1. Κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς ή ανταλλαγής ή την απόκτηση συμμετοχής, που εξασφαλίζει τον έλεγχο της επιχείρησης, όταν ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10 ανέρχεται, στην παγκόσμια αγορά τουλάχιστον σε εκατόν πενήντα εκατομμύρια (150.000.000) ευρώ και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν, η καθεμία χωριστά, συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ στην ελληνική αγορά.
2. Η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών αρχίζει από την επέλευση της πρώτης από τις πράξεις, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.
3. Υποχρεούνται σε γνωστοποίηση:
α) στις περιπτώσεις που οι συγκεντρώσεις συνίστανται σε συγχώνευση κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο α΄ ή σε απόκτηση κοινού ελέγχου κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο β΄, από κοινού οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις πράξεις αυτές.
β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, το πρόσωπο ή η επιχείρηση που αποκτά τον έλεγχο στο σύνολο ή σε τμήματα μιας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων.
4. Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης της υποχρέωσης προς γνωστοποίηση η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει στον καθένα από τους, κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, υπόχρεους προς γνωστοποίηση πρόστιμο ύψους τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) Ευρώ, το οποίο δεν υπερβαίνει το επτά τοις εκατό (7%) του συνολικού κύκλου εργασιών, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 10.
5. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο της γνωστοποίησης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτή θέμα.
6. Οι υπόχρεοι σε γνωστοποίηση, αμέσως μετά την γνωστοποίηση, υποχρεούνται να δημοσιεύσουν τη γνωστοποιούμενη συγκέντρωση σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα, πανελλαδικής κυκλοφορίας, με έξοδά τους. Το κείμενο της δημοσίευσης κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και δημοσιεύεται στο δικτυακό τόπο που διατηρεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλλει παρατηρήσεις ή να παρέχει στοιχεία επί της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού λαμβάνει υπόψη το εύλογο έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, για διατήρηση του επιχειρηματικού απορρήτου. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο της δημοσίευσης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτή θέμα.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορεί να τροποποιούνται τα κατώτατα όρια και τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Η εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία τα οποία συγκεντρώνει αυτή κάθε τριετία και αφορούν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και την κατάσταση του ανταγωνισμού κατά την προηγούμενη τριετία.
Όπως είχα υποστηρίξει και στο πλαίσιο της Ειδικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής με αντικείμενο την υποβολή προτάσεων για την τροποποίηση της νομοθεσίας του ελεύθερου ανταγωνισμού, στην οποία είχα την τιμή να συμμετέχω, κατά τη γνώμη μου, η διατήρηση του ισχύοντος άρθρου 4α επιβάλλεται για τους ακόλουθους λόγους:
1. Διατηρείται η δυνατότητα ελέγχου (και ενδεχομένως απαγόρευσης) από την ΕΑ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1, εκείνων των κοινών επιχειρήσεων που δεν αποτελούν συγκεντρώσεις κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 5, όπως ενδεχομένως θεωρούν οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν συμπράξεις κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 7 παρ. 3 (πιθανότατα μάλιστα και οριζόντιες συμπράξεις), εφόσον δεν εκπληρώνουν μόνιμα όλες τις λειτουργίες μίας αυτόνομης οικονομικής ενότητας. Με τη γνωστοποίησή τους (και τη συνακόλουθη δυνατότητα ελέγχου εκ μέρους της ΕΑ) αποτρέπεται ο κίνδυνος καταστρατήγησης της απαγόρευσης των (περιοριστικών του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 1) συμπράξεων. Είναι δε προφανές ότι για τον έλεγχο (και την ενδεχόμενη απαγόρευση) των ως άνω κατ’ ουσίαν συμπράξεων δεν μπορούν να ισχύσουν τα κατώφλια του άρθρου 6 παρ. 1 που ισχύουν για τις συγκεντρώσεις που υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο. Εξάλλου, το κατώφλι του μεριδίου αγοράς (10%) που ισχύει για τη γνωστοποίηση βάσει του άρθρου 4α δεν είναι μικρότερο από τα μερίδια αγοράς που αναφέρονται στην Ανακοίνωση της ΕΑ της 2.3.2006 για τις συμφωνίες ήσσονος σημασίας (5% για τις συμφωνίες μεταξύ ανταγωνιστών και 10% για τις συμφωνίες μεταξύ μη ανταγωνιστών).
