1. Το άρθρο 22Α του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22Α
Δαπάνες Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας
1. Οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους προσαυξημένες κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των δαπανών της παρούσας καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και του αρμοδίου για την Έρευνα και την Τεχνολογία Υπουργού μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Αν προκύψουν ζημίες μετά την αφαίρεση του ως άνω ποσοστού, αυτές μεταφέρονται με βάση το άρθρο 27.
2. Συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής της δήλωσης η επιχείρηση υποβάλλει στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων τα απαραίτητα δικαιολογητικά για τις δαπάνες έρευνας και τεχνολογίας που πραγματοποίησε. Ο έλεγχος και η πιστοποίηση των δαπανών αυτών διενεργούνται μέσα σε χρονικό διάστημα δέκα (10) μηνών. Σε κάθε περίπτωση, το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων ενημερώνει σχετικά το Υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στην κοινή απόφαση της παρ. 1.
3. α) Εναλλακτικά, αντί της διαδικασία της παρ. 2, η επιχείρηση, συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής της δήλωσης, μπορεί να υποβάλει στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, τα απαραίτητα δικαιολογητικά συνοδευόμενα από έκθεση ελέγχου για την πραγματοποίηση των δαπανών και το ύψος αυτών, η οποία υπογράφεται από ορκωτό ελεγκτή – λογιστή ή/και ελεγκτική εταιρεία που είναι εγγεγραμμένος/η στο Δημόσιο Μητρώο με την αντίστοιχη ασφαλιστική κάλυψη σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 14 και 37 του ν. 4449/2017, μετά από τη διενέργεια σχετικού ελέγχου σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Χ.Π.Α.) και τη φορολογική νομοθεσία.
β) Στην περίπτωση αυτή η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας προβαίνει σε έλεγχο μόνο επί του φυσικού αντικειμένου, ήτοι ελέγχει εάν οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες αφορούν σε δραστηριότητες έρευνας και τεχνολογίας. Ο έλεγχος και η πιστοποίηση των δαπανών, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου αυτής, διενεργούνται από την αρμόδια Υπηρεσία μέσα σε χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών. Μετά την άπρακτη παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας θεωρείται ότι οι σχετικές δαπάνες έχουν εγκριθεί.
γ) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμοδίου για την Έρευνα και την Τεχνολογία Υπουργού, μετά από γνώμη της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (ΕΛ.Τ.Ε.), καθορίζεται το ελεγκτικό πλαίσιο (Διεθνή Πρότυπα) βάσει του οποίου διενεργούνται οι έλεγχοι από τους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή/και τις ελεγκτικές εταιρείες, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4449/2017, τα απαραίτητα δικαιολογητικά, καθώς και η διαδικασία ελέγχου από την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Η διενέργεια του ελέγχου των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας από ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή/και ελεγκτικές εταιρείες, όπως ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, θεωρείται υποχρεωτικός έλεγχος. Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές ή/και ελεγκτικές εταιρείες, που διενεργούν τον εν λόγω έλεγχο, εφαρμόζουν αναλογικά τις διατάξεις περί απαγόρευσης παροχής μη ελεγκτικών υπηρεσιών που ισχύουν για τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτές ορίζονται στον Κανονισμό ΕΕ 537/2014 και το ν. 4449/2017, όπως ισχύουν για τις οντότητες μη δημοσίου συμφέροντος.
δ) Οι εκθέσεις ελέγχου της παραγράφου 3.α υπόκεινται σε δειγματοληπτικό έλεγχο που διενεργείται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Ο δειγματοληπτικός αυτός έλεγχος διενεργείται σε ετήσια βάση και αφορά κατ’ ελάχιστον στο πέντε τοις εκατό (5%) των κατατεθειμένων εκθέσεων ελέγχου. Σε περίπτωση που κατά τον ως άνω δειγματοληπτικό έλεγχο διαπιστώνονται παραβάσεις των διατάξεων, ως προς την ακρίβεια και την πληρότητα της έκθεσης από τον ορκωτό ελεγκτή – λογιστή ή/και την ελεγκτική εταιρεία, η υπόθεση διαβιβάζεται στην Ε.Λ.Τ.Ε. για περαιτέρω έλεγχο και την τυχόν επιβολή κυρώσεων της παρ. 10 του άρθρου 35 του ν. 4449/2017.».
2. Οι διατάξεις της παρ. 1 αναφορικά με την εφαρμογή του ποσοστού 100% τίθενται σε ισχύ από την 1η Σεπτεμβρίου 2020.
3. Οι διαδικασίες της παρ. 3 του άρθρου 22 Α του ν.4172/2013, όπως προστίθεται με το παρόν μπορεί να εφαρμόζονται και για τις δαπάνες έρευνας και τεχνολογίας κατά την παρ. 2 του άρθρου 22 Α του ν.4172/2013 που έχουν ήδη υποβληθεί στην Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Συγχαίρουμε την Κυβέρνηση για αυτή την πρωτοβουλία να προωθήσει την Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) στη Χώρα.
Το προτεινόμενο μέτρο σημαντικής αύξησης της υπερέκπτωσης κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και χωρίς αμφιβολία μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο για επένδυση σε Ε&Α, αλλά μόνο για επιχειρήσεις που έχουν ανάλογο φορολογητέο εισόδημα στη χώρα μας από εμπορική δραστηριότητα.
Δυστυχώς το μέτρο αυτό δεν παρέχει αντίστοιχο κίνητρο σε πολλές άλλες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα του εξωτερικού, και κυρίως υψηλής τεχνολογίας, που επιθυμούν να επενδύσουν στην Ελλάδα με τη δημιουργία κέντρων Ε&Α, αλλά δεν έχουν, ούτε αναμένεται να δημιουργήσουν, επαρκές φορολογητέο εισόδημα από εμπορική δραστηριότητα στην Χώρα.
Στην κατηγορία των μη ευνοούμενων επιχειρήσεων ανήκει και η Ansys Inc., η οποία έχει ήδη επενδύσει σημαντικά σε κέντρο Ε&Α στην Ελλάδα, καθώς και λόγου χάρη οι Intel, Tesla, Qualcomm, Infineon, Xilinx και πολλές άλλες.
Οι επιχειρήσεις αυτές συχνά έχουν μικρή έως μηδενική εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα λόγω της περιορισμένης ή μηδενικής εγχώριας ζήτησης των προϊόντων τους. Συνεπώς δεν προκύπτει φορολογητέο εισόδημα επαρκές για την πλήρη εκμετάλλευση του πλεονεκτήματος της υπερέκπτωσης.
Επιπλέον, εάν τα προϊόντα των επιχειρήσεων αυτών πωλούνται στην Ελλάδα μέσω εμπορικών αντιπροσώπων – κοινή πρακτική για μικρές αγορές – το όφελος που προκύπτει από την υπερέκπτωση ανά θέση εργασίας E&A είναι πραγματικά αμελητέο.
Το συγκεκριμένο μέτρο λοιπόν δημιουργεί έντονη ανομοιομορφία στην απόδοση κινήτρου για επένδυση σε Ε&Α όπου:
α) παρέχεται πλεονέκτημα κόστους σε ορισμένες επενδύσεις Ε&Α και όχι σε άλλες, οι οποίες θα βρεθούν με μειονέκτημα, δημιουργώντας έτσι συνθήκες στρέβλωσης του επενδυτικού και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος Ε&Α
β) αποθαρρύνονται σημαντικότατες νέες επενδύσεις σε Ε&Α υψηλής τεχνολογίας οι οποίες αναμένεται ότι θα στραφούν σε εναλλακτικές γεωγραφικές περιοχές (όπως π.χ. Ινδία, Πολωνία, Ρουμανία κ.α.).
ΠΡΟΤΑΣΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ
———————–
Προτείνουμε την εισαγωγή νέου, συμπληρωματικού μέτρου απαλλαγής από ασφαλιστικές εισφορές για θέσεις εργασίας Ε&Α, συνδυαστικά με την προτεινόμενη φορολογική ελάφρυνση, προκειμένου να δοθούν εξίσου κίνητρα για επένδυση σε Ε&Α και σε επιχειρήσεις που δεν έχουν απαραιτήτως σημαντική εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Τονίζουμε ότι πολιτικές παρόμοιες με αυτή που προτείνουμε έχουν υιοθετηθεί επιτυχώς από πολλές χώρες παγκοσμίως (Σχετική αναφορά του ΟΟΣΑ: https://www.oecd.org/sti/rd-tax-stats-bindex-notes.pdf).
1. Tονίζεται η ανάγκη να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση ούτως ώστε οι προκηρύξεις στο μέλλον για την πρόσληψη Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού να διενεργούνται από τα ίδια τα Ερευνητικά Κέντρα. Σημειώνεται ότι ο νόμος 4386/2016 αλλά και παλιότερες νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν ήδη δώσει αυτή τη δυνατότητα στα Πανεπιστήμια.
Αιτιολόγηση:
Το Ειδικό Επιστημονικό -Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια ειδική κατηγορία προσωπικού. Αποτελείται από εξειδικευμένους, στο αντικείμενο του κάθε Ινστιτούτου, επιστήμονες και συνεπώς θα πρέπει ο φορέας να καθορίζει τα ειδικά προσόντα, τις απαιτούμενες γνώσεις, και την επιθυμητή εμπειρία, που απαιτούνται για την κάλυψη των ερευνητικών αναγκών του.
2. Συμβατικός χρόνος ταυτοπρόσωπης παρουσίας διαφόρων κατηγοριών προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων
α. Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό
Για το εν γένει Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό και το Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου των παραγράφων 7 και 12 αντίστοιχα του ν.4386/2016 των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων προτείνεται το ωράριο να είναι αντίστοιχο με
αυτό της κατηγορία προσωπικού των Πανεπιστημίων (Ε.Τ.Ε.Π.).
Πιο συγκεκριμένα προτείνεται το προσωπικό της κατηγορίας αυτής να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του
(ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον είκοσι οχτώ (28) ώρες βδομαδιαίως, οι οποίες θα κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες.
β. Τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό
Προτείνεται το προσωπικό της κατηγορίας αυτής να παρέχει τις υπηρεσίες του στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον τριάντα πέντε (35) ώρες εβδομαδιαίως οι οποίες θα κατανέμονται σε
τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες με δυνατότητα προσέλευσης των υπαλλήλων από τις 7.00 π.μ. έως τις 10 π.μ. .
Αιτιολόγηση:
Το Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια κατηγορία εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού που υποστηρίζει και διεξάγει την ερευνητική δραστηριότητα των Ερευνητικών Κέντρων καθώς συμμετέχει και συντονίζει ερευνητικά προγράμματα/έργα. Με το ισχύον καθεστώς (40 εβδομαδιαίες ώρες εργασίας) το προσωπικό αυτό αδυνατεί να συμμετέχει ή και να συντονίζει Ερευνητικά έργα/προγράμματα καθώς απαιτούνται φύλλα χρονοχρέωσης τόσο στα συγχρηματοδοτούμενα όσο και στα Ευρωπαϊκά έργα. Αυτό έχει ως
αποτέλεσμα αυτή η κατηγορία προσωπικού να μην μπορεί να δηλωθεί με κάποιο ποσοστό χρόνου στις ομάδες υλοποίησης των έργων παρά μόνο να απασχοληθεί υπό το καθεστώς υπερωριών. Το γεγονός αυτό έχει αρνητικές συνέπειες ως προς την υλοποίηση των έργων από τους φορείς, μειώνει
εξαιρετικά το δηλωθέν κόστος του ανθρωπομήνα στα προγράμματα, ενώ παράλληλα αποκλείει την δυνατότητα των μελών του Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού να αμειφθούν για τις
υπηρεσίες τους σε πρόγραμμα ή έργο υπό την μορφή της πρόσθετης αμοιβής. Οι συνέπειες αυτής της πραγματικότητας είναι μικρότερο ποσοστό συμμετοχής σε προγράμματα/έργα που οδηγεί σε
απώλειες για τους Ειδικούς Λογαριασμούς του κάθε φορέα αλλά και έλλειψη κινήτρου για ένα μεγάλο μέρος των επιστημόνων των Ερευνητικών Κέντρων.
Για το τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό η ρύθμιση του ωραρίου δίνει μια μικρή δυνατότητα συμμετοχής σε ερευνητικά έργα/προγράμματα αλλά κυρίως αφορά στους χρόνους προσέλευσης καθώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τα Ερευνητικά Κέντρα βρίσκονται είτε εκτός, είτε στις
παρυφές του αστικού ιστού με αποτέλεσμα να απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την προσέλευση του προσωπικού εν γένει στον χώρο
εργασίας. Ιδιαίτερα για τα Ερευνητικά Κέντρα που διεξάγουν ερευνητική δραστηριότητα και δεν εξυπηρετούν κοινό όπως στις υπόλοιπες δημόσιες
υπηρεσίες ο χρόνος προσέλευσης θα πρέπει να είναι πιο ελαστικός.
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ – ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (Π.Ο.Ε.Ε.Κ.- Ι)
Απόφ. Μονομελούς Πρωτ. Αθηνών 12/2002, αυξ. αριθ. 5306 (Μέλος Α.Δ.Ε.Δ.Υ )
Έδρα: Κρατίνου 9 και Αθηνάς, 10552 Aθήνα.
