον ασκηθεί αίτηση ακύρωσης της απόφασης της ΑΕΠΠ. Η εκδίκαση και έκδοση μπορεί να υπερβαίνει κατά πολύ το ένα έτος (επί πλέον των χρόνων που προαναφέρθηκαν).
• Τέλος η παραπάνω διαδικασία είναι και εξαιρετικά δαπανηρή αφού προβλέπεται παράβολο για την άσκηση της προσφυγής σε ποσοστό 0,50% του προϋπολογισμού της σύμβασης.
Επισημαίνεται ότι η παραπάνω διαδικασία μπορεί να επαναλαμβάνεται σε πολλά στάδια ενός διαγωνισμού αλλά και να ασκείται από ποικίλους διαδίκους (υποψήφιους, αναθέτουσα Αρχή) με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά χρονοβόρα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η κατάργηση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφορών και η θέσπιση μιας δικαστικής διαδικασίας, σε ειδικό τμήμα δικαστηρίου, που σε χρόνο όχι μεγαλύτερο των δύο μηνών θα αποφαινόταν οριστικά σε ένα μόνο στάδιο για την επίλυση της διαφοράς, αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη λύση για την επιτάχυνση των διαδικασιών και την ασφάλεια δικαίου.
Για τη Δ.Τ.Ε./Π.Κ.Μ.
Η αν. Προϊσταμένη
Δέσποινα Ανταβαλίδου
Πολιτικός Μηχανικός με Α’β
Άρθρο 53
Έναρξη διαδικασίας σύναψης σύμβασης–Αντικατάσταση άρθρου 120 του ν. 4412/2016(απευθείας αναθέσεις)
Διαδικασία απευθείας αναθέσεων:
Στην παράγραφο 3α του άρθρου γίνεται αναφορά στη διαδικασία πρόσκλησης της παρ. 2 ειδικά για συμβάσεις προμήθειας αγαθών και παροχής υπηρεσιών και στην παράγραφο 3β για δημόσιες συμβάσεις έργου, όχι όμως σε αυτή της ανάθεσης των μελετών. Πρέπει να γίνει σαφής αναφορά στην διαδικασία πρόσκλησης για τις αναθέσεις μελετών για τις οποίες δεν γίνεται αναφορά ούτε στην παράγραφο 3α ούτε στην 3β και έτσι δεν γνωρίζουμε τι ισχύει.
Πρόταση: Να γίνει σαφής αναφορά για τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης των μελετών στην παράγραφο 3β.
1. ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΤΟΥ Ν. 4412/2016
ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡ. 2: «ΧΩΡΙΣΤΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ»
Προτείνεται να προστεθεί εδάφιο:
«Στην περίπτωση νομικών προσώπων που ασκούν κοινωφελείς δραστηριότητες διαχείρισης στερεών αποβλήτων κατά τις διατάξεις των άρθρων 225-247 του ν. 4555/2018 σε περισσότερες από μια Περιφερειακές Ενότητες, χωριστή επιχειρησιακή μονάδα νοείται το σύνολο των εγκαταστάσεων παροχής των υπηρεσιών διαχείρισης στερεών αποβλήτων ανά Περιφερειακή Ενότητα, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται έστω σε αυτήν διεύθυνση, τμήμα ή γραφείο με αρμοδιότητες που σχετίζονται μεταξύ άλλων με το σχεδιασμό ή τη διενέργεια διαδικαστικών ενεργειών για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών δημοσίων συμβάσεων».
Αιτιολόγηση: Λαμβάνοντας υπ’ όψη το παράδειγμα της Στερεάς Ελλάδας, είναι απολύτως προβληματική η διενέργεια ενιαίου διαγωνισμού προμήθειας υλικού εδαφοκάλυψης, καυσίμων, ελαστικών οχημάτων, ή η διενέργεια διαγωνισμού παροχής υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής οχημάτων, για όλη την Περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας, δηλαδή για έργα από την Κάρυστο μέχρι το Καρπενήσι. Σχεδόν πάντα οι διαγωνισμοί κηρύσσονται άγονοι. Είναι απολύτως απαραίτητο να διασφαλισθεί ότι κάθε Χ.Υ.Τ.Α. ή κάθε ΜΕΑ διακριτά, ή έστω σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, θα έχουν τη δυνατότητα διενέργειας διαγωνισμού για την διασφάλιση των αναγκαίων προμηθειών και υπηρεσιών, έγκαιρα και σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
2. ΑΡΘΡΟ 2
ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 32 , 32 Α’ ΤΟΥ Ν. 4412/2016 : «ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ (ΑΡΘΡΟ 32 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2014/24/ΕΕ)»
Προτείνεται η εφαρμογή του άρθρου 32 α’ και στις περιπτώσεις της παρ. 2 περίπτ. (α) του άρθρου 32, που επιτρέπουν προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.
