1. Με απόφαση του Περιφερειάρχη για τα Επαγγελματικά Επιμελητήρια Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Ροδόπης και του οικείου Νομάρχη, για τα λοιπά Επιμελητήρια της Χώρας, συγκροτείται Πειθαρχικό Συμβούλιο, που ασκεί την πειθαρχική εξουσία επί των μεσιτών αστικών συμβάσεων και βοηθών μεσίτη. Στο Πειθαρχικό Συμβούλιο μετέχουν:
α) Ένας Πρωτοδίκης, ως Πρόεδρος, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή από τον οικείο Πρόεδρο Πρωτοδικών.
β) Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης ή Τμήματος Εμπορίου της Περιφέρειας της έδρας κάθε Επιμελητηρίου.
γ) Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε Επιμελητηρίου, προερχόμενο από τον κλάδο των μεσιτών αστικών συμβάσεων, με τουλάχιστον 5ετή εμπειρία, ελλείψει δε αυτού, από έναν μεσίτη με τουλάχιστον 5ετή εμπειρία, ο οποίος έχει επαγγελματική έδρα στον ίδιο Νομό και προτείνεται από το Πρωτοβάθμιο Συνδικαλιστικό Όργανο του ίδιου κλάδου, ως μέλος.
δ) Χρέη Εισηγητού εκτελεί ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μητρώου κάθε Επιμελητηρίου.
ε) Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Επιμελητηρίου οριζόμενος από το Διοικητικό Συμβούλιο αυτού με την ίδια απόφαση.
Όλοι οι ανωτέρω ορίζονται με τους αναπληρωτές τους.
2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει σε απαρτία και κατά χρόνο που προσδιορίζεται στην απόφαση της παραγράφου 1 εκτός από τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο κάθε έτους.
3. Οι δαπάνες του Πειθαρχικού Συμβουλίου και η αμοιβή των μελών του βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Επιμελητηρίου και καθορίζονται με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής του.
4. Οι αποφάσεις των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου, κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, θα εκδοθούν εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
5. Πειθαρχικά αδικήματα είναι:
α) Κάθε παράβαση υποχρέωσης που απορρέει από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
β) Κάθε ενέργεια από δόλο ή αμέλεια που βλάπτει την επαγγελματική φήμη των μεσιτών αστικών συμβάσεων.
γ) Η οποιαδήποτε παράβαση των όρων της εντολής που έλαβε ο μεσίτης από τον εντολέα, η παράνομη είσπραξη αμοιβής ή προκαταβολής χρημάτων, καθώς και η αδυναμία επιστροφής χρημάτων στις περιπτώσεις που δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του από τη σύμβαση.
6. Την πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκεί ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου, ύστερα από καταγγελία οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον ή του Προέδρου του οικείου Επαγγελματικού Σωματείου ή και αυτεπαγγέλτως. Ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου υποχρεούται στην άσκηση της πιο πάνω πειθαρχικής δίωξης, αν υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος.
7. Πειθαρχικές ποινές είναι:
α) Έγγραφη επίπληξη.
β) Πρόστιμο από δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ που εισπράττεται κατά τις διατάξεις περί δημοσίων εσόδων υπέρ του οικείου Επιμελητηρίου.
γ) Προσωρινή στέρηση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος μέχρι (1) ένα έτος.
δ) Επιβολή προστίμου και προσωρινή στέρηση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος,
ε) Οριστική στέρηση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος σε περίπτωση που υποπίπτει στα ποινικά αδικήματα της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του παρόντος.
8. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο, για τη λήψη της απόφασής του, δικαιούται να καλεί προς εξέταση μάρτυρες, να ζητά την κατάθεση εγγράφων, να παραγγέλλει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης ή αυτοψίας και να ζητά τη συνδρομή κάθε δημοσίας αρχής. Ο εγκαλούμενος καλείται να απολογηθεί εντός ευλόγου χρόνου και δικαιούται να υποβάλλει την απολογία του προφορικώς ή εγγράφως και να παρίσταται ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου με συνήγορο. Αν ο εγκαλούμενος είναι άγνωστης διαμονής, το Πειθαρχικό Συμβούλιο αναρτά την κλήση προς απολογία στον χώρο των ανακοινώσεων του Επιμελητηρίου επί ένα (1) μήνα και εν συνεχεία αποφαίνεται ερήμην αυτού. Στο ίδιο σημείο και για το ίδιο χρονικό διάστημα αναρτά την απόφασή του ή οποιοδήποτε άλλο σχετικό έγγραφο.
9. Οι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου διαβιβάζονται στο Επιμελητήριο και κοινοποιούνται τόσο στον εγκαλούμενο, μέσω του οικείου Επιμελητηρίου, όσο και στα άλλα Επιμελητήρια της χώρας. Οι αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων προσβάλλονται ενώπιον των αρμοδίων Διοικητικών Δικαστηρίων.