1. Η Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων (Δ.Ε.Σ.Ε.), μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την περιέλευση του εισηγητικού φακέλου στη Γενική Γραμματεία Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων (Γ.Γ.Σ.Ι.Ε.) του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αποφασίζει, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση, για τον χαρακτηρισμό ή μη της επενδυτικής πρότασης ως στρατηγικής, για την υπαγωγή της σε μία από τις κατηγορίες του άρθρου 2 με βάση το προϋπολογισθέν κόστος υλοποίησης ή τις δημιουργούμενες θέσεις απασχόλησης, καθώς και για τα χορηγούμενα κίνητρα. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Οι επενδυτικές προτάσεις είναι δεσμευτικές για τον επενδυτή, ο οποίος δεν μπορεί να τις μεταβάλλει ουσιωδώς, παρά μόνο με απόφαση της Δ.Ε.Σ.Ε., η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη της «Ελληνικής Εταιρείας Επενδύσεων και Εξωτερικού Εμπορίου Α.Ε.». Η περιγραφή των δεδομένων που περιλαμβάνονται στον φάκελο υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης για τον κατά νόμο υπεύθυνο.
Για την εφαρμογή της παρούσας, σχετικά με τα επενδυτικά σχέδια, τα οποία έχουν ενταχθεί μετά από απόφαση της Δ.Ε.Σ.Ε. στις στρατηγικές επενδύσεις, ως μη ουσιώδης μεταβολή νοείται η μεταβίβαση του συνόλου της επένδυσης σε έτερο νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί θυγατρική εταιρεία σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) του αρχικού στρατηγικού επενδυτή, ο οποίος αναφέρεται στην απόφαση ένταξης της Δ.Ε.Σ.Ε.. Στην περίπτωση αυτή το νέο νομικό πρόσωπο οφείλει να γνωστοποιήσει στη Γενική Διεύθυνση Στρατηγικών Επενδύσεων την πραγματοποιηθείσα μεταβολή. Η γνωστοποίηση του προηγούμενου εδαφίου συνοδεύεται από υπεύθυνες δηλώσεις του αρχικού και του νέου επενδυτικού φορέα περί υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην απόφαση ένταξης της Δ.Ε.Σ.Ε., καθώς και από βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή περί μη αλλαγής του σχεδίου χρηματοδότησης της επένδυσης, όπως αυτό περιγράφεται στην απόφαση ένταξης της Δ.Ε.Σ.Ε..
Σε κάθε άλλη περίπτωση μεταβολής του επενδυτικού σχεδίου ή του φορέα της επένδυσης και με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 19, για τα επενδυτικά σχέδια, τα οποία έχουν ενταχθεί μετά από απόφαση της Δ.Ε.Σ.Ε. στις Στρατηγικές Επενδύσεις, ο επενδυτής οφείλει να γνωστοποιήσει τη μεταβολή στη Γενική Διεύθυνση Στρατηγικών Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, η οποία, εντός δέκα (10) ημερών από τη λήψη της γνωστοποίησης, ενημερώνει τον επενδυτή για το ουσιώδες ή μη της μεταβολής και ακολούθως για την αναγκαιότητα ή μη έκδοσης απόφασης της Δ.Ε.Σ.Ε.. Ο επενδυτής, σε περίπτωση αναγκαιότητας έκδοσης νέας απόφασης της Δ.Ε.Σ.Ε., μετά από γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης Στρατηγικών Επενδύσεων οφείλει να υποβάλει για αξιολόγηση εκ νέου πλήρη φάκελο στην «Ελληνική Εταιρεία Επενδύσεων και Εξωτερικού Εμπορίου Α.Ε.» σύμφωνα τα άρθρα 15 και 16 καταβάλλοντας σε αυτήν το 1/3 της αμοιβής, που αναφέρεται στο άρθρο 15.
