1. Τα μέλη της Αρχής συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο (2) φορές το μήνα τακτικώς και εκτάκτως όποτε χρειαστεί, μετά από πρόσκληση του Προέδρου της, στην οποία ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης. Στην πρόσκληση περιλαμβάνονται τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Ο Πρόεδρος της Αρχής υποχρεούται να συγκαλέσει συνεδρίαση εκτάκτως, αν το ζητήσουν τέσσερα (4) μέλη.
2. Η Αρχή συνεδριάζει έγκυρα εφόσον παρίστανται τέσσερα (4) τουλάχιστον μέλη της. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ή του αναπληρωτή του. Στις συνεδριάσεις μπορεί να καλείται μετά από πρόσκληση του Προέδρου και να παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Νομικός Σύμβουλος της Αρχής. Ο Πρόεδρος μπορεί να καλεί να παραστούν κατά τη συζήτηση ειδικών θεμάτων και μέλη του προσωπικού της Αρχής ή τρίτοι, εκπρόσωποι του Δημοσίου ή αλλοδαπών αρχών, δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων και επαγγελματικών οργανώσεων, καθώς και εμπειρογνώμονες. Χρέη γραμματέα ασκεί μέλος του διοικητικού προσωπικού της Αρχής .
3. Κάθε άλλο ζήτημα που αφορά στη λειτουργία της Αρχής ρυθμίζεται στον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής και, συμπληρωματικά, με τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
4. Η παράγραφος 9 του άρθρου 30 του ν.2324/1995 εφαρμόζεται αναλόγως για τα μέλη της Αρχής τακτικά και αναπληρωματικά καθώς και για το προσωπικό της Αρχής.
5. Τα Μέλη και το προσωπικό της Αρχής,συμπεριλαμβανομένων του Γενικού Διευθυντή και του Νομικού Συμβούλου αυτής, δε διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός αν ενήργησαν εκ δόλου ή παραβίασαν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή παρέβησαν το καθήκον εχεμύθειας του άρθρου 26 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν.3528/2007, Α 26), όπως ισχύει.
6. Με απόφαση της Αρχής μπορεί να παρέχεται νομική προστασία στα Μέλη της και στο εν γένει προσωπικό της, συμπεριλαμβανομένων του Γενικού Διευθυντή και του Νομικού Συμβούλου αυτής, ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας τους ή την αποχώρησή τους από την Υπηρεσία, όταν ενάγονται ή διώκονται ποινικά για πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η νομική προστασία συνίσταται στην παροχή δικηγορικών υπηρεσιών από το Νομικό Σύμβουλο ή εξωτερικούς δικηγόρους για την υπεράσπισή τους ή για ό,τι άλλο κρίνεται αναγκαίο για το σκοπό αυτόν.