- Οι Συμβάσεις Παραχώρησης δύνανται να τροποποιούνται άνευ διεξαγωγής νέας διαδικασίας ανάθεσης δυνάμει του παρόντος νόμου σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:
α) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά Έγγραφα της Σύμβασης Παραχώρησης στις οποίες δύναται να περιλαμβάνονται και ρήτρες αναθεώρησης τιμών ή δικαιώματα προαιρέσεως. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο εφαρμογής και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή αναθεωρήσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή αναθεωρήσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της Σύμβασης Παραχώρησης.
β) όσον αφορά συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες από τον αρχικό Παραχωρησιούχο που έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική Σύμβαση Παραχώρησης εφόσον η αλλαγή Παραχωρησιούχου:
- i) δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, όπως απαιτήσεις αμοιβαίας αντικατάστασης ή διαλειτουργικότητας με υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις, η αγορά των οποίων έγινε στο πλαίσιο της αρχικής Σύμβασης Παραχώρησης και
- ii) θα επέφερε σημαντικά μειονεκτήματα ή ουσιώδη επιβάρυνση ως προς το κόστος για την Αναθέτουσα Αρχή ή τον Αναθέτοντα Φορέα.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις Συμβάσεων Παραχώρησης που ανατίθενται από Αναθέτουσα Αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής Σύμβασης Παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Αυτές οι διαδοχικές τροποποιήσεις δεν πρέπει να γίνονται προς τον σκοπό αποφυγής της εφαρμογής του παρόντος νόμου.
γ) στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- i) η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από επιμελή Αναθέτουσα Αρχή ή Αναθέτοντα Φορέα,
- ii) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της παραχώρησης,
iii) σε περιπτώσεις Συμβάσεων Παραχώρησης που ανατίθενται από Αναθέτουσα Αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής Σύμβασης Παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν πρέπει να έχουν ως σκοπό την αποφυγή εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.
δ) όταν ένας νέος Παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη Σύμβαση Παραχώρησης συνεπεία:
- i) είτε ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης σύμφωνα προς το στοιχείο α΄,
- ii) είτε καθολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού Παραχωρησιούχου, λόγω εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένης της εξαγοράς, της απορρόφησης, της συγχώνευσης ή καταστάσεων αφερεγγυότητας, από άλλο Οικονομικό Φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που θεσπίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος νόμου, ή
iii) στην περίπτωση που η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποχρεώσεις του βασικού Παραχωρησιούχου έναντι των υπεργολάβων του, εφόσον προβλέπεται η δυνατότητα αυτή στην κείμενη νομοθεσία,
ε) εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παραγράφου 4.
Οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς που έχουν τροποποιήσει Σύμβαση Παραχώρησης στις περιπτώσεις των στοιχείων β΄ και γ΄ της παρούσας παραγράφου, δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα XI και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 33 και 34.
- Επιπλέον, και χωρίς να απαιτείται επαλήθευση κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α΄ έως δ΄ της παραγράφου 4, οι Συμβάσεις Παραχώρησης μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης σύμφωνα προς τον παρόντα νόμο, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη των ακόλουθων αξιών:
- i) του κατώτατου ορίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 και
- ii) του 10 % της αξίας της αρχικής Σύμβασης Παραχώρησης.
Μολαταύτα, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται διάφορες διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους υπολογίζεται βάσει της καθαρής αθροιστικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.
- Για τον υπολογισμό της αξίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και στα στοιχεία β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, σημείο αναφοράς αποτελεί η επικαιροποιημένη αξία, όταν η Σύμβαση Παραχώρησης περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής. Εάν δεν περιλαμβάνεται ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στη Σύμβαση Παραχώρησης, η επικαιροποιημένη αξία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη το μέσο πληθωρισμό της ελληνικής οικονομίας.
- Τυχόν τροποποίηση μιας Σύμβασης Παραχώρησης κατά τη διάρκεια ισχύος της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια του στοιχείου ε΄ της παραγράφου 1, εάν τροποποιεί ουσιωδώς τη σύμβαση σε σχέση με εκείνη που είχε αρχικά συναφθεί. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, μια τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης εάν πληρούται μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας ανάθεσης της Σύμβασης Παραχώρησης, θα είχαν επιτρέψει την αποδοχή άλλων Υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικά ή την αποδοχή προσφοράς διαφορετικής από εκείνη που επιλέχθηκε αρχικά ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία ανάθεσης της Σύμβασης Παραχώρησης,
β) η τροποποίηση μεταβάλλει την οικονομική ισορροπία της Σύμβασης Παραχώρησης υπέρ του Παραχωρησιούχου κατά τρόπο ο οποίος δεν προβλεπόταν στην αρχική Σύμβαση Παραχώρησης,
γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το πεδίο της παραχώρησης,
δ) όταν ένας νέος Παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη Σύμβαση Παραχώρησης σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που προβλέπονται στο στοιχείο δ΄ της παραγράφου 1.
- Δυνάμει του παρόντος νόμου απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης για άλλες τροποποιήσεις διατάξεων μίας Σύμβασης Παραχώρησης κατά τη διάρκεια αυτής, πλην εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.