1. Καταβολή της επιχορήγησης κεφαλαίου
Η καταβολή του ποσού της επιχορήγησης κεφαλαίου πραγματοποιείται σε δόσεις ως εξής:
α) Παρέχεται η δυνατότητα προκαταβολής που συνολικά δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% της προβλεπόμενης στη σχετική απόφαση υπαγωγής επιχορήγησης, με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής προσαυξημένης κατά 10% από τράπεζα που είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Η ανωτέρω προκαταβολή αποτελεί μέρος της συνολικά καταβαλλόμενης επιχορήγησης.
β) Το 25% του ποσού της επιχορήγησης καταβάλλεται μετά την υλοποίηση του 50% της επένδυσης και μετά από πιστοποίηση του αρμόδιου οργάνου ελέγχου του άρθρου 10 ότι υλοποιήθηκε το τμήμα αυτό του έργου και ότι ο επενδυτής συμμορφώθηκε με τους όρους και τις προϋποθέσεις της απόφασης υπαγωγής. Σε περίπτωση που ο επενδυτής δεν έχει λάβει ολόκληρη ή μέρος της προκαταβολής της περίπτωσης α’, το ποσοστό αυτής ή το μη καταβληθέν τμήμα της καταβάλλεται στο παρόν στάδιο.
γ) Το 40% του ποσού της επιχορήγησης καταβάλλεται μετά την πιστοποίηση της ολοκλήρωσης και της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης από το αρμόδιο όργανο ελέγχου του άρθρου 10.
δ) Το υπόλοιπο 10% του ποσού της επιχορήγησης καταβάλλεται τρία έτη μετά την πιστοποίηση της ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης και κατόπιν ελέγχου από το αρμόδιο όργανο ελέγχου του άρθρου 10.
2. Καταβολή επιδοτήσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης
Η επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης καταβάλλεται εφόσον το σύνολο του μισθωμένου εξοπλισμού βάσει της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει εγκατασταθεί στη μονάδα και μετά από πιστοποίηση από το αρμόδιο όργανο ελέγχου.
Ποσό ανερχόμενο μέχρι το 50% της ενισχυόμενης δαπάνης της επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης καταβάλλεται μέχρι τη λήξη του χρόνου ολοκλήρωσης που προβλέπεται στην απόφαση υπαγωγής. Μετά την παρέλευση αυτής καταβάλλεται το υπόλοιπο, εφόσον έχει πιστοποιηθεί η ολοκλήρωση της επένδυσης και η έναρξη της παραγωγικής της λειτουργίας.
Η επιδότηση καταβάλλεται μετά την εκάστοτε πληρωμή των δόσεων του μισθώματος από την επιχείρηση σε δόσεις, καθεμία εκ των οποίων υπολογίζεται επί του τμήματος της αξίας κτήσης του εξοπλισμού, το οποίο εμπεριέχεται στην εκάστοτε καταβαλλόμενη δόση του μισθώματος. Σε περίπτωση που η σύμβαση της χρηματοδοτικής μίσθωσης προβλέπει καταβολή των δόσεων του μισθώματος σε διαστήματα μικρότερα του τριμήνου, η καταβολή της επιδότησης γίνεται ανά τρίμηνο.
3. Καταβολή της επιχορήγησης του χρεολυσίου
Η επιχορήγηση του χρεολυσίου καταβάλλεται μετά την εκάστοτε πληρωμή των τοκοχρεολυτικών δόσεων του δανείου.
Ποσό ανερχόμενο μέχρι το 50% της ενισχυόμενης δαπάνης καταβάλλεται μέχρι τη λήξη του χρόνου ολοκλήρωσης που προβλέπεται στην απόφαση υπαγωγής. Μετά την παρέλευση αυτής καταβάλλεται το υπόλοιπο, εφόσον έχει πιστοποιηθεί η ολοκλήρωση της επένδυσης και η έναρξη της παραγωγικής της λειτουργίας.
4. Καταβολή της επιχορήγησης του κόστους απασχόλησης
Η επιχορήγηση του κόστους απασχόλησης καταβάλλεται ανά εξάμηνο μετά από αίτηση του επενδυτή. Η πρώτη αίτηση καταβολής ενισχύσεων κατατίθεται μαζί με τα απαιτούμενα παραστατικά στην αρμόδια υπηρεσία το αργότερο εντός ενός (1) έτους από τη λήξη της προθεσμίας ολοκλήρωσης της επένδυσης και έναρξης της παραγωγικής της λειτουργίας, όπως αυτή ορίζεται στην εγκριτική απόφαση.
