Η παράγραφος 11 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990 (Α’101) όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της από την παράγραφο 2 του άρθρου 17 του Ν.3899/2010 αντικαθίσταται. Το άρθρο 38 του ν. 1892/1990 διαμορφώνεται ως εξής:
Μερική απασχόληση
1. Κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας ή κατά τη διάρκεια της ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν, ημερήσια ή εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη ή μηνιαία εργασία, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, η οποία θα είναι μικρότερης διάρκειας από την κανονική (μερική απασχόληση).
Αν η συμφωνία αυτή δεν καταρτιστεί εγγράφως ή δεν γνωστοποιηθεί εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτισή της στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού.
2. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου νοείται ως:
α) «εργαζόμενος μερικής απασχόλησης», κάθε εργαζόμενος με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, του οποίου οι ώρες εργασίας, υπολογιζόμενες σε ημερήσια, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερη ή μηνιαία βάση είναι λιγότερες από το κανονικό ωράριο εργασίας του συγκρίσιμου εργαζόμενου με πλήρη απασχόληση,
β) «συγκρίσιμος εργαζόμενος με πλήρη απασχόληση», κάθε εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης, που απασχολείται στην ίδια επιχείρηση με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, και εκτελεί ίδια ή παρόμοια καθήκοντα, υπό τις αυτές συνθήκες. Όταν στην επιχείρηση δεν υπάρχει συγκρίσιμος εργαζόμενος με πλήρη απασχόληση, η σύγκριση γίνεται με αναφορά στη συλλογική ρύθμιση στην οποία θα υπαγόταν ο εργαζόμενος αν είχε προσληφθεί με πλήρη απασχόληση. Οι εργαζόμενοι με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζονται δυσμενώς σε σχέση με τους συγκρίσιμους εργαζόμενους με κανονική απασχόληση, εκτός εάν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι οι οποίοι τη δικαιολογούν, όπως η διαφοροποίηση στο ωράριο εργασίας.
3. Κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας ή κατά τη διάρκεια της ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχόλησης εκ περιτροπής.
Εκ περιτροπής απασχόληση θεωρείται η απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες το μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.
Η παρεχόμενη από το άρθρο αυτό προστασία καλύπτει και τους απασχολούμενους με βάση τις συμφωνίες του προηγούμενου εδαφίου.
Αν περιοριστούν οι δραστηριότητες του ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρηση του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 260/ 2006 και του ν. 1767/1988.
Αν η συμφωνία αυτή δεν καταρτιστεί εγγράφως ή αν η συμφωνία ή η απόφαση του εργοδότη δεν γνωστοποιηθούν εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτιση ή τη λήψη τους στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού.
4.Ως εκπρόσωποι των εργαζομένων, για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου ορίζονται κατά την εξής σειρά προτεραιότητας:
α) οι εκπρόσωποι από την πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης, η οποία καλύπτει κατά το καταστατικό της εργαζόμενους, ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα τους,
β) οι εκπρόσωποι των υφιστάμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης,
γ) το συμβούλιο εργαζομένων,
δ) εάν ελλείπουν συνδικαλιστικές οργανώσεις και συμβούλιο εργαζομένων, η ενημέρωση και διαβούλευση γίνεται με το σύνολο των εργαζομένων. Η ενημέρωση μπορεί να γίνει με εφάπαξ ανακοίνωση σε εμφανές και προσιτό σημείο της επιχείρησης. Η διαβούλευση πραγματοποιείται σε τόπο και χρόνο που ορίζει ο εργοδότης.
5. Οι έγγραφες ατομικές συμβάσεις των προηγούμενων παραγράφων πρέπει να περιλαμβάνουν: α) τα στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλομένων, β) τον τόπο παροχής της εργασίας, την έδρα της επιχείρησης ή τη διεύθυνση του εργοδότη, γ) το χρόνο της απασχόλησης, τον τρόπο κατανομής και τις περιόδους εργασίας, δ) τον τρόπο αμοιβής και ε) τους τυχόν όρους τροποποίησης της σύμβασης.
