1. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που διαθέτουν στην αγορά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις προσβασιμότητας του παρόντος.
2. Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο σύμφωνα με το Παράρτημα IV και διενεργούν τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζεται στο εν λόγω Παράρτημα ή αναθέτουν τη διενέργειά της σε τρίτο για λογαριασμό τους.
Όταν η συμμόρφωση προϊόντος με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις προσβασιμότητας αποδεικνύεται με αυτήν τη διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση «CE».
3. Οι κατασκευαστές διατηρούν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί πέντε (5) έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.
4. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των σειρών παραγωγής προς τον παρόντα. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις τεχνικές προδιαγραφές, με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση προϊόντος, λαμβάνονται, δεόντως, υπόψη.
5. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα τους φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που επιτρέπει την ταύτισή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του προϊόντος, εξασφαλίζουν ότι οι απαραίτητες πληροφορίες αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν.
6. Οι κατασκευαστές σημειώνουν το όνομά τους, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνση επικοινωνίας τους στο προϊόν ή, όταν δεν είναι δυνατόν, στη συσκευασία του ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό στοιχείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται στην ελληνική γλώσσα.
7. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας στην ελληνική γλώσσα. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες, καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.
8. Οι κατασκευαστές που θεωρούν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα λαμβάνουν αμέσως τα διορθωτικά μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωσή του ή, κατά περίπτωση, να το αποσύρουν. Επιπλέον, όταν το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας του παρόντος, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς και παραθέτουν λεπτομέρειες, ιδίως, για τη μη συμμόρφωση και τα διορθωτικά μέτρα που έλαβαν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι κατασκευαστές διατηρούν μητρώο προϊόντων τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις προσβασιμότητας, καθώς και σχετικών καταγγελιών.
9. Οι κατασκευαστές παρέχουν, στην ελληνική γλώσσα, στην αρχή εποπτείας της αγοράς, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος. Αν προκύπτει η μη συμμόρφωση του προϊόντος σύμφωνα με τον παρόντα, οι κατασκευαστές συνεργάζονται με την αρχή, κατόπιν αιτήματός της, για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης των προϊόντων με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις προσβασιμότητας.
Η Ε,Σ.Α.μεΑ. προτείνει να συμπληρωθεί/τροποποιηθεί ως εξής:
«1. […]
6. Οι κατασκευαστές σημειώνουν το όνομά τους, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνση επικοινωνίας τους στο προϊόν ή, όταν δεν είναι δυνατόν, στη συσκευασία του ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό στοιχείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται στην ελληνική γλώσσα και σε γραφή Braille ή/και άλλες προσβάσιμες μορφές.
7. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας στην ελληνική γλώσσα. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες, καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες και είναι δυνατόν να παρασχεθούν σε προσβάσιμη μορφή εφόσον ζητηθεί από τον πελάτη.
8. […]»
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Ο ν.4488/2017 άρθρο 65 αναφέρει ότι «2. Η ελληνική νοηματική γλώσσα αναγνωρίζεται ως ισότιμη με την ελληνική γλώσσα. Το κράτος λαμβάνει μέτρα για την προώθησή της, καθώς και για την κάλυψη όλων των αναγκών επικοινωνίας των κωφών και βαρήκοων πολιτών. 3. Η ελληνική γραφή Μπράιγ (Braille) αναγνωρίζεται ως ο τρόπος γραφής των τυφλών Ελ-λήνων πολιτών. Το κράτος υποχρεούται να λάβει μέτρα για την προώθησή της, καθώς και για την κάλυψη των αναγκών επικοινωνίας των ως άνω πολιτών».
Παράλληλα, και η Σύμβαση των ΗΕ στο άρθρο 21 – Ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης και πρόσβαση στην πληροφορία ρητά αναφέρει ότι «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες μπορούν να ασκούν το δικαίωμα τους στην ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης, συμπεριλαμβανομένης και της ελευθερίας να αναζητούν, να δέχονται και να μεταδίδουν πληροφορίες και ιδέες, σε ίση βάση με τους άλλους ανθρώπους και μέσω όλων των μορφών επικοινωνίας της επιλογής τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της παρούσας Σύμβασης, συμπεριλαμβανόμενης και: α. της παροχής πληροφοριών που προορίζονται για το ευρύ κοινό στα άτομα με αναπηρίες, με προσιτές μορφές και τεχνολογίες, κατάλληλες για τα διαφορετικά είδη αναπηριών, κατά τρόπο έγκαιρο και χωρίς πρόσθετο κόστος, β. της αποδοχής και διευκόλυνσης της χρήσης των νοηματικών γλωσσών, της Μπράιγ, της συμπληρωματικής και εναλλακτικής επικοινωνίας και όλων των άλλων προσιτών μέσων, τρόπων και μορφών επικοινωνίας της επιλογής τους, από τα άτομα με αναπηρίες στις επίσημες επικοινωνίες τους, γ. της προτροπής των ιδιωτικών φορέων που παρέχουν υπηρεσίες στο ευρύ κοινό, συμπεριλαμβανόμενου και του Διαδικτύου, να παρέχουν πληροφορίες και υπηρεσίες με προσιτές και εύχρηστες μορφές για τα άτομα με αναπηρίες,[…]».
Στη βάση των παραπάνω προβλέψεων είναι επιτακτική ανάγκη και θεσμική υποχρέωση βασική πληροφόρηση, όπως τα στοιχεία επικοινωνίας, οι οδηγίες και οι πληροφορίες ασφάλειας, να παρέχονται σε μορφές προσβάσιμες σε όλους (Braille, νοηματική, απλο-ποιημένο κείμενο κ.λπ.).