1. Διώκεται κατ’ έγκληση και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ : α) όποιος εν γνώσει χρησιμοποιεί σήμα κατά παράβαση του άρθρου 17 παρ. 3 στοιχείο α ή β, β) όποιος χρησιμοποιεί σήμα φήμης, κατά παράβαση του άρθρου 17 παρ. 3 στοιχείο γ με πρόθεση να εκμεταλλευτεί ή να βλάψει τη φήμη του, γ) όποιος εν γνώσει θέτει σε κυκλοφορία, κατέχει, εισάγει ή εξάγει προϊόντα που φέρουν αλλότριο σήμα ή προσφέρει υπηρεσίες με αλλότριο σήμα και δ) όποιος εν γνώσει τελεί μία από τις πράξεις του άρθρου 17 παρ. 4 στοιχεία α’, β’, γ’ και δ’.
2. Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημιά που απειλήθηκε από τις πράξεις της παρ. 1 είναι ιδιαίτερα μεγάλη και συντρέχει εκμετάλλευση σε εμπορική κλίμακα ή ο υπόχρεος τελεί τις πράξεις αυτές κατ’ επάγγελμα, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστο δύο ετών και χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνον επί προσβολής σήματος με ίδιο διακριτικό γνώρισμα και ταυτότητα ή ομοιότητα προϊόντων.
3. Όποιος χρησιμοποιεί τα σύμβολα και σημεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 παρ. 2 περίπτ. α’ διώκεται αυτεπαγγέλτως και τιμωρείται με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ.
4. Η απόπειρα τέλεσης των ως άνω πράξεων τιμωρείται με μειωμένη την ποινή των ανωτέρω παραγράφων.
Προτείνουμε να συμπερηληφθεί τόσο η αυτεπάγγελτη δίωξη και όχι η κατ’έγκληση δίωξη κατά το Άρθρο 29 παρ. 1 του Νομοσχεδίου, όσων παραβαίνουν τις διατάξεις του νόμου, αλλά και να προβλέπονται αυστηρότερες ποινές και ποινικές κυρώσεις κατά εκείνων που παραβιάζουν τον νόμο περί σημάτων κατά τα πρότυπα των ήδη ισχυουσών διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας και ως εξής:
Άρθρο 29 :
«Η ποινική δίωξη για πράξεις που γίνονται μετά την καταχώριση του προσβαλλομένου σήματος του δικαιούχου, ασκείται αυτεπαγγέλτως για όλες τις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του παρόντος νόμου, με πρωτοβουλία των αρμοδίων Αρχών στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους ή έπειτα από αναφορά, μήνυση ή άλλη είδηση προερχομένη από οποιαδήποτε πηγή, αναφορικά με τη διάπραξη των ως άνω περιγραφομένων αξιοποίνων πράξεων».
«Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημία που απειλήθηκε από τις πράξεις των παρ. 1 και 2 είναι ιδιαίτερα μεγάλο, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων (4) ετών και χρηματική ποινή δέκα πέντε (15.000,00) ΕΥΡΩ. Αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ’ επάγγελμα ή αν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η πράξη μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία των δικαιωμάτων επί σημάτων, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων (50.000,00) ΕΥΡΩ, καθώς και αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης στα πλαίσια της οποίας τελέστηκε η πράξη. Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ’ επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων του νόμου περί σημάτων που ίσχυαν πριν από αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας».