Σε εποχικές ξενοδοχειακές και επισιτιστικές επιχειρήσεις οι έγγραφες ατομικές συμβάσεις, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος, γίνονται για ημερήσια ή εβδομαδιαία περίοδο εργασίας.
6. Σε κάθε περίπτωση, η απασχόληση κατά την Κυριακή ή άλλη ημέρα αργίας, ως και η νυκτερινή εργασία συνεπάγεται την καταβολή της νόμιμης προσαύξησης.
7. Αν η μερική απασχόληση έχει καθοριστεί με ημερήσιο ωράριο μικρότερης διάρκειας από το κανονικό, η παροχή της συμφωνημένης εργασίας των μερικώς απασχολούμενων πρέπει να είναι συνεχόμενη και να παρέχεται μία φορά την ημέρα.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στους οδηγούς αυτοκινήτων μεταφοράς μαθητών, νηπίων και βρεφών και στους συνοδούς αυτών που εργάζονται στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, στους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς και στα νηπιαγωγεία, καθώς και στους καθηγητές που εργάζονται στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και μέσης εκπαίδευσης.
8. Καταγγελία της σύμβασης εργασίας λόγω μη αποδοχής από τον μισθωτό εργοδοτικής πρότασης για μερική απασχόληση είναι άκυρη.
9. Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.
10. Οι μερικώς απασχολούμενοι μισθωτοί έχουν δικαίωμα ετήσιας άδειας με αποδοχές και επίδομα αδείας, με βάση τις αποδοχές που θα ελάμβαναν εάν εργάζονταν κατά το χρόνο της αδείας τους, για τη διάρκεια της οποίας εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του α.ν.539/1945, όπως ισχύει.
11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνηση του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει.
Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο. Σε κάθε περίπτωση η πρόσθετη αυτή εργασία δύναται να πραγματοποιηθεί, κατ΄ ανώτατο, όριο μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου.
12. Ο πλήρως απασχολούμενος σε επιχειρήσεις πλέον των είκοσι (20) ατόμων, έχει δικαίωμα μετά τη συμπλήρωση ενός ημερολογιακού έτους εργασίας να ζητήσει τη μετατροπή της σύμβασης εργασίας του από πλήρη σε μερική απασχόληση, με δικαίωμα επανόδου σε πλήρη απασχόληση, εκτός αν η άρνηση του εργοδότη δικαιολογείται από τις επιχειρησιακές ανάγκες.
Ο εργαζόμενος στην αίτηση του πρέπει να προσδιορίζει τη διάρκεια της μερικής απασχόλησης και το είδος της. Αν ο εργοδότης δεν απαντήσει εγγράφως μέσα σε ένα μήνα θεωρείται ότι το αίτημα του εργαζόμενου έχει γίνει δεκτό.
13. Ο μερικώς απασχολούμενος, επί προσφοράς εργασίας με ίσους όρους από μισθωτούς της ίδιας κατηγορίας, έχει δικαίωμα προτεραιότητας για πρόσληψη σε θέση εργασίας πλήρους απασχόλησης στην ίδια επιχείρηση. Ο χρόνος της μερικής απασχόλησης λαμβάνεται υπόψη ως χρόνος προϋπηρεσίας όπως και για τον συγκρίσιμο εργαζόμενο. Για τον υπολογισμό της προϋπηρεσίας αυτής, μερική απασχόληση που αντιστοιχεί στον κανονικό (νόμιμο ή συμβατικό) ημερήσιο χρόνο του συγκρίσιμου εργαζόμενου αντιστοιχεί σε μία ημέρα προϋπηρεσίας.
14. Στους εργαζόμενους που καλύπτονται από σύμβαση ή σχέση εργασίας με Μερική απασχόληση παρέχονται:
α) δυνατότητες συμμετοχής στις δραστηριότητες της επαγγελματικής κατάρτισης που εφαρμόζει η επιχείρηση υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες που αφορούν τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης και αορίστου χρόνου,
β) οι ίδιες κοινωνικές υπηρεσίες που υπάρχουν στη διάθεση των άλλων εργαζόμενων στην επιχείρηση.
15. Ο εργοδότης ενημερώνει τους εκπροσώπους των εργαζόμενων για τον αριθμό των απασχολούμενων με μερική απασχόληση σε σχέση με την εξέλιξη του συνόλου των εργαζόμενων, καθώς και για τις προοπτικές πρόσληψης εργαζόμενων με πλήρη απασχόληση.
16. Με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας επιτρέπεται η συμπλήρωση ή τροποποίηση των ρυθμίσεων των προηγούμενων παραγράφων.
17. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται για τους μερικώς απασχολούμενους όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
18. Η κατά το παρόν άρθρο Μερική απασχόληση με σχέση ιδιωτικού δικαίου επιτρέπεται και στις δημόσιες επιχειρήσεις, τους οργανισμούς και τους λοιπούς φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται από το άρθρο 14 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`), όπως ισχύει, με εξαίρεση το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και τα Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και στους φορείς για τους οποίους η μερική απασχόληση προβλέπεται από ειδικούς νόμους ή από διατάξεις κανονισμών που έχουν κυρωθεί με νόμο ή έχουν ισχύ νόμου.
Για τη μερική απασχόληση σε επιχειρήσεις, οργανισμούς και φορείς του προηγούμενου εδαφίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`), όπως ισχύει, με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου για την αντιμετώπιση εκτάκτων ή επειγουσών αναγκών συμφωνείται με σύμβαση ορισμένου χρόνου διάρκειας μέχρι έξι (6) μηνών. Μερική απασχόληση που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις (4) ώρες ημερησίως.
Στην τελευταία περίπτωση η σχετική προκήρυξη αποστέλλεται πριν από τη δημοσίευση της στο Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), το οποίο οφείλει να ελέγξει αυτήν από άποψη νομιμότητας μέσα σε δέκα (10) ημέρες.
Οι ανωτέρω συμβάσεις που καταρτίζονται για την κάλυψη έκτακτων ή επειγουσών αναγκών λήγουν αυτοδικαίως με την πάροδο της συμφωνηθείσας διάρκειας τους, χωρίς να απαιτείται προς τούτο καμία άλλη διατύπωση, η δε για οποιονδήποτε λόγο ανανέωση τους ή μετατροπή τους σε σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη.
1. Αναπτυξιακό Νομοσχέδιο
Εργασιακά
1. Να επιτρέπεται τα Σάββατα η Εργασία
2. Να επιτρέπεται η υπερωριακή απασχόληση όσο συμφωνούν εργαζόμενοι και εργοδότες (4 ώρες ημερήσια).
3. Η επιπλέον αμοιβή υπερωρίας, να είναι έως 12%, Σάββατο – νύχτα.
4. Η αμοιβή για την Κυριακή να έχει προσαύξηση 24%.
Έτσι θα μπορέσουμε να αντισταθούμε στον ξενόφερτο ανταγωνισμό και την μαύρη εργασία.
Β. Τώρα που υπάρχει οικονομική κρίση να μπορούν οι επιχειρήσεις
που σταματούν, όταν ξεκινούν πάλι και παίρνουν επιπλέον προσωπικό να επιδοτούνται για το επιπλέον προσωπικό για όσους μήνες εργαστούν.
1. Αναπτυξιακό Νομοσχέδιο
Εργασιακά
1. Να επιτρέπεται τα Σάββατα η Εργασία
2. Να επιτρέπεται η υπερωριακή απασχόληση όσο συμφωνούν εργαζόμενοι και εργοδότες (4 ώρες ημερήσια).
3. Η επιπλέον αμοιβή υπερωρίας, να είναι έως 12%, Σάββατο – νύχτα.
4. Η αμοιβή για την Κυριακή να έχει προσαύξηση 24%.
Έτσι θα μπορέσουμε να αντισταθούμε στον ξενόφερτο ανταγωνισμό και την μαύρη εργασία.
