1. Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου, για τη χωροθέτηση των δραστηριοτήτων που υπάγονται σ’ αυτόν, εφαρμόζονται οι κανόνες του Ειδικού Χωροταξικού για τη Βιομηχανία.
2. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου απαγορεύεται η εγκατάσταση των δραστηριοτήτων που διέπονται από αυτόν σε περιοχές όπου, σύμφωνα με τις διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, έχει καθοριστεί χρήση γης μη συμβατή με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
3. Σε περιοχές εντός οικισμών προ της 16-8-1923, σύμφωνα με το ΠΔ 2/13.3.1981 (ΦΕΚ 138Δ΄) επιτρέπεται καταρχήν η εγκατάσταση μόνο δραστηριοτήτων της κατηγορίας Ι, εφόσον αυτές ικανοποιούν καθημερινές ανάγκες των πολιτών και καθορίζονται με την Κοινή Υπουργική Απόφαση της παρ. 7 του παρόντος. Σε απόσταση 500 μέτρων από τα όρια των πιο πάνω οικισμών επιτρέπεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης.
4. Σε περιοχές εκτός σχεδίου όπου από θεσμοθετημένες χρήσεις γης δεν προβλέπεται η εγκατάσταση δραστηριότητας, επιτρέπεται σε υφιστάμενα κατά τη δημοσίευση του παρόντος βιομηχανικά-βιοτεχνικά κτίρια που βρίσκονται σε αυτές τις περιοχές, η εγκατάσταση μονάδων χαμηλής όχλησης, με την προϋπόθεση ότι σε αυτά τα κτίρια λειτουργούσε νόμιμα στο παρελθόν και δεν υποχρεώθηκε σε απομάκρυνση δραστηριότητα εντασσόμενη στις διατάξεις του παρόντος.
5. α) Για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης για δραστηριότητες που υπάγονται στον παρόντα νόμο σε περιοχές, όπου δεν έχει καθορισθεί από τις πολεοδομικές και χωροταξικές ρυθμίσεις συγκεκριμένη χρήση γης ή σε περιοχές, όπου η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι συμβατή με τις χρήσεις που υπάρχουν, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:
αα) Οι διατάξεις του Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ160Α΄) όπως ισχύει, καθώς και τυχόν περιορισμοί που ισχύουν με βάση κείμενες διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος.
αβ) Οι αναγκαίες γνώμες ή εγκρίσεις άλλων υπηρεσιών ή αρχών, οι οποίες ζητούνται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην Υπουργική Απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 16.
αγ) Οι κατευθύνσεις και τα κριτήρια του άρθρου 8 του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία (ΦΕΚ 151/Α.Α.Π./2009).
β) Επιπλέον, σε περιοχές, όπου δεν έχει καθορισθεί από τις πολεοδομικές και χωροταξικές ρυθμίσεις συγκεκριμένη χρήση γης, οι δραστηριότητες που ανήκουν στην κατηγορία μέσης ή υψηλής όχλησης, δεν μπορούν να χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των:
βα) 500 μέτρων από οικισμούς με πληθυσμό μικρότερο των 2.000 κατοίκων, βάσει του ΠΔ της 24-4/3-5-1985 (ΦΕΚ181Δ΄)
ββ) 700 μέτρων από πόλεις και οικισμούς με πληθυσμό από 2.000 έως 10.000 κατοίκους, βάσει του ΠΔ της 24-5-1985 (ΦΕΚ270Δ΄)
βγ) 1.000 μέτρων από πόλεις και οικισμούς με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων, ή οικισμούς παραλιακούς ή τουριστικούς ή αξιόλογους συνεκτικούς ή περιαστικούς με πληθυσμό μικρότερο των 2.000 κατοίκων βάσει του ΠΔ της 24-5-1985 (ΦΕΚ 270Δ΄)
βδ) 200 μέτρων από οικισμούς στάσιμους με πληθυσμό έως 2.000 κατοίκους βάσει του ΠΔ της 24-5-1985 (ΦΕΚ 270Δ΄).