Επίσης το Νομοσχέδιο δεν έχει συμπεριλάβει σημαντικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στην Οδηγία 2004/48/ΕΚ, όπως ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ, για τους παραβάτες των σχετικών διατάξεων. Πρέπει να σημειώσουμε ότι πέραν του στόχου της αποτροπής του επίδοξου παραβάτη όταν απειλείται και με την επιβολή διοικητικών προστίμων για τις παράνομες πράξεις του που συνιστούν προσβολή των περί σημάτων δικαιωμάτων, τα σχετικά διοικητικά πρόστιμα θα επιτύγχαναν και την οικονομική ενίσχυση του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο άλλωστε ήδη διαθέτει και χρηματοδοτεί αρμόδια όργανα (όπως Ελληνική Αστυνομία, Δημοτικές Αστυνομίες, Εισαγγελία, ΣΔΟΕ, Τελωνεία κλπ.) για τον εντοπισμό και την σύλληψη των προσβολέων, την κατάσχεση παράνομων εμπορευμάτων που φέρουν παράνομα εμπορικά σήματα, καθώς και ειδικές διαδικασίες αποτίμησης της αξίας και καταστροφής των προϊόντων που φέρουν παράνομα εμπορικά σήματα, και που όμως δεν υπάρχει σε κανένα μέχρι σήμερα νόμο η πρόβλεψη ούτε η διαδικασία επιβολής διοικητικών προστίμων στους παραβάτες της σχετικής νομοθεσίας. Συνεπώς η έλλειψη αυτή, η οποία προβλέπεται από την εν λόγω κοινοτική οδηγία θα μπορούσε να καλυφθεί με την προσθήκη στο Νομοσχέδιο σχετικού Άρθρου, ως εξής:
«Διοικητικές κυρώσεις
1. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, ενεργώντας στα πλαίσια εμπορικής επιχείρησης με αντικείμενο την κατασκευή ή/και την εισαγωγή, ή/και την χονδρική ή/και λιανική πώληση ή/και την με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εμπορική διάθεση προϊόντων, κατασκευάζει, εισάγει, πωλεί ή κατ΄ άλλον τρόπο διανέμει στο κοινό ή κατέχει με σκοπό χονδρικής ή λιανικής πώλησης ή εν γένει εμπορικής διάθεσης ή διανομής με τελικό αποδέκτη το κοινό, προϊόντα τα οποία φέρουν απομιμητικό ή παραποιητικό σήμα, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο της λιανικής αξίας ενός εκάστου προϊόντος φέροντος τέτοιο σήμα επί δέκα (10).
2. Πλανόδιος ή στάσιμος (εκτός καταστήματος) που καταλαμβάνεται να πωλεί ή άλλως πως διαθέτει στο κοινό ή να κατέχει με σκοπό πώλησης ή άλλως πως διάθεσης προϊόντων τα οποία φέρουν απομιμητικό ή παραποιητικό σήμα, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο του αριθμού των αποτελούντων αντικείμενο προσβολής τεμαχίων τα οποία κατέχει, κατά την έκθεση κατάσχεσης που συντάσσεται κατά τη σύλληψη του δράστη, επί είκοσι (20) ΕΥΡΩ. Το ελάχιστο ποσό του διοικητικού προστίμου ορίζεται σε χίλια (1.000) ΕΥΡΩ.
3. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μπορεί να αυξομειώνονται τα προβλεπόμενα τις παραγράφους 1 και 2 ποσά υπολογισμού και ελάχιστου ορίου του διοικητικού προστίμου.
4. Αρμόδιες για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και την επιβολή των προβλεπομένων κυρώσεων είναι το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος ¬
(Σ.Δ.Ο.Ε.), οι Αστυνομικές και οι Τελωνειακές Αρχές, οι οποίες μετά τη διαπίστωση της παραβίασης ενημερώνουν τους δικαιούχους των σημάτων με κάθε πρόσφορο τρόπο, δυνάμενοι να απευθύνονται προς τούτο και προς τα οικεία Εμπορικά Επιμελητήρια καθώς και στις κατά τόπους εμπορικές ενώσεις.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του προστίμου, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»
Επίσης κρίνουμε ιδιαίτερα σκόπιμο να συμπεριληφθεί μια ακόμα διάταξη στο παρόν νομοσχέδιο, προκειμένου να προβλέπεται η ρητή εφαρμογή των διατάξεων του Ν.3377/2005 περί κανοόνων Εξυγίανσης εμπορίου, βάσει του οποίου όσα εμπορεύματα συνιστούν παράνομη απομίμηση προϊόντων τα οπία κυκλοφορούν νόμιμα στην αγορά κατάσχονται και καταστρεφονται από τα αρμόδια κλιμάκια Ελέγχου του αρθ. 7α Ν.2323/1995, ή από τα όργανα της Δημοτικής Αστυνομίας ή απο τα όργανα του ΣΔΟΕ.
Ακόμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό να απλουστευτεί η διαδικασία της εν λόγω κατάσχεσης και καταστροφής των εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης σημάτων, κατά τα πρότυπα του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1383/2003, ο οποίος εφαρμόζεται ήδη από τις Τελωνειακές Αρχές και συγκεκριμένα:
– να γίνεται άμεση ενημέρωση των νομίμων δικαιούχων των σημάτων, οι οποίοι εύκολα θα μπορούν να εντοπίζονται από την Υπηρεσία Σημάτων του Υπουργείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
-να προβλέπεται προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να προσκομισθούν δικαιολογητικά για την τυχόν γνησιότητα/νομιμότητα των κατασχεθέντων εμπορευμάτων από τους φερόμενους ιδιοκτήτες / κατόχους αυτών, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας θα τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη τους για την καταστροφή των κατασχεθέντων εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης σημάτων.
-τα κατασχεθέντα ως άνω προϊόντα να καταστρέφονται με δαπάνη και υπό την ευθύνη των νομίμων διακιούχων των σημάτων, αφού προηγουμένως ληφθούν δείγματα ώστε να αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία παραδεκτά σε δίκες που αφορούν την παράβαση της παρούσας νομοθεσίας σημάτων.
Πλέον και ανεξαρτήτως των αστικών και ποινικών κυρώσεων, κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί και η επιβολή διοικητικών κυρώσεων στα πρότυπα του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως την αξία των προστατευόμενων αγαθών για τους δικαιούχους και το καταναλωτικό κοινό, τη συχνότητα και την τρόπο της προσβολής αλλά και το αποκομισθέν όφελος από την παράνομη δραστηριότητα.
Για παράδειγμα, όποιος κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, κατασκευάζει, πωλεί ή κατ` άλλον τρόπο διανέμει στο κοινό ή κατέχει με σκοπό διανομής, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο της λιανικής αξίας του γνήσιου προϊόντος επί δέκα (10).
Επίσης, πλανόδιος ή στάσιμος (εκτός καταστήματος) που καταλαμβάνεται να διανέμει στο κοινό με πώληση ή με άλλους τρόπους ή να κατέχει με σκοπό διανομής απομιμητικά προϊόντα υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο των τεμαχίων των παράνομων προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της προσβολής (σύμφωνα με την έκθεση κατάσχεσης που συντάσσεται κατά τη σύλληψή του) επί είκοσι (20) ευρώ. Το ελάχιστο ποσό του διοικητικού προστίμου ορίζεται σε χίλια (1.000) ευρώ.
Τέλος, ανάλογα με τη συχνότητα της παραβατικής συμπεριφοράς σύμφωνα με τα παραπάνω θα πρέπει να προβλέπεται και αναστολή ή και ανάκληση της διοικητικής άδειας σε όσες περιπτώσεις αυτή είναι απαραίτητη για τη λειτουργίας της επιχείρησης.
Η αυτεπάγγελτη δίωξη των συναφών αδικημάτων κατόπιν πρωτοβουλίας των αρμοδίων Αρχών (αστυνομία, ΣΔΟΕ κλπ.) που λαμβάνουν γνώση των αξιόποινων πράξεων είτε στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, έχει κριθεί από την πράξη απαραίτητη για την ολοκληρωμένη προστασία των δικαιούχων. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται στις Αρχές η απαιτούμενη ευελιξία και ταχύτητα για την αντιμετώπιση των προσβολών των δικαιωμάτων στο σήμα, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 για την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Επιπλέον, κρίσιμη για την ρεαλιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση της συνεχώς αυξανόμενης παραγωγής και διάθεσης απομιμητικών προϊόντων είναι η αυστηροποίηση των ποινών, ιδίως δε σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι παράνομες πράξεις τελούνται κατ` επάγγελμα «ή σε εμπορική κλίμακα». (για παράδειγμα φυλάκιση τουλάχιστον τεσσάρων ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 15.000 Ευρώ στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 29).