Β. Τώρα που υπάρχει οικονομική κρίση να μπορούν οι επιχειρήσεις
που σταματούν, όταν ξεκινούν πάλι και παίρνουν επιπλέον προσωπικό να επιδοτούνται για το επιπλέον προσωπικό για όσους μήνες εργαστούν.
Α)1.Να επιτρέπεται η εργασία τα Σάββατα
2.Να επιτρέπεται η υπερωριακή απασχόληση όσο συμφωνούν εργαζόμενος και εργοδότης 4 ώρες ημερησίως
3.Η επιπλέον αμοιβή υπερωρίας να είναι έως 12%,Σάββατα-Νύχτα.
4.Η αμοιβή τής κυριακής να έχει να έχει προσαύξηση 24%.Ετσι θα μπορούμε νά αντισταθούμε στόν ξενόφερτο ανταγωνισμό καί στη μαύρη εργασία.
Β)Τώρα πού υπάρχει οικονομική κρίση να μπορούν οι επιχειρήσεις πού σταματούν ,όταν ξεκινούν πάλι και πέρνουν επιπλέον προσωπικό να επιδοτούνται,γιά το επιπλέον προσωπικό, για όσους μήνες εργάζονται.
Στην περίπτωση 18 θα μπορούσε να προβλεφθεί η δυνατότητα απασχόλησης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου μερικής απασχόλησης σε ΟΤΑ, νοσοκομεία, ΕΛΚΕ κλπ ειδικών επιστημόνων σε εξειδικευμένα αντικείμενα, πχ λογιστές-φοροτεχνικοί, δικηγόροι, μηχανικοί Η/Υ, περιβάλλοντος, ιατροί εργασίας κλπ.
Για την παρ.11 αρθ.55 και σχετικά με την αναφορά την ασάφεια του ΔΙΑΛΕΙΜΜΑΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,
Σύμφωνα με την με αρ. ΔΙΑΔΠ/ΦΒ1/14757/2011 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 1659/Β/26-7-2011) για την “Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Γ2γ/οικ/1692/27.6.2006 (ΦΕΚ Β’ 769) απόφασης «Καθιέρωση ωρών προσέλευσης και αποχώρησης των υπαλλήλων των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ.»” και “…Έχοντας υπόψη 2.Την ανάγκη ΕΞΙΣΩΣΗΣ των ωρών εργασίας των εργαζομένων στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα και την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Αποφασίζουμε “Τροποποιούμε την υπ’ αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Γ2γ/οικ./1692/2006 (Β’769) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης «Καθιέρωση ωρών προσέλευσης και αποχώρησης των υπαλλήλων των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ.» ως εξής: 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 41 του ν. 3979/2011 (A’138) αυξάνονται σε σαράντα (40) από τριάντα επτά και μισή (37 και 1/2) οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας των μονίμων υπαλλήλων και του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και όσων κατηγοριών προσωπικού υπηρεσιών και φορέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα ακολουθούν το ωράριο αυτών και η ώρα προσέλευσης και αποχώρησης, κατ’ επιλογή των υπαλλήλων, ορίζεται ως εξής:
α) Ώρα προσέλευσης: 07.00 Ώρα αποχώρησης: 15.00
β) Ώρα προσέλευσης: 07.30 Ώρα αποχώρησης: 15.30
γ) Ώρα προσέλευσης: 08.00 Ώρα αποχώρησης: 16.00
δ) Ώρα προσέλευσης: 08.30 Ώρα αποχώρησης: 16.30
ε) Ώρα προσέλευσης: 09.00 Ώρα αποχώρησης: 17.00 4. Για τις υπηρεσίες που εφαρμόζουν πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία οι ώρες εργασίας κάθε ημέρα ανέρχονται σε οκτώ (8) και, συνολικά, σε σαράντα (40) την εβδομάδα. Για το προσωπικό που εξαιρείται από την εφαρμογή της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, οι ώρες εργασίας κάθε ημέρας ορίζονται σε έξι ώρες και σαράντα λεπτά (6 ώρες και 40΄) και , συνολικά, σε σαράντα (40) την εβδομάδα.”
