1. Η αναθέτουσα αρχή με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου και αξιολόγησης των προσφορών, απορρίπτει, σε κάθε περίπτωση, προσφορά:
α) Η οποία είναι ελλιπής κατά τα προηγούμενα άρθρα ή υποβλήθηκε κατά παράβαση των απαράβατων όρων περί σύνταξης και υποβολής της προσφοράς, όπως οι όροι αυτοί ορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.
β) Στην οποία η τιμή δεν είναι απόλυτα προσδιορισμένη.
γ) Η οποία περιέχει ατέλειες, ελλείψεις, ασάφειες ή σφάλματα, εφόσον αυτά δεν επιδέχονται συμπλήρωση ή διόρθωση ή, εφόσον επιδέχονται συμπλήρωση ή διόρθωση, δεν έχουν αποκατασταθεί κατά την αποσαφήνιση και τη συμπλήρωση της, σύμφωνα με το άρθρο 81
δ) Για την οποία ο προσφερων δεν έχει παράσχει τις απαιτούμενες εξηγήσεις, εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας, ή η εξήγηση δεν είναι αποδεκτή από την αναθέτουσα αρχή/τον αναθέτοντα φορέα, σύμφωνα με το άρθρο 81.
ε) Η οποία δεν πληροί τις προϋποθέσεις που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά του αντικειμένου της σύμβασης.
στ) Η οποία είναι εναλλακτική προσφορά, αν τέτοια δεν επιτρέπεται ή, αν επιτρέπεται, δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις των εγγράφων της σύμβασης.
ζ) Η οποία υποβάλλεται από έναν προσφέροντα που έχει υποβάλει δύο ή περισσότερες προσφορές, με την επιφύλαξη της περίπτωσης που επιτρέπεται η υποβολή εναλλακτικής προσφοράς.
η) Προσφορά που είναι αόριστη και ανεπίδεκτη εκτίμησης ή είναι υπό αίρεση.
2. Εφόσον από την διακήρυξη ή την πρόσκληση προβλέπεται η κατάθεση δειγμάτων, η μη προσήκουσα κατάθεση τους αποτελεί λόγο απόρριψης του προμηθευτή από την διαγωνιστική διαδικασία.
3. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται αναλόγως στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης των αιτήσεων συμμετοχής στην κλειστή διαδικασία, τη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου ή στη διαδικασία διαπραγμάτευσης.
4. Η απόρριψη της προσφοράς για έναν ή περισσότερους από τους λόγους της παραγράφου1, γίνεται με απόφαση του αρμοδίου αποφαινομένου οργάνου, μετά από γνώμη του αρμοδίου γνωμοδοτικού οργάνου.