1. Αντικείμενα επίχρυσα ή επάργυρα γενικά, καθώς και επικαλυμμένα με άλλο πολύτιμο μέταλλο πρέπει να φέρουν πινακίδα (ετικέτα), σταθερά τοποθετημένη, σε κάθε ένα από αυτά, στην οποία δηλώνεται κατά περίπτωση ότι πρόκειται για προϊόντα επίχρυσα ή επάργυρα ή άλλα(ανάλογα με το πολύτιμο μέταλλο).
2. Αντικείμενα που δεν είναι αυτούσια από πολύτιμο μέταλλο αλλά αποτελούνται από υπόστρωμα από κοινό μέταλλο ή άλλο υλικό επικαλυμμένο ή επιστρωμένο με φύλλο από πολύτιμο μέταλλο (χρυσό, άργυρο κ.λ.π) περιλαμβανομένων και των επικαλύψεων που πραγματοποιούνται με διαδικασία ηλεκτρογαλβανικής εναπόθεσης π.χ. διμεταλλικά αντικείμενα, πρέπει να φέρουν πινακίδα (ετικέτα), σταθερά τοποθετημένη, σε κάθε ένα από αυτά, στην οποία θα αναγράφεται ο όρος «επικαλυμμένο», το χημικό σύμβολο του πολύτιμου μετάλλου, το βάρος του πολύτιμου μετάλλου σε γραμμάρια ακολουθούμενο από το σύμβολο «g».
3. Η επισήμανση που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου είναι υποχρεωτική κατά το στάδιο πώλησης στον τελικό καταναλωτή και δεν μπορεί να είναι έκτυπη. Σε προηγούμενα στάδια διάθεσης αρκεί οι αντίστοιχες ενδείξεις να αναγράφονται μόνον στα συνοδευτικά έγγραφα.
4. Τα αντικείμενα που περιγράφονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου απαγορεύεται να σημαίνονται έκτυπα με τον τρόπο που σημαίνονται τα αντικείμενα από πολύτιμα μέταλλα καθώς και να φέρουν ενδείξεις όπως κωδικός κατασκευαστή, τίτλο περιεκτικότητας σε πολύτιμο μέταλλο ή οποιονδήποτε άλλη ένδειξη η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλάνη τον καταναλωτή, ότι πρόκειται για αντικείμενα από πολύτιμα μέταλλα.
Η ως άνω απαγόρευση ισχύει και για αντικείμενα που δεν περιέχουν πολύτιμα μέταλλα (π.χ. ψευδοκοσμήματα).