Στοιχεία επικοινωνίας: Πρόεδρος: 6976969362 e-mail: mstef@hcmr.gr; info@poeek-i.gr
Γεν. Γραμματέας: 210 7491707 e-mail: dimitris@hcmr.gr
Αθήνα 15/06/2020
Προτάσεις για νομοθετικές ρυθμίσεις στους εποπτευόμενους από τη ΓΓΕΤ φορείς (Ερευνητικά Κέντρα)
Μετά από τις δύο τελευταίες συναντήσεις των εκπροσώπων των σωματείων εργαζομένων στα ΝΠΔΔ Ερευνητικά Κέντρα της χώρας (ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, και Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών) προκύπτουν ορισμένα σημαντικά ζητήματα τα οποία χρήζουν επίλυσης μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων από πλευράς πολιτικής ηγεσίας. Το πρώτο αφορά στη δυνατότητα των Ερευνητικών Κέντρων να προκηρύσσουν τις θέσεις του Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού Προσωπικού με εσωτερικές διαδικασίες και επιτροπές κρίσης κατ’ αντιστοιχία με τα Πανεπιστήμια. Ένα δεύτερο αφορά στην ίδια κυρίως κατηγορία προσωπικού και έχει να κάνει με ρυθμίσεις του συμβατικού χρόνου απασχόλησης (ταυτοπρόσωπη παρουσία στον φορέα), επίσης κατ’ αντιστοιχία με τα Πανεπιστήμια. Σημαντικής επίσης σημασίας για τους εργαζόμενους στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών είναι το ζήτημα του επιτρεπόμενου αριθμού ημερών εργασίας εκτός έδρας κατά έτος, που δεν μπορεί πάντα να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των επιστημονικών/ερευνητικών προγραμμάτων του φορέα. Πιο συγκεκριμένα:
1. Προκηρύξεις θέσεων Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού Προσωπικού
Με αφορμή τις προσεχείς προκηρύξεις από τον ΑΣΕΠ των 157 θέσεων στους ερευνητικούς φορείς, οι οποίες αφορούν και 122 θέσεις Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού προσωπικού, τονίζουμε την ανάγκη να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση ούτως ώστε ανάλογες προκηρύξεις στο μέλλον να διενεργούνται από τα ίδια τα Ερευνητικά Κέντρα. Ο νόμος 4386/2016 αλλά και παλιότερες νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν δώσει αυτή τη δυνατότητα στα Πανεπιστήμια, πιο συγκεκριμένα ο 4386/2016 στο άρθρο 27 παράγραφοι 9, 10, αναφέρουν:
“9. α. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 και η περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 αντικαθίστανται ως εξής: «β) Οι θέσεις του προσωπικού αυτού ανήκουν στο Ίδρυμα και κατανέμονται με απόφαση της Συγκλήτου στα Τμήματα, στις Σχολές ή στο Ίδρυμα, ύστερα από εισήγηση του Πρύτανη ή των Κοσμητόρων ή των Προέδρων Τμημάτων. Με απόφαση της Συνέλευσης του Τμήματος, οι θέσεις των μελών Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Ε.Π. μπορούν να κατανέμονται στους Τομείς σύμφωνα με το γνωστικό τους αντικείμενο.» β. Η περίπτωση β΄ της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι θέσεις του προσωπικού αυτού ανήκουν στο Ίδρυμα και να κατανέμονται με απόφαση της Συγκλήτου στις Σχολές ύστερα από εισήγηση του Πρύτανη ή των Κοσμητόρων. Με απόφαση της Κοσμητείας οι θέσεις Ε.Τ.Ε.Π. κατανέμονται στα Τμήματα, ενώ με απόφαση της Συνέλευσης του Τμήματος μπορεί να κατανεμηθούν στους Τομείς, στα Εργαστήρια ή στις κλινικές, ανάλογα με τις ανάγκες τους. Σε ειδικές περιπτώσεις οι θέσεις μπορεί να ανήκουν στο Ίδρυμα ή στη Σχολή.» γ. Αρμόδιο όργανο για όλα τα θέματα που αφορούν στα μέλη Ε.Ε.Π., Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Τ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. είναι η Συνέλευση του Τμήματος. Στις περιπτώσεις που οι θέσεις ανήκουν στη Σχολή ή στο Ίδρυμα, η αρμοδιότητα αυτή ασκείται από τη Συνέλευση της Σχολής ή τη Σύγκλητο αντίστοιχα.» 10. Η παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Ο διορισμός σε θέσεις των κατηγοριών των προηγουμένων παραγράφων γίνεται με προκήρυξη των θέσεων και επιλογή των υποψηφίων από τη Συνέλευση του Τμήματος ή της Σχολής ή τη Σύγκλητο, ανάλογα με την ακαδημαϊκή μονάδα στην οποία ανήκει η θέση. Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την προκήρυξη των θέσεων αυτών, καθώς και η διαδικασία επιλογής και περιοδικής αξιολόγησης του ανωτέρω προσωπικού ρυθμίζονται από τον Οργανισμό του ιδρύματος και μέχρι τη δημοσίευσή του με κανονιστική απόφαση της Συγκλήτου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την έκδοση της απόφασης και τη διαδικασία επιλογής λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του π.δ. 147/2009 (Α΄ 189). Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά για όλες τις κατηγορίες προσωπικού του παρόντος άρθρου των πανεπιστημίων, των Τ.Ε.Ι. και της ΑΣΠΑΙΤΕ.”
Κατ’ αντιστοιχία για την περίπτωση των Ερευνητικών Κέντρων προτείνεται η εξής διατύπωση:
Οι θέσεις του εν γένει Ειδικoύ Επιστημονικού−Τεχνικού Προσωπικού της παραγράφου 7 του άρθρου 16 του ν. 4386/2016 ανήκουν στον ερευνητικό φορέα και κατανέμονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα στα Ινστιτούτα, στις Διευθύνσεις ή Μονάδες, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του Κέντρου ή των Διευθυντών των Ινστιτούτων και των Διευθύνσεων. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα, οι θέσεις μπορούν να κατανέμονται στα Ινστιτούτα, στις Διευθύνσεις ή Μονάδες σύμφωνα με το γνωστικό τους αντικείμενο και ανάλογα με τις ανάγκες του φορέα. Ο διορισμός σε θέσεις Ειδικoύ Επιστημονικού−Τεχνικού Προσωπικού γίνεται με προκήρυξη των θέσεων και επιλογή των υποψηφίων από το Διοικητικό Συμβούλιο του φορέα, ανάλογα με την λειτουργική μονάδα στην οποία ανήκει η θέση. Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την προκήρυξη των θέσεων αυτών, καθώς και η διαδικασία επιλογής και περιοδικής αξιολόγησης του ανωτέρω προσωπικού ρυθμίζονται από τον Οργανισμό του φορέα και μέχρι τη δημοσίευσή του με κανονιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την έκδοση της απόφασης και τη διαδικασία επιλογής λαμβάνονται υπόψη οι διαδικασίες που προβλέπονται στον Οργανισμό ή στον Εσωτερικό Κανονισμό του εκάστοτε φορέα.
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης:
Το Ειδικό Επιστημονικό -Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια ειδική κατηγορία προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων. Αποτελείται από εξειδικευμένους, στο αντικείμενο του κάθε Ινστιτούτου, επιστήμονες και συνεπώς θα πρέπει ο φορέας να καθορίζει τα ειδικά προσόντα, τις απαιτούμενες γνώσεις, και την επιθυμητή εμπειρία, που απαιτούνται για την κάλυψη των ερευνητικών αναγκών του.
2. Συμβατικός χρόνος ταυτοπρόσωπης παρουσίας διαφόρων κατηγοριών προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων
Προτείνεται η τροποποίηση του ωραρίου του Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού και συγκεκριμένα προτείνεται για αυτήν την κατηγορία προσωπικού το ωράριο να είναι αντίστοιχο με αυτό της αντίστοιχης κατηγορία προσωπικού των Πανεπιστημίων (Ε.Τ.Ε.Π.) (26 ώρες κατ’ ελάχιστον). Συγκεκριμένα το άρθρο 27, παρ. 11 του Νόμος 4386/2016 προβλέπει ότι «Τα μέλη Ε.Τ.Ε.Π. υποχρεούνται να παρευρίσκονται στους πανεπιστημιακούς χώρους είκοσι έξι ώρες εβδομαδιαίως κατ’ ελάχιστο και να παρέχουν κάθε μορφής εξειδικευμένο τεχνικό έργο».
Η διάταξη θα μπορούσε να είναι διατυπωμένη όπως στο νόμο για την έρευνα, για τους ερευνητές: Στο άρθρο 18, παράγραφος 6 του ν. για την έρευνα αναφέρεται:
Το ανωτέρω ερευνητικό προσωπικό, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι παρουσίας του εκτός του ερευνητικού κέντρου στο πλαίσιο ερευνητικής δραστηριότητας, οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον είκοσι (20) ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες, να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του (ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου του ερευνητικού κέντρου ή του ινστιτούτου και να συνεργάζεται γι’ αυτό το σκοπό με το υπόλοιπο προσωπικό.
