1. Οι απαιτήσεις προσβασιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 5 εφαρμόζονται στον βαθμό που η συμμόρφωση:
α) δεν απαιτεί σημαντική αλλαγή στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες με αποτέλεσμα τη θεμελιώδη μεταβολή του βασικού χαρακτήρα τους, και
β) δεν συνεπάγεται την επιβολή δυσανάλογης επιβάρυνσης για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς.
2. Οι οικονομικοί φορείς διενεργούν τεκμηριωμένη εκτίμηση κατά πόσον η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας του άρθρου 5 προκαλεί σημαντική αλλαγή ή, με βάση τα σχετικά κριτήρια που προσδιορίζονται στο Παράρτημα VI, συνεπάγεται δυσανάλογη επιβάρυνση κατά την περ. β) της παρ. 1.
3. Οι οικονομικοί φορείς διατηρούν όλα τα σχετικά αποτελέσματα για περίοδο πέντε (5) ετών, η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία της τελευταίας διάθεσης προϊόντος στην αγορά ή της τελευταίας παροχής υπηρεσίας, κατά περίπτωση. Κατόπιν αιτήματος της αρχής εποπτείας της αγοράς ή της αρχής ελέγχου της συμμόρφωσης των υπηρεσιών, κατά περίπτωση, οι οικονομικοί φορείς παρέχουν στις αρχές αντίγραφο της εκτίμησης που αναφέρεται στην παρ. 2.
4. Κατά παρέκκλιση της παρ. 2, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τομέα των προϊόντων απαλλάσσονται από την απαίτηση να τεκμηριώνουν την εκτίμησή τους. Ωστόσο, εάν η αρχή εποπτείας της αγοράς το ζητήσει, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τομέα των προϊόντων για τα οποία έχουν επιλέξει να επικαλεστούν την παρ. 1, παρέχουν στην αρχή τα τεκμήρια που αφορούν την εκτίμηση που αναφέρεται στην παρ. 2.
5. Οι πάροχοι υπηρεσιών που επικαλούνται την περ. β) της παρ. 1, ανανεώνουν, τουλάχιστον για πέντε (5) έτη, για κάθε κατηγορία ή είδος υπηρεσίας, την εκτίμησή τους για το κατά πόσον η επιβάρυνση είναι δυσανάλογη:
α) όταν μεταβάλλεται η προσφερόμενη υπηρεσία, ή
β) όταν ζητείται από τις αρχές εποπτείας της συμμόρφωσης των υπηρεσιών.
6. Όταν οι οικονομικοί φορείς, είτε του δημόσιου, είτε του ιδιωτικού τομέα, λαμβάνουν χρηματοδότηση από άλλες πηγές, πλην των ιδίων πόρων του οικονομικού φορέα, που παρέχεται για τον σκοπό της βελτίωσης της προσβασιμότητας, δεν μπορούν να επικαλούνται την περ. β) της παρ. 1.
7. Όταν οι οικονομικοί φορείς επικαλούνται την παρ. 1 για συγκεκριμένο προϊόν ή συγκεκριμένη υπηρεσία, ενημερώνουν σχετικά την αρχή εποπτείας της αγοράς ή την υπηρεσία που είναι αρμόδια για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των υπηρεσιών. Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Σε απόλυτη σύμπνοια με τις θεμελιώδεις αρχές της αναλογικότητας και της αποτελεσματικότητας, οι απαιτήσεις προσβασιμότητας θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στον βαθμό που δεν συνεπάγονται δυσανάλογη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα – Πάροχο, ή στο βαθμό που δεν απαιτούν σημαντική αλλαγή στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε θεμελιώδη μεταβολή τους σε σημείο που θα μπορούσε να επηρεάσει αποφασιστικά την εμπορική τους αξία, την ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές ανάπτυξής τους στην εσωτερική αγορά.
Σε αυτές τις δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, δεν θα ήταν ευλόγως εφικτό για έναν οικονομικό φορέα να εφαρμόσει πλήρως (στο ακέραιο) μία ή περισσότερες από τις απαιτήσεις προσβασιμότητας.