Αιτιολόγηση: Στις περιπτώσεις που έχει ήδη προηγηθεί ανοιχτή ή κλειστή διαδικασία και είτε δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή αίτηση συμμετοχής, είτε καμία από τις υποβληθείσες προσφορές ή αιτήσεις συμμετοχής δεν είναι κατάλληλη, η αναθέτουσα αρχή έχει ήδη διενεργήσει μια διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι έχει δρομολογήσει όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την έγκριση των εγγράφων της σύμβασης, της προβλεπόμενης δημοσιοποίησής τους, της ανάρτησης σε σχετικές πλατφόρμες (TED, ΚΗΜΔΗΣ, ΕΣΗΔΗΣ), έχει «χρεωθεί» τον απαιτούμενο χρόνο δημοσιότητας έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών, προκειμένου το αρμόδιο αποφαινόμενο όργανο να καταλήξει σε κήρυξη της διαδικασίας ως άγονης. Ως εκ τούτου όλα τα απαιτούμενα στάδια έχουν δρομολογηθεί, έχει ληφθεί η απαραίτητη δημοσιότητα και έχει τηρηθεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Η εκ νέου δρομολόγηση της διαδικασίας με την ίδια «βαριά» και χρονοβόρα διαδικασία, προφανώς δυσχεραίνει επιπλέον την κάλυψη της δημοπρατούμενης ανάγκης της αναθέτουσας, παρά τη διευκολύνει για την αμεσότερη αντιμετώπιση του αντικειμενικού της προβλήματος. Προτείνεται για τις ανωτέρω περιπτώσεις να εφαρμόζονται τα όσα προβλέπονται στο άρθ.32 α) (εξαίρεση υποχρεωτικής εφαρμογής: της ηλεκτρονικής υποβολής μέσω ΕΣΗΔΗΣ, υποχρεωτικής χρήσης ΕΣΗΔΗΣ, εγγύησης συμμετοχής, υποβολής ΤΕΥΔ/ΕΕΕΣ, συγκρότησης επιτροπών για έργα& μελέτες …), προκειμένου να καθίσταται εφικτή η πραγματική επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης και η αποφυγή άσκοπων επαναληπτικών κινήσεων από την πλευρά των αναθετουσών.
3. ΑΡΘΡΟ 5
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 36 ΤΟΥ Ν. 4412/2016
Να μην τροποποιηθεί το ποσό των 60.000 ευρώ ως κατώτατο όριο για την υποχρεωτική χρήση του ΕΣΗΔΗΣ
4. ΑΡΘΡΟ 15
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 50 ΤΟΥ Ν. 4412/2016: «ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΩΝ ΜΕ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ»
Α) Προτείνεται η απαλοιφή της φράσης «…και έπειτα από σύμφωνη γνώμη του τεχνικού συμβουλίου της αναθέτουσας αρχής ή του τεχνικού συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, αν στην αναθέτουσα αρχή δεν υφίσταται τεχνικό συμβούλιο» από την παρ. 1.
Β) Προτείνεται η τροποποίηση του τελευταίου εδαφίου «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορούν να εξαιρούνται κατηγορίες έργων από την εφαρμογή της παραγράφου αυτής»
ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται τα είδη των τεχνικών έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις για την δημοπράτησή τους με το σύστημα μελέτη και κατασκευή καθώς και οι κατηγορίες έργων που εξαιρούνται από την εφαρμογή της παραγράφου αυτής»
Αιτιολόγηση: Βάσει του ν. 3669/2008 είχε εκδοθεί η με αριθμ. Δ17γ/256/7/ΦΝ433.5/2013 Υ.Α. (ΦΕΚ Β 261) με την οποία καθορίζονται τα είδη των τεχνικών έργων, που πληρούν τις προϋποθέσεις για τη δημοπράτησή τους με το σύστημα μελέτη και κατασκευή π.χ. Ολοκληρωμένες Εγκαταστάσεις Διαχείρισης Αποβλήτων. Δεδομένου ότι μια τέτοιου είδους Υ.Α. ρυθμίζει το ζήτημα, είναι χρονοβόρο να ζητείται σύμφωνη γνώμη για κάθε επιμέρους έργο. Σημειωτέον ότι οι Μ.Ε.Α ως σύνθετα έργα με εξειδικευμένες τεχνογνωσίες θα δημοπρατηθούν με το σύστημα μελέτη-κατασκευή και η συγκρότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου για τη λήψη σχετικής Απόφασης αποτελεί χρονοβόρα διαδικασία.
5. ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΝΑ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 68 ΠΑΡ. 5
Προτείνεται η τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 68, ως εξής:
«Στις περιπτώσεις δημοσίων συμβάσεων έργων της παραγράφου 1 του άρθρου 50, οι αναθέτουσες αρχές, πριν δρομολογήσουν διαδικασία διενέργειας διαγωνισμού, δύνανται να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάζουν την διακήρυξη και να ενημερώνουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους. Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, επί παραδείγματι, να ζητούν ή να δέχονται τις συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας, εφόσον οι εν λόγω συμβουλές δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας.»
Αιτιολόγηση: Η υποχρέωση διαβούλευσης επί δημοσιευμένων τευχών, προκαλεί τεράστιες καθυστερήσεις στη διαγωνιστική διαδικασία ιδιαίτερα των σύνθετων έργων, όπως αυτών που συμπεριλαμβάνουν σύνταξη μελέτης και κατασκευή, με ανταλλαγή αλληλογραφίας και κατ΄ επανάληψη τροποποιήσεις των τευχών, με αποτέλεσμα, σε κάποιες περιπτώσεις, να ματαιώνεται εν τέλει η όλη διαδικασία. Στο άρθρο 46 της Οδηγίας 24/2014, προβλέπεται η δυνατότητα διαβούλευσης, και μάλιστα πριν τη δημοσίευση των τευχών διακήρυξης. Από καμία διάταξη της οδηγίας δεν προβλέπεται η υποχρέωση διαβούλευσης, είτε πριν, είτε μετά τη δημοσίευση των τευχών διακήρυξης, και για καμία κατηγορία έργου ή προμήθειας, επομένως ούτε για την περίπτωση «μελέτη – κατασκευή» (άρθρο 2, παρ. 6, περιπτ. α.β της οδηγίας).
