- Οι αρμόδιες Αρχές για τη διαχείριση και τον έλεγχο των Προγραμμάτων έχουν, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, την πρωταρχική ευθύνη για τη διαπίστωση των παρατυπιών και την επιβολή δημοσιονομικών διορθώσεων και ανάκτησης των σχετικών ποσών, όπου απαιτείται. Όταν διαπιστώνονται παρατυπίες σε δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή, εφαρμόζονται δημοσιονομικές διορθώσεις, ακυρώνοντας το σύνολο ή μέρος της στήριξης που καταβάλλεται από τα Ταμεία σε μια πράξη ή ένα Πρόγραμμα.
Για τις παρατυπίες της περ. β) της παρ. 1.1 του Παραρτήματος ΧΙΙ του Κανονισμού, επιπλέον των ανωτέρω ενεργειών, οι Αρχές για τη διαχείριση των Προγραμμάτων διαβιβάζουν τα στοιχεία, μέσω της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ)/Anti-fraud Coordination Service (AFCOS), στις αρμόδιες εθνικές αρχές ή όργανα για την περαιτέρω διερεύνηση των υποθέσεων ως προς τη διάπραξη ή μη απάτης. Σε κάθε περίπτωση η ΕΑΔ/AFCOS διασφαλίζει την ενημέρωση των Αρχών διαχείρισης και ελέγχου των Προγραμμάτων για τα πορίσματα των αρμόδιων εθνικών αρχών/οργάνων σε σχέση με την εξέλιξη και έκβαση των υποθέσεων, ώστε να προβαίνουν στη λήψη επιπλέον διορθωτικών και προληπτικών μέτρων.
- Οι παρατυπίες που εμπίπτουν στις περιπτώσεις του Παραρτήματος ΧΙΙ του Κανονισμού, γνωστοποιούνται στην Επιτροπή μέσω της καταχώρισης των στοιχείων τους στο Σύστημα Διαχείρισης Παρατυπιών (IMS) της Επιτροπής, από τις ως άνω αρμόδιες Αρχές που τις διαπιστώνουν, σύμφωνα με τους αναλυτικούς κανόνες και το υπόδειγμα του Παραρτήματος. Υπεύθυνη για την οριστική υποβολή των παρατυπιών είναι η Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου.
- Η δημοσιονομική διόρθωση που επιβάλλεται, ως συνεπεία παρατυπίας, είναι αναλογική και το ποσό της ακύρωσης είναι ίσο με την παράτυπη δαπάνη. Στην περίπτωση που η δημοσιονομική επίπτωση μιας παρατυπίας δεν είναι άμεσα μετρήσιμη, επιβάλλεται κατ’ αποκοπή δημοσιονομική διόρθωση που συνίσταται σε ποσοστό περικοπής, το οποίο προσδιορίζεται με βάση τη βαρύτητα της παράβασης που οδήγησε στη διαπιστωθείσα παρατυπία.
- Οι δημοσιονομικές διορθώσεις που επιβάλλονται, εγγράφονται στους λογαριασμούς για τη λογιστική χρήση κατά τη διάρκεια της οποίας αποφασίζεται η ακύρωση.
- Το ποσό που ακυρώνεται λόγω μεμονωμένης παρατυπίας, μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο του οικείου Προγράμματος, αλλά όχι για την πράξη, η παράτυπη δαπάνη της οποίας ακυρώθηκε.
- Στην περίπτωση που η δημοσιονομική διόρθωση επιβάλλεται λόγω συστημικής παρατυπίας, το ποσό της ακύρωσης δεν επαναχρησιμοποιείται για πράξη που επηρεάστηκε από τη συστημική παρατυπία.
- Κατά παρέκκλιση από την παρ. 5, ειδικά για τις πράξεις που περιλαμβάνουν χρηματοδοτικά μέσα, το ποσό που ακυρώνεται λόγω μεμονωμένης παρατυπίας, επαναχρησιμοποιείται στο πλαίσιο της ίδιας πράξης υπό τους παρακάτω όρους:
α) όταν η παρατυπία που συνεπάγεται την ακύρωση της στήριξης εντοπίζεται στο επίπεδο του τελικού αποδέκτη, χρησιμοποιείται μόνο για άλλους τελικούς αποδέκτες στο πλαίσιο του ίδιου χρηματοδοτικού μέσου,
β) όταν η παρατυπία που συνεπάγεται την ακύρωση της στήριξης εντοπίζεται στο επίπεδο του φορέα υλοποίησης του ειδικού Ταμείου και μόνο στην περίπτωση που το χρηματοδοτικό μέσο εφαρμόζεται μέσω δομής, με ταμείο χαρτοφυλακίου, χρησιμοποιείται μόνο για άλλους φορείς υλοποίησης ειδικών Ταμείων. Η στήριξη δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί εφόσον το χρηματοδοτικό μέσο εφαρμόζεται μέσω δομής, άνευ ταμείου χαρτοφυλακίου.
