1. Για τις δραστηριότητες του παρόντος νόμου που εμπίπτουν στην κατηγορία Α του Ν. 1650/1986 όπως εκάστοτε ισχύει, καταργείται καταρχήν το στάδιο της Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 2 του Ν.3010/2002, που αντικατέστησε το άρθρο 4 του Ν.1650/1986. Η σχετική διαδικασία προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης που καθορίζεται στο προαναφερόμενο άρθρο 2 του Ν.3010/2002, ενσωματώνεται στο στάδιο της Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων.
Ειδικά για τις δραστηριότητες του παρόντος νόμου που εμπίπτουν στην υποκατηγορία 1 της Α κατηγορίας παρέχεται η δυνατότητα στην εκάστοτε ενδιαφερόμενη επιχείρηση να επιλέξει τη διατήρηση του σταδίου της Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης, εφόσον το επιθυμεί. Στην περίπτωση αυτή ακολουθείται η σχετική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 2 του Ν.3010/1986 και στο άρθρο 3 της Κοινής Υπουργικής Απόφασης Η.Π.11014/703/Φ 104/2003 (ΦΕΚ 322 Β), όπως αυτά ισχύουν.
2. Εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος θα εκδοθεί κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με την οποία θα καθοριστούν ειδικοί τυποποιημένοι, κατά κλάδο δραστηριότητας και είδος τόπου εγκατάστασης, περιβαλλοντικοί όροι για δραστηριότητες της Κατηγορίας Β.
3. Για την αδειοδότηση των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου που υπάγονται στην κατηγορία Β, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, δεν απαιτείται υποβολή Περιβαλλοντικής Έκθεσης και έκδοση ξεχωριστής Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων, αλλά η απόφαση αυτή συγχωνεύεται με την Άδεια Εγκατάστασης ή την Υπεύθυνη Δήλωση που υποβάλλεται στις περιπτώσεις των δραστηριοτήτων της κατηγορίας Ι. Σε ξεχωριστό τμήμα της άδειας ή της δήλωσης περιλαμβάνονται οι τυποποιημένοι περιβαλλοντικοί όροι, ανάλογα με τον κλάδο δραστηριότητας και το είδος του τόπου εγκατάστασης της αδειοδοτούμενης επιχείρησης. Επιπλέον, όπου απαιτείται, μπορεί να τίθενται πρόσθετοι όροι για την προστασία του περιβάλλοντος μετά από αιτιολογημένη σχετική πρόταση της αρμόδιας υπηρεσίας περιβάλλοντος.
4. Η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων έχει διάρκεια ισχύος οκτώ (8) έτη, με την προϋπόθεση ότι δε θα έχει επέλθει εν τω μεταξύ μεταβολή των δεδομένων βάσει των οποίων εκδίδεται. Μετά την πάροδο της ισχύος της υπόκειται σε αναθεώρηση ή ανανέωση και τηρείται η διαδικασία έκδοσης της, μόνο εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η Απόφαση Έγκρισης των Περιβαλλοντικών Όρων έχει ισχύ για δώδεκα (12) έτη για την περίπτωση μονάδων που διαθέτουν Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης EMAS και για δέκα (10) έτη για την περίπτωση μονάδων που διαθέτουν Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης ISO 14001 ή άλλο αντίστοιχο σε ισχύ και για όσο χρόνο το Σύστημα αυτό βρίσκεται σε ισχύ. Μη έγκαιρη ανανέωση του Συστήματος Περιβαλλοντικής Διαχείρισης συνεπάγεται αυτοδίκαιη λήξη της ισχύος της Απόφασης Έγκρισης των Περιβαλλοντικών Όρων.
5. Η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων εξακολουθεί να ισχύει προσωρινά και μετά τη λήξη της, μέχρι την έκδοση νέας ανανεωμένης ή τροποποιημένης απόφασης, εφόσον όμως η υπόχρεη επιχείρηση αιτηθεί εγκαίρως την ανανέωση ή τροποποίηση της απόφασης αυτής τουλάχιστον ένα μήνα πριν από τη λήξη της, υποβάλλοντας προς τούτο τα εκάστοτε απαιτούμενα δικαιολογητικά
Θεωρούμε πολύ θετική την, προβλεπόμενη στην παράγραφο 4, σύνδεση της διάρκειας ισχύος της Απόφασης ‘Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) με την ύπαρξη Πιστοποιημένου Συστήματος Περιβαλλοντικής Διαχείρισης.
Για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση προτείνεται ο περιορισμός της διάρκειας ισχύος της Α.Ε.Π.Ο. για μονάδες που δε διαθέτουν πιστοποιημένο σύστημα από οκτώ (8) στα έξη (6) έτη.