Σε απόλυτη σύμπνοια με τις θεμελιώδεις αρχές της αναλογικότητας και της αποτελεσματικότητας, οι απαιτήσεις προσβασιμότητας θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στον βαθμό που δεν συνεπάγονται δυσανάλογη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα – Πάροχο, ή στο βαθμό που δεν απαιτούν σημαντική αλλαγή στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε θεμελιώδη μεταβολή τους σε σημείο που θα μπορούσε να επηρεάσει αποφασιστικά την εμπορική τους αξία, την ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές ανάπτυξής τους στην εσωτερική αγορά.
Σε αυτές τις δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, δεν θα ήταν ευλόγως εφικτό για έναν οικονομικό φορέα να εφαρμόσει πλήρως (στο ακέραιο) μία ή περισσότερες από τις απαιτήσεις προσβασιμότητας.
Η Ε,Σ.Α.μεΑ. προτείνει να συμπληρωθεί/τροποποιηθεί ως εξής:
«1. Οι απαιτήσεις προσβασιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 5 εφαρμόζονται στον βαθμό που η συμμόρφωση:
α) δεν απαιτεί σημαντική αλλαγή στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες με αποτέλεσμα τη θεμελιώδη μεταβολή του βασικού χαρακτήρα τους, και
β) δεν συνεπάγεται την επιβολή δυσανάλογης επιβάρυνσης για τους ενδιαφερόμενους οικονο-μικούς φορείς.
2. […]
4. (ΣΗΜΕΙΩΣΗ: προτείνεται η διαγραφή της παρ. 4 και η αντικατάστασή της ως ακολούθως:) Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τομέα των υπηρεσιών εφόσον τεκμηριώσουν τη δυσανάλογη επιβάρυνση, εφαρμόζουν μέτρα εναλλακτικής εξυπηρέτησης των ατόμων με αναπηρία προσβάσιμης σε αυτά.
5. […]
7. Όταν οι οικονομικοί φορείς επικαλούνται την παρ. 1 για συγκεκριμένο προϊόν ή συγκεκριμένη υπηρεσία, ενημερώνουν σχετικά την αρχή εποπτείας της αγοράς ή την υπηρεσία που είναι αρμό-δια για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των υπηρεσιών.» (ΣΗΜΕΙΩΣΗ: προτείνεται η διαγραφή της φράσης: «Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις».)
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Όπως προαναφέρθηκε στην αιτιολόγηση των προτάσεων σχετικά με το άρθρο 5, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν πρέπει να εξαιρεθούν των υποχρεώσεων διασφάλισης της προσβασιμότητας. Ήδη υπάρχει θεσμοθετημένη υποχρέωση αυτών για την υλοποίηση κατ’ ελάχιστον παρεμβάσεων στο δομημένο περιβάλλον από την πολεοδομική νομοθεσία. Ειδικότερα για τον τομέα των προϊόντων θα πρέπει να τεκμηριώσουν τη δυσανάλογη επιβάρυνση προκειμένου να τύχουν απαλλαγής, για δε τον τομέα των υπηρεσιών θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ανάλογη πρόβλεψη με αυτήν του άρθρου 210 του ν.4782/2021 που τροποποίησε τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ν.4067/2012), όπου στις περιπτώσεις που χορηγείται εξαίρεση από την υποχρέωση διασφάλισης προσβασιμότητας του κτιρίου (δομημένο περιβάλλον), εν προκειμένω για την εξυπηρέτηση χρήστη αναπηρικού αμαξιδίου η αρμόδια Επιτροπή «δύναται να επιβάλλει εφαρμογή μέτρων εναλλακτικής εξυπηρέτησης των ατόμων με αναπηρία ή εμποδιζόμενων ατόμων. Η προσωρινή εξαίρεση έχει διάρκεια 3 έτη. Μετά τη λήξη της διάρκειας ισχύος της εξαίρεσης δύναται να επανυποβάλλεται σχετικό αίτημα.[…]».