(άρθρο 30 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)
1. Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 84έως 88δεν υπόκεινται στον παρόντα νόμο, εάν η δραστηριότητα, στην Ελλάδα, είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, προκειμένου να καθορισθεί εάν μια δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό, αποφασίζεται κατόπιν κριτηρίων τα οποία είναι σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της Συνθήκης ΕΕ, όπως τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών, η ύπαρξη εναλλακτικών αγαθών ή υπηρεσιών, οι τιμές και η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός προμηθευτών των εν λόγω αγαθών ή παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρονται στο Παράρτημα ΧΙ του Προσαρτήματος Β.
Όταν δεν είναι δυνατόν να συναχθεί το τεκμήριο ότι υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε δεδομένη αγορά βάσει του πρώτου εδαφίου, πρέπει να αποδεικνύεται ότι η πρόσβαση στην εν λόγω αγορά είναι ελεύθερη εκ των πραγμάτων και εκ του νόμου.
4. Όταν το αρμόδιο Υπουργείο κρίνει ότι, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, η παράγραφος 1 έχει εφαρμογή σε δεδομένη δραστηριότητα, απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της γνωστοποιεί όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή, η οποία είναι αρμόδια για την εν λόγω δραστηριότητα.
Αντίγραφο του φακέλου που υποβάλλεται στην Επιτροπή, κοινοποιείται στην Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 2.
Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στο παρόν διάταγμα:
– εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδώσει απόφαση σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, ή δεν εκδώσει απόφαση σχετικά με αυτή τη δυνατότητα εφαρμογής εντός της προθεσμίας αυτής.
Στις περιπτώσεις που η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά τεκμαίρεται με βάση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος, και όπου μια ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα έχει προσδιορίσει τη δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1, οι συμβάσεις που προορίζονται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στον παρόντα νόμο, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει καταλήξει στην αδυναμία εφαρμογής της παραγράφου 1 με απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή.
5. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσδιορίσει ότι, σε δεδομένη δραστηριότητα έχει εφαρμογή η παράγραφος 1, με απόφαση βάσει της παραγράφου 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την ενδιαφερόμενη αρχή.
Το αρμόδιο Υπουργείο ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τηρουμένων των παραγράφων 2 και 3, για όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε η ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα.
Εάν, μετά το πέρας της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1 σε δεδομένη δραστηριότητα, η παράγραφος 1 τεκμαίρεται εφαρμοστέα.
6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος καθώς και της παραγράφου 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ καθορίζονται στην απόφαση της Επιτροπής της 7ης Ιανουαρίου 2005/15/ΕΚ (L 7), όπως κάθε φορά ισχύει.