Με την κατάργηση των περιβαλλοντικών εκθέσεων των κατηγοριών Β, θα πρέπει να ληφθούν αναγκαία μέτρα για την αποφυγή ορισμένων λαθών και παρατυπιών, όπως: α) εφόσον ισχύει για όλες τις δραστηριότητες της Β κατηγορίες, πως θα ελέγχεται η ενημέρωση, τήρηση σε θέματα διαχείρισης των αποβλήτων και ελέγχου παραμέτρων (π.χ. καπνού);;
δεν μπορεί να μην υπάρχουν κάποιες δραστηριότητες όπως οι φούρνοι, τα μηχανουργεία και τα συνεργεια.
β)Πως και ποτε θα δίνεται και ελέγχεται το διαχειριστικό σχέδιο αποβλήτων και η ετήσια έκθεση;η κατάργηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης συνδέεται με την αυτόματη καταργηση του διαχειριστικού σχεδίου κάθε επιχείρησης. Όμως αυτό δεν αντιβαίνει στην εγκυκλιο οικ.132496 /3628/2005 και στους στόχους της Ελλάδας για τη διαχείρισης των αποβλήτων;
γ) Η ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών όρων στην άδεια εγκατάστασης/ λειτουργίας και η τυποποίηση τους προφανώς θα δημιουργήσει σύγχυση στον υπεύθυνο της επίχειρησης καθώς δεν θα μπορεί να κατανοήσει τη τυποποιημένη νομοθεσία και τι από αυτά αφορά ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ την επιχείρηση του. Δυστυχώς προβλέπεται απαξίωση των επιχειρήσεων ως προς την περιβαλλοντική πλευρά.
Όσον αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις, θεωρώ λανθασμένη προσέγγιση η συνδεση των ΑΕΠΟ με τα συστηματα ISO ή EMAS. ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ΟΤΙ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ, η επιχείρηση ΔΕΝ θΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΝΑ ΚΑΤΑΒΑΛΛΕΙ ΕΝΑ ΚΑΘΟΛΑ ΕΥΚΑΤΑΦΡΟΝΗΤΟ ΠΟΣΟ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ για να συνεχίσει να εχει για 10-12 χρόνια Α.Ε.Π.Ο. Άλλωστε τα συστήματα αυτά ελέγχουν ορισμένα τυπικά σημεία της παραγωγικής διαδικασίας (έγγραφα, αρχεία, εκπαίδευση), εστιάζοντας στο πως λειτουργεί και όχι αν τηρεί τους απαιτούμενους όρους. Ακόμα, επειδή στην Ελλαδα πολλά θέματα διαχείρισης αποβλήτων δεν έχουν αντιμετωπιστεί επιτυχώς,πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να πιστοποιηθούν, παρόλο που έχουν επιτύχει άλλους σημαντικούς περιβαλλοντικούς στόχους.
Τέλος, με τη κατάργηση των αδειοδοτήσεων αναμένεται να υπάρχει σοβαρό πρόβλημα σε κλάδους που στηρίζονται σε αυτές τις δραστηριότητες.
Οι βιομηχανίες αποτελούν τη σημαντικότερη πηγή υποβάθμισής του. Στον βωμό των συμφερόντων των βιομήχανων δεν θα πρέπει να θυσιάζονται όλες οι προοπτικές και οι συνθήκες που το καθιστούν υγειές, βιώσιμο και λειτουργικό.
Βασική αρχή της Βιώσιμης Ανάπτυξης ή για πολλούς πράσινης ανάπτυξης αποτελεί η αρχή της πρόληψης, η οποία σύμφωνα με το παρόν σχέδιο νόμου πλέον δεν υφίσταται. Εκ των πραγμάτων δηλαδή ωθούμαστε σε καταστάσεις που μπορεί μελλοντικά να αποδειχθούν μη αναστρέψιμες, πράγμα το οποίο γινόταν όλο αυτό τον καιρό και πλέον φθάνει στο αποκορύφωμα. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά σε όλη την Ελλάδα (περίπτωση Ασωπού). Συγκεκριμένα πρέπει να προσεχθούν τα εξής:
1. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση των μικρών μονάδων (Κατηγορίας Ι & ΙΙ) δεν θα πρέπει να περνάει απαρατήρητη καθώς μεμονωμένα μπορεί να μην αποτελούν σημαντική πηγή ρύπανσης όμως η συσσώρευση αρκετών τέτοιων μονάδων σίγουρα θα δημιουργήσει προβλήματα.
