1. Όποτε είναι αντικειμενικά δικαιολογημένο για την προστασία συγκεκριμένου δημόσιου συμφέροντος κατά την άσκηση μίας οικονομικής δραστηριότητας, είναι δυνατόν να επιβάλλεται στα πρόσωπα, που ασκούν αυτή την οικονομική δραστηριότητα, η γενική υποχρέωση να τηρούν τόσο κατά την έναρξη της συγκεκριμένης δραστηριότητας, όσο και κατά την άσκησή της, όρους λειτουργίας, οι οποίοι αποτελούνται από συγκεκριμένους γενικούς και καθολικά εφαρμοστέους όρους λειτουργίας που είναι προκαθορισμένοι και τίθενται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
2. Οι γενικοί όροι λειτουργίας μπορεί να διέπουν συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων. Κάθε πρόσωπο που ασκεί συγκεκριμένη δραστηριότητα για την οποία έχουν τεθεί σύμφωνα με την παρούσα γενικοί όροι λειτουργίας οφείλει να ενεργεί σύμφωνα με αυτούς.
3. Οι γενικοί όροι λειτουργίας προσδιορίζονται με βάση τις αρχές του άρθρου 1 του παρόντος και είναι οι ελάχιστοι αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση του συγκεκριμένου δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογεί την υιοθέτησή τους. Οι γενικοί όροι λειτουργίας καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση, η οποία εκδίδεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και τον κατά περίπτωση συναρμόδιο Υπουργό μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Η απόφαση πρέπει να είναι αντικειμενικά δικαιολογημένη και να περιγράφει με σαφήνεια και περιοριστικά τους γενικούς όρους λειτουργίας, οι οποίοι πρέπει να τηρούνται από όλες τις επιχειρήσεις, οι οποίες επιθυμούν να ασκούν την συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα.
4. Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός εκκινούν διαδικασία διαβούλευσης σχετικά με την ανάγκη υιοθέτησης γενικών όρων λειτουργίας για συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή δέσμη ομοειδών δραστηριοτήτων και το περιεχόμενο αυτών. Η διαβούλευση γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4048/2012, όπως εκάστοτε ισχύει. Επιπλέον της δημοσιότητας που προβλέπεται στο άρθρο 6 του ν. 4048/2012, κάθε σχετική πράξη που αφορά τη διαβούλευση, περιλαμβανομένης και της έκθεσης του Γραφείου Νομοθετικής Πρωτοβουλίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργείου, δημοσιεύεται και όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο Ζ’ του παρόντος. Οι απόψεις όλων όσων επιθυμούν να συμμετάσχουν στην δημόσια διαβούλευση δημοσιεύονται όπως κατατίθενται, εκτός και αν χαρακτηρίζονται από αυτούς εμπιστευτικές συνολικά ή μερικώς, οπότε και εμφανίζεται σχετική αναφορά ότι ο ενδιαφερόμενος ζήτησε να μη δημοσιευθούν οι απόψεις του. Απόψεις οι οποίες δεν υποβάλλονται σύμφωνα με το παρόν δεν λαμβάνονται υπ’όψιν στην διαδικασία καθορισμού των γενικών όρων άσκησης οικονομικής δραστηριότητας. Διακοπή, σύντμηση ή επιμήκυνση του χρόνου της διαδικασίας διαβούλευσης επιτρέπεται μόνο μία φορά με πρωτοβουλία του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργού, για αντικειμενικά σπουδαίο λόγο, που ανακοινώνεται τουλάχιστο πέντε ημέρες πριν την διακοπή, σύντμηση ή επιμήκυνση του χρόνου διαβούλευσης. Η διακοπή δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες, διαφορετικά η διαδικασία διαβούλευσης καταργείται και δεν μπορεί να εκκινήσει νέα διαδικασία διαβούλευσης πριν την πάροδο έτους. Η σύντμηση του χρόνου διαβούλευσης δεν μπορεί να είναι για περισσότερο από το μισό της προβλεπόμενης κατά τη έναρξη της διαβούλευσης διάρκεια. Η επιμήκυνση του χρόνου διαβούλευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες.
5. Η ανάλυση των συνεπειών ρυθμίσεων του άρθρου 7 του ν. 4048/2012 δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση των γενικών όρων λειτουργίας, αλλά ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός μπορούν με απόφασή τους να ζητήσουν σχετική έκθεση αν το θεωρούν αναγκαίο.
