1. Προσυσκευασμένα προϊόντα σταθερής ονομαστικής μάζας ή όγκου περιεχομένου, που έχει εκ των προτέρων επιλεγεί από τον παρασκευαστή/συσκευαστή, από 5 g/mL έως 10 kg/L, μπορούν να φέρουν την ένδειξη «e» στο ίδιο πεδίο ορατότητας με την ένδειξη της μάζας ή του όγκου. Η σήμανση «e» πιστοποιεί ότι η προσυσκευασία ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της οδηγίας 76/211/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε ισχύει και η οποία ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Π.Δ. 16/1982 (ΦΕΚ 2/Α/82), όπως ισχύει.
2. Η χρήση του σήματος «e» επί των συσκευασιών γίνεται χωρίς προηγούμενη άδεια, με την προϋπόθεση ότι διατηρούνται αρχεία, τα οποία είναι στη διάθεση των αρχών και στα οποία αναγράφονται, για κάθε παρτίδα, τα αποτελέσματα των μετρολογικών ελέγχων που προβλέπονται από την οδηγία 76/211/ΕΟΚ, όπως ισχύει, ώστε να βεβαιώνεται ότι έχουν γίνει κανονικά και σωστά οι έλεγχοι, καθώς και οι τυχόν διορθωτικές ενέργειες και προσαρμογές (ρυθμίσεις).
3. Ευθύνη για το ότι η συσκευασία τηρεί τις απαιτήσεις για τη χρήση του σήματος «e» φέρει ο συσκευαστής/παραγωγός ή ο εισαγωγέας/διανομέας, ο οποίος θέτει το προϊόν στην ελληνική αγορά, κατά περίπτωση. Στην περίπτωση προϊόντων όπου η συσκευασία έχει παραγγελθεί από τρίτον, το όνομα του οποίου αναγράφεται επί της συσκευασίας (π.χ. προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας) τότε και ο παραγγέλλων θεωρείται συνυπεύθυνος.
4. Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, ανά παρτίδα, προκειμένου το προϊόν να μπορεί να φέρει την ένδειξη «e», κριτήρια για το είδος του ελέγχου (καταστροφικός ή μη καταστροφικός), καθώς και τα σχέδια δειγματοληψίας ανάλογα με το μέγεθος της παρτίδας, καθορίζονται από τη νομοθεσία της ως άνω παραγράφου 1.
5. Στα μέγιστα ανεκτά σφάλματα προϊόντων που φέρουν τη σήμανση «e» εμπεριέχονται όλες οι τυχόν άλλες ανοχές (π.χ. λόγω απώλειας υγρασίας, στραγγισμένου βάρους κλπ) οι οποίες προβλέπονται από, τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, τις Αποφάσεις του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη.
6. Παρτίδες προϊόντων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται για τη χρήση του σήματος «e», θεωρούνται ελλιποβαρείς, εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ. 2, του άρθρου 30 του Α.Κ. (Ν.Δ. 136/46), όπως ισχύει, δεσμεύονται στα χέρια των κατόχων τους μέχρις ότου γίνουν οι απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες, άλλως αποσύρονται από την κυκλοφορία.