γ) Τα κριτήρια, με βάση τα οποία χορηγείται η άδεια εγκατάστασης στις δραστηριότητες του παρόντος νόμου, είναι τα εξής :
γα) Η αρτιότητα και η τεχνολογική στάθμη του μηχανολογικού εξοπλισμού.
γβ) Η φυσιογνωμία της περιοχής και οι επιπτώσεις της δραστηριότητας στο περιβάλλον.
γγ) Η ασφάλεια των εργαζομένων στην εγκατάσταση καθώς και των περιοίκων.
γδ) Οι υφιστάμενες συνθήκες γειτνίασης του γηπέδου ή του χώρου εγκατάστασης της δραστηριότητας.
γε) Η επάρκεια και η καταλληλότητα των κτιρίων που πρόκειται να ανεγερθούν.
6. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από γνώμη του οικείου Περιφερειακού Συμβουλίου, μπορεί, για λόγους χωροταξικού σχεδιασμού ή προστασίας του περιβάλλοντος, να απαγορεύεται η εγκατάσταση νέων δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένη περιοχή ή να επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί περιβαλλοντικού και μόνο χαρακτήρα στις περιπτώσεις επέκτασης ή μετεγκατάστασης εγκατεστημένων δραστηριοτήτων. Η απαγόρευση μπορεί να αναφέρεται είτε στο σύνολο των δραστηριοτήτων που υπάγονται στον παρόντα νόμο είτε σε συγκεκριμένες μόνο δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες ορισμένου μεγέθους.
7. Στις περιοχές αμιγούς κατοικίας ο πολεοδομικός σχεδιασμός οφείλει εντός των ορίων της ίδιας Δημοτικής Ενότητας να υποδεικνύει κατάλληλες ζώνες, στις οποίες επιτρέπεται να εγκαθίστανται επαγγελματικά εργαστήρια και αποθήκες της Κατηγορίας Ι, τα οποία ικανοποιούν καθημερινές ανάγκες των πολιτών, όπως αυτά θα καθοριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
8. Σε περιοχές Γενικής Κατοικίας, η εγκατάσταση επαγγελματικών εργαστηρίων των κατηγοριών Αγ, Ββ και C της υπ’ αριθ. Φ 15/οικ.1589/104/2006 ΚΥΑ (ΦΕΚ 90Β), όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, επιτρέπεται μόνο σε πανταχόθεν ελεύθερο ανεξάρτητο κτίριο.
Η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης μικρομεσαίων βιοτεχνικών-βιομηχανικών μονάδων είναι σχετικά μία απλή άσκηση η οποία είναι γνωστή στους υπηρεσιακούς παράγοντες οι οποίοι αντιμετωπίζουν καθημερινά το πρόβλημα αυτό. Ενα πολύ καλό παράδειγμα προτάσεων απλοποίησης δίδονται στην παρέμβαση της κυρίας Ειρήνης Πορτάλιου, διευθύντριας της δ/νσης ανάπτυξης του κεντρικού τομέα της Νομαρχίας Αθηνών (άρθρο 13 της διαβούλευσης).
Ομως το μεγαλύτερο εμπόδιο στην απεμπλοκή και επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης μεγάλων βιομηχανικών επενδύσεων, τις οποίες έχει τόσο ανάγκη η χώρα μας, είναι η έλλειψη συγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου.
Π.χ. Η κατασκευή ενεργειακών έργων ηλεκτροπαραγωγικής ισχύος 10.000 έως 15.000 MW αποτελεί ένα κολοσσιαίο εγχείρημα για την χώρα μας το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίσει πλείστες περιβαλλοντικές προκλήσεις. Π.χ. η κατασκευή αιολικών πάρκων εντός δασικών περιοχών στις κορυφογραμμές των βουνών δεν είναι μία συνήθης επιχείρηση, την στιγμή μάλιστα όπου τα δάση, τα βουνά και τα ευπαθή οικολογικά συστήματα προστατεύονται από το άρθρο 24 του συντάγματος. Σήμερα η κατασκευή ενός αιολικού σταθμού συνοδεύεται συχνά από την διάνοιξη οδών εντός δασικών εκτάσεων, την τοποθέτηση γραμμών μεταφοράς και αντίστοιχων υποσταθμών και την σκυροδέτηση θεμελίων και βάσεων στηρίξεως καθώς και λοιπών οικοδομικών κατασκευών. Όλα αυτά τα έργα δύναται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις επί των τοπικών φυσικών οικοσυστημάτων και για τον λόγο αυτό πρέπει να γίνονται κατόπιν ενδελεχών επιστημονικών μελετών για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων και την διαμόρφωση αυστηρών προδιαγραφών κατασκευής και λειτουργίας.