Σύμφωνα με το με αρ. πρωτ. 31924/2016/7-6-2017 Έγγραφο της Δνσης Προσωπικού Τοπ. Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών για το “Διάλειμμα κατά τη διάρκεια του ωραρίου” “…Οι διατάξεις αυτές (του π.δ.88/1999) εφαρμόζονται σε ΟΛΕΣ τις επιχειρήσεις… του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. …Το διάλειμμα εργασίας ΔΕΝ επηρεάζει το θεσμοθετημένο ωράριο εργασίας των υπαλλήλων, όπως μας διευκρίνισε το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης.”
Σύμφωνα με το αρθ.1 παρ.5 ν.1788/1988 (ΦΕΚ 131/Α/15-6-1988), “…το διάλειμμα γίνεται περίπου στο μέσο του ημερήσιου χρόνου απασχόλησης του εργαζόμενου. Η διάρκεια του διαλείμματος ΕΙΝΑΙ εργάσιμος χρόνος.”
Σήμερα σε αρκετές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα ανεξαρτήτου δραστηριότητας (ακόμη και στις εμπορικές που ισχύει ο ν.1788/1988), εφαρμόζεται η λογική πως ο χρόνος του διαλείμματος (15 λεπτών και άνω) παρατείνει τον ημερήσιο χρόνο εργασίας του εργαζόμενου. Πιο συγκεκριμένα ο χρόνος του διαλείμματος δεν υπολογίζεται στο χρονικό διάστημα των 8 ωρών ημερησίως ή των 40 ωρών εβδομαδιαίως που απασχολείται ένας εργαζόμενος και, αντιθέτως, αυτός παρατείνει τον ημερήσιο χρόνο εργασίας βάσει της εντελώς γενικής διάταξης του άρθ.4 π.δ.88/1999 περί χορήγησης διαλείμματος.
Κατά συνέπεια το ημερήσιο διάλειμμα εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα σε πολλές περιπτώσεις επιχειρήσεων, παρατείνει τον ημερήσιο χρόνο απασχόλησης και επί χορήγησης διαλείμματος διάρκειας π.χ. 30 λεπτών να διαμορφώνεται για παράδειγμα σε 09:00-17:30 (ήτοι 8,5 ώρες ημερήσιας εργασίας άλλως 42,5 ωρών εβδομαδιαίας), το οποίο και δε συνάδει με τις σχετικές εγκυκλίους και αποφάσεις που ισχύουν για τον δημόσιο τομέα και παρόλο που θα πρέπει αυτές να έχουν εφαρμογή και στον ιδιωτικό τομέα για εξισωτικούς λόγους αλλά και που το ισχύον π.δ.88/1999 (ΦΕΚ 94/Α/13-5-1999) περί «Ελάχιστων προδιαγραφών για την οργάνωση του χρόνου εργασίας σε συμμόρφωση με την οδηγία 93/104/ΕΚ» είναι κοινό και εφαρμοστέο για πάσης φύσεως επιχειρήσεις και οργανισμούς ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
Προσλαμβάνω εργαζόμενο για 7ωρη καθημερινή απασχόληση και τον δηλώνω στο ΕΡΓΑΝΗ και απασχολείται ως 8:00-16:00 (δλδ 8 ώρες), υποτίθεται με 1 ώρα διάλειμμα(!!!).
Ποιος είναι ο κερδισμένος και ποιος ο χαμένος ; Ο εργαζόμενος εν τέλει είναι μερικής απασχόλησης ή πλήρους απασχόλησης; Θα λάβει την αναφερόμενη προσαύξηση του αρθ.55 παρ.11 και θα αποδοθούν επιπλέον εισφορές και φόροι ; Για ποιο λόγο δύο μέτρα δύο σταθμά ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα , ακόμα όμως και σε όμοιους εργαζόμενους που όμως εργάζονται σε διαφορετικούς εργοδότες ακόμα και του ίδιου κλάδου;
Για να έχει ισχύ η παρ.11 αρθ.55 και να μην παρακαμφθεί με το παραπάνω παράδειγμα, πρέπει να προστεθεί νέα διάταξη που να αναφέρει και αποσαφηνίζει την συγκεκριμένη ασάφεια.
