7.1 Στόχοι
Η Εθνική Στρατηγική για την ΕΚΕ έχει τους εξής συγκεκριμένους στόχους:
– να αναδείξει το ρόλο της πολιτείας στην ΕΚΕ μέσω της α) διάδοσης της ΕΚΕ στις επιχειρήσεις και της υλοποίησης προγραμμάτων ΕΚΕ από αυτές και β) της ανάπτυξης δράσεων ΕΚΕ από την ίδια την Πολιτεία.
– να προσδιορίσει τις βασικές διαστάσεις της ολοκληρωμένης Εθνικής Στρατηγικής για την ΕΚΕ (πολιτικές και πρότυπα, μέτρα και εργαλεία, πεδία εφαρμογής) (βλ. Εικόνα 1 1).
– να περιγράψει τις απαιτούμενες υποστηρικτικές δομές για τη χάραξη, την εφαρμογή και την αξιολόγηση της Εθνικής Στρατηγικής, καθώς και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής της.
7.2 Πεδία Εφαρμογής – Εθνικές Προτεραιότητες 2020
Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη ως κουλτούρα και πρακτική μιας επιχείρησης, μπορεί να συμβάλει σημαντικά, στην αντιμετώπιση των κρίσιμων κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων της εποχής μας.
Η χώρα μας, στο πλαίσιο της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και του Εθνικού Μεταρρυθμιστικού Πλαισίου, έθεσε τέσσερις βασικούς στόχους έως το 2020:
– Τη διαμόρφωση του ποσοστού απασχόλησης στην ηλικιακή ομάδα 20-64 ετών σε 70%.
– Τη μείωση του πληθυσμού των πολιτών που απειλούνται από τη φτώχεια ή/και τον κοινωνικό αποκλεισμό κατά 450.000 άτομα.
– Τη μείωση του αριθμού των παιδιών και νέων (0-17) που απειλούνται από τη φτώχεια κατά 100.000 άτομα.
– Την κάλυψη άμεσων αναγκών, αλλά και τη διαμόρφωση αποτελεσματικών και βιώσιμων μακροχρόνιων υπηρεσιών κοινωνικής προστασίας, δημιουργώντας ένα «δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας».
7.2.1 Ανθρώπινο Κεφάλαιο
Ειδικότερα, στον τομέα της εργασίας, η ανάδειξή του ανθρώπινου δυναμικού ως κεφαλαίου για την επιχείρηση και την κοινωνία, προϋποθέτει την εξασφάλιση ενός σωστού εργασιακού περιβάλλοντος. Για το σκοπό αυτό αναγκαία είναι:
– Η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον χώρο εργασίας.
– Η εξάλειψη κάθε μορφής καταναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας.
– Η κατάργηση της παιδικής εργασίας.
– Η προστασία της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων.
– Ένα δίκαιο σύστημα αμοιβών και παροχών (σύστημα στελέχωσης, πακέτα αμοιβών, πακέτα παροχών) που οδηγούν στην βελτίωση της ποιότητας της ζωής των εργαζομένων.
– Η ανάπτυξη προγραμμάτων κατάρτισης, επανακατάρτισης και δια βίου μάθησης.
– Η εξάλειψη των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού στους όρους πρόσληψης και στην εργασία.
– Η ισορροπία της εργασιακής και της οικογενειακής ζωής.
– Ο σεβασμός του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι και η αναγνώριση του δικαιώματος της συλλογικής διαπραγμάτευσης, μέσω της ενθάρρυνσης των εργατικών σωματείων καθώς και η ανάπτυξη των θεσμών διαβούλευσης με στόχο την προώθηση της συμμετοχής και της δημοκρατίας στον εργασιακό χώρο.
Ειδικότερα για τους εργαζόμενους που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της απόλυσης αναγκαία είναι :
– Η παροχή κατάρτισης, επανακατάρτισης και δια βίου μάθησης.
– Η ανάπτυξη συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης σε εργαζόμενους πλησίον της σύνταξης.