Η κατ’ έγκληση δίωξη αποτελεί πλήρη αποδυνάμωση των δυνατοτήτων των Αρχών να καταστείλουν το εμπόριο απομιμητικών προϊόντων. Έφόσον υπάρχουν σχετικές διατάξεις στον 2121/93 και για αυτεπάγγελτη δίωξη και για διοικητικές κυρώσεις θα πρέπει να υιοθετηθούν και στον υπό συζήτηση νόμο για τα σήματα.
Είναι αναγκαία η κατάργηση της κατάθεσης έγκλησης από το δικαιούχο του προσβαλόμενου εμπορικού σήματος και να γίνεται αυτεπαγγέλτως παρέμβαση από τις αρχές (ΕΛΑΣ, ΣΔΟΕ,κλπ) που λαμβάνουν γνώση της προσβολής σημάτων.
Εάν κατά τη διάρκεια τησ συζήτησης στο ακροατήριο, προκύψει ομολογία του κατηγορουμένου ότι τα επίδικα παραποιημένα προϊόντα τα έχει προμηθευτεί χωρίς τα απαραίτητα φορολογικά παραστατικά, η ομολογία να καταγράφεται στα πρακτικά και αυτά να διαβιβάζονται στην οικεία ΔΟΥ προκειμένου να του βεβαιωθούν οι σχετικές φορολογικές παραβάσεις.
Απαραίτητη είναι η πρόβλεψη Διοικητικών κυρώσεων.
Και στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να αξιοποιήθεί ως πρότυπο η διάταξη του Ν. 2121/1993 και συγκεκριμένα εκείνη του άρθρου 65 Α. Η πλαισίωση του πλέγματος των αστικών και ποινικών διατάξεων από μία διάταξη επιβολής διοικητικών προστίμων, η οποία μάλιστα θα λειτουργεί αυτοτελώς και ανεξαρτήτως των λοιπών συνεπειών για τον προσβολέα, εκτιμάται ως αναγκαία και βρίσκεται και αυτή σε ευθεία σχέση αναλογικότητος προς τον σκοπό παροχής αποτελεσματικής και λυσιτελούς προστασίας στο προσβαλλόμενο έννομο αγαθό, λαμβανομένων υπ’ όψιν παραγόντων όπως η αξία του εννόμου αγαθού για τον δικαιούχο και για την ολότητα, η συχνότητα και οι τρόποι προσβολής αλλά και το κίνητρο του παρανόμου προσβολέως, που είναι αμιγώς οικονομικό. Κάθε μέτρο που μειώνει το κέρδος από την παράνομη δραστηριότητα ή ματαιώνει την προσδοκία επίτευξής του, στρέφεται κατά του κινήτρου και πρέπει κατά τούτο να θεωρείται εύλογο και πρόσφορο.
Για το λόγο αυτό προτείνται η ενσωμάτωση στο νόμο των παρακάτω διατάξεων:
1. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, ενεργώντας στα πλαίσια εμπορικής επιχείρησης με αντικείμενο την κατασκευή ή/και την χονδρική ή/και λιανική πώληση ή/και την με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εμπορική διάθεση προϊόντων, κατασκευάζει, πωλεί ή κατ΄ άλλον τρόπο διανέμει στο κοινό ή κατέχει με σκοπό χονδρικής ή λιανικής πώλησης ή εν γένει εμπορικής διάθεσης ή διανομής με τελικό αποδέκτη το κοινό, προϊόντα τα οποία φέρουν απομιμητικό ή παραποιητικό σήμα, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο της λιανικής αξίας ενός εκάστου προϊόντος φέροντος τέτοιο σήμα επί δέκα (10).