“…Το διάλειμμα εργασίας είναι εργάσιμος χρόνος και δεν παρατείνει το ωράριο εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και σε κάθε περίπτωση συλλογικής ή ατομικής σύμβασης εργασίας”, διάταξη η οποία εννοείται πως πρέπει να έχει ευρεία εφαρμογή όχι μόνο για τους μερικής απασχόλησης αλλά για κάθε εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα.
Η διάταξη είναι θετική αλλά αυτή από μόνη της δεν αρκεί. Η συγκεκριμένη διάταξη αποσκοπεί να λειτουργήσει ως αντικίνητρο, καθιστώντας την υποδηλωμένη εργασία λιγότερο ελκυστική. Παρόμοιες διατάξεις – αντικίνητρα είναι και το άρθρο 8 Ν. 3846/2010 (30% προσαύξηση σε περίπτωση εργασίας την έκτη ημέρα), το άρθρο 4 Ν. 2874/2000, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 74 Ν. 3863/2010 (80% προσαύξηση σε περίπτωση κατ’ εξαίρεση υπερωρίας, 20% για υπερεργασία κλπ.). Το ζήτημα όμως είναι πως με την νομοθέτηση των προαναφερόμενων προσαυξήσεων, ούτε περιορίστηκε η εξαήμερη απασχόληση κατά παράβαση του συστήματος πενθήμερης εργασίας, ούτε αντιστοίχως η κατ’ εξαίρεση υπερωριακή. Κατά συνέπεια, η διάταξη από μόνη της δεν αρκεί. Η εντατικοποίηση των ελέγχων είναι επιβεβλημένη, ανεξάρτητα εάν υπάρχει ή όχι η συγκεκριμένη διάταξη. Εξάλλου, οι όποιοι έλεγχοι του ΣΕΠΕ στην καλύτερη των περιπτώσεων θα συμβάλουν στην πληρωμή της απλής υπερεργασίας για την συγκεκριμένη ημέρα του ελέγχου, πέραν του προστίμου που θα επιβληθεί για την αλλαγή του ωραρίου, αφού η εργασία πέραν της συμφωνημένης που δεν δηλώνεται επισύρει τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 Ν. 3996/2011. Εάν η εργασία αυτή, η οποία συνιστά απλή υπερεργασία, δηλωνόταν, τότε θα αυξάνονταν τα έσοδα του ΙΚΑ και δεν θα υπήρχε η ανάγκη για επαναφορά αυτής της διάταξης που είχε αρχικά προβλεφθεί με τον Ν. 3846/2010 και καταργήθηκε στα πλαίσια μνημονιακών υποχρεώσεων με τον Ν. 3899/2010, κάτι που επιμελημένα αποσιωπάται.
