Άρθρο 14 Καταχώριση

1. Οι αποφάσεις της διοικητικής επιτροπής σημάτων, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας καθώς και οι αιτήσεις ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων και τα ένδικα βοηθήματα σημειώνονται στο βιβλίο σημάτων του άρθρου 5 παρ. 8 του παρόντος νόμου. Όταν το σήμα γίνει δεκτό με τελεσίδικη απόφαση, σημειώνεται στο βιβλίο σημάτων η λέξη «καταχωρίσθηκε» με τις τυχόν μεταβολές ως προς τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται το σήμα. Η πράξη καταχώρισης χρονολογείται και υπογράφεται αρμοδίως.

2. Στο βιβλίο σημάτων σημειώνονται όλες οι νομικές μεταβολές.

3. Το βιβλίο σημάτων είναι δημόσιο. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των εγγραφών παρέχονται σε κάθε αιτούντα, στο δε δικαιούχο ατελώς.

  • 20 Μαΐου 2011, 19:48 | ypoian4

    Θα μπορούσε να κάνει κανείς διάφορες επί μέρους παρατηρήσεις.
    Ομως κατ’ εμέ τα ιδιαιτέρως κρίσιμα είναι τα ακόλουθα:

    Ι. Απόφαση «τελεσίδικη» και «αμετάκλητη»

    1. Επικεντρώνομαι στον κύριο εισαγώμενο νεωτεριμό που αφορά ειδικώτερα στη ρύθμιση το σήμα να καταχωρείται και να διαγράφεται μετά από «τελεσίδικη» απόφαση και όχι όπως προβλέπεται και κατά τον νόμο 1998/39 και κατά τον 2239/1994 μετά από «αμετάκλητη» απόφαση.

    2. Στο άρθρο 14 προβλέπεται καταχώρηση μετά από «τελεσίδικη» απόφαση.
    Ουδέν διαλαμβάνεται περί του τι θα συμβεί, αν αυτή η απόφαση ανατραπεί δι’ αποφάσεως του ΣτΕ.

    θάνος Μασούλας
    Δικηγόρος

  • 19 Μαΐου 2011, 20:40 | Άλκηστις-Ειρήνη Μαλάμη

    Δεν είναι δυνατόν να καταχωρείται το σήμα πριν γίνει αμετάκλητη η απόφαση αποδοχής του, διότι δεν θα υπάρχει ασφάλεια δικαίου.
    Θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην πράξη το να θεωρείται ένα σήμα καταχωρημένο και μετά να απορρίπτεται αμετάκλητα. Τί θα γίνει, θα διαγράφεται μετά; Με επιμέλεια και ευθύνη τίνος; Έτσι δεν προστατεύεται ο καλόπιστος.

  • 16 Μαΐου 2011, 19:56 | ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ

    Προφανώς χάριν σύντμησης του χρόνου που μεσολαβεί από την κατάθεση του σήματος μέχρι την καταχώρισή του, προβλέφθηκε ότι η καταχώριση θα γίνεται με τελεσίδικη απόφαση και όχι με αμετάκλητη, όπως σήμερα. Η σκοπιμότητα της ρύθμισης είναι κατανοητή και ι ίδια η ρύθμιση είναι ίσως ανεκτή. Ενέχει όμως και κινδύνους. Π.χ. τι θα γίνεται αν γίνει η καταχώριση με τελεσίδικη απόφαση, αλλά μετά η απόφαση αυτή ακυρωθεί αναιρετικά; Στο μεταξύ χρονικό διάστημα το σήμα έχει καταχωρηθεί, έχει παραγάγει έννομες συνέπειες, έχει αποτελέσει κώλυμα για την καταχώριση άλλων σημάτων, κλπ. Γεννάται ζήτημα επιγενόμενης ανατροπής εννόμων σχέσεων και δικαιωμάτων που έχουν παγιωθεί. Γι’ αυτό θα ήταν ίσως ορθότερο να καταργηθεί η δυνατότητα έφεσης κατ’ αποφάσεων του ΔιοικΠρωτΑθ και να υπάρχει μόνο δυνατότητα αναίρεσης στο Συμβούλιο Επικρατείας. Δηλ. η χρονική σύντμηση που επιδιώκεται να εξασφαλιστεί με την κατάργηση του βαθμού της έφεσης. Τούτο θα εξασφαλίσει χρονική σύντμηση πολύ μεγαλύτερη. Δεν εγκυμονεί τους πιο πάνω κινδύνους ανατροπής παγιωμένων εννόμων σχέσεων. Επίσης, η κατάργηση του σταδίου της έφεσης είναι συνταγματικά ανεκτή, γιατί και υπό το Σύνταγμα και υπό την ΕΣΔΑ το δικαίωμα σε αποτελεσματική έννομη προστασία και δίκαιη δίκη δεν περιλαμβάνει ως υποχρεωτικό το στάδιο της έφεσης. Για τους ίδιους ως άνω λόγους είναι ορθότερο και η διαγραφή του σήματος να γίνεται με αμετάκλητη απόφαση, όπως μέχρι σήμερα και όχι με τελεσίδικη, όπως ορίζει το αρ. 32 παρ. 9 του νομοσχεδίου.

  • 16 Μαΐου 2011, 19:06 | ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ

    Προφανώς εκ παραδρομής έχει παραληφθεί η διάταξη του ισχύοντος αρ. 15 του ν. 2239/94 για την καταχώριση ότι: «Σήμα που έγινε δεκτό θεωρείται ότι καταχωρήθηκε από την ημέρα που υποβλήθηκε η δήλωση». Δηλ. κατά παγία αρχή του δικαίου, η καταχώριση έχει αναδρομικά αποτελέσματα από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης. Εξ άλλου το ίδιο λέει και το αρ. 16 του νομοσχεδίου: «η χρονική προτεραιότητα του σήματος καθορίζεται από την ημέρα που υποβλήθηκε η δήλωση». Έτσι ως έχω τώρα το νομοσχέδιο (δηλ. χωρίς να περιλαμβάνει ρητή διάταξη που να λέει ότι η καταχώριση έχει αναδρομικά αποτελέσματα που ανατρέχουν στο χρόνο της κατάθεσης), είναι νομοτεχνικά εσφαλμένο, γιατί αυτό που ορίζει είναι: (α) αφενός ότι η κατάθεση της δήλωσης χορηγεί χρονική προτεραιότητα, ακόμα και πριν την καταχώριση και ανεξάρτητα από αυτήν (αρ. 16) και (β) αφετέρου ότι το δικαίωμα για αποκλειστική χρήση γεννάται με την καταχώριση (αρ. 2 και 17 παρ. 1). Από νομοτεχνική άποψη, αυτά τα δύο πρέπει να συνδεθούν με τα αναδρομικά αποτελέσματα της καταχώρισης (που τώρα δεν υπάρχουν στο νομοσχέδιο). Χωρίς τα αναδρομικά αποτελέσματα της καταχώρισης τα δύο πιο πάνω (χρονική προτεραιότητα από την κατάθεση και αποκλειστική χρήση από την καταχώριση είναι αντιφατικά μεταξύ τους.