6. ΑΡΘΡΟ 44
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 103 ΠΑΡ. 2: «ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ»
Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 2, ως εξής:
«2. Αν δεν προσκομισθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά ή υπάρχουν ελλείψεις σε αυτά που υποβλήθηκαν και ο προσωρινός ανάδοχος υποβάλει εντός της προθεσμίας της παραγράφου 1 αίτημα προς το αρμόδιο όργανο αξιολόγησης για την παράταση της προθεσμίας υποβολής, το οποίο συνοδεύεται με αποδεικτικά έγγραφα από τα οποία να αποδεικνύεται ότι έχει αιτηθεί τη χορήγηση των δικαιολογητικών, η αναθέτουσα αρχή παρατείνει την προθεσμία υποβολής των δικαιολογητικών για όσο χρόνο απαιτηθεί για τη χορήγηση των δικαιολογητικών από τις αρμόδιες αρχές. Το παρόν εφαρμόζεται αναλόγως και στις περιπτώσεις που η αναθέτουσα αρχή ζητήσει την προσκόμιση των δικαιολογητικών τόσο κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής και πριν το στάδιο κατακύρωσης, όσο και μετά την ηλεκτρονική αποσφράγιση των προσφορών, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 79 παράγραφος 5 εδάφιο α’, τηρουμένων των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.»
Αιτιολόγηση: Έχει παρατηρηθεί, ότι οι οικονομικοί φορείς κατόπιν της ανάδειξης τους ως προσωρινών αναδόχων, επαναπαύονται, με αποτέλεσμα πολλές φορές να μην υποβάλλουν πλήρη φάκελο δικαιολογητικών κατακύρωσης. Συχνά λοιπόν, εκ παραδρομής, παραλείπουν βασικά, απαιτούμενα δικαιολογητικά, τα οποία ενώ τις περισσότερες φορές διαπιστώνεται στην πράξη ότι διαθέτουν σε ισχύ, δεν τα υποβάλλουν στο σύνολό τους, όπως προβλέπεται. Σύμφωνα με το ν.4605/2019 που τροποποίησε το ν.4412/2016, δεν παρέχεται πλέον η δυνατότητα να τα προσκομίσουν σε δεύτερο χρόνο μετά την αποσφράγιση και αξιολόγηση του εν λόγω σταδίου, με αποτέλεσμα να ακυρώνεται η υποψηφιότητά τους ένα βήμα πριν την ανάθεση της σύμβασης, και ουσιαστικά να χάνονται σημαντικοί χρόνοι στη διεξαγωγή των διαδικασιών ή ακόμα και να αποβαίνουν άγονοι οι διαγωνισμοί σε περιπτώσεις μοναδικής υποβληθείσας προσφοράς. Προτείνεται να δίνεται αφενός μία δεύτερη ευκαιρία στους προσωρινούς αναδόχους να αποδείξουν τα δεδηλωμένα στο ΕΕΕΣ/ΤΕΥΔ και αφετέρου στις αναθέτουσες η δυνατότητα, ακολουθώντας μια πιο ευέλικτη διαδικασία, να επιτυγχάνουν μείωση των χρόνων ανάθεσης.
7. ΑΡΘΡΟ 46
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 105 ΠΑΡ. 3 ΕΔ. Β’: «ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ»
Προτείνεται να προστεθεί εδάφιο :
«Κατά τον προσυμβατικό έλεγχο ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διοικητικές πράξεις των οποίων η νομιμότητα δεν έχει προσβληθεί νόμιμα ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών αρχών και δικαστηρίων, τεκμαίρονται νόμιμες».