3. Για τον χαρακτηρισμό μιας επένδυσης ως στρατηγικής, η Δ.Ε.Σ.Ε. λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 10, και:
α) την οικονομική βιωσιμότητα και χρηματοοικονομική επάρκεια της προτεινόμενης επένδυσης, καθώς και τη φερεγγυότητα του επενδυτή,
β) την προστασία του περιβάλλοντος και την εξοικονόμηση ενέργειας με στόχο την επίτευξη χαμηλού περιβαλλοντικού αποτυπώματος και την υιοθέτηση πρακτικών κυκλικής οικονομίας,
γ) την προβλεπόμενη αύξηση ή διατήρηση κατά βιώσιμο τρόπο της απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και ευπαθών ομάδων του πληθυσμού,
δ) την ουσιώδη τόνωση της επιχειρηματικότητας, της ανταγωνιστικότητας, καθώς και της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας,
ε) τη συμβατότητα του είδους και του μεγέθους της επένδυσης σε σχέση με το φυσικό, οικιστικό και κοινωνικοοικονομικό υποσύστημα,
στ) τις περιβαλλοντικές, χωροταξικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του σχεδίου ή της επένδυσης σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
4. Για την οικονομική βιωσιμότητα και τη χρηματοοικονομική επάρκεια της επενδυτικής πρότασης εξετάζονται στοιχεία όπως:
α) η ύπαρξη τραπεζικής χρηματοδότησης ή υποστήριξης,
β) η οικονομική κατάσταση του φορέα επένδυσης μέσω ισολογισμών ή αποσπασμάτων ισολογισμών,
γ) το συνολικό ύψος του κύκλου εργασιών του φορέα επένδυσης ή ο κύκλος εργασιών του στον τομέα δραστηριοτήτων, που αποτελεί το αντικείμενο της επενδυτικής πρότασης για τις τρεις τελευταίες οικονομικές χρήσεις κατ` ανώτατο όριο,
δ) η δέσμευση τρίτων να υποστηρίξουν τον φορέα επένδυσης κατά την εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης ή να συμμετάσχουν στη χρηματοδότησή του (comfort letter), εφόσον γίνεται επίκληση τέτοιας δέσμευσης, καθώς και, σε περίπτωση επενδυτικών ή άλλων ταμείων (funds), η προσκόμιση επιστολών επάρκειας κεφαλαίων (proof of funds) από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νόμιμα σε κράτος μέλος της Ε.Ε. ή σε τρίτη χώρα μέλος του Ο.Ο.Σ.Α.,
ε) η πιστοληπτική ικανότητα του φορέα επένδυσης μέσω βεβαίωσης διεθνούς ή εγχώριου οργανισμού αξιολόγησης, και
στ) η τεκμηρίωση της εμπειρίας του φορέα της επένδυσης από αντίστοιχα έργα.
5. Ως κρίσιμο χρονικό σημείο για την αξιολόγηση της συνδρομής των προϋποθέσεων υπαγωγής μίας επενδυτικής πρότασης σε μία από τις κατηγορίες στρατηγικών επενδύσεων του άρθρου 2 θεωρείται ο χρόνος υποβολής της σχετικής αίτησης υπαγωγής από τον φορέα της επένδυσης.
Συμφωνούμε και κρίνουμε θετική τη δυνατότητα μεταβίβασης του συνόλου της επένδυσης σε άμεσα και πλήρως ελεγχόμενη θυγατρική οντότητα, ωστόσο θεωρούμε ότι ως μη ουσιώδη μεταβολή θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η μεταβίβαση του συνόλου της επένδυσης σε έτερο νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί εταιρεία που τελεί υπό κοινό έλεγχο από τον ίδιο πλειοψηφούντα μέτοχο με τον αρχικό στρατηγικό επενδυτή. Η προσθήκη αυτή επιτελεί τον ίδιο σκοπό, ήτοι τη διευκόλυνση μιας ενδεχόμενης εσωτερικής ομιλικής αναδιάρθρωσης, ενώ παράλληλα βρίσκει έρεισμα σε όμοια δικαιολογική βάση, καθώς η αδελφή εταιρεία θα πρέπει έχει τον ίδιο πλειοψηφούντα μέτοχο με τον αρχικό επενδυτή στο ανώτερο επίπεδο της ομιλικής διάρθρωσης. Ενδεικτικά, θα προτείναμε την ακόλουθη διατύπωση του σχετικού εδαφίου: «Για την εφαρμογή της παρούσας, σχετικά με τα επενδυτικά σχέδια, τα οποία έχουν ενταχθεί μετά από απόφαση της Δ.Ε.Σ.Ε. στις στρατηγικές επενδύσεις, ως μη ουσιώδης μεταβολή νοείται η μεταβίβαση του συνόλου της επένδυσης σε έτερο νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί θυγατρική εταιρεία σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) του αρχικού στρατηγικού επενδυτή, ο οποίος αναφέρεται στην απόφαση ένταξης της Δ.Ε.Σ.Ε. ή εταιρεία που τελεί υπό κοινό έλεγχο από τον ίδιο πλειοψηφούντα μέτοχο με τον αρχικό στρατηγικό επενδυτή.»
