1. Απόφαση της συνέλευσης των εταίρων που λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας υπό τους όρους του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα ακυρώνεται από το δικαστήριο. Η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί από το διαχειριστή, καθώς και κάθε εταίρο που δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφαση, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη λήψη της. Ο αιτών μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο το διορισμό ειδικού εκπροσώπου της εταιρίας για τη διεξαγωγή της δίκης. Η τελεσίδικη ακύρωση της απόφασης ισχύει έναντι πάντων. Αν η προσβαλλόμενη απόφαση της συνέλευσης καταχωρίσθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ., καταχωρίζεται και η δικαστική απόφαση που την ακυρώνει.
2. Απόφαση της συνέλευσης ή απόφαση των εταίρων που είναι αντίθετη στο νόμο ή το καταστατικό είναι άκυρη. Η ακυρότητα μπορεί να προβληθεί από κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον, εντός προθεσμίας έξη (6) μηνών από τη λήψη της απόφασης. Σε περίπτωση που με τροποποίηση του καταστατικού ο σκοπός της εταιρίας καθίσταται παράνομος ή αντικείμενος στη δημόσια τάξη, καθώς και όταν από την απόφαση προκύπτει διαρκής παράβαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου, η προβολή της ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία.
3. Αποφάσεις που αποτυπώνονται σε έγγραφο χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 ή που είναι αντίθετες στο νόμο ή το καταστατικό είναι άκυρες. Εφαρμόζονται τα εδάφια β’ και γ’ της προηγούμενης παραγράφου.