1. Οποιοσδήποτε προβάλλει εμπράγματα δικαιώματα στα απαλλοτριούμενα, καθώς και οποιοσδήποτε τρίτος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως κατά της απαλλοτριωτικής πράξης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, που αρχίζει από την επόμενη της τελευταίας από τις παρακάτω ενέργειες διαζευκτικά: της δημοσίευσης σε εφημερίδα ή της κοινοποίησης στον δήμαρχο ή της τοιχοκόλλησης στο δημοτικό κατάστημα.
2. Η κατά το άρθρο 21 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) κοινοποίηση του δικογράφου και της πράξεως του Προέδρου περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου γίνεται αμελλητί. Η αρμόδια υπηρεσία υποχρεούται να αποστείλει στο Συμβούλιο της Επικρατείας τον φάκελο της υπόθεσης και την έκθεση απόψεών της σε δέκα (10) ημέρες από την ως άνω κοινοποίηση. Σε περίπτωση μη αποστολής φακέλου, το Δικαστήριο μπορεί να συναγάγει τεκμήριο ομολογίας για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτούντος.
3. Η κοινοποίηση της αίτησης από το δικαστήριο σε όσους έχουν έννομο συμφέρον να παρέμβουν γίνεται επτά (7) ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Η παρέμβαση ασκείται το αργότερο τρεις (3) ημέρες πριν από τη συζήτηση και κοινοποιείται στον αιτούντα είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από τη συζήτηση.
4. Για την εκδίκαση της αιτήσεως ακυρώσεως ορίζεται σύντομη δικάσιμος, η οποία, πάντως, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες από την άσκησή της, η δε απόφαση εκδίδεται μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη συζήτηση. Αναβολή της υπόθεσης επιτρέπεται για σοβαρό λόγο μόνο μια φορά και σε δικάσιμο, η οποία δεν μπορεί να απέχει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την αρχική.
5. Αίτηση αναστολής εκτέλεσης της απόφασης κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης εξετάζεται από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά απόλυτη προτεραιότητα. Η Διοίκηση υποχρεούται να αποστείλει αμελλητί τον σχετικό φάκελο, ώστε να συζητηθεί η αίτηση αναστολής. Η απόφαση εκδίδεται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη συζήτηση της αίτησης αναστολής. Η χορηγούμενη αναστολή εκτέλεσης της απόφασης κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης δεν αναστέλλει τη διαδικασία δικαστικού προσδιορισμού της προσωρινής αποζημίωσης.
6. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το π.δ. 18/1989 (Α’ 8).