1. Ο Πρόεδρος μετά από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, εισάγει ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, από τις εκκρεμείς ενώπιον της Γενικής Διεύθυνσης υποθέσεις των περιπτώσεων των άρθρων 1, 2 και 11, όσες από αυτές πληρούν τα κριτήρια της κατά προτεραιότητα εξέτασης, όπως τα κριτήρια αυτά προσδιορίζονται κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γ), συνεκτιμώντας το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό, τον αριθμό και την πορεία των εκκρεμών από προηγούμενες κατά την επόμενη παράγραφο κληρώσεις υποθέσεων. Από την εφαρμογή συστήματος μοριοδοτήσεως σύμφωνα με το στοιχείο ιβ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 14, η Ολομέλεια της Επιτροπής δεσμεύεται στην εξέταση των υποθέσεων σύμφωνα με την σειρά κατάταξης τους, ανάλογα με τα μόρια που λαμβάνουν. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξετάζει κατά απόλυτη προτεραιότητα υποθέσεις που φέρονται ενώπιόν της μετά από έγγραφη αίτηση του Υπουργού Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας, εφόσον αυτές άπτονται θεμάτων με ιδιαίτερο κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο.
2. Κάθε υπόθεση της προηγούμενης παραγράφου αμέσως μετά την έκδοση απόφασης περί της κατά προτεραιότητα εξέτασής της, και κάθε υπόθεση συγκέντρωσης που αφορά περιπτώσεις των άρθρων 5 επ., ανατίθεται σε έναν από τους Εισηγητές μετά από κλήρωση από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Σε περίπτωση που η υπόθεση εισάγεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο σε τμήμα, με την ίδια απόφαση της Ολομέλειας ορίζονται, μετά από κλήρωση, στην οποία δεν συμμετέχουν οι Εισηγητές, τα τακτικά μέλη της Επιτροπής, που θα αποτελέσουν τη σύνθεση του τμήματος που θα αναλάβει την υπόθεση. Του τμήματος προεδρεύει κατά κανόνα ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος. Με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής, μετά από εισήγηση του Προέδρου, μπορεί να ανατεθεί η προεδρία ενός τμήματος σε ένα από τα τακτικά μέλη που κληρώθηκαν, εκτός του ορισθέντος για τη συγκεκριμένη υπόθεση Εισηγητή.
3. Ο Εισηγητής, στον οποίο ανατίθεται υπόθεση, συνεπικουρείται από υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που ορίζονται από τον Γενικό Διευθυντή μετά από πρόταση του αρμόδιου κατά περίπτωση Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κατά το άρθρο 21. Ο αριθμός των υπαλλήλων της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, που ορίζεται κατά περίπτωση, εξαρτάται από τη σοβαρότητα της υπόθεσης.
4. Η εισήγηση πρέπει να κατατεθεί στην Ολομέλεια ή στο αντίστοιχο τμήμα, κατά περίπτωση, εντός εκατό είκοσι (120) ημερών από την ανάθεσή της, με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στα άρθρα 5 επ. προθεσμιών. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μετά από αίτημα του Εισηγητή, για χρόνο ο οποίος δεν υπερβαίνει τις εξήντα (60) ημέρες.
5. Κάθε απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού λαμβάνεται εντός δώδεκα (12) μηνών από την ανάθεση της σχετικής υπόθεσης στον Εισηγητή, εκτός των προβλεπόμενων περιπτώσεων στα άρθρα 5 επ.. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ή όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή, το ανώτερο, μέχρι δύο (2) μήνες.
6. Οι υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή των άρθρων 1, 2 και 5 επ., αν δεν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο, εισάγονται υποχρεωτικά σε τετραμελή, συμπεριλαμβανομένου του Εισηγητή, τμήματα, εκτός από τις υποθέσεις μείζονος σημασίας που εισάγονται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στην Ολομέλεια. Στις λοιπές περιπτώσεις, οι υποθέσεις εισάγονται απευθείας στην Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
7. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεδριάζει νόμιμα σε Ολομέλεια, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, ο Εισηγητής που έχει οριστεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση, και πέντε τουλάχιστον μέλη, τακτικά ή αναπληρωματικά, αποφασίζει δε κατά πλειοψηφία των παρόντων. Στις συνεδριάσεις και διασκέψεις της Ολομέλειας και των κατά τα κατωτέρω τμημάτων της Επιτροπής Ανταγωνισμού συμμετέχει ο Εισηγητής που έχει οριστεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση χωρίς δικαίωμα ψήφου. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του εκάστοτε προεδρεύοντος. Τα τμήματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού συνεδριάζουν νόμιμα, εφ’ όσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος, ή ο Αντιπρόεδρος ή άλλο προεδρεύον τακτικό μέλος, ο Εισηγητής που έχει οριστεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση και δύο επιπλέον τακτικά μέλη. Τόσο στην Ολομέλεια όσο και σε κάθε τμήμα, συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, οι υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που συνεπικουρούν τον Εισηγητή και ο Γραμματέας της Ολομέλειας ή του Τμήματος που ορίζεται κατά περίπτωση από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τον αναπληρωτή του και προέρχεται από τους υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που απαρτίζουν το Γραφείο Προέδρου.
8. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή, ούτε με αναπλήρωση, η νόμιμη συγκρότηση τμήματος στο οποίο έχει εισαχθεί υπόθεση ή για σπουδαίο λόγο καθίσταται αδύνατη η λειτουργία του, η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού αναλαμβάνει την υπόθεση ή την αναθέτει σε άλλο τμήμα που ορίζει με απόφασή της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, και με εξαίρεση τις περιπτώσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 8, οι προβλεπόμενες στο νόμο προθεσμίες υπολογίζονται εκ νέου. Μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού τα οποία απουσιάζουν χωρίς σπουδαίο λόγο για τρεις συνεχόμενες συνεδριάσεις είτε πρόκειται για συνεδριάσεις τμήματος στο οποίο μετέχουν ή της Ολομέλειας, εκπίπτουν αυτοδίκαια από την ιδιότητά τους. Η έκπτωση διαπιστώνεται με σχετική απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής.
9. Κατά την ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού συζήτηση επί των αιτήσεων και των καταγγελιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, μπορούν να παρίστανται αυτοπροσώπως ή μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου αυτοί που υπέβαλαν αίτηση ή καταγγελία, οι οποίοι καλούνται προς τούτο σαράντα πέντε (45) ημέρες πριν από τη συζήτηση, όπως και οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων κατά των οποίων κινήθηκε η ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασία. Η προθεσμία κλήτευσης στις περιπτώσεις των άρθρων 8 και 9 δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών. Τα κλητευόμενα μέρη δύνανται να παραιτούνται των προθεσμιών ή να ζητούν τη σύντμηση τους. Σε περίπτωση περισσοτέρων κλητευομένων μερών απαιτείται παραίτηση από τη νόμιμη προθεσμία ή αίτηση σύντμησης από όλα τα μέρη. Σε περίπτωση παράλειψης, μη προσήκουσας ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης, αυτός που δεν παρέστη στη συζήτηση δικαιούται να υποβάλει αίτηση επανασυζήτησης ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης.
10. Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον της Ολομέλειας ή τμήματος της Επιτροπής Ανταγωνισμού και ιδίως για την εξέταση μαρτύρων, τηρούνται πρακτικά με ηλεκτρονικά μέσα. Τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά παραδίδονται, με επιμέλεια της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, στα μέρη 15 ημέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή συμπληρωματικού υπομνήματος και σε κάθε περίπτωση εντός τριάντα ημερών από το πέρας της ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασίας.
11. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού κοινοποιούνται με επιμέλεια της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Το θέμα των κριτηρίων προτεραιότητας είναι λογικό για κάποιες υποθέσεις μεγάλου δημοσίου συμφέροντος, αλλά υπάρχει κίνδυνος κάποια υπόθεση,για κάποιους λόγους ίσως και πονηρούς, να είναι για πολλά χρόνια στις υποθέσεις που δεν έχουν τα κριτήρια της προτεραιότητας.
Πρέπει να μπούν αυστηρά χρονικά όρια στην επιτροπή ανταγωνισμού όσον αφορά την εκδόση απόφασης (θετικής ή αρνητικής).
Η επιχείρηση που υφίσταται της επιπτώσεις από εναρμονισμένες τακτικές συνήθως είναι η ποιό αδύνατη αλλά και ευάλωτη στον χρόνο. Μία χρονοβόρα διαδικασία μπορεί να αποβεί καταστρεπτική για την λειτουργία της.
Η διάρκεια διαδικασίας εξέτασης της κάθε υπόθεσης και απόφασης από την επιτροπή ανταγωνισμού δεν πρέπει να ξεπερνά τους 12 μήνες.
Σε περίπτωση που ο χρόνος αυτός δεν είναι αρκετός ώστε να καταλογισθούν και επιβληθούν οι ποινές, πρέπει να υπάρχει μια ενδιάμεση διαδικασία ώστε να υποχρεώνεται ο καταγγελόμενος στην άρση των παράνομων τακτικών του πρός όφελος του καταγγέλοντος εντός του χρονικού ορίου των 12 μηνών.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην επιτροπή ανταγωνισμού είναι ο χρονος.
Στην παραγραφο 10 ορίζεται ο χρόνος παραδοσης των απομαγνητοφωνημενων πρακτικων στα μέρη. Ο χρόνος ορίζεται ουσιαστικά μετά το πέρας της διαδικασίας. Το μέτρο αυτό είναι υπερ των ισχυρών εταιρειών οι οποιες διαθετουν στρατιές νομικων εκπροσώπων και βοηθών και μπορούν να έχουν εως και στενογράφους εντός της αίθουσας της Ολομέλειας για να σημειώνουν τα πρακτικά. Οι μικρές εταιρείες αδυνατούν να κρατούν σημειώσεις και έχουν ετσι απώλεια στην υπερασπιστική τους γραμμή.
Με το ισχυον καθεστώς τα πρακτικά παραδίδονται εντός 10 ημερών από κάθε συνεδριάση και έτσι διευκολυνονται όλοι στο υπερασπιστικό τους έργο. Θα πρέπει να παραμείνει ώς έχει ή να δωθεί εναλλακτική δυνατότητα στα μέρη να μαγνητοφωνούν τις συνεδριάσεις με δικά τους μέσα.
Με εκτίμηση
φλωράς Γιώργος