Πέραν της προφανούς αυταξίας των δασικών εκτάσεων και της έννομης συνταγματικής τους προστασίας, η χωροθέτηση πλέον οιουδήποτε βιομηχανικού έργου δεν δύναται να γίνει χωρίς την ύπαρξη εγκεκριμένου χωροταξικού, ρυθμιστικού ή πολεοδομικού σχεδίου το οποίο καλύπτει όλες τις δυνατές χρήσεις γης, όπως προβλέπεται από τον Ν 3010/2002.
Με τον Ν.3010/2002 καταργήθηκε η διαδικασία προέγκρισης χωροθέτησης των έργων και θεσπίστηκε η μελέτη της ΠΠΕΑ (Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση και Αξιολόγηση). Ο νόμος προβλέπει ότι για την έγκριση της ΠΠΕΑ απαιτείται πρωτίστως να ληφθούν υπ’ όψιν «Οι γενικές και ειδικές κατευθύνσεις της χωροταξικής πολιτικής, που προκύπτουν από εγκεκριμένα χωροταξικά, ρυθμιστικά και πολεοδομικά σχέδια ή άλλα σχέδια χρήσεων γης».
Η αλληλεξάρτηση της προστασίας του περιβάλλοντος και του χωροταξικού σχεδιασμού υπογραμμίζεται εμφατικά και σε σχετική νομολογία του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία «….δεν νοείται προστασία του περιβάλλοντος χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό» (αποφάσεις 2425/2000, 1434/1998 και Πρακτικό Επεξεργασίας 210/2002 του ΣτΕ) . Ετσι σήμερα πλείονες αποφάσεις της Διοίκησης για την χορήγηση περιβαλλοντικών όρων σε μεγάλα έργα ΑΠΕ καταρρίπτονται στο ΣτΕ.
Έτσι διαμορφώνεται ως επιτακτική η ανάγκη η άμεση προώθηση του χωροταξικού σχεδιασμού, ο οποίος να χαράζει τις στρατηγικές κατευθύνσεις για την ανασυγκρότηση του εθνικού και περιφερειακού χώρου, στις οποίες θα εντάσσονται και οι όποιες δραστηριότητες στον τομέα των μεγάλων βιομηχανικών έργων.
Η προστασία των οικοσυστημάτων
Η προώθηση των προδιαγραφόμενων ενεργειακών επενδύσεων δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη την καταστροφή των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας, η οποία σύμφωνα με όλες τις καταγραφές, είναι μοναδική στην χώρα μας. Διεθνώς πλέον αναγνωρίζεται ότι είναι δυνατόν σήμερα να υπάρξει μία ισόρροπη ανάπτυξη των ΑΠΕ με το φυσικό περιβάλλον. Η αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών αλλά και της ανάσχεσης των φαινομένων καταστροφής της βιοποικιλότητας μπορεί και πρέπει να συνυπάρξουν και να εναρμονιστούν.
Π.χ. ο χωροταξικός σχεδιασμός μπορεί να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν τις προτάσεις της Ορνιθολογικής Εταιρείας και την προστασία των συναφών οικοτόπων της ορνιθοπανίδας. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν εξαιρεθεί το 20% της ελληνικής επικράτειας για την προστασία των οικοσυστημάτων, υπάρχουν ακόμα πλείονες χώροι οι οποίοι προσφέρονται για την χωροθέτηση των ΑΠΕ και των μεγάλων βιομηχανικών έργων. Επομένως κάθε καθυστέρηση στην διαμόρφωση του χωροταξικού σχεδίου στην ευρύτερη ελληνική επικράτεια, μόνο τελικώς καθυστερήσεις θα επιφέρει στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Προστασία των αρχαιοτήτων
Το σύνολο της ελληνικής επικράτειας αποτελεί υπό την ευρύτερη έννοια ένα απέραντο αρχαιολογικό μουσείο. Κάθε ελληνικός τόπος είναι ανάλογα φορτισμένος με ιστορικά γεγονότα τα οποία χάνονται στα βάθη της ιστορίας. Ουδεμία περιοχή της χώρας μας υστερεί σε αρχαιολογικό ενδιαφέρον και ιστορική αξία όπως έχει αποδείξει η αρχαιολογική σκαπάνη καθ’ άπασα την επικράτεια.
