1. Η διοικητική επιτροπή σημάτων εδρεύει στην Αθήνα. Συνεδριάζει στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (Γενική Γραμματεία Εμπορίου) και σε γραφείο οριζόμενο με πράξη του αρμόδιου προϊσταμένου της διεύθυνσης εμπορικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας που τοιχοκολλάται στην Υπηρεσία του άρθρου 5 παρ 1.
2. Οι συνεδριάσεις της επιτροπής είναι δημόσιες και τηρούνται πρακτικά. Η επιτροπή συνεδριάζει σε ημέρες και ώρες οριζόμενες από τον αρχαιότερο πρόεδρο στην αρχή κάθε έτους και γνωστοποιούνται με τοιχοκόλληση στο γραφείο της αρμόδιας Υπηρεσίας. Η συζήτηση γίνεται με βάση το έκθεμα που καταρτίζει ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας του αρ. 5 παρ. 1 κατά τη σειρά της υποβολής των δηλώσεων. Το έκθεμα τοιχοκολλάται οκτώ ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης στο γραφείο της αρμόδιας Υπηρεσίας.
3. Πριν από τη συζήτηση για τη δήλωση του σήματος καλούνται με επιμέλεια της Υπηρεσίας του άρθρου 5 παρ. 1 οι διάδικοι. Η οικεία κλήση κοινοποιείται σε αυτούς ή στους αντικλήτους τους πριν από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, κατά την ορισθείσα δε ημερομηνία συζήτησης η υπόθεση συζητείται και με απουσία των διαδίκων που κλητεύτηκαν. Η επιτροπή μπορεί, με αίτηση των διαδίκων ή και αυτεπάγγελτα, να αναβάλλει τη συζήτηση σε τακτή ημερομηνία συζήτησης. Από την απουσία των διαδίκων δεν τεκμαίρεται ομολογία. Η επιτροπή δικάζει ως να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Ανακοπή κατά της ερήμην απόφασης δεν επιτρέπεται.
4. Τυχόν αντιρρήσεις που διαπιστωθούν κατά τον αυτεπάγγελτο υπηρεσιακό έλεγχο τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων, με ενημέρωση των σχετικών βιβλίων που τηρούνται στην Υπηρεσία, τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν την ορισθείσα ημερομηνία συζήτησης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων. Άλλως δικαιολογείται λόγος αναβολής, εφόσον το ζητήσει ο καταθέτης.
5. Οι διάδικοι παρίστανται με δικηγόρο, μπορούν δε να αναπτύξουν τους ισχυρισμούς τους προφορικώς και εγγράφως ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων και να υποβάλουν κάθε χρήσιμο για την υποστήριξη της υποθέσεώς τους στοιχείο ή έγγραφο. Ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων γίνονται δεκτά τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Γίνονται δεκτές ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου με κλήτευση του αντιδίκου προ σαράντα οκτώ (48) ωρών. Η διοικητική επιτροπή σημάτων μπορεί να επιτρέψει την εξέταση μαρτύρων ενώπιόν της.
6. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 3 οι λόγοι απαραδέκτου των σημάτων κρίνονται κατά το καθεστώς που υφίσταται κατά τη συζήτηση της δήλωσης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων.
7. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία, οι δε απορριπτικές πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες. Η μειοψηφία καταχωρείται στην απόφαση. Οι αποφάσεις απαγγέλλονται σε δημόσια συνεδρίαση και υπογράφονται από τον πρόεδρο και το γραμματέα.
8. Περιλήψεις των αποφάσεων που δέχονται το σήμα δημοσιεύονται εντός μηνός από τη δημοσίευση της απόφασης, στο δελτίο εμπορικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Η περίληψη περιέχει το σήμα, το ονοματεπώνυμο και την κατοικία του δηλούντος, τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες προς διάκριση των οποίων προορίζεται το σήμα. Οι απορριπτικές αποφάσεις κοινοποιούνται με επιμέλεια της Υπηρεσίας του άρθρου 5 παρ. 1 προς τους διαδίκους ή τους αντικλήτους αυτών.
9. Ως προς την ευταξία στο ακροατήριο, την κατάρτιση των αποφάσεων και των πρακτικών, τους λόγους και τη διαδικασία της εξαίρεσης μελών της επιτροπής εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
10. Η παράβαση διάταξης που ρυθμίζει τη διαδικασία συνεπάγεται ακυρότητα, εάν κατά την κρίση της διοικητικής επιτροπής σημάτων η παράβαση προξένησε βλάβη στον προτείνοντα αυτή διάδικο.