Εξάλλου με την Παρ.1 του άρθρου 37 του Ν.4589/2019 το πρόβλημα του ωραρίου ρυθμίζεται για τους Μεταδιδάκτορες ΙΔΟΧ:
Οι συνεργαζόμενοι ερευνητές που συμμετέχουν με την ιδιότητα του μεταδιδάκτορα με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου σε ερευνητικά έργα/προγράμματα των ερευνητικών κέντρων και τεχνολογικών φορέων, των Ε.Λ.Κ.Ε. των Α.Ε.Ι. και των Ε.Π.Ι., διέπονται ως προς το ωράριο από τις διατάξεις για το ερευνητικό προσωπικό και τα μέλη Δ.Ε.Π.
Για το εν γένει Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων προτείνεται η εξής διατύπωση:
Το εν γένει Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό και το Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου των παραγράφων 7 και 12 αντίστοιχα του ν. 4386/2016, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι παρουσίας του εκτός του ερευνητικού κέντρου στο πλαίσιο επιστημονικής δραστηριότητας, οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον είκοσι οχτώ (28) ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες, να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του (ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου του ερευνητικού κέντρου ή του ινστιτούτου και να συνεργάζεται γι’ αυτό το σκοπό με το υπόλοιπο προσωπικό.
Το υπό οποιασδήποτε σχέσης εργασίας τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό, των παραγράφων 8 και 9 του του άρθρου 16 του ν. 4386/2016 οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον τριάντα πέντε (35) ώρες οι οποίες κατανέμονται σε τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες εβδομαδιαίως με δυνατότητα προσέλευσης των υπαλλήλων από τις 7.00 π.μ. έως τις 10 π.μ. .
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης:
Το Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια κατηγορία εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού που υποστηρίζει και διεξάγει την ερευνητική δραστηριότητα των Ερευνητικών Κέντρων καθώς συμμετέχει και συντονίζει ερευνητικά προγράμματα/έργα/δράσεις. Με το ισχύον καθεστώς (40 εβδομαδιαίες ώρες εργασίας εντός ενός στενού δημοσιοϋπαλληλικού χρόνου προσέλευσης και αποχώρησης ημερησίως) το προσωπικό αυτό δυσκολεύεται να εξυπηρετήσει τις πραγματικές ανάγκες των ερευνητικών/εκπαιδευτικών του δραστηριοτήτων όπως αυτές προκύπτουν από την ιδιαίτερη φύση της εργασίας του, και να φτάσει το μέγιστο της παραγωγικότητάς του. Καθώς (α) τα επιστημονικά και εργαστηριακά πρωτόκολλα πολλές φορές ξεπερνούν σε χρόνο ένα συμβατικό ωράριο ή μπορούν να πραγματοποιηθούν σε ώρες της ημέρας διαφορετικές του οριζόμενου ωραρίου, (β) υπάρχουν αυξημένες κατά περιόδους απαιτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων και έργων (π.χ. περίοδοι συγγραφής τεχνικών εκθέσεων/επιστημονικών δημοσιεύσεων, διοργάνωσης και διεξαγωγή συνεδρίων) και άλλων ειδών απασχόλησης εντός των ερευνητικών φορέων (π.χ. ειδικές ημερίδες και δράσεις για τη σύνδεση της επιστήμης με την κοινωνία, φιλοξενία και ξενάγηση σχολείων), εκ των πραγμάτων η διεθνής πρακτική επιβάλλει ένα ευέλικτο ωράριο εργασίας στους ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς χώρους, το οποίο στοχεύει στο να εξυπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες των επιστημών και της έρευνας και όχι μία πλασματική εικόνα ενός δημόσιου φορέα παροχής υπηρεσιών. Επιπλέον, με το υπάρχον υποχρεωτικό ωράριο παρουσίας, η συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων στους ερευνητικούς φορείς αδυνατεί να συμμετέχει ή/και να συντονίζει Ερευνητικά έργα/προγράμματα, καθώς απαιτούνται φύλλα χρονοχρέωσης τόσο στα συγχρηματοδοτούμενα όσο και στα Ευρωπαϊκά έργα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτή η κατηγορία προσωπικού να μην μπορεί να δηλωθεί με κάποιο ποσοστό χρόνου στις ομάδες υλοποίησης των έργων παρά μόνο να απασχοληθεί υπό το καθεστώς υπερωριών. Το γεγονός αυτό έχει αρνητικές συνέπειες ως προς την υλοποίηση των έργων από τους φορείς, μειώνει εξαιρετικά το δηλωθέν κόστος του ανθρωπομήνα στα προγράμματα, ενώ παράλληλα αποκλείει τη δυνατότητα των μελών του Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού να αμειφθούν για τις υπηρεσίες τους σε πρόγραμμα ή έργο υπό τη μορφή της πρόσθετης αμοιβής. Οι συνέπειες αυτής της πραγματικότητας είναι μικρότερο ποσοστό συμμετοχής σε προγράμματα/έργα που οδηγεί σε απώλειες για τους Ειδικούς Λογαριασμούς του κάθε φορέα αλλά και έλλειψη κινήτρου για ένα μεγάλο μέρος των επιστημόνων των Ερευνητικών Κέντρων.
Για το τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό η ρύθμιση του ωραρίου δίνει μια μικρή δυνατότητα συμμετοχής σε ερευνητικά έργα/προγράμματα αλλά κυρίως αφορά στους χρόνους προσέλευσης καθώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τα Ερευνητικά Κέντρα βρίσκονται είτε εκτός, είτε στις παρυφές του αστικού ιστού με αποτέλεσμα να απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την προσέλευση του προσωπικού εν γένει στον χώρο εργασίας. Ιδιαίτερα για τα Ερευνητικά Κέντρα που διεξάγουν ερευνητική δραστηριότητα και δεν εξυπηρετούν κοινό όπως στις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες ο χρόνος προσέλευσης θα πρέπει να είναι πιο ελαστικός.
3. Αύξηση του επιτρεπόμενου αριθμού ημερών εκτός έδρας
Ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών προγραμμάτων που υλοποιούνται από το ΕΛΚΕΘΕ αφορούν στην εκτέλεση εργασιών από τους εργαζόμενους εκτός της έδρας του φορέα και σε αριθμό ημερών που ξεπερνά κατά πολύ το προβλεπόμενο όριο των 60 ημερών ετησίως (ΚΥΑ 702/84/07.05.19).
Προτείνουμε επομένως την τροποποίηση του ανώτατου ορίου ημερών μετακίνησης εκτός έδρας του προσωπικού του ΕΛΚΕΘΕ κατά αντιστοιχία με τη σχετική πρόβλεψη για το προσωπικό του ΙΓΜΕ. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 40 του Νόμου 4414/09.08.16 προβλέπεται:
«Στο άρθρο 3 της υποπαραγράφου Δ.9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α ́ 94), προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Υπουργού Οικονομικών, μπορεί να καθορίζονται οι ημέρες μετακίνησης εκτός έδρας κατ’ έτος και πέραν των ανωτέρω ορίων της παραγράφου 1 και: α) μέχρι 200 ημέρες ετησίως, για τους Επιθεωρητές όλων των τμημάτων του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (Σ.Ε.Π.Δ.Ε.Μ.), για τις ανάγκες διενέργειας επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων και παράστασης σε δικαστήρια εκτός της έδρας της απασχόλησής τους, στο πλαίσιο εκπλήρωσης των καθηκόντων τους, β) μέχρι 200 ημέρες ετησίως για τους γεωτρυπανιστές, εργάτες γεωτρυπάνων οδηγούς, εργοδηγούς και βοηθούς εργοδηγούς υπαίθρου και για το λοιπό τεχνικό προσωπικό κατηγορίας ΔΕ ή ΥΕ του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.), που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση εργασιών πεδίου και γ) μέχρι 130 ημέρες ετησίως για τους γεωλόγους, μηχανικούς μεταλλείων, χημικούς μηχανικούς και το λοιπό επιστημονικό προσωπικό κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ του Ινστιτούτου Γεωλογικών
και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.), για τις ανάγκες εκτέλεσης και επίβλεψης των από αυτό εκτελούμενων έργων και εκπονούμενων μελετών.