Αιτιολόγηση: Η δυνατότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου να ελέγχει παρεμπιπτόντως και να ακυρώνει διοικητικές πράξεις κατά τον προσυμβατικό έλεγχο, αφ’ ενός είναι αντισυνταγματική, και αφ’ ετέρου προκαλεί τεράστιες καθυστερήσεις, άνευ λόγου. Το θέμα έχει απασχολήσει το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του Συντάγματος, δεδομένου ότι κατά το παρελθόν έχουν υπάρξει αντικρουόμενες αποφάσεις μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, με την υπ’ αρ. 20/2005 απόφασή του, έκρινε ότι κατά τον προσυμβατικό έλεγχο, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ασκεί δικαιοδοτική αρμοδιότητα, άρα οι πράξεις του στο πλαίσιο της άσκησης προσυμβατικού ελέγχου δεν αποτελούν δικαστικές αποφάσεις. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση: «…Κατόπιν τούτου, η αιτούσα, με την από 25- 05-2005 αίτησή της ενώπιον του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ζήτησε την ανάκληση της υπ’ αριθμού 105/2005 πράξεως του Ε’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, παραλλήλως, άσκησε ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας την από 14-06-2005 και με αριθμό καταθέσεως 719/15-06-2005 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων του άρθρου 3 παράγραφος 2 του νόμου 2522/1997. Επί της αιτήσεως της αιτούσας για ανάκληση της υπ’ αριθμού 105/2005 πράξεως του Ε’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκδόθηκε η υπ’ αριθμό 46/2005 πράξη του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία απέρριψε την αίτηση ανακλήσεως, δεχόμενη ότι η υπ’ αριθμό 105/2005 πράξη του Ε’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον έλεγχο των συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας δεν δεσμεύεται από το τεκμήριο της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων ή από την κρίση διοικητικών οργάνων που επιλήφθηκαν των σχετικών θεμάτων στα πλαίσια διοικητικών προσφυγών, αναφέροντας μεταξύ άλλων, σε αντίθεση προς αυτά που έχει κρίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας με την 1633/2002 απόφασή του, ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τον έλεγχο της νομιμότητας της συμβάσεως μεγάλης οικονομικής αξίας, ασκεί δικαιοδοτική εξουσία και τέμνει δημοσιολογιστική διαφορά και εκφέρει αναγνωριστική κρίση νομιμότητας ή αναγνωριστική κρίση ακυρότητας που είναι δικαστική κρίση με ειδικής μορφής δικαστική απόφαση που ερείδεται στο άρθρο 98 παράγραφοι 2 και 3 του Συντάγματος. Με βάση αυτά και την επίκληση αμφισβητήσεως που προέκυψε μεταξύ Συμβουλίου της Επικρατείας και Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως προς την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, η αιτούσα εταιρία ζητεί την άρση της αμφισβητήσεως υπέρ της απόψεως του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σύμφωνα όμως με όσα προαναφέρθηκαν, η αίτηση αυτή πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, προεχόντως διότι η πιο πάνω πράξη, με αριθμό 46/2005, του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν είναι δικαστική απόφαση, εκδοθείσης μετά διεξαγωγή δίκης από δικαιοδοτούν όργανο, ώστε να θεμελιώνεται περίπτωση δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου περί άρσεως της αμφισβητήσεως με την αντίθετη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας…»
Παρά ταύτα, κατά το παρελθόν, προκλήθηκαν σημαντικές καθυστερήσεις μετά από αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο επέμεινε στον παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας διοικητικών πράξεων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της ΜΕΑ Θήβας, το Ελεγκτικό Συνέδριο, σε πρώτο βαθμό το Νοέμβριο του 2015 και σε δεύτερο βαθμό το Νοέμβριο του 2016, δεν επέτρεψε τη σύναψη σύμβασης κατασκευής της ΜΕΑ Θήβας, επικαλούμενο δήθεν μη νόμιμη σύσταση του Φο.Δ.Σ.Α. Στερεάς Ελλάδας, παρά το γεγονός ότι η διοικητική πράξη σύστασης του Φο.Δ.Σ.Α. δεν προσβλήθηκε ποτέ, ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων, και δεν ακυρώθηκε ποτέ. Τελικά, με την ομόφωνη απόφαση 923/2017 του Τμήματος Μείζονος Επταμελούς σύνθεσης του ΣτΕ, και μετά την απώλεια δύο ετών, αναγνωρίσθηκε ότι δεν υφίσταται θέμα νομιμότητας της σύστασης και λειτουργίας του Φο.Δ.Σ.Α., και η σύμβαση υπεγράφη τον Ιούλιο του 2017.
8. ΑΡΘΡΟ 108
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 221 ΠΑΡ. 8, 9: «ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ»
Η διάταξη λαμβάνει ως δεδομένο ότι αφορά μόνο αναθέτουσες αρχές επαρκώς στελεχωμένες, οι οποίες δύνανται να έχουν προσωπικό με τα απαιτούμενα προσόντα, απασχολούμενο είτε σε οργανικές θέσεις (στα νπδδ) είτε με συμβάσεις αορίστου χρόνου (στα νπιδ). Η πραγματικότητα δεν είναι πάντα αυτή.
Το σύνολο σχεδόν των ΦοΔΣΑ της χώρας, δεν έχει στελεχωθεί επαρκώς, ούτε προβλέπεται στο άμεσο μέλλον η στελέχωσή τους, με προσωπικό που θα απασχολείται με συμβάσεις αορίστου χρόνου.
Οι ανάγκες των ΦοΔΣΑ καλύπτονται συχνά με συμβάσεις παροχής υπηρεσιών από αναδόχους. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται μεν αριθμητικά και ποιοτικά επαρκές προσωπικό, όμως το εν λόγω προσωπικό απασχολείται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας από τον εκάστοτε ανάδοχο, και όχι από τους ΦοΔΣΑ, με τους οποίους δεν συνάπτει σύμβαση εργασίας. Επομένως, οι εργαζόμενοι αυτοί δεν μπορούν να θεωρηθούν «υπάλληλοι» των Φορέων, και άρα δεν μπορούν να εγγραφούν στο ΜηΜΕΔ του εδαφίου ζ’ της παρ. 8 του άρθρου 221. Ετσι, ενώ υφίσταται εξειδικευμένο προσωπικό, δεν μπορεί να αξιοποιηθεί.