- Οι φορείς υλοποίησης των χρηματοδοτικών μέσων επιστρέφουν τις συνεισφορές Προγράμματος που επηρεάστηκαν από παρατυπίες, μαζί με τους σχετικούς τόκους, καθώς και όλα τα έσοδα που δημιουργήθηκαν από αυτές τις συνεισφορές. Κατ’ εξαίρεση, τα εν λόγω ποσά δεν επιστρέφονται εφόσον οι φορείς υλοποίησης αποδείξουν ότι πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η παρατυπία σημειώθηκε στο επίπεδο των τελικών αποδεκτών ή, σε περίπτωση ταμείου χαρτοφυλακίου, στο επίπεδο των φορέων υλοποίησης ειδικών ταμείων ή τελικών αποδεκτών,
β) οι φορείς υλοποίησης χρηματοδοτικών μέσων εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους, όσον αφορά συνεισφορές Προγράμματος που επηρεάστηκαν από την παρατυπία και ενήργησαν με τον βαθμό επαγγελματικής μέριμνας, διαφάνειας και επιμέλειας που αναμένεται από επαγγελματικό φορέα ο οποίος διαθέτει πείρα στην υλοποίηση χρηματοδοτικών μέσων,
γ) δεν κατέστη δυνατή η ανάκτηση των ποσών που επηρεάστηκαν από την παρατυπία, παρά το γεγονός ότι οι φορείς υλοποίησης των χρηματοδοτικών μέσων έλαβαν όλα τα εφαρμοστέα συμβατικά και νομικά μέτρα με τη δέουσα επιμέλεια.
- Στο πλαίσιο των Προγραμμάτων INTERREG και στην περίπτωση της επιβολής πρόσθετων δημοσιονομικών διορθώσεων από την Επιτροπή σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 49 του Κανονισμού INTERREG, οι αρμόδιες αρχές του Προγράμματος προβαίνουν στις απαιτούμενες δημοσιονομικές διορθώσεις.
- Για τα Προγράμματα INTERREG, οι εταίροι επιστρέφουν στον επικεφαλής εταίρο τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά. Η Διαχειριστική Αρχή κάθε Προγράμματος INTERREG μεριμνά για την ανάκτηση από τον επικεφαλής ή τον μόνο εταίρο των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως για την πράξη.
Εάν, με βάση το πρώτο εδάφιο, δεν εξασφαλιστεί η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στη Διαχειριστική Αρχή του Προγράμματος INTERREG, τότε το κράτος μέλος ή η χώρα-εταίρος, στο έδαφος του οποίου είναι εγκατεστημένος ο εταίρος, επιστρέφει τα ποσά αυτά στη Διαχειριστική Αρχή, η οποία έχει την ευθύνη για την επιστροφή των σχετικών ποσών στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 52 του Κανονισμού INTERREG.
Σε περίπτωση που τα ποσά τα οποία έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως σε εταίρο δεν επιστραφούν στη Διαχειριστική Αρχή, τα εν λόγω ποσά υπόκεινται σε έκδοση εντάλματος είσπραξης που εκδίδει η Επιτροπή, το οποίο εκτελείται με συμψηφισμό, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 52 του Κανονισμού INTERREG.
Σε κάθε περίπτωση, στο έγγραφο του Προγράμματος INTERREG καθορίζεται ο καταμερισμός των ευθυνών μεταξύ των συμμετεχουσών Κρατών Μελών και, κατά περίπτωση, των συμμετεχουσών χωρών-εταίρων, σε περίπτωση επιβολής δημοσιονομικών διορθώσεων από τη Διαχειριστική Αρχή ή από την Επιτροπή.
Εφόσον συμφωνηθεί από τα Κράτη Μέλη ή και τις άλλες χώρες που συμμετέχουν σε ένα Πρόγραμμα INTERREG, αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό το οποίο δεν υπερβαίνει, χωρίς τους τόκους, τα διακόσια πενήντα (250) ευρώ συνεισφοράς από οποιοδήποτε από τα κονδύλια INTERREG σε μια πράξη σε μια λογιστική χρήση μπορεί να μην ανακτάται.