Ο κ. Χρυσάνθης ορθώς παρατηρεί την προβληματική στο συγκεκριμένο σημείο. Η αλήθεια είναι ότι η νομολογία του ΣτΕ είναι εις βάρος μας (ενδεικτικώς ΟλΣτΕ 161/2010 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 228/2009 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1203/2009 ΝΟΜΟΣ). Αυτό συμβαίνει καθώς παγίως κρίνεται ότι μια διοικητική πράξη (όπως η καταχώριση του σήματος ή η άρνηση καταχώρησης) κρίνεται με βάση το πραγματικό και το νομικό καθεστώς που ίσχυε την περίοδο έκδοσης της διοικητικής πράξης (συζήτηση ΔΕΣ) (βλ. ΣτΕ 1203/2009 ΝΟΜΟΣ «κατά γενική αρχή του δικαίου, η νομιμότητα της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως κρίνεται με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου εκδόσεως ή εκδηλώσεώς της και πραγματικά περιστατικά μεταγενέστερα του χρόνου εκδηλώσεως της παραλείψεως δεν λαμβάνονται υπόψη»).
Ωστόσο, η εφαρμογή της άποψης αυτής στο δίκαιο των σημάτων παραβλέπει ότι η διακριτική δύναμη και ο κίνδυνος σύγχυσης δεν ελέγχονται «στατικά».
Έχουν συγκεκριμένη δυναμική και μεταβάλλονται.
Η μεταβολή τους πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τον κρίνοντα σε κάθε συζήτηση και δεν πρέπει το διοικητικό δικαστήριο να περιορίζεται από τα πραγματικά περιστατικά της συζήτησης ενώπιον της ΔΕΣ.
Πρέπει να προστεθεί παρ. 11 κατά την οποία:
«Οι αποφάσεις της Διοικητική Επιτροπής Σημάτων και των διοικητικών δικαστηρίων λαμβάνουν υπόψιν και εφαρμόζουν εκτός από τον παρόντα νόμο και τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και τις επίσημες οδηγίες (Guidelines, The Trademark Manual) του Κοινοτικού Γραφείου Σημάτων (O.H.I.M.). Οι απορριπτικές αποφάσεις πρέπει να αιτιολογούνται με παραπομπή στα κείμενα αυτά».
Έτσι θα εξαλειφθεί το ανεπίτρεπτο φαινόμενο συνθέσεις της ΔΕΣ και των διοικητικών δικαστηρίων να μην εφαρμόζουν τα πάγια πορίσματα της νομολογίας του ΔΕΚ και του Κοινοτικού Γραφείου που καταγράφονται στα επίσημα Guidelines (γνωστά σήμερα ως The Trademark Manual) και να έχουμε αποφάσεις της ΔΕΣ και των δικαστηρίων αντίθετες προς τη νομολογία του ΔΕΚ και του Κοινοτικού Γραφείου.
Το δίκαιο των σημάτων πρέπει να εφαρμόζεται όπως έχει εναρμονιστεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι αναγκαία μια άμεση και ευθεία νομοθετική παραπομπή του Ελληνικού νόμου στα κείμενα αυτά. Τούτο θα συμβάλλει στην ασφάλεια και τη βεβαιότητα του δικαίου, την προβλεψιμότητα των αποφάσεων της ΔΕΣ και των δικαστηρίων με γνωστά και καταγεγραμμένα κριτήρια και στην αποτροπή αυθαιρεσιών. Να ληφθεί υπόψη ότι σε πρόσφατη πανευρωπαϊκή έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον τρόπο εφαρμογής του δικαίου των σημάτων στα κράτη μέλη, διαπιστώθηκε η ανάγκη για πιο πιστή εφαρμογή του Κοινοτικού δικαίου στα κράτη μέλη. Συνεπώς η προτεινόμενη ρύθμιση συμβάλει προς την κατεύθυνση αυτή.
για το Αρθρο 9, παράγραφος 8: Καλή είναι η πρόβλεψη στο νομοσχέδιο ότι περίληψη των αποφάσεων ΔΕΣ θα δημοσιεύεται εντός προθεσμίας 1 μηνός στο ΔΕΒΙ-ΦΕΚ. Όμως πώς θα εφαρμοστεί αυτό με τις σημερινές καθυστερήσεις του Εθνικού Τυπογραφείου; Ήδη βρίσκνται πολούς μήνες πίσω.
