1. Στις ανώνυμες εταιρίες που ιδρύονται ή αυξάνουν το κεφάλαιό τους επιβάλλεται ανταποδοτικό τέλος ύψους ένα τοις χιλίοις (0,001) υπολογιζόμενο επί του ιδρυτικού κεφαλαίου ή επί του ποσού της αύξησης του κεφαλαίου αντιστοίχως υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα έσοδα αυτά εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού και όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, στον διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του άρθρου 29 και τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υπόκειται στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
2. Ο προϋπολογισμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και προσαρτάται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Τον προϋπολογισμό εισηγείται στον Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ο Πρόεδρος της Επιτροπής, ο οποίος είναι και ο διατάκτης των δαπανών αυτής. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού παρακολουθείται από την Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και Ελέγχου της εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους, όπως ορίζεται από τον Κανονισμό της Βουλής.
3. Αν από την οικονομική διαχείριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο τέλος κάθε διετίας προκύπτει οικονομικό αποτέλεσμα (έσοδα-έξοδα) που υπερβαίνει τις δαπάνες της προηγούμενης χρήσης, διατίθεται έως το 80% του οικονομικού αυτού αποτελέσματος με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Το υπόλοιπο ποσοστό παραμένει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία το διαθέτει, μετά από απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, για θέματα, ιδίως της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και ειδικότερα για θέματα της εποπτείας της Αγοράς, περιλαμβανομένης της επιστημονικής, μελετητικής και συμβουλευτικής υποστήριξης αυτής, των αμοιβών Επιτροπών επί θεμάτων αρμοδιότητας της, των συμμετοχών ή οργανώσεων συνόδων ή συνεδρίων, καθώς και ερευνητικών προγραμμάτων από ειδικούς επιστήμονες ή ομάδες εργασίας.
4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί από μόνη της να προβαίνει στην ανάθεση έργων, προμηθειών, καθώς και στην αγορά ή εκμίσθωση ακινήτων για τις ανάγκες της, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της. Το τίμημα της τυχόν αγοράς ακινήτων καταβάλλεται από τους πόρους της Επιτροπής Ανταγωνισμού.