– Η στήριξη συνεργατικών σχημάτων στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας.
7.2.2 Κοινωνία
Για να υπάρξει μια κοινωνία βιώσιμη, η επιχείρηση μπορεί να αναλάβει πλήθος δράσεων και πρωτοβουλιών προκειμένου να συμβάλει στην εξάλειψη της φτώχειας και ειδικότερα της παιδικής φτώχειας. Για το σκοπό αυτό απαιτούνται πρωτοβουλίες για την:
– Ανάσχεση της ανεργίας με τη δημιουργία ή διατήρηση θέσεων εργασίας.
– Επανένταξη αποκλεισμένων κοινωνικά ομάδων (άτομα με αναπηρία, μετανάστες, απεξαρτημένων από ουσίες, κ.λπ) και την καταπολέμηση των διακρίσεων.
– Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και ειδικότερα της κοινωνικής οικονομίας.
– Στήριξη ή /και δημιουργία ποιοτικών κοινωνικών υπηρεσιών.
– Καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας με την απορρόφηση σε θέσεις εργασίας ανέργων μελών οικογενειών με παιδιά.
– Ενδυνάμωση της τοπικής ανάπτυξης.
7.2.3 Αγορά
7.2.3.1 Διαφάνεια
– Επέκταση της διαφάνειας μέσω της χρησιμοποίησης των βάσεων δεδομένων των Δημοσίων Υπηρεσιών προς όφελος του καταναλωτή και πολίτη.
– Μέσω της επαύξησης των δικαιωμάτων των μετόχων που σχετίζονται τόσο με την οδηγία 2013/34/ΕΕ σχετικά με την δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών & πληροφοριών για την πολυμορφία από ορισμένες μεγάλες εταιρείες και ομίλους όσο και με την οδηγία 2007/36/ΕΚ (νέο) η οποία εμβαθύνει στην επέκταση των δικαιωμάτων των μετόχων και ιδιαίτερα των μετόχων μειοψηφίας.
Η διαφάνεια αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της ΕΚΕ. Η έλλειψη διαφάνειας στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς τρέφει τη διαφθορά, με δραματικές συνέπειες: επιβάρυνση του κόστους των επιχειρήσεων κατά 10% παγκοσμίως, αύξηση μέχρι και 25% του κόστους των συμβάσεων προμηθειών στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ έχει δυσμενέστατες κοινωνικές και ψυχολογικές προεκτάσεις αφού πλήττει κυρίως τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Σύμφωνα με το World Economic Forum, η διαφθορά φαίνεται να είναι το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα σχετικά με το επιχειρείν στην Ελλάδα σήμερα, μετά τη γραφειοκρατία. Από έρευνες της Παγκόσμιας Τράπεζας σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης καταδεικνύεται ότι οι επιχειρηματίες είναι διατεθειμένοι να καταφύγουν σε δωροδοκία και άλλα αθέμιτα μέσα προκειμένου να επιτύχουν τους εταιρικούς στόχους τους.
Είναι λοιπόν απαραίτητη η υιοθέτηση μιας επιχειρηματικής κουλτούρας που να αποτυπώνει την ηθική ακεραιότητα του οργανισμού. Αυτή εκφράζεται στην ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών, στις τιμές και στη διαφανή συνεργασία με εργαζόμενους, προμηθευτές ή άλλους συνεργάτες. Η εταιρεία / οργανισμός οφείλει να εφαρμόζει το πλαίσιο ακεραιότητας το οποίο έχει υιοθετήσει. Θεμελιώδες στοιχείο είναι οι συμμετέχοντες να έχουν πρόσβαση και δυνατότητα ελέγχου ότι οι αρχές εφαρμόζονται. Ενδεικτικές ενέργειες είναι οι εξής:
– Γραπτή δέσμευση για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
– Δημόσια δέσμευση συμμόρφωσης σε όλους τους σχετικούς νόμους, συμπεριλαμβανομένων των νόμων κατά της διαφθοράς.