2. Η υποβάθμιση του περιβάλλοντος θεωρείται με βάση τον Ν.1650/86 ποινικό αδίκημα. Οι τυποποιημένοι όροι όμως δεν θα μπορούν να αποτυπώσουν την πραγματική διάσταση της κάθε περίπτωσης και θα δυσκολέψουν την εφαρμογή του παραπάνω νόμου. Αποδεδειγμένα κάθε περίπτωση είναι διαφορετική για περιβαλλοντικούς και πολεοδομικούς λόγους και οι περισσότερες των περιπτώσεων έχουν προβλήματα και ιδιαιτερότητες. Επίσης ποιος θα καθορίζει το βαθμό της αυστηρότητας των όρων αυτών; Θα δυσκολεύει την αδειοδότηση ή θα επιτρέπει την αδιαφορία των ενδιαφερόμενων;
3. Επιθυμείτε η περιβαλλοντική αδειοδότηση και ο έλεγχος των περιβαλλοντικών όρων μονάδων κατηγορίας Β να γίνεται από ανθρώπους που δεν έχουν τις απαραίτητες γνώσεις (η διάθεση των υγρών αποβλήτων, η διαχείριση των στερεών επικίνδυνων και μη επικίνδυνων στερεών αποβλήτων). Γνώσεις οι οποίες αποτελούν ολόκληρη επιστήμη και χρειάζονται πολλά χρόνια προσπάθειας για να αποκτηθούν, δεν μπορούν να αντικατασταθούν με την μορφή τυποποιημένων προτάσεων οι οποίες πιθανώς να μην γίνονται και αντιληπτές.
4. Ο κλάδος των μηχανικών ο οποίος ασχολείται με τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις υφίσταται σοβαρό πλήγμα. Ειδικότητες για τις οποίες επενδύθηκαν κόπος και χρήμα καταστρέφονται. (Μηχανικοί Περιβάλλοντος, Περιβαλλοντολόγοι κ.α.)
Συμφωνούμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει αρκετή γραφειοκρατία η οποία τις περισσότερες φορές αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα των νέων επενδύσεων. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να μας μεταφέρει στο άλλο άκρο της έλλειψης του προγραμματισμού και της πρόληψης, της ανοχής, της ισοπέδωσης. Όπως είναι γνωστό και έχει αποτελέσει πυρήνα πολλών παραπόνων, η περιβαλλοντική αδειοδότηση καθυστερεί την έκδοση των αδειών. Ουσιαστικά η γνωμοδότηση των διαφόρων υπηρεσιών είναι η βασικότερη αιτία (το Δασαρχείο, οι Εφορείες Αρχαιοτήτων). Είναι ευκολότερο να αλλάξει εξολοκλήρου ένας Νόμος από το να αλλάξει απλά μία συγκεκριμένη παράμετρος;
Η αλλαγή του Νόμου στην παρούσα φάση θα δημιουργήσει ένα μεγάλο μπέρδεμα στις διάφορες υπηρεσίες με κύριο αποδέκτη των συνεπειών τον πολίτη. Παράλληλα το Περιβάλλον που τόσο αγαπάμε όλοι και κάνουμε αγώνα να το προστατέψουμε βάλλεται και στην ουσία υποβαθμίζεται. Ας αναλογιστούν τις ευθύνες τους οι υποστηρικτές αυτού του Σχεδίου Νόμου και ας πράξουν ανάλογα.
Συμφωνώ επι της αρχής με την κατάργηση ξεχωριστής περιβαλλοντικής άδειας για τις εγκαταστάσεις που θα είναι στη Β κατηγορία. Το μυστικό βέβαια είναι το ποιές από τις σημερινές Β3 θα γίνουν Β και ποιές θα ανέβουν κατηγορία και θα πάνε στο Α2. Προσοχή με τα συνοδά έργα. Μπορεί μια εγκατάσταση να είναι Β3 αλλά να έχει συνοδό έργο που είναι Α2 (π.χ. λιμενική εγκατάσταση).
