1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, καθώς και μη τήρησης των όρων ή περιορισμών που τίθενται με αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, μπορεί να επιβληθεί, με απόφαση του Περιφερειάρχη, η ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας. Η διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται από τα όργανα της Περιφέρειας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού της εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθήκης ή άλλων επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών. Η Αδειοδοτούσα Αρχή της Περιφέρειας, μετά από ενημέρωση του φορέα της επιχείρησης, μπορεί να ζητήσει τη διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από το Διαχειριστή του Δικτύου ή του Συστήματος Ηλεκτροδότησης, οι οποίοι υποχρεούνται να προβούν στη ζητούμενη διακοπή εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη σχετική ειδοποίησή τους. Σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον επιβάλλεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου η διακοπή λειτουργίας των δραστηριοτήτων, ο Περιφερειάρχης επιτρέπει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με απόφασή του που εκδίδεται, εφάπαξ, τη δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας τους για τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής.
2. Διακοπή της λειτουργίας μιας δραστηριότητας επιβάλλεται μόνο όταν από τη λειτουργία της προκαλείται άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, γ) την ασφάλεια των περιοίκων και δ) την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών ή όταν έχουν παρέλθει άπρακτες οι προβλεπόμενες στο άρθρο 26 προθεσμίες.
3. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού ή δεν τηρούν τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται με τις αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, εφόσον δεν επιβάλλεται μερική ή ολική, προσωρινή ή οριστική διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας, επιβάλλεται, με απόφαση του Περιφερειάρχη, πρόστιμο που κυμαίνεται από εκατόν πενήντα (150) ευρώ μέχρι εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ. Στην ίδια απόφαση αναφέρονται η προθεσμία και οι ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί ο φορέας της δραστηριότητας για να καταστεί αυτή συμβατή με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού ή να συμμορφωθεί με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται στις άδειες εγκατάστασης ή λειτουργίας. Στην περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της χορηγηθείσας προθεσμίας εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος.
4. Με απόφαση του Περιφερειάρχη επιβάλλεται στους μηχανικούς που υπογράφουν τις υπεύθυνες δηλώσεις του Ν.1599/1986, όπως εκάστοτε ισχύει, οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότησή του παρόντος νόμου, πρόστιμο που κυμαίνεται από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι δέκα πέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, εάν, ύστερα από επιθεώρηση των αρμόδιων οργάνων, αποδεικνύεται ότι από το περιεχόμενο των υποβαλλόμενων δηλώσεων αποκρύπτεται η αλήθεια.
5. Οι κυρώσεις των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται και σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι το περιεχόμενο των Υπεύθυνων Δηλώσεων των παραγράφων 1, 4 και 5 του άρθρου 16 δεν είναι αληθές.
6. Τα πιο πάνω πρόστιμα επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών, αστικών ή άλλων διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των πιο πάνω κυρώσεων καθώς και ο τρόπος κλιμάκωσης των προστίμων των παρ. 3 και 4. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων.
8. Τα πιο πάνω πρόστιμα αποτελούν πόρο της οικείας Περιφέρειας ή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κατά περίπτωση, και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).
Διακοπή της λειτουργίας μιας βιομηχανίας για λόγους που αφορούν α) στην προστασία του περιβάλλοντος, β) στην ασφάλεια των εγκαταστάσεων και εργαζομένων και γ) για λόγους υγιεινής και προστασίας του καταναλωτή. Οι τρεις λόγοι που αναφέρονται είναι πολύ γενικοί και ως εκ τούτου υπεισέρχονται υποκειμενικά κριτήρια με ορατό τον συνήθη κίνδυνο να εξυπηρετηθούν άνομα συμφέροντα. Οι τρεις ως άνω λόγοι πρέπει να προσδιορισθούν ως προς το τι συμπεριλαμβάνουν π.χ. μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντος, προϊόντα που ευρέθησαν ακατάλληλα από το Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο και τα ευρήματα να επαναδιαπιστωθούν από ανεξάρτητα πιστοποιημένα εργαστήρια. Να δίδεται στην επιχείρηση χρονικό περιθώριο για την συμμόρφωση της. ΣΒΑΠ
Πρεπει να ξεκαθαριστει και η αρμοδιοτητα της Αστυνομιας όταν της κοινοποιείται παρανομη λειτουργια επιχειρησης.