– Υποστήριξή της ηγεσίας στην καταπολέμηση της διαφθοράς.
– Εταιρικός Κώδικας Δεοντολογίας καταπολέμησης της διαφθοράς, που αφορά ρητά όλους τους εργαζόμενους, συνεργάτες, διαμεσολαβητές, εργολάβους, υπεργολάβους και προμηθευτές.
– Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τους υπαλλήλους για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
– Πολιτικές καθορισμού προσφοράς ή αποδοχής κατάλληλων / ακατάλληλων δώρων, φιλοξενίας και εξόδων ταξιδίων, απαγόρευσης φιλοδωρήματα για διευκολύνσεις κλπ.
– Πολιτική απαγόρευσης πολιτικών συνεισφορών ή πλήρους γνωστοποίησής τους.
– Απαγόρευση αντιποίνων για την καταγγελία πιθανής παράβασης κάποιας πολιτικής.
– Παροχή καναλιών/δομών μέσω των οποίων οι εργαζόμενοι μπορούν να καταγγείλουν εμπιστευτικά πιθανές παραβάσεις κάποιας πολιτικής ή να ζητήσουν συμβουλές (π.χ., whistleblowing).
Διαφάνεια και ακεραιότητα αποτελούν τους πυλώνες ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας και του υγιούς ανταγωνισμού. Με τη δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικών με τη δέσμευση και τις δράσεις που έχουν αναληφθεί, η εταιρεία / οργανισμός επιδεικνύει αποφασιστικότητα για εφαρμογή των θεσμών. Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη μπορεί να συμβάλλει στην ανάκτηση και διατήρηση της αξιοπιστίας του επιχειρηματικού κόσμου, καθώς τα προγράμματα ΕΚΕ είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την εδραίωση της διαφάνειας και δε μπορούν παρά να συνυπάρχουν με την ορθή εφαρμογή των κανόνων της Εταιρικής Διακυβέρνησης.
7.2.3.2 Επιχειρηματική ηθική
Με τον όρο επιχειρηματική ηθική εννοούμε την ενασχόληση και την αντιμετώπιση της επιχείρησης απέναντι στο εταιρικό της περιβάλλον και στην κοινωνία ώστε να προάγεται, παράλληλα με το επιχειρηματικό κέρδος, το κοινωνικό συμφέρον, η πρόοδος, η δημιουργικότητα. Η προαγωγή της επιχειρηματικής ηθικής μπορεί να πραγματοποιηθεί και με τρόπους όπως:
– Τιμολογιακή πολιτική επιχειρήσεων
– Ενίσχυση κανόνων τιμολογιακής πολιτικής μέσω των πρόσφατων παρεμβάσεων των νόμων 4251/2014 και 4252/2014 με αυστηρή τήρηση του κανονιστικού αυτού πλαισίου από τις επιχειρήσεις,
– Καθιέρωση ανταγωνιστικής συμπεριφοράς των επιχειρήσεων μέσω της εκπαίδευσης αυτών σε σύγχρονες μεθόδους και εργαλεία, μέσω της αξιοποίησης εργαλείων φορέων και μέσω της χρήσης εργαλείων δημοσίου χαρακτήρα (π.χ. παρατηρητήριο τιμών) που καθιερώνουν ενιαίους κανόνες συγκρισιμότητας αγαθών και υπηρεσιών
7.2.3.3 Σεβασμός και υποστήριξη δικαιωμάτων καταναλωτή
Από το 1975 που θεσπίστηκαν τα πρώτα μέτρα για την προστασία των καταναλωτών, η ΕΕ καταβάλλει συνεχείς προσπάθειες, προκειμένου να διασφαλίσει ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας όλων των ευρωπαίων καταναλωτών, από το στάδιο κατασκευής των προϊόντων, έως την τελική τους χρήση.