Κατ’ αντιστοιχία και για την περίπτωση των εργαζόμενων στο ΕΛΚΕΘΕ προτείνεται νομοθετική ρύθμιση με την εξής διατύπωση.
«Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του Υπουργού Οικονομικών, μπορεί να καθορίζονται οι ημέρες μετακίνησης εκτός έδρας μέχρι 130 ημέρες ετησίως για τους γεωλόγους, χημικούς, φυσικούς, μηχανικούς, ηλεκτρολόγους, βιολόγους, ιχθυολόγος, περιβαλλοντολόγους και το λοιπό επιστημονικό προσωπικό όλων των κατηγοριών εκπαίδευσης του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών για τις ανάγκες υλοποίησης ή/και επίβλεψης ερευνητικών έργων και επιστημονικών μελετών, καθώς και για λόγους εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και επιμόρφωσης.
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης
Ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών προγραμμάτων που υλοποιούνται από το ΕΛΚΕΘΕ, αφορούν στην εκτέλεση εργασιών εκτός της έδρας του φορέα. Οι εργασίες αυτές αφορούν κυρίως εργασίες πεδίου, με επιβίβαση ή όχι σε πλωτά μέσα, για συλλογή δειγμάτων και δεδομένων, για τη διεξαγωγή πειραμάτων και επιστημονικών αναλύσεων in situ, κλπ. Αφορούν επίσης τη συμμετοχή σε συνέδρια, ημερίδες, επιστημονικές συναντήσεις εργασίας, και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις εργαζομένων ο αριθμός ημερών που χρειάζεται να εργαστούν εκτός έδρας να ξεπερνά για το σύνολο όλων αυτών των διαφορετικών εργασιών κατά πολύ το προβλεπόμενο από την ΚΥΑ 702/84/07.05.19 όριο των 60 ημερών ετησίως.
ΓΙΑ ΤΟ Γ.Σ. ΤΗΣ ΠΟΕΕΚ-Ι
Ο ΠΡΌΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μ. ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ Δ. ΠΟΔΑΡΑΣ
Τα παρακάτω σχόλια προτάσεις αφορούν σε σημαντικές ρυθμίσεις για το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών για ένα ζήτημα που χρήζει επίλυσης και συνεπώς ζητάμε την ένταξη ξεχωριστού άρθρου στο παρόν νομοσχέδιο για το εξής:
Αύξηση του επιτρεπόμενου αριθμού ημερών εκτός έδρας
Ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών προγραμμάτων που υλοποιούνται από το ΕΛΚΕΘΕ αφορούν στην εκτέλεση εργασιών από τους εργαζόμενους εκτός της έδρας του φορέα και σε αριθμό ημερών που ξεπερνά κατά πολύ το προβλεπόμενο όριο των 60 ημερών ετησίως (ΚΥΑ 702/84/07.05.19).
Προτείνουμε επομένως την τροποποίηση του ανώτατου ορίου ημερών μετακίνησης εκτός έδρας του προσωπικού του ΕΛΚΕΘΕ κατά αντιστοιχία με τη σχετική πρόβλεψη για το προσωπικό του ΙΓΜΕ (άρθρο 40 του Νόμου 4414/09.08.16).
Κατ’ αντιστοιχία και για την περίπτωση των εργαζόμενων στο ΕΛΚΕΘΕ προτείνεται νομοθετική ρύθμιση με την εξής διατύπωση.
«Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του Υπουργού Οικονομικών, μπορεί να καθορίζονται οι ημέρες μετακίνησης εκτός έδρας μέχρι 130 ημέρες ετησίως για τους γεωλόγους, χημικούς, φυσικούς, μηχανικούς, ηλεκτρολόγους, βιολόγους, ιχθυολόγος, περιβαλλοντολόγους και το λοιπό επιστημονικό προσωπικό όλων των κατηγοριών εκπαίδευσης του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών για τις ανάγκες υλοποίησης ή/και επίβλεψης ερευνητικών έργων και επιστημονικών μελετών, καθώς και για λόγους εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και επιμόρφωσης.
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης
Ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών προγραμμάτων που υλοποιούνται από το ΕΛΚΕΘΕ, αφορούν στην εκτέλεση εργασιών εκτός της έδρας του φορέα. Οι εργασίες αυτές αφορούν κυρίως εργασίες πεδίου, με επιβίβαση ή όχι σε πλωτά μέσα, για συλλογή δειγμάτων και δεδομένων, για τη διεξαγωγή πειραμάτων και επιστημονικών αναλύσεων in situ, κλπ. Αφορούν επίσης τη συμμετοχή σε συνέδρια, ημερίδες, επιστημονικές συναντήσεις εργασίας, και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις εργαζομένων ο αριθμός ημερών που χρειάζεται να εργαστούν εκτός έδρας να ξεπερνά για το σύνολο όλων αυτών των διαφορετικών εργασιών κατά πολύ το προβλεπόμενο από την ΚΥΑ 702/84/07.05.19 όριο των 60 ημερών ετησίως.
Τα παρακάτω σχόλια προτάσεις αφορούν σε σημαντικές ρυθμίσεις για τα Ερευνητικά Κέντρα για ζητήματα που χρήζουν επίλυσης συνεπώς ζητάμε την ένταξη ξεχωριστού άρθρου στο παρόν νομοσχέδιο για το εξής ζήτημα:
Συμβατικός χρόνος ταυτοπρόσωπης παρουσίας διαφόρων κατηγοριών προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων
Προτείνεται η τροποποίηση του ωραρίου του Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού και συγκεκριμένα προτείνεται για αυτήν την κατηγορία προσωπικού το ωράριο να είναι αντίστοιχο με αυτό της αντίστοιχης κατηγορία προσωπικού των Πανεπιστημίων (Ε.Τ.Ε.Π.) (άρθρο 27, παρ. 11 ν.4386/2016).
Η διάταξη θα μπορούσε να είναι διατυπωμένη όπως στο νόμο για την έρευνα, για το ερευνητικό προσωπικό (άρθρο 18, παράγραφος 6 ν.4386/2016).
Εξάλλου με την Παρ.1 του άρθρου 37 του Ν.4589/2019 το πρόβλημα του ωραρίου ρυθμίζεται και για τους Μεταδιδάκτορες ΙΔΟΧ.
Για το εν γένει Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων προτείνεται η εξής διατύπωση:
«Το εν γένει Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό και το Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου των παραγράφων 7 και 12 αντίστοιχα του ν. 4386/2016, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι παρουσίας του εκτός του ερευνητικού κέντρου στο πλαίσιο επιστημονικής δραστηριότητας, οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον είκοσι οχτώ (28) ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες, να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του (ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου του ερευνητικού κέντρου ή του ινστιτούτου και να συνεργάζεται γι’ αυτό το σκοπό με το υπόλοιπο προσωπικό.
