1. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 37 παράγραφος 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, οι υπάλληλοι της κατά περίπτωση αρμόδιας αρχής και οι υπάλληλοι των δημόσιων αρχών και υπηρεσιών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στους οποίους παρέχεται εντολή κατά τις παραγράφους 2 έως 4 του άρθρου 22 του παρόντος, καθώς και οι τυχόν ιδιώτες που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο και οι οποίοι λαμβάνουν, με αφορμή την υπηρεσία τους γνώση απόρρητων στοιχείων επιχειρήσεων, ενώσεων επιχειρήσεων ή άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων που δεν έχουν σχέση με την εφαρμογή του παρόντος νόμου, υποχρεούνται να τηρούν για τα στοιχεία αυτά εχεμύθεια.
2. Τα απόρρητα στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση με την εφαρμογή του παρόντος νόμου, αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 υποχρεούνται να τηρούν εχεμύθεια, με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του Κ.Π.Δ., για τα στοιχεία που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο. Οι προϋποθέσεις, η έκταση, οι εξαιρέσεις, ο χρόνος και η διαδικασία πρόσβασης στο διοικητικό φάκελο των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, κατά των οποίων κινήθηκε η ενώπιον της εκάστοτε αρμόδιας αρχής διαδικασία, και των φυσικών ή νομικών προσώπων, που υπέβαλαν καταγγελία, η διαδικασία χρήσης και δημοσιοποίησης των προαναφερόμενων απόρρητων στοιχείων από τη εκάστοτε αρμόδια αρχή, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από τις γενικές διατάξεις περί του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα, από το προεδρικό διάταγμα του άρθρου 24 του παρόντος. Σε περίπτωση δικαστικής διαδικασίας τα απόρρητα στοιχεία της παραγράφου αυτής αποτελούν μέρος του φακέλου, ο οποίος υποβάλλεται στα αρμόδια δικαστήρια, διατηρώντας τον απόρρητο χαρακτήρα τους. Προς το σκοπό αυτόν τα παραπάνω στοιχεία διαβιβάζονται σε ξεχωριστό τμήμα του διοικητικού φακέλου, το οποίο φέρει την ένδειξη «απόρρητα στοιχεία». Αρμόδιος υπάλληλος του δικαστηρίου διασφαλίζει ότι τα μέρη δε θα έχουν πρόσβαση στα απόρρητα για αυτούς τμήματα του φακέλου, εκτός εάν η πρόσβαση κριθεί αναγκαία για την προάσπιση υπέρτερου συμφέροντός τους, και τους παρασχεθεί σχετική άδεια, κατά το αναγκαίο μέτρο, κατόπιν αιτήσεώς τους, από το δικάζον δικαστήριο.
3. Σε όποιον παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους:
(α) επιβάλλεται η ποινή του άρθρου 252 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και χρηματική ποινή από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
(β) ασκείται πειθαρχική δίωξη για την παράβαση της υποχρέωσης εχεμύθειας που συνιστά πειθαρχικό αδίκημα.
4. Με τις ποινές της παραγράφου 3 τιμωρείται και κάθε πρόσωπο, στο οποίο η εκάστοτε αρμόδια αρχή αναθέτει την εκπόνηση μελέτης για λογαριασμό της, ή συμμετέχει σε ομάδα έργου την οποία έχει συστήσει η εκάστοτε αρμόδια αρχή, εφόσον στη σχετική σύμβαση έχει περιληφθεί ρήτρα για υποχρέωση εχεμύθειας κατά τις παραγράφους 2 και 3, καθώς και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου και οι δικηγόροι οι οποίοι συμμετέχουν σε διαδικασία η οποία αφορά τον παρόντα νόμο εκπροσωπούντες το δημόσιο, εφόσον παραβαίνουν τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 μέχρι 3. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται και για τους προστηθέντες του αναδόχου εκπόνησης μελέτης.
[πρβλ. και 26§2] Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για την υποχρέωση εχεμύθειας, στον βαθμό που αφορούν περιβαλλοντική πληροφορία, δεν είναι συμβατές με τη Συνθήκη του Άαρχους (ν. 3422/2005) και την Οδηγία 2003/4 «για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες», οι οποίες ρυθμίζουν περιοριστικά τους λόγους εξαίρεσης. Επιπροσθέτως, η πρόβλεψη της δυνατότητας περιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα αποτελεί σημαντική υποχώρηση από τις αρχές της διαφάνειας, της χρηστής διοίκησης, του δημόσιου συμφέροντος, στις οποίες το νομοσχέδιο αναφέρεται πολλές φορές, ιδίως από την στιγμή που δεν καθορίζει ποια στοιχεία του διοικητικού φακέλου είναι απόρρητα. Τέλος, είναι ιδιαίτερα παράδοξη και η πρόθεση του νομοσχεδίου να ρυθμίσει την πρόσβαση σε έγγραφα ακόμα και στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών, και μάλιστα με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με την αρχή της ισότητας των όπλων (κατά κανόνα, ο ένας διάδικος –δημόσιο ή ιδιωτική επιχείρηση- θα έχει πρόσβαση στον απόρρητο φάκελο, ενώ ο άλλος μπορεί να αγνοεί την ύπαρξή του) και της δημοσιότητας της διαδικασίας [πρβλ. 23§2 τελευταίο εδάφιο] . Οι ρυθμίσεις αυτές είναι ιδιαίτερα αρνητικές και βέβαια παράδοξες, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη η εύνοια του νομοσχεδίου προς τις νέες τεχνολογίες, οι οποίες μπορούν να καταστήσουν την πρόσβαση στα έγγραφα πολύ ευχερέστερη.