2. Πλανόδιος ή στάσιμος (εκτός καταστήματος) που καταλαμβάνεται να πωλεί ή άλλως πως διαθέτει στο κοινό ή να κατέχει με σκοπό πώλησης ή άλλως πως διάθεσης προϊόντων τα οποία φέρουν απομιμητικό ή παραποιητικό σήμα, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με το γινόμενο του αριθμού των αποτελούντων αντικείμενο προσβολής τεμαχίων τα οποία κατέχει, κατά την έκθεση κατάσχεσης που συντάσσεται κατά τη σύλληψη του δράστη, επί είκοσι (20) ΕΥΡΩ. Το ελάχιστο ποσό του διοικητικού προστίμου ορίζεται σε χίλια (1.000) ΕΥΡΩ.
3. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μπορεί να αυξομειώνονται τα προβλεπόμενα τις παραγράφους 1 και 2 ποσά υπολογισμού και ελάχιστου ορίου του διοικητικού προστίμου.
4. Αρμόδιες για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και την επιβολή των προβλεπομένων κυρώσεων είναι το ΣΔΟΕ, οι Αστυνομικές και οι Τελωνειακές Αρχές, οι οποίες μετά τη διαπίστωση της παραβίασης ενημερώνουν τους δικαιούχους με κάθε πρόσφορο τρόπο, δυνάμενοι να απευθύνονται προς τούτο και προς τα οικεία Εμπορικά Επιμελητήρια καθώς και στις κατά τόπους εμπορικές ενώσεις.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του προστίμου, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
Η παράνομη δραστηριότητα εμπορίας και εν γένει διακίνηση απομιμητικών/παραποιητικών ειδών, καθιστά επιβεβλημένη την προσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου παροχής προστασίας σε υψηλότερα επίπεδα ευελιξίας και ταχύτητος αντίδρασης και δη εις μερικό αντιστάθμισμα του προνομίου της ευελιξίας συγκάλυψης της παράνομης δραστηριότητας, το οποίο διαπιστωμένα διαθέτουν οι προσβολείς. To επιτυχημένο μοντέλο των ποινικών διατάξεων του Ν. 2121/1993, στον οποίον προβλέπεται η αυτεπάγγελτη δίωξη των συναφών αδικημάτων ήδη από της θεσπίσεως του νόμου, αποτελεί παράδειγμα προς εξαγωγή θετικών προς την κατεύθυνση αυτή συμπερασμάτων, αφού σαφώς ενίσχυσε την δυνατότητα άμεσης αντίδρασης Αρχών και προσβαλλομένων δικαιούχων κατά των προσβολέων. Πέραν αυτών, η αυτεπάγγελτη δίωξη είναι επιβεβλημένη νομοθετική μεταβολή, με δεδομένη την παραδοχή ότι η προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ανάμεσα στα οποία βρίσκεται και το δικαίωμα επί σήματος, εκφεύγει του πεδίου της προστασίας δικαιωμάτων ιδιωτικού δικαίου και αποσκοπεί στην προστασία του υγιούς εμπορίου και την πρόοδο της εθνικής οικονομίας και ανάπτυξης, άρα των συμφερόντων της ολότητος, κατά της οποίας στρέφονται, τελικώς, και οι πράξεις προσβολής. Έτσι, το αυτεπάγγελτο της δίωξης είναι απολύτως σύμφωνο προς τη φύση του προστατευομένου δικαιώματος και τον σκοπό για τον οποίον τίθενται οι σχετικές ποινικές διατάξεις. Για την έναρξη της ποινικής δίωξης θα πρέπει να αρκεί η καταγγελία π.χ. του πολίτη του οποίου τα οικονομικά συμφέροντα πλήττονται ή το αίσθημα δικαιοσύνης θίγεται. Αυτός μπορεί να είναι ο έμπορος αυθεντικών προϊόντων ένδυσης και υπόδησης, ο ειδικός ερευνητής δικαιούχου που εμπορεύεται είδη ένδυσης και υπόδησης ή ακόμη ο πολίτης που τυγχάνει να έχει γνώσεις σχετικά με τα είδη ένδυσης και υπόδησης και είναι σε θέση να διακρίνει τα αυθεντικά προϊόντα από τα απομιμητικά.