Στο πλαίσιο αυτό αντίστοιχα η Ελληνική Πολιτεία έχει θέσει ως στόχο:
– Την προστασία του καταναλωτή από σοβαρούς κινδύνους και απειλές που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του,
– Τη διασφάλιση της δυνατότητας του καταναλωτή να επιλέγει με βάση σαφείς, ακριβείς και συνεκτικές πληροφορίες, καθώς αυτές επηρεάζουν τις αποφάσεις του και συμβάλλουν στην εδραίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης
– Την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του καταναλωτή και της πρόσβασής του σε μηχανισμούς ταχείας και αποτελεσματικής επίλυσης τυχόν διαφορών με τους εμπόρους,
– Τη διασφάλιση ότι τα δικαιώματα του καταναλωτή συμβαδίζουν με τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις, κυρίως στις αγορές τροφίμων, ενέργειας, χρηματοπιστωτικών προϊόντων, μεταφορών και προϊόντων ψηφιακής τεχνολογίας.
Γενικότερα, ο ρόλος των επιχειρήσεων στην εφαρμογή της αυτοδέσμευσης, όσον αφορά τον πλήρη σεβασμό των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών είναι πολύ σημαντικός, ιδιαίτερα στη ψηφιακή εποχή που ζούμε. Ζητούμενο είναι η συνεργασία μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων να ενισχυθεί περαιτέρω, μέσω της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας ρυθμιστικών μη νομικών μέσων.
Επίσης, οι επιχειρήσεις οφείλουν να λειτουργούν με υπευθυνότητα και ηθικές αρχές, σεβόμενες τα δικαιώματα των καταναλωτών και προσφέροντάς τους ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες, με λογικό κόστος και υψηλό επίπεδο προδιαγραφών υγείας και ασφάλειας. Παράλληλα, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται να δοθεί στις ανάγκες των ευάλωτων ομάδων καταναλωτών, οι οποίες πολλαπλασιάστηκαν κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κοινωνικοοικονομικής κρίσης. Στο πλαίσιο ανάπτυξης μιας τέτοιας πολιτικής από πλευράς επιχειρήσεων βρίσκεται η χρυσή τομή ανάμεσα στην προστασία των καταναλωτών και στην επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα.
7.2.3.4 Εταιρική διακυβέρνηση και εσωτερικός έλεγχος
Ο όρος «Εταιρική Διακυβέρνηση» (ΕΔ) περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις διοικούνται και ελέγχονται. Σύμφωνα με τις Αρχές Εταιρικής Διακυβέρνησης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), οι οποίες αποτελούν διεθνώς σημείο αναφοράς, η ΕΔ διαρθρώνεται ως ένα σύστημα σχέσεων ανάμεσα στη Διοίκηση της επιχείρησης/οργανισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ), τους μετόχους της και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, συνιστά δε τη δομή μέσω της οποίας προσεγγίζονται και τίθενται οι στόχοι της επιχείρησης/οργανισμού, εντοπίζονται οι βασικοί κίνδυνοι που αυτή αντιμετωπίζει κατά τη λειτουργία της, προσδιορίζονται τα μέσα επίτευξης των επιχειρηματικών στόχων, οργανώνεται το σύστημα διαχείρισης κινδύνων και καθίσταται δυνατή η παρακολούθηση της απόδοσης της Διοίκησης, κατά τη διαδικασία εφαρμογής των παραπάνω.
Οι Αρχές του ΟΟΣΑ υπογραμμίζουν τον ρόλο της καλής ΕΔ στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, όσον αφορά αφενός στην αποτελεσματικότητα της εσωτερικής οργάνωσης αφετέρου στο χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου. Τέλος, η αυξημένη διαφάνεια που προάγει η ΕΔ έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της διαφάνειας στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και των δημόσιων οργανισμών και θεσμών.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η Ευρώπη γνώρισε την εκτενή διάδοση κωδίκων ΕΔ. Οι κώδικες αυτοί βασίζονται στην οικειοθελούς χαρακτήρα «συμμόρφωση ή εξήγηση» (comply or explain) και με τις ουσιαστικές διατάξεις τους συνιστούν πλέον το κυρίαρχο εργαλείο για τη θέσπιση προτύπων διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η προσέγγιση αυτή έχει υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και για την πρόσφατη Οδηγία της για τη δημοσιοποίηση μη οικονομικών πληροφοριών.