Σήμερα η αξιοποίηση των αρχαιολογικών θησαυρών αποτελεί παράλληλα και μία σοβαρή πτυχή της ανάπτυξης του διεποχιακού τουρισμού στην χώρα μας.
Επομένως στο πλαίσιο του χωροταξικού σχεδιασμού, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι θέσεις χωροθέτησης βιομηχανικών εγκαταστάσεων έναντι των ήδη χωροθετημένων αρχαιολογικών χώρων. Οπωσδήποτε οι θέσεις αυτές θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν όχι μόνο τις τυχόν άμεσες επιδράσεις των βιομηχανικών έργων επί των αρχαιοτήτων αλλά και τις έμμεσες επιπτώσεις οι οποίες δύναται να επιφέρουν γενικότερη υποβάθμιση ενός αρχαιολογικού χώρου, σύμφωνα και με τις προβλέψεις του αρχαιολογικού νόμου 2830/2002.
Σε κάθε περίπτωση τα κριτήρια χωροθέτησης αυτά θα πρέπει να καταγραφούν με σαφήνεια προκειμένου αυτά να είναι γνωστά εκ των προτέρων σε όλους τους ενδιαφερόμενους.
Η οικιστική ανάπτυξη και οι αντιπαραθέσεις οικιστών με την βιομηχανία
Ως γνωστόν η οικοδομική δραστηριότητα στην χώρα μας αποτελεί ταυτοχρόνως ένα βασικό πυλώνα της οικονομίας. Παράλληλα με την σταδιακή υστέρηση των βιομηχανικών και των γεωργικών δραστηριοτήτων, η οικιστική δραστηριότητα έλαβε τα τελευταία χρόνια μεγάλη ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό η χώρα μας αντιμετώπισε την αυθαίρετη δόμηση και την αυθαίρετη επέκταση των οικισμών και των σχεδίων πόλεων προς πάσα κατεύθυνση ως «αναγκαίο κακό» για την δημιουργία οικονομικής δραστηριότητας.
Το γεγονός αυτό αποτελεί συχνά σήμερα την γενεσιουργό αιτία για την πρόκληση αντιπαραθέσεων μεταξύ της βιομηχανίας και των τοπικών κοινοτήτων. Η δημιουργία μίας νέας βιομηχανικής εγκατάστασης εκλαμβάνεται συχνά από τις τοπικές κοινότητες ως βασική αιτία υποβάθμισης της οικοπεδικής αξίας και της μελλοντικής προοπτικής οικιστικής ανάπτυξης μίας περιοχής. Από τον κανόνα αυτόν δεν ξεφεύγουν ούτε οι επενδύσεις σε ΑΠΕ οι οποίες, σύμφωνα με την διεθνή εμπειρία, αποτελούν συχνά πόλο έλξης τουρισμού.
Επομένως στο πλαίσιο του χωροταξικού σχεδιασμού είναι σήμερα αναγκαίο να καθοριστούν με σχετική ακρίβεια οι σχετικές χρήσεις γης και η το πλαίσιο της περαιτέρω οικιστικής ανάπτυξης στην χώρα μας.
Η κατασκευή και η λειτουργία των νέων βιομηχανικών μονάδων μπορεί σήμερα να γίνει με μεγάλο σεβασμό προς το περιβάλλον και την τήρηση όλης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της χώρας μας. Σήμερα οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές (ΒΔΤ) είναι υποχρεωτικές δια νόμου και δύνανται να περιορίσουν όλες τις περιβαλλοντικές οχλήσεις εντός των πολύ αυστηρών πλαισίων τα οποία θέτει η νέα νομοθεσία.
Ομως το πρόβλημα του χωροταξικού σχεδιασμού αποτελεί το κύριο ζήτημα το οποίο πρέπει πρωτίστως να αντιμετωπιστεί, προκειμένου να επιτραπεί στην χώρα μας να προχωρήσει στο φιλόδοξο ενεργειακό/αναπτυξιακό της πρόγραμμα. Με τον χωροταξικό σχεδιασμό είναι σήμερα δυνατόν να αντιμετωπιστούν τόσο τα προβλήματα της προστασίας της φύσης και των αρχαιολογικών χώρων, ενώ παράλληλα δύναται να δημιουργηθούν μεγάλες δυνατότητες για νόμιμη οικιστική ανάπτυξη μέσα σε ένα δομημένο περιβάλλον το οποίο να είναι άρτια σχεδιασμένο.
Σύμφωνα με το άρθρο 24 του συντάγματος
«η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικά γενικά περιοχών υπάγεται στην ρυθμιστική ικανότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης»
Σήμερα η πολιτεία καλείται να επιτελέσει αυτό το βασικό της καθήκον, το οποίο αποτελεί την κύρια προϋπόθεση για οιαδήποτε περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας μας. Χωρίς αυτό, οι μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις θα συναντήσουν πολύ μεγάλα εμπόδια, συχνά ανυπέρβλητα.
Σε ότι αφορά την εγκατάσταση δραστηριοτήτων σε υφιστάμενα βιοτεχνικά κτίρια θεωρώ δίκαιο να συμπεριληφθούν και τα υπό ανέγερση κτίρια για τα οποία έχει χορηγηθεί άδεια εγκατάστασης από την αδειοδοτούσα αρχή αλλά για διάφορους λόγους δεν έχουν ολοκληρωθεί οι οικοδομικές εργασίες σε αυτά
Με αφορμή τη θέση σε Δημόσια Διαβούλευση του σχεδίου νόμου «Απλοποίηση Αδειοδότησης Τεχνικών Επαγγελματικών Δραστηριοτήτων, Μεταποιητικών Δραστηριοτήτων, Επιχειρηματικών Πάρκων και Λοιπές Διατάξεις», θα θέλαμε να υποβάλλουμε τις προτάσεις μας,
Στο άρθρο 19.
Επιχειρείται ο προσδιορισμός των γενικών κανόνων χωροθέτησης των δραστηριοτήτων και προσδιορίζονται οι περιορισμοί εγκατάστασής τους πλησίον οικισμών, αφού ληφθούν υπόψη διάφορα συγκεκριμένα κριτήρια.
Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα και ο προβληματισμός για τον τρόπο αντιμετώπισης των υφιστάμενων επιχειρησιακών εγκαταστάσεων σε περιπτώσεις επέκτασης ήδη εγκατεστημένων δραστηριοτήτων για τις οποίες και προτείνεται να εξαιρεθούν από τους περιορισμούς που προτείνονται στο εν λόγω άρθρο.
Θα ήθελα να επισημάνω ότι η εγκατάσταση δραστηριοτήτων η οποία αναφέρεται στην παρ.4 θα πρέπει περιλαμβάνει και τμήματα κτιρίων τα οποία προήλθαν από επεκτάσεις μονάδων που λειτουργούσαν νόμιμα κατά το παρελθόν και δεν εφοδιάστηκαν ποτέ με άδεια λειτουργίας για τα τμήματα αυτά.
Είμαι ιδιοκτήτης βιοτεχνίας η οποία λειτουργεί νομίμως εδώ και 30 χρόνια και βρίσκεται σε εκτός σχεδίου περιοχή. Έχω εδώ και ένα χρόνο πάρει άδεια εγκατάστασης και άδεια οικοδομής για προσθήκη στο υφιστάμενο κτίριο. Οι οικοδομικές εργασίες είναι σε εξέλιξη. Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 19 δε θα μου επιτρέπεται η εγκατάσταση νέας δραστηριότητας μιας και δεν έχω προλάβει την ολοκλήρωση των οικοδομικών εργασιών. Θα ήθελα παρακαλώ να συμπεριληφθούν στη διάταξη και τα υπο ανέγερση βιοτεχνικά κτίρια εφόσον αυτά έχουν άδεια εγκατάστασης και οικοδομική άδεια κατά τη ψήφιση του νομοσχεδίου.