Α.Ε.Μαλάμη
Δικηγόρος
Η κοινοποίηση των αντιρρήσεων της ΔΕΣ στον καταθέτη της δήλωσης ελληνικού ή διεθνούς σήματος προ 15 ημερών και 30 ημερών αντίστοιχα (άρθρο 42 παρ. 3) δίνει το απαραίτητο χρονικό περιθώριο της προετοιμασίας του φακέλου για επικοινωνία με τον πελάτη και κατάθεση υπομνήματος στις εν λόγω αντιρρήσεις.
Να προβλεφθεί ότι οι αποφάσεις της Διοικητική Επιτροπής Σημάτων και των διοικητικών δικαστηρίων λαμβάνουν υπόψιν και εφαρμόζουν τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τα εμπορικά σήματα, καθώς και τις επίσημες οδηγίες (Guidelines, The Trademark Manual) του Κοινοτικού Γραφείου Σημάτων (O.H.I.M.). Οι απορριπτικές αποφάσεις πρέπει να αιτιολογούνται με παραπομπή στα κείμενα αυτά. Είναι λυπηρό αλλά πολλές αποφάσεις της ΔΕΣ και των διοικητικών δικαστηρίων είναι ευθέως αντίθετες με τα παραπάνω, με αποτέλεσμα το Κοινοτικό Δίκαιο να μην εφαρμόζεται.
Στην παρ. 5 προβλέπεται η δυνατότητα εξέτασης μαρτύρων ενώπιον της ΔΕΣ. Η παρούσα υποδομή είναι γνωστό ότι δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Πώς θα τηρούνται τα πρακτικά των μαρτυρικών καταθέσεων; Πώς θα εξασφαλιστούν τα χρονικά περιθώρια εξέτασης μαρτύρων; Οι έγγραφες ένορκες βεβαιώσεις σε συμβολαιογράφο ή το Ειρηνοδικείο στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι υπέραρκετές.
Στην παρ. 6 ορίζεται: «Με την επιφύλαξη της διάταξης του αρ. 3 παρ. 3, οι λόγοι απαραδέκτου των σημάτων κρίνονται κατά το καθεστώς που υφίσταται κατά τη συζήτηση της δήλωσης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων». Το ορθό είναι τα απαράδεκτα να κρίνονται με βάση το καθεστώς που ισχύει κατά την τελευταία συζήτηση για την παραδοχή του σήματος (όπως και στην περίπτωση του αρ. 3 παρ. 3). Π.χ. αν μετά τη συζήτηση στη ΔΕΣ το προγενέστερο σήμα που αποτέλεσε κώλυμα και απαράδεκτο λήξει, ή διαγραφεί, γιατί πρέπει η δήλωση να απορριφθεί και στο Διοικητικό Πρωτοδικείο; Το ζήτημα έχει διορθωθεί μόνο μερικά με το αρ. 21 παρ. 4 του νομοσχεδίου, το οποίο όμως αντιμετωπίζει μόνο την επιγενόμενη μεταβίβαση του σήματος και όχι και την τυχόν μεταγενέστερη διαγραφή του ή τη λήξη του.
Πρέπει να επιδιωχθεί η αναβάθμιση του επιστημονικού επιπέδου της ΔΕΣ και της ποιότητας των αποφάσεών της. Γι’ αυτό πρέπει να προβλεφθεί ότι τα μέλη της ΔΕΣ έχουν αποδεδειγμένη γνώση μιάς τουλάσχιστον ξένης γλώσσας. Η γνώση της ξένης γλώσσας είναι αναγκαία γιατί τα μέλη της ΔΕΣ πρέπει να είναι σε θέση να μελετούν και να εφαρμόζουν τα επίσημα guidelines του Κοινοτικού Γραφείου Σημάτων για τα εμπορικά σήματα και αυτά υπάρχουν μόνο στις επίσημες γλώσσες της ΕΕ. Επίσης να προβλεφθεί ότι τα μέλη της ΔΕΣ παρακολουθούν υποχρεωτικά ανά διετία/τριετία ειδικα εκπαιδευτικά σεμινάρια για τη νομολογία του ΔΕΚ και τα guidelines του Κοινοτικού Γραφείου Σημάτων που οργανώνει το Υπουργείο ή το Κοινοτικό Γραφείο Σημάτων ή άλλοι πιστοποιημένοι φορείς. Σήμερα υπάρχει υστέρηση στην εφαρμογή της νομολογίας του ΔΕΚ και των guidelines από τη ΔΕΣ.