Στην Ελλάδα, το πλαίσιο ΕΔ έχει αναπτυχθεί μέσω της υιοθέτησης:
i. Υποχρεωτικών κανόνων: Όπως ο Ν. 2190/1920 περί Ανωνύμων Εταιρειών και ο Ν. 3016/2002, που θεσπίζει τον εσωτερικό έλεγχο, καθώς και ένα πλήθος άλλων νομοθετικών πράξεων που δημιουργούν νέους κανόνες ΕΔ ενσωματώνοντας αντίστοιχες ευρωπαϊκές οδηγίες εταιρικού δικαίου και
ii. Αυτορρύθμισης: Ο Ελληνικός Κώδικας Εταιρικής Διακυβέρνησης (ο Κώδικας) συντάχθηκε με πρωτοβουλία του ΣΕΒ το 2011 και κατόπιν τροποποιήθηκε, στο πλαίσιο της πρώτης αναθεώρησής του το 2013, από το Ελληνικό Συμβούλιο Εταιρικής Διακυβέρνησης (ΕΣΕΔ), το οποίο ιδρύθηκε το 2012 από το Χρηματιστήριο Αθηνών και τον ΣΕΒ. O Κώδικας είναι προσαρμοσμένος στην ελληνική νομοθεσία και στην επιχειρηματική πραγματικότητα και όπως προαναφέρθηκε έχει συνταχθεί με βάση την αρχή της «συμμόρφωσης ή εξήγησης» περιλαμβάνοντας έτσι και θέματα που ξεπερνούν τους υπάρχοντες νόμους και κανόνες. Ο Κώδικας δεν επιβάλλει υποχρεώσεις, αλλά εξηγεί πώς να υιοθετηθούν ορθές πρακτικές και διευκολύνει τη διαμόρφωση πολιτικών και πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης, που θα ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε εταιρείας.
Το 2014, το Ελληνικό Δίκτυο για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη ανέλαβε, βασιζόμενο και στον Κώδικα του ΕΣΕΔ, τη δημιουργία του Οδηγού Υπεύθυνης Επιχειρηματικότητας: Διαφάνεια και Διακυβέρνηση, με στόχο να αποτελέσει χρηστικό εφόδιο για όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, και ιδιαίτερα για τις μεσαίες / μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), οι οποίες δίνουν το δικό τους καθημερινό αγώνα ως μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας μεγάλων επιχειρήσεων, προκειμένου να προσελκύσουν επενδυτές, να ενισχύσουν τη δημόσια εικόνα τους, να γίνουν σημείο αναφοράς στο κλάδο τους και να αποκτήσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα μέσω της υιοθέτησης ενός νέου μοντέλου υπεύθυνης επιχειρηματικότητας.
7.2.4 Περιβάλλον – Κλιματική Αλλαγή
Στο πλαίσιο της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» οι στόχοι της Ελλάδας διακρίνονται σε δύο αλληλένδετα σύνολα:
Α. Αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, επί των οποίων η Ελλάδα αποσκοπεί σε :
– Μείωση της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας κατά 2,85 Mtoe έως το 2020
– Μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για τομείς εκτός συστήματος εμπορίας κατά 4% (σε σχέση με τις τιμές του 2005)
– Αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο 20% της μικτής τελικής κατανάλωσης ενέργειας
Β. Προώθηση των στόχων του «Χάρτη πορείας για μια αποδοτική, από πλευράς πόρων, Ευρώπη», οι οποίοι για το 2020 προβλέπουν:
– Ως προς τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή, τη θέσπιση κινήτρων που θα ωθήσουν τη μεγάλη πλειονότητα των εταιριών στην κατεύθυνση της συστηματικής μέτρησης, συγκριτικής αξιολόγησης και βελτίωσης της αποδοτικότητας των πόρων τους σε συνεχή βάση, καθώς και τη συνδρομή του κράτους σε συνεργασίες εταιριών για τη βέλτιστη χρήση των αποβλήτων και των παραπροϊόντων που παράγουν (π.χ. εκμεταλλευόμενες τη βιομηχανική συμβίωση).