6. Μετά την λήξη της διαβούλευσης, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός είτε διακόπτουν την διαδικασία έκδοσης γενικών όρων λειτουργίας για την συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή την δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων εφ’όσον δεν δικαιολογείται η υιοθέτηση γενικών όρων λειτουργίας για την προστασία συγκεκριμένου δημοσίου συμφέροντος, ή συνεχίζουν για όλες ή κάποιες από αυτές κοινοποιώντας την απόφασή τους στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, εντός τριάντα ημερών από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλει να γνωμοδοτήσει επί αυτού εντός δεκαπέντε ημερών. Η απόφαση περιλαμβάνει και τους συγκεκριμένους όρους που ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός προτείνουν να αποτελέσουν αντικείμενο των γενικών όρων λειτουργίας. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού δημοσιεύεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
7. Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός εκδίδουν κοινή Υπουργική Απόφαση με την οποία τίθενται γενικοί όροι λειτουργίας για συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή για δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων, εντός τριάντα ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
8. Σε περίπτωση που η διαδικασία έκδοσης γενικών όρων λειτουργίας για συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή για δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων εκκινήσει και μετά την διαβούλευση διακοπεί, μπορεί να επανεκκινήσει μόνο με νέα διαβούλευση και μόνο τουλάχιστο πέντε χρόνια μετά την διακοπή της. Η διακοπή της διαδικασίας έκδοσης γενικών όρων λειτουργίας γίνεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργού, η οποία εκδίδεται εντός τριάντα ημερών από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης.
9. Τροποποίηση ή κατάργηση των γενικών όρων λειτουργίας για μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή για δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων επιτρέπεται:
(i) σε περίπτωση που αυτό καταστεί αναγκαίο μετά από απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας, ή
(ii) από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και τον κατά περίπτωση συναρμόδιο Υπουργό, μετά την πάροδο πενταετίας από την υιοθέτησή τους ή την τροποποίηση ή κατάργησή τους, ή
(iii) μετά από αίτημα οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον και υπό την προϋπόθεση ότι η ανάγκη τροποποίησης είναι επιβεβλημένη σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 1 του παρόντος, σαφώς υπερβαίνει την ανάγκη της τήρησης αρχής της ασφάλειας δικαίου και έχει παρέλθει τουλάχιστο πενταετία από την υιοθέτησή τους ή την τροποποίηση ή κατάργησή τους.
Σε κάθε περίπτωση για την τροποποίηση ή κατάργηση γενικών όρων λειτουργίας ακολουθείται η διαδικασία εισαγωγής γενικών όρων λειτουργίας για συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ή για δέσμη ομοειδών οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως περιγράφεται στον παρόντα. Η έναρξη της διαβούλευσης για την τροποποίηση ή κατάργηση εκκινεί εντός τριάντα ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την υποβολή του σχετικού αιτήματος.
10. Η δήλωση της επιχείρησης στην αρμόδια κατά τόπο δημοτική αρχή ότι εκπληροί τους γενικούς όρους λειτουργίας ή έχει συμμορφωθεί με αυτούς, αρκεί για την άσκηση μιας οικονομικής δραστηριότητας σύμφωνα με το παρόν άρθρο 5. Κάθε πρόσωπο μπορεί εφόσον το επιθυμεί να ζητεί και να λαμβάνει από την κατά τόπο αρμόδια δημοτική αρχή βεβαίωση ότι έχει προβεί στην υποβολή της σχετικής δήλωσης άσκησης της συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας και τήρησης των γενικών όρων λειτουργίας για συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα. Η βεβαίωση αυτή αποτελεί βεβαιωτική ατομική διοικητική πράξη και δεν αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας από την συγκεκριμένη επιχείρηση.
11. Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Εσωτερικών και Διοικητικής Αποκέντρωσης προσδιορίζεται και συγκεκριμένο ύψος παραβόλου, το οποίο καταβάλλεται ετήσια από το κάθε πρόσωπο το οποίο λειτουργεί υπό το καθεστώς γενικών όρων λειτουργίας, από το οποίο χρηματοδοτείται αποκλειστικά και μόνο η δραστηριότητα εποπτείας και ελέγχου των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.