Η διάρκεια των 10 και 12 ετών για όσους έχουν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης είναι υπερβολική. Ξέρετε πόσοι δήθεν διαπιστευμένοι φορείς μοιράζουν τέτοια πιστοποιητικά χωρίς κανένα έλεγχο και για λίγες εκατοντάδες ευρώ? Αν ισχύσει αυτό, δίνεται σε πολλές μονάδες «άσυλο» από οποιοδήποτε έλεγχο (η ανανέωση της ΑΕΠΟ είναι στις περισσότερες περιπτώσεις ο μόνος τρόπος ελέγχου των μονάδων και πάντα είναι ο μόνος τρόπος όπου το κοινό μπορεί να συμμετέχει στη διαβούλευση)
Επειδή και σε άλλο άρθρο έκανα αντίστοιχη παρατήρηση, να συμπληρώσω εδώ ότι είναι άλλο πράγμα η απλοποίηση των διαδικασιών (που απαιτείται) και είναι άλλο πράγμα ο εξαγριωμένος βιομηχανικός καπιταλισμός του προηγούμενου αιώνα (που σε κάποια άρθρα φαίνεται να θέλετε να επαναφέρετε)
Το περιβάλλον είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός κι ευαίσθητος τομέας ώστε να προχωρήσουμε σε τέτοιες αλλαγές (μη υποβολή περιβαλλοντικής έκθεσης). Σχετικά με την απλοποίηση των αδειοδοτήσεων αυτή οφείλεται κυρίως στη γραφειοκρατία και στους ρυθμούς των υπηρεσιών. Μια υπόθεση περιβαλλοντικής αδειοδότησης περιλαμβάνει τη σύνταξη της μελέτης από τον μελετητή και την έγκριση της μελέτης από τις υπηρεσίες. Ο μελετητής, ειδκά για τις μικρές υποθέσεις, χρειάζεται χρόνο περίπου μιας εβδομάδας, με δέκα μέρες, για τη συλλογή των στοιχείων και την εκπόνηση της μελέτης. Η υπηρεσία για τον έλεγχο της μελέτης μπορεί να κάνει περισσότερο από τρεις μήνες (έχω συναντήσει και φαινόμενα εννέα μηνών!!!). Προτείνω η υπηρεσία να εγκρίνει άμεσα τη μελέτη με τη μόνη υποχρέωση τον έλεγχο της εφαρμογής. Την πλήρη ευθύνη θα φέρει για το έργο θα φέρει ο μηχανικός. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο χρόνος θα γίνει ο ελάχιστος και η προστασία η μέγιστη καθώς όλα αυτά που πρέπει να γίνουν για το περιβάλλον θα γίνουν υπό το φόβο του ελέγχου, έως ότου ο Έλληνας αποκτήσει περιβαλλοντική συνείδηση και ηθική, κι έως ότου η πολιτεία αποφασίσει να γίνει πραγματικός βοηθός των Μικρο-Μεσαίων Επιχειρήσεων και του Περιβάλλοντος.
Υπάρχουν εγκαταστάσεις που ενώ δεν θα απαιτείται πλέον η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, χρησιμοποιούν καύσιμα που δεν επιτρέπονται στην βιομηχανία (πχ ξύλα στα αρτοποιεία, πυρηνόξυλο στα ελαιουργεία), με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα απαιτείται ειδική περιβαλλοντική έκθεση για την χρήση αυτών των καυσίμων που συνήθως ενσωματώνονταν στην μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Πρέπει να γίνει διευκρίνιση η υποχρέωση ή μη αυτών των εγκαταστάσεων για έγκριση περιβαλοντικών όρων.
Επί της αρχής συμφωνώ με την κατάργηση της κατηγορίας Β3, που μόνο άσκοπες καθυστερήσεις εξυπηρετούσε, όσο και με την κατάργηση έκδοσης ξεχωριστής Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων για τις δραστηριότητες της κατηγορίας Β. Διαφωνώ όμως με την ολική κατάργηση υποβολής Περιβαλλοντικής Έκθεσης για όλες τις δραστηριότητες της κατηγορίας Β. Πέρα κάποιων απλών δραστηριοτήτων επαγγελματικών εργαστηρίων, τα οποία δύναται να οριστούν, και για τα οποία πράγματι δεν απαιτείται η υποβολή Περιβαλλοντικής Έκθεσης καθόσον οι όροι που τίθενται μπορούν να τυποποιηθούν, υπάρχουν στην κατηγορία Β και σημαντικές βιομηχανίες που απαιτούν ιδιαίτερους περιβαλλοντικούς όρους, οι οποίοι δεν δύναται να τυποποιηθούν καθόσον εξαρτώνται από τα ειδικά εναλλακτικά μέτρα προστασίας περιβάλλοντος που λαμβάνει η κάθε επιχείρηση βάσει του μηχανολογικού εξοπλισμού της και της παραγωγικής της διαδικασίας. Στις περιπτώσεις αυτές κρίνεται αναγκαία η περιγραφή και τεκμηρίωση σε μια μελέτη των μέτρων προστασίας περιβάλλοντος και της πρότασης ειδικών περιβαλλοντικών όρων.