– Ως προς τη μετατροπή των αποβλήτων σε πόρους, τη διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής του ενωσιακού κεκτημένου για τα απόβλητα.
– Ως προς τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας, την εστίαση της δημόσιας χρηματοδότησης της έρευνας σε καίριας σημασίας στόχους που αφορούν την αποδοτικότητα των πόρων, σε συνεχή βάση.
– Ως προς τις επιζήμιες για το περιβάλλον επιδοτήσεις (ΕΠΕ) και τον εξορθολογισμό των τιμών, τον προσδιορισμό των πλέον σημαντικών ΕΠΕ, την κατάρτιση σχεδίων για τη σταδιακή κατάργησή τους, τη στροφή της φορολόγησης από την εργασία προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τη γενικότερη αναθεώρηση της φορολογικής πολιτικής προκειμένου να στηριχθεί αποτελεσματικότερα η αποδοτικότητα των πόρων.
– Ως προς τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, τη χαρτογράφηση της κατάστασης των οικοσυστημάτων και των υπηρεσιών τους, την εκτίμηση της οικονομικής τους αξίας και τν προαγωγή ενσωμάτωσης των εν λόγω αξιών στα συστήματα λογιστικής, καθώς και τη συνεργασία του κράτους με τα ενδιαφερόμενα μέρη ώστε να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις να εκτιμήσουν την εξάρτησή τους από τις οικοσυστημικές υπηρεσίες.
– Ως προς τη βιοποικιλότητα, την εφαρμογή της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, καθώς και την ενσωμάτωση της αξίας των οικοσυστημικών υπηρεσιών στη διαδικασία χάραξης πολιτικής σε συνεχή βάση.
– Ως προς τα ύδατα, τον καθορισμό στόχvn αποδοτικότητας του νερού για το 2020 σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού, με κατάλληλα συμπληρωματικά μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των συνθηκών στους διάφορους οικονομικούς τομείς και γεωγραφικές περιοχές.
– Ως προς την ποιότητα του αέρα, την επιτάχυνση εφαρμογής της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας.
– Ως προς τις χρήσεις γης και το έδαφος, την ενσωμάτωση των άμεσων και έμμεσων χρήσεων γης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους στις οικείες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, στον περιορισμό της διάβρωσης και την αύξηση των οργανικών υλών του εδάφους, καθώς και στον εντοπισμό και αποκατάσταση ρυπασμένων εδαφών.
– Ως προς τη θαλάσσια στρατηγική, την εφαρμογή της σχετικής οδηγίας-πλαίσιο.
– Ως προς τη σπατάλη τροφίμων, τη μείωσή της μέσω, μεταξύ των άλλων, και του εθνικού προγράμματος πρόληψης των αποβλήτων.
– Ως προς τη βελτίωση των κτιρίων, την υιοθέτηση αποδοτικών, από πλευράς πόρων, κατασκευαστικών πρακτικών μέσω επενδύσεων σε δεξιότητες, προγράμματα μαθητείας και δραστηριότητες προβολής/επικοινωνίας, καθώς και κοστολόγησης για ολόκληρο τον κύκλο ζωής και κατάλληλων χρηματοδοτικών ρυθμίσεων.
Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, ως πλαίσιο οργάνωσης και υλοποίησης της υπεύθυνης ως προς το περιβάλλον επιχειρηματικότητας, έχει τη δυνατότητα να συνεισφέρει σημαντικά στο μεγαλύτερο μέρος των παραπάνω εθνικών στόχων.