Όμως, η εμπειρία από την εφαρμογή της διάταξης έχει επιδείξει τεράστιες καθυστερήσεις και δυσλειτουργίες των επιτροπών που συγκροτούνται μετά από κλήρωση μέσω του ΜΗΜΕΔ. Η αντικειμενικότητα της κρίσης των συμμετεχόντων δεν διασφαλίζεται από το γεγονός ότι σε μια επιτροπή μπορεί να συμμετέχει υπάλληλος που κατοικεί εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Εξ άλλου, σε κάθε περίπτωση, προβλέπονται δικλείδες ασφαλείας για τον αποτελεσματικό διοικητικό και δικαστικό έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των επιτροπών.
Προτείνεται η επικαιροποίηση και επαναφορά της διάταξης του άρθρου 21 του ν. 3669/2008, όπως ίσχυε, και κατά τη διάρκεια εφαρμογής της οποίας δεν είχαν διαπιστωθεί δυσλειτουργίες.
Αλλως, προτείνεται η δυνατότητα εγγραφής στο ΜηΜΕΔ, όχι «υπαλλήλων» των αναθετουσών αρχών και φορέων, αλλά «απασχολουμένων με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, παροχής υπηρεσίας, ή έργου».
Αντίστοιχη πρόβλεψη θα πρέπει να γίνει και με τη λειτουργία Μη.Π.Υ.Δη.Συ. του άρθρου 344 για το προσωπικό των αναθετουσών αρχών και φορέων.
9. ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 221 Α’ ΠΑΡ. 4: «ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΣΤΑΔΙΩΝ»
Προτείνεται η τροποποίηση ως εξής:
«Τυχόν υπέρβαση των ως άνω προθεσμιών της παραγράφου 1 και 2 επιφέρει πειθαρχικό έλεγχο των αρμόδιων οργάνων, προκειμένου να διαπιστωθούν πράξεις ή παραλείψεις οφειλόμενες σε δόλο ή βαριά αμέλεια των συμμετεχόντων σε αυτές».
Αιτιολόγηση: Οι προθεσμίες που προβλέπονται για την ολοκλήρωση του έργου των Επιτροπών που έχουν αναλάβει την διεξαγωγή διαγωνιστικών διαδικασιών θα πρέπει να είναι συγκεκριμένες και δεσμευτικές για τα αρμόδια όργανα και ειδικότερα στις περιπτώσεις των συγχρηματοδοτούμενων δημοσίων συμβάσεων. Παράλληλα, συχνά υφίσταται το φαινόμενο της διενέργειας διαγωνισμών προμηθειών και γενικών υπηρεσιών, λόγω ελλείψεως προσωπικού, από μία τριμελή επιτροπή από υπαλλήλους, η οποία καλείται να αξιολογήσει και να παρακολουθήσει το σύνολο των διαγωνιστικών διαδικασιών μιας αρχής. Πρακτικά αυτό περιλαμβάνει την ταυτόχρονη διεξαγωγή πολλών διαγωνισμών με αποτέλεσμα η τήρηση των προτεινόμενων χρονοδιαγραμμάτων να μην είναι εφικτή, λόγω αυξημένου όγκου εργασιών. Προτείνεται η ενδιάμεση λύση, δηλαδή να υφίσταται ως μέσο πίεσης ο πειθαρχικός έλεγχος των υπαλλήλων για πιθανή αμέλεια/δόλο, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι διαδικασίες.
ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Ι
Οι τροποποιήσεις των άρθρων του Βιβλίου Ι, που αφορούν αναθέτουσες Αρχές, θα πρέπει να εφαρμοστούν αναλόγως και στα αντίστοιχα άρθρα του Βιβλίου ΙΙ, που αφορά τους Αναθέτοντες Φορείς.
1Ο. ΑΡΘΡΟ
ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 365: «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ»
Πως προς τις προβλεπόμενες προθεσμίες, προτείνεται η τροποποίηση της διάταξης ως εξής:
«Στις περιπτώσεις όπου η προδικαστική προσφυγή κατατίθεται ηλεκτρονικά στον ηλεκτρονικό τόπο του διαγωνισμού, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 362, η αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών: (α) κοινοποιεί την προσφυγή το αργότερο εντός τριών ημερών σε κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο ο οποίος μπορεί να θίγεται από την αποδοχή της προσφυγής, προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμα παρέμβασής του στη διαδικασία εξέτασης της προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 362, και (β) διαβιβάζει στην ΑΕΠΠ, το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών από την ημέρα κατάθεσης, τον πλήρη φάκελο της υπόθεσης, τις απόψεις της επί της προσφυγής και τα αποδεικτικά κοινοποίησης της περίπτωσης α` της παραγράφου 1, στους ενδιαφερόμενους τρίτους. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί στις απόψεις της να παραθέσει αρχική ή συμπληρωματική αιτιολογία της προσβαλλόμενης με την προδικαστική προσφυγή πράξης. Στις περιπτώσεις όπου η προδικαστική προσφυγή κατατίθεται στην ΑΕΠΠ, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 362, η ΑΕΠΠ καταχωρίζει αυθημερόν την προσφυγή. Το αργότερο την επόμενη της καταχώρισης εργάσιμη ημέρα, η ΑΕΠΠ, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, κοινοποιεί την προσφυγή στην αναθέτουσα αρχή και την καλεί: (α) να κοινοποιήσει την προσφυγή το αργότερο εντός τριών ημερών σε κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο ο οποίος μπορεί να θίγεται από αποδοχή της προσφυγής, προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμα παρέμβασής του στη διαδικασία εξέτασης της προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 362, και (β) να διαβιβάσει στην ΑΕΠΠ, το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών από την ημέρα κοινοποίησης, τον πλήρη φάκελο της υπόθεσης, τις απόψεις της επί της προσφυγής και τα αποδεικτικά κοινοποίησης της περίπτωσης α` της παραγράφου 1, στους ενδιαφερομένους τρίτους. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί στις απόψεις της να παραθέσει αρχική ή συμπληρωματική αιτιολογία της προσβαλλόμενης με την προδικαστική προσφυγή πράξης. Η παράλειψη κοινοποίησης σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους σε ενδιαφερόμενο τρίτο και η μη διαβίβαση προς την ΑΕΠΠ του φακέλου της υπόθεσης και των απόψεων της αναθέτουσας αρχής συνιστούν ιδιαίτερο πειθαρχικό αδίκημα των αρμόδιων για τις ενέργειες αυτές υπαλλήλων. Σε περίπτωση συμπληρωματικής αιτιολογίας επί της προσβαλλόμενης πράξης, αυτή υποβάλλεται έως και πέντε (5) ημέρες πριν την συζήτηση της προσφυγής και κοινοποιείται αυθημερόν στον προσφεύγοντα μέσω της πλατφόρμας του ΕΣΗΔΗΣ ή αν αυτό δεν είναι εφικτό με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο. Υπομνήματα επί των απόψεων και της συμπληρωματικής αιτιολογίας της Αναθέτουσας Αρχής κατατίθενται μέσω της πλατφόρμας του ΕΣΗΔΗΣ έως τρεις (3) ημέρες πριν από τη συζήτηση της προσφυγής.
2. Σε περίπτωση μη αποστολής του φακέλου από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με την περίπτωση β` της προηγούμενης παραγράφου, η ΑΕΠΠ μπορεί να συνάγει τεκμήριο ομολογίας της αναθέτουσας αρχής για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του προσφεύγοντος. Το ίδιο τεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχει και αν τα στοιχεία τα οποία έχουν αποσταλεί από την αναθέτουσα αρχή είναι, κατά την κρίση της ΑΕΠΠ, ελλιπή και δεν επαρκούν για τον έλεγχο του βάσιμου των προβαλλόμενων αιτιάσεων.
3. Η ΑΕΠΠ, εφόσον κρίνει ότι η παράλειψη αποστολής των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 στοιχείων ή η καθυστερημένη αποστολή τους είναι αδικαιολόγητη, καθιστά, δε, ιδιαιτέρως δυσχερή την ουσιαστική παροχή προδικαστικής προστασίας, μπορεί, με την απόφαση επί της προσφυγής, σταθμίζοντας τις συντρέχουσες σε κάθε περίπτωση συνθήκες, να επιβάλει αυτεπαγγέλτως χρηματική κύρωση στην αναθέτουσα αρχή. Το ποσό της κύρωσης αυτής μπορεί να ανέρχεται από εκατό (100) μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων και αναλόγως της βαρύτητας της παράβασης, και καταβάλλεται μία φορά για κάθε στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης και αποτελεί έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Μνεία της κύρωσης αυτής γίνεται στον ατομικό φάκελο του υπεύθυνου της καθυστέρησης ή ελλιπούς αποστολής ή μη αποστολής του φακέλου και των απόψεων της υπηρεσίας υπαλλήλου. Με τον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 ορίζεται ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης της χρηματικής κύρωσης, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
4. Με πράξη του προεδρεύοντος του κλιμακίου ορίζεται η ημέρα και η ώρα «εξέτασης» της προσφυγής, η οποία δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από δέκα (10) ημέρες από την παρέλευση της πενθήμερης προθεσμίας διαβίβασης του πλήρους φακέλου από την αναθέτουσα αρχή. Η πράξη αυτή κοινοποιείται το αργότερο πέντε (5) ημέρες πριν από τη «εξέταση» της προσφυγής στον προσφεύγοντα, στην αναθέτουσα αρχή κατά της οποίας ασκείται η προσφυγή και σε εκείνους οι οποίοι έχουν ασκήσει παρέμβαση.
5. Το αργότερο δέκα (10) ημέρες από την κατάθεση την προσφυγής, η ΑΕΠΠ ελέγχει τη συμμόρφωση της αναθέτουσας αρχής με την παρ. 1 (α). Εάν διαπιστώσει ότι η αναθέτουσα αρχή δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση της παρ. 1(α), η κοινοποίηση γίνεται με μέριμνα της ΑΕΠΠ, έτσι ώστε οι ενδιαφερόμενοι να ασκήσουν παρέμβαση, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 362.
6. Οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους και αναρτώνται στην ιστοσελίδα της, τηρουμένων των ρυθμίσεων του ν. 2472/1997 και του Κανονισμού (ΕΚ) αρ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 (ΕΕ L 8 της 23.11.1995), ως προς την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εκδίδεται «Κανονισμός Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών» ενώπιον της ΑΕΠΠ, με τον οποίο ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά τον τρόπο λειτουργίας της και ιδίως την ενώπιον της διαδικασίας, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι ειδικότερες προθεσμίες που δεν ρυθμίζονται στον παρόντα νόμο, οι ειδικότεροι κανόνες σύγκλησης της ΑΕΠΠ, ο ορισμός και τα καθήκοντα εισηγητών και γραμματέα, ο τρόπος και τα διαδικαστικά και τεχνικά θέματα που αφορούν την άσκηση των προσφυγών και των παρεμβάσεων, τις επιδόσεις και κοινοποιήσεις εγγράφων, την κλήση των μερών, την εκπροσώπηση τους κατά την ενώπιον της ΑΕΠΠ διαδικασία, το σχηματισμό φυσικού και ηλεκτρονικού αρχείου, καθώς και οι ειδικότεροι κανόνες διεξαγωγής της διαδικασίας ενώπιον της ΑΕΠΠ και λήψης των αποφάσεων από αυτήν, και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
11. ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 367: «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ – ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΑΕΠΠ»
Προτείνεται η τροποποίηση ως εξής:
«1. Η ΑΕΠΠ αποφαίνεται αιτιολογημένα επί της βασιμότητας των προβαλλόμενων πραγματικών και νομικών ισχυρισμών της προσφυγής και των ισχυρισμών της αναθέτουσας αρχής και, σε περίπτωση παρέμβασης, των ισχυρισμών του παρεμβαίνοντος και δέχεται (εν όλω ή εν μέρει) ή απορρίπτει την προσφυγή με απόφασή της, η οποία εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την ημέρα εξέτασης της προσφυγής.
2. Επί αποδοχής προσφυγής κατά πράξης ακυρώνεται ολικώς ή μερικώς η προσβαλλόμενη πράξη, ενώ επί αποδοχής προσφυγής κατά παράλειψης, ακυρώνεται η παράλειψη και η υπόθεση αναπέμπεται στην αναθέτουσα αρχή για να προβεί αυτή στην οφειλόμενη ενέργεια.
3. Οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της ΑΕΠΠ.
4. Οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ υπόκεινται αποκλειστικά στα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στον Τίτλο 3 του παρόντος Βιβλίου.
5. H Α.Ε..Π.Π. επιλαμβάνεται αποκλειστικά επί θεμάτων που θίγονται με την προσφυγή και δεν μπορεί να ελέγξει παρεμπιπτόντως όρους της διακήρυξης ή ζητήματα που αφορούν τη διενέργεια της διαδικασίας.
6. Η παρέλευση άπρακτης οποιασδήποτε προθεσμίας που τάσσεται προς την ΑΕΠΠ από τις διατάξεις του παρόντος, τεκμαίρεται ως σιωπηρή απόρριψη της προσφυγής.»
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ: Οι διατάξεις των άρθρων 347-371 του ν. 4412/2016 καταργούνται και επανέρχεται σε ισχύ το άρθρο 171 του ν. 3669/2008:
Αιτιολόγηση: Ως προς την υποχρέωση σύστασης διακριτής Αρχής Εξέτασης Προσφυγών, σύμφωνα με τη σκέψη 122 της Οδηγίας 24/2014: «Η οδηγία 89/665/ΕΟΚ προβλέπει ορισμένες διαδικασίες προσφυγής που τίθενται στη διάθεση τουλάχιστον των ατόμων που έχουν ή είχαν συμφέρον να συνάψουν συγκεκριμένη σύμβαση και τα οποία ζημιώθηκαν ή κινδυνεύουν να ζημιωθούν από εικαζόμενη παράβαση του ενωσιακού δικαίου στον τομέα των δημόσιων προμηθειών ή των εθνικών κανόνων που μεταφέρουν αυτό το νομοθέτημα στο εσωτερικό δίκαιο. Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει αυτές τις διαδικασίες προσφυγής. Εντούτοις, οι πολίτες, τα ενδιαφερόμενα μέρη, είτε οργανωμένα είτε όχι, καθώς και άλλα πρόσωπα ή φορείς που δεν έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής σύμφωνα με την οδηγία 89/665/ΕΟΚ έχουν ως φορολογούμενοι έννομο συμφέρον να διεξάγονται κατά τρόπο ορθό οι διαδικασίες προμήθειας. Θα πρέπει, λοιπόν, να έχουν τη δυνατότητα, με τρόπο διαφορετικό από το σύστημα προσφυγής που προβλέπει η οδηγία 89/665/ΕΟΚ και χωρίς να απαιτείται απαραιτήτως η παρουσία τους ενώπιον δικαστηρίων, να γνωστοποιούν πιθανές παραβιάσεις της οδηγίας σε αρμόδια αρχή ή δομή. Για να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις μεταξύ υφιστάμενων αρχών ή δομών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα προσφυγής σε γενικές αρχές ή δομές παρακολούθησης, σε τομεακά όργανα εποπτείας, σε δημοτικές αρχές εποπτείας, σε αρχές ανταγωνισμού, στον διαμεσολαβητή ή σε εθνικές αρχές ελέγχου.»
Η σκέψη 122 της Οδηγίας, αναφέρεται στην προηγούμενη Οδηγία 89/665/ΕΟΚ, την οποία ρητά διατηρεί σε ισχύ, και η οποία, στο άρθρο 1 παρ. 5, προβλέπει: «5. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν από τον ενδιαφερόμενο να ασκήσει καταρχάς προσφυγή στην αναθέτουσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η άσκηση της εν λόγω προσφυγής να συνεπάγεται την άμεση αναστολή της δυνατότητας σύναψης της σύμβασης.»