Έπί της παρ.4
Κρίνεται λογικό να είναι επιτρεπτή η εγκατάσταση μονάδων χαμηλής όχλησης όχι μόνο σε υφιστάμενα βιομηχανικά-βιοτεχνικά κτίρια αλλά και σε υπό ανέγερση βιομηχανικά-βιοτεχνικά κτίρια για τα οποία έχει εκδοθεί η κατά το νόμο προβλεπόμενη οικοδομική άδεια κατά τη δημοσίευση του παρόντος
Σε ότι αφορά τις χρήσεις γης.
Αν και είναι ένα κατεξοχήν θέμα της Πολεοδομικής Νομοθεσίας και σε μικρότερο βαθμό της υπό διαβούλευση Νομοθεσίας περί αδειοδότησης κ.λ.π..
Συγκεκριμένα :
Αρχικά υπήρξε κατηγοριοποίηση των χρήσεων γης με βάση το Π.Δ. 81 της 23/29.01.1980 ( ΦΕΚ 27 Α’).
Υστερα ίσχυε το Π.Δ. της 23.2/06.03.1987 ( ΦΕΚ 166 Δ’ ) όπου έκανε νέα, ελαφρώς διαφοροποιημένη, σε πολλά, κατηγοριοποίηση των χρήσεων.
Μάλιστα σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 του ανωτέρω Π.Δ. αναφέρει ότι καταργείται κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις αυτού.
Και φτάσαμε στο εξής παράδοξο ( που το αντιμετώπισα στην πράξη ) :
Υπήρξε αίτημα από Αρτοποιείο ( ως επαγγελματικό εργαστήριο και όχι ως βιοτεχνία-βιομηχανία ) να λειτουργήσει σε περιοχή που το ρυμοτομικό σχέδιο αναφέρει ότι επιτρέπεται η χρήση γενικής κατοικίας. Όμως στο ρυμοτομικό σχέδιο που εφαρμόζετε στην περιοχή ισχύει από το 1991. Κατά παράδοξο ( !!! ) όμως τρόπο αναφέρει ότι ισχύουν οι χρήσεις γενικής κατοικίας με βάση το Π.Δ. 81/80 ΚΑΙ ΌΧΙ αυτό της 23.2/06.06.1987. Έτσι, η αρμόδια Υπηρεσία ( Πολεοδομία ), όταν το … ανακάλυψε( το 2010 !!! ) σε αίτημα για χορήγηση βεβαίωσης χρήσεων γης αναφέρει στην βεβαίωσή της ότι παρόλο που το εν λόγω επαγγελματικό εργαστήριο ( αρτοποιείο ) επιτρέπεται και από τα δύο Π.Δ. επειδή ανήκαν στην κατηγορία χρήσεων γενικής κατοικίας ΟΜΩΣ δεν μπορεί να γνωμοδοτήσει θετικά επειδή πρέπει να γίνει επικαιροποίηση των χρήσεων στην εν λόγω περιοχή!!! Σημειώνετε ότι μία τέτοια κατηγοριοποίηση μπορεί να χρειαστεί από δύο μήνες μέχρι και … ποτέ να μην γίνει. Έτσι δεν θα γίνει και οποιοδήποτε επαγγελματικό εργαστήριο στην περιοχή ( … ούτε και το Αρτοποιείο της περίπτωσης μας ). Δεν νομίζω ότι θα πρέπει να πω ότι ο επενδυτής είναι … ενοικιαστής του υπόψη κτιρίου … με ότι αυτό συνεπάγετε…
ΕΤΣΙ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΚΤΙΜΩ ΟΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΒΛΕΦΘΟΥΝ, ΜΕ ΤΟ ΥΠΟΨΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ, ΚΑΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΟΠΟΥ ΝΑΙ ΜΕΝ ΔΕΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΙΑΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΟΜΩΣ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΙ……
Στην παρ. 5 αα πρεπει να προστεθεί ο Ν.3310/02 ο οποιος τροποποίησε τον Ν.1650/86