Άλλα μέτρα για την πάταξη της υποδηλωμένης εργασίας θα ήταν η εφαρμογή του άρθρου 26 Ν. 3996/2011 για την κάρτα εργασίας (δεν χρειάζεται να επανανομοθετηθεί μία ήδη ισχύουσα διάταξη, απλώς χρειάζεται η εφαρμογή της), σε συνδυασμό με εντατικοποίηση των ελέγχων, ή η καθιέρωση τεκμηρίου πλήρους απασχόλησης σε περίπτωση διαπίστωσης υποδηλωμένης εργασίας σε δύο (2) διαφορετικούς ελέγχους εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος. Πρόκειται για μία πρακτική που μάλλον το ΙΚΑ πραγματοποιεί σε ελέγχους του, αλλά θέλει περισσότερη επεξεργασία για να αντιμετωπιστούν μία σειρά ζητημάτων. Επίσης, θα πρέπει για την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας να υπάρχει καλύτερος συντονισμός των υπηρεσιών του ΙΚΑ με το ΣΕΠΕ και ειδικότερα στην καθιέρωση της υποχρεωτικής διαβίβασης των δελτίων (ή εκθέσεων) ελέγχου. Ειδικότερα, τα ελεγκτικά όργανα του ΣΕΠΕ να διαβιβάζουν στα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ τα δελτία ελέγχου σε περίπτωση διαπίστωσης υποδηλωμένης εργασίας, ενώ τα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ να διαβιβάζουν αντιστοίχως στις τοπικά αρμόδιες υπηρεσίες του ΣΕΠΕ όλες τις εκθέσεις ελέγχων που πραγματοποιούν, ανεξαιρέτως, για έλεγχο του ωραρίου εργασίας και συνακόλουθα οι υπηρεσίες του ΣΕΠΕ να προσκαλούν τον εργοδότη σε παροχή έγγραφων εξηγήσεων, όταν διαπιστωθεί υποδηλωμένη εργασία, όπως ακριβώς γίνεται τώρα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14 Ν. 4144/2019 για τις εκθέσεις ελέγχου ΣΔΟΕ και Οικονομικής Αστυνομίας. Σε κάθε περίπτωση, η πρόταση της νομοθέτησης μαχητού τεκμηρίου θα πρέπει να καταλήγει όχι μόνο σε καταβολή ασφαλιστικών εισφορών για ορισμένο χρονικό διάστημα πλήρους απασχόλησης, αλλά και σε υποχρέωση καταβολής των αντίστοιχων αποδοχών. Η οποιαδήποτε διαβίβαση των εκθέσεων ελέγχου θα μπορούσε να γίνει μέσω ΟΠΣ.
Τέλος, ως προς το διάλειμμα εργασίας για το οποίο γίνεται λόγος, δεν είναι απαραίτητη η νομοθέτηση της αναγνώρισης αυτού ως χρόνος εργασίας, καθώς με αυτόν τον τρόπο εμμέσως θα καθιερωθεί εβδομάδα πλήρους απασχόλησης μικρότερης των 40 ωρών (ο εργαζόμενος θα εργάζεται π.χ. για 7:45 δηλ. 38.45 λεπτά και θα αμείβεται για 40). Μία απλή λύση και αυτονόητη είναι η εξής: Οι αρμόδιες Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ να εφαρμόσουν το υποτιθέμενο RISK ANALYSIS που υπάρχει στο ΟΠΣ και όπου εντοπιστεί διάλειμμα άνω των 30 ή 45 λεπτών ή μίας ώρας να εντάσσεται ο εργοδότης στο δείγμα για την πραγματοποίηση ελέγχου την ώρα της δηλωθείσας στον πίνακα προσωπικού χορήγησης του διαλείμματος.
Αρθ.55 παρ.7
Η άποψη μου είναι πως θα πρέπει εκσυγχρονιστεί λιγο η νομοθεσία για την μερική απασχόληση .ώστε να συμβαδίζει με τις πρακτικές που απορρέουν από την μεγάλη επικράτηση των ευέλικτων μορφών απασχόληση , και κυρίως στο θέμα του αρθ 55 παρ 7 , όπου επαναλαμβάνεται η απαίτηση του νομοθέτη για συνεχόμενη εργασία που παρέχεται μια φορά την ημερα όταν έχουμε μερική απασχόληση .
Υπάρχει η εξης αντιφατική κατάσταση όπου θα πρέπει να καλύψεις την απαίτηση του νόμου δηλώνοντας μη πραγματικό -ως προς το διάστημα – ωράριο εργασίας , αλλα σωστό ως προς τις συνολικές ώρες ανα ημερα , δλδ ενώ στη πραγματικότητα δεν υπάρχει ασφαλιστική ή φορολογική διαφυγή , εγκυμονεί η επιβολή προστίμου σε περίπτωση ελέγχου ,,και μάλιστα αρκετά τσουχτερού .