Επομένως, το αν το όργανο που θα κρίνει τις προσφυγές, είναι η αναθέτουσα αρχή ή ανεξάρτητη αρχή, είναι θέμα εσωτερικού δικαίου. Η μέχρι σήμερα εμπειρία από τη λειτουργία της ΑΕΠΠ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η θετική αποτίμηση της συνεισφοράς της ως προς την ερμηνεία διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, δεν δικαιολογεί την σχεδόν σε μόνιμη βάση καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεών της, και κατά συνέπεια στην ομαλή εξέλιξη της διαγωνιστικής διαδικασίας.
Δεδομένου ότι η ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων μπορεί να επιτευχθεί σε πολύ συντομότερους χρόνους αν ανατεθεί ως αρμοδιότητα στην ΕΑΑΔΗΣΥ, χωρίς να θίγεται ούτε το δικαίωμα στην προδικαστική, ούτε φυσικά στη δικαστική προστασία των διαγωνιζομένων, η λειτουργία της ΑΕΠΠ κρίνεται δυσλειτουργική.
Ο νομοθέτης καλείται να επιλέξει ανάμεσα:
I. στον αυστηρό περιορισμό των προθεσμιών εκδίκασης των προδικαστικών προσφυγών από την ΑΕΠΠ,
II. στην εκδίκαση των προδικαστικών προσφυγών από τις αναθέτουσες αρχές.
Άρθρο 53
Έναρξη διαδικασίας σύναψης σύμβασης–Αντικατάσταση άρθρου 120 του ν. 4412/2016
Στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου αναφέρεται ότι: «η πρόσκληση.., δύναται να απευθύνεται και σε έναν μόνο οικονομικό φορέα και αναρτάται στο ΚΗΜΔΗΣ τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την κοινοποίηση της απόφασης ανάθεσης» και «η ανάρτηση της σχετικής πρόσκλησης προτείνεται με γνώμονα την ενίσχυση της διαφάνειας της διαδικασίας, της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και του ελέγχου των αναθετουσών αρχών … και οι εν λόγω τυχόν υποβληθείσες προσφορές από μη προσκεκλημένους οικονομικούς φορείς δεν λαμβάνονται υπόψη».
Θα πρέπει να καταργηθεί η υποχρέωση της προθεσμίας των 5 εργάσιμων ημερών από την ανάρτηση στο ΚΗΜΔΗΣ έως την απόφαση ανάθεσης (όχι η υποχρέωση ανάρτησης) όταν η πρόταση απευθύνεται σε συγκεκριμένο ή συγκεκριμένους οικονομικούς φορείς (όταν δεν απευθύνεται σε συγκεκριμένους οικονομικούς φορείς, να παραμένει η προθεσμία των 5 ημερών). Οι πέντε εργάσιμες ημέρες είναι πολλές δεν χρησιμεύουν σε τίποτα, παρά μόνο θα καθυστερήσουν τη διαδικασία.
Άρθρο 50
Απευθείας ανάθεση- Αντικατάσταση άρθρου 118 ν. 4412/2016
Οι απευθείας αναθέσεις στους μικρομεσαίους Δήμους οι οποίοι έχουν πολλές Κοινότητες και οικισμούς είναι στην πλειονότητά τους πολύ μικρότερες και από το προηγούμενο όριο των 20.000, συνήθως κάτω από10.000 χιλιάδες ευρώ. Είναι δικαιότερο και θα είναι πολύ επιβοηθητικό να μπορεί ο ανάδοχος να συνάπτει συμβάσεις αθροιστικά έως το όριο των 30.000 και αντίστοιχα των 60.000 μέσα στο αυτό οικονομικό έτος και όχι στο 12μηνο.
Πρόταση
Το τελευταίο μέρος της παρ. 4 του άρθρου 50 προτείνεται να διαμορφωθεί ως εξής: Μετά από την υπογραφή της σύμβασης , ο ανάδοχος ή ελεγχόμενο από αυτόν φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν δύναται να συνάψει σύμβαση, η οποία αθροιστικά θα ξεπερνά τα όρια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, με την αυτή αναθέτουσα αρχή εντός του ιδίου οικονομικού έτους.
Άρθρο 49
Δημόσιες συμβάσεις ήσσονος αξίας– Αντικατάσταση άρθρου 117 ν. 4412/2016
Προτείνεται να επανεξεταστεί η κατάργηση του συνοπτικού διαγωνισμού η διαδικασία του οποίου ως πιο απλοποιημένη επιτύγχανε την επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων η οποία δεν είναι εφικτό να επιτευχθεί όταν οι αυξημένες απαιτήσεις της ανοιχτής διαδικασίας αντικαθιστούν τις απλοποιημένες διαδικασίες.
Οι συνοπτικοί διαγωνισμοί αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο, ειδικά για τις αναθέτουσες αρχές των περιφερειακών Δήμων, στην οποία οι οικονομικοί φορείς είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις που δεν μπορούν να προσαρμοστούν στη χρήση του ΕΣΗΔΗΣ.