Για την καταβολή του πρώτου μέρους της ενίσχυσης απαιτείται πιστοποίηση και έλεγχος της ολοκλήρωσης και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, ο οποίος θα πρέπει να διενεργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Τα απαιτούμενα παραστατικά, που συνοδεύουν την αίτηση του επενδυτή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση της ολοκλήρωσης της επένδυσης και της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της, ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
Η επιχορήγηση καταβάλλεται μόνο για τις συνδεόμενες με την επένδυση θέσεις εργασίας.
5. Φορολογική απαλλαγή
Το ποσό της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής θα διαμορφώνεται κατ’ έτος με τους ακόλουθους περιορισμούς :
– Κατά το πρώτο έτος από την ολοκλήρωση και έναρξη παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης η μέγιστη φορολογική απαλλαγή μπορεί να ανέρχεται μέχρι το ένα τρίτο (1/3) της κάλυψης του ποσοστού της αξίας της ενισχυόμενης επένδυσης ή της αξίας κτήσης του εξοπλισμού που αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση.
– Κατά το δεύτερο έτος από την ολοκλήρωση και έναρξη παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης η μέγιστη φορολογική απαλλαγή μπορεί να ανέρχεται μέχρι τα δύο τρίτα (2/3) της κάλυψης του ποσοστού της αξίας της ενισχυόμενης επένδυσης ή της αξίας κτήσης του εξοπλισμού που αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση.
– Από το τρίτο έως και το δέκατο έτος από την ολοκλήρωση και έναρξη παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης η μέγιστη φορολογική απαλλαγή μπορεί να ανέρχεται μέχρι το σύνολο του ποσοστού της αξίας της ενισχυόμενης επένδυσης ή της αξίας κτήσης του εξοπλισμού που αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση.
Ειδικότερα, η φορολογική απαλλαγή αφορά στον φόρο εισοδήματος που βαρύνει τον φορέα, βάσει των φορολογητέων κερδών χρήσης, που δηλώνονται στις εμπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία και εμφανίζονται στον ισολογισμό με τη μορφή αφορολόγητου αποθεματικού. Τα κέρδη αυτά προέρχονται από το σύνολο των δραστηριοτήτων του φορέα, είτε αυτές περιλαμβάνονται στις υπαγόμενες στον παρόντα Νόμο δραστηριότητες, είτε όχι και ανεξάρτητα από την περιοχή εντός της Επικράτειας, στην οποία αυτές ασκούνται. Για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Β’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., η φορολογική απαλλαγή υπολογίζεται βάσει των φορολογητέων κερδών που δηλώνονται με την αρχική εμπρόθεσμη δήλωση.
Για την έναρξη υπολογισμού της φορολογικής ενίσχυσης χρησιμοποιούνται τα φορολογητέα κέρδη της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία έγινε η ολοκλήρωση και έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης.
Όταν ο εξοπλισμός αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση, το φορολογικό όφελος υπολογίζεται επί του τμήματος της αξίας κτήσης του εξοπλισμού, το οποίο εμπεριέχεται στα μισθώματα που καταβλήθηκαν στην οικεία διαχειριστική περίοδο και με την προϋπόθεση ότι η επένδυση ή το πρόγραμμα ολοκληρώνεται εντός της αρχικής ή κατά παράταση προθεσμίας της απόφασης υπαγωγής, και μετά τη λήξη της σύμβασης ο εξοπλισμός θα περιέρχεται στην κυριότητα της επιχείρησης.
Το αποθεματικό της απαλλαγής εμφανίζεται σε ξεχωριστούς λογαριασμούς στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης.
Οι φορείς που εφαρμόζουν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής υποχρεούνται στην τήρηση πρόσθετων βιβλίων, τα οποία ορίζονται από τις παρ. 3 και 4 του Αρθρου 10 του Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α΄).
Για την φορολογική απαλλαγή οι εταιρείες υποχρεούνται στην υποβολή Δήλωσης Φορολογικής Απαλλαγής στην αρμόδια υπηρεσία υπαγωγής. Ο έλεγχος των επενδύσεων αυτών διενεργείται από την αρμόδια υπηρεσία υπαγωγής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος εφαρμογής της παρούσας παραγράφου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
6. Δικαιολογητικά καταβολής των ενισχύσεων
Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την καταβολή της επιχορήγησης κεφαλαίου, της επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης, της επιχορήγησης χρεολυσίου και της επιχορήγησης του κόστους απασχόλησης ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
7. Απαγόρευση εκχώρησης – Εξαιρέσεις
Η επιχορήγηση καταβάλλεται απευθείας στον επενδυτή και δεν επιτρέπεται η εκχώρησή της σε τρίτους. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η εκχώρηση του ποσού της επιχορήγησης σε τράπεζες για την παροχή βραχυπρόθεσμου δανεισμού ισόποσου της εκχωρούμενης επιχορήγησης, που χρησιμοποιείται για την υλοποίηση της επένδυσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις η καταβολή της επιχορήγησης γίνεται απευθείας στην τράπεζα με την οποία έχει υπογραφεί η σύμβαση εκχώρησης, εφόσον κάθε φορά έχει αναληφθεί ισόποσο τουλάχιστον της καταβαλλόμενης επιχορήγησης τμήμα του βραχυπρόθεσμου αυτού δανείου.
8. Λογιστική απεικόνιση των ποσών των ενισχύσεων στα βιβλία της επιχείρησης
Τα ποσά των επιχορηγήσεων που εισπράττουν οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εμφανίζονται σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού, το οποίο δεν μπορεί να διανεμηθεί πριν την παρέλευση πενταετίας από την ολοκλήρωση και έναρξη παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης. Τα αποθεματικά αυτά εμφανίζονται σε ιδιαίτερο λογαριασμό στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης. Σε περίπτωση διανομής τους πριν την παρέλευση πενταετίας επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12.
Το αποθεματικό αυτό δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος με την προϋπόθεση ότι θα παραμείνει αμετάβλητο και δεν θα διανεμηθεί ή κεφαλαιοποιηθεί πριν περάσουν δέκα χρόνια από το χρόνο του σχηματισμού του.
Αν κεφαλαιοποιηθεί ή διανεμηθεί μετά την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, υπόκειται σε φορολογία με συντελεστή ο οποίος αντιστοιχεί στο ένα τρίτο του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος που ισχύει, κατά το χρόνο κεφαλαιοποίησης ή διανομής, για τα νομικά πρόσωπα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101 και στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄). Ο οφειλόμενος, σύμφωνα με τα πιο πάνω, φόρος εισοδήματος αποδίδεται εφάπαξ με δήλωση η οποία υποβάλλεται μέσα στον επόμενο μήνα εντός του οποίου λήφθηκε η απόφαση για την κεφαλαιοποίηση ή διανομή. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του νομικού προσώπου, καθώς και των μετόχων, εταίρων για το πιο πάνω αποθεματικό. Επί του οφειλόμενου φόρου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 65 έως 72, 74, 75, 79 έως 81, 83 έως 85 και 113 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄) και του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το Ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄).
Αν η κεφαλαιοποίηση ή διανομή γίνει πριν από την παρέλευση των δέκα ετών από το χρόνο σχηματισμού του αποθεματικού, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1β του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή της επιχείρησης.
9. Εγγραφή στον προϋπολογισμό – Απαλλαγές
Οι επιχορηγήσεις κεφαλαίου, οι επιδοτήσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι επιχορηγήσεις χρεολυσίου και οι επιχορηγήσεις του μισθολογικού κόστους της απασχόλησης καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος και καλύπτονται από τον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων στον οποίο εγγράφεται η σχετική προβλεπόμενη δαπάνη για κάθε οικονομικό έτος ή και από κοινοτικά κονδύλια.
Στην περίπτωση της συγχρηματοδότησης επένδυσης ή της χρηματοδότησης αυτής αποκλειστικά από κοινοτικά κονδύλια γνωστοποιείται αυτό στον φορέα της επένδυσης, ο οποίος οφείλει να τηρεί τις οριζόμενες από την Κοινοτική Νομοθεσία διαδικαστικές προϋποθέσεις καταβολής της επιχορήγησης.
Οι παραπάνω ενισχύσεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή δικαίωμα, καθώς και από κάθε άλλη επιβάρυνση σε όφελος του Δημοσίου ή τρίτου.
Τα ποσά αυτά των επιχορηγήσεων δεν αφαιρούνται από την αξία των επενδυτικών δαπανών και το μισθολογικό κόστος της απασχόλησης προκειμένου να γίνει προσδιορισμός των φορολογητέων κερδών.