Οπου η φύση της παροχής υπηρεσίας νομιμοποιεί το διακεκομμένο ωράριο Θα πρέπει να προστεθούν και άλλες κατηγορίες επαγγελμάτων ή οι κατάλληλες δικλίδες ελέγχου
Στην παράγραφο 11 αναφέρεται «11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνηση του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη.» Ακολούθως, στην παράγραφο 12 «…εκτός αν η άρνηση του εργοδότη δικαιολογείται από τις επιχειρησιακές ανάγκες.»
Θα πρέπει, με τον ίδιο τρόπο που αναγνωρίζονται οι επιχειρησιακές ανάγκες, να αναγνωριστούν οι προσωπικές ανάγκες και η παράγραφος 11 να γίνει «11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, εκτός αν η άρνηση του εργαζομένου δικαιολογείται από τις προσπωικές του ανάγκες.» Άλλωστε, σε μια επαγγελματική-επιχειρισιακή σχέση εργοδότη-εργαζομένου, η καλή πίστη είναι μια έννοια που καλλιεργείται και δεν πρέπει να νομοθετείται.
Τον τελευταίο καιρό στον ιδιωτικό τομέα μία μέθοδος-τέχνασμα που παρακάμπτει τους ελέγχους αλλά και τις πληρωμές των επιπλέον ωρών της ημερήσιας απασχόλησης (υπερεργασίας-υπερωρίας) αλλά και που ουσιαστικά έχει καταργήσει ακόμα και το πλήρες ημερήσιο 8ωρο εργασίας είναι το ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
Στο δημόσιο τομέα και σε κάποιους εργοδότες του ιδιωτικού το Διάλειμμα Εργασίας θεωρείται εντός του εργασίμου ημερήσιου χρόνου και δεν παρατείνει το ωράριο εργασίας. Όμως σε άλλους εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, το Διάλειμμα Εργασίας δηλώνεται έτσι ώστε να παρατείνει το ημερήσιο ωράριο εργασίας με συνέπεια να εμφανίζονται στις καταστάσεις του ΕΡΓΑΝΗ ακόμα και 9ωρα (!!!) ωράρια εργασίας, με δήθεν ενδιάμεσο διάλειμμα 1 ώρας. Αν και το συγκεκριμένο τέχνασμα έχει καταγγελθεί από σωματεία και εργαζόμενους, ουδεμία ενέργεια έχει προκύψει ώστε να επιλυθεί με νομοθετική ρύθμιση αλλά και που το ΕΡΓΑΝΗ κάνει αποδεκτές καταστάσεις με ημερήσια ωράρια εργασίας άνω των 8 ωρών (π.χ. 8.00-17.00 με ενδιάμεσο διάλειμμα 1 ώρας).
Για το άρθ.55 και συγκεκριμένα για την παρ.11 σχετικά με την πρόσθετη εργασία και την προσαύξησή της, με βάσει τα ανωτέρω αν εργαζόμενος με συμφωνημένη 6ωρη ημερήσια απασχόληση δηλωθεί με ωράριο εργασίας πχ. 9.00-16.00 (ήτοι 7 ώρες) και με ενδιάμεσο διάλειμμα 1 ώρας, με αυτό τον τρόπο και θα εργασθεί 7 ώρες χωρίς να λάβει την προσαύξηση του 12% για την επιπλέον ώρα, και ο εργοδότης θα είναι νόμιμος (;) , αλλά και θα απωλεσθούν κρατικά έσοδα από τις εισφορές και τους φόρους της επιπλέον ώρας.
Στο μέρος ΙΒ περί Εργασιακών Θεμάτων του νομοσχεδίου πρέπει να προστεθεί διάταξη ώστε
“…Το διάλειμμα εργασίας είναι εργάσιμος χρόνος και δεν παρατείνει το ωράριο εργασίας ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και σε κάθε περίπτωση συλλογικής ή ατομικής σύμβασης εργασίας”,
εξάλλου δίαλειμμά τοσης ώρας δεν υπάρχει και εννοείται σε καμία περίπτωση δε μπορεί να ξεπερνά τα 15 λεπτά.