Τα περιβαλλοντικά κριτήρια που λαμβάνονται υπόψιν κατά τη διαδικασία απόφασης χαρακτηρισμού επένδυσης ως στρατηγικής είναι εξαιρετικά γενικόλογα και επομένως εκτεθειμένα σε ερμηνείες που δεν βασίζονται απαραίτητα σε αδιάτρητα, αντικειμενικά δεδομένα.
Πιο συγκεκριμένα η παρ. 3 αναφέρει πως [η ΔΕΣΕ] «λαμβάνει υπόψη …] την προστασία του περιβάλλοντος και την εξοικονόμηση ενέργειας με στόχο την επίτευξη χαμηλού περιβαλλοντικού αποτυπώματος και την υιοθέτηση πρακτικών κυκλικής οικονομίας», καθώς και «τις περιβαλλοντικές, χωροταξικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του σχεδίου ή της επένδυσης σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο».
Στο πνεύμα των παραπάνω σχολίων, αυτές οι γενικόλογες διατυπώσεις οφείλουν να εξειδικευτούν μέσω ευρέως αποδεκτών αντικειμενικών κριτήριων και δεικτών. Τα τεχνικά κριτήρια του συστήματος ταξινόμησης της ΕΕ (technical screening criteria) οφείλουν να αποτελέσουν τη βάση πάνω στη οποία αξιολογούνται οι εν λόγω διαστάσεις με δυο τρόπους:
Πρώτον, καθορίζοντας τον βαθμό στον οποίο οι πρακτικές που υιοθετούνται είναι συμβατές με (ή κατ’ ελάχιστον ουδέτερες ως προς) την περιβαλλοντική βιωσιμότητα όπως αυτή ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/852, μέσω αντικειμενικών ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων που εμπεριέχονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/852.
Δεύτερον, διασφαλίζοντας, ως ελάχιστο προαπαιτούμενο για τον χαρακτηρισμό μιας επένδυσης ως στρατηγικής, πως οι εν λόγω επενδύσεις δεν υποσκάπτουν τους περιβαλλοντικούς στόχους, τηρώντας πλήρως τα τεχνικά κριτήρια μη πρόκλησης σημαντικής περιβαλλοντικής βλάβης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/852.
Για τους παραπάνω σκοπούς, το άρθρο 15 του παρόντος νομοσχεδίου («Υποβολή και τεκμηρίωση αίτησης χαρακτηρισμού επένδυσης ως Στρατηγικής») οφείλει να διασφαλίσει την παροχή δεδομένων για την αξιολόγηση των δυο παραπάνω διαστάσεων, προσθέτοντας στην παράγραφο 3 την απαίτηση παροχής ανάλυσης ευθυγράμμισης της επένδυσης με τα κριτήρια του συστήματος ταξινόμησης της ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψιν τόσο τη συμβολή της επένδυσης στους περιβαλλοντικούς στόχους όσο και την αποφυγή πρόκλησης σημαντικής περιβαλλοντικής ζημίας.
Ο ορισμός του άρθρου 18 παρ.4 είναι εσφαλμένος και έρχεται σε αντίθεση με συνθήκες και συμβιβάσεις του Κράτους για τους παρακάτω αληθείς και νόμιμους λόγους:
_ Έρχεται σε αντίθεση με την συμβίβαση του 1835 που καθόρισε ύστερα από συμφωνία Ελλάδας Τουρκίας κατά την πρώτη απελευθέρωση εδαφών κατά την Ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους τί περιέρχεται από την Τουρκία στην Ελλάδα και αποτελεί δημόσιες γαίες (βλέπε Β. Διάταγμα 27-4-1838 ΦΕΚ 15/1838).
-Σήμερα στην ανωτέρω κατηγορία εκτάσεων ,έχουν υπαχθεί και πάσης φύσεως εκτάσεις, που περιήλθαν μετά την Ίδρυση του Κράτους στο Δημόσιο με προβλεπόμενες και νόμιμες διαδικασίες( βακουφικά κτήματα, εκτάσεις πρώην ΕΑΠ, δωρεές που έγιναν αρμοδίως αποδεκτές, απαλλοτριώσεις κ.λ.π.)
_Η εξομοίωση στην αντιμετώπιση των κατά τα ανωτέρω εκτάσεων ως προς την χρήση τους με τις εκτάσεις που κρίθηκαν ότι ανήκουν νόμιμα και παραδεκτά, σε πρόσωπα του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μπορεί να επιτραπεί κατά την γνώμη μας συνταγματικά, μόνο αν κριθεί θεσμικά η εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος στην χρήση και δεν επιδιώκεται η εξυπηρέτηση ατομικού κερδοσκοπικού συμφέροντος.