2. Διατηρείται η δυνατότητα ελέγχου (και ενδεχομένως απαγόρευσης) από την ΕΑ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 του νόμου, εκείνων των περιορισμών που συμφωνούνται στο πλαίσιο μιας συγκέντρωσης και οι οποίοι δεν αποτελούν δευτερεύοντες περιορισμούς κατά την έννοια του άρθρου 8 παρ. 7, επειδή δεν συνδέονται άμεσα με την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και δεν είναι απαραίτητοι για αυτή, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν (αυτοτελείς) συμπράξεις, εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1. Με τη γνωστοποίησή των συγκεντρώσεων που περιέχουν τέτοιους (μη «δευτερεύοντες») περιορισμούς (και τη συνακόλουθη δυνατότητα ελέγχου εκ μέρους της ΕΑ) αποτρέπεται (όπως και στην προαναφερθείσα περίπτωση των κοινών επιχειρήσεων που δεν έχουν χαρακτήρα συγκέντρωσης αλλά σύμπραξης) ο κίνδυνος καταστρατήγησης της απαγόρευσης των (περιοριστικών του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 1) συμπράξεων. Είναι δε επίσης προφανές ότι για τον έλεγχο (και την ενδεχόμενη απαγόρευση) των ως άνω (κατ’ ουσίαν αυτοτελών) συμπράξεων δεν μπορούν, ούτε και στην περίπτωση αυτή, να ισχύσουν τα κατώφλια του άρθρου 6 παρ. 1 (προτεινόμενη νέα αρίθμηση) που ισχύουν για τις συγκεντρώσεις που υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο. Όσον αφορά το μερίδιο αγοράς, ισχύουν τα παραπάνω, υπό 1.
3. Ενόψει της ως άνω κυρίως αποτρεπτικής λειτουργίας της γνωστοποίησης, η προτεινόμενη κατάργηση του (ισχύοντος) άρθρου 4α δεν δικαιολογείται, κατά τη γνώμη μου, ούτε εξ επόψεως αποφυγής της πρόσθετης επιβάρυνσης των επιχειρήσεων (ενόψει της απλουστευμένης διαδικασίας γνωστοποίησης, που συνίσταται στη συμπλήρωση του σχετικού δισέλιδου εντύπου και στην επισύναψη του κειμένου της τυχόν συμφωνίας), ούτε εξ επόψεως διοικητικού κόστους, αφού η ως άνω γνωστοποίηση δεν συνεπάγεται αυτόματη κίνηση της διαδικασίας ελέγχου ούτε άλλες ενέργειες εκ μέρους της ΕΑ, εκτός αν συντρέχει μια από τις προαναφερθείσες (υπό 1 και 2) περιπτώσεις, οι οποίες και θα επιβάλλουν την ενεργοποίηση της ΕΑ βάσει του άρθρου 1 (με την έννοια αυτή η γνωστοποίηση διευκολύνει και τον κατασταλτικό έλεγχο εκ μέρους της ΕΑ). Σε κάθε περίπτωση το ως άνω διοικητικό κόστος θα είναι μικρότερο από το προσδοκώμενο όφελος, χωρίς να υπολογίζεται και το πρόσθετο όφελος που συνίσταται στο ότι η ΕΑ θα έχει στη διάθεσή της μια χρήσιμη βάση δεδομένων που θα της δίνει τη δυνατότητα, εφόσον το επιτρέπουν οι ανθρώπινοι πόροι της, να προβαίνει σε περαιτέρω αξιοποίησή της (χαρτογράφηση των σχετικών αγορών, στατιστικές μελέτες κλπ.), εφόσον κάτι τέτοιο ήθελε κριθεί σκόπιμο ή αναγκαίο, ή να θέτει τα στοιχεία αυτά στη διάθεση άλλων αρμόδιων αρχών.
Στην παρ. 1 πρέπει, κατά την άποψή μας, να τροποποιηθεί το σωρευτικό κριτήριο «και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν, η καθεμία χωριστά, συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ στην ελληνική αγορά» στο ορθό «και μία τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιεί συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ στην ελληνική αγορά». Και αυτό γιατί, έτσι όπως έχει η διατύπωση δεν καταλαμβάνονται συγκεντρώσεις στις οποίες συμμετέχουν μια πολυεθνική με δις παγκόσμιο τζίρο και στην ελληνική αγορά με τζίρο λίγότερο από 15.000.000 €, που αποκτά την πρώτη επιχείρηση στο σχετικό κλάδο. Ουδείς μπορεί να αμφιβάλλει για τις βλαπτικές συνέπειες στις δομές ανταγωνισμού μιας τέτοιας συγκέτνρωσης.
«Κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς ή ανταλλαγής ή την απόκτηση συμμετοχής..»
Η φράση «απόκτηση συμμετοχής» πρέπει να απαλειφθεί διότι δημιουργεί σύγχυση ως προς την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας των 30 ημερών. Με την φράση «απόκτηση συμμετοχής» γίνεται αντιληπτή η μεταβίβαση (εκποιητική δικαιοπραξία) μετοχών ή assets μιας επιχείρησης, η οποία όμως μέχρι την έκδοση εγκριτικής από την Επιτροπή απόφασης δεν επιτρέπεται. Ως εκ τούτου, ενώ σύμφωνα με την τελολογική ερμηνεία του εν λόγω άρθρου, η προθεσμία των 30 ημερών αφορά στην ενοχική και όχι στην εκποιητική δικαιοπραξία (ή ακόμα και ένα MoU ή LoΙ), η χρήση της λέξης «απόκτηση» ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση.
Με εκτίμηση,
Στέφανος Χαρακτινιώτης