Η διάταξη προτείνουμε να τροποποιηθεί ως εξής:
Η ποινική δίωξη για πράξεις που γίνονται μετά την καταχώριση του προσβαλλομένου σήματος του δικαιούχου, ασκείται αυτεπαγγέλτως, με πρωτοβουλία των αρμοδίων Αρχών στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους ή έπειτα από αναφορά, μήνυση ή άλλη είδηση προερχομένη από οποιαδήποτε πηγή, αναφορικά με τη διάπραξη των ως άνω περιγραφομένων αξιοποίνων πράξεων.
Δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει διαφοροποίηση και πρόβλεψη ελαφρύτερων ποινικών κυρώσεων για την προσβολή των σημάτων σε σχέση με τα οριζόμενα στον Ν. 2121/1993 για την πνευματική ιδιοκτησία όπως έχει τροποοπιηθεί και ισχύει κατ’ενσωμάτωση της Οδηγίας 2004/48/EC.
Η διαφοροποίηση αυτή είναι απαράδεκτη και αντίθετη με την Οδηγία.
Πρέπει οπωσδήπτοε να καταργηθεί η υποχρεωση κατάθεσης έγκλησης και να μπορεί να γίνεται και αυτεπαγγέλτως μήνυση από τις αρχές που λαμβάνουν γνώση της προσβολής σημάτων (αστυνομία, ΣΔΟΕ κλπ.).
Κατ’αναλογία με το Ν. 2121/1993 το άρθρο 28 πρέπει να αλλάξει και να έχει τς ΙΔΙΕΣ επιταγές και να ορίζει τις ΙΔΙΕΣ ποινές με αυτό.
Να συμπεριληφθεί η αυτεπάγγελτη δίωξη όσων παραβαίνουν τις διατάξεις του νόμου καθώς και να προβλέπονται αυστηρότερες ποινές και ποινικές κυρώσεις στις περιπτώσεις που το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημία που απειλήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη και κυρίως όταν ο υπαίτιος τελεί τις παράνομες πράξεις κατ’ επάγγελμα.
Είναι γεγονός ότι η διαδικασία δέσμευσης, θέσης υπό μεσεγγύηση, φύλαξης προϊόντων που δεσμεύονται ή κατάσχονται στα πλαίσια μίας δίκης ή ενός ελέγχου είναι χρονοβόρα, δαπανηρή και οικονομικά ασύμφορη για τον οριζόμενο ως μεσεγγυούχο (είτε αυτός είναι ο δικαιούχος είτε το Ελληνικό Δημόσιο είτε ο ίδιος ο προσβολέας). Σε περίπτωση δέσμευσης απομιμητικών προϊόντων κατόπιν αίτησης ασφαλιστικών μέτρων/αγωγής ή μήνυσης/έγκλησης του δικαιούχου ή εξαιτίας αυτεπάγγελτου ελέγχου των διωκτικών αρχών, θα ήταν σκόπιμο να εισαχθεί μία ‘απλουστευμένη’ διαδικασία καταστροφής απομιμητικών εμπορευμάτων των οποίων ο απομιμητικός χαρακτήρας δεν αμφισβητείται από τον καθού/εναγόμενο ή μηνυόμενο/εγκαλούμενο ή ελεγχόμενο μέσω της παροχής συναίνεσης από αυτόν. Ο Κανονισμός (ΕΚ) 1383/2003 του Συμβουλίου για την παρέμβαση των τελωνειακών αρχών θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο-υπόδειγμα για τον τρόπο λειτουργίας της απλουστευμένης διαδικασίας καταστροφής των απομιμήσεων. Προκειμένου να προωθηθεί η απλουστευμένη αυτή διαδικασία, η οικεία διάταξη θα μπορούσε να προβλέπει ενδεχομένως ότι η συναίνεση για την καταστροφή των απομιμητικών προϊόντων και η πληρωμή εξόδων καταστροφής από τον καθού/εναγόμενο ή μηνυόμενο/εγκαλούμενο ή ελεγχόμενο, έχει ως αποτέλεσμα την επιεικέστερη αντιμετώπιση του προσβολέα από το δικαστήριο ή τις ελεγκτικές αρχές.
Πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου και προς τον σκοπό της αποτροπής των προσβολών σήματος, θα ήταν σκόπιμο να συμπεριληφθούν και διοικητικές κυρώσεις. Η επιβολή διοικητικών κυρώσεων θα έκανε το σύστημα προστασίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό δεδομένης της καθυστέρησης έκδοσης δικαστικών αποφάσεων (ποινικών αλλά και αστικών). Ειδικότερα, για τους παραβάτες, οι οποίοι καταλαμβάνονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα (ΣΔΟΕ, ΕΛΑΣ) να διακινούν με οποιονδήποτε τρόπο απομιμητικά προϊόντα, κρίνουμε σκόπιμη:
(α) την επιβολή διοικητικού προστίμου, το ύψος του οποίου εξαρτάται από την ποσότητα που κατελήφθη να διακινεί,
(β) την προσωρινή αναστολή της άδειας λειτουργίας εμπορικού καταστήματος για ορισμένο χρονικό διάστημα και σε περίπτωση υποτροπής την οριστική αναστολή της.
Είναι γνωστό πως η Νομοθεσία για την Πνευματική Ιδιοκτησία περιλαμβάνει πολύ αυστηρότερες και αποτελεσματικότερες ποινικές κυρώσεις.Επομένως είναι απαραίτητο να συμπεριληφθούν και στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο αντίστοιχες διατάξεις, οι οποίες, άλλωστε, εσφαλμένα παραλείπονται. Για την επίτευξη αποτελεσματικότερης προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί στην παράγραφο 1 του άρθρου 29 η αυτεπάγγελτη δίωξη σε περιπτώσεις παραβίασης του νόμου περί σημάτων, εφόσον μόνο η προβλεπόμενη κατ’έγκληση δίωξη κρίνεται ανεπαρκής.
Σημαντικό είναι να συμπεριληφθεί η Αυτεπάγγελτη δίωξη.
Επιπρόσθετα, πολλοί έμποροι όταν οχληθούν εξωδίκως από πληρεξούσιο δικηγόρο της εταιρείας που είναι νόμιμη δικαιούχος των σημάτων που φέρουν τα παραποιημένα προιόντα τους, τα διαθέτουν στην αγορά μέσω άλλων σημείων πώλησης.
Κατόπιν των ανωτέρω κρίνεται αναγκαία η επιβολή αυστηρότερων ποινών και κυρώσεων, όπως η ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων (4) ετών και χρηματική ποινή δέκα πέντε (15.000,00) ΕΥΡΩ. Αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ’επάγγελλμα, να επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων (50.000,00) ΕΥΡΩ.
Ως ποινικό αδίκημα πρέπει να προβλεφθεί και η παραβίαση του αρ. 18 παρ. 4 του νομοσχεδίου (μη νόμιμες παράλληλες εισαγωγές). Αυτές έχουν την ίδια απαξία όπως και κάθε άλλη προσβολή σήματος (παραποίηση / απομίμηση). Μάλιστα πλήττουν οικονομικά την εγχώρια βιομηχανία (Ελληνική και Ευρωπαϊκή) πολύ περισσότερο από όσο η κλασική παραποίηση / απομίμηση, γιατί ο όγκος των παραλλήλως εισαγόμενων προϊόντων από τρίες χώρες χαμηλού κόστους παραγωγής είναι πολύ μεγάλος.