Το υπό οποιασδήποτε σχέσης εργασίας τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό, των παραγράφων 8 και 9 του του άρθρου 16 του ν. 4386/2016 οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του ερευνητικού κέντρου κατ’ ελάχιστον τριάντα πέντε (35) ώρες οι οποίες κατανέμονται σε τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες εβδομαδιαίως με δυνατότητα προσέλευσης των υπαλλήλων από τις 7.00 π.μ. έως τις 10 π.μ.»
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης:
Το Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια κατηγορία εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού που υποστηρίζει και διεξάγει την ερευνητική δραστηριότητα των Ερευνητικών Κέντρων καθώς συμμετέχει και συντονίζει ερευνητικά προγράμματα/έργα/δράσεις. Με το ισχύον καθεστώς (40 εβδομαδιαίες ώρες εργασίας εντός ενός στενού δημοσιοϋπαλληλικού χρόνου προσέλευσης και αποχώρησης ημερησίως) το προσωπικό αυτό δυσκολεύεται να εξυπηρετήσει τις πραγματικές ανάγκες των ερευνητικών/εκπαιδευτικών του δραστηριοτήτων όπως αυτές προκύπτουν από την ιδιαίτερη φύση της εργασίας του, και να φτάσει το μέγιστο της παραγωγικότητάς του. Καθώς (α) τα επιστημονικά και εργαστηριακά πρωτόκολλα πολλές φορές ξεπερνούν σε χρόνο ένα συμβατικό ωράριο ή μπορούν να πραγματοποιηθούν σε ώρες της ημέρας διαφορετικές του οριζόμενου ωραρίου, (β) υπάρχουν αυξημένες κατά περιόδους απαιτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων και έργων (π.χ. περίοδοι συγγραφής τεχνικών εκθέσεων/επιστημονικών δημοσιεύσεων, διοργάνωσης και διεξαγωγή συνεδρίων) και άλλων ειδών απασχόλησης εντός των ερευνητικών φορέων (π.χ. ειδικές ημερίδες και δράσεις για τη σύνδεση της επιστήμης με την κοινωνία, φιλοξενία και ξενάγηση σχολείων), εκ των πραγμάτων η διεθνής πρακτική επιβάλλει ένα ευέλικτο ωράριο εργασίας στους ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς χώρους, το οποίο στοχεύει στο να εξυπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες των επιστημών και της έρευνας και όχι μία πλασματική εικόνα ενός δημόσιου φορέα παροχής υπηρεσιών. Επιπλέον, με το υπάρχον υποχρεωτικό ωράριο παρουσίας, η συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων στους ερευνητικούς φορείς αδυνατεί να συμμετέχει ή/και να συντονίζει Ερευνητικά έργα/προγράμματα, καθώς απαιτούνται φύλλα χρονοχρέωσης τόσο στα συγχρηματοδοτούμενα όσο και στα Ευρωπαϊκά έργα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτή η κατηγορία προσωπικού να μην μπορεί να δηλωθεί με κάποιο ποσοστό χρόνου στις ομάδες υλοποίησης των έργων παρά μόνο να απασχοληθεί υπό το καθεστώς υπερωριών. Το γεγονός αυτό έχει αρνητικές συνέπειες ως προς την υλοποίηση των έργων από τους φορείς, μειώνει εξαιρετικά το δηλωθέν κόστος του ανθρωπομήνα στα προγράμματα, ενώ παράλληλα αποκλείει τη δυνατότητα των μελών του Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού να αμειφθούν για τις υπηρεσίες τους σε πρόγραμμα ή έργο υπό τη μορφή της πρόσθετης αμοιβής. Οι συνέπειες αυτής της πραγματικότητας είναι μικρότερο ποσοστό συμμετοχής σε προγράμματα/έργα που οδηγεί σε απώλειες για τους Ειδικούς Λογαριασμούς του κάθε φορέα αλλά και έλλειψη κινήτρου για ένα μεγάλο μέρος των επιστημόνων των Ερευνητικών Κέντρων.
Για το τεχνικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό η ρύθμιση του ωραρίου δίνει μια μικρή δυνατότητα συμμετοχής σε ερευνητικά έργα/προγράμματα αλλά κυρίως αφορά στους χρόνους προσέλευσης καθώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τα Ερευνητικά Κέντρα βρίσκονται είτε εκτός, είτε στις παρυφές του αστικού ιστού με αποτέλεσμα να απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την προσέλευση του προσωπικού εν γένει στον χώρο εργασίας. Ιδιαίτερα για τα Ερευνητικά Κέντρα που διεξάγουν ερευνητική δραστηριότητα και δεν εξυπηρετούν κοινό όπως στις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες ο χρόνος προσέλευσης θα πρέπει να είναι πιο ελαστικός.
Αξιότιμη Κυρία/ Κύριε,
Είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο να βλέπουμε την ελληνική πολιτεία να κάνει μεταρρυθμίσεις που αφορούν την Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) δίνοντας επιπλέον κίνητρα για περαιτέρω επενδύσεις . Άλλωστε εμείς στη Nokia, όντας μακράν ο μεγαλύτερος ιδιώτης επενδυτής Ε&Α στην Ελλάδα, πιστεύουμε ότι οι επενδύσεις σε Ε&Α ταιριάζουν απόλυτα στο προφίλ του Έλληνα μηχανικού και επιστήμονα και μπορούν να λειτουργήσουν σαν πολλαπλασιαστής ισχύος για την οικονομία και την αγορά εργασίας προστατεύοντας από το Brain-Drain.
Κατά συνέπεια, αγκαλιάζουμε τη συγκεκριμένη μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία και παραθέτουμε τις παρακάτω επισημάνσεις στο άρθρο 37 που πιστεύουμε είναι απαραίτητες για να ενισχύσει σημαντικά το τελικό αποτέλεσμα και να προσελκύσει περισσότερες και μεγαλύτερες επενδύσεις σε Ε&Α.
H αύξηση του ποσοστού αναγνώρισης των εξόδων από 30% σε 100% είναι σημαντική αλλά από μόνη της όχι αρκετή καθώς ευνοεί μόνο εκείνες τις εταιρείες που έχουν ισοβαρή επιχειρηματική παρουσία (εμπορική σε σχέση με Ε&Α) στην Ελλάδα. Όμως, για τις εταιρείες εκείνες που έχουν την εμπορική τους παρουσία σε άλλη χώρα και θα επιθυμούσαν να ανοίξουν στην Ελλάδα κέντρο Ε&Α δεν υπάρχει κάποιο κίνητρο με αποτέλεσμα τέτοιες επενδύσεις να πηγαίνουν σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα, μια εταιρία όπως η Nokia έχει μόλις 10% του προσανατολισμού της στην ελληνική αγορά και το υπόλοιπο 90% στην Ε&Α. Το αντίστοιχο ποσοστό για άλλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται ήδη στην Ελλάδα είναι 100%-0% και το ίδιο περίπου θα ισχύσει με όσες πολυεθνικές αποφασίσουν να μεταφέρουν τμήματα Ε&Α στην Ελλάδα.
Για να μη χαθούν τέτοιες επενδύσεις θα βοηθούσε σημαντικά η δυνατότητα το αντίστοιχο οικονομικό όφελος του νόμου να μεταφερθεί σαν μείωση των εργοδοτικών εισφορών μειώνοντας έτσι το εμφανιζόμενο κόστος ανά εργαζόμενο. Όπως είναι γνωστό, αυτό είναι ένα από τα βασικά κριτήρια για την επιλογή της χώρας που θα φιλοξενήσει επενδύσεις Ε&Α.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 22α του Ν. 4172/2013
Εναλλακτικά του της προσαύξησης από 30% σε 100%, η επιχείρηση μπορεί να επιλέξει ότι από το σύνολο του ποσού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας που πιστοποιούνται κατά τα κατωτέρω αναφερόμενα, ποσοστό 30% αυτών να συμψηφίζεται με τις εργοδοτικές εισφορές της προς τον ΕΦΚΑ και τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
Ο συμψηφισμός θα πραγματοποιείται με ισόποση πίστωση στο μητρώο της επιχείρησης στον ΕΦΚΑ, προς συμψηφισμό με μελλοντικές εργοδοτικές εισφορές μέχρι 5 χρόνια από το έτος που αφορούν οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
Σε περίπτωση που εντός της ως άνω πενταετίας το ποσό των εργοδοτικών εισφορών που καταλογισθούν στην επιχείρηση είναι μικρότερο από το ποσό που πιστώθηκε προς συμψηφισμό, για οποιονδήποτε λόγο, το υπόλοιπο ποσό δεν καταβάλλεται στην εταιρεία, αλλά μεταφέρεται μέχρι εξάντλησης της πενταετίας.
Από τις εισφορές με τις οποίες συμψηφίζεται το ως άνω ποσοστό δαπανών, εξαιρούνται εργοδοτικές εισφορές που επιδοτούνται από οποιοδήποτε εθνικό ή κοινοτικό πρόγραμμα επιδότησης εργοδοτικών εισφορών.
Για τους σκοπούς της φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης, το ποσό της έκπτωσης δεν προσμετράται ως έσοδο και η δαπάνη των εργοδοτικών εισφορών εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μειωμένη κατά το ποσό που συμψηφίζεται
Για στατιστικούς λόγους και για κάθε άλλη επιμέτρηση, η έκπτωση των εργοδοτικών εισφορών κατά τα ως άνω δεν επηρεάζει την κατάταξη της επιχείρησης ως προς το ύψος των εργοδοτικών εισφορών που καταβάλλει το εκάστοτε έτος.
Λεπτομέρειες για την εφαρμογή της έκπτωσης και για τη διαδικασία εκκαθάρισης του ποσού και πίστωσης στους αντίστοιχους λογαριασμούς του ΕΦΚΑ καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών υποθέσεων.
Τα παρακάτω σχόλια προτάσεις αφορούν σε σημαντικές ρυθμίσεις για τα Ερευνητικά Κέντρα για ζητήματα που χρήζουν επίλυσης συνεπώς ζητάμε την ένταξη ξεχωριστού άρθρου στο παρόν νομοσχέδιο για το εξής ζήτημα:
Προκηρύξεις θέσεων Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού Προσωπικού
Με αφορμή τις προσεχείς προκηρύξεις από τον ΑΣΕΠ των 157 θέσεων στους ερευνητικούς φορείς, οι οποίες αφορούν και 122 θέσεις Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού προσωπικού, τονίζουμε την ανάγκη να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση ούτως ώστε ανάλογες προκηρύξεις στο μέλλον να διενεργούνται από τα ίδια τα Ερευνητικά Κέντρα. Ο νόμος 4386/2016 αλλά και παλιότερες νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν δώσει αυτή τη δυνατότητα στα Πανεπιστήμια (π.χ. ν.4386/2016 στο άρθρο 27 παράγραφοι 9, 10).
Κατ’ αντιστοιχία για την περίπτωση των Ερευνητικών Κέντρων προτείνεται η εξής διατύπωση:
«Οι θέσεις του εν γένει Ειδικού Επιστημονικού−Τεχνικού Προσωπικού της παραγράφου 7 του άρθρου 16 του ν. 4386/2016 ανήκουν στον ερευνητικό φορέα και κατανέμονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα στα Ινστιτούτα, στις Διευθύνσεις ή Μονάδες, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του Κέντρου ή των Διευθυντών των Ινστιτούτων και των Διευθύνσεων. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα, οι θέσεις μπορούν να κατανέμονται στα Ινστιτούτα, στις Διευθύνσεις ή Μονάδες σύμφωνα με το γνωστικό τους αντικείμενο και ανάλογα με τις ανάγκες του φορέα. Ο διορισμός σε θέσεις Ειδικού Επιστημονικού−Τεχνικού Προσωπικού γίνεται με προκήρυξη των θέσεων και επιλογή των υποψηφίων από το Διοικητικό Συμβούλιο του φορέα, ανάλογα με την λειτουργική μονάδα στην οποία ανήκει η θέση. Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την προκήρυξη των θέσεων αυτών, καθώς και η διαδικασία επιλογής και περιοδικής αξιολόγησης του ανωτέρω προσωπικού ρυθμίζονται από τον Οργανισμό του φορέα και μέχρι τη δημοσίευσή του με κανονιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την έκδοση της απόφασης και τη διαδικασία επιλογής λαμβάνονται υπόψη οι διαδικασίες που προβλέπονται στον Οργανισμό ή στον Εσωτερικό Κανονισμό του εκάστοτε φορέα.»
Αιτιολογία προτεινόμενης ρύθμισης:
Το Ειδικό Επιστημονικό -Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων αποτελεί μια ειδική κατηγορία προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων. Αποτελείται από εξειδικευμένους, στο αντικείμενο του κάθε Ινστιτούτου, επιστήμονες και συνεπώς θα πρέπει ο φορέας να καθορίζει τα ειδικά προσόντα, τις απαιτούμενες γνώσεις, και την επιθυμητή εμπειρία, που απαιτούνται για την κάλυψη των ερευνητικών αναγκών του.
Η σχολιαζόμενη διάταξη όχι μόνο δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίον εισάγεται, αλλά ενδέχεται να δημιουργήσει και αξιώσεις, εφόσον εφαρμοστεί ως έχει, επί τη βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων, για τους κατωτέρω αναφερόμενους λόγους.
Ειδικότερα η διάταξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα την χορήγηση ενός πλεονεκτήματος, το οποίο συνιστά αθέμιτη κρατική ενίσχυση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι έχει επιλέξει να ευνοήσει μόνο τις επιχειρήσεις των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα δεν προέρχονται αποκλειστικά από E&Aαλλά και από άλλες εμπορικές, κατά κύριο λόγο, δραστηριότητες.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «για τους σκοπούς της εκτίμησης [εάν ένα μέτρο είναι επιλεκτικό] είναι απαραίτητο να εξετάζεται κατά πόσον, στο πλαίσιο δεδομένου νομικού καθεστώτος, το επίμαχο εθνικό μέτρο μπορεί να ευνοήσει «ορισμένες επιχειρήσεις ή κλάδους παραγωγής» έναντι άλλων που τελούν, από πλευράς του επιδιωκόμενου με το εν λόγω καθεστώς σκοπού, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση και που υφίστανται, ως αποτέλεσμα, διαφορετική μεταχείριση δυνάμενη κατ’ ουσίαν να χαρακτηριστεί ως εισάγουσα δυσμενείς διακρίσεις» (βλ. ΣυνεκδικαζόμενεςYποθέσεις C‑20/15 P και C‑21/15 P, Επιτροπή κατά WorldDutyFreeGroup SA, EU:C:2016:981, παράγραφος 54, ΣυνεκδικαζόμενεςYποθέσειςC 106/09 P και C 107/09 P Επιτροπή και Ισπανία κατά GovernmentofGibraltar και Ηνωμένου Βασιλείου, EU:C:2011:732, παράγραφοι 75 και 101).
