1. Σε περίπτωση που οι υπηρεσίες παρασχεθούν από υπαιτιότητα του αναδόχου μετά τη λήξη των συμβατικών προθεσμιών, όπως διαμορφώθηκαν με τυχόν μετάθεση και μέχρι λήξης του χρόνου της παράτασης που χορηγήθηκε, είναι δυνατόν να καταπίπτουν και να επιβάλλονται, με αιτιολογημένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, εις βάρος του και υπέρ της αναθέτουσας αρχής ποινικές ρήτρες.
2. Οι ποινικές ρήτρες υπολογίζονται ως εξής:
α. Για καθυστέρηση που περιορίζεται σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το 50% του προβλεπόμενου χρόνου παράδοσης του συνόλου των παραδοτέων, ή σε περίπτωση τμηματικών προθεσμιών του αντιστοίχου τμήματος, επιβάλλεται ποινική ρήτρα 2,5% επί της συμβατικής αξίας χωρίς ΦΠΑ του τμήματος που παραδόθηκε εκπρόθεσμα. Αν κατά τον υπολογισμό του μισού του χρόνου παράτασης προκύπτει κλάσμα ημέρας θεωρείται ολόκληρη ημέρα.
β. Για καθυστέρηση που υπερβαίνει το παραπάνω 50% επιβάλλεται ποινική ρήτρα 5% χωρίς ΦΠΑ επί της συμβατικής αξίας του τμήματος που παραδόθηκε εκπρόθεσμα.
3. Εφόσον με την απόφαση κήρυξης παρέχοντος υπηρεσίες εκπτώτου, παρέχεται σ’ αυτόν η δυνατότητα να παραδώσει τις υπηρεσίες μέχρι την προηγούμενη της ημερομηνίας εκδόσεως της εις βάρος του αποφάσεως ως εκπτώτου και πέρα της οποίας ουδεμία παροχή υπηρεσιών γίνεται δεκτή, επιβάλλεται συνολικά πρόστιμο για εκπρόθεσμη παράδοση ίσο με ποσοστό 10% χωρίς ΦΠΑ της συμβατικής τιμής, ανεξάρτητα από την ημερομηνία παράδοσης μέσα στο παρεχόμενο χρονικό διάστημα.
4. Το ποσό των ποινικών ρητρών αφαιρείται/συμψηφίζεται από/με την αμοιβή του αναδόχου με την απόφαση επιβολής τους, ενώ εάν κατά της απόφασης επιβολής τους ασκηθεί εμπρόθεσμη ένσταση, με την απόφαση που εκδίδεται μετά την τυχόν απόρριψη της ένστασης με ρητή απόφαση της αναθέτουσας αρχής.
5. Η επιβολή ποινικών ρητρών δεν στερεί από την αναθέτουσα αρχή το δικαίωμα να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο.