1. Ο καταθέτης ή ο δικαιούχος σήματος ή οποιοσδήποτε άλλος διάδικος σε διαδικασία ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων ή της Υπηρεσίας του άρθρου 5 παρ. 1, ο οποίος εξαιτίας ανωτέρας βίας, τυχηρού ή άλλου σπουδαίου λόγου που εκφεύγει της ευθύνης του δεν τήρησε μια προθεσμία, ιδίως αυτή της ανανέωσης και της αίτησης διαγραφής, ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων ή της Υπηρεσίας του άρθρου 5 παρ. 1, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και την αποκατάσταση στα δικαιώματά του, εάν το κώλυμα είχε ως άμεση συνέπεια την απώλεια δικαιώματος ή ενδίκου βοηθήματος.
2. Η παρ. 1 δεν εφαρμόζεται στις προθεσμίες άσκησης τριτανακοπής, παρέμβασης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων, καθώς και στην προθεσμία διεκδίκησης διεθνούς προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 1 του παρόντος.
3. Η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση υποβάλλεται ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την παύση του κωλύματος και σε κάθε περίπτωση το αργότερο μέσα σε ένα έτος από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε. Η αίτηση υπόκειται σε τέλος υπέρ του δημοσίου, σύμφωνα με την περ. ιζ της παραγράφου 1 του άρθρου 50.
4. Η απόφαση της διοικητικής επιτροπής σημάτων για την επαναφορά δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα από οποιονδήποτε διάδικο.
5. Ο αιτών που πέτυχε την αποκατάσταση των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, δεν μπορεί να τα επικαλεσθεί έναντι τρίτων που τυχόν απέκτησαν καλόπιστα δικαίωμα κατά το διάστημα που μεσολάβησε από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε μέχρι την έκδοση απόφασης της διοικητικής επιτροπής σημάτων για την επαναφορά.
6. Σε περίπτωση απώλειας της προθεσμίας ανανέωσης σήματος, η εξάμηνη περίοδος χάριτος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 3 του παρόντος, δεν προσμετράται στην προθεσμία ενός έτους κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Γιατί η απόφαση της διοικητικής επιτροπής σημάτων για την επαναφορά να μην υπόκειται σε ένδικα μέσα από οποιονδήποτε; Και εάν έχει γίνει λάθος ή εάν η ΔΕΣ παραπλανήθηκε και έτσι βλάπτονται κάποιοι, γιατί να μην ελεγχθεί η απόφαση αυτή; Αποτελεί στέρηση δικαστικής προστασίας.
Δεν είναι προφανείς οι λόγοι που δικαιολογούν μια τέτοια εξαιρετική και ασυνήθιστη ρύθμιση. Αλλά και τα κριτήρια με βάση τα οποία συγχωρείται η επαναφορά στην προτέρα κατάσταση δεν είναι επαρκώς εξειδικευμένα και συγκεκριμενοποιημένα.
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Θεωρώ τη διάταξη για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση εντελώς διαλυτική για το όλο οικοδόμημα και την ασφάλεια δικαίου. Πώς είναι δυνατόν για λόγους αναγόμενους σε τυχαίο γεγονός να ανατ΄ρεπονται οι συνέπειες του νόμου; Πως προστατεύονται τα δικαιώματα αυτού που μετά από έρευνα προέβη σε κατάθεση σήματος πιστέυοντας οτι το προγενέστερο σήμα έληξε και μετά ανακαλύπτει οτι επανήλθε σε ισχύ; Γιατί είναι υποχρεωμένος να συνυπάρχει το δικό του με αυτού που έληξε και αναβίωσε, τη στιγμή που επένδυσε για να έχει ένα αποκλειστικό δικαίωμα; Εξίσου προβληματική θεωρώ και τη διάταξη για ανάκληση των αποφάσεων της ΔΕΣ. Εισάγεται άτυπα ένας ακόμα ενδιάμεσος βαθμός ενδικοφανούς διαδικασίας, που είναι εντελώς περιττός. Τι σημαίνει όταν δεν ελήφθησαν υπ ‘οψιν στοιχεία του φακέλου; Πως τεκμηριώνεται αυτό; Στην πράξη ο καθένας μπορεί να ισχυριστει κρίνοντας εκ του αποτελέσματος οτι κάποιο στοιχείο που επικαλέστηκε δεν ελήφθη υπ’ όψιν. και τι γίνεται με τις προθεσμίες ενδίκων μέσων κατά της απόφασης ΔΕΣ που τελεί υπό ανάκληση;. Πώς θα πληροφορούνται οι ενδιαφερόμενοι οτι η εκκρεμότητα τελείωσε και μπορούν να προσφύγουν;