Περαιτέρω με την σχολιαζόμενη διάταξη επιδιώκεται, κατά ρητή αναφορά στην Αιτιολογική Έκθεση, η διατήρηση και η ενίσχυση της ανοδικής πορείας των τελευταίων δέκα ετών του ποσοστού για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) του ΑΕΠ, το οποίο (ποσοστό) το 2017 ανήρχετο σε 1,13%, έναντι του μέσου όρου της ΕΕ (στο 2,07% για το ίδιο έτος). Έτσι αναμένεται αφενός να έρχονται άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα, αφετέρου να επιστρέψει στη χώρα το υψηλής εξειδίκευσης προσωπικό που απασχολείται στο τομέα του Ε&Α σε άλλες χώρες με αναστροφή υπέρ της χώρας του «braindrain».
Για τον λόγο αυτό επιλέγεται, όπως είχε γίνει και στο παρελθόν με το άρθρο 22Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013), η χορήγηση φορολογικών κινήτρων στις επιχειρήσεις για επενδύσεις σε Ε&Α.
Το κίνητρο αυτό, όπως περιγράφεται στη σχολιαζόμενη διάταξη, συνίσταται στην έκπτωση του συνόλου (100%) των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά το χρόνο της πραγματοποίησής τους.
Η συνήθης διεθνής πρακτική των επιχειρήσεων Ε&Α απαιτεί αυτές να είναι εντάσεως εργασίας. Είναι γνωστό πόσο ελκυστικές είναι στο τομέα αυτό χώρες όπως η Ινδία, που παρέχουν ιδιαίτερα κατηρτισμένο ερευνητικό προσωπικό έναντι χαμηλοτάτου κόστους.
Κατά συνέπεια βασικό κριτήριο για επένδυση μονάδας Ε&Α σε μία χώρα είναι το εργατικό κόστος για τον απλό λόγο, ότι στα ετήσια αποτελέσματα φαίνεται μειωμένο το κόστος εργασίας με συνέπεια τη παραγωγή χαμηλού κόστους αλλά υψηλής εξειδίκευσης τεχνογνωσίας.
Οι επιχειρήσεις Ε&Α σπάνια πωλούν στις χώρες εγκατάστασής τους τα προϊόντα τους. Ο λόγος είναι μεταξύ άλλων ότι η χώρα εγκατάστασης απλά δεν τα έχει ανάγκη ή γιατί η τεχνογνωσία που παράγεται στη χώρα εγκατάστασης εξάγεται και συγχωνεύεται στη τεχνογνωσία που παράγεται και σε άλλη/άλλες χώρες ώστε να παραχθεί το τελικό προϊόν σε τρίτη χώρα από την οποία τυχόν εισάγεται το τελικό προϊόν στη χώρα εγκατάστασης της επιχείρησης Ε&Α.
Όμως με την σχολιαζόμενη διάταξη παρέχονται φορολογικά και μόνο κίνητρα με την έκπτωση του συνόλου της δαπάνης για Ε&Α από το σύνολο των ακαθαρίστων εσόδων της επιχείρησης.
Η διάταξη αυτή όπως είναι διατυπωμένη μικρό όφελος έχει για τις επιχειρήσεις με αποκλειστική δραστηριότητα την Ε&Α.
Δεδομένου, ότι για τις εταιρείες αυτές το κόστος τους είναι σχεδόν αποκλειστικά το κόστος μισθοδοσίας και ότι το κόστος μισθοδοσίας , ως παραγωγική δαπάνη, σε κάθε περίπτωση εκπίπτει από τα συνολικά έσοδα, δεν υφίσταται ουσιαστικά δαπάνη Ε&Α η οποία θα εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα εκείνων των εταιρειών που η διάταξη επιδιώκει να προσελκύσει, δηλαδή των επιχειρήσεων Ε&Α.
Συγχαίρουμε την Κυβέρνηση και τον κύριο Δήμα για αυτή την πρωτοβουλία να προωθήσει την Έρευνα και την Ανάπτυξη στη Χώρα.
Το προτεινόμενο μέτρο σημαντικής αύξησης της υπερέκπτωσης κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και χωρίς αμφιβολία μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο για επένδυση σε Ε&Α, αλλά μόνο για επιχειρήσεις που έχουν ανάλογο φορολογητέο εισόδημα στη χώρα μας από εμπορική δραστηριότητα.
Δυστυχώς το μέτρο αυτό δεν παρέχει αντίστοιχο κίνητρο σε πολλές άλλες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα του εξωτερικού, και κυρίως υψηλής τεχνολογίας, που επιθυμούν να επενδύσουν στην Ελλάδα με τη δημιουργία κέντρων Ε&Α, αλλά δεν έχουν, ούτε αναμένεται να δημιουργήσουν, επαρκές φορολογητέο εισόδημα από εμπορική δραστηριότητα στην Χώρα.
Στην κατηγορία των μη ευνοούμενων επιχειρήσεων ανήκει και η Ansys Inc., η οποία έχει ήδη επενδύσει σημαντικά σε κέντρο Ε&Α στην Ελλάδα, καθώς και λόγου χάρη οι Intel, Tesla, Qualcomm, Infineon, Xilinx και πολλές άλλες.
Οι επιχειρήσεις αυτές συχνά έχουν μικρή έως μηδενική εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα λόγω της περιορισμένης ή μηδενικής εγχώριας ζήτησης των προϊόντων τους. Συνεπώς δεν προκύπτει φορολογητέο εισόδημα επαρκές για την πλήρη εκμετάλλευση του πλεονεκτήματος της υπερέκπτωσης.
Επιπλέον, εάν τα προϊόντα των επιχειρήσεων αυτών πωλούνται στην Ελλάδα μέσω εμπορικών αντιπροσώπων – κοινή πρακτική για μικρές αγορές – το όφελος που προκύπτει από την υπερέκπτωση ανά θέση εργασίας E&A είναι πραγματικά αμελητέο.
Το συγκεκριμένο μέτρο λοιπόν δημιουργεί έντονη ανομοιομορφία στην απόδοση κινήτρου για επένδυση σε Ε&Α όπου:
α) παρέχεται πλεονέκτημα κόστους σε ορισμένες επενδύσεις Ε&Α και όχι σε άλλες, οι οποίες θα βρεθούν με μειονέκτημα, δημιουργώντας έτσι συνθήκες στρέβλωσης του επενδυτικού και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος Ε&Α
γ) αποθαρρύνονται σημαντικότατες νέες επενδύσεις σε Ε&Α υψηλής τεχνολογίας οι οποίες αναμένεται ότι θα στραφούν σε εναλλακτικές γεωγραφικές περιοχές (όπως π.χ. Ινδία, Πολωνία, Ρουμανία κ.α.).
Για αυτό ζητούμε τη συνδυαστική εφαρμογή νέου μέτρου απαλλαγής από ασφαλιστικές εισφορές για θέσεις εργασίας Ε&Α, συνδυαστικά με την προτεινόμενη φορολογική ελάφρυνση, προκειμένου να δοθούν εξίσου κίνητρα για επένδυση σε Ε&Α και σε επιχειρήσεις που δεν έχουν απαραιτήτως σημαντική εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Τονίζουμε ότι πολιτικές παρόμοιες με αυτή που προτείνουμε έχουν υιοθετηθεί επιτυχώς από πολλές χώρες παγκοσμίως (Σχετική αναφορά του ΟΟΣΑ: https://www.oecd.org/sti/rd-tax-stats-bindex-notes.pdf).